Τετάρτη 2 Απρίλη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΠΑΙΔΕΙΑ
Κριτήριο ψήφου οι εξελίξεις στην Ανώτατη Εκπαίδευση

Οι εξελίξεις στην Ανώτατη Εκπαίδευση στον άξονα των κατευθύνσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης προχώρησαν με ανομοιομορφίες στις χώρες της, εκφράζοντας τις ιστορικά διαφορετικές εκπαιδευτικές αφετηρίες, αλλά και την ανισομετρία και τους ανταγωνισμούς των καπιταλιστικών κρατών.

Σταθμός στην πορεία της ευρωενωσιακής στρατηγικής για την Ανώτατη Εκπαίδευση υπήρξε η «Διαδικασία της Μπολόνια», που εξέφρασε το στόχο των καπιταλιστικών κρατών για αντιστοίχηση των ανώτατων εκπαιδευτικών συστημάτων σε έναν Ενιαίο Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης. Πρόκειται στην ουσία για μια ενιαία αγορά εκπαιδευτικών και ερευνητικών προϊόντων, αλλά και ένα μηχανισμό για γρήγορη μετακίνηση-προσαρμογή επιστημονικού δυναμικού σε άλλες χώρες και σε άλλους κλάδους. Η διακήρυξη της Μπολόνια προέβλεπε από τότε τους κύκλους σπουδών, τις πιστωτικές μονάδες και το Συμπλήρωμα Διπλώματος. Σήμερα στην ίδια κατεύθυνση κινείται το Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων, όπου όμως εκφράζεται και η ανησυχία των αστών να διασφαλίσουν ένα ελάχιστο επίπεδο «ποιότητας» της παρεχόμενης εκπαίδευσης, πολύ περισσότερο που η απελευθέρωση και στην αγορά των εκπαιδευτικών προϊόντων έχει σαν επακόλουθο μια πληθώρα προγραμμάτων και κύκλων μάθησης -και μέσω ίντερνετ- από διάφορους ιδιωτικούς φορείς. Για τους καπιταλιστές «ποιότητα στην ανώτατη εκπαίδευση» σημαίνει τη διασφάλιση των όρων εκείνων, ώστε οι απόφοιτοι να έχουν ένα ελάχιστο επίπεδο θεωρητικών γνώσεων που να τους εξασφαλίζει την ανταπόκριση στις απαιτήσεις της αγοράς. Να έχουν αποκτήσει πρακτική πείρα (κι αυτό χωρίς να πληρώνεται η ιδιότυπη αυτή «μαθητεία»), να έχουν εξασκηθεί στη γρήγορη και «ανταγωνιστική» παραγωγή φρέσκων ιδεών (καινοτομίας) για τα αφεντικά τους, έχοντας ενσωματωθεί στο κλίμα ότι όλα τα παραπάνω γίνονται «για το καλό της επιχείρησης, που είναι και δικό μου καλό»...

Επιβάλλουν επιχειρηματικότητα και κινητικότητα


Τελικά, οι ίδιες οι εξελίξεις στο επίπεδο της οικονομίας και κυρίως η εκδήλωση της οικονομικής κρίσης, όξυναν τις διαφοροποιήσεις των εθνικών εκπαιδευτικών συστημάτων. Αποτέλεσμα αυτού ήταν και η μερική αναθεώρηση πλευρών της Μπολόνια, το ξεπέρασμα άλλων, εισάγοντας μια νέα «ατζέντα» εκπαίδευσης στην «Ευρώπη 2020», όπου κομβικό ρόλο παίζει η κινητικότητα. Εδώ εντάσσεται και το αστικής κοπής «τρίπτυχο της Γνώσης-Καινοτομίας-Επιχειρηματικότητας», με έμφαση πλέον στο κομμάτι της εφαρμοσμένης έρευνας που καταλήγει στην κατοχύρωση πατέντας, έχοντας έτσι άμεσα ανταποδοτική αξία για τις μεγάλες επιχειρήσεις.

Η επιχειρηματικότητα λοιπόν γίνεται ο κεντρικός άξονας όχι μόνο μέσω της ιδιωτικο-οικονομικής λειτουργίας των ΑΕΙ (που εντείνεται), αλλά και ως περιεχόμενο σπουδών. Νέα μαθήματα επιχειρηματικότητας εισάγονται σε όλα τα Τμήματα, ακόμα και στις ανθρωπιστικές σπουδές, την ίδια στιγμή που πετιούνται από τα προγράμματα σπουδών βασικά μαθήματα, γιατί δεν υπάρχουν καθηγητές να τα διδάξουν. Συντάσσονται νέοι οργανισμοί, νέες δομές για τα Πανεπιστήμια και ΤΕΙ, που υποστηρίζουν καλύτερα, οργανώνουν και επιβλέπουν την επιχειρηματική λειτουργία των Ιδρυμάτων. Αυτήν την κατάσταση την έχουν προετοιμάσει και την υπερασπίζονται και σήμερα καθηγητές διαπλεκόμενοι με επιχειρηματικά συμφέροντα, καθηγητές που ζητούν ένα «πανεπιστήμιο-πρότυπο», «άριστο», χωρίς ενδοιασμούς όταν πρόκειται για τα κελεύσματα των επιχειρηματιών. Ενα Πανεπιστήμιο χωρίς παρατάξεις (όπως λέει και η ΔΑΠ), με τους φοιτητές χειροκροτητές της εφαρμοζόμενης αντιδραστικής πολιτικής.

Αυτήν την πιεστική κατάσταση στις σπουδές βαραίνει ακόμα περισσότερο το μέλλον της ανεργίας που περιμένει το σπουδαστή. Η καπιταλιστική κρίση σφράγισε όποια μικρή τρύπα είχε αφήσει ανοιχτή η καπιταλιστική ανάπτυξη. Η μεγάλη ανεργία στις νέες ηλικίες έχει ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά και στους αποφοίτους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Πλέον η έννοια του «πτυχίου με αξία», που ιδιαίτερα για κάποιες Σχολές στο παρελθόν ανταποκρινόταν σε μια πραγματικότητα στην άσκηση του επαγγέλματος, ξεθωριάζει με την ισοπέδωση προς τα κάτω των εργασιακών δικαιωμάτων σε όλους τους κλάδους.

Σε αρκετούς σπουδαστές η διέξοδος του εξωτερικού μπορεί να φαίνεται και μονόδρομος. Ο νέος σήμερα φεύγει αναζητώντας εργασιακή διέξοδο, πάει σε ερευνητικά προγράμματα, με ώθηση βέβαια την αγάπη στην επιστήμη του, αλλά παράλληλα και ως μια προσωρινή εργασιακή αποκατάσταση, με μισθούς λίγο καλύτερους από ό,τι στη χώρα μας. Φεύγει με μεγάλη αβεβαιότητα, δεν ξέρει τι θα συναντήσει και αν θα τα βγάλει πέρα. Εξάλλου, οι μισθοί στα ερευνητικά είναι πλέον σε όλες τις χώρες της ΕΕ πολύ χαμηλότεροι από παλιά, με ιδιαίτερα υψηλό κόστος ζωής. Επιπλέον και οι ψυχολογικοί παράγοντες είναι πολύ επιβαρυντικοί και αυτό δεν είναι για να το υποτιμάμε καθόλου. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των ερευνητών, η ατομική λύση και επιβίωση στο χώρο της έρευνας, είναι φαινόμενα ιδιαίτερα οξυμένα, που απαιτούν «γερά κότσια» και ψυχολογικές αντοχές για να ανταπεξέλθει ο νέος. Στο εξωτερικό, η έρευνα είναι πιο σφιχτά δεμένη με τις επιχειρήσεις - χορηγούς. Ο επιχειρηματίας που χορηγεί τον ερευνητή, έχοντας μάλιστα απευθείας προσωπική σχέση μαζί του και όχι μέσω καθηγητών, θα πει: «ή θα ερευνήσεις και θα παράγεις αποτελέσματα που με συμφέρουν, ή αν δε με συμφέρουν, τόσο το χειρότερο για την έρευνά σου»... Αυτά έρχονται βέβαια πιο ολοκληρωμένα και στη χώρα μας, με το νέο νομοσχέδιο για την έρευνα. Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα που νέοι απόφοιτοι ξεκίνησαν για ερευνητική δουλειά σε άλλες χώρες και γύρισαν πίσω (έχοντας καταθέσει πολύ προσωπικό κόπο και ώρες δουλειάς) «άπραγοι», γιατί η επιχείρηση έκλεισε τη στρόφιγγα της χρηματοδότησης.

Οι αιτίες της κατάστασης και η στάση των άλλων δυνάμεων

Αυτή είναι η κατάσταση. Ωστόσο για εμάς τους κομμουνιστές είναι σαφές ότι δεν αρκεί μια απλή περιγραφή της, ούτε παίρνει φυσικά από φτιασιδώματα. Ούτε, από την άλλη, ξεμπερδεύουμε με μια στεγνή επίκληση του τύπου «μείνε στη χώρα σου και πάλεψε εδώ». Πιστεύουμε ότι είναι θεμελιακό για τον επιστήμονα και για τον τρόπο που αυτός κατανοεί και μεταχειρίζεται και τα επιστημονικά του εργαλεία, να αντιληφθεί κατ' αρχήν, με εξίσου επιστημονικό τρόπο, τις αιτίες που διαμορφώνουν αυτήν την πραγματικότητα. Η ανεργία, η υποβάθμιση των σπουδών και της έρευνας, η ανασφάλεια και περιπλάνηση των νέων επιστημόνων είναι ζωντανά αποτελέσματα του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος που έχει φάει τα ψωμιά του και έρχεται ολοένα αντιμέτωπο με τη σήψη του.

Το πώς στέκονται οι άλλες δυνάμεις στο ζωτικό αυτό θέμα που λέει το ΚΚΕ «με τα μονοπώλια ή με το λαό», προσδιορίζει τη στάση τους και στα επιμέρους. Για παράδειγμα, τα κόμματα της συγκυβέρνησης χρόνια τώρα διαφημίζουν το λεγόμενο «ευρωδιαβατήριο» των ερευνητών, την κινητικότητά τους, που συνοδεύεται με επιδείνωση των εργασιακών δικαιωμάτων των ερευνητών στη χώρα μας και παντού. Εχουν θεσμοθετήσει τη δουλειά με το μπλοκάκι, την ανασφάλιστη εργασία των ερευνητών, έχουν εφεύρει όρους όπως του «πανεπιστημιακού υπότροφου», για να εξασφαλίσουν τζάμπα διδακτικό προσωπικό στα πανεπιστήμια. Το αποκαλούμενο «πρωτογενές πλεόνασμα» για το οποίο καυχιόνται, δεν θα βελτιώσει την κατάσταση των εργαστηρίων, τις τραγικές ελλείψεις των υποδομών, δεν θα βρει δουλειά σε κανέναν απόφοιτο, σε κανένα νέο επιστήμονα και ερευνητή.

Ο ΣΥΡΙΖΑ πρόσφατα δια στόματος του πανεπιστημιακού και βουλευτή, Γ. Σταθάκη, δήλωσε ότι συμφωνεί με την πρόταση Στυλιανίδη για «μεικτό πανεπιστήμιο» (ολίγον δημόσιο, ολίγον ιδιωτικό), εκφράζοντας την ανησυχία του ότι αυτό μπορεί να έχει επιπτώσεις στην έρευνα. Με τη δήλωση αυτή διατρανώνονται για άλλη μια φορά οι αυταπάτες που σπέρνουν δυνάμεις της διαχείρισης όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, ότι μπορεί η ιδιωτική πρωτοβουλία απλά να χρηματοδοτεί, με δήθεν αγνά και άσπιλα κριτήρια, για το καλό της επιστήμης... Οτι είναι ποτέ δυνατόν τα κοράκια των μεγαλοεπιχειρηματιών να μην απλώσουν νύχια σε αποτελέσματα ερευνητικής δουλειάς, να μην καθορίσουν τελικά τα επιστημονικά αποτελέσματα (που κι αυτά δεν είναι αταξικά), τη δημοσιοποίηση κάποιων, την απόκρυψη ή και αλλοίωση άλλων «κατά τα καλά και συμφέροντα»...

Αλλά και δυνάμεις όπως τα ΕΑΑΚ, η παράταξη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στα ΑΕΙ, στην πράξη έχουν θέσεις κυβερνητικής διαχείρισης της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Από αυτές τους τις θέσεις για την οικονομία και την πολιτική λύση που προτείνουν, λύση εντός των ορίων του συστήματος, απορρέουν και οι θέσεις τους για τα Πανεπιστήμια και την έρευνα. Η τυχοδιωκτική λογική τους τούς παρασέρνει πότε να μιλούν για ισχυρά πτυχία ως δήθεν λύση για την ανεργία, πότε να ζητούν μειώσεις μαθημάτων για να τελειώνουν οι φοιτητές πιο γρήγορα τις σπουδές. Και οι δύο προτάσεις τελικά είναι προτάσεις ενσωμάτωσης, καταλήγουν να αντιγράφουν πλευρές ακόμα και της κυρίαρχης πολιτικής στο χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Αλλωστε η ανεργία δε λύνεται ακόμα και με τα πιο «βαρβάτα» πτυχία (δείτε σήμερα γιατρούς, δικηγόρους, μηχανικούς, τους παλιούς «καλύτερους του χωριού...») και η κρίση έχει έρθει να το επιβεβαιώσει πανηγυρικά. Αλλωστε, ο περιορισμός των σπουδών σε κύκλο λιγότερων μαθημάτων είναι κατεύθυνση της Μπολόνια ακόμα, με στόχο τη διαβάθμιση των πτυχίων, των αποφοίτων, με ακόμα μεγαλύτερη συμπίεση των μισθών των αυριανών εργαζομένων.

Ποια είναι η λύση

Οι σπουδαστές θα έπρεπε να έχουν τη δίκαιη απαίτηση να δουλέψουν πάνω στο αντικείμενο που σπούδασαν, στη χώρα τους. Να μην επικρατήσει η μοιρολατρία, η μείωση των απαιτήσεων. Αρα για το νέο επιστήμονα σωστά, κατά τη γνώμη μας, πρέπει να υπάρχει η απαίτηση να εργαστεί και να προσφέρει πάνω στην επιστήμη του. Πόσο μάλλον που στον 21ο αιώνα, η ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας είναι τέτοια, αλλά και οι δυνατότητες της χώρας μας μεγάλες, ώστε μπορούν να απορροφηθούν, με τις προϋποθέσεις μιας φιλολαϊκής εξουσίας, όλοι οι επιστήμονες, οι νέοι με τις φρέσκες ιδέες τους, οι παλιότεροι με την εμπειρία τους...

Γι' αυτό πρέπει και ο σπουδαστής να ψηφίσει ΚΚΕ στις Ευρωεκλογές, στις τοπικές εκλογές. Γι' αυτό να στηρίξει τα ψηφοδέλτια της «Πανσπουδαστικής» στους φοιτητικούς συλλόγους. Εχοντας υπόψη και το εξής: Η κοινωνική ιστορία δεν προχωρά μπροστά μόνο με αμφισβήτηση, με την επιστημονική ορολογία. Οι καθηγητές στα αμφιθέατρα μπορεί να λένε (και είναι ένα θέμα αν το λένε κι αυτό) να αμφισβητεί ο σπουδαστής ένα πειραματικό αποτέλεσμα, μια θεωρία, ότι αυτός είναι ο σπόρος της επιστήμης. Στην κοινωνική ιστορία όμως απαιτείται και σύγκρουση, αντεπίθεση. Απαιτείται πρόταση εξουσίας με ξεκάθαρο πρόσημο, όχι ήξεις αφήξεις. Το πρόσημο αυτό δεν μπορεί να είναι άλλο από τις λαϊκές ανάγκες, σε ρήξη με τα μονοπώλια και την εξουσία τους.


Της
Κέλλυς ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ*
*Η Κέλλυ Παπαϊωάννου είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ