Copyright 2018 The Associated |
Στην κατεύθυνση αυτή «έδειξε» και ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), Κλ. Ρέγκλινγκ, λέγοντας ότι από κοινού με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά με διακριτούς ρόλους ο καθένας, έχουν ξεκινήσει την προετοιμασία αναφορικά με μελλοντικά προγράμματα «στήριξης». Σύμφωνα με τον ίδιο, «καθώς το ΔΝΤ αποσύρεται, στο μέλλον ο ESM θα μπορούσε μαζί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να σχεδιάζει, να διαπραγματεύεται και να παρακολουθεί τα νέα προγράμματα βοήθειας», ενώ παράλληλα «ο ESM θα μπορούσε να προσφέρει την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους και να οργανώνει τις διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές».
Την ίδια ώρα, για το αμέσως επόμενο διάστημα, ο «οδικός χάρτης» της κυβέρνησης περιλαμβάνει τον «επανυπολογισμό» των συντάξεων και την Υπουργική Απόφαση για το νέο συντριπτικό χτύπημα στο ΕΚΑΣ των χαμηλοσυνταξιούχων, την πλήρη κατάργηση του μειωμένου ΦΠΑ στα νησιά, την πώληση των λιγνιτικών μονάδων, νέες «προσαρμογές» στον κρατικό μηχανισμό κ.ά.
Οι νέες «παρεμβάσεις» θα ενσωματωθούν στο υπό διαμόρφωση Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ) 2019 - 2022, που επίσης συγκαταλέγεται στα προαπαιτούμενα της 4ης «αξιολόγησης». Σύμφωνα με την υπουργική εγκύκλιο, «το ΜΠΔΣ θα θέτει συγκεκριμένους στόχους, χρονοδιαγράμματα και δείκτες υλοποίησης στην προσπάθεια εξορθολογισμού και ελέγχου των δαπανών και επίτευξης των εκάστοτε δημοσιονομικών στόχων. Παράλληλα, θέτει τα ανώτατα όρια δαπανών για όλη την περίοδο για τα υπουργεία, καθώς και τους στόχους ισοζυγίου για τους λοιπούς φορείς της Γενικής Κυβέρνησης».
Μάλιστα, οι προβλέψεις του νέου Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου θα έρθουν να «κουμπώσουν» με το λεγόμενο «αναπτυξιακό σχέδιο», που αναμένεται να παρουσιάσει η κυβέρνηση στο πλαίσιο της συνεδρίασης του Γιούρογκρουπ στις 27 Απρίλη. Οπως διευκρινίζεται από υψηλόβαθμες κυβερνητικές πηγές, το «αναπτυξιακό σχέδιο» επίσης θα περιλαμβάνει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και στόχους αναφορικά με την κλιμάκωση των αναδιαρθρώσεων, των ιδιωτικοποιήσεων και βέβαια των εξελίξεων στα μεγέθη των κρατικών προϋπολογισμών.
Την ίδια ώρα, υψηλόβαθμος αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διατυπώνει ενστάσεις αναφορικά με τις προβλέψεις και τις εκθέσεις που αναμένεται να δημοσιοποιήσει το ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία, για το ύψος των «πλεονασμάτων» τα επόμενα χρόνια, αλλά και για τα «επίδικα» της βιωσιμότητας ή όχι του κρατικού χρέους και την «κεφαλαιακή επάρκεια» των εγχώριων τραπεζικών ομίλων.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η αντιλαϊκή επίθεση θα κλιμακωθεί στο πλαίσιο της 4ης «αξιολόγησης», όσο και την «επόμενη μέρα», ανεξάρτητα από τη μορφή του εποπτικού πλαισίου της αντιλαϊκής πολιτικής που θα επιλεγεί. Ετσι, αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δίνουν έμφαση σε ζητήματα για την ενίσχυση της «ανταγωνιστικότητας» των επιχειρηματικών ομίλων, στην πώληση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, στη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων (θα παραμείνει ως μόνιμο «προαπαιτούμενο» και για την επόμενη φάση), στην «κατάλληλη» στελέχωση και λειτουργία του κρατικού μηχανισμού.
Σε ό,τι αφορά το ρόλο του ΔΝΤ στην Ελλάδα, επισημαίνουν πως εμφανίζεται «να βιάζεται και να θέλει να μπει στο πρόγραμμα» αλλά σε κάθε περίπτωση το ζήτημα δεν έχει «κλειδώσει» ακόμη.
Σε αυτό το φόντο τα «σινιάλα» που στέλνει η πλευρά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αφορούν και στους παρακάτω άξονες:
-- Εμφανίζεται καταρχάς επιφυλακτική ως προς το σενάριο για τη διαμόρφωση της «προληπτικής γραμμής» στήριξης προς το ελληνικό κράτος για την περίοδο μετά το 2018. Οπως εκτιμά, από τη μια πλευρά θα λειτουργούσε ως δικλίδα ασφαλείας, αλλά ταυτόχρονα ενδεχομένως να υπονόμευε τη λεγόμενη «ιδιοκτησία των μεταρρυθμίσεων», με άλλα λόγια, την πορεία κλιμάκωσης της αντιλαϊκής πολιτικής, με ευρύτερες συναινέσεις, ανεξάρτητα από εκλογικούς κύκλους και κυβερνήσεις που θα βρίσκονται στο «τιμόνι» της αστικής διαχείρισης. Επιπλέον, σύμφωνα με την Κομισιόν, η «προληπτική γραμμή» θα χρειαζόταν να εγκριθεί από Κοινοβούλια κρατών της Ευρωζώνης, κάτι που «θα δημιουργούσε ευρύτερα πολιτικά θέματα με επίδραση και στη συνέχιση της εφαρμογής μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα». Ωστόσο, το σενάριο της «προληπτικής γραμμής» παραμένει ανοιχτό στην περίπτωση εκδήλωσης αναταράξεων στις χρηματαγορές, στη διάρκεια των επόμενων μηνών, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές.
-- Επισημαίνει ότι η ελληνική οικονομία παραμένει ακόμη σε χαμηλές θέσεις στους πίνακες ανταγωνιστικότητας λόγω των «εμποδίων» στην επιχειρηματικότητα, που προέρχονται συχνά από τα υπουργεία και τη Δικαιοσύνη.
-- Ανοιχτό παραμένει και το ζήτημα της εξαγοράς των δανείων του ΔΝΤ από την ευρωπαϊκή πλευρά. Μάλιστα, για το σκοπό αυτό θα μπορούσαν να διατεθούν ποσά ύψους 27 δισ. ευρώ, από αυτά που θα μείνουν αδιάθετα από τη δανειακή σύμβαση του 3ου μνημονίου. Βέβαια, και σε αυτήν την περίπτωση, το «πακέτο» θα συνοδεύεται από συμπληρωματικά αντιλαϊκά μέτρα, με αναβαθμισμένο το ρόλο του ESM.
-- Ως πρόσθετο εργαλείο για τη χρηματοδότηση εγχώριων επιχειρηματικών ομίλων εξετάζεται η επιστροφή των κερδών από τα «ακούρευτα» ελληνικά κρατικά ομόλογα που αγόρασαν η ΕΚΤ και κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης πριν από το «κούρεμα» του χρέους το 2012. Λόγος γίνεται για τμηματική επιστροφή κεφαλαίων, ύψους 4 δισ. ευρώ, αποκλειστικά για «αναπτυξιακούς σκοπούς».
Ταυτόχρονα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σε άρθρο που δημοσιεύεται στο «οικονομικό δελτίο» της, τονίζει ότι «οι χώρες της Ευρωζώνης προβλέπεται να υποστούν περαιτέρω αυξητική πίεση στις δημόσιες δαπάνες για συντάξεις, υγειονομική περίθαλψη και μακροχρόνια φροντίδα, καθώς ο πληθυσμός γερνά».
Μάλιστα, δείχνοντας σε νέο κύκλο μείωσης των κρατικών κονδυλίων και αύξησης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης χαρακτηριστικά τονίζει ότι «αν και πολλές χώρες εφάρμοσαν συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις μετά την κρίση κρατικού χρέους, περαιτέρω μεταρρυθμίσεις φαίνεται να είναι αναγκαίες για να διασφαλισθεί η δημοσιονομική βιωσιμότητα μακροπρόθεσμα». Στο «διά ταύτα» η ΕΚΤ επισημαίνει: «Από την άποψη αυτή, μέτρα που αυξάνουν το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης μπορεί να αναμένεται ότι θα περιορίσουν τις δυσμενείς μακροοικονομικές επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού, καθώς θα έχουν ευνοϊκή επίδραση στην προσφορά εργασίας και την εγχώρια κατανάλωση»...
Μάλιστα, η έκθεση της ΕΚΤ αναφέρει ότι οι χώρες με τα μεγαλύτερα ποσοστά ατόμων άνω των 65 ετών σε σχέση με τα άτομα ηλικίας 15 - 64 ετών είναι η Γερμανία, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Φινλανδία.