Σ' αυτές τις μαζικότατες Γενικές Συνελεύσεις καταγράφηκε από την πρώτη στιγμή και η διάθεση των φοιτητών να απαντήσουν δυναμικά στα σχέδια της κυβέρνησης της ΝΔ, αλλά και στο ΠΑΣΟΚ, που έχει συμφωνήσει πλήρως στην ιδιωτικοποίηση και την ίδια πολιτική ασκούσε όταν ήταν στην κυβέρνηση. Καταγράφηκε, δηλαδή, η απόφασή τους να βάλουν φραγμό στα μέτρα που θα υποβαθμίσουν ακόμα περισσότερο τους όρους σπουδών, τους όρους εργασίας και ζωής τους. Είναι εντελώς λαθεμένες και εκ του πονηρού οι αντιλήψεις που έντεχνα πλασάρονται από μερίδα των μέσων ενημέρωσης και από κυβερνητικούς εντεταλμένους, ότι δήθεν «οι κινητοποιήσεις δεν αποφασίζονται από τους φοιτητές αλλά από κάποιες παρατάξεις», ότι δήθεν «οι φοιτητές πρέπει να βάλουν στην άκρη τα κόμματα» ή ότι «ο λόγος των φοιτητών που δεν ανήκουν σε κάποια παράταξη δεν ακούγεται».
Η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος, της μη αναγνώρισης, δηλαδή, των αποφάσεων των φοιτητών, είναι η προσπάθεια αξιοποίησής τους για τα παραταξιακά τους συμφέροντα από τις δυνάμεις της «Ενιαίας Ανεξάρτητης Αριστερής Κίνησης» (ΕΑΑΚ), του ΣΥΝ, ή άλλα μικρότερα αριστερίστικα γκρουπ. Πώς λειτουργεί αυτό το σχήμα; Οι φοιτητές υπερψηφίζουν ένα συγκεκριμένο πλαίσιο πάλης, για την υλοποίηση του οποίου λειτουργεί καθημερινά σε κάθε σχολή μια Συντονιστική Επιτροπή, όπου μπορεί να συμμετέχει ο κάθε φοιτητής. Η Συντονιστική Επιτροπή νομιμοποιείται να συζητά, να υλοποιεί και να οργανώνει την απόφαση της Συνέλευσης. Για παράδειγμα, αν η Γενική Συνέλευση των φοιτητών δεν έχει συζητήσει και αποφασίσει να συναντηθεί ο σύλλογος με τον υφυπουργό Παιδείας, με τη ΓΣΕΕ ή με τον πάπα της Ρώμης, καμιά «συντονιστική» και κανένα «διασυντονιστικό» - σε τελική ανάλυση κανένας εκπρόσωπος παράταξης που φοράει αυτή την ταμπέλα - δεν μπορεί να κάνει στο όνομα των φοιτητών τέτοιες διαβουλεύσεις και συναλλαγές. Δεν είναι τυχαίο ότι τις προηγούμενες βδομάδες, οι προαναφερόμενες δυνάμεις προχωρούν, στο όνομα των φοιτητών, σε κινήσεις που δεν έχουν αποφασιστεί στις Γενικές Συνελεύσεις και δεν κινούνται στο πνεύμα των αποφάσεων των συνελεύσεων, αλλά εξυπηρετούν συγκεκριμένα κομματικά συμφέροντα και πάντως όχι αυτά των φοιτητών-σπουδαστών, οι οποίοι άλλα έχουν αποφασίσει.
Από τα πλέον χαρακτηριστικά τέτοια δείγματα είναι η προσπάθεια που έκαναν την προηγούμενη βδομάδα στα ΤΕΙ, όπου ΕΑΑΚ και «αναρχικοί» καλούσαν τους σπουδαστές να συνεδριάσουν όλοι μαζί βαφτίζοντας αυτή τη μάζωξη «πανΤΕΙκή» συνέλευση, για να χτυπηθούν οι αποφάσεις των συλλόγων.
Από τα παραπάνω αναδεικνύεται περίτρανα η ανάγκη επαγρύπνησης του κινήματος, για να μπορεί να αποκρούει όχι μόνο τους κυβερνητικούς ελιγμούς και τις απάτες περί «διαλόγου», αλλά και την έντεχνη διαστρέβλωση των ίδιων των δικών του αποφάσεων, των δικών του αιτημάτων.
Και εδώ, το ζήτημα του αντικομμουνισμού, όταν εμφανίζεται, πρέπει να «χτυπάει καμπανάκι» για το κίνημα. Η ιστορική πείρα έχει δείξει ότι εργατικό, λαϊκό και νεολαιίστικο κίνημα μαζί με αντικομμουνισμό δεν μπορεί να υπάρξει. Ο αντικομμουνισμός, όταν εμφανίζεται, είτε από την ΕΚΟΦ, είτε από τη ΔΑΠ σήμερα, είτε από την ΠΑΣΠ, τους «αριστεριστές» ή τους «αναρχικούς», ένα στόχο έχει: Να σβήσει από την πάλη του κινήματος την προοπτική της διεξόδου, να το «καλουπώσει» στο σύστημα, στη λογική της διαχείρισης, του συμβιβασμού, να αποτρέψει κάθε επαναστατική προοπτική.
Οι κινητοποιήσεις στην ανώτατη εκπαίδευση μπορεί και πρέπει να μελετηθούν και από αυτή τη σκοπιά, ακριβώς γιατί αναδεικνύουν για άλλη μια φορά την ανάγκη αναζωογόνησης του φοιτητικού κινήματος, που μπορεί να έρθει μόνο μέσα από την αλλαγή των συσχετισμών.
Αναδεικνύεται περίτρανα η ανάγκη να πάρει ο αγώνας παλλαϊκό χαρακτήρα, να βαθύνουν τα πολιτικά του χαρακτηριστικά, να αναπτυχθεί παραπέρα. Ακριβώς γιατί μέσα από την ανάπτυξη του αγώνα και από τη σύνδεσή του με το εργατικό λαϊκό κίνημα, μέσα από τη διεύρυνση των αιτημάτων του στη βάση των σύγχρονων αναγκών του λαού και της νεολαίας, όλο και περισσότερο θα ξεμπροστιάζονται και θα απομονώνονται οι κάθε λογής «εργολάβοι» του κινήματος, θα φανερώνεται ότι οι στόχοι τους κινούνται εντός των ορίων διαχείρισης της κυρίαρχης πολιτικής και τα «μαγαζάκια» τους ουσιαστικά λειτουργούν ως ανάχωμα της επαναστατικής δράσης του λαϊκού και νεολαιίστικου κινήματος.