Κυριακή 7 Δεκέμβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Η ΑΛΛΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Το βραβείο συκοφαντίας απονέμεται στους... .

«Από τα άγρια θηρία αυτό που δαγκώνει πιο θανατηφόρα είναι ο συκοφάντης»*

Ο πιο «τίμιος» απ' όλους ήταν ο Μαρίνος, αν δεν κάνω λάθος το όνομα. Αυτός δεν κράτησε κανένα πρόσχημα! Χωρίς καμία ντροπή, όπως κάνουν άτομα χωρίς υπόληψη και φιλότιμο, αποφάνθηκε: Ο Αρης ήταν σαδιστής!

Μιλούσε για τον Αρη Βελουχιώτη! Εκεί, βέβαια, θα έπρεπε να σε πάρουν τα γέλια. Θα έπρεπε να πεις τη γνωστή φράση που χρησιμοποιείται στα γήπεδα «ρε, τον π...» και να κλείσεις οριστικά την τηλεόραση. Ομως, ο Μαρίνος δεν «έφτασε» έτσι «αυθαίρετα» σε αυτό το συμπέρασμα. Ούτε μόνον ύστερα από δική του πρωτοβουλία. Η «γνωμάτευσή» του προέκυψε ύστερα από ένα μακρύ «ταξίδι» που αφορούσε στο «πορτρέτο» του πρώτου αντάρτη. Ενα πορτρέτο που δε θα τολμούσε ποτέ να κατασκευάσει η γνωστή CIA. To κατασκεύασε το «Mega»!

Αλλά γιατί να το διακινδυνέψει η αμερικάνικη μυστική υπηρεσία. Ο κύριος Παπαχελάς τι δουλειά κάνει; Ανοίγει «φακέλους» και όποιον πάρει ο χάρος. Μήπως, ο κύριος αυτός, έχει κάνει συμφωνία με την ιστορική αλήθεια; Μήπως έχει υποχρέωση να σέβεται αυτούς που είναι άξιοι σεβασμού; Οχι! Ο κύριος Παπαχελάς «τηλεόραση» κάνει. Ενα ακόμα «Big brother» παρουσιάζει. Ενα πολιτικό «Big broter». Οπου δυστυχισμένα ανθρωπάκια, κάτω από τη μανιασμένη καθοδήγησή του, έρχονται και χύνουν τα φαρμάκια τους. Οπου προβληματικά άτομα, κάτω από τις ενοχλιτικές παροτρύνσεις του, ξεσπούν σε ακρότητες. Αφρίζουν, τρέμουν τα χείλη τους, πέφτουν τα σάλια τους. Το έπαθλο είναι μεγάλο!

Το έπαθλο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν ήταν, μόνον ο Βελουχιώτης. Το κυρίως μενού ήταν το ΚΚΕ. Αυτό ήθελε να φάει η εκπομπή. Το ΚΚΕ. Πάνω, λοιπόν, στο Κόμμα έπεσαν οι κανίβαλοι, Κι άρχισαν να μαδάνε τις πέτσες του. Να τρυπάνε με τα δηλητηριασμένα πιρούνια τα πλευρά τους, τα πλευρά του, τα ψαχνά του, το λαιμό του και την καρδιά του. Μιλούσαν, οι άθλιοι, για το ΚΚΕ, και μάλιστα για μια ιστορική περίοδο του τόπου μας, όπου Ιστορία και Κομμουνιστικό Κόμμα έγιναν ένα. Μιλούσαν για την περίοδο της Αντίστασης! Σκεφτείτε!

Εδώ, πια, τελειώνουν τα λόγια. Με αυτούς τους ανθρώπους - μιλάω για όλους όσοι πήραν μέρος σε αυτή την αθλιότητα - δεν μπορείς να συνδιαλλαγείς με λέξεις. Ολοι αυτοί, συνειδητά ή ασυνείδητα, διέπραξαν βλασφημία. Είναι συκοφάντες. Και οι συκοφάντες «είναι ανθρωπάρια ελεεινά, διεστραμμένα, άτιμα και κίβδηλα», λέει ο Αριστοφάνης. Τέτοια, λοιπόν, «άτιμα και κίβδηλα» άτομα, σύμφωνα με τον αρχαίο ποιητή, επιδόθηκαν, το βράδυ της Πέμπτης, σε έναν ακόμα υστερικό αντικομμουνισμό. Με μια «άτιμη και κίβδηλη» μονοκονδυλιά περιέγραψαν τους μαυροσκούφηδες αγριανθρώπους, που βίαζαν και χτυπούσαν, που έπιναν αίμα! Περιέγραψαν το ΚΚΕ, σαν έναν πολιτικό οργανισμό που, κύριο και μοναδικό, στόχο είχε να εξοντώσει τον Αρη. «Κατέθεσαν μαρτυρία» πως είδαν, «με τα ίδια τους τα μάτια», τον Αρη να μαστιγώνει μέχρι θανάτου κάποιον, που ο ίδιος ο καπετάνιος είχε καταδικάσει με «συνοπτικές διαδικασίες». Κατέθεσαν πως το ΚΚΕ έσπρωχνε τον Αρη προς τις σοσιαλιστικές χώρες για να τον «φάει εκεί η μαρμάγκα»...

Και μη φανταστεί κανείς πως ετούτοι που έλεγαν ετούτες τις αθλιότητες ήταν μωρά παιδιά ή άτομα με ειδικές ανάγκες. Αλλοι ήταν αντάρτες στα βουνά, άλλοι ιστορικοί. Και βέβαια δημοσιογράφοι. Ανθρωποι, με άλλα λόγια, που ήξεραν την αλήθεια. Το συμπέρασμα λοιπόν, που καταλήγει ο καθένας, είναι πως τα άτομα αυτά ήταν σε «διατεταγμένη υπηρεσία». Και μόνον η μονομέρεια της εκπομπής δεν αφήνει κανένα περιθώριο για άλλη ανάγνωση. Ούτε ένας «μάρτυρας» διαφορετικός! Κάποιος να πει μια «καλή κουβέντα». Κάποιος να υπερασπιστεί το κόμμα και τον Αρη που συκοφαντούνταν.

Δεν ξέρω ποιος δίνει τα βραβεία συκοφαντίας. Ξέρω, όμως, αυτούς που πρέπει να το πάρουν και μάλιστα με επαίνους. Τέτοιες βρώμικες δουλιές πρέπει να βραβεύονται με αντίστοιχα βραβεία!.

*Διογένης


Του
Νίκου ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ

Ελληνίδες σε ναζιστικά στρατόπεδα

«Κωφεύει η κυβέρνηση στο αίτημα για αποζημιώσεις». Μ' αυτό το σκεπτικό, οι βουλευτές του ΚΚΕ Σπύρος Στριφτάρης και Αντώνης Σκυλλάκος έκαναν Ερώτηση προς τους υπουργούς Εξωτερικών και Εθνικής Αμυνας, αναφορικά με τις αποζημιώσεις Ελλήνων εγκλείστων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και καταναγκαστικής εργασίας κατά το Β` Παγκόσμιο Πόλεμο.

Πόσοι, όμως γνωρίζουν ότι ανάμεσα στους έγκλειστους στα κολαστήρια του Ράβενσμπουργκ, του Μπούχενβαλντ και του Αουσβιτς ήταν πολλές Ελληνίδες;

Στις 25 Μάη του 1944, οι Γερμανοί πήραν από το Χαϊδάρι 61 γυναίκες και 850 άντρες, τους φόρτωσαν σε φορτηγά με αμπαρωμένες πόρτες και τους έστειλαν στο στρατόπεδο - κάτεργο του Ράβενσμπουργκ και από εκεί στο Μπούχενβαλντ. Οι γυναίκες, με κίνδυνο της ζωής τους, σαμποτάρανε τη δουλιά στο εργοστάσιο καλυκοποιίας, όπου δούλευαν και έβγαζαν σκάρτα τα φονικά «εργαλεία». Μέσα στο κρύο και την παγωνιά επιζούσαν - με μια άθλια διατροφή - ενώ σ' όλες είχε γίνει τεχνητή διακοπή της περιόδου. Αυτό είχε σαν συνέπεια τη στείρωση του 40% των νέων γυναικών, που ήταν οι περισσότερες ηλικίας 18-22 χρόνων.

Για τη νέα γενιά

Μία από τις κρατούμενες του Χαϊδαρίου, που είχε επιζήσει, η γιατρός Μαρία Τσισκάκη - Γαλιατσάτου, που, αφού γύρισε εξορίστηκε σε Χίο, Τρίκερι και Μακρόνησο, αλλά και στα Γιούρα (με τη δικτατορία), είχε αρχίσει να γράφει για τον αγώνα, που έδωσαν οι γυναίκες στα γερμανικά κολαστήρια ήδη από το 1946. Αμέσως μετά τη δικτατορία, αισθάνεται την ανάγκη να ολοκληρώσει το κείμενο που είχε αρχίσει, σαν να βιάζεται, να φοβάται πως δε θα προλάβει. Θέλει ν' αφήσει στη νέα γενιά αυτό το ντοκουμέντο, για να μην πάψει να παλεύει ενάντια στο φασισμό και τον ιμπεριαλισμό. Και δυστυχώς, είχε δίκιο: Λίγους μήνες μετά την πρώτη έκδοση και κυκλοφορία του βιβλίου της, στις 31 Δεκέμβρη του 1975, η Μαρία «έφυγε» για πάντα.

Ενα άλλο βιβλίο με τίτλο «Βαρούμ (Γιατί;), μια Ελληνίδα στο Αουσβιτς», γραμμένο από την αγωνίστρια Βάσω Σταματίου, περιγράφει με συγκλονιστικό τρόπο, όχι μόνο τα γεγονότα, αλλά και τις (ανθρώπινες) αντιδράσεις θυμάτων και θυτών στην κόλαση που βρέθηκαν.

Και στα δύο βιβλία αναρωτιέται κανείς πού βρήκαν αυτές οι γυναίκες την ψυχική δύναμη για να επιζήσουν ύστερα από τόσα μαρτύρια, ταλαιπωρίες, στερήσεις και την ψυχική ισοπέδωση που υπέστησαν. Κλοτσιές, βούρδουλας, τρομοκρατία, παραμονή ολόγυμνες μέσα στο κρύο ή στο χιόνι, δωδεκάωρη εργασία χωρίς ουσιαστικά φαγητό (μόνο πατάτες), ρόφημα χωρίς ψωμί και ζάχαρη κι ακόμα να τραβάνε ζεμένες τον οδοστρωτήρα, για να στρώσουν δήθεν τους τεράστιους ακάλυπτος χώρους του στρατοπέδου. Κι όμως! Κατάφεραν να διατηρήσουν τη συνοχή μεταξύ τους, να πλησιάσουν τις γυναίκες από άλλες χώρες, να συνεργαστούν μαζί τους, μπόρεσαν να τραγουδάνε χωρίς να κλαίνε! Λίγο πριν την απελευθέρωση, στο Μπούχενβαλντ, καθώς πλησιάζουν οι σύμμαχοι, οι Γερμανοί τους δίνουν μια κουβέρτα και λίγες γαλέτες και τις παίρνουν σε μια πορεία προς το άγνωστο. Περπατάνε από το πρωί έως το βράδυ μέσα στις βροχές και τα χιόνια κι όσες δεν αντέχουν τις σκοτώνουν με μια σφαίρα. Οι δρόμοι έχουν γεμίσει πτώματα. Πολλές - ανάμεσά τους και η Μαρία - δραπέτευσαν και ευτυχώς, γιατί ο σκοπός των Γερμανών ήταν να τις μεταφέρουν μέχρι τα σύνορα με την Τσεχοσλοβακία κι εκεί, στους ορεινούς όγκους, να τις εξοντώσουν, ώστε να μη βρεθούν ζωντανές. Βρίσκουν βοήθεια από Ρώσους, Ιταλούς και Γιουγκοσλάβους, αλλά όταν σε μια πόλη μπαίνουν στο ελληνικό προξενείο τούς υποδέχονται ψυχρά, δίνοντάς τους μόνο μερικά μάρκα! Επιτέλους, φτάνουν στο Μόναχο και εκεί, μέσω Ιταλίας, στην Ελλάδα...

Ανάγκη εξουσίας

Η Βάσω Σταματίου, συγγραφέας του «Βαρούμ», έχοντας περάσει από τα ίδια στρατόπεδα, αλλά και από το φοβερό Αουσβιτς, προβληματίζεται για τα κίνητρα της ανθρώπινης θηριωδίας, αλλά και για τα αίτια που ωθούσαν τις γυναίκες - δεσμοφύλακες, κρατούμενες και οι ίδιες, να γίνονται τόσο απάνθρωπες και σαδίστριες με τις συγκρατούμενές τους, ακόμα κι όταν δε φοβούντουσαν για τη δική τους τύχη: «Το απόλυτα εκμηδενισμένο άτομο, γράφει, όταν δεν μπορεί να βλάψει εκείνον που τον έχει βλάψει, όταν δεν μπορεί να προσφέρει στον εαυτό του την ικανοποίηση έστω μιας ήττας ύστερα από τίμια μάχη, καταφεύγει σε μια παράλογη ανακούφιση, βλάπτοντας τον άμεσα πιο κοντινό του ευάλωτο». »Η ανάγκη να κυριαρχήσουν... Αυτό το ζωώδικο ξέσπασμα, το ήξεραν οι δημιουργοί των φασιστικών στρατοπέδων και φρόντισαν να το ενισχύσουν με απόλυτη επιτυχία...».

...»Αυτό ήταν το σημείο ξεκινήματος ενός τέλειου συστήματος για την εξαφάνιση της ανθρωπιάς, για το στραγγαλισμό της σκέψης, για την εκμηδένιση της όποιας προσωπικότητας υπήρχε σ' αυτό το ανακάτεμα τόσων διαφορετικών χαρακτήρων, αισθημάτων, συμπεριφοράς και γνώσεων, ώσπου, στο τέλος, ύστερα από αλλεπάλληλα σατανικά σοφά φιλτραρίσματα, να βγαίνουν μάζες ανθρώπων άβουλες, με εντελώς όμοιες σκέψεις και στο τέλος τέλος με καθόλου σκέψεις. Να βγαίνουν φιγούρες αδιάφορες, ανέκφραστες, χωρίς βλέμμα, χωρίς χαμόγελο, χωρίς αισθήσεις, χωρίς μνήμη, χωρίς όνειρα, με μια μοναδική, έως τη στιγμή που ξεψυχούσαν, επιθυμία, να βρουν κάτι να δαγκώσουν...».

Προλάβετε λαοί!

Στο Αουσβιτς και η πανέμορφη συγκρατούμενή τους, η Τούλα. Κάποια μέρα αρρωσταίνει. Δεν μπορεί να αντιδράσει. Τρέμει συνεχώς και καθώς είναι ανίκανη για εργασία είναι σίγουρο ότι θα τη σκοτώσουν. Οι συντρόφισσές της προσπαθούν να τη σώσουν, αλλά μάταια! Τελικά, δε θα την οδηγήσουν στα κρεματόρια, αλλά θα τη χρησιμοποιούσουν σαν πειραματόζωο!

«Κι έζησε η Τούλα, αφηγείται η συγγραφέας. Και την ξανάδα στη μεταπολεμική Θεσσαλονίκη, όταν ο εφιάλτης είχε τελειώσει: Μια χλωμή αδύνατη γριά, με μια τρύπα σαν πορτοκάλι μπροστά κι άλλη πίσω, στη θέση του πνεύμονα. Μου είπε πως της χώνανε κάτι σωλήνες στους πνεύμονες, με παράξενα μπλε και κόκκινα υγρά. Τα σωθικά της καίγανε. Κι ο πόνος της χωρίς ήχο... Η Τούλα, το ομορφότερο κορίτσι της συντροφιάς μας, ανάπηρη, στο περιθώριο της ζωής, ανίκανη για δουλιά, σ' ένα φτωχό υπόγειο κοντά στην Αγία Σοφία, με την πιστή της φίλη, τη μάνα της, να την κοιτάζει με σπαραγμό, χωρίς δουλιά κι αυτή: "Πώς θα ζήσομε, πώς θα ζήσομε, έλεγε, με το παιδί μου έτσι που το κατάντησαν;"»...

Το κείμενο της Βάσως Σταματίου καταλήγει μ' αυτά τα λόγια, προειδοποίηση για τους νέους:

«Οσο για τους επίσημους νεκρούς, τους κουβαλάει η ανθρωπότητα στην πλάτη της, σαν τη μεγαλύτερη ντροπή της, ντροπή, που δυστυχώς, για αρκετούς σήμερα, γίνεται σημαία μαύρη με τον αγκυλωτό σταυρό του φασισμού στο κέντρο. Προλάβετε λαοί...».

Πηγές:

- Βάσω Σταματίου «Βαρούμ, μια Ελληνίδα στο Αουσβιτς».

- Μαρία Τσισκάκη - Γαλιατσάτου: «Ελληνίδες σε ναζιστικά στρατόπεδα - μια άγνωστη σελίδα της γυναίκας στον αντιφασιστικό αγώνα» (εκδόσεις «Φιλίστωρ»). Προηγούμενος τίτλος: «Οταν ο άνθρωπος κονταρομαχούσε με την ντροπή και το θάνατο» (1975).


Αλίκη ΞΕΝΟΥ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ