Τετάρτη 30 Μάρτη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κλασικό και σύγχρονο δράμα
«Βόιτσεκ» στο «Θέατρο Νέου Κόσμου»

«Βόιτσεκ» στο «Θέατρο του Νέου Κόσμου»
«Βόιτσεκ» στο «Θέατρο του Νέου Κόσμου»
Ο «Βόιτσεκ» του ιδιοφυούς ποιητή, δραματουργού, επαναστάτη, αδικοχαμένου λόγω των διώξεών του από τη μοναρχία και τους καταπιεστικούς μηχανισμούς τους, Γκέοργκ Μπίχνερ (1813-1834) θα ελκύει τους ανθρώπους του θεάτρου όσο θα υπάρχει εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, όσο ο λαϊκός άνθρωπος, μένοντας «δειλός, μοιραίος κι άβουλος αντάμα» μέσα στον περιθωριακό «κλωβό» όπου τον ρίχνουν οι εκμεταλλευτές του θα συνθλίβεται από αυτούς. Το έργο (πολυπαιγμένο στο παρελθόν, έχει απασχολήσει τη στήλη) παρουσιάζεται στο «Θέατρο του Νέου Κόσμου», σε ρέουσα μετάφραση της Κοραλίας Σωτηριάδου, σκηνικό Αντώνη Δαγκλίδη, κοστούμια Κλαίρης Μπρέισγουελ, μουσική Γιώργου Χριστιανάκη, μετάφραση των τραγουδιών από την Τζένη Μαστοράκη (περιλαμβάνεται κι ένα τραγούδι του Γιάννη Αγγελάκα) και σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου. Ο Β. Θεοδωρόπουλος, πιστεύοντας και αναδεικνύοντας τη διαχρονικότητα και επικαιρότητα του έργου, τοποθέτησε τη δράση του μέσα σε ένα πανύψηλο, τρίπλευρο μεταλλικό κλωβό - σύμβολο των σύγχρονων καγκελόφρακτων σωφρονιστηρίων (φυλακές, στρατόπεδα, ψυχιατρεία). Επέλεξε οι δυστυχισμένοι «έγκλειστοι» - όπως ο Βόιτσεκ, η Μαρία, ο Αντρέας - να φορούν μια πορτοκαλί φόρμα, που θυμίζει εργατική, αλλά και τη φόρμα των κρατουμένων στο Γκουαντάναμο, ενώ τα κοστούμια των ρόλων - εκπροσώπων της εξουσίας (λοχαγός, υπαξιωματικός, αρχιτυμπανιστής), της εξουσιαστικής επιστήμης (γιατρός) και της παραλογισμένης κοινωνίας να συνθέτουν το «θέατρο» της τερατογενούς και ανθρωποβόρας σύγχρονης κοινωνικής «ζούγκλας». Ενώ, όμως, οι σκηνογραφικοί και ενδυματολογικοί συμβολισμοί ως σύλληψη ήταν εύστοχοι, σκηνικά δε λειτούργησαν. Αρκετά κοστούμια - κυρίως τα «τσιρκολάνικα» - καθιστούν δυσνόητο το έργο σ' όποιο θεατή το πρωτοβλέπει, ενώ το ανέβα - κατέβα, μπες - βγες των ηθοποιών πάνω στον κλωβό, διασπά χωρο-χρονικά τη δράση, αλλά και την ερμηνεία των καλών ηθοποιών του θιάσου, αν δεν την ξεστρατίζουν κιόλας (λ.χ. στο ρόλο του γιατρού), οι οποίοι για το μεγάλο μόχθο τους αξίζουν αναφοράς (με σειρά εμφάνισης): Μανώλης Μαυρομματάκης, Θανάσης Χαλκιάς, Ταμίλλα Κουλίεβα, Κόρα Καρβούνη, Παντελής Δεντάκης, Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος, Παναγιώτης Λάρκου, Γιώργος Γάλλος, Γεράσιμος Γεννατάς.

«Honour» στο θέατρο «Αλμα»

«Σόλνες» στο Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας»
«Σόλνες» στο Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας»
Στο νεόκτιστο, πανέμορφο θέατρο «Αλμα» στέγασε τα θεατρικά όνειρά της η Κατερίνα Μαραγκού. Σεμνή, σοβαρή, καλλιεργημένη, αληθινά ευαίσθητη ηθοποιός η Κ. Μαραγκού, εγκαινίασε το θέατρο με το έργο της Αυστραλής Τζοάνα Μάρεϊ - Σμιθ «Honour», σε εξαιρετική - άμεσης, ζωντανής, καθημερινής, με αίσθηση του χιούμορ γλώσσας - μετάφραση του Ερρίκου Μπελιέ, με καλαίσθητο, ευρηματικά λειτουργικό παρά την απλότητά του, σκηνικό του Γιώργου Ασημακόπουλου, με σύγχρονα κοστούμια (επιμέλεια Βασιλεία Παρασκευά) και με απέριττα, ποιητικής διάθεσης ρεαλιστική και με αίσθηση του χιούμορ σκηνοθεσία της Αθανασίας Καραγιαννοπούλου. Σκηνοθεσία που αναδεικνύει την καλομαστορεμένη δομή, το μελαγχολικό χιούμορ του που «διασκεδάζει» ένα οικογενειακό δράμα και αποφορτίζει τις συγκρουσιακές σχέσεις των καλά σχεδιασμένων και ψυχογραφημένων χαρακτήρων του έργου. Η συγγραφέας, μέσα από τέσσερις ανθρώπους, τέσσερις ανθρώπινες «οπτικές», διηγείται τα συναισθηματικά προβλήματα και τις συνέπειες του χωρισμού ενός μεσήλικου ζεύγους συγγραφέων, που έχουν μια έφηβη κόρη, μετά από μακρόχρονη, με αγάπη και αλληλοκατανόηση, συμβίωση, λόγω της «εισβολής» μιας νεαρής στη ζωή του συζύγου. Σκόπιμα η συγγραφέας επέλεξε να μιλήσει για τη φθορά των σχέσεων και το χωρισμό στο χώρο της διανόησης, ακριβώς γιατί σ' αυτόν ο χωρισμός, παρά τον «πολιτισμό» του, έχει πιο περίπλοκα υπαρξιακά αίτια και προβλήματα. Η Ονορ υπέταξε το συγγραφικό ταλέντο προς χάρη του συγγραφέα συζύγου της και του παιδιού τους. Ο σύζυγος, «χορτάτος» φήμη, αλλά και «κουρασμένος» συγγραφικά και ερωτικά, αποζητά την «ανανέωση» στην παρορμητική, φιλόδοξη φοιτήτρια Λογοτεχνίας - ερωμένη του. Εκείνη τον χρησιμοποιεί για να μάθει τα «μυστικά» της συγγραφικής επιτυχίας, ξέροντας το προδικασμένο τέλος αυτής της σχέσης. Η κόρη, οργισμένη από την ενέργεια του πατέρα, απορώντας με την αποδοχή του χωρισμού από τη μητέρα, συναντά τη νεαρή αντίζηλο, μήπως και κατανοήσει τα αίτια του χωρισμού, τη «γέννηση» και το «θάνατο» του έρωτα. Η ζωή μπορεί να συνεχίζεται για όλους, αλλά και οι «πληγές» τους μένουν. Η άκρως ατμοσφαιρική παράσταση προσφέρει τέσσερις πολύ καλές, καλοδουλεμένης λεπτομέρειας, ερμηνείες. Η Κ. Μαραγκού, με φυσικότητα, θέρμη, λεπτό ειρωνικό χιούμορ, λεπτές δραματικές αποχρώσεις ερμηνεύει την πληγωμένη, αλλά αξιοπρεπή και αποφασισμένη να ζήσει Ονορ. Από την ερμηνεία του Μηνά Χατζησάββα αναδύεται η «έπαρση» του επιτυχημένου, η ερωτική «δίψα», η αστοχασιά του συζύγου. Η λάμπουσα σκηνικά και υποκριτικά Εβίτα Ζημάλη επιβεβαιώνει τις μεγάλες υποκριτικές δυνατότητές της. Εκπληξη, πολλά υποσχόμενη, είναι η γεμάτη αμεσότητα, εκφραστικότητα, «νεύρο» ερμηνεία της πρωτοεμφανιζόμενης Δανάης Σκιάδη, που πλάθει ένα «οργισμένο» κορίτσι της εποχής μας.

«Σόλνες» στο «Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας»

«Honour» στο θέατρο «Αλμα»
«Honour» στο θέατρο «Αλμα»
Φημισμένος, ερωτευμένος στα γεράματά του πλατωνικά με μια νεαρή θαυμάστριά του, ποθώντας, όπως όλα τα αληθινά μεγάλα και γι' αυτό πάντα «ανικανοποίητα» πνεύματα, ένα νέο, αλματικό δημιουργικό «επίτευγμα», αντιμέτωπος με το αναπόφευκτο του θανάτου, ο Ιψεν έγραψε το 1892 το προτελευταίο έργο του, «Σόλνες». Ο Ιψεν, «αυτοδίδακτος», σπουδαίος «αρχιμάστορας» του ρεαλιστικού θεάτρου, μεταγγίζει δικές του σκέψεις, συναισθήματα, πόθους και αγωνίες στον ήρωά του. Τον φιλόδοξο, αυτοδίδακτο αρχιμάστορα, «οικοδόμο» Σόλνες, ο οποίος χρωστά τη φήμη του γιατί στα νιάτα και στην ακμή του, χτίζοντας εκκλησιές, δημόσια και ιδιωτικά κτίρια, τόλμησε και υλοποίησε, ριψοκινδυνεύοντας, χωρίς αναστολές, με σκληρότητα απέναντι στους συνεργάτες του, ακόμα και με τη «θυσία» του πατρικού σπιτιού της συζύγου του και το θάνατο του μωρού τους, το καινούριο και ακατόρθωτο μέχρι τότε. Μεσήλικας πια, σίγουρος και επηρμένος για την αξία του, συνειδητοποιώντας τη θνητότητά του, ψυχολογικά φοβούμενος το «χάσμα» των γενεών και τον «ανταγωνισμό» του νεαρού συνεργάτη - διαδόχου του, συναισθηματικά ανικανοποίητος, αλλά και ποθώντας να βρεθεί σε μια νέα, υψηλότερη δημιουργική «κορυφή», θα οδηγηθεί σ' αυτή από την απρόσμενη εμφάνιση μιας νεαρής, που όταν ήταν παιδούλα «μαγεύτηκε» από μια πανύψηλη εκκλησιά που εκείνος έφτιαξε, τάζοντάς της ότι, όταν ενηλικιωθεί, θα χτίσει για χάρη της ένα κτίσμα ως τον ουρανό. Η νεαρή γίνεται «μοίρα» του. Αυτή εμψυχώνει το «άλμα» του σε μια ψηλότερη «κορυφή» και βέβαια την πτώση του. Το έργο μεταφρασμένο και σκηνοθετημένο, από τον Λευτέρη Γιοβανίδη, με ουσιαστική σύγχρονη «ματιά», αλλά και με σεβαστικό μέτρο απέναντι στην αλήθεια, την ψυχογραφική δύναμη, στη διαχρονικότητα των ανθρωπολογικών και κοινωνιολογικών συμβολισμών του ιψενικού δράματος, συνέθεσε μια πραγματικά πολύ ενδιαφέρουσα παράσταση, από τις πιο σημαντικές του χειμώνα. Δημιουργικοί συντελεστές του ελκυστικού και αισθητικά σκηνικού αποτελέσματος είναι το ευρηματικό, καλόγουστα μοντερνιστικό, στροβιλιζόμενο σκηνικό και οι φωτισμοί (Πάβελ Ντομπρζίσκι). Τα καλαίσθητα σύγχρονα κοστούμια (Κατερίνα Παπανικολάου). Η εκφραστική κινησιολογία (Βίκυ Παναγιωτάκη), η ανησυχαστική μουσική (Μπολεσλάβ Ράβσκι) και βέβαια οι ηθοποιοί. Ο Γιώργος Κιμούλης, σε μια από τις καλύτερες ερμηνείες του τα τελευταία χρόνια, «ανατομεί» σε βάθος, με αμεσότητα, φυσικότητα, ποικίλες διακυμάνσεις, την εγωπάθεια, αλλά και την ψυχολογική και πνευματική αγωνία κάθε ξεχωριστού, αλλά στα πρόθυρα του τέλους, ανθρώπου - δημιουργού. Αλήθεια, απλότητα και ανθρώπινη θέρμη μεταδίδουν οι ερμηνείες των πολύπειρων ηθοποιών Θόδωρου Εξαρχου, Τιτίκας Βλαχοπούλου και Γιώργου Γεωγλερή. Γόνιμες είναι και οι ερμηνείες των νέων ηθοποιών Σταυριάνας Πανδή, Μυρτώς Ρήγου και Γιώργου Χατζηγεωργίου.


ΘΥΜΕΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ