Στη Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τα 90 χρόνια της Σοσιαλιστικής Επανάστασης τονίζεται: «Η Οχτωβριανή Επανάσταση αποτελεί κοσμοϊστορικό γεγονός, το μεγαλύτερο στον 20ό αιώνα, που σφράγισε επί δεκαετίες την πορεία της ανθρωπότητας» («Ριζοσπάστης», Ιούνης 2007, σελίδα 1).
Η νικηφόρα έκβαση της Σοσιαλιστικής Επανάστασης ήταν καρπός, αποτέλεσμα της ωρίμανσης όλων των αντικειμενικών και υποκειμενικών προϋποθέσεων. Πραγματοποιήθηκε στη βάση του αντικειμενικού νόμου της ανισόμετρης οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης και της όξυνσης όλων των αντιθέσεων του καπιταλισμού και της Ρωσίας.
Υπό την καθοδήγηση του Κόμματος των Μπολσεβίκων με ηγέτη τον Β. Ι. Λένιν, το επαναστατικό προλεταριάτο, η φτωχή αγροτιά, οι πρωτοπόροι ναύτες και στρατιώτες, οι κοκκινοφρουρίτες ανέτρεψαν τον Οκτώβρη του 1917 την εξουσία της αστικής τάξης στη Ρωσία και εγκαθίδρυσαν την εργατοαγροτική σοβιετική εξουσία.
Παρά το γεγονός ότι η αστική τάξη της Ρωσίας ανατράπηκε, ωστόσο συνέχισε να κατέχει οικονομική δύναμη, στρατιωτικές μονάδες, καπιταλιστικούς θεσμούς, που έπρεπε να καταργηθούν. Επίσης, με το μέρος της, τάχθηκαν όλες οι αντεπαναστατικές δυνάμεις, οι εσέροι, οι μενσεβίκοι κτλ. Είχε και την υποστήριξη του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Τσόρτσιλ, το 1919, που καλούσε να πνιγεί η Σοβιετική Εξουσία στην κούνια της.
Ο Κ. Μαρξ γράφει: «Η Κομμούνα (του Παρισιού, Ν. Κ.) αναγκάστηκε αμέσως από την αρχή να αναγνωρίσει ότι όταν η εργατική τάξη έρθει στην εξουσία δεν μπορεί να εξακολουθεί να διοικεί με την παλιά κρατική μηχανή, ότι η εργατική αυτή τάξη, για να μην ξαναχάσει την κυριαρχία που μόλις έχει κατακτήσει, πρέπει, από τη μια, να παραμερίσει όλη την παλιά καταπιεστική μηχανή που ως τότε είχε χρησιμοποιηθεί εναντίον της, κι, από την άλλη, να εξασφαλίσει τον εαυτό της» (Μαρξ - Ενγκελς: «Διαλεχτά Εργα», τόμος I, σελ. 574).
Ο Β. Ι. Λένιν υπογράμμισε: «Κάθε επανάσταση μόνο τότε αξίζει κάτι, όταν ξέρει να αμύνεται, αλλά η επανάσταση δε μαθαίνει μεμιάς να αμύνεται» (Β. Ι. Λένιν, «Απαντα», Τόμος 37, σελίδα 122).
Οι Μπολσεβίκοι άντλησαν διδάγματα από την οργάνωση των ενόπλων εργατών και ναυτών από την επανάσταση του 1905. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του μεγάλου εργοστασίου Πουτίλκερ στην Πετρούπολη, στο Λουτζ της Πολωνίας, στο Ιβάνοβο - Βοζνεσένσκ, στη Μόσχα και σε άλλες πόλεις. Η εξέγερση των ναυτών στο θωρηκτό «Ποτέμκιν» ήταν το πρώτο στρατιωτικό επαναστατικό κίνημα στο στρατό και το πέρασμα τσαρικών μονάδων προς το μέρος της επανάστασης το 1905.
Το Μπολσεβίκικο Κόμμα κατά τη διάρκεια του Α` Παγκοσμίου Πολέμου έκανε εντατική πολιτική, ιδεολογική και οργανωτική δουλειά στα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα, στο στρατό του μετώπου, στους ναύτες και δημιούργησε δυναμικές κομμουνιστικές οργανώσεις. Οι οργανώσεις αυτές, καθοδηγούμενες από την ΚΕ των Μπολσεβίκων, συμβάλανε ουσιαστικά στην ίδρυση επαναστατικού στρατού.
Το 1917 είχαν πια μπει τα θεμέλια για την ίδρυση του επαναστατικού στρατού. Είχαν δημιουργηθεί μονάδες της Κόκκινης Φρουράς από εργάτες, στρατιώτες και ναύτες. Ο Λαζάρ Γκαγκάνοβιτς, πρώην μέλος του ΠΓ και του Προεδρείου της ΚΕ του ΚΚΣΕ που καθαιρέθηκε τον Ιούλη του 1957 γιατί αντιστάθηκε στους αναθεωρητές και μετά διαγράφτηκε από το κόμμα, γράφει: «Τον Οκτώβρη η Κόκκινη Φρουρά αναπτύχθηκε ποσοτικά και ποιοτικά τόσο, που αναδείχθηκε σε "ισχυρή δύναμη κρούσης" της προλεταριακής επανάστασης. Στην Πετρούπολη αριθμούσε αυτή 40-50 χιλιάδες κοκκινοφρουρών, στη Μόσχα 15 χιλιάδες» (Λαζάρ Γκαγκάνοβιτς «Αναμνηστικές Σημειώσεις», 2003, σελ. 179, στη ρωσική γλώσσα).
Στις 29 του Οκτώβρη 1917, η ΚΕ αποφάσισε την ίδρυση Στρατιωτικο-Επαναστατικού Κέντρο που άμεσα το καθοδηγούσε ο Λένιν. Το κέντρο αυτό αποτελούνταν από τους: Σβερντλόφ, Τζερζίνσκι, Στάλιν, Μπουμπνόφ και Ουρίτσκι.
Στις 7 του Νοέμβρη 1917, το βράδυ, τα τμήματα της Κόκκινης Φρουράς, οι ναύτες και το επαναστατημένο τμήμα της Φρουράς της Πετρούπολης με τους κανονιοβολισμούς στις 21.45 του θωρηκτού ΑΒΡΟΡΑ έκαναν την έφοδο στα χειμερινά ανάκτορα. Ανατράπηκε η αστική κυβέρνηση. Η σοσιαλιστική επανάσταση ήταν πραγματικότητα. Εγκαθιδρύθηκε η Σοβιετική Εξουσία. Την ίδια μέρα, ο Λένιν έγραψε προκήρυξη που δημοσιεύτηκε «Προς τους πολίτες της Ρωσίας», στην οποία αναγγελλόταν η νίκη της Μεγάλης Οχτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης. Πρώτιστο καθήκον, του Κόμματος, της νέας Σοβιετικής Εξουσίας και της Στρατιωτικής Επαναστατικής Επιτροπής ήταν το άπλωμα της επανάστασης σε όλη τη Ρωσία, η υπεράσπισή της και ο αγώνας κατά της αντεπανάστασης.
Βασικό σταθμό της επανάστασης αποτέλεσαν οι αποφάσεις του 3ου Πανρωσικού Συνεδρίου των Σοβιέτ των Εργατών, Στρατιωτών και Αγροτών βουλευτών που έγινε το Γενάρη του 1918. Οι σύνεδροι ενέκριναν την απόφαση της ηγεσίας της νέας εξουσίας από 6 Γενάρη 1918 για τη διάλυση του αστικού θεσμού της Συντακτικής Συνέλευσης και με Διακήρυξη «Η Ρωσία ανακηρύσσεται Δημοκρατία των Σοβιέτ των εργατών, στρατιωτών και αγροτών βουλευτών».
Στη Διακήρυξη για τα δικαιώματα του εργαζόμενου και εκμεταλλευόμενου λαού, ο Β. Ι. Λένιν έγραφε τα παρακάτω: «Για να εξασφαλιστεί όλη η εξουσία στις εργαζόμενες μάζες και για να λείψει κάθε δυνατότητα παλινόρθωσης της εξουσίας των εκμεταλλευτών, εκδίδεται διάταγμα για τον εξοπλισμό των εργαζομένων, για τη συγκρότηση σοσιαλιστικού κόκκινου στρατού των εργατών και αγροτών» (Λένιν, «Απαντα», τόμος 35, σελίδα 222).
Το Συμβούλιο των Λαϊκών Επιτροπών ψήφισε Διάταγμα στις 28 Γενάρη 1918 για την ίδρυση του Εργατο-Αγροτικού Κόκκινου Στρατού. Για την άμεση συγκρότηση και καθοδήγηση του επαναστατικού στρατού, δημιουργήθηκε στις 28 Γενάρη 1918 Πανρωσικό Συμβούλιο δίπλα στο Λαϊκό Επιτροπάτο Στρατιωτικών. Στις 11 Φλεβάρη 1918 εκδόθηκε Διάταγμα για την ίδρυση Εργατο-Αγροτικού Κόκκινου Ναυτικού.
Ηδη στις αρχές του Γενάρη του 1918 οργανώθηκε και στάλθηκε στο μέτωπο η πρώτη μονάδα, αποτελούμενη από 1.000 κοκκινοφρουρίτες. Ο μήνας Γενάρης του 1918 ήταν μήνας αρχής συγκρότησης του Κόκκινου Στρατού και ο Φλεβάρης μήνας πολεμικής βάπτισης πυρός του Εργατοαγροτικού Κόκκινου Στρατού.
Οταν η κυβέρνηση της Γερμανίας παραβίασε τους όρους ανακωχής, επιτέθηκε με τις στρατιωτικές της δυνάμεις και κατέλαβε μέρος της Ουκρανίας, τη Λετονία, την Εσθονία, το Μινσκ, το Πσκοφ και άλλα μέρη. Σε συνεργασία με αξιωματικούς λευκοφρουρούς, ο γερμανικός στρατός απειλούσε το κέντρο της επανάστασης, την Πετρούπολη. Στις κρίσιμες αυτές ώρες, στις 21 Φλεβάρη, ο Λένιν υπέγραψε το Διάταγμα - Εκκληση προς τους εργαζόμενους: «Η ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΑΤΡΙΔΑ ΣΕ ΚΙΝΔΥΝΟ», στην οποία αναφέρονταν ανάμεσα στ' άλλα: «Η σοσιαλιστική δημοκρατία των Σοβιέτ βρίσκεται σε πολύ μεγάλο κίνδυνο... Ολες οι δυνάμεις και τα μέσα της χώρας διατίθενται ολοκληρωτικά για την επαναστατική άμυνα... Οι εργάτες και οι αγρότες στην Πετρούπολη, στο Κίεβο και σ' όλες τις πόλεις, τις κωμοπόλεις, τα κεφαλοχώρια και τα χωριά που βρίσκονται στη γραμμή του νέου μετώπου πρέπει να επιστρατεύσουν τάγματα εργασίας» (Λένιν, «Απαντα», Τόμος 35, σελίδες 357-358).
Τις μέρες εκείνες κατατάχθηκαν στον επαναστατικό στρατό δεκάδες χιλιάδες εθελοντές. Τα τμήματα που συγκροτούνταν στέλνονταν στο μέτωπο. Εγιναν σκληρές αιματηρές μάχες σε Πσκοφ, Νάρβα και Ράβελ. Τα συντάγματα του Κόκκινου Στρατού, οι κοκκινοφρουρίτες της Πετρούπολης και της Εσθονίας, οι ναύτες της Βαλτικής, τα επαναστατικά τμήματα του στρατού απέκρουσαν την επίθεση του γερμανικού στρατού και αναχαίτισαν την επίθεση προς την Πετρούπολη. Η Σοσιαλιστική Επανάσταση υπερασπίστηκε, σώθηκε και με γρήγορους ρυθμούς απλώνονταν σ' όλη τη μεγάλη χώρα, τη Ρωσία.
Η ένταξη των εργατών - αγροτών - ναυτών στις γραμμές γινόταν εθελοντικά από συνειδητούς αφοσιωμένους αγωνιστές. Οι μέρες επιστράτευσης όλων των δυνάμεων για την υπεράσπιση των κατακτήσεων της σοσιαλιστικής επανάστασης από την επιδρομή του στρατού του γερμανικού ιμπεριαλισμού αναγνωρίστηκαν επίσημα ως μέρες της γέννησης του Κόκκινου Στρατού. Προς τιμήν του ηρωικού άθλου νίκης και αντίστασης, η 23η Φλεβάρη καθορίστηκε ως Μέρα - γιορτή του Κόκκινου Στρατού.
Οι δυνάμεις του νέου επαναστατικού στρατού αναπτύσσονταν ραγδαία. Ηδη, τον Απρίλη του 1918, οι συνολικές δυνάμεις του Κόκκινου Στρατού αριθμούσαν 196.000 άνδρες. Οι πολεμικές ανάγκες υπεράσπισης της επανάστασης απαιτούσαν μεγαλύτερες στρατιωτικές δυνάμεις. Στις 10 Ιούλη 1918, το 5ο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ ψήφισε Νόμο «Για την οργάνωση του Κόκκινου Στρατού» στη βάση της γενικής στρατιωτικής θητείας των εργαζομένων. Ετσι, στα τέλη του 1919, υπήρχαν 3 εκατομμύρια και το φθινόπωρο του 1920 5,5 εκατομμύρια άνδρες. Συγκροτήθηκαν 88 Μεραρχίες Πεζικού και 29 Ιππικού. Λειτούργησαν στα χρόνια 1918 - 1920 6 Στρατιωτικές Ακαδημίες που κατάρτισαν 40.000 διοικητές εργατοαγροτικής προέλευσης (Πηγή «Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια», τόμος 31, σελίδα 271).
Η αντεπανάσταση μέσα στη Ρωσία διέθετε στρατιωτικούς αξιωματικούς, ήταν στρώματα της αστικής τάξης, των τσιφλικάδων, κοζάκων, κουλάκων, που οργάνωναν εξεγέρσεις κατά της Σοβιετικής Εξουσίας.
Η Βορειοδυτική Στρατιά, υπό τη διοίκηση του στρατηγού Γιούντενιτς που απειλούσε την καρδιά της Επανάστασης, την Πετρούπολη, τσακίστηκε έξω από την πόλη στο τέλος του 1919 και το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεών της αιχμαλωτίστηκε. Μετά από σκληρές μάχες, εξοντώθηκε από τον Κόκκινο Στρατό η λεγόμενη «Εθελοντική» Στρατιά του Ντενίκιν. Τσακίστηκαν οι στρατιές των λευκοφρουρών των Κορνίλοφ και Αλεξέγιεφ στο βόρειο Καύκασο. Ο Κόκκινος Στρατός ανέτρεψε τα σχέδια του Κολτσάκ και διέλυσε το στρατό του, που αριθμούσε 300.000 άνδρες σε Σιβηρία και Ζαβαϊκάλη. Εξοντώθηκαν οι στρατιές των Κρασνόφ, Μαμόντοφ και Καλέντιν στο Ντον, του Βράγκελ, οι στρατιές των «πρασίνων» και «μαύρων» αναρχικών των Αντόνοφ και Γκριγκόριεφ, ο λεγόμενος εθνικιστικός στρατός της «Ουκρανικής Λαϊκής Δημοκρατίας» του Πετλιούρα, ο στρατός των εσερομενσεβίκων και άλλες αντεπαναστατικές δυνάμεις και εστίες.
Συνασπίστηκαν όλες οι κυβερνήσεις των καπιταλιστικών χωρών για να χτυπήσουν την εργατοαγροτική εξουσία των Σοβιέτ. Οι ξένοι ιμπεριαλιστές δεν μπορούσαν να ανεχθούν την εξουσία των εκμεταλλευομένων. Από το Δεκέμβρη του 1917, οι κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Αγγλίας, με τη στήριξη των ΗΠΑ, κάνανε μυστική συμφωνία και καταμερισμό επέμβασης και δράσης στα εδάφη της εξουσίας των Σοβιέτ. Οι χώρες της Αντάντ άρχισαν να αποβιβάζουν στρατεύματα στη Μαύρη Θάλασσα, στην Οδησσό και την Υπερκαυκασία.
Την άνοιξη του 1918, οι ιμπεριαλιστές της Ιαπωνίας, των ΗΠΑ και της Αγγλίας αποβίβασαν στρατεύματα σε Μουρμάνσκ και Βλαδιβοστόκ. Αυτές οι τρεις χώρες είχαν συγκεντρώσει 150.000 καλά εξοπλισμένο στρατό (Γ. Κ. Ζούκοφ «Αναμνήσεις και στοχασμοί», τόμος πρώτος, σελίδα 64).
Οι κυβερνήσεις των ιμπεριαλιστικών κρατών όχι μόνο εφοδίαζαν με σύγχρονο εξοπλισμό της εποχής εκείνης τις στρατιές των λευκοφρουρών, αλλά συντόνιζαν και τις κοινές πολεμικές επιχειρήσεις ενάντια στον Κόκκινο Στρατό. Οι επιδρομείς δημιούργησαν αποκλεισμό, είχαν καταλάβει πολλά εδάφη και απέκοψαν τη Σοβιετική Δημοκρατία από τα βασικά κέντρα εφοδιασμού τροφίμων και πρώτων υλών. Η Σοσιαλιστική Επανάσταση βρέθηκε σε αφάνταστα δύσκολη θέση.
Στην ιμπεριαλιστική επιδρομή κατά της νεαρής Σοβιετικής Εξουσίας αποφάσισε και συμμετείχε με εκστρατευτικό σώμα η αστική τάξη της Ελλάδας, επί πρωθυπουργίας του Ελευθέριου Βενιζέλου. Το 34ο Σύνταγμα Πεζικού αποβιβάστηκε στην Οδησσό στις 21 Γενάρη 1919. Διοικητής του 5/42 Συντάγματος ήταν ο Νικόλαος Πλαστήρας. Στην τυχοδιωκτική αυτή εκστρατεία σκοτώθηκαν 398 στρατιώτες της Ελλάδας και 657 τραυματίστηκαν («Το Ποντίκι», 3 Γενάρη 2008). Επίσης, πολλοί είχαν αιχμαλωτιστεί στην Ουκρανία.
Οι στρατιώτες από τα αγήματα της επέμβασης άρχισαν να μολύνονται και επηρεάζονταν από τους κόκκινους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η εξέγερση στην Οδησσό των Γάλλων ναυτών με αρχηγό τον Αντρέ Μαρτί. Η πράξη αυτή των Γάλλων ναυτών ήταν έκφραση αλληλεγγύης προς την εργατοαγροτική εξουσία στη Ρωσία.
Ο Κόκκινος Στρατός συνέτριψε τις ορδές της εσωτερικής αντεπανάστασης και έδιωξε τους ξένους εισβολείς, γιατί ήταν νέος επαναστατικός στρατός, αφοσιωμένος ως το τέλος να υπερασπίσει την εργατοαγροτική εξουσία των Σοβιέτ. Ηταν γέννημα και θρέμμα των λαϊκών μαζών. Οι κοκκινοφαντάροι γνώριζαν τους σκοπούς, γιατί πολεμούσαν, είχαν το αίσθημα της συνειδητής πειθαρχίας και μαχητικότητας. Ο Κόκκινος Στρατός είχε την υποστήριξη των εργατών και φτωχών αγροτών της Ρωσίας και τη συμπαράσταση των εργαζομένων από τις καπιταλιστικές χώρες με το σύνθημα «Κάτω τα χέρια από τη Σοβιετική Ρωσία». Ο Κόκκινος Στρατός νίκησε, γιατί στις γραμμές του αναδείχθηκαν λαϊκοί στρατιωτικοί ηγέτες, όπως ο Φρούντζε, ο Βοροσίλοφ, ο Μπουντιόνι, οι αυτοδημιούργητοι διοικητές Κοτόφσκι, Τσαπάγιεφ, Παρχομένκο και άλλοι.
Ο Κόκκινος Στρατός νίκησε, γιατί ηγετική και καθοδηγητική δύναμη ήταν το Κόμμα των Μπολσεβίκων με ηγέτη τον Β. Ι. Λένιν που οργάνωσε τον αγώνα στο μέτωπο και στα μετόπισθεν. Στις γραμμές του Κόκκινου Στρατού την περίοδο εκείνη βρίσκονταν 300.000 μέλη του Μπολσεβίκικου Κόμματος, από τους οποίους 50.000 σκοτώθηκαν στα πεδία των μαχών. Το Κόμμα των Μπολσεβίκων ξεσήκωσε και οργάνωσε τους εργάτες, τους φτωχούς αγρότες στον πόλεμο για τη σοβιετική πατρίδα ενάντια στους ξένους ιμπεριαλιστές και την ντόπια αντεπανάσταση.
Μετά τη νικηφόρα έκβαση του εμφυλίου πολέμου, οι ένοπλες δυνάμεις της Σοβιετικής Ενωσης βρίσκονταν σε επιφυλακή και έτοιμες να αποκρούσουν κάθε απόπειρα κατά της ΕΣΣΔ. Καταπιάστηκαν με τον εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης, του εξοπλισμού, της διοίκησης και οργάνωσης. Η χώρα των Σοβιέτ απειλούνταν από επίθεση και στην Ευρώπη και στην Απω Ανατολή, έτσι η ΕΣΣΔ δεν μπορούσε να αγνοήσει αυτόν τον κίνδυνο και άρχισε να ενισχύει εντατικά την αμυντική της ικανότητα.
Χάρη στη σοσιαλιστική εκβιομηχάνιση, ο Κόκκινος Στρατός εφοδιαζόταν με σύγχρονα πολεμικά μέσα: αεροπλάνα, τανκς, πυροβολικό, αυτόματα όπλα και άλλον εξοπλισμό.
Τα ιαπωνικά στρατεύματα εισέβαλαν το 1939 αιφνιδιαστικά στη Μογγολία. Η Σοβιετική Κυβέρνηση, με βάση τη συμφωνία που είχε με την Κυβέρνηση της Μογγολίας, έστειλε ενισχυτικές δυνάμεις που συνέτριψαν ολόκληρη την 6η ιαπωνική στρατιά στον ποταμό Χάλχιν - Γκολ. Στη μάχη αυτή, η σοβιετική πολεμική αεροπορία και οι αεροπόροι της έδειξαν την ανωτερότητά τους. Μέσα στο χρονικό διάστημα από τις 22 μέχρι τις 26 Ιουνίου 1939, οι Σοβιετικοί πιλότοι στις αερομαχίες κατέστρεψαν 64 σύγχρονα ιαπωνικά πολεμικά αεροπλάνα. Σε ανταπόδοση αλληλεγγύης, η ΛΔ Μογγολίας το 1941 - 1942 προσέφερε βοήθεια στον Κόκκινο Στρατό σε υλικό: 140 γεμάτα βαγόνια, 35.000 άλογα κτλ.
Η Σοβιετική Κυβέρνηση έβλεπε ότι πλησιάζει ο πόλεμος και η εισβολή στα εδάφη της ΕΣΣΔ. Αρχισε να προετοιμάζεται εντατικά για την άμυνά της. Το Φλεβάρη του 1941, η 18η Πανενωσιακή Συνδιάσκεψη του ΠΚΚ(μπ.) καθόρισε τα καθήκοντα ενόψει της απόκρουσης του πολέμου, στη βιομηχανία παραγωγής αεροπλάνων, αρμάτων μάχης, πυροβολικού, πυρομαχικών, ηλεκτρικών στρατιωτικών εγκαταστάσεων, στις μεταφορές και σε άλλους τομείς.
Η φασιστική Γερμανία στις 22 Ιούλη 1941, αιφνιδιαστικά, χωρίς να κηρύξει τον πόλεμο, επιτέθηκε κατά της Σοβιετικής Ενωσης. Ετσι δημιουργήθηκε θανάσιμος κίνδυνος για την πρώτη σοσιαλιστική χώρα. Με το σχέδιο «Μπαρμπαρόσα», ο Χίτλερ νόμιζε ότι θα καταλάμβανε την ΕΣΣΔ, έτσι όπως σε λίγες μέρες πολεμικών επιχειρήσεων έθεσε σε κατοχή τις λεγόμενες Δυτικές Δημοκρατίες. Το Κομμουνιστικό Κόμμα κάλεσε τους Σοβιετικούς πολίτες στον αγώνα για την υπεράσπιση της σοσιαλιστικής πατρίδας. Ο Ι. Β. Στάλιν, αρχηγός του Κόμματος και Πρόεδρος της Κρατικής Επιτροπής Αμυνας, στην ομιλία του στις 3 Ιούλη 1941, έκανε έκκληση προς τους Σοβιετικούς ανθρώπους με το σύνθημα «Ολα για το μέτωπο», «Ολα για τη νίκη».
Η αναθεωρητική ομάδα της ηγεσίας του ΚΚΣΕ, όχι μόνο απλώς δεν τον προβάλλει στη «διορθωμένη» Ιστορία του Κόμματος, αλλά αποσιωπά το ρόλο του Στάλιν και του αποδίδει ασύστολες κατηγορίες, ότι, τάχα, πανικοβλήθηκε και κρύφτηκε στις πρώτες μέρες του πολέμου. Αισχρή συκοφαντία. Η ηγεσία της ΕΣΣΔ και συγκεκριμένα όλα τα μέλη του ΠΓ της ΚΕ του Κόμματος τις πρωινές ώρες πριν να εκδηλωθεί η γερμανική επίθεση βρίσκονταν στο Κρεμλίνο. Εκεί ήταν ο Ι. Β. Στάλιν. Ο Λαζάρ Γκαγκάνοβιτς, μέλος του ΠΓ τότε που βρισκόταν στο Κρεμλίνο τις ώρες εκείνες, γράφει: «Απορρίπτω με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο τις δυσφημιστικές, υβριστικές επινοήσεις ότι τάχα στις πρώτες μέρες του πολέμου στην ηγεσία, στον Στάλιν, υπήρχε σύγχυση. Εννοείται, σε όλους εμάς και στον Στάλιν δεν κυριαρχούσε πανηγυρικός ενθουσιασμός... Εμείς όλα τα μέλη του ΠΓ και πρώτα απ' όλους ο Στάλιν, φροντίζαμε για την εκπλήρωση των δύσκολων πια καθηκόντων» (Λαζάρ Γκαγκάνοβιτς: «Αναμνηστικές σημειώσεις», 2003, σελ. 500 - 501).
Ο στρατάρχης Ζούκοφ, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην «Κομσομόλσκαγια Πράβντα» (27 Απρίλη 1970), δήλωσε ότι όταν ενημέρωσε τον Στάλιν για τις κινήσεις του γερμανικού στρατού αυτός «είπε: Να έρθεις στο Κρεμλίνο. Στις 4 η ώρα και 30 λεπτά το πρωί (22-6-41, Ν. Κ.) μαζί με τον Τιμοσιένκο μπήκαμε στο γραφείο του Στάλιν. Εκεί ήταν όλα τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου».
Υπάρχουν ατράνταχτα ντοκουμέντα, που απορρίπτουν τα ψεύτικα επιχειρήματα και τις συκοφαντίες. Ο Ι. Β. Στάλιν καθοδηγούσε τις ενέργειες και από τις 21 μέχρι 28 Ιούνη του 1941, δηλαδή την πρώτη βδομάδα του πολέμου, έκανε 191 συνεργασίες - συνεδριάσεις με πολιτικούς, στρατιωτικούς, οργανωτικούς, κομματικούς και παράγοντες της οικονομίας, των μεταφορών και υπηρεσιών.
Στις πιο δύσκολες μέρες, όταν απειλούνταν η Μόσχα από το γερμανικό στρατό που είχε φτάσει στα πρόθυρα της πρωτεύουσας, ο Στάλιν βρισκόταν μέσα στη Μόσχα και με την ομιλία του στην παρέλαση στις 7 Νοέμβρη 1941 στην Κόκκινη Πλατεία ενέπνευσε στο σοβιετικό λαό και στο στρατό τη σιγουριά ότι παρά τις δυσκολίες και τις πρώτες αποτυχίες, η ΕΣΣΔ θα αποκρούσει τον εισβολέα και θα νικήσει. Τότε τα συντάγματα αμέσως από την παρέλαση κατευθύνονταν στη δημοσιά του Βολοκολάμσκ, εκεί που η πρώτη ομάδα νέων κόκκινων στρατιωτών με εύφλεκτες φιάλες ρίχνονταν κάτω από τα γερμανικά τανκς και τα κατέστρεφαν με την αυτοθυσία τους.
Ο φασιστικός στρατός, παρά τις πρώτες του επιτυχίες, συνάντησε μεγάλη αντίσταση από τον Κόκκινο Στρατό. Ο δρόμος του δεν ήταν πολεμικός περίπατος, όπως τον πέρασαν στις δυτικές χώρες. Ο στρατηγός Κουρτ Τιπελσκίρχ τότε ακόμη παραδέχθηκε ότι: «Οι Ρώσοι κρατούσαν με απροσδόκητη σκληρότητα και αντίσταση, μάλιστα και όταν ήταν κυκλωμένοι. Ετσι, αυτοί κέρδιζαν χρόνο, να συγκεντρώνουν δυνάμεις, να κάνουν αντεπιθέσεις... ήταν πιο ισχυροί από ό,τι υποθέταμε. Ο αντίπαλος επέδειξε τέλεια απίθανη ικανότητα για αντίσταση» («Κομσομόλσκαγια Πράβντα», 27 Απρίλη 1970).
Ο Κόκκινος Στρατός, αφού ανέκοψε την επίθεση του γερμανικού στρατού προς τη Μόσχα, πέρασε στην αντεπίθεση και εκδίωξε τον αντίπαλο μακριά από την πρωτεύουσα. Ηταν η πρώτη ήττα του φασιστικού στρατού. Με την πιο σκληρή μάχη στο Στάλινγκραντ, ο Κόκκινος Στρατός πήρε τη στρατηγική πρωτοβουλία. Στο τόξο του Κουρσκ, συντρίφτηκαν οι επίλεκτες θωρακισμένες μονάδες του γερμανικού στρατού, το καλοκαίρι του 1943. Οι Γερμανοί στη μάχη αυτή χάσανε 1.500 τανκς. Ολες τις μάχες τις προετοίμαζε και διεύθυνε το Γενικό Στρατηγείο, στο οποίο αρχιστράτηγος ήταν ο Ι. Β. Στάλιν. Ο στρατάρχης Ζούκοφ εκτιμά ότι: «Η εισήγηση στο Γενικό Στρατηγείο από τον καθένα ήταν πολύ υπεύθυνη υπόθεση. Ο Στάλιν δεν ανεχόταν προσεγγίσεις και ιδιαίτερα υπερβολικά δεδομένα, απαιτούσε πλήρη καθαρότητα. Για όλους ήταν αυστηρός. Ηξερε, όμως, να ακούει προσεχτικά τον εισηγητή που γνώριζε το πρόβλημα. Εγώ σχεδόν έβλεπα τον Στάλιν ήσυχο και φρόνιμο... Εγώ, επί πολλά χρόνια πείστηκα ότι ο Στάλιν καθόλου δεν ήταν άνθρωπος με τον οποίο δεν μπορούσες να διαφωνήσεις και μάλιστα με επιμονή να υπερασπίζεις τη γνώμη σου» («Κομσομόλσκαγια Πράβντα», 27 Απρίλη 1970).
Ακολούθησε η επέλαση του Κόκκινου Στρατού στη Λευκορωσία μέσα από τους βάλτους και τα δάση, που ξάφνιασε κυριολεκτικά τη γερμανική διοίκηση. Σε συνέχεια, ο Τουμπούχιν προχώρησε στα Βαλκάνια, το 2ο Λευκορωσικό Μέτωπο με διοικητή τον Ροκοσόφσκι στην Ανατολική Πρωσία - Πομερανία - Πολωνία, ο Κονιέφ διοικητής του 1ου Ουκρανικού Μετώπου στην επιχείρηση Τσεχοσλοβακία - Γερμανία και το 1ο Λευκορωσικό Μέτωπο, με διοικητή τον Ζούκοφ, προς το Βερολίνο. Αρχισε η έφοδος στην καρδιά του χιτλεροφασισμού, στο Βερολίνο, με συγκέντρωση μεγάλης δύναμης πυρός και στρατού. Για την επιχείρηση κατάληψης του Βερολίνου, ο στρατάρχης Ζούκοφ σημειώνει τα παρακάτω: «Εφτασε η σημαντική νύχτα της 16ης Απρίλη 1945. Κανένας δεν κοιμότανε. Με ανυπομονησία έβλεπα το ρολόι. Φαίνονταν ότι οι δείκτες είχαν σταματήσει. Τρία λεπτά πριν αρχίσει το πυρ, βγήκαμε από το αμπρί στο παρατηρητήριο. Ακριβώς στις 5 το πρωί, άρχισε η έφοδος. Χτύπησαν οι "Κατιούσες", 20 χιλιάδες πυροβόλα, εκατοντάδες βομβαρδιστικά. Μετά από 30 λεπτά σφοδρού βομβαρδισμού, έλαμψαν οι προβολείς τοποθετημένοι σε κάθε 200 μέτρα. Μια θάλασσα φώτων τύφλωσε τον αντίπαλο και προχώρησε το πεζικό και τα τανκς. Το πεδίο της μάχης ήταν εντυπωσιακό από την ισχυρή δύναμη» («Κομσομόλσκαγια Πράβντα», 27 Απρίλη 1970).
Δόθηκαν σκληρές οδομαχίες. Το Βερολίνο έπεσε. Στις 29 Απρίλη 1945, ο υπεύθυνος της ΚΟΜΣΟΜΟΛ 1ου Τάγματος Πεζικού, ανθυπολοχαγός Κ. Γ. Γκρόμοφ, έστησε πάνω από το δημαρχείο του Βερολίνου την Κόκκινη Σημαία. Στις 30 Απρίλη 1945 και ώρα 21.50 ο 20χρονος επιλοχίας Μ. Α. Γιεγκόροφ και ο λοχίας Μ. Β. Καντάρια έστησαν τη Σημαία της Νίκης πάνω από τον τρούλο του Ράιχσταγκ. Ο Γιεγκόροφ πέθανε πρόσφατα σε ηλικία 83 χρόνων.
Ο Κόκκινος Στρατός απελευθέρωσε και εκδίωξε τον εισβολέα από την κραταιά Σοβιετική Ενωση και απελευθέρωσε και τους λαούς της Ευρώπης από το ζυγό του φασισμού.
Το τίμημα της Νίκης ήταν μεγάλο σε νεκρούς, τραυματίες και σε υλικές ζημιές. Στις Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για τα «60 χρόνια από την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών» αναφέρεται: «Σε περισσότερα από 30 εκατομμύρια έφθασαν οι ανθρώπινες θυσίες της Σοβιετικής Ενωσης... 20 εκατομμύρια ήταν οι νεκροί... Αντίστοιχα, οι νεκροί της Βρετανίας ανέρχονταν σε 375.000. Των ΗΠΑ σε 405.000» (ΚΟΜΕΠ Νο 3/2005, σελίδες 72 - 73).
Στις 9 Μάη 1945 και ώρα 00.43 υπογράφτηκε η πράξη άνευ όρων παράδοσης της φασιστικής Γερμανίας.
Η 9η Μάη καθορίστηκε σαν Μέρα Νίκης κατά του φασισμού. Τη Νίκη αυτή και τον πόλεμο τον κέρδισε η ΕΣΣΔ, γιατί ηγετική δύναμη ήταν το Κομμουνιστικό Κόμμα, που οργάνωσε, στράτευσε όλους τους Σοβιετικούς πολίτες κατά των καταχτητών, οργάνωσε και προσάρμοσε τη βιομηχανία και γενικά την οικονομία για τις ανάγκες του πολέμου. Ενα παράδειγμα μόνο: Στην περίοδο Ιούνης - Νοέμβρης 1941 μεταφέρθηκαν στην Ανατολή 1.500 βιομηχανικές επιχειρήσεις, όπου μετά από δύο μήνες άρχισαν την παραγωγή αεροπλάνων, τανκς, πυροβόλων και πολεμικού υλικού.
Στη διάρκεια από 1 Ιούλη 1941 μέχρι 1 Σεπτέμβρη 1945, η σοβιετική βιομηχανία είχε κάνει παραγωγή σε μεγάλες ποσότητες: 134.000 πολεμικά αεροπλάνα, 825.000 κανόνια και όλμους, 103.000 άρματα μάχης, ανάμεσα στα οποία ήταν τα ξακουστά Τ-34, οι δοξασμένες «Κατιούσες», ο φόβος και ο τρόμος του γερμανικού στρατού («Σοβιετική Πολεμική Εγκυκλοπαίδεια» 1976, Τόμος 2ος, σελίδα 66, στα ρώσικα).
Το νέο κοινωνικοοικονομικό σύστημα, ο σοσιαλισμός, υπό την καθοδήγηση των Μπολσεβίκων, αφού κοινωνικοποίησε τα μέσα παραγωγής και με τη σχεδιασμένη οικονομία έδωσε τη δυνατότητα στη σοβιετική ηγεσία να συγκεντρώσει όλα τα υλικοτεχνικά μέσα και να κινητοποιήσει το σοβιετικό λαό στο Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο, για την υπεράσπιση του σοσιαλισμού κατά του φασισμού που τελικά έφεραν τη νίκη της ΕΣΣΔ.
Η ιμπεριαλιστική προπαγάνδα αξιοποιεί όλα τα μέσα με σκοπό να παραχαράξει την Ιστορία και με τη νέα αστική τάξη της Ρωσίας προσπαθούν να υποβιβάσουν το ρόλο του Κόκκινου Στρατού και την καθοριστική συμβολή της ΕΣΣΔ στην έκβαση του πολέμου και τη νίκη κατά του φασισμού. Οι λαοί της πρώην Σοβιετικής Ενωσης και του κόσμου ξέρουν τα κατορθώματα και τις θυσίες του εργατοαγροτικού στρατού που αυτός συνέτριψε το φασισμό. Και παρά την αδιανόητη αλλαγή της ονομασίας του Κόκκινου Στρατού σε Σοβιετικό Στρατό με Διάταγμα του Φλεβάρη του 1946 παραμένει στις καρδιές των λαών και συνεχίζει να ονομάζεται από όλους ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ.
Στόχος των αντιπάλων είναι να αμαυρώνουν το σοσιαλιστικό σύστημα που έδειξε και στον πόλεμο την ανωτερότητά του και το Κόμμα των Μπολσεβίκων. Αξίζει να αναφέρουμε στο τέλος ότι μόνο στο πρώτο εξάμηνο του πολέμου σκοτώθηκαν 500.000 κομμουνιστές του στρατού και στη διάρκεια όλου του πολέμου θυσιάστηκαν 3.000.000 κομμουνιστές.
Η Ιστορία δε γυρίζει πίσω. Παρά την αντεπαναστατική ανατροπή, ο δρόμος που άνοιξε η Μεγάλη Οχτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία, το 1917, ο δρόμος του περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό που τον υπεράσπιζε ο Κόκκινος Στρατός, είναι το μέλλον της ανθρωπότητας.
Στην Ελλάδα, τον ίδιο καιρό, η εικόνα της Κατοχής άλλαζε με καταιγιστικούς ρυθμούς. Η ανατίναξη της γέφυρας στον Γοργοπόταμο, όπως γρήγορα αποδείχθηκε, δεν ήταν παρά το προοίμιο των σημαντικών εξελίξεων που θα ακολουθούσαν. Τις πρώτες ημέρες του Μαρτίου πολλές περιοχές της χώρας βρίσκονταν ήδη σε κατάσταση ανοικτής εξέγερσης ενάντια στον κατακτητή και στα αρπακτικά μέτρα του κατοχικού κράτους. Στη δυτική Μακεδονία οι ανατροπές είχαν ήδη πάρει δραματικές διαστάσεις. Στις 6 Μαρτίου, ολόκληρο ιταλικό τάγμα - η φρουρά της πόλης των Γρεβενών - παραδόθηκε στους αντάρτες του ΕΛΑΣ και στους εξεγερμένους αγρότες στον Φαρδύκαμπο. Η Αθήνα βρισκόταν σε συνεχή αναβρασμό: Στις 23 του Φλεβάρη μία νέα οργάνωση Αντίστασης έκανε δυναμικά την εμφάνισή της. Ηταν η ΕΠΟΝ, η Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νεολαίας. Στις 24 ξέσπασε το πρώτο κύμα των εκδηλώσεων ενάντια στα κυβερνητικά σχέδια για Πολιτική Επιστράτευση. Στις 28 η πόλη συγκλονίστηκε από την κηδεία του ποιητή Κωστή Παλαμά, που μετατράπηκε από τους δεκάδες χιλιάδες συγκεντρωμένους σε αγωνιστικό σάλπισμα.
«Ο συγγραφικός κόσμος της Ελλάδος και εν γένει ο κόσμος των γραμμάτων με βαθυτάτην οδύνην έρχεται δι' Υμών να εκφράση την πικρίαν και αγανάκτησίν του διά τα τραγικά γεγονότα της 5 Μαρτίου. Κόσμος εξ όλων των κοινωνικών στρωμάτων αποτελούμενος κατά πλειοψηφίαν από νέους και νέας, προφανώς φοιτητάς και φοιτητρίας, είχον εκχυθή εις τους δρόμους των Αθηνών και με ανατάσεις των χειρών και επιφωνήματα εξέφραζον τη δυσφορίαν των διά το κατ' εκείνας τας ημέρας συζητούμενον διάταγμα της Πολιτικής Επιστρατεύσεως. Ισως ο κόσμος αυτός κάπως εντονώτερον να εξεδήλωνε τα συναισθήματά του, οπωσδήποτε όμως επρόκειτο περί αόπλων πολιτών, οίτινες, όσον και αν εφώναζον, όσον και αν χειρονομούσαν, ήσαν ακίνδυνοι. Ουδενός η ζωή εκινδύνευεν από αυτούς. Τι συνέβη όμως; Οταν έφθασαν εις τας παρόδους του Πολυτεχνείου - ως διηγούνται αυτόπται μάρτυρες, αγαθοί νοικοκυραίοι που παρηκολούθησαν τας σκηνάς από τα σπίτια τους - εδέχθησαν την αδικαιολόγητον, την λυσσαλέαν επίθεσιν των οργάνων της τάξεως.
»Διερωτώμεθα, δε θα ήτο δυνατόν, αντί των όπλων, να τοποθετηθή εις το μέσον εκεί, ένα μεγάφωνον, το οποίον να καθησύχαζε τα πλήθη διά την μη εφαρμογήν του διατάγματος της Επιστρατεύσεως, αφού άλλωστε η Πολιτική Επιστράτευσις, ως εδηλώθη υπό της Κυβερνήσεως, δεν επρόκειτο να εφαρμοσθή;
»Μάχην εάν συνήπτε ο ελληνικός λαός προς εχθρούς του πραγματικούς, δε θα αριθμούσε τόσα θύματα. Η σκληροτέρα μάχη του αλβανικού μετώπου δεν έστειλε στον Αδη τόσα παλικάρια όσα η τραγική αυτή ημέρα της 5ης Μαρτίου. Το έγκλημα όμως αυτό, οι ομαδικές αυτές δολοφονίες αόπλων πολιτών, νομίζομε πως δεν είναι σωστό, πως δεν πρέπει να μείνουν έτσι. Θα πρέπει να ζητηθούν ευθύναι και να επιβληθούν κυρώσεις εις τα όργανα εκείνα της τάξεως, τα οποία, με το να έχουν όπλα, νομίζουν ότι μπορούν και να τα χρησιμοποιούν εις βάρος της ζωής αθώων αόπλων πολιτών.
»Εχομεν απόλυτον πεποίθησιν εις την ευθυκρισίαν με την οποίαν αντιμετωπίζετε εκάστοτε τα διάφορα ζητήματα και αφιέμεθα με εμπιστοσύνην και επί του προκειμένου εις τας Υμετέρας ενεργείας. Ναι μεν ό,τι και αν κάμωμε, δε θα κατορθώσωμε να επαναφέρωμε στη ζωή τους χαμένους - ακόμη και τραυματίαι, ακόμη και ανάπηροι του ιταλικού πολέμου, τους οποίους εσεβάσθησαν οι εχθρικαί σφαίρες, επέπρωτο να πάνε από σφαίρες ελληνικές! - πάντως με τη δίκαιη και αυστηρή τιμωρία των ενόχων ίσως περισώσωμε τους πολίτας από μελλοντικάς παρομοίας πράξεις - τας οποίας αποφεύγομεν εσκεμμένως να χαρακτηρίσωμεν - των λεγομένων οργάνων της τάξεως.
Σπ. Θεοδωρόπουλος, Ι. Κακριδής, Ι. Κοκκινάκης, Μεν. Λουντέμης, Λουκής Ακρίτας, Ελένη Σαμίου, Κ. Μιμήκος, Λ. Κουκούλας, Σ. Παπαδάκη, Β. Βαρίκας, Α. Ανδρεόπουλος, Π. Χάρης, Κ. Σούκας, Χρ. Λεβάντας, Ν. Προεστόπουλος, Μ. Αργυρόπουλος, Στρ. Μυριβήλης, Φ. Κόντογλου, Ι. Λαμπρινός, Μ. Καραγάτσης, Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, Κ. Θεοδωρόπουλος, Θ. Ξύδης, Γ. Κατσίμπαλης, Γ. Φουσάρας, Φ. Μιχαλόπουλος, Στρ. Δούκας, Γ. Αηδονόπουλος, Κατίνα Παΐζη, Γ. Γεραλής, Ολμος Περάνθης, Ι. Σφακιανάκης, Νικ. Βρεττάκος, Κ. Καρθαίος, Β. Ρώτας, Μ. Αναστασίου, Μ. Αυγέρης, Γαλάτεια Καζαντζάκη, Σωτήρης Σκίπης, Γ. Θεοτοκάς, Μελ. Νικολαΐδης, Αγγ. Τερζάκης, Β. Δασκαλάκης, Ν. Καρούζος, Δ. Μηλιάδης, Απ. Μελαχρινός, Ελλη Αλεξίου, Γερ. Σπαταλάς, Γ. Χατζίνης, Χ. Λαγοπάτης και Β. Βακαλό».
Γιατί τέτοιος φανατισμός, τέτοιο μίσος, τέτοια λύσσα; Ποιον κόσμο προάσπιζαν οι αστυνομικοί του κατοχικού κράτους στις 5 Μαρτίου 1943; Θα ήταν μάταιο να ανατρέξει κανείς σε ψυχολογικές ή άλλες ερμηνείες, ο κόσμος που προάσπιζαν λυσσαλέα τα «όργανα της τάξεως» ήταν πραγματικός και χειροπιαστός, είχε οικονομική, πολιτική, ταξική υπόσταση. Αυτοί που αργότερα ονομάστηκαν «οικονομικοί δοσίλογοι», οι μεγαλέμποροι και μεγαλοβιομήχανοι της χώρας, όσοι παλαιοί και νέοι επιχειρηματίες δούλευαν για τον κατακτητή είχαν ήδη φτιάξει έναν κόσμο που τα «όργανα της τάξεως» όφειλαν να προασπίσουν με κάθε μέσο.
Ετσι ήταν ο κόσμος τον Μάρτιο του 1943: Κόσμος του κέρδους, κόσμος της αγοράς, κόσμος του ανθρώπινου σφαγείου. Και απέναντί του ο κόσμος της αξιοπρέπειας, του πατριωτισμού, του αγώνα, της Αντίστασης.
1. Το κείμενο της επιστολής μεταφέρθηκε εδώ από το βιβλίο του Γιάννη Καιροφύλα, Νεάπολις - Εξάρχεια, Αθήνα, 2002, σελ. 253 - 256.
2. Διαπιστωμένοι νεκροί εκείνης της ημέρας ξεπέρασαν τους δέκα.
3. Αναλυτικά στοιχεία στην έκθεση του επιτρόπου της Τράπεζας του Ράιχ (Reichsbank) για την Ελλάδα. Σχετικός πίνακας στο βιβλίο του Gotz Aly, Hitler's Beneficiaries. Plunder, Racial War and the Nazi Welfare State, New York, 2007, σ. 262 - 263.
4. Τον ίδιο δρόμο πήρε και ο χρυσός που αρπάχθηκε από τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης.