Κυριακή 12 Οχτώβρη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΠΕΑΕΑ - ΔΣΕ
Τιμά την απελευθέρωση της Αθήνας

Με κατάθεση στεφανιών στο μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη στο Σύνταγμα σήμερα, Κυριακή, στις 10 π.μ., θα τιμήσει η κεντρική διοίκηση της ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ την 70ή επέτειο της απελευθέρωσης της Αθήνας. Στεφάνια θα καταθέσουν επίσης η ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ και το ΚΣ της ΚΝΕ.

Στα 70 χρόνια από την απελευθέρωση της Αθήνας

Κλείνουν σήμερα 70 χρόνια από την απελευθέρωση της Αθήνας από τη γερμανική - ναζιστική κατοχή. Αυτή η επέτειος «ξύνει» στην ιστορική μνήμη το τεράστιο κατόρθωμα της ασίγαστης πάλης με όλες τις μορφές, και βασικά την ένοπλη, κατά της ναζιστικής κατοχής από τους Γερμανούς ιμπεριαλιστές και τους συμμάχους τους, έργο αποκλειστικά των λαϊκών μαζών, με επικεφαλής την εργατική τάξη και το ΚΚΕ. Αποτέλεσμα της πολύχρονης πάλης κατά τη διάρκεια της κατοχής του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ, της Εθνικής Αλληλεγγύης, της ΟΠΛΑ, μιας αιματηρής ηρωικής πάλης στην οποία το ΚΚΕ, το εργατικό κίνημα προσέφερε άξια στελέχη του.

Εκείνες τις μέρες της απελευθέρωσης από τους Γερμανούς (12 Οκτώβρη 1944) στην Ελλάδα είχε διαμορφωθεί επαναστατική κατάσταση, το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, με καθοδηγητή το ΚΚΕ, κυριαρχούσε, ενώ ο αστικός κρατικός μηχανισμός ήταν σμπαραλιασμένος. Η αστική κυβέρνηση που είχε δημιουργηθεί βρισκόταν στην Αίγυπτο και οι Εγγλέζοι δεν είχαν καταφτάσει ακόμα στην Ελλάδα.

Αλλά το ΚΚΕ δεν είχε στρατηγική που θα οδηγούσε προς την επαναστατική επίλυση του προβλήματος της πολιτικής εξουσίας. Δεν έλυσε το ζήτημα της σύμπλεξης του κοινωνικοταξικού περιεχομένου του αγώνα με τον εθνικοαπελευθερωτικό. Ετσι, οδηγήθηκε στην υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο εγγλέζικο στρατηγείο της Μ. Ανατολής (5 Ιούλη 1943) και, αργότερα, στις συμφωνίες του Λιβάνου (20 Μάη 1944) και της Καζέρτας (26 Σεπτέμβρη 1944), για να διατηρήσει και να διευρύνει την «εθνική ενότητα» και, τέλος, πήρε μέρος στην αστική κυβέρνηση της λεγόμενης «εθνικής ενότητας». Ετσι, φτάσαμε στην ένοπλη ηρωική ταξική σύγκρουση των 33 ημερών το Δεκέμβρη του 1944, κατά τη διάρκειά της οποίας ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά διατράνωσε ότι «όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας, διαλέγει τις αλυσίδες ή τα όπλα».

Η στρατηγική του ΚΚΕ στην Κατοχή


Στην έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής» «Δεκέμβρης του '44 - Κρίσιμη ταξική σύγκρουση», που επιμελήθηκε το Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, γράφεται:

«Μπορούσαν, άραγε, το ΕΑΜ - ΚΚΕ να καταλάβουν την εξουσία τις μέρες της απελευθέρωσης της Αθήνας (12 Οκτώβρη 1944);

Παρότι η Ιστορία δε γράφεται με υποθετικά σχήματα, η κατάκτηση της εργατικής εξουσίας1 προϋπέθετε διαχωρισμό των ΕΑΜικών δυνάμεων από τους πολιτικούς και στρατιωτικούς στόχους των "συμμάχων" και της κυβέρνησης Παπανδρέου, γεγονός που θα όξυνε πολύ περισσότερο την ταξική πάλη. Προϋπέθετε ακόμα αναδιάταξη των συμμαχιών μέσα στο ΕΑΜ - ΕΛΑΣ σε βάση επαναστατική και μετατροπή των φύτρων εξουσίας (λαϊκός στρατός, λαϊκή δικαιοσύνη) σε όργανα της επαναστατικής δράσης. Ακόμα: Επρεπε να προετοιμαστεί το Κόμμα και ισχυρές λαϊκές δυνάμεις για την εφαρμογή σχεδίου κατάληψης της Αθήνας, μετά την αποχώρηση των Γερμανών. Αυτό, σε συνδυασμό με αντίστοιχη δράση και συγκέντρωση δυνάμεων για την κατάληψη και άλλων βασικών κέντρων της χώρας, ιδιαίτερα της Θεσσαλονίκης.

Το Κόμμα μας ήταν ιδεολογικά - πολιτικά ανέτοιμο για να διαμορφώσει τέτοιες εξελίξεις.

Το στάδιο της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, που είχε χαράξει η 6η Ολομέλεια της ΚΕ, το Γενάρη του 1934 (και επικύρωσε λίγο αργότερα το 5ο Συνέδριο του ΚΚΕ), αποτέλεσε τη βάση πάνω στην οποία προσαρμόστηκε η στρατηγική του "αντιφασιστικού μετώπου", που υιοθέτησε το 6ο Συνέδριο του ΚΚΕ2 (Δεκέμβρη 1935), σύμφωνα με τις αποφάσεις του 7ου Συνεδρίου της ΚΔ (Ιούλης - Αύγουστος 1935).

Η στρατηγική των αντιφασιστικών μετώπων πάλης στηριζόταν στην ανάλυση ότι "...οι εργαζόμενες μάζες σε μια σειρά καπιταλιστικές χώρες είναι υποχρεωμένες σήμερα να διαλέξουν συγκεκριμένα όχι ανάμεσα στη δικτατορία του προλεταριάτου και στην αστική δημοκρατία, αλλά ανάμεσα στην αστική δημοκρατία και το φασισμό".3

Στο 7ο Συνέδριο, επίσης, τέθηκαν οι πρώτες βάσεις για την αυτοδιάλυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΔ), που τελικά πραγματοποιήθηκε στις 15 Μάη 1943. Με αυτή την απόφαση, η ΚΔ παραμέριζε το χαρακτήρα της διάσπασης της Β' Διεθνούς και μάλιστα το βασικό πρόβλημα που αποτέλεσε το συγκεκριμένο παράγοντα της προδοσίας της: Τη στάση των ΚΚ απέναντι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και τη στρατηγική σύνδεσής του με τη σοσιαλιστική επανάσταση (...)

Αμέσως μετά το 7ο Συνέδριο της ΚΔ και πριν το 6ο Συνέδριο του ΚΚΕ, η 4η Ολομέλεια της ΚΕ (27-28 Σεπτεμβρίου 1935) αποφάσισε ότι:

"...το ΚΚΕ συνεργάζεται όχι μόνο με τα σοσιαλιστικά και αγροτικά κόμματα (...) αλλά και όλα τα άλλα κόμματα (...) που στέκονται σε μια ελάχιστη δημοκρατική - αντιφασιστική βάση (...) όπως των Φιλελευθέρων".4

Είχε προηγηθεί η απόφαση της ΚΕ (Αύγουστος 1935), η οποία έθετε το στόχο για "...το σχηματισμό της αντιφασιστικής - δημοκρατικής κυβέρνησης", με τη συμμετοχή του ΚΚΕ.

Η ουσία του 6ου Συνεδρίου, όπως και της 4ης Ολομέλειας, ήταν: Μέσα από την πάλη κατά του μοναρχοφασισμού, στη δημοκρατική επανάσταση και μετά στο σοσιαλισμό.

Το ΚΚΕ αντιμετώπισε και το Δεκέμβρη με βάση την παραπάνω στρατηγική».

Χρήσιμα διδάγματα

Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος έγινε γιατί οξύνθηκαν οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις για το ξαναμοίρασμα του κόσμου ανάμεσα στις τότε ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Ταυτόχρονα, οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στόχευαν στη συντριβή του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους στον κόσμο, της ΕΣΣΔ. Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν πόλεμος ιμπεριαλιστικός, άρα άδικος, ενώ από τη μεριά των λαών, των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων και της ΕΣΣΔ ήταν δίκαιος.

Η αστική τάξη της χώρας μας και οι κυβερνήσεις, τα κόμματά της καθησύχαζαν τις ανησυχίες του ελληνικού λαού ότι θα γίνει φασιστική εισβολή από την Ιταλία. Στις έγκαιρες προειδοποιήσεις του ΚΚΕ απαντούσαν ότι η εδαφική ακεραιότητα της χώρας ήταν εγγυημένη από τις κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Αγγλίας. Αλλά καμία από τις δύο χώρες, πέρα από φραστικές διακηρύξεις, δεν έδωσε συγκεκριμένη πρακτική εγγύηση στην Ελλάδα απέναντι στην ιταλική απειλή.

Ο αστικός πολιτικός κόσμος, επίσης, στο μεγαλύτερό του κομμάτι, ήταν στους «απόντες» του αντιστασιακού αγώνα. Ενα τμήμα του επέλεξε το δρόμο της ανοιχτής συνεργασίας με τους κατακτητές. Ενώ ένα άλλο τμήμα του πήγε στη Μέση Ανατολή.

Αποδείχτηκε περίτρανα ότι κανένας λαός δεν μπορεί να εμπιστευτεί την υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της πατρίδας του στα αστικά κόμματα και στην τάξη τους. Απ' αυτό προκύπτει και το εξής: Η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της πρέπει να είναι προετοιμασμένοι μέσα και από τον καθημερινό αγώνα, μέσα από την πολιτική τους πείρα, να μη χύσουν το αίμα τους στο πλευρό της αστικής τάξης της χώρας τους, στο πλευρό ενός ιμπεριαλιστή στην προσπάθειά του να νικήσει τον ανταγωνιστή του ιμπεριαλιστή για τη διανομή των αγορών, των σφαιρών επιρροής.

Στο Πρόγραμμα του ΚΚΕ, που ψηφίστηκε στο 19ο Συνέδριο, αναφέρονται τα εξής: «Σε περίπτωση ιμπεριαλιστικής πολεμικής εμπλοκής της Ελλάδας, είτε σε αμυντικό είτε σε επιθετικό πόλεμο, το Κόμμα πρέπει να ηγηθεί της αυτοτελούς οργάνωσης της εργατικής - λαϊκής πάλης με όλες τις μορφές, ώστε να οδηγήσει σε ολοκληρωτική ήττα της αστικής τάξης, εγχώριας και ξένης ως εισβολέα, έμπρακτα να συνδεθεί με την κατάκτηση της εξουσίας. Με την πρωτοβουλία και καθοδήγηση του Κόμματος να συγκροτηθεί εργατικό - λαϊκό μέτωπο με όλες τις μορφές δράσης, με σύνθημα: Ο λαός θα δώσει την ελευθερία και τη διέξοδο από το καπιταλιστικό σύστημα που, όσο κυριαρχεί, φέρνει τον πόλεμο και την "ειρήνη" με το πιστόλι στον κρόταφο».

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Ο χαρακτηρισμός της ΕΑΜικής πάλης ως επαναστατικής, που έχει υποστηριχτεί και από μια σειρά συγγραφείς (βλέπε, π.χ., Θανάση Χατζή, «Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε»), δεν έχει αντικειμενική υπόσταση. Η σύνθεση πρώτα απ' όλα της ίδιας της Κυβέρνησης του Βουνού (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης - ΠΕΕΑ), ιδιαίτερα μετά τον ανασχηματισμό της, στην οποία κυριαρχούσαν αστικές - σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις (Αλ. Σβώλος, Ευρ. Μπακιρτζής, Ηλ. Τσιριμώκος, Νικ. Ασκούτσης, Αγγ. Αγγελόπουλος, Σταμ. Χατζήμπεης κ.ά.), ήταν χαρακτηριστική του προσανατολισμού της, ενώ προβλεπόταν η ακόμα μεγαλύτερη διεύρυνσή της. Ηταν επίσης χαρακτηριστικό ότι προτάθηκε στον Γ. Παπανδρέου να αναλάβει πρωθυπουργός στην Κυβέρνηση του Βουνού, αλλά ο Παπανδρέου απέρριψε την πρόταση. Επιπλέον, πριν το Σύμφωνο του Λιβάνου, το ΕΑΜ «πρότεινε να διευρυνθεί η κυβέρνηση του Καΐρου με συμμετοχή σ' αυτήν αντιπροσώπων της αντίστασης και να δημιουργηθούν δυο κλιμάκια, που ένα από αυτά θα έδρευε στην Ελεύθερη Ελλάδα για να καθοδηγεί άμεσα τον αγώνα του λαού για την εθνική απελευθέρωση. Και η έκκληση αυτή δε βρήκε καμιά ανταπόκριση». («Ιστορία της Αντίστασης 1940-45», τόμ. Γ', σελ. 1.050, εκδ. «Αυλός», Αθήνα, 1979). Ο προσανατολισμός επομένως ήταν σαφής.

2. Το 6ο Συνέδριο εξάλειψε και τις θεωρούμενες ως αριστερίστικες πλευρές της 6ης Ολομέλειας, όπως, για παράδειγμα, το ότι η αστικοδημοκρατική επανάσταση στρεφόταν ενάντια στο σύνολο της αστικής τάξης.

3. Ινστιτούτο Μαρξισμού - Λενινισμού της ΚΕ του ΚΚΣΕ, Κομμουνιστική Διεθνής, σελ. 403, εκδ. «Ελεύθερη Ελλάδα», 1973.

4. «Το ΚΚΕ. Επίσημα Κείμενα», τόμ. 4ος, σελ. 246, «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις», 1968.

5. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», τόμ. 5ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 91-92.

6. «Αρχείο της ΠΕΕΑ, Πρακτικά Συνεδριάσεων», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», 1990, σελ. 156-157.

Η συζήτηση για τη βιομηχανική και οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας μετά την απελευθέρωση (μέρος Β')

Δημοσιεύουμε σήμερα το δεύτερο μέρος αποσπάσματος από το «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ (1949 - 1968) τόμος Β'», που αναφέρεται στις μεταπολεμικές συζητήσεις για την καπιταλιστική ανάπτυξη

Με την πάροδο του χρόνου, ενώ είχε πραγματοποιηθεί ορισμένη αποκατάσταση του κρατικού μηχανισμού στην Ελλάδα και συντελούνταν αναπροσαρμογές στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ (με συνέπειές τους στο ύψος των αμερικανικών κεφαλαίων που εισέρρεαν στην Ελλάδα), επέδρασαν ισχυρότερα στα κυβερνητικά επιτελεία οι εγχώριες αστικές πολιτικές δυνάμεις και οι υπέρ της εκβιομηχάνισης θέσεις. Η επίδραση αυτή καθόρισε και την «τύχη» που τελικά είχε η Εκθεση που υπέβαλε στην κυβέρνηση Ν. Πλαστήρα (12.1.1952) ο καθηγητής και πρώην διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Κυριάκος Βαρβαρέσος.194

Ο Κ. Βαρβαρέσος τάχθηκε με άκρα επιφύλαξη «εις την χρηματοδότηση νέων επενδύσεων εις την βιομηχανίαν», ενώ υποστήριξε την ανάγκη να υποβληθεί κάθε πρόταση και κάθε σχέδιο σε ενδελεχή και εξονυχιστική έρευνα.

Η άποψή του για το πρόγραμμα βιομηχανικής ανάπτυξης έτεινε προς τον αποκλεισμό της κρατικής παρέμβασης για την παραγωγή αλουμινίου, αζώτου ή σιδήρου, παρά την ύπαρξη ορυκτού πλούτου και εργατικού δυναμικού, γιατί θεωρούσε ότι η στενότητα της εσωτερικής αγοράς θα καθιστούσε την παραγωγή οικονομικά ασύμφορη. Ακόμα υποστήριξε ότι το κράτος έπρεπε να προσανατολιστεί στην αποκατάσταση της νομισματικής και οικονομικής σταθερότητας και να αφήσει στο ιδιωτικό κεφάλαιο την εκδήλωση ενδιαφέροντος για ανάλογες βιομηχανίες. Θεωρούσε ότι η ανάπτυξη της γεωργίας έπρεπε να αποτελέσει την κύρια επιδίωξη ενός προγράμματος ανασυγκρότησης. Ακόμα, προέτρεπε στη χρηματοδότηση ανταγωνιστικών επιχειρήσεων βιομηχανικής παραγωγής ειδών ευρείας κατανάλωσης, επιχειρήσεων που θα συμμετείχαν με ίδια κεφάλαια στην αύξηση της παραγωγής τους και τάχθηκε υπέρ φορολογικών διευκολύνσεων σε βιομηχανίες που θα κρινόταν συμφέρουσα η ίδρυσή τους.


Η Εκθεση συνάντησε έντονη κριτική195 και σε ορισμένες περιπτώσεις χαρακτηρίστηκε και ως παρέμβαση των ΗΠΑ.

Μια προσεκτική μελέτη της Εκθεσης του Βαρβαρέσου και των προηγούμενων προτάσεών του, αποφορτισμένη από το κλίμα της πολιτικής αντιπαράθεσης της εποχής, δίνει τη δυνατότητα να κατανοηθεί καλύτερα το σκεπτικό, η αφετηρία των προτάσεων του συγγραφέα της, αλλά και της αστικής αντιπαράθεσης εκείνης της εποχής.

Ο Κ. Βαρβαρέσος, ως αστός οικονομολόγος, έδινε προτεραιότητα στο στόχο της σταθεροποίησης έναντι εκείνου της βιομηχανικής ανάπτυξης, θεωρώντας τη σταθεροποίηση πρωταρχικής σημασίας για την πραγματοποίηση οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας. Το ιστορικό πλαίσιο που κυριαρχούσε στον προβληματισμό του ήταν η βαθιά νομισματική κρίση που υπήρχε από την Κατοχή και η εξαθλίωση μεγάλου μέρους του αγροτικού πληθυσμού. Η νομισματική ισορροπία δεν πραγματοποιήθηκε ούτε με την εισαγωγή της «νέας δραχμής» 196 επί κυβέρνησης «εθνικής ενότητας», η οποία τελικά σε διάστημα έξι μηνών έχασε τα 2/3 της ισοδυναμίας της έναντι της αγγλικής λίρας.

Ο Βαρβαρέσος πίστευε ότι ο έλεγχος της κατάστασης, η πραγματοποίηση οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας, μπορούσε να επιτευχθεί μεσοπρόθεσμα μόνο με ενίσχυση της γεωργικής και οικοδομικής παραγωγής και με την πάταξη της παράνομης κερδοσκοπίας και της δημοσιονομικής ελλειμματικότητας. Θεωρούσε ως πηγή της νομισματικής ανισορροπίας (πληθωρισμού, μαύρης αγοράς) την ανισορροπία μεταξύ δημοσιονομικής/πιστωτικής/τιμολογιακής πολιτικής, που οδηγούσε σε μεγάλα δημόσια ελλείμματα, φοροδιαφυγή και αισχροκέρδεια.

Από αυτήν την οπτική, ο δηλωμένος αντικομμουνιστής έκανε κριτική, τόσο στην πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων όσο και στη βρετανική παρέμβαση, ότι όξυναν τις κοινωνικές αντιθέσεις. Στην ίδια κατεύθυνση άσκησε κριτική και στην αμερικανική παρέμβαση, στην Εκθεση Πόρτερ197, η οποία σημείωνε ότι υπήρχαν δυνατότητες ανάπτυξης της βιομηχανίας στην Ελλάδα, δίνοντας έμφαση στην αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου στον τομέα της Ενέργειας:

«...Ο εκσυγχρονισμός των μεθόδων εξόρυξης και η παραπέρα ανάπτυξη του λιγνίτη είναι ενδεδειγμένη. Μπορεί να σταθεί δυνατόν να ξεκινήσουν ένα ή περισσότερα από τα προτεινόμενα υδροηλεκτρικά έργα...».198

Αυτήν τη λογική υπηρετούσαν οι προτάσεις του Βαρβαρέσου για φορολόγηση αυτών που πλούτισαν στη διάρκεια της Κατοχής, για αποτελεσματικότερη διανομή της βοήθειας της UNRRA, για επαναφορά των διατιμήσεων, για σταθερότητα μισθών/ημερομισθίων.199 Οι προσεγγίσεις του στις αρχές του 1952 ήταν συνεπείς με τις προσεγγίσεις του σε όλη την περίοδο μετά από την απελευθέρωση και στο σύντομο διάστημα που διετέλεσε υπουργός Εφοδιασμού.

Ο Βαρβαρέσος είχε στενούς δεσμούς με τις ΗΠΑ, όπως και με το Ηνωμένο Βασίλειο, όντας αντιπρόσωπος της Ελλάδας στους διεθνείς οργανισμούς. Κατοικούσε μόνιμα στις ΗΠΑ, όταν η κυβέρνηση Πλαστήρα του ζήτησε Εκθεση επί του οικονομικού προβλήματος της Ελλάδας. Ο ίδιος υπήρξε πηγή πληροφοριών των ΗΠΑ σχετικά με την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και στήριγμά τους, όχι όμως με τη λογική της «εθνικής μειοδοσίας». Είχε ιστορικό διαπραγμάτευσης των «ελληνικών» συμφερόντων στις διεθνείς οικονομικές ενώσεις, όπως στην UNRRA και τη Διεθνή Τράπεζα.

194. Η Εκθεση περιλάμβανε και ένα εμπιστευτικό τμήμα, που θέμα του ήταν «Η αναπροσαρμογή της δραχμής». Αυτό δημοσιοποιήθηκε μετά από την υποτίμηση της δραχμής το 1953. Συμπεριλαμβάνεται στο «Κυριάκος Βαρβαρέσος, Εκθεσις επί του οικονομικού προβλήματος της Ελλάδος», εκδ. Σαββάλα, Αθήνα, 2002.

195. Βλ. «Νέα Οικονομία», τόμ. έτους 1952, τεύχ. Φλεβάρη, σελ. 49-52.

196. Η «νέα δραχμή» εισήχθη επί κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου με το νόμο 18 της «νομισματικής διαρρύθμισης» (9.11.1944). Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Τράπεζας της Ελλάδος (11 Νοέμβρη 1944), η ισοδυναμία της «νέας δραχμής» προς τη χάρτινη λίρα οριζόταν 0,0016666 (1 χάρτινη λίρα = 600 δραχμές). Η αντιστοιχία της «νέας δραχμής» προς την παλιά ήταν 1 νέα = 50 δισ. παλιές (Τράπεζα της Ελλάδος, «Τα πρώτα πενήντα χρόνια της Τραπέζης της Ελλάδος 1928 - 1978», Αθήνα, 1978, σελ. 247).

197. Κυριάκος Βαρβαρέσος, «Εκθεσις επί του οικονομικού προβλήματος της Ελλάδος», Αθήνα, 1952, βλ. εισαγωγή Κ. Κωστής, σελ. 55-56.

Πρόκειται για την έκθεση που συνέταξε ο δικηγόρος Π. Πόρτερ στις 30.4.1947, επικεφαλής της Αμερικανικής Αποστολής που επισκέφθηκε την Ελλάδα το Γενάρη του 1947, με σκοπό να προετοιμάσει την εκπόνηση προγράμματος οικονομικής βοήθειας στην Ελλάδα για την καπιταλιστική ανασυγκρότησή της και τη σταθεροποίηση του αστικού κράτους.

198. Απόσπασμα από την Εκθεση Πόρτερ όπως αναφέρεται στο: Γιώργος Σταθάκης, «Το δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ», σελ. 156, εκδ. «Βιβλιόραμα», Αθήνα, 2004.

199. Κυριάκος Βαρβαρέσος, «Εκθεσις επί του οικονομικού προβλήματος της Ελλάδος», Αθήνα, 1952, βλ. εισαγωγή Κ. Κωστής, σελ. 49-50.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ