Κυριακή 19 Σεπτέμβρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΕΜΦΥΛΙΟΣ (1941 - 1949)
Ο χαρακτήρας του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου

Αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης
Αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης

Οι μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις (Βρετανία κ.ά.) είδαν στο πρόσωπο του χιτλερικού φασισμού το πιο κατάλληλο και ισχυρό όπλο του καπιταλισμού για το κτύπημα της Σοβιετικής Ενωσης και την ανατροπή της εργατικής εξουσίας. Ομως, ήσαν τόσο οξυμένες οι αντιθέσεις ανάμεσα στα καπιταλιστικά κράτη, της Γερμανίας - Ιταλίας κ.ά. από τη μια, και της Βρετανίας - ΗΠΑ κ.ά. από την άλλη, που έστρεψαν τελικά τη μια πλευρά εναντίον της άλλης, παρά το γεγονός ότι ο στόχος όλων ήταν η Σοβιετική Ενωση.

Αν και η Σοβιετική Ενωση επέμενε στην πραγματοποίηση αντιχιτλερικής συμφωνίας χρόνια πριν, οι Αγγλοαμερικανοί συνήψαν με τη Σοβιετική Ενωση αντιχιτλερική συμμαχία μόνο όταν σημειώθηκε στροφή στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (μετά τη μάχη του Στάλινγκραντ) και άρχισε η επέλαση του Κόκκινου Στρατού, που είχε πάρει στο κατόπι τις γερμανικές στρατιές. Ομως και πάλι δε σταμάτησαν οι μυστικές συζητήσεις ανάμεσα στη Γερμανία και στις μη φασιστικές καπιταλιστικές κυβερνήσεις, πάντα με στόχο τη Σοβιετική Ενωση.

Επιτεύχθηκε, λοιπόν, μια συμμαχία, που ήταν ηλίου φαεινότερο ότι είχε βραχύβιο χαρακτήρα. Την ημερομηνία λήξης της καθόριζε ο χρόνος της φασιστικής ήττας. Ωστόσο, η ταξική αντίθεση ανάμεσα στον καπιταλισμό και στο σοσιαλισμό δεν ήταν δυνατό να εξαφανισθεί. Συνέχιζε να υπάρχει και να λειτουργεί, που σήμαινε ότι το «αντιφασιστικό» περιεχόμενο που έδινε στην πάλη της η κάθε συμμαχική πλευρά, δεν ήταν το ίδιο.

Ο Κόκκινος Στρατός μοιράζει όπλα στους Σοβιετικούς πολίτες. για να χτυπήσουν τους ναζιστές εισβολείς
Ο Κόκκινος Στρατός μοιράζει όπλα στους Σοβιετικούς πολίτες. για να χτυπήσουν τους ναζιστές εισβολείς
Η προσφορά της Σοβιετικής Ενωσης στη συντριβή του φασισμού υπήρξε καθοριστική. Μόνο οι νεκροί της φτάνουν στο ανατριχιαστικό ύψος των είκοσι δύο εκατομμυρίων! Υπολογίζεται ότι, μαζί με τους τραυματίες και τους αρρώστους, ο συνολικός αριθμός των θυμάτων αγγίζει τα τριάντα εκατομμύρια! Πέρα από τις τρομακτικές καταστροφές που υπέστησαν χιλιάδες πόλεις, χωριά και υποδομές.

Η στρατιωτική μηχανή της ΕΣΣΔ, που μπόρεσε να γίνει ισχυρότατη ως αποτέλεσμα της πολιτικής της εκβιομηχάνισης και της κολλεκτιβοποίησης, στηριζόταν πρωταρχικά στον πρωτοποριακό ρόλο του Κομμουνιστικού Κόμματος, στην οργάνωση του εργατικού κράτους, καθώς και σε ένα τεράστιο πολύμορφο δίκτυο οργάνωσης των λαϊκών μαζών. Οπως έγραψε ο καθηγητής ιστορίας Γιώργος Μαργαρίτης («ΤΑ ΝΕΑ» 21 - 22 Αυγούστου 2004), «οι οργανωτικές και μαχητικές επιδόσεις του σοβιετικού στρατού θα ήσαν ίσως ανεξήγητες, αν δε συνοδεύονταν από αντίστοιχες στην πολιτική και κοινωνική οργάνωση. Αν, επίσης, δε συνοδεύονταν από μια εκτεταμένη συναίνεση και υποστήριξη των μηχανισμών του καθεστώτος από τη μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού».

Κατοχικές κυβερνήσεις - Τάγματα Ασφαλείας

Οταν ο Ιωάννης Δ. Ράλλης, σε συνεργασία με τις Γερμανικές Αρχές, ανέλαβε την 7η Απριλίου 1943 να σχηματίσει κυβέρνηση (η τρίτη Κατοχική), είχε έναν ξεκάθαρο στόχο, τον οποίο ο ίδιος υπογράμμισε και αργότερα στην απολογία του στο δικαστήριο των δοσιλόγων: «...είχον επιτακτικόν καθήκον να αποτρέψω από την Ελλάδα τον παντελή όλεθρον εξ ου ηπειλείτο, τον εκ της ανατροπής του κοινωνικού της καθεστώτος...» («Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου», σελ. 28, ΑΘΗΝΑΙ 1947).

Η Ηλέκτρα Αποστόλου, ηρωίδα της Εθνικής Αντίστασης
Η Ηλέκτρα Αποστόλου, ηρωίδα της Εθνικής Αντίστασης
Αυτή η έγνοια δε βάραινε στη σκέψη μόνο του Ράλλη και στο τμήμα του αστικού πολιτικού κόσμου που στήριξε ανοιχτά την κυβέρνησή του. Είχε την άμεση ή έμμεση επιδοκιμασία και αστών πολιτικών που δεν πήραν μέρος στις κατοχικές κυβερνήσεις, ή κρατούσαν φαινομενικά αποστάσεις από αυτές. Ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός (μετέπειτα αντιβασιλεύς) όρκισε την κυβέρνηση Ράλλη, ενώ στη δίκη των δοσιλόγων ο αρχηγός του κόμματος των «Φιλελευθέρων» Θεμ. Σοφούλης βεβαίωσε το δικαστήριο ότι ο Ράλλης «εθνικώς πολιτεύθη».

Πολιτική κάλυψη στην κυβέρνηση Ράλλη έδωσαν με τις καταθέσεις τους στη δίκη ο Γ. Καφαντάρης και άλλοι αστοί πολιτικοί, όπως οι Κ. Ρέντης, Δημ. Μάξιμος, Ιωάννης Θεοτόκης, Γεωργ. Στράτος, Δημ. Γιαννόπουλος, ενώ ο Θεόδωρος Πάγκαλος πιστοποίησε ότι «όλοι οι αρχηγοί κομμάτων συνεφώνουν επί της ανάγκης υπάρξεως κυβερνήσεως» (ό.π., σελ. 24). (Να σημειωθεί ότι ο Θ. Πάγκαλος και ο πρώην πρωθυπουργός Στυλ. Γονατάς ήσαν πρωτεργάτες της δημιουργίας των Ταγμάτων Ασφαλείας).

Είναι δευτερεύουσας σημασίας, σε σχέση με τον κύριο, οι λόγοι που κατά μία άποψη οδήγησαν τους τρεις πρωθυπουργούς της Κατοχής και πολλούς άλλους να συνεργαστούν με τους Γερμανούς. «...συναίνεσαν στην κατοχή είτε για προσωπικό όφελος, είτε επειδή πίστευαν ότι οι Γερμανοί είχαν κερδίσει τον πόλεμο, είτε επειδή δεν έβλεπαν άλλη ελπίδα επιβιώσεως» (Κρις Γουντχάουζ, «Το μήλο της έριδος», σελ. 51, εκδόσεις ΕΞΑΝΤΑΣ).

Οι Γερμανοί κατακτητές είχαν ανάγκη κυβερνήσεων, που θα τις αποτελούσαν Ελληνες, οι οποίοι θα έβαζαν «πλάτη» στην καθυπόταξη του λαού, στην καταστολή του, αλλά είχαν ανάγκη και από κάποια διοίκηση που θα ασκούσε τις λειτουργίες του αστικού κράτους. Από την άλλη, η αστική τάξη της Ελλάδας, επίσης, είχε συμφέρον από τα παραπάνω, προσβλέποντας στη διατήρηση της κυριαρχίας της μετά τον πόλεμο. Βασική προϋπόθεση γι' αυτό ήταν η συνέχιση και ενίσχυση του κράτους κατά την περίοδο της Κατοχής.

Δεκέμβρης 1944: Η κηδεία των θυμάτων της ένοπλης επίθεσης (Δεκεμβριανά). Χαρακτικό του Τάσσου
Δεκέμβρης 1944: Η κηδεία των θυμάτων της ένοπλης επίθεσης (Δεκεμβριανά). Χαρακτικό του Τάσσου
Είναι αξιοθαύμαστη η ταξική συνέπεια της αστικής τάξης, όπως εκδηλώθηκε εκείνα τα χρόνια. Σε συνθήκες που ένα κομμάτι του κρατικού μηχανισμού μετακόμιζε στο εξωτερικό και αυτό που απέμεινε είχε κουτσουρευτεί εξαιτίας της Κατοχής, η αστική τάξη επέμενε στη διατήρηση και ενίσχυση του κράτους της μετερχόμενη όλων των μέσων.

Ελεγε ως προς αυτό ο Ι. Ράλλης: «Αλλά το κράτος, κύριοι δικασταί, δεν παύει υπάρχον και μετά την κατοχήν, αποτελούσαν άλλως τε, καθ' ομόφωνον διεθνή γνώμην, προσωρινήν όλως κατάστασιν» (ό.π., 14). «Εχον όθεν το κατά την κατοχήν υπάρχον κράτος το δικαίωμα και την υποχρέωσιν να ζη, έχει ανάγκην νόμων, διαταγμάτων, πιστώσεων, πράξεων. Λοιπόν, αυτά όλα ποιος θα τα έκαμνε;» (ό.π.). «Μάλιστα δε, όταν αι αρχαί της κατοχής λέγουν "ενεργήσατε όπως θέλετε ως προς τα κυριαρχικά σας δικαιώματα, τα οποία δε θέλω να θίξω, εφ' όσον οι πολεμικοί μου σκοποί δεν παρακωλύονται εκ των σχετικών ενεργειών σας", δεν βλέπω ότι έχει συμφέρον το υπό κατοχήν κράτος να είπη: "Οχι, δι' όνομα του Θεού"...» (ό.π., σελ. 30). Το μέλημα, λοιπόν, ήταν το κράτος. Το κράτος, ανεξάρτητα από την έκβαση του πολέμου.

Και πράγματι, το αστικό κράτος λειτούργησε σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής, ενισχύοντας πιο ωμά τον κατασταλτικό χαρακτήρα του εναντίον του λαού. Η Ειδική Ασφάλεια και όλοι οι ανάλογοι μηχανισμοί διέπρεψαν σε δολοφονικές επιδόσεις. Στην Ειδική Ασφάλεια δολοφονήθηκε μετά από φρικτά βασανιστήρια η Ηλέκτρα Αποστόλου, από Ελληνες (Λάμπου κ.ά.), καθώς και χιλιάδες που μαρτύρησαν στο κολαστήριο της οδού Μέρλιν.

«Τσολιάδες» του Ι. Ράλλη συνοδεύουν Ελληνες πατριώτες που έπιασαν σε μπλόκο της Αθήνας, για να τους παραδώσουν στα Ες Ες
«Τσολιάδες» του Ι. Ράλλη συνοδεύουν Ελληνες πατριώτες που έπιασαν σε μπλόκο της Αθήνας, για να τους παραδώσουν στα Ες Ες
Αλλά το κράτος ήταν κύριο μέλημα και των άλλων αστών πολιτικών, αυτών που είχαν συγκροτήσει την κυβέρνηση του Καΐρου. Ο Θεμ. Τσάτσος, υπουργός της Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση «Εθνικής Ενώσεως» έκανε τις ακόλουθες δηλώσεις την 9η Ιουνίου 1944: «...ούτω και εις την υπηρεσίαν του υπουργείου της Δικαιοσύνης πρέπει να επικρατήση το αίσθημα ότι απαρεγκλίτως άκαμπτος θα είναι η θέλησις προς εργασίαν και προς επιβολήν της τάξεως. Εκ της θελήσεως ταύτης θα προκύψη η έννοια του κράτους. Οσοι θέλουν να συμμορφωθούν προς την τοιαύτην έννοιαν του κράτους, θα έχουν στάδιον δράσεως. Οσοι θελήσουν να επιμείνουν εις τας κτηθείσας κακάς έξεις, θα παραμεριστούν και εάν επιμείνουν θα συντριβούν» (Θεμ. Δ. Τσάτσου: «Αι παραμοναί της απελευθερώσεως», σελ. 55, εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ). Και όπως είναι επόμενο, συνέδεε αυτά τα λόγια με τα παρακάτω: «Ητο πνεύμα διαποτισμένον από την θέλησιν να φθάσωμεν εις την απελεύθερωσιν του ελληνικού λαού από τον εχθρόν, την εαμικήν τρομοκρατίαν και την συσσωρευθείσαν δυστυχίαν διά της εθνικής ενώσεως» (ό.π., σελ. 57), (υπογράμμιση Μ.Μ.).

Ομως, η ύπαρξη και ενίσχυση του κράτους απαιτούσε και τη δημιουργία του ενόπλου τμήματός του. Σε καμιά περίπτωση δεν επαρκούσε ο στρατός που βρισκόταν στη Μέση Ανατολή, που άλλωστε θα μπορούσε να παίξει τον κύριο ρόλο υπέρ της αστικής τάξης μετά την Κατοχή. Επρεπε να δημιουργηθεί στρατός εδώ, στο εσωτερικό. Γιατί εδώ βρισκόταν η απειλή. Ετσι, οι αστοί πολιτικοί με άκρα κυνικότητα ομολόγησαν τους σκοπούς τους, συκοφαντώντας ταυτόχρονα τους αντιπάλους τους, δηλαδή το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, κάνοντας λόγο για «ερυθρούς δολοφόνους»!

Για «ερυθρούς δολοφόνους» μιλούσε και ο Ι. Ράλλης, εξηγώντας γιατί επέμενε και τελικά δημιούργησε μαζί με τις γερμανικές αρχές τα περιβόητα Τάγματα Ασφαλείας. Είπε στην απολογία του: «...ο αρχικός μου σκοπός της συγκροτήσεως των ευζωνικών σχηματισμών υπήρξεν η ανάγκη σχηματισμού μικράς τινός στρατιωτικής δυνάμεως μελλούσης να χρησιμεύση ως πυρήν του κατά την ειρήνην μέλλοντος να σχηματισθή εθνικού μας στρατού, πυρήνος απολύτως αναγκαίου... κατ' Απρίλιον 1943 επέμενον έτι περισσότερον επί της ανάγκης σχηματισμού των μικρών αυτών Ελληνικών τμημάτων, διότι εμφανώς πλέον έβλεπαν τας προθέσεις του ΕΑΜ και εθεώρουν ότι ήτο απαραίτητος ανάγκη να υπάρχουν τμήματα απολύτως εθνικιστικά, δυνάμενα να αντιπαλαίσουν κατά των καταχθόνιων σκοπών του κομμουνισμού» (ό.π. σελ. 59). Και όπως παρατήρησε ο Κρις Γουντχάουζ, υπαρχηγός της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής στην Ελλάδα κατά την περίοδο της Κατοχής, «...τα Τάγματα Ασφαλείας με μεγάλη τους ευχαρίστηση θα έδειχναν την αφοσίωσή τους στις νέες ελληνικές αρχές, όπως την είχαν δείξει και στις παλιές» (Κρις Γουντχάουζ, ό.π., σελ. 321).

Οτι τα Τάγματα Ασφαλείας αποτέλεσαν ένα ακόμη οπλισμένο γερμανικό χέρι, είναι πέρα από κάθε αμφιβολία. Βρισκόντουσαν υπό γερμανική διοίκηση. Τα όπλα τους ήσαν γερμανικά. Με τον γερμανικό στρατό διενεργούσαν από κοινού επιθέσεις, εφόδους, συλλαμβάνανε αιχμαλώτους, έκαιγαν, βασάνιζαν, δολοφονούσαν. Ωστόσο, δε νομίζουμε ότι «ο δοσιλογισμός, δε συνειδητοποίησε ποτέ τον ρόλο των Ταγμάτων Ασφαλείας στη διχαστική στρατηγική των Γερμανών», όπως γράφτηκε από έγκριτο ιστορικό. Οχι απλώς τον συνειδητοποίησε, αλλά και την αξιοποίησε όσο μπορούσε, για λόγους ταξικούς, που τότε τους υπηρετούσε με την ένταξή του στη στρατηγική των Γερμανών.

Οπως είναι και πέρα από κάθε αμφιβολία ότι για τον ίδιο λόγο και οι Εγγλέζοι είχαν επαφές με τα Τάγματα Ασφαλείας, ενίσχυαν την ένταξη ατόμων σε αυτά, ενώ εφοδίαζαν τα Τάγματα Ασφαλείας και με όπλα που στέλνονταν από τη Μ. Ανατολή. Ο στρατηγός Τσακαλώτος είναι αποκαλυπτικός: «Τα όπλα παρελήφθησαν νύχτα κοντά στις ακτές της Μονής Κερατέας και μετεφέρθησαν εις Αθήνας, τα δε τμήματα της οργανώσεως Χ και αι δεκάδες των αξιωματικών, οι οποίοι διετέθησαν, εξετέλεσαν το καθήκον των μετά αυτοθυσίας και τόλμης παραδειγματικής» (Σπ. Γασπαρινάτου «Η κατοχή», τ. Α, σελ. 224, εκδόσεις Ι. Σιδέρης).

Το γεγονός ότι οι Βρετανοί αποδοκίμασαν στη Συμφωνία της Καζέρτας τα Τάγματα Ασφαλείας, αποτελούσε καθαρά έναν ελιγμό, προκειμένου να τσουβαλιάσουν το ΚΚΕ - ΕΑΜ, που έθεταν αυτόν τον όρο. Σε έκθεσή του στο Φόρεϊν Οφφις ο Κρις Γουντχάουζ υποστήριζε: «Η πόρτα θα πρέπει να αφεθεί ανοικτή στους αξιωματικούς και άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας, που αντιπροσωπεύουν το αντίθετο άκρο από το ΕΑΜ / ΕΛΑΣ και αποτελούνται από κακοποιά στοιχεία και πατριώτες στην ίδια περίπου αναλογία, όπως στο ΕΑΜ / ΕΛΑΣ. Πολλοί εμπνέονται από πατριωτικούς σκοπούς και πολλοί κατατάχτηκαν από πείνα, αλλά λίγοι θα δηλώνονταν φιλογερμανοί ή φιλοράλληδες» (Γασπαρινάτου, ό.π., σελ. 226).

Επίσης, ο αντισυνταγματάρχης Μπαρνς (Βρετανός σύνδεσμος στο αρχηγείο του Ζέρβα) σε έκθεσή του για την περίοδο Ιούλη 1943 - Απρίλη 1944 αναφέρει: «Γνωρίζω μερικούς αξιωματικούς πολύ καλής φήμης που έχουν ενωθεί με τον Ράλλη, λένε ότι ο λόγος που ενήργησαν έτσι, είναι ότι είδαν τον ΕΛΑΣ να κυριαρχεί στην Ελλάδα. Η αναμενόμενη απόβαση από τη Βρετανία, προς απογοήτευσή τους, δεν έγινε. Πιστεύουν ότι πρέπει να σώσουν την Ελλάδα από τον κομμουνισμό και έτσι ενώθηκαν με τον Ράλλη, σαν το μικρότερο κακό» (ό.π.)

Προς απογοήτευση, λοιπόν, των Ταγματασφαλιτών, η Βρετανική απόβαση δεν έγινε στην Ελλάδα, ώστε πολλοί από αυτούς να αλλάξουν αμέσως στρατόπεδο πηγαίνοντας με τους Βρετανούς. Μα αυτό ακριβώς φοβόντουσαν και οι Γερμανικές Αρχές Κατοχής, με αποτέλεσμα να μην εγκρίνουν αρχικά τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας. Γιατί, είναι γνωστό, πως από τον Οκτώβριο του 1942 είχαν ζητήσει από τον Ι. Ράλλη να σχηματίσει κυβέρνηση αντικαθιστώντας την κυβέρνηση Τσολάκογλου. Ο Ράλλης είχε θέσει τότε ως έναν από τους όρους, για να δεχτεί, τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας. Οι Γερμανοί δεν την αποδέχτηκαν, επειδή δεν ήσαν σίγουροι για το τι θα έκαναν τα Τάγματα Ασφαλείας (ή μεγάλο τμήμα τους προφανώς), αν οι Εγγλέζοι αποβιβάζονταν σε Ελλάδα - Βαλκάνια, οπότε και ο Ι. Ράλλης δε δέχτηκε τότε να σχηματίσει κυβέρνηση. Οι Γερμανοί συμφώνησαν αργότερα με τον όρο του Ράλλη και πέταξαν στην άκρη την κυβέρνηση Λογοθετόπουλου (αντιπρόεδρος στην κυβέρνηση Τσολάκογλου) που είχε διαδεχτεί την κυβέρνηση Τσολάκογλου. Γιατί στο μεταξύ διαφαινόταν η κατάρρευση της Ιταλίας και οι δυνάμεις του ΕΑΜ είχαν αναπτυχθεί κατά πολύ, ενώ και στο Ρωσικό μέτωπο η κατάσταση είχε γίνει δραματική για τους Γερμανούς. Προτίμησαν, λοιπόν, να «μη χύνεται το πολύτιμο γερμανικό αίμα».

Δεν είναι καθόλου τυχαίο, φυσικά, ότι το δικαστήριο των δοσιλόγων απάλλαξε από την κατηγορία της ίδρυσης των Ταγμάτων Ασφαλείας τους κατηγορούμενους γι' αυτήν. Επειδή επρόκειτο για δίκη παρωδία; Βεβαίως. Αλλά ήταν δίκη παρωδία ακριβώς επειδή πρυτάνευσαν τα κοινά ταξικά συμφέροντα των συνεργατών των Γερμανών και των άλλων αστών. Εχει θέση εδώ το σκωπτικό που παραθέτει ο Κρις Γουντχάουζ στο βιβλίο του: «Οταν ακούω να λένε ότι ο Ελληνας πολιτικός κ. Πόπουλος βρίσκεται λίγο προς τ' αριστερά του κ. Σκοπόπουλου, δεν καταλαβαίνω τι εννοούν. Δεν καταλαβαίνω τουλάχιστον περισσότερο απ' όσο θα καταλάβαινε κάποιος που ζει στο φεγγάρι» (ό.π., σελ. 21).

Τα Τάγματα Ασφαλείας, στα οποία εντάχθηκαν και βενιζελικοί αξιωματικοί, ορισμένοι από τους οποίους ήσαν απότακτοι του στρατιωτικού κινήματος (Βενιζέλος εναντίον Βασιλιά) της 1ης Μαρτίου 1935, χρησιμοποιήθηκαν και από τους Βρετανούς - Παπανδρέου κατά τη Δεκεμβριανή σύγκρουση του 1944, παρά τα όσα αντίθετα υποστηρίζονται και παρά την κυβερνητική απόφαση παράδοσης του οπλισμού τους αμέσως μετά την απελευθέρωση της Αθήνας (12 Οκτωβρίου 1944). Στην πραγματικότητα ποτέ δεν αφοπλίστηκαν ουσιαστικά (Ο Γ. Ράλλης υποστηρίζει ότι η επαναφορά στην ενέργεια, διά των Ταγμάτων Ασφαλείας, των απότακτων του 1935 Βενιζελικών και Πλαστηρικών αξιωματικών έγινε μετά από αίτημα του Θ. Σοφούλη).

Αρχικά τα Τάγματα Ασφαλείας ιδρύθηκαν στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη (3 τάγματα σε κάθε μία πόλη) και επεκτάθηκαν κυρίως στην Πελοπόννησο και στην Εύβοια, αλλά και σε περιοχές της Στερεάς Ελλάδας. Οντως, η πλειοψηφία τους προερχόταν από τα εξαθλιωμένα λαϊκά στρώματα, αφού οι εύποροι δεν έδειχναν διάθεση να καταταγούν σε αυτά, προς αποφυγή των κινδύνων. Και εννοείται ότι τα Τάγματα Ασφαλείας ουδέποτε στράφηκαν κατά των Εγγλέζων ή του ΕΔΕΣ. Στράφηκαν αποκλειστικά κατά του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και κατά των αμάχων. Ενώ ο Γεώργιος Ράλλης υποστηρίζει, ότι «...τα Τάγματα είχαν οπλιστεί με όπλα γερμανικά προς αντιμετώπισιν του εκ των αναρχικών κινδύνου και από απόψεως στρατιωτικής ηθικής θα ήτο άτιμον να χρησιμοποιηθούν τα όπλα ταύτα εναντίον των Γερμανών»!! (Ι. Ράλλη, ο.π., σελ. 122).

Χρησιμοποιήθηκαν, λοιπόν, εναντίον του ΕΑΜ/ ΕΛΑΣ και κατά των αμάχων, στην προσπάθεια να τρομοκρατηθεί ο λαός, να πάψει να υποστηρίζει τον ΕΑΜικό αγώνα, και βεβαίως για να μείνουν στην άκρη ταλαντευόμενα μικρομεσαία στρώματα, που τότε αποτελούσαν και τη μεγάλη πληθυσμιακή πλειοψηφία, σε σχέση με το αριθμητικό ποσοστό της εργατικής τάξης.

Δεν έχουμε χρείαν άλλων μαρτύρων, προκειμένου να διαπιστώσουμε για ποιους λόγους δημιουργήθηκαν στην Κατοχή τα Τάγματα Ασφαλείας, η οργάνωση Χ, η ΠΑΟ και οι διάφορες άλλες. Ούτε για το ρόλο τους ως γερμανικής δύναμης.

Την επόμενη Κυριακή το Γ' μέρος


Του
Μάκη ΜΑΪΛΗ

Ο εκτροχιασμός απεργοσπαστικού τραμ στα 1946

Η λαοθάλασσα της συγκέντρωσης στο Παναθηναϊκό Στάδιο
Η λαοθάλασσα της συγκέντρωσης στο Παναθηναϊκό Στάδιο
Διαβάσαμε το σημείωμα, που επιμελήθηκε ο σ. Γιώργος Πετρόπουλος στον Κυριακάτικο «Ριζοσπάστη», 5/9/2004, σχετικά με την Εκθεση του ΓΓ της εκλεγμένης Διοίκησης της ΓΣΕΕ Μ. Παπαρήγα, στην Επιτροπή Ερεύνης του ΟΗΕ στις 18/2/1947. Πρόκειται για ένα σημαντικό ντοκουμέντο.

Παίρνοντας αφορμή από αυτό το σημείωμα του «Ριζοσπάστη» και επειδή τη ζήσαμε εκείνη την περίοδο, προσθέτουμε ορισμένα στοιχεία, που νομίζουμε πως έχουν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ειδικά για τους νέους μας συντρόφους.

Ο Μήτσος Παπαρήγας εντάχθηκε στις γραμμές του ΚΚΕ, τον Οκτώβρη του 1922. Μπήκε στο Κόμμα με πλήρη συνείδηση ότι εντάσσεται στην πρωτοπορία της εργατικής τάξης. Και ρίχτηκε με φλόγα, με πίστη, με αφοσίωση στον αγώνα.

Το 1924 πρωτοστατεί κιόλας στην οργάνωση της μεγάλης απεργίας του Βόλου κι αναδείχνεται καλός οργανωτής και ατρόμητος μαχητής. Συνεπής, θετικός, μετρημένος, με εξαιρετικές προσωπικές αρετές την παλικαριά, την αφοσίωση στην υπόθεση της εργατικής τάξης και την αδιαλλαξία του απέναντι στον ταξικό εχθρό, ο Μήτσος Παπαρήγας κέρδισε την αγάπη, το σεβασμό και την εμπιστοσύνη της εργατιάς του Βόλου, που τον αναδείχνει, το 1927, Γραμματέα του Πανεργατικού Κέντρου της μεγάλης θεσσαλικής εργατούπολης.

Το ίδιο επάξια ανεβαίνει ο Μήτσος Παπαρήγας γρήγορα και τις βαθμίδες της κομματικής ιεραρχίας. Το 3ο Συνέδριο του Κόμματος, στα 1926, τον εκλέγει μέλος της Κεντρικής Επιτροπής. Και μετά το 4ο Συνέδριο εκλέγεται μέλος του Πολιτικού Γραφείου της ΚΕ του ΚΚΕ.

Η θητεία του στα ανώτατα καθοδηγητικά όργανα του Κόμματος δεν του δημιούργησε ποτέ ίχνος έπαρσης. Αντίθετα. Ο Μήτσος Παπαρήγας έδειχνε «έργω και λόγω» πως η εμπιστοσύνη των μελών του Κόμματος, η εμπιστοσύνη της εργατικής τάξης, που σε ανεβάζει στα καθοδηγητικά αξιώματα, απαιτεί από σένα πολλαπλό φόρτο δουλιάς και δράσης και ένα πρότυπο ήθους, παλικαριάς, σύνεσης και πίστης. Κι ο Παπαρήγας δεν πρόδωσε ούτε στη ζωή του, ούτε και στις στιγμές του άγριου θανάτου του, αυτήν την εμπιστοσύνη των απλών συντρόφων του Κόμματος και της ελληνικής εργατιάς.

Η ζωή του υπήρξε πυκνή σε δοκιμασίες και πολυτάραχη. Οι διώξεις εναντίον του αρχίζουν από το 1923, όταν ήταν Γραμματέας του Συνδέσμου Παλαιών Πολεμιστών του Βόλου. Δύο χρόνια φυλακή για προκήρυξη κατά του Πάγκαλου. Το 1927, η δικτατορία του Πάγκαλου τον στέλνει έξι μήνες εξορία στην Αμοργό. Το 1930, δυόμισι μήνες φυλακή στο Ιτζεδίν. Μόλις αποφυλακίζεται, ξαναπιάνεται και καταδικάζεται σε τριάμισι χρόνια φυλακή και δύο χρόνια εξορία. Κατορθώνει, όμως, το 1931, να δραπετεύσει από τις φυλακές Συγγρού, κρύβεται για ένα διάστημα στην Αθήνα κι ύστερα, με τη βοήθεια του Κόμματος, φεύγει στο εξωτερικό, όπου του δίνεται η ευκαιρία να εξοπλιστεί θεωρητικά.

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, ρίχνεται με φλόγα στην παράνομη δουλιά, έως το 1936, που τον πιάνουν στην Πάτρα. Οχτώ χρόνια δέσμιος της μεταξικής δικτατορίας και των χιτλερικών κατακτητών, ο Μήτσος Παπαρήγας πέρασε σκληρές δοκιμασίες. Και βγήκε και πάλι παλικάρι. Απομόνωση της Κέρκυρας, Κίμωλος, Ακροναυπλία, Χαϊδάρι. Με τη βοήθεια του Κόμματος, δραπετεύει από το Χαϊδάρι το 1944, δουλεύει παράνομα στην Αθήνα και προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.

Στις 30 Μάρτη 1945, ιδρύεται από τους κομμουνιστές και τους συμμάχους τους στο εργατικό κίνημα ο Εργατικός Αντιφασιστικός Συνασπισμός (ΕΡΓΑΣ), που γρήγορα θα επικρατήσει σ' όλα σχεδόν τα Σωματεία, στις δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις και στη ΓΣΕΕ.

Μετά την Κατοχή δουλεύει στα συνδικάτα και στην Κομματική Οργάνωση του Βόλου έως το 1946, που οι εργάτες του Βόλου τον εξέλεξαν αντιπρόσωπό τους στο 8ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ και το Συνέδριο τον εξέλεξε Γενικό Γραμματέα της ΓΣΕΕ.

Το 1947, η Ασφάλεια, με υπόδειξη των Αμερικανών, συνέλαβε την εκλεγμένη διοίκηση της ΓΣΕΕ, μαζί και τον Παπαρήγα, ο οποίος στάλθηκε εξορία στην Ικαρία. Κατορθώνει, όμως, και πάλι να δραπετεύσει από την εξορία, γυρίζει στην Αθήνα και αρχίζει να δουλεύει μέσα στις σκληρές συνθήκες της παρανομίας της εποχής του εμφυλίου πολέμου. Εκεί τον πιάσανε για τελευταία φορά. Τον έσυραν στα άντρα της βίας, τον βασάνισαν σκληρά και τελικά τον δολοφόνησαν στα 1949, σκηνοθετώντας δήθεν «αυτοκτονία» του, μέσα στο κελί της απομόνωσής του.

Μετά τη λήξη του Συνεδρίου της ΓΣΕΕ, στις 10 Μάρτη 1946, εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι πλημμύρισαν τον «Παναθηναϊκό», παρά τη ραγδαία βροχή, και διατράνωσαν τη θέλησή τους να αγωνιστούν για ελεύθερες εκλογές, για τη δημοκρατία και την εθνική ανεξαρτησία.

Σημαντικό γεγονός αποτέλεσε και το πρώτο Πανελλαδικό Δημοκρατικό Συνέδριο, που συνήλθε στην Αθήνα στις 15 Μάρτη. Πήραν μέρος 250 αντιπρόσωποι των δημοκρατικών συλλόγων όλης της χώρας. Στο ίδιο διάστημα, έγιναν μαζικές συγκεντρώσεις σε όλες σχεδόν τις πόλεις με το σύνθημα: «Δημοκρατία - Ανεξαρτησία».

Με πρόσκληση των δημοκρατικών συλλόγων, πραγματοποιήθηκαν σε όλη τη χώρα ογκώδεις συγκεντρώσεις με τα συνθήματα: «Συμμετοχή του ΕΑΜ στην κυβέρνηση - Πανδημοκρατικό Μέτωπο». Οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις έγιναν στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη.

Το «Ντέιλι Εξπρές» έγραψε ότι στη συγκέντρωση, που έγινε στον «Παναθηναϊκό», πήραν μέρος 300 χιλιάδες εργαζόμενοι.

Παρόλη την τρομοκρατική δράση της δοσίλογης δεξιάς, που επικρατούσε σε όλη τη χώρα με τη βοήθεια των Αγγλοαμερικάνων, το λαϊκό κίνημα με τα πρώτα χτυπήματα προχωρούσε στην ανασυγκρότηση των οργανώσεών του, τόσο στον πολιτικό και οργανωτικό τομέα, όσο και στο συνδικαλιστικό κίνημα.

Η αντιδραστική κυβέρνηση πήρε μέτρα για τη συντριβή του λαϊκοδημοκρατικού κινήματος και την κατάπνιξη κάθε αντίστασης στις πόλεις και στα χωριά.

17.6.1946. Η αντίδραση στην Ελλάδα, υπό την καθοδήγηση και την ενίσχυση του εγγλέζικου ιμπεριαλισμού, επιχειρεί τον εξανδραποδισμό του λαϊκού δημοκρατικού κινήματος και την εξόντωση του ΚΚΕ. Στις 17 Ιούνη 1946, η Βουλή, η οποία προέκυψε από τις ψευτοεκλογές της 31ης Μάρτη, με ψήφους 134 υπέρ, 28 κατά και 181 αποχές, ψήφισε ένα δρακόντειο νόμο, το Γ` Ψήφισμα «Περί εκτάκτων μέτρων κατά των επιβουλευομένων την δημοσίαν τάξιν και την ακεραιότητα του κράτους». Με το φασιστικό Γ` Ψήφισμα, απαγορεύονταν οι απεργίες, καταργούνταν το οικογενειακό άσυλο, καθαιρούνταν οι νόμιμα εκλεγμένες διοικήσεις στα εργατικά συνδικάτα και τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, φιμωνόταν ο Τύπος. Τα έκτακτα στρατοδικεία αντικαθιστούσαν τα τακτικά δικαστήρια, οι αποφάσεις τους ήταν τελεσίδικες και έπρεπε να εκτελούνται σε τρία 24ωρα από την έκδοσή τους. Με βάση το Γ` Ψήφισμα, τιμωρούνταν με την ποινή του θανάτου όσοι «σκέπτονταν» απλώς τη «διατάραξιν» του ισχύοντος κοινωνικού καθεστώτος.

Την 1η Ιούλη μπήκαν σε λειτουργία τα πρώτα 11 έκτακτα στρατοδικεία στη Θεσσαλονίκη, στα Γιαννιτσά, στο Κιλκίς, στις Σέρρες, στη Δράμα, στην Ξάνθη, στην Αλεξανδρούπολη, στα Γιάννενα, στην Κοζάνη, στη Λάρισα, στη Φλώρινα. Και στις 16 του ίδιου μήνα, στο Επταπύργιο της Θεσσαλονίκης έγιναν οι πρώτες εκτελέσεις δημοκρατικών πολιτών, του Σαπρανίδη και του Κελέμη.

Θύελλα διαμαρτυριών προκάλεσε η ψήφιση του Γ` Ψηφίσματος. Στις 18 Ιούνη κηρύχτηκε 24ωρη πανελλαδική απεργία και εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι διαδήλωσαν την αντίθεση και τη διαμαρτυρία τους. Το ίδιο έκαναν με μαχητικές εκδηλώσεις και οι δημόσιοι υπάλληλοι σε όλη τη χώρα. Η 7η Αχτίδα του ΚΚΕ, που καθοδηγούσε τις Κομματικές Οργανώσεις Γαλατσίου, Πατησίων, Αχαρνών, Κυψέλης, Πολυγώνου, Περδικάρι κλπ., ανέλαβε να εκτελέσει μια σοβαρή αποστολή.

Κοντά στην Πλατεία Κολιάτσου και συγκεκριμένα στη στάση Λυσσιατρείου, βλέπουμε να κινείται απεργοσπαστικό τραμ. Το σταματήσαμε, κατεβάσαμε κάτω τους επιβάτες και το εκτροχιάσαμε. Είχε τέτοια επιτυχία η πράξη μας αυτή, που το τραμ, λες και το τοποθέτησε ανθρώπινο χέρι, έφραξε τις δύο γραμμές, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κινηθεί τραμ, ούτε προς Ομόνοια, ούτε προς Πατήσια.

Η ενέργειά μας αυτή είχε σαν αποτέλεσμα να μην κινηθεί τραμ και λεωφορείο όλη μέρα σε όλες τις γραμμές της Αθήνας.

Η ΓΣΕΕ με ανακοίνωσή της, που δημοσιεύτηκε στην πρώτη σελίδα του «Ρ» στις 23.6.1946, έδωσε αναλυτικά όσα στοιχεία είχε μέχρι εκείνη τη στιγμή για την επιτυχία της απεργίας και τόνιζε: «βιάζονται να αυτοσυγχαρούν τον εαυτό τους οι εχθροί της εργατικής τάξης, που προσπάθησαν με κάθε μέσο να πνίξουν την 24ωρη διαμαρτυρία των εργατοϋπαλλήλων». Απο το σύνολο των εργατών σ' αυτές τις πόλεις, (139.685),πήραν μέρος στην απεργία 113.433 εργάτες, δηλαδή το 82%.

Το λαϊκό δημοκρατικό κίνημα, με πρωτοπόρους τους κομμουνιστές, δυνάμωνε και ανέβαινε. Η κυβέρνηση, όμως, των αντιδραστικών δυνάμεων, με την καθοδήγηση και την υποστήριξη των Αγγλων, συνέχιζε και δυνάμωνε το αντιλαϊκό της έργο. Αλυσόδενε πιο σφιχτά το λαό, καταλύοντας και τις πιο στοιχειώδεις ελευθερίες του. Ενα από τα φασιστικά μέτρα της, μετά την ψήφιση του Γ` Ψηφίσματος, ήταν και ο αποκεφαλισμός των συνδικαλιστικών οργανώσεων από τις νόμιμα εκλεγμένες διοικήσεις τους. Ετσι, στις 30 Ιούνη του 1946, αστυνομικοί και δικαστικοί επέδραμαν στα γραφεία της ΓΣΕΕ και αφαίρεσαν τη Διοίκηση από τους νόμιμους εκπροσώπους, τους οποίους συνέλαβαν και παρέπεμψαν σε δίκη. Στη θέση τους, ο υπουργός Εργασίας διόρισε μοναρχικούς και φασίστες. Το ίδιο έγινε και στα Εργατικά Κέντρα.

Η φασιστική αυτή επέμβαση ξεσήκωσε κύμα διαμαρτυριών. Οι εργαζόμενοι της Θεσσαλονίκης κήρυξαν, στις 2 Αυγούστου 1946, 24ωρη πανεργατική απεργία. Στην Αθήνα, εκατοντάδες χιλιάδες λαού κατέκλυσαν ξανά τον «Παναθηναϊκό» στις 11 Αυγούστου και με τα συνθήματα «Συμφιλίωση», «Ανεξαρτησία», «Ελευθερία», διαδήλωσαν τη θέλησή τους να συνεχίσουν πιο αποφασιστικά τον αγώνα. Συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις έγιναν και σε άλλες πόλεις της χώρας.


Νίκος ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ - Βασίλης ΓΕΩΡΓΑΝΤΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ