ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΙ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ
Συζήτηση για το υπόβαθρο και τις προοπτικές της συνεργασίας Ρωσίας - Τουρκίας
Σάββατο 14 Απρίλη 2018 - Κυριακή 15 Απρίλη 2018

Από την υποδοχή Πούτιν στην Αγκυρα, στις 3 Απρίλη
Το βάθος και τη συνθετότητα που αποκτούν οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί αναδεικνύει η συζήτηση για τις συμμαχίες της τουρκικής αστικής τάξης, με φόντο τη συνεχιζόμενη προσέγγιση της Τουρκίας με τη Ρωσία, αλλά και τις συνεχιζόμενες «τριβές» με ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - Δύση.

Ειδικά μετά την πρόσφατη συνάντηση των ηγετών Ρωσίας, Ιράν και Τουρκίας στην Αγκυρα, «φούντωσαν» οι σχετικές αναλύσεις, τις οποίες φυσικά η αστική τάξη και στη χώρα μας αξιοποιεί για να στηρίξει απόλυτα συμπεράσματα, προκειμένου να κερδίσει λαϊκή συναίνεση και να υπερασπιστεί τις δικές της επιλογές, στο ρόλο σημαιοφόρου που έχει αναλάβει για την υλοποίηση των ευρωατλαντικών σχεδιασμών σε αντιπαράθεση με τη Ρωσία και άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Τα χαρακτηριστικά αποσπάσματα που παραθέτουμε πιο κάτω είναι ενδεικτικά, καταρχήν για την αποφασιστικότητα κάθε πλευράς να παζαρέψει με τις άλλες, προκειμένου να διασφαλίσει όσο το δυνατό μεγαλύτερο κομμάτι από το μοίρασμα αγορών, φυσικού πλούτου και γενικά της περιουσίας των λαών της περιοχής, που είναι ολοφάνερο ότι τυλίγεται όλο και περισσότερο στη δίνη μιας λυσσαλέας κόντρας, και σε στρατιωτικό επίπεδο.

Αναμονή και αδράνεια

«Η Δύση είναι υπεύθυνη για τη συνεργασία της Τουρκίας με τη Ρωσία και το Ιράν στη Συρία», σημείωνε πρόσφατα ο αρθρογράφος της φιλοκυβερνητικής τουρκικής εφημερίδας «Σαμπάχ», Μπουρχανεντίν Ντουράν, στην ιστοσελίδα της «δεξαμενής σκέψης» SETA (Siyaset, Ekonomi ve Toplum Arastirmalari Vakfi - Ιδρυμα Πολιτικών, Οικονομικών και Κοινωνικών Ερευνών), σημειώνοντας ότι «η απόφαση της Τουρκίας να εργαστεί στενότερα με τη Ρωσία χωρίς να επιδεινώσει τις σχέσεις της με τη δυτική συμμαχία δεν ήταν πράξη τυχοδιωκτισμού. ΗΠΑ, ΕΕ και ΝΑΤΟ προκάλεσαν αυτήν την κατάσταση, αποτυγχάνοντας να συμπεριφερθούν στην Τουρκία ως σύμμαχοι την τελευταία πενταετία. Σε αυτό το σημείο, η Τουρκία απλά κοιτά τη δουλειά της, περιμένοντας ταυτόχρονα οι Δυτικοί της σύμμαχοι να ανακαλύψουν ξανά τα σημερινά τους στρατηγικά συμφέροντα. Ωστόσο, αναμονή δεν σημαίνει αδράνεια. Σήμερα, η Τουρκία ακολουθεί μια ενεργό εξωτερική πολιτική, εργάζεται με διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη για να εξουδετερώσει τις απειλές για την εθνική της ασφάλεια, που πηγάζουν από Συρία και Ιράκ».

Ο ίδιος αναλυτής σημείωνε την περασμένη Τετάρτη στη «Σαμπάχ», ακόμα πιο καθαρά: «Η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας καθορίζεται από συμφέροντα, όχι ιδεολογία». Και εξηγούσε γιατί η σημερινή προσέγγιση με τη Ρωσία δεν μπορεί να θεωρείται ούτε ζήτημα κάποιας «προτίμησης» των ισλαμοσυντηρητικών του ΑΚΡ, ούτε προσωπικών επιλογών του Ερντογάν, όπως δεν πρέπει και να θεωρείται ούτε δεδομένη ούτε αιώνια. Αντιθέτως, στις σημερινές συνθήκες υπαγορεύεται από αρκετά δεδομένα. Οπως παρατηρεί λοιπόν ο συγκεκριμένος αναλυτής, όσοι βιάζονται να διαπιστώσουν ότι Τουρκία και Ρωσία «γίνονται μόνιμοι στρατηγικοί σύμμαχοι και διαμαρτύρονται ότι ο άξονας της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής αλλάζει ακόμα μια φορά» θα χρειαστεί να ασχοληθούν με τη γενικότερη εικόνα και να «δαπανήσουν πολύ χρόνο να συζητήσουν για την ισορροπία δυνάμεων που αλλάζει στη διεθνή αρένα και την άνοδο ανταγωνιζόμενων συμμαχιών. Επίσης, θα προσπαθήσουν να αναλύσουν την ισορροπία δυνάμεων ανάμεσα στις ΗΠΑ, τη Ρωσία, την Κίνα και την ΕΕ και αναδυόμενες δυνάμεις όπως η Τουρκία...».

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, «αν και οι Τούρκοι δεν ενδιαφέρονται να εγκαταλείψουν τη δυτική συμμαχία, π.χ. το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, αρνούνται επίσης να θεωρούνται παθητικοί παρευρισκόμενοι... Στην πραγματικότητα, η νέα πραγματικότητα συνίσταται στην υιοθέτηση μιας πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής και την ενίσχυση της συνεργασίας με διάφορες χώρες, με βάση συγκεκριμένα θέματα. Η Αγκυρα πρέπει να βρει έναν τρόπο να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που συνδέονται με τη γεωγραφική της θέση, που συμβαίνει να βρίσκεται στο όριο συνάντησης διαφόρων αξόνων... Θα ήταν λάθος να θεωρηθεί η συνεργασία της Αγκυρας με τη Μόσχα από μια ρομαντική οπτική. Η επαναπροσέγγισή της με τη Ρωσία αντανακλά συγκεκριμένα συμφέροντα και τη βούληση του Κρεμλίνου να εμπλακεί σε μια σχέση συναλλαγής. Δεν σημαίνει, για την ιστορία, ότι η Τουρκία μισεί τη Δύση ή ότι λατρεύει εντελώς τη Ρωσία. Αντιμετωπίζοντας ένα χάος που βαθαίνει στο διεθνές σύστημα και στην ίδια της τη γειτονιά, η Τουρκία πρέπει να ακολουθήσει μια ενεργό πολιτική εξισορρόπησης...».

Αδυναμίες και συμμαχίες

Ενδεικτικές είναι όμως και οι απόψεις που εμφανίζονται σε αντικυβερνητικά ΜΜΕ, όπως τη νεοσύστατη ειδησεογραφική ιστοσελίδα «Αhval News», που έχει την έδρα της στο Λονδίνο και στη λειτουργία της οποίας πρωτοστατούν μεγαλοδημοσιογράφοι που έφυγαν από την Τουρκία μετά την αποτυχημένη απόπειρα ανατροπής της κυβέρνησης του ΑΚΡ, όπως ο Γιαβούζ Μπαϊντάρ, ο οποίος κατά καιρούς έχει αρθρογραφήσει και στη γερμανική «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ».

Πριν από μερικές μέρες, ο συνεργάτης της αμερικανικής «δεξαμενής σκέψης» «Atlantic Council», Ντιμιτάρ Μπετσέφ, εκτιμούσε στην «Αhval News» ότι «μια πιο συντηρητική προσέγγιση» για τις τουρκορωσικές σχέσεις «θα ήταν ότι η Αγκυρα αναζητεί τη διαμόρφωση της δικής της διαδρομής μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Αυτό σημαίνει ότι η Τουρκία δεν θα "βγάλει από την πρίζα" τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ, ή θα κόψει τις γέφυρες με την Ευρώπη, τον μεγαλύτερο εμπορικό και επενδυτικό της εταίρο... Το διπλό παιχνίδι της Τουρκίας είναι αντανάκλαση της έμφυτης αδυναμίας της συμμαχίας Ρωσίας - Ιράν - Τουρκίας, καθώς οι τρεις χώρες έχουν συναντηθεί ως αποτέλεσμα των πολιτικών επιλογών των ΗΠΑ, και γι' αυτό η Ουάσιγκτον έχει ακόμα την ευκαιρία να συνεργαστεί τουλάχιστον με τον έναν από τους τρεις...».

Την εξέλιξη της συνεργασίας Τουρκίας - Ρωσίας θα επηρεάσει φυσικά και η στάση της Δύσης, που όμως δεν μπορεί να εξετάζεται ως ένα ενιαίο σύνολο, σε μια περίοδο που βαθαίνουν αντιθέσεις μεταξύ ΗΠΑ - ΕΕ, ειδικότερα ΗΠΑ - Γερμανίας κ.λπ.

Στις 5 Απρίλη, ανάλυση της «Χουριέτ» με τίτλο «Επιλογή της Τουρκίας: Ρωσία - Ιράν ή ΗΠΑ - Ευρώπη;» ανέφερε: «Μία μόλις ώρα πριν ξεκινήσει η κοινή συνέντευξη Τύπου του Τούρκου Προέδρου Ταγίπ Ερντογάν, του Ρώσου Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν και του Ιρανού Προέδρου Χασάν Ροχανί, ο Γερμανός πρέσβης στην Τουρκία, Μάρτιν Ερντμαν, είχε συνάντηση με τον Τύπο. "Δεν υπάρχει καμία λογική θέση για να τοποθετηθεί γεωπολιτικά η Τουρκία, άλλη, εκτός από αυτή που βρίσκεται στην ευρωατλαντική σφαίρα. Και το λέω αυτό την ίδια μέρα που έγινε η αρχή για την κατασκευή ενός τουρκορωσικού σταθμού παραγωγής πυρηνικής ενέργειας", είπε ο Ερντμαν».

Ανάμεσα σε άλλα, ο αρθρογράφος επισήμαινε ότι «ούτε η Τουρκία ούτε οι σύμμαχοί της στη Δύση έχουν σταθεί ικανοί να εκπληρώσουν αρκετά τις προσδοκίες ο ένας του άλλου, στο παρελθόν αλλά και τα τελευταία χρόνια... Ισως ο καλύτερος τρόπος να πάρουν και οι δύο πλευρές αυτό που θέλουν είναι να κάνουν ταυτόχρονα βήματα, χωρίς να περιμένουν από τον άλλο να κάνει την αρχή...». Μάλιστα, ειδικά για τα περιθώρια που έχει η συνεργασία Τουρκίας - ΕΕ, υπογράμμιζε ότι «αντί να προσπαθεί να αγνοεί τη διαδικασία της Αστάνα μεταξύ Τουρκίας, Ρωσίας και Ιράν για την αποκλιμάκωση στη Συρία, η ΕΕ θα έπρεπε ίσως να προσπαθήσει να συμβάλει σ' αυτή...».

Από την άλλη μεριά, βέβαια, υπάρχουν και αναλύσεις που εμφανίζουν την προσέγγιση Ρωσίας - Τουρκίας να βασίζεται σε πολύ πιο σταθερά θεμέλια. Ξεχωρίζει ίσως ο Ιμπραχήμ Καραγκιούλ, ένας από τους πιο στενούς συμβούλους του Ερντογάν. Είναι ο ίδιος που την Τετάρτη εφιστούσε την προσοχή «στον κίνδυνο που υπάρχει στο Αιγαίο» και στην πιθανότητα να «χτυπηθεί ελληνικό σκάφος ή πλοίο» από τουρκικές δυνάμεις, ως μέρος προβοκάτσιας σε βάρος της κυβέρνησης Ερντογάν, συσχετίζοντάς την μάλιστα με την κατάρριψη του ρωσικού «Su-24» το 2015 και με μια «παγίδα» - κατά τα λεγόμενά του - για να στοιχηθεί η Αγκυρα πίσω από «τα σχέδια των ΗΠΑ στη Συρία».

Ο ίδιος, γράφοντας στις αρχές του μήνα στη «Γενί Σαφάκ», εκτιμούσε ότι «Τουρκία και Ρωσία αντιμετωπίζουν σχεδόν τις ίδιες απειλές» και ότι «η μεταξύ τους σχέση λειτουργεί προς όφελος και των δύο». Και τοποθετώντας την απομάκρυνση της Τουρκίας από τη Δύση σε ένα ευρύτερο πλαίσιο γεωπολιτικών ανακατατάξεων, συνέχιζε: «Η Αγκυρα και η Μόσχα πρέπει να "ανοίξουν" ακόμα περισσότερο η μία προς την άλλη, να δυναμώσουν τις σχέσεις εμπιστοσύνης τους και να αναπτύξουν ένα είδος αλληλεγγύης. Η Τουρκία χρειάζεται τη Ρωσία, πράγματι, αλλά ίσως η Ρωσία χρειάζεται την Τουρκία πολύ περισσότερο. Οι θύελλες, οι επιθέσεις που εξαπολύει η Δύση απέναντι και στις δύο χώρες θα συνεχιστούν με ένταση...

Αλλά η Ρωσία και η Τουρκία δεν είναι οι μόνες που αντιστέκονται στη Δύση. Οι ασιατικές δυνάμεις αναδύονται γοργά. Στενεύουν τα περιθώρια που έχει ο χάρτης για τη Δύση. Θα δούμε το χάρτη να στενεύει και άλλο (για τη Δύση) και τις ζώνες επιρροής τους (των Δυτικών) στην περιοχή μας να διαλύονται κι άλλο. Οταν αναλύουμε την κατάσταση για τις δύο χώρες, είναι υποχρεωτικό να εξετάσουμε πολύ προσεκτικά τον σημερινό παγκόσμιο χάρτη συσχετισμού δυνάμεων, τις αλλαγές και τις δονήσεις σε αυτόν. Τότε θα αποκαλυφθεί η αλήθεια... Πραγματικά, ένας νέος κόσμος διαμορφώνεται. Η Δύση μπαίνει σε παύση, γίνεται επιθετική. Η Ανατολή αναδύεται, κερδίζει δύναμη. Ως Τουρκία μελετάμε και ερμηνεύουμε όλο αυτό το χάος σωστά και παίρνουμε τα κατάλληλα μέτρα...».


Α. Μ.