Κυριακή 19 Ιούνη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
«Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη»

Ας ανακεφαλαιώσουμε στις γενικές τους γραμμές, τις φάσεις που πέρασε η Γαλλική Επανάσταση από τις 24 του Φλεβάρη 1848 έως το Δεκέμβρη του 1851.

Ξεχωρίζουν ολοφάνερα τρεις κύριες περίοδοι: Η περίοδος του Φλεβάρη. Η περίοδος της συγκρότησης της δημοκρατίας ή της συνταχτικής εθνοσυνέλευσης, από τις 4 του Μάη 1848 έως τις 29 του Μάη 1849. Η περίοδος της συνταγματικής δημοκρατίας ή της νομοθετικής εθνοσυνέλευσης, από τις 29 του Μάη 1849 έως τις 2 του Δεκέμβρη 1851.

Η πρώτη περίοδος, από τις 24 του Φλεβάρη, ή από την ανατροπή του Λουδοβίκου Φιλίππου ως τις 4 του Μάη 1848, τη μέρα της σύγκλησης της συνταχτικής συνέλευσης, που αποτελεί την καθ' αυτό περίοδο του Φλεβάρη, μπορεί να χαρακτηριστεί σαν ο πρόλογος της επανάστασης. Ο χαρακτήρας της εκδηλώθηκε επίσημα με το γεγονός ότι η κυβέρνηση που αυτοσχεδίασε αυτή η περίοδος, αυτοανακηρύσσεται η ίδια προσωρινή και, όπως η κυβέρνηση, το ίδιο και καθετί που παρακινήθηκε, που επιχειρήθηκε και που εκδηλώθηκε σ' αυτήν την περίοδο, χαρακτηρίστηκε μόνο του σαν προσωρινό. Κανένας και τίποτε δεν τόλμησε να διεκδικήσει για τον εαυτό του το δικαίωμα της μόνιμης ύπαρξης και της πραγματικής δράσης. Ολα τα στοιχεία που είχαν προπαρασκευάσει ή καθορίσει την επανάσταση, η δυναστική αντιπολίτευση, η δημοκρατική αστική τάξη, η δημοκρατική - ρεπουμπλικάνικη μικροαστική τάξη και η σοσιαλδημοκρατική εργατιά, βρήκανε προσωρινά τη θέση τους στην κυβέρνηση του Φλεβάρη.


Δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Οι μέρες του Φλεβάρη επιδίωκαν αρχικά μια εκλογική μεταρρύθμιση, που θα πλάταινε τον κύκλο των πολιτικά προνομιούχων ανάμεσα στην ίδια την κατέχουσα τάξη και θα ανέτρεπε την αποκλειστική κυριαρχία της αριστοκρατίας του χρήματος. Μα όταν η υπόθεση έφτασε στην πραγματική σύγκρουση, όταν ο λαός κατέβηκε στα οδοφράγματα, όταν η εθνοφυλακή κράτησε μια στάση παθητική, όταν ο στρατός δεν πρόβαλε καμιά σοβαρή αντίσταση και η δυναστεία το 'βαλε στα πόδια, τότε η δημοκρατία φάνηκε σαν κάτι το αυτονόητο. Κάθε κόμμα την εξήγησε με το δικό του τρόπο. Το προλεταριάτο που την κατάχτησε με τα όπλα τής έβαλε τη δική του σφραγίδα και την ανακήρυξε κοινωνική δημοκρατία. Ετσι εξηγήθηκε το γενικό περιεχόμενο της σύγχρονης επανάστασης, περιεχόμενο που βρισκότανε στην πιο παράδοξη αντίφαση με καθετί που μπορούσε να πραγματοποιηθεί, κατά πρώτο λόγο και άμεσα με το υλικό που υπήρχε, με το τότε μορφωτικό επίπεδο των μαζών, μέσα στις δοσμένες συνθήκες και σχέσεις. Από την άλλη μεριά, οι αξιώσεις όλων των άλλων στοιχείων που είχαν πάρει μέρος στην επανάσταση του Φλεβάρη, αναγνωρίστηκαν με το ότι πήραν τη μερίδα του λέοντος στην κυβέρνηση. Γι' αυτό, σε καμιά άλλη εποχή δε βρίσκουμε πιο παρδαλό μείγμα από φουσκωμένες φράσεις και από πραγματική αβεβαιότητα και αμηχανία, από τις πιο ενθουσιώδικες νεωτεριστικές τάσεις και από την πιο απόλυτη κυριαρχία της παλιάς ρουτίνας, από την πιο φαινομενική αρμονία ολόκληρης της κοινωνίας και από την πιο βαθιά αποξένωση των στοιχείων της. Την ώρα που το παρισινό προλεταριάτο ήταν ακόμα μεθυσμένο από τη μεγάλη προοπτική που ξανοιγόταν μπροστά του και επιδιδόταν σε σοβαρές συζητήσεις για τα κοινωνικά προβλήματα, οι παλιές δυνάμεις της κοινωνίας είχαν συσπειρωθεί, συγκεντρωθεί, συνέλθει και βρει ένα απροσδόκητο στήριγμα στη μάζα του έθνους, στους αγρότες και τους μικροαστούς, που όλοι όρμησαν μεμιάς στην πολιτική σκηνή ύστερα από το γκρέμισμα των φραγμάτων της μοναρχίας του Ιούλη.

Η δεύτερη περίοδος, από τις 4 του Μάη 1848 ως το τέλος του Μάη 1849, είναι η περίοδος της συγκρότησης, της θεμελίωσης της αστικής δημοκρατίας. Αμέσως ύστερα από τις μέρες του Φλεβάρη δεν είχε αιφνιδιαστεί μόνον η δυναστική αντιπολίτευση από τους δημοκρατικούς, μα και οι δημοκρατικοί από τους σοσιαλιστές, μα και ολόκληρη η Γαλλία από το Παρίσι.

Η εθνοσυνέλευση που συνήλθε στις 4 του Μάη 1848 και που βγήκε από εθνικές εκλογές, αντιπροσώπευε το έθνος. Ηταν μια ζωντανή διαμαρτυρία ενάντια στις αξιώσεις των ημερών του Φλεβάρη και έμελλε να επαναφέρει τα αποτελέσματα της επανάστασης στα αστικά πλαίσια. Μάταια το παρισινό προλεταριάτο, που κατάλαβε αμέσως το χαρακτήρα αυτής της εθνοσυνέλευσης, προσπάθησε στις 15 του Μάη, λίγες μέρες ύστερα από τη σύγκλησή της, ν' αρνηθεί βίαια την ύπαρξή της, να τη διαλύσει, να σκορπίσει ξανά στα συστατικά της μέρη την οργανική μορφή που μ' αυτή το αντιδραστικό πνεύμα του έθνους απειλούσε το προλεταριάτο.

Οπως είναι γνωστό, η 15 του Μάη δεν είχε άλλο αποτέλεσμα παρά ν' απομακρύνει τον Μπλανκί και τους οπαδούς του, δηλαδή τους πραγματικούς αρχηγούς του προλεταριακού κόμματος, από την πολιτική σκηνή για ολόκληρη τη διάρκεια του κύκλου που εξετάζουμε.

Την αστική μοναρχία του Λουδοβίκου Φιλίππου δεν μπορεί να τη διαδεχτεί παρά η αστική δημοκρατία. Αυτό σημαίνει πως, αν πίσω από το όνομα του βασιλιά κυβερνούσε μια περιορισμένη μερίδα της αστικής τάξης, τώρα στο όνομα του λαού θα κυβερνάει το σύνολο της αστικής τάξης. Οι διεκδικήσεις του παρισινού προλεταριάτου είναι ουτοπικές ανοησίες, στις οποίες πρέπει να δοθεί ένα τέλος. Στη δήλωση αυτή της συνταχτικής εθνοσυνέλευσης, το παρισινό προλεταριάτο απάντησε με την εξέγερση του Ιούνη, το πιο κολοσσιαίο γεγονός στην ιστορία των ευρωπαϊκών εμφύλιων πολέμων. Η αστική δημοκρατία νίκησε. Είχε με το μέρος της την αριστοκρατία του χρήματος, τη βιομηχανική αστική τάξη, τις μεσαίες τάξεις, τους μικροαστούς, το στρατό, το κουρελοπρολεταριάτο που ήταν οργανωμένο σαν κινητή φρουρά, τους διανοούμενους, τους παπάδες και τον πληθυσμό της υπαίθρου. Με το μέρος του παρισινού προλεταριάτου δεν ήτανε κανένας άλλος εκτός απ' αυτό το ίδιο. Πάνω από 3.000 εξεγερμένοι σφάχτηκαν μετά τη νίκη και 15.000 εξορίστηκαν χωρίς δίκη. Μ' αυτήν την ήττα το προλεταριάτο περνά στο πίσω μέρος της επαναστατικής σκηνής. Προσπαθεί να περάσει ξανά μπροστά, κάθε φορά που το κίνημα φαίνεται πως παίρνει καινούργια φόρα, μα κάθε φορά το επιχειρεί αυτό με ελαττωμένη χρησιμοποίηση δυνάμεων και πάντα με κατώτερο αποτέλεσμα. Κάθε φορά που ένα από τα κοινωνικά στρώματα που βρισκόταν ψηλότερα απ' αυτό έμπαινε σε επαναστατικό αναβρασμό, το προλεταριάτο συμμαχεί μαζί του κι έτσι συμμερίζεται όλες τις ήττες που παθαίνουν τα διάφορα κόμματα το ένα ύστερα από το άλλο. Μα τα κατοπινά αυτά χτυπήματα αδυνατίζουν όλο και πιο πολύ, όσο περισσότερο απλώνονται πάνω σ' ολόκληρη την επιφάνεια της κοινωνίας. Οι σημαντικότεροι αρχηγοί του στην εθνοσυνέλευση και στον Τύπο πέφτουν ο ένας ύστερα απ' τον άλλο θύματα των δικαστηρίων και όλο πιο διφορούμενα πρόσωπα μπαίνουν επικεφαλής του. Κατά ένα μέρος, ρίχνεται σε δογματικούς πειραματισμούς, σε τράπεζες ανταλλαγών και σε εργατικούς συνεταιρισμούς, δηλαδή σ' ένα κίνημα όπου παραιτείται από την ιδέα ν' ανατρέψει τον παλιό κόσμο με το σύνολο των δικών του μεγάλων μέσων και προσπαθεί να πραγματοποιήσει την απολύτρωσή του πίσω από την πλάτη της κοινωνίας, με ιδιωτικό τρόπο, μέσα στους περιορισμένους όρους ύπαρξής του και που γι' αυτό αναγκαστικά αποτυχαίνει. Φαίνεται πως δεν μπορεί ούτε να ξαναβρεί μέσα του το επαναστατικό μεγαλείο, ούτε να κερδίσει καινούργια δραστηριότητα από τις νέες συμμαχίες που κλείνει ως τη στιγμή που όλες οι τάξεις που μ' αυτές πολέμησε τον Ιούνη, κείτονται ηττημένες δίπλα του. Μα τουλάχιστο, πέφτει μ' όλες τις τιμές της μεγάλης κοσμοϊστορικής πάλης. Οχι μονάχα η Γαλλία, μα ολόκληρη η Ευρώπη τρέμει από το σεισμό του Ιούνη, ενώ οι κατοπινές ήττες των ανώτερων τάξεων εξαγοράζονται τόσο φτηνά, που χρειάζονται όλη την αδιάντροπη υπερβολή του κόμματος που νίκησε για να μπορούν να περάσουν σαν γεγονότα και γίνονται τόσο πιο επαίσχυντες, όσο πιο μακριά από το προλεταριάτο βρίσκεται το κόμμα που νικήθηκε.

Η ήττα λοιπόν των επαναστατών του Ιούνη είχε φυσικά προπαρασκευάσει και προλειάνει το έδαφος, που πάνω του μπορούσε να ιδρυθεί και να ανοικοδομηθεί η αστική δημοκρατία. Ταυτόχρονα, όμως, είχε δείξει ότι στην Ευρώπη επρόκειτο για άλλα προβλήματα και όχι για το πρόβλημα «δημοκρατία ή μοναρχία».

Είχε φανερώσει ότι αστική δημοκρατία σημαίνει εδώ την απεριόριστη δεσποτεία μιας τάξης πάνω στις άλλες τάξεις. Είχε αποδείξει ότι σε χώρες με έναν παλιό πολιτισμό, με αναπτυγμένο σχηματισμό τάξεων, με συγχρονισμένους όρους παραγωγής και με μια πνευματική συνείδηση όπου έχουν διαλυθεί ύστερα από δουλειά αιώνων όλες οι πατροπαράδοτες ιδέες, η δημοκρατία σημαίνει γενικά μόνο την πολιτική μορφή ανατροπής της αστικής κοινωνίας και όχι τη συντηρητική μορφή της ζωής της, όπως συμβαίνει λογουχάρη στις Ενωμένες Πολιτείες της βόρειας Αμερικής, όπου υπάρχουν βέβαια τάξεις δεν έχουν όμως ακόμη σταθεροποιηθεί μα σε διαρκή κατάσταση ροής αλλάζουν και ανταλλάζουν μεταξύ τους τα συστατικά τους στοιχεία, όπου τα σύγχρονα μέσα παραγωγής αντί να συμβαδίζουν μ' ένα λιμνάζοντα υπερπληθυσμό αναπληρώνουν μάλλον τη σχετική έλλειψη σε εργατικά κεφάλαια και χέρια και, τέλος, όπου η πυρετική νεανική κίνηση της υλικής παραγωγής που έχει να καταχτήσει έναν καινούργιο κόσμο, δεν άφησε ούτε χρόνο ούτε ευκαιρία για να καταργήσει τον παλιό κόσμο των φαντασμάτων.

Στις μέρες του Ιούνη όλες οι τάξεις και όλα τα κόμματα ενώθηκαν στο κόμμα της τάξεως ενάντια στην προλεταριακή τάξη, που τη θεωρούσαν το κόμμα της αναρχίας, του σοσιαλισμού, του κομμουνισμού. Είχαν «σώσει» την κοινωνία από «τους εχθρούς της κοινωνίας». Είχαν διαδώσει στα στρατεύματά τους τα συνθήματα της παλιάς κοινωνίας - «ιδιοκτησία, οικογένεια, θρησκεία, τάξις» - και ενθάρρυναν την αντεπαναστατική σταυροφορία με τα λόγια: «Κάτω απ' αυτό το έμβλημα, θα νικήσεις!» Απ' αυτή τη στιγμή, κάθε φορά που ένα από τα πολυάριθμα κόμματα, που είχαν συσπειρωθεί κάτω από το έμβλημα αυτό ενάντια στους εξεγερμένους του Ιούνη, προσπαθεί να διατηρήσει το επαναστατικό πεδίο μάχης για τα δικά του ταξικά συμφέροντα, υποκύπτει μπροστά σ' αυτή την κραυγή: «ιδιοκτησία, οικογένεια, θρησκεία, τάξις». Η κοινωνία σώζεται κάθε φορά που ο κύκλος των κυριάρχων της στενεύει, όταν ένα αποκλειστικότερο συμφέρον επικρατεί μπροστά στο πλατύτερο. Κάθε διεκδίκηση και της πιο απλής αστικής οικονομικής μεταρρύθμισης, του πιο συνηθισμένου φιλελευθερισμού, του πιο τυπικού ρεπουμπλικανισμού, της πιο ρηχής δημοκρατίας, τιμωρείται ταυτόχρονα σαν «απόπειρα κατά της κοινωνίας» και στιγματίζεται σαν «σοσιαλισμός». Τελικά, και οι αρχιερείς της «θρησκείας και της τάξεως» πετιούνται κι αυτοί με τις κλοτσιές από τους τρίποδές τους της Πυθίας, αρπάζονται στο σκοτάδι της νύχτας από τα κρεβάτια τους, χώνονται μέσα σε κλούβες, πετιούνται στα μπουντρούμια ή στέλνονται στην εξορία, ο ναός τους ισοπεδώνεται, το στόμα τους βουλώνεται, η πένα τους τσακίζεται, ο νόμος τους ξεσκίζεται στο όνομα της θρησκείας, της ιδιοκτησίας, της οικογένειας, της τάξεως. Αστοί φανατικοί οπαδοί της τάξεως πυροβολούνται στους εξώστες τους από μεθυσμένα μπουλούκια φαντάρων, βεβηλώνεται η ιερότητα της οικογένειάς τους, βομβαρδίζονται τα σπίτια τους για διασκέδαση - στο όνομα της ιδιοκτησίας, της οικογένειας, της θρησκείας και της τάξεως. Τελικά τα αποβράσματα της αστικής κοινωνίας σχηματίζουν την ιερή φάλαγγα της τάξεως και ο ήρωας Κραπουλίνσκι1 μπαίνει στον Κεραμεικό σαν «σωτήρας της κοινωνίας».

Παραπομπές:

1. Ηρωας από το ποίημα «Δυο ιππότες» του Χάινριχ Χάινε. Με τη μορφή του Κραπουλίνσκι (από τη γαλλική λέξη crapule που σημαίνει τον άνθρωπο που επιδίδεται στην κραιπάλη και στην ασωτία) ο Χάινε ειρωνεύεται τον ξεπεσμένο ευγενή. Ο Μαρξ με το όνομα αυτό χαρακτηρίζει τον Λουδοβίκο Βοναπάρτη.

Η εξέγερση των εργατών στο Παρίσι τον Ιούνη του 1848

Από την εξέγερση των εργατών του Παρισιού, τον Ιούνη 1848. Λιθογραφία εποχής
Από την εξέγερση των εργατών του Παρισιού, τον Ιούνη 1848. Λιθογραφία εποχής
Στις 23 Ιούνη 1848 οι εργάτες του Παρισιού ξεχύνονται στους δρόμους και στήνουν οδοφράγματα. Ηταν η απάντησή τους στο όργιο της τρομοκρατίας που εξαπέλυσε η αντεπανάσταση. Η εξέγερση αυτή είναι φανερά προλεταριακή. Στα οδοφράγματα υψώθηκαν κόκκινες σημαίες με τα συνθήματα «Ψωμί ή μολύβι», «Δικαίωμα εργασίας», «Ζήτω η κοινωνική δημοκρατία».

Στις προκηρύξεις που τύπωναν οι ξεσηκωμένοι εργάτες, ζητούσαν να διαλυθεί η συντακτική συνέλευση και να περάσουν τα μέλη της από δίκη, να πιαστούν τα μέλη της εκτελεστικής επιτροπής, να απομακρυνθεί ο στρατός από το Παρίσι, να αναγνωριστεί στο λαό το δικαίωμα να καταρτίσει ο ίδιος το σύνταγμα, να διατηρηθούν τα εθνικά συνεργεία και να κατοχυρωθεί το δικαίωμα της εργασίας. «Αν αλυσοδέσουν το Παρίσι τότε θα υποδουλωθεί ολόκληρη η Ευρώπη», έγραφε μια προκήρυξη, τονίζοντας τη διεθνή σημασία που είχε η εξέγερση.

Τέσσερις μέρες, από τις 23 έως τις 26 Ιούνη, γίνονται λυσσασμένες οδομαχίες. Από το ένα μέρος πολεμούσαν 40-45 χιλιάδες εργάτες, και από το άλλο τα κυβερνητικά στρατεύματα, η κινητή φρουρά και σώματα της εθνοφρουράς, που η συνολική τους δύναμη έφτανε τις 250.000 άνδρες.

Αν και οι εργάτες πολέμησαν ηρωικά, η προλεταριακή εξέγερση του Παρισιού συντρίφτηκε. Η εξέγερση του Ιούνη του 1848 είχε πολύ μεγάλη ιστορική σημασία. Ο Κ. Μαρξ την ονόμασε «πρώτη μεγάλη μάχη ανάμεσα στις δύο τάξεις που χωρίζεται η σύγχρονη κοινωνία. Ηταν ένας αγώνας, για να διατηρηθεί ή να συντριβεί το αστικό σύστημα».


Στο έργο του «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 έως το 1850», ο Κ. Μαρξ σημείωνε ανάμεσα σε άλλα:

«Η 25 του Φλεβάρη 1848 παραχώρησε στη Γαλλία τη δημοκρατία, η 25 του Ιούνη της επέβαλε την επανάσταση. Και ύστερα από τον Ιούνη η επανάσταση σήμαινε: ανατροπή της αστικής κοινωνίας, ενώ πριν από το Φλεβάρη, σήμαινε: ανατροπή της μορφής του κράτους.

Ο αγώνας του Ιούνη καθοδηγήθηκε από τη δημοκρατική ομάδα της αστικής τάξης. Με τη νίκη, η πολιτική εξουσία έπεσε αναγκαστικά στα χέρια της. Η κατάσταση πολιορκίας έριξε δίχως αντίσταση το δεμένο χειροπόδαρα Παρίσι στα πόδια της, ενώ στις επαρχίες επικρατούσε μια ηθική κατάσταση πολιορκίας, η απειλητική, κτηνώδης υπεροψία της νίκης των αστών και ο αχαλίνωτος φανατισμός των χωρικών για την ιδιοκτησία.

Από τα κάτω, λοιπόν, δεν υπήρχε κανένας κίνδυνος!

Μαζί με την επαναστατική δύναμη των εργατών τσακίστηκε και η πολιτική επιρροή των ρεπουμπλικάνων δημοκρατών, δηλαδή των μικροαστών δημοκρατών που αντιπροσωπεύονταν στην εκτελεστική επιτροπή από τον Λεντρί - Ρολέν, στη συντακτική εθνοσυνέλευση από το κόμμα των ορεινών1 και στον Τύπο από τη Ρεφόρμ2.

Στις 16 του Απρίλη είχαν συνωμοτήσει μαζί με τους αστούς δημοκράτες ενάντια στο προλεταριάτο, στις μέρες του Ιούνη είχαν πολεμήσει ενάντιά του μαζί με τους ίδιους.

Ετσι, μόνοι τους ανατίναξαν τη βάση πάνω στην οποία υψωνόταν το κόμμα τους σα δύναμη, γιατί η μικροαστική τάξη μπορεί τόσον καιρό μονάχα να κρατήσει μια επαναστατική στάση απέναντι στην αστική τάξη, όσο στέκεται πίσω της το προλεταριάτο.

Τους δώσανε τα παπούτσια στο χέρι. Η ψευτοσυμμαχία που κλείστηκε μ' αυτούς, απρόθυμα και υστερόβουλα την εποχή της προσωρινής κυβέρνησης και της εκτελεστικής επιτροπής καταγγέλθηκε ανοιχτά από τους αστούς δημοκράτες. Περιφρονημένοι και παραπεταμένοι σαν σύμμαχοι, ξεπέσανε στο δευτερεύοντα ρόλο των σωματοφυλάκων των τρίχρωμων δημοκρατών, από τους οποίους δεν μπορούσαν ν' αποσπάσουν καμιά παραχώρηση, που ήταν όμως υποχρεωμένοι να υποστηρίζουν την κυριαρχία των τρίχρωμων κάθε φορά που οι αντιδημοκρατικές αστικές ομάδες φαινόταν ότι διαμφισβητούσαν αυτήν την κυριαρχία και μαζί της τη δημοκρατία».

Η επαναστατική περίοδος της Γαλλίας 1848-49 ήταν ιδιαίτερα κρίσιμη όσο και τυπική, όχι μόνο γι' αυτήν τη χώρα, αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη. Ο Μαρξ, εκείνη την περίοδο, έχει λειψά στοιχεία στη διάθεσή του για τη διαρκώς μεταβαλλόμενη οικονομική κατάσταση και κατά συνέπεια έχει μιαν ιδιαίτερη δυσκολία να αναγάγει τα πολιτικά γεγονότα της περιόδου σε αποτελέσματα αιτιών που είναι σε τελευταία ανάλυση οικονομικά. Γι' αυτό, όπως λέει ο Φ. Ενγκελς, «η υλιστική μέθοδος θα υποχρεωθεί εδώ να περιορίζεται πολύ συχνά στα να ανάγει τις πολιτικές συγκρούσεις στους αγώνες συμφερόντων ανάμεσα στις υπάρχουσες κοινωνικές τάξεις ή ταξικές ομάδες που τις δημιούργησε η οικονομική εξέλιξη, και να δείχνει ότι τα διάφορα πολιτικά κόμματα είναι η λίγο ή πολύ αντίστοιχη πολιτική έκφραση των ίδιων αυτών τάξεων και ταξικών ομάδων». Η εξέλιξη των γεγονότων και η διασταύρωσή τους από τον ίδιο τον συγγραφέα δικαίωσε τα αρχικά συμπεράσματα του Κ. Μαρξ. Το γεγονός, δηλαδή, όπως γράφει ο Φ. Ενγκελς, «ότι η παγκόσμια εμπορική κρίση του 1847 ήταν η καθαυτό μητέρα των επαναστάσεων του Φλεβάρη και του Μάρτη, και ότι η βιομηχανική ευημερία που ξαναγύριζε βαθμιαία από τα μέσα του 1848 και έφτασε στην πλήρη άνθησή της το 1849 και το 1850, ήταν η ζωογόνα δύναμη της ευρωπαϊκής αντίδρασης, που ξαναδυνάμωσε». Αυτό το τελευταίο συμπέρασμα εδραιώθηκε με το πραξικόπημα του Λουδοβίκου Βοναπάρτη στις 2 του Δεκέμβρη 1851 και ο Μαρξ ασχολήθηκε πάλι με την ιστορία της Γαλλίας.

Ο Κ. Μαρξ έγραψε για τη συγκεκριμένη περίοδο σε δύο έργα του. Το ένα «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 έως το 1850», και το άλλο «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη». Σύντομα αποσπάσματα απ' αυτά τα δύο έργα παρουσιάζουμε σήμερα. Τα αποσπάσματα έχουν παρθεί από τις εκδόσεις των δύο έργων από τη «Σύγχρονη Εποχή».

1. Ορεινοί ονομάζονταν, στην περίοδο της επανάστασης του 1848, οι αντιπρόσωποι των μικροαστών δημοκρατών στη συντακτική συνέλευση και στη νομοθετική συνέλευση. Η ονομασία είναι παρμένη από την εποχή της μεγάλης Γαλλικής Επανάστασης, όπου την αριστερή πτέρυγα της συμβατικής την ονόμαζαν «όρος», γιατί οι αριστεροί αυτοί βουλευτές, στις συνεδριάσεις της συμβατικής, κάθονταν στο βάθος, στις ψηλότερες έδρες. «Το κόμμα των ορεινών, το 1848, αντιπροσώπευε αντίθετα μια μάζα που ταλαντευόταν ανάμεσα στην αστική τάξη και στο προλεταριάτο» (Μαρξ). Οι ορεινοί αυτοί δεν ήταν παρά μια αξιοθρήνητη παρωδία του «όρους» (σημ. τ. μετ.).

2. Reforme (Ρεφόρμ): Οργανο του κόμματος των ορεινών στα 1848 (σημ. τ. μετ).

Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 έως το 1850

ΙΙ. 13 ΤΟΥ ΙΟΥΝΗ 1849

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ

Από το 1830, η αστικοδημοκρατική ομάδα, με τους συγγραφείς της, τους εκπροσώπους της, τις αξίες της, τις φιλοδοξίες της, τους βουλευτές της, τους στρατηγούς της, τους τραπεζίτες και τους δικηγόρους της, συγκεντρώθηκε γύρω από μια παρισινή εφημερίδα, τη Νασιονάλ. Η εφημερίδα αυτή είχε τις δικές της εκδόσεις στις επαρχίες. Η κλίκα της Νασιονάλ ήταν η δυναστεία της τρίχρωμης δημοκρατίας. Κατέλαβε αμέσως όλα τα κρατικά αξιώματα, τα υπουργεία, τη διεύθυνση της αστυνομίας, τη διεύθυνση των ταχυδρομείων, τις θέσεις των νομαρχών, τις θέσεις των ανώτερων αξιωματικών που είχαν μείνει κενές στο στρατό. Επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας βρισκόταν ο στρατηγός της, ο Καβενιάκ, και ο αρχισυντάκτης της Μαράστ έγινε ο μόνιμος πρόεδρος της συντακτικής εθνοσυνέλευσης. Στα σαλόνια του, σαν τελετάρχης, απέδιδε τιμές εξ ονόματος της «καθώς πρέπει» δημοκρατίας.

(...)

Η πρώτη πράξη της συντακτικής εθνοσυνέλευσης ήταν ο διορισμός μιας ανακριτικής επιτροπής για τα γεγονότα του Ιούνη και της 15ης του Μάη, και για τη συμμετοχή των ηγετών του σοσιαλιστικού και του δημοκρατικού κόμματος στα γεγονότα αυτών των ημερών. Η ανάκριση στρεφόταν άμεσα ενάντια στον Λουί Μπλαν, τον Λεντρί - Ρολέν και τον Κοσιντιέρ. Οι αστοί δημοκράτες φλογίζονταν από ανυπομονησία να ξεφορτωθούν τους αντιπάλους αυτούς. Την ικανοποίηση της μνησικακίας τους δεν μπορούσαν να την εμπιστευθούν σε πιο κατάλληλο υποκείμενο από τον κ. Οντιλόν Μπαρό, τον πρώην αρχηγό της δυναστικής αντιπολίτευσης, την ενσάρκωση του φιλελευθερισμού, το μεγαλόπρεπο μηδενικό (nullite grave), την εμβριθή επιπολαιότητα που δεν είχε να εκδικηθεί μονάχα μια δυναστεία, αλλά και να ζητήσει λογαριασμό από τους επαναστάτες για τη ματαίωση μιας πρωθυπουργίας.


(...)

Το σχέδιο για φορολογία του κεφαλαίου, που είχε συλλάβει η προσωρινή κυβέρνηση και που το υιοθέτησε ξανά ο Γκουτσό - με τη μορφή ενός ενυπόθηκου δανείου - απορρίφθηκε από τη συντακτική συνέλευση. Ο νόμος που περιόριζε τη μέρα εργασίας σε δέκα ώρες καταργήθηκε. Η φυλάκιση για χρέη μπήκε ξανά σ' εφαρμογή, αποκλείστηκε η συμμετοχή στο σώμα των ενόρκων μεγάλου τμήματος του γαλλικού πληθυσμού που δεν ξέρει ούτε ανάγνωση, ούτε γραφή. Γιατί όχι κι από το δικαίωμα ψήφου; Ξαναεφαρμόστηκε η κατάθεση χρηματικής εγγύησης για τις εφημερίδες. Περιορίστηκε το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι.

Στη βιασύνη τους όμως να ξαναδώσουν πίσω στις παλιές αστικές σχέσεις τις παλιές τους εγγυήσεις και να εξαλείψουν κάθε ίχνος που άφησαν πίσω τους τα κύματα της επανάστασης, οι αστοί δημοκράτες σκόνταψαν σε μιαν αντίσταση που τους «απειλούσε» με αναπάντεχο κίνδυνο.

Κανένας δεν είχε αγωνιστεί στις μέρες του Ιούνη για τη σωτηρία της ιδιοκτησίας και για την αποκατάσταση της πίστης πιο φανατικά από τους Παρισινούς μικροαστούς - τους καφετζήδες, τους εστιάτορες, τους ταβερνιάρηδες, τους μικρεμπόρους, πραματευτάδες, επαγγελματίες κ.λπ. Το μαγαζί ανασκουμπώθηκε και βάδισε ενάντια στο οδόφραγμα για ν' αποκαταστήσει την κυκλοφορία που οδηγεί από το δρόμο στο μαγαζί. Πίσω όμως από το οδόφραγμα στέκονταν οι πελάτες κι οι οφειλέτες, μπρος του οι πιστωτές του μαγαζιού. Κι όταν τα οδοφράγματα γκρεμίστηκαν και οι εργάτες συντρίφτηκαν, κι όταν οι μαγαζάτορες, μεθυσμένοι από τη νίκη, έτρεξαν πίσω στα μαγαζιά τους, βρήκαν την είσοδο φραγμένη από ένα σωτήρα της ιδιοκτησίας, έναν επίσημο πράκτορα της πίστης, που τους παρουσίαζε τις απειλητικές επιστολές: ληξιπρόθεσμο γραμμάτιο! ληξιπρόθεσμο νοίκι! ληξιπρόθεσμη τραβηχτική! χρεοκοπημένο μαγαζί! χρεοκοπημένος μαγαζάτορας!


Διάσωση της ιδιοκτησίας! Ομως το σπίτι όπου κατοικούσαν δεν ήταν ιδιοκτησία τους. Το μαγαζί που φυλάγανε δεν ήταν ιδιοκτησία τους. Τα εμπορεύματα που πουλούσαν δεν ήταν ιδιοκτησία τους. Ούτε το μαγαζί τους, ούτε το πιάτο όπου τρώγανε, ούτε το κρεβάτι όπου κοιμούνταν ανήκαν πια σ' αυτούς. Απ' αυτούς ακριβώς έμπαινε ζήτημα να σωθεί αυτή η ιδιοκτησία προς όφελος του ιδιοκτήτη που τους είχε νοικιάσει το σπίτι, του τραπεζίτη που τους είχε προεξοφλήσει το γραμμάτιο, του κεφαλαιούχου που τους είχε δανείσει μετρητά χρήματα, του εργοστασιάρχη που είχε εμπιστευθεί σ' αυτούς τους λιανοπωλητές εμπορεύματα για πούληση, προς όφελος του μεγαλέμπορα που είχε δώσει επί πιστώσει τις πρώτες ύλες σ' αυτούς τους επαγγελματίες. Αποκατάσταση της πίστης! Μα η ξαναδυναμωμένη πίστη αποδείχτηκε ένας ζωηρός και γεμάτος ζήλο θεός, ακριβώς γιατί έδιωξε από τους τέσσερις τοίχους του τον αναξιόχρεο οφειλέτη μαζί με τη γυναίκα και τα παιδιά του, παραδίνοντας την εικονική ιδιοκτησία του στο κεφάλαιο και ρίχνοντας τον ίδιο στη φυλακή για χρέη, στη φυλακή που ξαναϋψώθηκε απειλητικά πάνω από τα πτώματα των εξεγερμένων του Ιούνη.

Οι μικροαστοί είδαν με τρόμο ότι τσακίζοντας τους εργάτες παραδώσανε τους εαυτούς τους χωρίς αντίσταση στα χέρια των πιστωτών τους. Η χρεοκοπία τους, που από το Φλεβάρη και ύστερα κέρδιζε χρόνο και που είχε φαινομενικά αγνοηθεί, κηρύχτηκε ανοιχτά ύστερα από τον Ιούνη.


Η ονομαστική ιδιοκτησία τους είχε αφεθεί απείραχτη τόσο καιρό, όσο χρειαζόταν για να τους οδηγήσουν στο πεδίο της μάχης, εν ονόματι της ιδιοκτησίας. Τώρα που είχε ξεκαθαριστεί ο μεγάλος λογαριασμός με το προλεταριάτο, μπορούσε να ξαναξεκαθαριστεί κι ο μικρός λογαριασμός με τον μπακάλη. Στο Παρίσι, το συνολικό ποσό των γραμματίων που εκκρεμούσε η πληρωμή τους ήταν πάνω από 21 εκατομμύρια φράγκα, στις επαρχίες πάνω από 11 εκατομμύρια. Οι ιδιοκτήτες άνω των 7.000 εμπορικών επιχειρήσεων του Παρισιού δεν είχαν πληρώσει το νοίκι τους από το Φλεβάρη.

(...)

Στο πρώτο σχέδιο Συντάγματος που καταρτίστηκε πριν από τις μέρες του Ιούνη, βρισκόταν ακόμα το «droit au travail», το δικαίωμα στην εργασία, η πρώτη αδέξια διατύπωση όπου συνοψίζονται οι επαναστατικές αξιώσεις του προλεταριάτου. Αυτό μετατράπηκε στο droit a l' assistance, στο δικαίωμα να παίρνει βοήθημα απ' το δημόσιο. Και ποιο σύγχρονο κράτος δεν τρέφει τους απόρους του με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο; Το δικαίωμα στην εργασία είναι, με την αστική έννοια, ένας παραλογισμός, ένας άθλιος, ευσεβής πόθος. Πίσω όμως απ' το δικαίωμα στην εργασία κρύβεται η βία πάνω στο κεφάλαιο, πίσω απ' τη βία πάνω στο κεφάλαιο η ιδιοποίηση των μέσων παραγωγής, η υπαγωγή τους στην οργανωμένη εργατική τάξη, επομένως, η κατάργηση της μισθωτής εργασίας, του κεφαλαίου και των αμοιβαίων σχέσεών τους. Πίσω απ' το «δικαίωμα στην εργασία» βρισκόταν η εξέγερση του Ιούνη. Η συντακτική συνέλευση, που έθετε ουσιαστικά το επαναστατικό προλεταριάτο εκτός νόμου, ήταν για λόγους αρχής υποχρεωμένη να βγάλει τη διατύπωση του δικαιώματος εργασίας απ' το Σύνταγμα, αυτό το νόμο των νόμων, ήταν υποχρεωμένη να ρίξει το ανάθεμα στο «δικαίωμα στην εργασία».

Στις 21 του Μάρτη, στην ημερήσια διάταξη της εθνοσυνέλευσης βρισκόταν το νομοσχέδιο του Φοσέ ενάντια στο δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι: Η κατάργηση των λεσχών. Το άρθρο 8 του Συντάγματος εγγυάται σ' όλους τους Γάλλους το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι. Η απαγόρευση των λεσχών ήταν, λοιπόν, μια αναμφισβήτητη παραβίαση του Συντάγματος, και η συντακτική η ίδια έπρεπε να ευλογήσει τη βεβήλωση των αγίων της. Οι λέσχες όμως ήταν τα σημεία συγκέντρωσης, τα συνωμοτικά κέντρα του επαναστατικού προλεταριάτου. Η ίδια η εθνοσυνέλευση είχε απαγορεύσει το συνασπισμό των εργατών ενάντια στους κεφαλαιοκράτες τους. Και οι λέσχες, τι άλλο ήταν παρά ένας συνασπισμός ολόκληρης της εργατικής τάξης ενάντια σ' ολόκληρη την αστική τάξη, η συγκρότηση ενός εργατικού κράτους ενάντια στο αστικό κράτος; Μήπως δεν ήταν άλλες τόσες συντακτικές συνελεύσεις του προλεταριάτου και άλλες τόσες ετοιμοπόλεμες στρατιωτικές μονάδες της εξέγερσης; Εκείνο που έπρεπε πριν απ' όλα να θεσπίσει το Σύνταγμα, ήταν η κυριαρχία της αστικής τάξης. Είναι φανερό, λοιπόν, πως με το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι, το Σύνταγμα μπορούσε να εννοεί μόνο τα σωματεία που βρίσκονταν σε αρμονία με την κυριαρχία της αστικής τάξης, δηλαδή με το αστικό καθεστώς. Αν, για λόγους θεωρητικής ευπρέπειας, το Σύνταγμα εκφραζόταν γενικά, δεν υπήρχαν τάχα η κυβέρνηση και η εθνοσυνέλευση για να το ερμηνεύσουν και να το εφαρμόσουν σε κάθε ειδική περίπτωση; Και αν στην προκατακλυσμιαία εποχή της δημοκρατίας, οι λέσχες απαγορεύονταν ουσιαστικά από την κατάσταση πολιορκίας, δε θα έπρεπε μήπως ν' απαγορεύονται από το νόμο, στην ταχτοποιημένη, συγκροτημένη δημοκρατία; Οι τρίχρωμοι δημοκράτες δεν είχαν τίποτε άλλο ν' αντιτάξουν σ' αυτή την πεζή ερμηνεία του Συντάγματος εκτός από την εμφαντική φρασεολογία του Συντάγματος. Ενα μέρος απ' αυτούς, οι Πανιέρ, Ντικλέρ κ.λπ., ψήφισαν για την κυβέρνηση και της εξασφάλισαν έτσι την πλειοψηφία. Το άλλο μέρος, με τον αρχάγγελο Καβενιάκ και τον πατέρα της εκκλησίας Μαράστ επικεφαλής, όταν εγκρίθηκε το άρθρο για την απαγόρευση των λεσχών, αποσύρθηκε σε μια ιδιαίτερη αίθουσα του γραφείου, μαζί με τον Λεντρί - Ρολέν και τους ορεινούς - «και αντάλλαξαν γνώμες». Η εθνοσυνέλευση είχε παραλύσει: Δεν είχε πια απαρτία. Στην κατάλληλη στιγμή, στα γραφεία της επιτροπής, ο κ. Κρεμιέ θυμήθηκε ότι από δω μπορεί κανείς να πάει κατευθείαν στο δρόμο, κι ότι τώρα δεν ήταν πια Φλεβάρης του 1848, αλλά Μάρτης του 1849. Το κόμμα της Νασιονάλ, ξαφνικά φωτίστηκε και γύρισε πίσω στην αίθουσα των συνεδριάσεων της εθνοσυνέλευσης και από πίσω του ακολούθησαν οι ορεινοί, εξαπατημένοι για μιαν ακόμα φορά, που ενώ τυραννιούνταν διαρκώς από επαναστατικές διαθέσεις, επιζητούσαν επίσης διαρκώς συνταγματικές δυνατότητες κι ένιωθαν τον εαυτό τους ακόμα περισσότερο στη θέση του όταν βρίσκονταν πίσω από τους αστούς δημοκράτες παρά όταν βρίσκονταν μπροστά στο επαναστατικό προλεταριάτο. Ετσι παίχτηκε η κωμωδία. Και η συντακτική η ίδια είχε θεσπίσει ότι η παραβίαση του γράμματος του Συντάγματος αποτελεί τη μόνη πιστή πραγματοποίηση του πνεύματός του.

Δεν έμενε να κανονιστεί παρά ένα μόνο σημείο, η σχέση της συγκροτημένης δημοκρατίας με την ευρωπαϊκή επανάσταση, η εξωτερική πολιτική της. Στις 8 του Μάη 1849 επικρατούσε μια ασυνήθιστη έξαψη στη συντακτική, που ζούσε τις τελευταίες της μέρες. Η επίθεση του γαλλικού στρατού ενάντια στη Ρώμη, η απόκρουσή του από τους Ρωμαίους, η πολιτική του ατίμωση και η στρατιωτική του καταισχύνη, η άνανδρη δολοφονία της δημοκρατίας της Ρώμης από τη γαλλική δημοκρατία, δηλαδή η πρώτη ιταλική εκστρατεία του δεύτερου Βοναπάρτη βρισκόταν στην ημερήσια διάταξη. Οι ορεινοί είχαν για μιαν ακόμα φορά παίξει το μεγάλο τους ατού: Ο Λεντρί - Ρολέν είχε καταθέσει στο προεδρικό τραπέζι την απαραίτητη μήνυση ενάντια στην κυβέρνηση, κι αυτή τη φορά ενάντια και στον Βοναπάρτη, για παραβίαση του Συντάγματος.

(...)

Στις 28 του Μάη συνήλθε η νομοθετική συνέλευση. Στις 11 του Ιούνη επαναλήφθηκε η σύγκρουση της 8 του Μάη και, στο όνομα των ορεινών, ο Λεντρί - Ρολέν έκανε μήνυση ενάντια στον πρόεδρο και την κυβέρνηση για παραβίαση του Συντάγματος, για το βομβαρδισμό της Ρώμης. Στις 12 του Ιούνη, η νομοθετική συνέλευση απέρριψε τη μήνυση ακριβώς όπως την είχε απορρίψει στις 11 του Μάη η συντακτική συνέλευση, μα τη φορά αυτή το προλεταριάτο έσπρωξε τους ορεινούς στους δρόμους, όχι όμως σε οδομαχίες, αλλά μονάχα σε μια παρέλαση. Αρκεί να ειπωθεί ότι οι ορεινοί βρίσκονταν επικεφαλής αυτής της κίνησης, για να ξέρουμε ότι το κίνημα νικήθηκε και ότι ο Ιούνης του 1849 ήταν μια γελοιογραφία τόσο καταγέλαστη όσο και τιποτένια του Ιούνη του 1848. Η μεγάλη υποχώρηση της 13 του Ιούνη δεν επισκιάστηκε παρά από την ακόμα μεγαλύτερη έκθεση της μάχης του Σανγκαρνιέ, του μεγάλου άνδρα που ξεφούρνισε το κόμμα της τάξης. Κάθε κοινωνική εποχή χρειάζεται τους μεγάλους άνδρες της κι όταν δεν τους βρίσκει, τους εφευρίσκει, όπως λέει κι ο Ελβέτιος.

Στις 20 του Δεκέμβρη υπήρχε μονάχα το πρώτο μισό της συγκροτημένης αστικής δημοκρατίας, ο πρόεδρος. Στις 28 του Μάη συμπληρώθηκε με το άλλο μισό, με τη νομοθετική συνέλευση. Τον Ιούνη του 1848 η διαμορφωμένη αστική δημοκρατία είχε χαράξει τη μέρα της γέννησής της στο μητρώο της Ιστορίας με μιαν απερίγραπτη μάχη ενάντια στο προλεταριάτο, και τον Ιούνη του 1849, την είχε χαράξει η συγκροτημένη αστική δημοκρατία με μιαν ακατονόμαστη κωμωδία που έπαιξε με τη μικροαστική τάξη. Ο Ιούνης του 1849 ήταν η Νέμεση του Ιούνη του 1848. Τον Ιούνη του 1849 δε νικήθηκαν οι εργάτες, μα πέσανε οι μικροαστοί που στέκονταν ανάμεσα σ' αυτούς και στην επανάσταση. Ο Ιούνης του 1849 δεν ήταν η αιματηρή τραγωδία ανάμεσα στη μισθωτή εργασία και στο κεφάλαιο, μα το γεμάτο με φυλακές αξιοθρήνητο δράμα, που παίχτηκε ανάμεσα στον οφειλέτη και τον πιστωτή. Το κόμμα της τάξης είχε νικήσει, ήταν παντοδύναμο, έπρεπε τώρα να δείξει τι ήταν!



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ