Η Ελλάδα (γενικώς) ταξιδεύει
Ευτυχώς υπάρχει η γαλλική εκπαιδευτική, με όλες τις έννοιες της λέξης, ταινία, «Ανάμεσα στους τοίχους», του Λορέντ Καντέτ, και δεν έχουμε μια ακόμα χαμένη (κινηματογραφικά) εβδομάδα. Ενα πολυπολιτισμικό σχολείο σε μια «σκληρή γειτονιά» του Παρισιού και μέσα από αυτό το αδιέξοδο του συστήματος (εκπαιδευτικού και πολιτικού). Πολύ καλή ταινία.
Ο ελληνικός κινηματογράφος στο μεγαλύτερο μέρος του, δυστυχώς, συνεχίζει να σφυρίζει... κλέφτικα (ενώ γύρω του ο τόπος σείεται)! Οι Ελληνες δημιουργοί έπεσαν στην παγίδα που τους έστησε η πολιτεία. Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, για παράδειγμα, γύρισε μια ακόμα «προσωπική» ταινία, «Αθήνα - Κωνσταντινούπολη». (Η μια όψη του νομίσματος.) Το δίδυμο Θανάσης Παπαθανασίου - Μιχάλης Ρέππας γύρισαν μια ακόμα τηλεοπτική ταινία, «Αυστηρώς κατάλληλο». (Η άλλη όψη του νομίσματος). Αυτές οι δυο «ακραίες» ελληνικές ταινίες δείχνουν - με τον καλύτερο τρόπο - και την κρίση της ελληνικής κινηματογραφίας. Η οποία, στο μεγαλύτερο μέρος της, δείχνει να ζει σε άλλη εποχή και σε άλλο ηλιακό σύστημα.
Οι Αμερικανοί, βέβαια, το βιολί τους! Ο κόσμος πρέπει, οπωσδήποτε, να αποπροσανατολιστεί. Από τη μια, ιστορίες επιστημονικής φαντασίας: Οι «Παγιδευμένοι», του Ντ. Ντ. Καρούζο. Ενα αόρατο ρομπότ απειλεί την Αμερική! Από την άλλη, «οικογενειακές» ιστορίες: Η «Genova», του Μάικλ Γουίντερμποτομ. Χήρος μεγαλώνει δυο κόρες!
Τέλος, την εβδομάδα κλείνει το κινούμενο σχέδιο του Αντονι Λεοντίς «Ιγκόρ». Εξυπνη, θα έλεγε κανείς, ιδέα (ανατροπή των «κακών» και «καλών» των ταινιών τρόμου). Δυστυχώς, όμως, η ταινία έπεσε θύμα του εαυτού της. Δείχνει να διψάει για... αίμα!
Χαλασμός κυρίου! Ξύλο, μπουνιές, κλοτσιές, πιστολιές! Γεμάτο το πιάτο περιπετειώδη εδέσματα. Τα οποία για να τα χωνέψεις πρέπει να δαγκώσεις του κόσμου τα «Aludrox». Ενας αθώος νεαρός και μια εξίσου αθώα νεαρά «μπλέκονται στα δίχτυα μιας απίστευτης συνωμοσίας». Ο κακός της υπόθεσης είναι ένα κομπιούτερ που τρελάθηκε! Και το οποίο τρελό κομπιούτερ έχει βάλει στο μάτι τον πρόεδρο της Αμερικής. ΄Η μήπως δεν τρελάθηκε το κομπιούτερ και ξέρει τι κάνει; Μια ερώτηση έκανα!
Στο τέλος, βέβαια, όπως γίνεται σε όλες τις πρακτορικές ταινίες (χαρακτηρισμός είναι, δεν είναι υπαινιγμός), το ζευγάρι θα νικήσει και, αφού στο μεταξύ, περνώντας διά πυρός και σιδήρου, αγαπηθεί, θα παντρευτεί κιόλας! Πριν παντρευτεί, όμως, ο ...Μπους θα παρασημοφορήσει το νέο. Μεγαλεία, δηλαδή.
Τώρα στα σοβαρά. Τι κρίμα τόσος κόπος να πηγαίνει χαμένος. Η ταινία κατασκευαστικά είναι αξιοπρόσεκτη. Και σαν περιπέτεια, δεν πάει πίσω. Ομως, στηριζόμενη σε μια «απίθανη» ιστορία τα κάνει όλα ...ανυπόληπτα! Το μόνο που σου μένει φεύγοντας από την αίθουσα είναι τα τεχνικά εφέ. Αυτό, όμως, δεν είναι κινηματογράφος!
Παίζουν: Σάια ΛαΜπεφ, Ρέιτσελ Χόλομαν, Μπίλι Μπομπ Θόρντον, Ροζάριο Ντόσον.
Αμάρτησα, λοιπόν, για την ταινία μου! Ψεύτικα και φτιαχτά πράγματα. Πράγματα που δε συνάδουν ούτε καν με το δικό τους γούστο και τη δική τους αισθητική. Στο θέατρο, το δίδυμο, έκανε σοβαρότερα πράγματα. Επομένως, μιλάμε για μια ταινία «παραγγελιά». Για μια ταινία, για να εξαργυρώσουμε τη φήμη μας, όσο περνάει ακόμα η μπογιά μας. Για μια ταινία, για να τα «οικονομήσουμε όλοι»! Παραγωγοί, δημιουργοί, αιθουσάρχες. Το «Safe Sex» άνοιξε την όρεξη. Η συνταγή είναι γραμμένη στον Τσελεμεντέ. Βουρ, και τους φάγαμε! Καλά κάνετε, παιδιά μου! Η ζωή κρατάει τόσο λίγο! Μη διστάζετε!
Παίζουν: Πηνελόπη Πιτσούλη, Δημήτρης Τζουμάκης, Δήμητρα Στογιάννη, Κατερίνα Λέχου, Αννα Παναγιωτοπούλου, Αλέξανδρος Αντωνόπουλος κ.ά.
Και η τελευταία του ταινία, η οποία θα χρεωθεί, μάλλον, σε αυτές που δε θα γράψουν ιστορία, πάσχει ως προς το θέμα της. Για την ακρίβεια, στην ανάπτυξη του θέματός της. Τρία πρόσωπα, τρία διαφορετικά πρόσωπα, τα οποία οι «συγκυρίες» τα αντάμωσαν, βρίσκονται να κάνουν ένα «μακρύ» ταξίδι από την Αθήνα στην Κωνσταντινούπολη. Ενα ταξίδι που είναι μεν «μακρύ», αλλά δεν έχει «περιπέτειες» και «γνώσεις», δεν έχει «Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες», που ευχόταν για το δικό του ταξίδι ο Καβάφης. Το ταξίδι «Αθήνα - Κωνσταντινούπολη» δε θέλησε να έχει ούτε τις «εμπειρίες» (και τις εικόνες) που αναζητεί ο Βέντερς στα δικά του ταξίδια. Περιορίστηκε σε ένα ταξίδι στο «εσωτερικό» των ηρώων του. Στις αλλαγές που έγιναν μέσα τους, οι οποίες, όμως, δε δικαιολογούνται από τα πράγματα (συμβάντα).
Είναι για πέταμα η ταινία; Οχι, φυσικά. Δική μας ανάγκη είναι να δούμε τον Παναγιωτόπουλο, με την πείρα που έχει συγκεντρώσει, να χώνει βαθύτερα το νυστέρι του. Ο ίδιος, για τους δικούς του λόγους, οι οποίοι βέβαια έχουν εξήγηση, φαίνεται να ικανοποιείται με τα «ολίγα». Νιώθει πλήρης με τις «ανάλαφρες» και χωρίς κοινωνικό βάθος εικόνες του. Ακόμα και τα ζητήματα που έχουν κοινωνικές και πολιτικές αναφορές, όπως οι σκηνές με τους αγρότες που έχουν αποκλείσει τον εθνικό δρόμο, προτίμησε να τα δει με σατιρική διάθεση και σαρκαστικό χιούμορ, παρά όπως αυτά έχουν! Δε θα του πούμε εμείς τι να κάνει. Καθένας κάνει τις επιλογές του.
Οι επιλογές του καθένα, που είναι δικαίωμά του βέβαια, τον καθορίζουν. Ανάλογα με το περιεχόμενο των επιλογών του, καταγράφεται στην ιστορία και στις συνειδήσεις των συνανθρώπων του. Και, το κυριότερο, το έργο του είναι πλήρες ή λειψό! Το «Αθήνα - Κωνσταντινούπολη» δε σε χορταίνει. Ακόμα και το εικαστικό μέρος είναι μικρότερο του Παναγιωτόπουλου. Λίγες, πολύ λίγες φορές, ο Νίκος Παναγιωτόπουλος τόλμησε να πιαστεί από την αφαίρεση της ποίησης και να πετάξει, παρότι το θέμα τού επέβαλε μια τέτοια κινηματογράφηση. Η διαδρομή (εσωτερική και εξωτερική) προσφερόταν για μια ποιητική εικόνα. Μια εικόνα που θα έδινε άλλη διάσταση στα πράγματα. Ο ρεαλισμός στα χρώματα και στο φως, η «φτώχεια» στην παραγωγή, θέατρα άδεια, κλεμμένες γωνιές για να βλέπει «πολλά» η μηχανή, κλπ., «προσγείωσαν» όλο το έργο. Προσθέτοντας τώρα και την παντελή έλλειψη «αληθινών» και «ζωντανών» ανθρώπων, τόσο στην Ελλάδα όσο και κυρίως στην Πόλη, όπου τα πρόσωπα από μόνα τους διηγούνται ιστορίες, περιορίστηκε όλη η γεύση. Ωστόσο, οι πρωταγωνιστές του, μελαγχολικοί και όμορφοι, ήταν εκεί. Το «τοπίο» ήταν εκεί. Ο διευθυντής φωτογραφίας (Κωστής Γκίκας) ήταν εκεί. Ο σκηνογράφος (Διονύσης Φωτόπουλος) ήταν εκεί. Παρ' όλα αυτά, δε γέμισε η οθόνη.
Παίζουν: Λευτέρης Βογιατζής, Αλεξία Καλτσίκη, Δημήτρης Πουλικάκος.
Το σχολείο που απασχολεί την ταινία είναι ένα πολυπολιτισμικό σχολείο. Ενα φαινόμενο καινούριο για κάποιες χώρες, όπως η δική μας για παράδειγμα. Αλλά πολύ παλιό φαινόμενο για αποικιοκρατικές χώρες, όπως η Γαλλία, για παράδειγμα επίσης. Και στις δύο περιπτώσεις, πάντως, το πρόβλημα πήρε ή θα πάρει άγριες διαστάσεις. Γιατί, τίποτα δε δείχνει ότι θα σταματήσει αυτό το ποτάμι των μετακινήσεων των πληθυσμών. Αυτό το ανθρώπινο ποτάμι, που φορτωμένο την πείνα του, τις άγνοιές του, τους φόβους και τις προκαταλήψεις του, μαζί με τα άλλα εκατομμύρια προβλήματα που γεννάει και μεταφέρει, γεννάει και προσθέτει προβλήματα στο ήδη προβληματικό εκπαιδευτικό σύστημα των χωρών «υποδοχής»! Χωρών υποδοχής με χιλιάδες δικά τους ταξικά προβλήματα.
Οσο προχωρούσε η ταινία, τόσο μεγάλωνε το άγχος μου. Οι μαθητές και οι δάσκαλοι έμοιαζαν να είναι καταδικασμένοι να κάνουν κύκλους γύρω από τον εαυτό τους. Και έτσι που τίποτα δεν άλλαζε ριζικά, όλα μέσα, αλλά κυρίως έξω από το σχολείο, έμεναν αμετακίνητα, κατέληγα τραγικά πως η ανθρώπινη κοινωνία, εκτός αν αλλάξει μυαλά, που πρέπει οπωσδήποτε να αλλάξει, δεν μπορεί παρά να περιστρέφεται ατέλειωτα γύρω από τον άξονά της, προσθέτοντας καθημερινά νέα προβλήματα, νέα αδιέξοδα. Εκείνο που μεγάλωνε την απελπισία μου, είναι πως και τα ...μονοπολιτισμικά καπιταλιστικά σχολεία στα λόγια μόνο είναι μονοπολιτισμικά. Στις τάξεις όλων των καπιταλιστικών σχολείων λειτουργούν οι εσωτερικές «φυλετικές» διακρίσεις. Ανάλογα τις οικονομικές δυνατότητες της οικογένειας, ανάλογα την περιοχή, κλπ., και αφού η ζωή έξω από το σχολείο συνεχίζει να παράγει ανισότητες, το εκπαιδευτικό σύστημα δείχνει και είναι παγιδευμένο. Ερωτήματα που βασανίζουν τα κεφάλια των μαθητών είναι αδύνατο να απαντηθούν από τους δασκάλους (αν περιοριστούν στο «ωρολόγιο» πρόγραμμα). Οι απαντήσεις, λοιπόν, που ακούγονται είναι άλλα λόγια να αγαπιόμαστε!
Τι γίνεται, λοιπόν; Τι μπορεί να γίνει; Τίποτα! Οποιος πιστέψει πως το συγκεκριμένο κοινωνικό σύστημα, ο καπιταλισμός, μπορεί να αυτογιατρευτεί, σίγουρα χάνει τον καιρό του. Οπως τον έχασαν και οι δάσκαλοι του συγκεκριμένου σχολείου της ταινίας. Οι οποίοι, ενώ «έλυναν» το ένα πρόβλημα, έκοβαν το ένα κεφάλι, ένα δεύτερο πρόβλημα, ένα δεύτερο κεφάλι, ξεπηδούσε από την άλλη μεριά. Η καπιταλιστική Λερναία Υδρα υπάρχει χάρις στην ικανότητά της να γεννάει κεφάλια (προβλήματα). Πρέπει, για να γίνουμε αποτελεσματικοί, να τελειώνουμε οριστικά με τη Λερναία Υδρα. Πρέπει να τη χτυπήσουμε στην καρδιά. Εκεί που βρίσκεται το δηλητήριο της αναπαραγωγής της.
Δείτε την ταινία και αν εσείς έχετε άλλη πρόταση, εγώ είμαι στη διάθεσή σας να το συζητήσουμε. Η εικόνα που θα δείτε στο συγκεκριμένο σχολείο, χωρίς να θέλω να την κατακρίνω, είναι «μικρότερη» από την πραγματικότητα. Τα καπιταλιστικά σχολεία, ανάλογα την περιοχή, αλλά και ανάλογα και τη χώρα ...ποικίλλουν. Κανένας, πιστεύω, δε θα ισχυριστεί, πως η αναπτυγμένη Γαλλία είναι το μέτρο. Κάτω από αυτήν, τα πράγματα είναι, όπως καταλαβαίνετε, απείρως χειρότερα! Εμείς, για παράδειγμα, κάνουμε μάθημα μέσα σε ...κοντέινερ! Σε σχολεία ερείπια, χωρίς αυλές και χωρίς τα απαραίτητα υλικά για την εκπαίδευση. Δε θα αναφερθώ στην Ασία, στην Αφρική, στη Λατινική Αμερική. Πάντως, είμαι υποχρεωμένος να θυμίσω, πως και εκεί μαθητές - άνθρωποι, παιδιά για την ακρίβεια, γεμίζουν τις αίθουσες, δάσκαλοι λιώνουν τα συκώτια τους για να διδάξουν. Και αυτό, σε καμία περίπτωση, δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Τα δάκρυά μας για τα πολυπολιτισμικά σχολεία των παρισινών προαστίων μοιάζουν κροκοδείλια, αν δεν είναι και δάκρυα για τα σχολεία όλου του κόσμου!
Τα παραπάνω δε μου προέκυψαν, η ταινία μού τα προκάλεσε! Και αυτό μετράει στα πολύ θετικά της. Μιλάμε για μια σοβαρή ταινία. Κανένας θεατής, ακόμα και ο πιο αδιάφορος, δε θα βγει από την αίθουσα χωρίς πληγές! Το φιλμ του Λορέντ Καντέτ πληγώνει! Και προβληματίζει. Θα έλεγα πως πρέπει να τη δουν όλοι οι μαθητές, όλοι οι γονείς και προπαντός όλοι οι δάσκαλοι. Σε όλους έχει κάτι να πει. Ολοι θα αναλογιστούν τις ευθύνες τους.
Για πληρέστερη ανάγνωση της ταινίας θα σας δώσω μερικές χρήσιμες πληροφορίες. Οι δάσκαλοι είναι πραγματικοί δάσκαλοι και οι μαθητές πραγματικοί μαθητές. Παρ' όλα αυτά, η ερμηνεία όλων είναι περισσότερο από επαγγελματική! Και ας σημειωθεί, τόσο τα παιδιά όσο και οι δάσκαλοι, παίζουν ρόλους κόντρα στην ιδιοσυγκρασία τους. Οι «αυστηροί» δάσκαλοι δεν είναι, κατ' ανάγκη, αυστηροί, και οι «κακοί» μαθητές, δεν είναι, κατ' ανάγκη, κακά παιδιά! Η ταινία στηρίζεται στο βιβλίο του κεντρικού ήρωα - καθηγητή (Φρανσουά Μπεγκαντού). Οι διάλογοί της προέκυψαν και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Μιλάμε, δηλαδή, για μια ταινία ...πείραμα! Ενα πείραμα που βραβεύτηκε στις Κάνες με τον «Χρυσό Φοίνικα» (2008). Το ομόφωνο σκεπτικό της κριτικής επιτροπής των Κανών, ανάμεσα στα άλλα, αναφέρει: «Ανάμεσα στους λόγους που συμφωνήσαμε ομόφωνα στην επιλογή μας, υπήρξε η υψηλή τέχνη της συγκεκριμένης ταινίας». Συμφωνούμε και προσυπογράφουμε!
Παίζουν: Φρανσουά Μπεγκαντού (ο καθηγητής), Εσμεράλντα Κουερτανί, Αγγέλικα Σάντσιο, Βέι Χουάνγκ, Χαριέτ Κασαρουχάντα, Λουίζ Γκρίνμπεργκ, κ.ά. (οι μαθητές).