Κυριακή 6 Μάρτη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΠΑΙΔΕΙΑ
Η αξιολόγηση των πανεπιστημίων στην πράξη

Δύο ψευδοδιλήμματα θέτουν οι κρυφοί και φανεροί υποστηρικτές της θέσπισης συστήματος αξιολόγησης για την Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΕ). Το πρώτο ερώτημα είναι αν η αξιολόγηση είναι γενικά καλή ή κακή για την Εκπαίδευση και το δεύτερο αν θα είναι ακαδημαϊκή ή όχι. Αν η απάντηση είναι θετική στο πρώτο και εξασφαλίζεται η ακαδημαϊκότητα της αξιολόγησης μπορούν να προσέλθουν οι φορείς της Εκπαίδευσης στο διάλογο και με τις προτάσεις τους θα βελτιώσουν το προτεινόμενο από την κυβέρνηση σύστημα αξιολόγησης. Ω, τι μεγαλείο υποκρισίας και καιροσκοπισμού!

Η αξιολόγηση δεν είναι και ούτε μπορούσε να είναι ουδέτερη. Αν κάποιος διαβάσει τα κείμενα της Ενωσης των Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων (EUA) θα διαπιστώσει εύκολα ότι η αξιολόγηση είναι από τα σημαντικότερα μέτρα βίαιης αναδιάρθρωσης των πανεπιστημίων και ΑΤΕΙ προς την ευελιξία, τον ανταγωνισμό, την κατηγοριοποίηση, την ιδιωτικοποίηση και την επιχειρηματικότητα. Η αξιολόγηση είναι το κορυφαίο από τα μέτρα της διακήρυξης της Μπολόνια και το εργαλείο επιβολής των αναδιαρθρώσεων. Η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τη μαζική και χαμηλού κόστους κατάρτιση εργατικού δυναμικού Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης είχε προβλεφτεί από τη Λευκή Βίβλο, που γράφει: «...είτε διατηρείται το επίπεδο των πτυχίων, και στην περίπτωση αυτή ο αριθμός των νέων χωρίς πτυχία αυξάνεται, είτε διευρύνεται πολύ ο αριθμός των πτυχίων ή ο αριθμός των νέων που επωφελούνται από αυτό, και τίθενται αναπόφευκτα ερωτηματικά ως προς την ποιότητα των πτυχίων». Είναι προφανές ότι επιλέχθηκε η δεύτερη λύση για όσους δεν έχουν να πληρώσουν ακριβή Εκπαίδευση. Επειδή η Παιδεία είναι στη δικαιοδοσία του κράτους - μέλους, οι ιθύνοντες της ΕΕ εφεύραν τη διαδικασία της Μπολόνια. Οταν η ίδια η ΕΕ θέτει θέμα συστηματικής υποβάθμισης της ΑΕ, τότε αποκαλύπτεται το αβάσιμο της δήλωσης της κ. υπουργού ότι τα ελληνικά πανεπιστήμια έχουν μείνει πίσω από τα ευρωπαϊκά, γιατί δεν έχουμε σύστημα αξιολόγησης. Ομως δε θα περιοριστούμε στα κείμενα. Από την εφαρμογή της αξιολόγησης στην πράξη θα φανούν οι στόχοι της ΕΕ και των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ.

Η αξιολόγηση πρωτοεμφανίστηκε στις ΗΠΑ και είναι σιαμαίο αδερφάκι με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, τα δίδακτρα στα δημόσια, και τη διαβαθμισμένη Εκπαίδευση, ώστε ο έχων και κατέχων να αγοράζει Εκπαίδευση με «σήμα ποιότητας» και ο πληβείος διαλογής. Εφόσον το πανεπιστήμιο «παράγει προϊόντα», οι «πελάτες» πρέπει να ξέρουν τι αγοράζουν. Με την αξιολόγηση το κράτος δεν αναγνωρίζει την υποχρέωσή του να εξασφαλίζει ίσα δικαιώματα στην Εκπαίδευση και όχι ίσες ευκαιρίες όπως παραπλανητικά λέγεται. Οπως έγραφε ο «Economist», τα δημόσια αγγλικά πανεπιστήμια, που είναι ψηλότερα στην κατάταξη της αξιολόγησης, ζητούν να έχουν τη δυνατότητα αύξησης των διδάκτρων ανάλογα με τη ζήτηση. Τα δίδακτρα του Imperial College φτάνουν στις 10.500 λίρες ανά έτος, όταν το γενικό ύψος των διδάκτρων που θεσμοθετήθηκε από την κυβέρνηση Μπλερ είναι 3.000 λίρες.

Η ΕΕ ασθμαίνουσα στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό υιοθετεί με καθυστέρηση το αμερικανικό μοντέλο και κατεδαφίζει τις κοινωνικές κατακτήσεις των εργαζομένων και το δικαίωμα στη δημόσια δωρεάν Εκπαίδευση. Οι διαδικασίες αρχίζουν στη δεκαετία του '90, όμως από τη Σύνοδο του Βερολίνου (9/2003) ανατίθεται στην ομάδα «E4», που αποτελείται από τα ENQA (European Network of Quality Assurance in Higher Education), EUA, ESIB (The National Unions of Students in Europe) και EURASHE (European Association of Institutions in Higher Education) - μη πανεπιστημιακά ιδρύματα α) να αναπτύξει ένα κοινά αποδεκτό σύνολο προτύπων, διαδικασιών και κατευθύνσεων για τη διασφάλιση ποιότητας, και β) να διερευνήσει τρόπους διαπίστωσης της ικανότητας των φορέων διασφάλισης και πιστοποίησης ποιότητας (ιδιωτικών ή δημόσιων) να προσφέρουν τέτοιες υπηρεσίες με αξιόπιστο και αδιάβλητο τρόπο. Αρα το ελληνικό σύστημα αξιολόγησης θα εισάγει τα κριτήρια επιχειρηματικότητας, που έχει αναπτύξει η «Ε4» και θα ελέγχεται για την τήρησή τους.

Επίσης το είδος των κριτηρίων της αξιολόγησης φαίνονται από τις εισηγήσεις των ιθυνόντων της EUA, όπως ο κ. Haug, που γράφει ότι «πρέπει να αξιολογείται η ανταπόκριση των σπουδών στον πραγματικό κόσμο... και όχι σε κάποια αφηρημένη έννοια ακαδημαϊκής γνώσης» και εννοεί να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της καπιταλιστικής αγοράς εργασίας.

Για όσους παρ' όλα αυτά καλοπροαίρετα πιστεύουν σε μια «άλλη» αξιολόγηση, με κριτήρια ακαδημαϊκά, παρατίθενται οι βασικές κατευθύνσεις, που πρότεινε η επιτροπή πρυτάνεων που ορίστηκε από την Ευρωπαϊκή Ενωση Πρυτάνεων (CRE - που μετονομάστηκε σε EUA) και αξιολόγησε το Πανεπιστήμιο Πατρών το Δεκέμβρη του 1999, και ας βγάλουν μόνοι τους τα συμπεράσματα:

  • Αυτονομία, δηλαδή αυτοχρηματοδότηση για να απαλλαγεί το κράτος από τις δαπάνες για την Παιδεία και «πλήρη κοστολόγηση». Στα απλά ελληνικά αυτό σημαίνει δίδακτρα, εξάρτηση από επιχειρηματίες και έσοδα από παροχή υπηρεσιών.
  • Αύξηση του αριθμού των εργαζομένων με μερική απασχόληση.
  • Μείωση της συμμετοχής στα ακαδημαϊκά όργανα και εφαρμογή των αρχών του μάνατζμεντ στη διοίκηση του πανεπιστημίου.
  • Εξισορρόπηση μεταξύ της ακαδημαϊκότητας και της επιχειρηματικότητας. Υπέρβαση των αντιεπιχειρηματικών θέσεων των παραδοσιακών ακαδημαϊκών και αντιμετώπιση διάφορων πολιτικών ομάδων, που εναντιώνονται στο επιχειρηματικό πνεύμα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός είδους αξιολόγησης είναι και η κατάταξη των Τμημάτων των Πανεπιστημίων και ΤΕΙ ως προς την ανταπόκριση στην αγορά εργασίας που προτείνει το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο στους υποψήφιους φοιτητές και σπουδαστές. Τα νέα Τμήματα με τους μακροσκελείς τίτλους και χωρίς αποσαφηνισμένο επιστημονικό αντικείμενο και πολλά των ΤΕΙ προτείνονται σαν πρώτης προτεραιότητας, ενώ τα Τμήματα με καθιερωμένα επιστημονικά αντικείμενα, ερευνητικό έργο και έμπειρο προσωπικό θα πρέπει να είναι τελευταία στις προτιμήσεις των υποψηφίων. Πλήρης αντιστροφή της κοινής λογικής.

Αυτού του είδους την αξιολόγηση ετοιμάζεται να θεσμοθετήσει το ΥΠΕΠΘ με τα νέα μέτρα, και τα οποία πρέπει όχι μόνο να καταγγείλουμε, αλλά να δείξουμε την αντιδραστική και αντιλαϊκή τους ουσία. Είναι καθαρό ότι με την αξιολόγηση το «δημόσιο» πανεπιστήμιο θα περάσει στην πλήρη ιδιωτικοποίηση και την υποταγή του στους νόμους της καπιταλιστικής αγοράς. Θα είναι ο Προκρούστης της επιστήμης, για να τη φέρει στα μέτρα της ανάπτυξης των παραγωγικών μέσων και θα στερήσει την πρόσβαση στον πλούτο του ανθρώπινου πολιτισμού ακόμη και στους απόφοιτους της Ανώτατης Εκπαίδευσης.

Στο κάτω - κάτω το πανεπιστήμιο είναι ανοιχτό στην κριτική της διεθνούς ερευνητικής κοινότητας και τα μέλη ΔΕΠ περνούν από διαδοχικές κρίσεις εξέλιξης με ανοιχτές διαδικασίες.

Ψεύδονται με λίγα λόγια η ΕΕ, η κυβέρνηση και οι κάθε λογής υποστηρικτές της αξιολόγησης, όταν ισχυρίζονται ότι επιδιώκουν τον εντοπισμό των προβλημάτων με σκοπό την αντιμετώπισή τους. Τα προβλήματα δεν περιμένουν τους εντεταλμένους «αξιολογητές» για να τα καταδείξουν. Βοούν, κραυγάζουν και δεν μπορούν παρά να ανησυχούν βαθιά και να τρομάζουν όλους εκείνους που ζουν από κοντά τον προελαύνοντα εκφυλισμό της Ανώτατης Εκπαίδευσης από λειτουργία κοινωνική - όπως θα έπρεπε να είναι - σε δραστηριότητα κερδοσκοπική, που σέρνεται δουλοπρεπώς πίσω από τις αξιώσεις των ιδιοκτητών της «αγοράς». Ας μη γελιόμαστε λοιπόν. Οι στόχοι της αξιολόγησης, όπως και των άλλων «αναδιαρθρώσεων» στην Ανώτατη Εκπαίδευση δεν μπορούν να αλλάξουν με κανένα «εθνικό διάλογο». Μπορούν όμως να ανατραπούν στους δρόμους, στο μέτωπο του αγώνα για μια διαφορετική Παιδεία, σε μια ανθρώπινη κοινωνία.


Ν. Α. ΑΣΠΡΑΓΚΑΘΟΣ
Καθηγητής Πανεπιστημίου Πάτρας



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ