Στην Πλατεία των Εθνών στη Γενεύη εργαζόμενοι από Γερμανία, Ελλάδα, Τουρκία, Γαλλία, Αυστρία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες διαδηλώνουν σήμερα ενάντια στις πολυεθνικές και την ταξική συνεργασία
ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ενωση και ΝΑΤΟ είναι έτοιμοι πια να εξαπολύσουν την καινούρια επέμβαση στην περιοχή των Βαλκανίων. Αυτή τη φορά στη γειτονική ΠΓΔΜ. Τα άλλοθι και αυτής της επέμβασης ετοιμάστηκαν επιμελώς από τις ίδιες τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, αφού με το ένα χέρι ενθάρρυναν τους Αλβανούς «Ουτσεκάδες» να εξαπολύουν επιθέσεις και με το άλλο καθησύχαζαν την κυβέρνηση της ΠΓΔΜ. Κατάφεραν με αυτό τον τρόπο - πραγματικά με το πιστόλι στον κρόταφο - να ζητούν τη ΝΑΤΟική «ειρηνευτική αποστολή» κυβέρνηση και Αλβανοί αυτονομιστές, από κοινού, και η οποία στην πράξη θα είναι άλλη μια δύναμη κατοχής και αποσταθεροποίησης - όπως απέδειξε η πείρα πλέον - στην περιοχή των Βαλκανίων.
Σε μια τέτοια διαδικασία η ελληνική κυβέρνηση φάνηκε «ΝΑΤΟικότερη των ΝΑΤΟικών» και όχι μόνο συμφώνησε, αλλά κατά κάποιο τρόπο πρωτοστάτησε. Για παράδειγμα, πρώτος - πρώτος έσπευσε να ανακοινώσει τη διαδικασία επέμβασης ο Ελληνας πρωθυπουργός στο Γκέτεμποργκ. Ολες οι εξελίξεις συναινούν πως οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, αν αφεθούν μόνες τους, δεν πρόκειται να σταματήσουν το καταστροφικό τους έργο στην περιοχή. Μόνο η συντονισμένη αντίσταση των λαών θα μπορέσει να ανατρέψει τα σχέδιά τους
|
Και όμως οι διαδηλώσεις στο Γκέτεμποργκ απέδειξαν ότι οι λαοί έχουν τη δύναμη να βάλουν φραγμό στη δράση των πολυεθνικών και των πολιτικών εκφραστών τους, αφού η πόλη που «φιλοξένησε» τη Σύνοδο Κορυφής των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ενωσης βρέθηκε σε «κατάσταση πολιορκίας». Οι διαδηλώσεις ήταν συνεχείς με συνθήματα ενάντια στην πολιτική των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, κατά των πολυεθνικών, κατά της εκμετάλλευσης των χωρών του Τρίτου Κόσμου, κατά της καταστροφής του περιβάλλοντος. (Στη φωτο ένα πρόχειρο οδόφραγμα των διαδηλωτών για να αποφύγουν την αστυνομική βία>)
Αν και στη Θεσσαλία, ο ιδιωτικός τομέας υγείας δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί, η απαξίωση του δημόσιου συστήματος υγείας ανοίγει το δρόμο στην προώθηση συνενώσεων κλινικαρχών και στην ίδρυση παραρτημάτων των μεγαλοεπιχειρηματιών στο χώρο της υγείας