Κυριακή 2 Μάη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Προς γενική απεργία σε καιρό τρομοκρατίας

Εγγραφο από το αρχείο του ΚΚΕ αποκαλύπτει τι μέτρα πάρθηκαν για να οργανωθεί η απεργία της Πρωτομαγιάς του 1928

«Ριζοσπάστης», 2 του Απρίλη 1928
«Ριζοσπάστης», 2 του Απρίλη 1928
«Στη συγκέντρωση έλαβαν τον λόγο πολλοί Αμερικανοί εργάτες που με δριμείς φράσεις επιτίθονται κατά της κεφαλαιοκρατικής κυβερνήσεως που διά πρωτοφανών τρομοκρατικών μεθόδων επιτίθεται κατά των Ελλήνων εργατών, προσπαθούσα να στηρίξει την καπιταλιστικήν της ανόρθωση στους ώμους των εργαζομένων μαζών. Επίσης οι ξένοι ομιλητές καταφέρθησαν εναντίον της ελληνικής κυβερνήσεως διά την απόπειράν της όπως διαλύσει τις εργατικές συνδικαλιστικές οργανώσεις και τον πολιτικόν της οργανισμό, το Κομμουνιστικό Κόμμα, διά να δυνηθεί ευκολώτερα να επιβάλει το καπιταλιστικό ανορθωτικό της πρόγραμμα».

(«Ριζοσπάστης» 2 του Απρίλη 1928, ταχυδρομική ανταπόκριση από τη Νέα Υόρκη).

Το απόσπασμα είναι χαρακτηριστικό της εποχής. Το επιλέξαμε καθώς μέσα από μία ανταπόκριση που στάλθηκε από την άλλη άκρη του Ατλαντικού περιγράφονται οι συνθήκες της τρομοκρατίας που επικρατούσαν εδώ. Για το πώς αντιμετωπιζόταν η κατάσταση εδώ μιλά το έγγραφο που ακολουθεί και το οποίο είναι επίσης αποκαλυπτικό για τις συνθήκες υπό τις οποίες διεξαγόταν η ταξική πάλη αλλά και διδακτικό για όσους ξεχνιούνται στη σιδερόφραχτη δημοκρατία μας. Είναι αρκετά χρόνια πριν ο δικτάτορας Μεταξάς επιβάλει για πρώτη φορά την Πρωτομαγιά ως αργία για να σπάσει το απεργιακό μέτωπο. Το έγγραφο προέρχεται από το αρχείο του ΚΚΕ και έχει χαρακτηρισμό «Εμπιστευτικό». Εχει ημερομηνία 20-4-1928, έχει γραφτεί ενόψει Πρωτομαγιάς από το οργανωτικό τμήμα του Πολιτικού Γραφείου του Κόμματος και απευθύνεται προς όλες τις περιφερειακές και αχτιδικές επιτροπές. Τίτλος: Οδηγίες για τη γενική απεργία!

«Το Κόμμα, γράφει σ' ένα σημείο, πρέπει να ετοιμαστεί πλήρως ιδεολογικά και οργανωτικά με προσοχή και με δραστηριότητα για τη μεγάλη αυτή πάλη κατά του κράτους και της μπουρζουαζίας».

Κείμενο από το Αρχείο του ΚΚΕ
Κείμενο από το Αρχείο του ΚΚΕ
Υπό τον πλάγιο τίτλο «Η πείρα μας» σημειώνει πως το κέντρο της κινητοποίησης θα αποτελέσουν οι πυρήνες μέσα στα εργοστάσια, στους σιδηροδρόμους, στα λιμάνια. Δίνεται κατεύθυνση «οι πυρήνες να δεκαπλασιάσουν τη δραστηριότητά τους και την επαφή τους με τις μάζες. Η στρατολογία μελών για το Κόμμα πρέπει να γίνεται και κατά το διάστημα του αγώνα καθώς και η ανάπτυξη της διάδοσης του Τύπου μας».

Αντίστοιχος με την πραγματικότητα που καλείται να αντιμετωπίσει παρουσιάζεται ο μηχανισμός για οργάνωση και επιτυχία της απεργίας: «Οι συνθήκες αυτής της πάλης δείχνουν ότι ο μηχανισμός πρέπει να είναι ικανός να αντέξει κάτω από μεγάλη τρομοκρατία, που μπορεί να φτάσει μέχρι και πλήρους παρανομίας.

Δίχως να εγκαταλειφθούν οι νόμιμες συνδέσεις πρέπει να εξασφαλιστούν πλήρως οι παράνομες.

Αντικαταστάτριες επιτροπές πρέπει να υπάρχουν έτοιμες σε περίπτωση σύλληψης να αναλάβουν αμέσως έργο».

Τεράστιας σημασίας χαρακτηρίζεται η επαφή με τις μάζες με έντυπα. Ζητείται να παρθούν μέτρα ώστε αν χτυπηθούν οι κεντρικές τυπογραφικές μονάδες «οι πυρήνες να διαθέτουν μικρούς ή μεγάλους πολυγράφους για την έκδοση προκηρύξεων».

Για την ίδια τη διεξαγωγή της απεργίας διαβάζουμε: «Ούτε μια στιγμή δεν πρέπει να λησμονηθεί ότι στην απεργία δεν πρέπει να κατεβάσουμε μόνο απλώς μία πρωτοπορία αλλά πλατιές μάζες, γι' αυτό πρέπει να παρθούν όλα τα οργανωτικά μέτρα: Επιτροπές απεργίας νόμιμες και μυστικές. Ταμεία απεργίας. Ετοιμασία του μηχανισμού των συνδικάτων για την απεργία.

Κάθε συνέλευση εργατών να εκλέξει φανερά μια επιτροπή απεργίας. Δίπλα σ' αυτές (σ.σ. τις φανερές) μυστικές επιτροπές να είναι απολύτως άγνωστες».

Αναφορά υπάρχει και για την ιδεολογική διαπάλη που διεξαγόταν παράλληλα στο συνδικαλιστικό κίνημα:

Το λάβαρο του Εργατικού Κέντρου Αγιάσου Λέσβου, 1928
Το λάβαρο του Εργατικού Κέντρου Αγιάσου Λέσβου, 1928
«Τα αριστερά συνδικάτα πρέπει να ετοιμαστούν όχι με φιλολογικές εγκυκλίους αλλά με δραστήρια οργανωτικά μέτρα.

Για τα ρεφορμιστικά, οι φράξιες μας έχουν τεράστιο καθήκον γιατί πρέπει να οργανώσουν την κινητοποίηση των μαζών εναντίον της θέλησης των διοικήσεων».

Και καθώς ούτε και τότε η απεργία ήταν περίπατος το Κόμμα παίρνει μέτρα περιφρούρησης:

«Το κράτος και το κεφάλαιο, σημειώνει, θα θελήσουν να σπάσουν την απεργία όχι μόνο μ' ένα κύμα αιματηρής τρομοκρατίας αλλά και με τη χρησιμοποίηση ως απεργοσπαστών διαφόρων αποβρασμάτων ή ακόμα και εξαπατημένων εργατών».

Διά ταύτα εντέλλεται «να οργανωθεί η πάλη όχι μόνο κατά της μισητής αυτής ενέργειας αλλά και για τη φρούρηση, από σήμερα, κατά εργοστάσιο και σωματείο».

Επιπλέον μέτρα: «Οι πυρήνες να κανονίσουν πού θα βρίσκουν τους συμπαθούντες των εργοστασίων (να μάθουν τα σπίτια τους και τα καφενεία που συχνάζουν). Οι περιφερειακές και αχτιδικές επιτροπές να πάρουν μέτρα ενίσχυσης των πυρήνων που θα κατεβούν στα εργοστάσια παίρνοντας δυνάμεις από τους πυρήνες δρόμων που δεν προβλέπεται να παίξουν ρόλο».

Εκείνη η Πρωτομαγιά τελικά γιορτάστηκε στην Αγία Ελεούσα. Εγιναν συγκρούσεις με την Αστυνομία και χτυπήθηκαν αρκετοί εργάτες.

Ο Φρίντριχ Ενγκελς για την Πρωτομαγιά στο Λονδίνο το 1890

 Φρ. Ενγκελς
Φρ. Ενγκελς
Είναι γεγονός ότι η δράση του ΠΑΜΕ ως ταξικού πόλου στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα αντιμετωπίζεται από τις δυνάμεις του κεφαλαίου μέσα στην εργατική τάξη, όπως η πλειοψηφία των ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ, ως πρωτοφανής στην ιστορία του εργατικού κινήματος. Την ίδια στιγμή, που μέσα στο εργατικό κίνημα συγκρούονται δυο γραμμές, για τους στόχους του, τον προσανατολισμό του, την κατεύθυνσή του: Η ταξική υπέρ των ταξικών συμφερόντων της εργατικής τάξης πολιτική και αυτή της υποταγής στο κεφάλαιο, της ταξικής συνεργασίας, την οποία αυτές οι δυνάμεις εκφράζουν, επιδιώκοντας τον ταξικό αφοπλισμό του κινήματος, προβάλλοντας στόχους πάλης στο πλαίσιο της κυρίαρχης πολιτικής, και, μάλιστα, με την τακτική του διαβόητου «κοινωνικού διαλόγου», διασπώντας την ταξική ενότητα.

Αλλά αυτή η ιστορία των διαφορετικών πόλων στο κίνημα είναι τόσο παλιό ζήτημα, όσο και το εργατικό κίνημα. Ενα τέτοιο παράδειγμα μας δίνει αναλυτικά το παρακάτω άρθρο του Φρ. Ενγκελς για το γιορτασμό της Πρωτομαγιάς στο Λονδίνο στα 1890 και τις χωριστές συγκεντρώσεις των συνδικάτων:

Ο γιορτασμός της Πρωτομαγιάς από το προλεταριάτο άφησε εποχή όχι μόνο με τον παγκόσμιο χαρακτήρα του που τον κατέστησε πρώτη διεθνή πράξη της αγωνιζόμενης εργατικής τάξης. Προσέφερε, επίσης, υπηρεσίες στην καταγραφή πολύ ευχάριστων προόδων στις διάφορες χώρες. Φίλοι και εχθροί συμφωνούν ότι σ' ολόκληρη την Ευρώπη ήταν η Αυστρία και στην Αυστρία ήταν η Βιέννη αυτή που γιόρτασε τη γιορτή του προλεταριάτου με τον πιο λαμπρό και αξιοπρεπή τρόπο και ότι οι Αυστριακοί και πάνω απ' όλους οι Βιεννέζοι εργάτες μ' αυτόν τον τρόπο κατέκτησαν οι ίδιοι μια ολότελα διαφορετική θέση στο κίνημα. Μόλις πριν από λίγα χρόνια, το αυστριακό κίνημα είχε φτάσει σχεδόν στο μηδέν, και οι εργάτες των γερμανικών και σλαβικών περιοχών του αυστριακού στέμματος είχαν διαιρεθεί σ' εχθρικά κόμματα, σπαταλώντας τις δυνάμεις τους σε εσωτερικές διαμάχες. Οποιος θα ισχυριζόταν μόλις πριν από τρία χρόνια ότι την 1η του Μάη 1890 η Βιέννη και ολόκληρη η Αυστρία θα ήταν το υπόδειγμα για όλους, για το πώς θα πρέπει να γιορτάζεται μια ταξική γιορτή του προλεταριάτου, θα γινόταν καταγέλαστος. Θα κάνουμε καλά να μην ξεχνάμε αυτό το γεγονός, όταν κρίνουμε τους καυγάδες των εσωτερικών συγκρούσεων, στις οποίες οι εργάτες άλλων χωρών σπαταλούν ακόμη και σήμερα τις δυνάμεις τους, όπως, για παράδειγμα, στη Γαλλία. Ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι το Παρίσι δε θα μπορέσει να κάνει αυτό που έκανε η Βιέννη;

Αλλά την 4η του Μάη η Βιέννη επισκιάστηκε από το Λονδίνο. Και θεωρώ ότι αυτό είναι το πιο σημαντικό και μεγαλειώδες μέρος ολόκληρου του γιορτασμού της Πρωτομαγιάς, το ότι στις 4 του Μάη 1890 το αγγλικό προλεταριάτο, που ξύπνησε από μια σαραντάχρονη χειμέρια νάρκη, ξανασυνδέθηκε με το κίνημα της τάξης του. Για να το κατανοήσει κανείς αυτό, είναι απαραίτητο να γνωρίζει την προϊστορία της 4ης του Μάη.

Γύρω στις αρχές του περασμένου χρόνου, η μεγαλύτερη και πιο εξαθλιωμένη εργατική συνοικία του κόσμου, οι ανατολικές συνοικίες του Λονδίνου, άρχισε σιγά σιγά να κινείται. Την 1η του Απρίλη 1889 ιδρύθηκε η Ενωση εργαζομένων στο φωταέριο και χειρωνακτών εργατών γενικά (Gas Workers and General Labourers' Union), σήμερα έχει γύρω στα 100.000 μέλη, με τη συμμετοχή κυρίως αυτού του συνεταιρικού σωματείου (πολλοί είναι εργάτες του φωταερίου το χειμώνα και λιμενεργάτες το καλοκαίρι), μπήκε στο δρόμο της η μεγάλη απεργία των λιμενεργατών που ταρακούνησε ακόμη και το κατώτερο κατακάθι των εργατών του ανατολικού Λονδίνου από την αποτελμάτωση. Σαν αποτέλεσμα, άρχισε να σχηματίζεται το ένα κλαδικό σωματείο μετά το άλλο, ανάμεσα σ' αυτούς τους κατά κύριο λόγο ανειδίκευτους εργάτες, ενώ εκείνα που ήδη υπήρχαν εκεί και τα οποία μέχρι τότε μόλις που κρατιόνταν στη ζωή, τώρα άνθιζαν πολύ γρήγορα. Αλλά η διαφορά ανάμεσα σ' αυτά τα νέα εργατικά συνδικάτα και στα παλιά ήταν πολύ μεγάλη. Τα παλιά, που περιλάμβαναν μόνο τους «ειδικευμένους» εργάτες, έχουν αυστηρά συντεχνιακό χαρακτήρα, αποκλείουν όλους τους εργάτες που δεν έχουν ειδικευθεί συντεχνιακά και μ' αυτόν τον τρόπο εκτίθενται στον ανταγωνισμό εκείνων που δεν ανήκουν στις συντεχνίες, είναι πλούσια, αλλά όσο πλουσιότερα γίνονται, τόσο πιο πολύ εκφυλίζονται σε απλά ταμεία ασθενείας και θανάτου, είναι συντηρητικά και αποφεύγουν πάνω απ' όλα τον «τρισκατάρατο» σοσιαλισμό, όσο πιο πολύ και για όσο μεγαλύτερο διάστημα μπορούν. Τα νέα «ανειδίκευτα» συνδικάτα, από την άλλη, δέχονται κάθε συνάδελφο του κλάδου, έτσι είναι κατά κύριο λόγο και οι εργάτες του φωταερίου αποκλειστικά, απεργιακά σωματεία και απεργιακά ταμεία. Και παρότι δεν είναι ακόμη όλοι σοσιαλιστές, ωστόσο επιμένουν να έχουν οπωσδήποτε για ηγέτες τους μόνο σοσιαλιστές και κανέναν άλλο. Αλλά η σοσιαλιστική προπαγάνδα είχε από χρόνια ήδη ξεκινήσει στις ανατολικές συνοικίες, όπου η κ. Ε. Μαρξ Αβελινγκ και ο άντρας της ο Εντουαρντ Αβελινγκ ήταν κυρίως εκείνοι που είχαν πριν από τέσσερα χρόνια ανακαλύψει και επεξεργαστεί επίμονα με «Ριζοσπαστικές Λέσχες», που απαρτίζονταν σχεδόν αποκλειστικά από εργάτες, το καλύτερο πεδίο προπαγάνδας και, όπως είναι τώρα φανερό, με τη μεγαλύτερη επιτυχία. Κατά τη διάρκεια της απεργίας των λιμενεργατών, η κ. Αβελινγκ ήταν η μία από τις τρεις γυναίκες που φρόντιζαν για τη διανομή της βοήθειας και σαν «ευχαριστώ» συκοφαντήθηκαν από τον κ. Χάιντμαν, το φυγάδα της Πλατείας Τραφάλγκαρ, που ισχυρίστηκε ότι πληρωνόταν γι' αυτόν το σκοπό μ' ένα ποσό τριών λιρών στερλινών τη βδομάδα από το απεργιακό ταμείο.

Η κ. Αβελινγκ καθοδήγησε σχεδόν μόνη της την απεργία του περασμένου χειμώνα στο Σίλβερταουν, καθώς επίσης και στις ανατολικές συνοικίες και εκπροσωπεί στην επιτροπή των εργατών του φωταερίου ένα γυναικείο τομέα που έχει ιδρύσει εκεί.

Το προηγούμενο φθινόπωρο οι εργάτες του φωταερίου κατέκτησαν ύστερα από αγώνες εδώ στο Λονδίνο την οκτάωρη εργάσιμη ημέρα, αλλά την ξανάχασαν μετά από μια ανεπιτυχή απεργία, στο νότιο τμήμα της πόλης, αποκτώντας αρκετές αποδείξεις ότι αυτή η κατάκτηση δεν έχει κατά κανέναν τρόπο εξασφαλισθεί για πάντα ούτε στα βόρεια τμήματα του Λονδίνου. Είναι, λοιπόν, αξιοπερίεργο, που αποδέχτηκαν πρόθυμα την πρόταση της κας Αβελινγκ να εισάγουν στο Λονδίνο το γιορτασμό της Πρωτομαγιάς, που αποφασίστηκε από το Συνέδριο στο Παρίσι, για μια νομοθετημένη οκτάωρη μέρα εργασίας; Από κοινού με μερικές σοσιαλιστικές ομάδες, οι Ριζοσπαστικές Λέσχες και τ' άλλα εργατικά συνδικάτα στις ανατολικές συνοικίες, όρισαν μια Κεντρική Επιτροπή, που θα διοργάνωνε γι' αυτόν το σκοπό μια μεγάλη διαδήλωση στο Χάιντ Παρκ. Επειδή φάνηκε ότι κάθε προσπάθεια να γίνει η διαδήλωση την Πέμπτη 1η του Μάη, οπωσδήποτε θα αποτύχαινε αυτή τη χρονιά, αποφασίστηκε ν' αναβληθεί για την Κυριακή 4 του Μάη.

Για να εξασφαλίσει, όσο ήταν δυνατό, τη συμμετοχή όλων των εργατών του Λονδίνου, η Κεντρική Επιτροπή κάλεσε επίσης, με ανεπίτρεπτη αφέλεια, το Συμβούλιο των Συνδικάτων του Λονδίνου. Αυτό είναι ένα σώμα που απαρτίζεται από αντιπροσώπους από τα λονδρέζικα εργατικά συνδικάτα, κύρια από τα παλιότερα συνδικάτα των «ειδικευμένων» εργατών, όπου, όπως ήταν αναμενόμενο, τα αντι-σοσιαλιστικά στοιχεία έχουν ακόμη την πλειοψηφία. Το Συμβούλιο των Συνδικάτων είδε ότι το κίνημα για το οκτάωρο υπήρχε φόβος να μεγαλώσει πέρα από τον έλεγχό τους. Τα παλιά εργατικά συνδικάτα υποστηρίζουν επίσης την οκτάωρη εργάσιμη μέρα, αλλά όχι τη νομοθετημένη. Το οκτάωρο αυτοί το εννοούν με την έννοια ότι το κανονικό μεροκάματο πρέπει να πληρώνεται για οκτώ ώρες τόσο την ώρα, αλλά ότι θα πρέπει να επιτρέπεται υπερωριακή εργασία για οσεσδήποτε ώρες τη μέρα, με την προϋπόθεση ότι κάθε ώρα υπερωρίας θα πληρώνεται μ' ένα μεγαλύτερο ποσό, ας πούμε, με το ποσό της μιάμισης ή των δύο κανονικών ωρών. Στόχος τους, λοιπόν, ήταν να οδηγήσουν τη διαδήλωση στα νερά αυτού του είδους της εργάσιμης ημέρας, που θα την κατακτούσαν με «ελεύθερη» συμφωνία, αλλά που δε θα γινόταν υποχρεωτική με νόμο της Βουλής. Γι' αυτόν το σκοπό το Συμβούλιο των Συνδικάτων συνενώθηκε με τη Σοσιαλδημοκρατική Ομοσπονδία του κ. Χάιντμαν που προαναφέρθηκε, μια ένωση που παρουσιάζει τον εαυτό της σαν τη μόνη αληθινή εκκλησία του βρετανικού σοσιαλισμού, που προσφέρει τη μακαριότητα, και που είχε συνάψει με μεγάλη συνέπεια μια συμμαχία ζωής και θανάτου με τους Γάλλους ποσιμπιλιστές. Η Ενωση αυτή έστειλε μια αντιπροσωπεία στο συνέδριό τους και έτσι θεωρούσε εκ των προτέρων τον πρωτομαγιάτικο γιορτασμό που αποφασίστηκε από το μαρξιστικό Συνέδριο σαν αμαρτία κατά του Αγίου Πνεύματος. Το κίνημα είχε ξεφύγει και απ' αυτής τον έλεγχο, όμως το ν' ακολουθήσει την Κεντρική Επιτροπή θα σήμαινε ότι έβαζε τον εαυτό της υπό τη «μαρξιστική» ηγεσία, από την άλλη, εάν το Συμβούλιο των Συνδικάτων έπαιρνε το ζήτημα στα χέρια του και εάν ο γιορτασμός γινόταν στις 4 αντί για την 1η του Μάη, δε θα ήταν πια καθόλου η κακιά «μαρξιστική» Πρωτομαγιά και έτσι θα μπορούσαν να συμμετάσχουν. Παρά το γεγονός ότι η Σοσιαλδημοκρατική Ομοσπονδία έχει τώρα περιλάβει στο πρόγραμμά της το νομοθετημένο οκτάωρο, έσφιξε πρόθυμα το χέρι που της προσφέρθηκε από το Συμβούλιο των Συνδικάτων.

Τώρα οι νέοι περίεργοι συγκάτοικοι ξεγέλασαν την Κεντρική Επιτροπή μ' ένα κόλπο, το οποίο, πράγματι, θεωρείται όχι μόνο επιτρεπτό, αλλά και αρκετά έξυπνο από την πολιτική πρακτική της αγγλικής αστικής τάξης, που όμως οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί εργάτες θα το βρουν πιθανά πολύ ποταπό. Είναι γεγονός ότι σε περίπτωση οργάνωσης λαϊκών συγκεντρώσεων στο Χάιντ Παρκ οι διοργανωτές πρέπει πρώτα ν' ανακοινώσουν την πρόθεσή τους στο υπουργείο Δημοσίων Εργων και να συμφωνήσουν μαζί του στα επιμέρους ζητήματα, εξασφαλίζοντας συγκεκριμένα την άδεια να τοποθετήσουν στο γρασίδι τα κάρα που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σαν εξέδρες. Εκτός αυτού, οι κανονισμοί λένε ότι εφόσον έχει ανακοινωθεί μια συγκέντρωση, καμιά άλλη δεν μπορεί να γίνει την ίδια μέρα στο πάρκο. Η Κεντρική Επιτροπή δεν είχε κάνει ακόμη αυτή την ανακοίνωση, αλλά οι οργανώσεις που συμμάχησαν εναντίον της μόλις το έμαθαν ανακοίνωσαν πίσω από την πλάτη της μια συγκέντρωση για τις 4 του Μάη στο πάρκο και πήραν την άδεια για επτά εξέδρες.

Το Συμβούλιο των Συνδικάτων και η Ομοσπονδία πίστεψαν, λοιπόν, ότι είχαν νοικιάσει το πάρκο για τις 4 του Μάη και ότι είχαν τη νίκη στην τσέπη τους. Το πρώτο συγκάλεσε μια συγκέντρωση αντιπροσώπων των εργατικών συνδικάτων, στην οποία κάλεσε και δύο αντιπροσώπους από την Κεντρική Επιτροπή, αυτή έστειλε τρεις, περιλαμβανομένης της κας Αβελινγκ. Το Συμβούλιο των Συνδικάτων τους αντιμετώπισε σαν να ήταν ο αφέντης της κατάστασης. Τους πληροφόρησε ότι μόνο κλαδικά σωματεία, δηλαδή ούτε σοσιαλιστικές ενώσεις ούτε πολιτικές λέσχες θα μπορούσαν να πάρουν μέρος στη διαδήλωση και να κρατούν λάβαρα. Το πώς θα συμμετείχε η Σοσιαλδημοκρατική Ομοσπονδία στη διαδήλωση παρέμενε μυστήριο. Το Συμβούλιο είχε ήδη συντάξει στην τελική μορφή το ψήφισμα που θα υποβαλλόταν στη συγκέντρωση και είχε μάλιστα σβήσει το αίτημα για το νομοθετημένο οκτάωρο· η πρόταση για να ξαναμπεί το αίτημα στο ψήφισμα δεν επιτράπηκε να συζητηθεί ούτε να μπει σε ψηφοφορία. Και, τέλος, το Συμβούλιο αρνήθηκε να δεχθεί την κ. Αβελινγκ σαν αντιπρόσωπο, γιατί, όπως είπε, δεν ήταν χειρωνακτική εργάτρια (πράγμα που δεν είναι αλήθεια), παρότι ο ίδιος του ο πρόεδρος, ο κ. Σίπτον, δεν έβαλε ούτε ένα δαχτυλάκι στο δικό του κλάδο για δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια.

Οι εργάτες της Κεντρικής Επιτροπής εξοργίσθηκαν με την εξαπάτηση που τους έγινε. Φαινόταν σαν να είχε αφεθεί τελικά η διαδήλωση στα χέρια δύο οργανώσεων που δεν αντιπροσώπευαν παρά μόνο κάποιες ασήμαντες μειονότητες των εργατών του Λονδίνου. Δε φαινόταν να υπάρχει άλλο αντίμετρο από τη βίαιη κατάληψη των εξεδρών του Συμβουλίου των Συνδικάτων, που είχαν απειλήσει να κάνουν οι εργάτες του φωταερίου. Τότε ο Εντουαρντ Αβελινγκ πήγε στο υπουργείο και εξασφάλισε, αντίθετα με τους κανονισμούς, την άδεια για την Κεντρική Επιτροπή να τοποθετήσει επίσης επτά εξέδρες στο πάρκο. Η προσπάθειά τους ν' αρπάξουν τη διαδήλωση προς όφελος της μειοψηφίας απέτυχε. Το Συμβούλιο των Συνδικάτων υποχώρησε, μένοντας ικανοποιημένο που τελικά κατόρθωσε να διαπραγματευθεί με την Κεντρική Επιτροπή σε ίση βάση για την προετοιμασία της διαδήλωσης.

Πρέπει κάποιος να ξέρει αυτή την προϊστορία, για να εκτιμήσει τη φύση και τη σημασία της διαδήλωσης. Υποκινούμενη από τους εργάτες του Ανατολικού Λονδίνου που συνδέθηκαν τελευταία με το κίνημα, η διαδήλωση βρήκε τέτοια γενική απήχηση, ώστε οι δύο οργανώσεις - που δεν ήταν λιγότερο εχθρικές η μία εναντίον της άλλης απ' όσο και οι δύο μαζί ενάντια στη θεμελιακή ιδέα της διαδήλωσης - υποχρεώθηκαν να συμμαχήσουν για να πάρουν την αρχηγία και να εκμεταλλευτούν τη συγκέντρωση με το δικό τους πνεύμα. Από τη μια, το συντηρητικό Συμβούλιο των Συνδικάτων που κηρύσσει την ισοτιμία κεφαλαίου και εργασίας, από την άλλη, η Σοσιαλδημοκρατική Ομοσπονδία που παριστάνει τη ριζοσπαστική και μιλά απλόχερα για κοινωνική επανάσταση σε κάθε ακίνδυνη ευκαιρία, και οι δύο, συμμαχώντας με βάση ένα τιποτένιο τέχνασμα για να εκμεταλλευτούν μια διαδήλωση, που ήταν ολότελα μισητή και στις δύο. Εξαιτίας αυτών των συμβάντων, η συγκέντρωση της 4ης του Μάη διασπάστηκε σε δύο μέρη: Από τη μια ήταν οι συντηρητικοί εργάτες, ο ορίζοντας των οποίων δεν προχωρά πέρα από το σύστημα της μισθωτής εργασίας και δίπλα τους μία αναιμική αλλά αρχομανής σοσιαλιστική αίρεση· από την άλλη, η μεγάλη μάζα των εργατών που είχαν συνδεθεί πρόσφατα με το κίνημα και που δε θέλουν ν' ακούν άλλο για το μαντσεστερισμό των παλιών εργατικών συνδικάτων, θέλοντας να κατακτήσουν οι ίδιοι με αγώνα την ολοκληρωτική τους χειραφέτηση, μαζί με συμμάχους της δικής τους επιλογής και όχι μ' αυτούς που προκαθορίζονται από μια μικρή σοσιαλιστική κλίκα. Από τη μια πλευρά ήταν η στασιμότητα, που αντιπροσωπευόταν από εργατικά συνδικάτα, που δεν έχουν ακόμη απελευθερωθεί τελείως από το συντεχνιακό πνεύμα και από μια στενόκαρδη αίρεση, που υποστηρίζεται από τους πιο τιποτένιους συμμάχους. Από την άλλη, το ζωντανό ελεύθερο κίνημα του βρετανικού προλεταριάτου, που ξαναξύπνησε. Και ήταν φανερό ακόμη και στους πιο τυφλούς, πού ήταν η γεμάτη φρεσκάδα ζωή σ' αυτή τη διπλή συγκέντρωση και πού η στασιμότητα. Γύρω από τις επτά εξέδρες της Κεντρικής Επιτροπής ήταν πυκνά, πελώρια πλήθη, που διαδήλωναν με μουσική και λάβαρα, πάνω από εκατό χιλιάδες οργανωμένοι, ενισχυμένοι από σχεδόν άλλους τόσους που είχαν έρθει μεμονωμένα· παντού επικρατούσε ομοφωνία και ενθουσιασμός και παρ' όλα αυτά τάξη και οργάνωση. Στις εξέδρες των συνενωμένων αντιδραστικών, αντίθετα, τα πάντα έμοιαζαν ξεθωριασμένα, η συγκέντρωσή τους ήταν πολύ πιο αδύνατη από την άλλη, κακά οργανωμένη, χωρίς τάξη και ως επί το πλείστον αργοπορημένη, έτσι ώστε σε μερικά σημεία άρχισαν όταν η Κεντρική Επιτροπή είχε ήδη τελειώσει. Ενώ οι φιλελεύθεροι ηγέτες μερικών Ριζοσπαστικών Λεσχών και οι υπάλληλοι αρκετών εργατικών συνδικάτων συσπειρώθηκαν γύρω από το Συμβούλιο των Συνδικάτων, τα μέλη των ίδιων συνδικάτων - στην πραγματικότητα, τέσσερα ολόκληρα παραρτήματα της Σοσιαλδημοκρατικής Ομοσπονδίας - παρέλασαν με την Κεντρική Επιτροπή. Παρ' όλα αυτά, το Συμβούλιο των Συνδικάτων κατάφερε να προκαλέσει κάποια προσοχή, αλλά η απόλυτη επιτυχία ήταν αυτή της Κεντρικής Επιτροπής.

Αυτό όμως που οι πολυάριθμοι παρακολουθούντες αστοί πολιτικοί αποκόμισαν σαν κύριο αποτέλεσμα, ήταν η βεβαιότητα ότι το αγγλικό προλεταριάτο, που για σαράντα ολόκληρα χρόνια σερνόταν σαν ουρά πίσω από το μεγάλο Φιλελεύθερο Κόμμα υπηρετώντας το σαν ψηφοφόρα αγέλη, είχε επιτέλους ξυπνήσει για μια νέα ανεξάρτητη ζωή και δράση. Δεν μπορεί να υπάρξει αμφιβολία γι' αυτό: Στις 4 του Μάη του 1890 η αγγλική εργατική τάξη προσχώρησε στο μεγάλο διεθνή στρατό. Και αυτό είναι ένα γεγονός που θ' αφήσει εποχή. Το αγγλικό προλεταριάτο έχει τις ρίζες του στην πιο προχωρημένη βιομηχανική ανάπτυξη και, επιπλέον, κατέχει τη μεγαλύτερη πολιτική ελευθερία κινήσεων. Η μακρόχρονη χειμέρια νάρκη του, αποτέλεσμα, από τη μια, της αποτυχίας του χαρτιστικού κινήματος του 1836-1850 και, από την άλλη, της κολοσσιαίας βιομηχανικής ανόδου του 1848-1880 έχει επιτέλους σπάσει. Τα εγγόνια των παλιών χαρτιστών μπαίνουν στη γραμμή του πυρός. Εδώ και οκτώ χρόνια υπάρχει κίνηση στις πλατιές μάζες πότε από δω, πότε από κει. Ξεπήδησαν σοσιαλιστικές ομάδες, αλλά καμιά δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τα όρια μιας σέκτας, αγκιτάτορες και υποτιθέμενοι αρχηγοί κομμάτων, ανάμεσά τους και καθαροί κερδοσκόποι και αριβίστες, έχουν μείνει αξιωματικοί χωρίς στρατιώτες. Ηταν σχεδόν πάντα, όπως η περίφημη φάλαγγα του Ρόμπερτ Μπλουμ στην εκστρατεία του Μπάντεν το 1849: Ενας συνταγματάρχης, έντεκα αξιωματικοί, ένας σαλπιγκτής και ένας στρατιώτης. Και οι διαπληκτισμοί ανάμεσα στις διάφορες φάλαγγες τύπου Ρόμπερτ Μπλουμ για την αρχηγία του μελλοντικού προλεταριακού στρατού ήταν κάθε άλλο παρά εποικοδομητικοί. Αυτό θα σταματήσει σύντομα, όπως ακριβώς σταμάτησε στη Γερμανία και την Αυστρία. Το δυναμικό κίνημα των μαζών θα θέσει τέλος σ' όλες αυτές τις σέκτες και τις μικροομαδούλες με το ν' απορροφήσει τους στρατιώτες και να βάλει τους αξιωματικούς στη θέση που τους αξίζει. Σ' όποιο δεν αρέσει, μπορεί να εξαφανιστεί. Αυτό δε θα γίνει χωρίς προστριβές, αλλά θα γίνει οπωσδήποτε και ο αγγλικός προλεταριακός στρατός θα είναι, πολύ νωρίτερα απ' όσο μερικοί περιμένουν, τόσο ενωμένος, τόσο καλά οργανωμένος και τόσο αποφασισμένος, όσο κανένας άλλος και θα χαιρετιστεί με ζητωκραυγές απ' όλους τους συντρόφους του στην Ευρώπη και την Αμερική.

  • Γράφτηκε ανάμεσα στις 5 και 21 του Μάη 1890.
  • Αναδημοσιεύεται από την επιλογή κειμένων με τίτλο «Μαρξ - Ενγκελς για το ρεφορμισμό», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
Η Πρωτομαγιά και η πάλη για το 8ωρο

Εργατική διαδήλωση στην Πετρούπολη τις μέρες της Επανάστασης του Φλεβάρη του 1917. Το πανό γράφει «8ωρη εργατική μέρα»
Εργατική διαδήλωση στην Πετρούπολη τις μέρες της Επανάστασης του Φλεβάρη του 1917. Το πανό γράφει «8ωρη εργατική μέρα»
Πώς και γιατί το εργατικό κίνημα καθιέρωσε την 1η Μάη ως παγκόσμια μέρα της εργατικής τάξης; Στις 20 Ιουλίου 1889, το ιδρυτικό συνέδριο της Δεύτερης Διεθνούς πήρε την εξής απόφαση: «Θα οργανωθεί μια μεγάλη διεθνής εκδήλωση για μια καθορισμένη ημερομηνία, με τέτοιο τρόπο, ώστε οι εργάτες σε όλες τις χώρες και σε όλες τις πόλεις ν' απευθύνουν ταυτόχρονα μια συγκεκριμένη μέρα, προς τις δημόσιες αρχές, ένα αίτημα για να καθοριστεί η εργάσιμη μέρα σε οκτώ ώρες και να τεθούν σε ισχύ οι άλλες αποφάσεις του Διεθνούς Συνεδρίου του Παρισιού.

Ενόψει του ότι μια τέτοια εκδήλωση έχει ήδη αποφασιστεί από την Αμερικανική Ομοσπονδία Εργασίας στο συνέδριό της, το Δεκέμβρη του 1888 στο Σεντ Λούις για την 1η του Μάη 1890, η μέρα αυτή γίνεται δεκτή σαν η μέρα για τη διεθνή εκδήλωση. Οι εργάτες των διαφόρων χωρών θα πρέπει να οργανώσουν την εκδήλωση με τρόπο ανάλογο προς τις συνθήκες της χώρας τους» (Ουίλιαμ Φόστερ: «Η Ιστορία των τριών Διεθνών», Αθήνα 1975, σελ. 175).

Γιατί όμως η 1η Μάη; Ηταν η μέρα της μεγάλης απεργίας στο Σικάγο των ΗΠΑ με αίτημα την καθιέρωση της 8ωρης εργάσιμης μέρας, αντί της 10ωρης, 11ωρης έως και 14ωρης που ήταν ως τότε. Απεργία η οποία συνεχίστηκε και τις επόμενες μέρες και που βάφτηκε στο αίμα των εργατών από το χτύπημα αστυνομίας με εντολή των καπιταλιστών, ενώ οι ηγέτες, πρωτεργάτες των τότε εργατικών κινητοποιήσεων για το 8ωρο καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν.


Ετσι η 1η Μάη του 1886 αποφασίστηκε να καθιερωθεί ως η Εργατική Πρωτομαγιά. Ας παρακολουθήσουμε τα ιστορικά γεγονότα του εργατικού κινήματος της τότε περιόδου. Πηγή το έργο των Ρίτσαρντ Ο. Μπόγιερ και Χέρμπερτ Μ. Μόρε, «Η άγνωστη Ιστορία του Εργατικού Κινήματος των ΗΠΑ», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή». Οι υπότιτλοι είναι του «Ρ».

Ηταν μια θαυμάσια μέρα

«Παντού βλέπει κανείς αναταραχή για το οχτάωρο», έγραφε ο Τζον Σουίντον στην εφημερίδα του, στις 18 του Απρίλη 1886. Οι εργάτες διαδήλωναν και τραγουδούσαν από τη Νέα Υόρκη μέχρι το Σαν Φραντσίσκο. Οι εφημερίδες, ομόφωνα και με μικρές διαφοροποιήσεις, δήλωναν ότι το κίνημα ήταν «κομμουνιστικό, ανατριχιαστικό και αχαλίνωτο». Δήλωναν ότι θα έφερνε «μείωση μισθών, φτώχεια και κοινωνική υποβάθμιση του αμερικανικού εργάτη», ενώ θα έσπρωχνε τους εργάτες σε «αλητεία και χαρτοπαιξία, βία, κραιπάλη και αλκοολισμό». Η «Νιου Γιορκ Τάιμς», στις 25 του Απρίλη 1886, χαρακτήρισε το κίνημα «αντιαμερικανικό», προσθέτοντας ότι «οι εργατικές αναταραχές προκαλούνται από ξένους»...

Οι εφημερίδες και οι βιομήχανοι διέδιδαν ότι η 1η του Μάη ήταν η ημερομηνία που θα γινόταν μια κομμουνιστική εργατική εξέγερση, σύμφωνα με το μοντέλο της Παρισινής Κομμούνας. Ο Μέλβιλ Ε. Στόουν, διευθυντής της εφημερίδας «Σικάγκο Ντέιλι Νιους» - η οποία χαρακτηριζόταν «η πιο κερδοφόρα έκδοση δυτικά της Νέας Υόρκης» - έλεγε ότι «εύκολα προβλέπεται επανάληψη των ταραχών της Παρισινής Κομμούνας», για την 1η Μάη 1886. Στο φύλλο της μέρας εκείνης, η εφημερίδα του Σικάγου «Ιντερ Οσεαν» ανακοίνωνε: «Οι σοσιαλιστές ταραχοποιοί δήλωσαν με καμάρι ότι θα χρησιμοποιήσουν τη διαδήλωση για το οχτάωρο προς όφελός τους... Εγινε γνωστό ότι φτάνουν σήμερα στο Σικάγο μερικοί από τους πιο ικανούς καθοδηγητές του σοσιαλιστικού κινήματος»...

Σικάγο 1886 (γκραβούρα)
Σικάγο 1886 (γκραβούρα)
Η 1η του Μάη ήταν μια θαυμάσια μέρα. Ο παγωμένος άνεμος της λίμνης, που συχνά ήταν πολύ διαπεραστικός την άνοιξη, ξαφνικά έπεσε και είχε βγει ένας δυνατός ήλιος. Ολα ήταν ήσυχα, τα εργοστάσια άδεια, οι αποθήκες κλειστές, τα φορτηγά βαγόνια αχρησιμοποίητα, οι δρόμοι έρημοι, οι οικοδομές παρατημένες, δεν έβγαινε καπνός από τα φουγάρα των εργοστασίων και οι μάντρες των ζώων ήταν σιωπηλές.

Ηταν Σάββατο, εργάσιμη μέρα. Ομως οι εργάτες γελώντας, κουβεντιάζοντας και ντυμένοι με τα καλά τους, κατευθύνονταν μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους, στη λεωφόρο Μίτσιγκαν. Ο δρόμος είχε αποκτήσει ατμόσφαιρα γιορτής...

Εξω από τον κύριο όγκο της διαδήλωσης και στους γειτονικούς δρόμους ήταν παραταγμένοι λόχοι αστυνομικών και ειδικών δυνάμεων, έτοιμοι να επιβάλουν «το νόμο και την τάξη». Σε στρατηγικά σημεία, στις στέγες, ήταν μαζεμένοι αστυνομικοί, Πίνκερτον και αξιωματικοί της εθνοφρουράς, κρατώντας όπλα και άλλα σύνεργα πολέμου. Στους στρατώνες, 1.350 εθνοφρουροί με στολή, οπλισμό και πολυβόλα περίμεναν το σύνθημα για να δράσουν. Σε ένα κεντρικό κτίριο γραφείων μαζεύτηκαν ηγετικά στελέχη της Επιτροπής Πολιτών. Συνεδρίαζαν όλη την ημέρα και έπαιρναν αναφορές από έξω για την επικείμενη σύγκρουση. Αυτοί ήταν το γενικό επιτελείο που συντόνιζε τη μάχη για τη διάσωση του Σικάγου από το κομμουνιστικό οχτάωρο...

Η διαδήλωση

Στην πλατεία Χεϊμάρκετ (γκραβούρα)
Στην πλατεία Χεϊμάρκετ (γκραβούρα)
Γύρω στους 340.000 εργάτες διαδήλωναν σε όλη τη χώρα. Περίπου 190.000 είχαν κατέβει σε απεργία. Στο Σικάγο 80.000 απεργούσαν για το οχτάωρο και οι περισσότεροι, είπε ο Σπάις δείχνοντας με συγκίνηση, βρίσκονταν εδώ και περίμεναν να αρχίσει η διαδήλωση. Μια δεύτερη σκέψη πέρασε από το μυαλό του και είπε στον Πάρσονς να διαβάσει το κύριο άρθρο της «Μέιλ»:

«Στην πόλη μας υπάρχουν δύο επικίνδυνοι κακοποιοί, δύο ακαμάτηδες δειλοί που πάνε να δημιουργήσουν φασαρίες. Ο ένας λέγεται Πάρσονς, ο άλλος Σπάις...

»Θυμηθείτε τα ονόματα τους σήμερα. Παρακολουθήστε τους. Θεωρήστε τους προσωπικά υπεύθυνους για όποια φασαρία δημιουργηθεί. Τιμωρήστε τους παραδειγματικά αν σημειωθούν ταραχές!».

Η διαδήλωση άρχιζε, οι χιλιάδες ξεκινούσαν την πορεία και ο καθένας ένιωθε μέσα του τη δύναμη, την τεράστια δύναμη της αλληλεγγύης... όλοι αποφασισμένοι στη διεκδίκηση του οχτάωρου.

Ο Πάρσονς βάδιζε κοντά στην κεφαλή της πορείας... Η πορεία κατευθύνθηκε προς τη λίμνη Φροντ, όπου θα γίνονταν ομιλίες στα αγγλικά, τα τσέχικα, τα γερμανικά και τα πολωνικά. Ο Πάρσονς μίλησε για την ακατανίκητη δύναμη της ενωμένης εργατικής τάξης. Ο Σπάις, τριάντα ενός χρόνων, εκδότης της γερμανόφωνης εργατικής εφημερίδας «Αρμπάιτερ - Τσάιτουνγκ» και εξίσου εύγλωττος στη μητρική του γλώσσα και στα αγγλικά, ήταν πολύ αγαπητός στους συγκεντρωμένους... Καθώς τα χειροκροτήματα για τον Σπάις έσβηναν, η Πρωτομαγιά ανήκε πια στο παρελθόν.

Δεν έγινε αιματοχυσία, ούτε επαναλήφθηκε η Παρισινή Κομμούνα... Ο Τύπος με απολογητικό ύφος άρχισε να μετριάζει τις βίαιες προβλέψεις του... το Σικάγο τώρα ένιωθε κάπως εξαπατημένο με την ειρηνική διαδήλωση. Η επόμενη μέρα ήταν Κυριακή και ο Πάρσονς πήγε στο Σινσινάτι για να μιλήσει σε μια συγκέντρωση. Τη Δευτέρα η απεργία απλώθηκε και πολλές χιλιάδες εργατών του Σικάγου κατάκτησαν το οχτάωρο, ενώ η Επιτροπή Πολιτών εξακολουθούσε να υποστηρίζει ότι κάτι έπρεπε να γίνει.

Η συγκέντρωση στη Χεϊμάρκετ

Η αστυνομία, εξοργισμένη από τη διάψευση των υψηλών προσδοκιών της για την Πρωτομαγιά, παρηγορήθηκε κάπως χτυπώντας τους εργαζόμενους στο λοκάουτ του εργοστασίου θεριστικών μηχανών του Μακ Κόρμικ και βάζοντας μέσα 300 απεργοσπάστες. Την ώρα που έκλεινε το εργοστάσιο, ένα μεγάλο πλήθος εργατών περίμενε να βγουν οι απεργοσπάστες. Τότε, ξαφνικά, τα όπλα των αστυνομικών στράφηκαν κατά πάνω τους. Εκείνοι υποχώρησαν και έκαναν να φύγουν, όταν η αστυνομία, σύμφωνα με έναν αυτόπτη μάρτυρα, «άρχισε να πυροβολεί τους εργάτες πισώπλατα. Μερικοί άντρες και αγόρια σκοτώθηκαν καθώς έτρεχαν να φύγουν». Οι νεκροί ήταν έξι. Ο Σπάις, που μιλούσε εκεί κοντά σε συγκέντρωση απεργών εργατών ξυλουργείων, είδε τη σφαγή και το ανέφερε στους συντρόφους του. Αποφασίστηκε να οργανωθεί συγκέντρωση διαμαρτυρίας για την αστυνομική βία, το επόμενο βράδυ στην πλατεία Χεϊμάρκετ...

Ο Πάρσονς είχε γυρίσει από το Σινσινάτι με ακμαίο ηθικό και ενθουσιασμένος από τα νέα ότι χιλιάδες εργάτες σε όλη τη χώρα κατακτούσαν το οχτάωρο. Αφού ετοίμασε λεπτομερειακή αναφορά για το ταξίδι του, το μεσημέρι και ενώ έτρωγαν στο σπίτι τους της οδού Ιντιάνα, η Λούσι του είπε για τη συγκέντρωση στη Χεϊμάρκετ, αλλά πρόσθεσε ότι την Κυριακή, όσο έλειπε, εκείνη συναντήθηκε με γυναίκες ράφτρες που ήθελαν να οργανωθούν. Ο Πάρσονς, ενθουσιασμένος από αυτή την προοπτική, αποφάσισε να μην πάει στη Χεϊμάρκετ, αλλά να συναντηθεί με τον Σαμ Φίλντεν και άλλα στελέχη του Συνδέσμου Εργαζομένων, στο γραφείο της Αλάρμ, στην Πέμπτη Λεωφόρο 107, για να ασχοληθούν με την οργάνωση των γυναικών...

Συζητούσαν ορισμένες προτάσεις πάνω στην οργανωτική καμπάνια, όταν μπήκε λαχανιασμένος ένας απεσταλμένος. «Η συγκέντρωση είναι μεγάλη στη Χεϊμάρκετ», είπε, «και ο Σπάις είναι ο μόνος ομιλητής. Θέλει να πας», είπε στον Πάρσονς, «και συ, επίσης, Φίλντεν».

Το πλήθος δεν έφτανε να γεμίσει την πλατεία, γι' αυτό ο Σπάις, που είχε πάει πρώτος, έσπρωξε ένα άδειο βαγόνι στη γωνία του λιθόστρωτου δρόμου, μισό τετράγωνο πιο πέρα, για να το χρησιμοποιήσουν σαν εξέδρα οι ομιλητές. Εκεί κοντά βρισκόταν το αστυνομικό τμήμα της οδού Ντεπλέν, με διευθυντή τον αστυνόμο Τζον Μπόνφιλντ, που είχε παρατσούκλι «Γκλόμπερ», όπου 180 αστυφύλακες ήταν σε ετοιμότητα για να κάνουν επίθεση στους συγκεντρωμένους αν το καλούσε η περίσταση. Αυτό δεν το ήξερε ο Σπάις, όπως δεν ήξερε και ότι μέσα στο πλήθος ήταν ο δήμαρχος Κάρτερ Χάρισον.

Ο Σπάις μιλούσε από το βαγόνι, όταν είδε τον Πάρσονς να φτάνει μαζί με τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Τον είδε και ο κόσμος και ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Ο Πάρσονς έβαλε την οικογένειά του σε ένα άλλο άδειο βαγόνι, πήγε στην αυτοσχέδια εξέδρα, σκαρφάλωσε και άρχισε την ομιλία του. «Δε βρίσκομαι εδώ για να ξεσηκώσω κανέναν», είπε, «αλλά για να πω τα πράγματα έτσι όπως έχουν». Ο δήμαρχος του Σικάγου απομακρύνθηκε από το ακροατήριο, πήγε στο αστυνομικό τμήμα και είπε στον αστυνόμο Μπόνφιλντ ότι η συγκέντρωση ήταν ειρηνική, γι' αυτό, είπε, δε χρειάζονταν οι αστυφύλακες της επιφυλακής και μπορούσαν να επιστρέψουν στα κανονικά καθήκοντά τους.

Η προβοκάτσια

Η ομιλία του Πάρσονς τέλειωσε στις δέκα. Φυσούσε κιόλας ένας παγωμένος άνεμος από τη μεριά της λίμνης και έπεφταν λίγες σταγόνες βροχής. Ερχόταν καταιγίδα. Πολλοί είχαν φύγει. Τώρα μιλούσε ο Σαμ Φίλντεν, αλλά ο Πάρσονς πήρε τη γυναίκα του και τα παιδιά του από το βαγόνι, όπου τους είχε αφήσει, και με μερικούς άλλους μπήκαν σ' ένα μπαρ, στου Ζεπφ, στη γωνία. Μετά από λίγο η παρέα γελούσε και έλεγε ιστορίες με ένα ποτήρι μπίρα στο χέρι, ενώ έξω ο Φίλντεν συνέχιζε την ομιλία του μπροστά στο πλήθος, που ολοένα μίκραινε.

«Είναι αλήθεια ή όχι», έλεγε, «ότι δεν εξουσιάζουμε την ίδια μας τη ζωή, ότι άλλοι διαμορφώνουν τις συνθήκες ύπαρξής μας, ότι...». Ξαφνικά φωνές ακούστηκαν: «Προσοχή! Η αστυνομία!». Από το τέρμα του δρόμου φάνηκαν οι 180 αστυφύλακες σε στρατιωτικό σχηματισμό, με τα γκλομπ στα χέρια. Επικεφαλής ήταν ο αστυνόμος Μπόνφιλντ και ο αστυνόμος Γουόρντ. Ο κόσμος άρχισε να τρέχει. Ο Γουόρντ σταμάτησε μπρος στο βαγόνι και είπε στον κατάπληκτο Φίλντεν: «Εν ονόματι του λαού της πολιτείας του Ιλινόις, διατάζω να διαλυθεί αμέσως και ειρηνικά αυτή η συγκέντρωση».

«Μα, Αστυνόμε», είπε ο Φίλντεν με σβησμένη φωνή, «είμαστε ειρηνικοί».

Για μια στιγμή έγινε σιωπή. Μέσα στη νύχτα ακουγόταν ο θόρυβος των ποδιών που έτρεχαν. Ξαφνικά ένα κόκκινο φως έλαμψε και ακούστηκε μια τρομερή έκρηξη. Κάποιος είχε ρίξει μια βόμβα. Ακολούθησε φοβερή σύγχυση. Η αστυνομία πυροβολούσε άγρια προς όλες τις κατευθύνσεις, άνθρωποι έπεφταν στη γη, πολλοί είχαν τραυματιστεί, άλλοι έτρεχαν, έβριζαν, βογκούσαν καθώς τους ποδοπατούσαν ή τους χτυπούσαν με τα γκλομπ οι μανιασμένοι αστυνομικοί, ένας από τους οποίους είχε σκοτωθεί και εφτά ήταν βαριά τραυματισμένοι.

Την άλλη μέρα το Σικάγο και όλη η χώρα είχαν μεταμορφωθεί σε ένα τέρας που διψούσε για εκδίκηση. «Με την έκρηξη της βόμβας», γράφει ο Ντέιβιντ στην αναφορά του στα γεγονότα της Χεϊμάρκετ, «ο Τύπος έχασε και το τελευταίο ίχνος αντικειμενικότητας... Ενας χαρακτηριστικός τίτλος ούρλιαζε: "ΤΩΡΑ ΑΙΜΑ!.." Μια βόμβα που ρίχτηκε στις γραμμές της αστυνομίας εγκαινιάζει το έργο του θανάτου».

Η «Νιου Γιορκ Τρίμπιουν» έγραφε:

«... ο όχλος έμοιαζε να έχει χάσει τα λογικά του, διψούσε για αίμα. Μένοντας σταθερά στη θέση, έριξε καταιγισμούς πυρών στους αστυνομικούς».

Από την αρχή κιόλας, πολλοί σκέφτηκαν ότι η βόμβα ήταν έργο προβοκατόρων και αργότερα αυτή η υπόθεση υποστηρίχτηκε εν μέρει και από την αστυνομία. Το πρωί όμως της 5ης του Μάη, αλλά και πολλές μέρες αργότερα, δεν ήταν φρόνιμο να εκφράζονται τέτοιες σκέψεις. «Συνάντησα πολλές παρέες και άκουσα τις συζητήσεις τους γύρω από τα γεγονότα της προηγούμενης νύχτας», γράφει ένας κάτοικος του Σικάγο εκείνης της εποχής. «Ολοι ήταν σίγουροι ότι δράστες του φοβερού εγκλήματος ήταν οι ομιλητές της συγκέντρωσης και άλλοι υποκινητές των εργατών. "Κρεμάστε τους πρώτα και μετά τους δικάζετε", ήταν μια φράση που άκουγα συνέχεια... Η ατμόσφαιρα ήταν φορτισμένη από θυμό, φόβο και μίσος».

Οι εφημερίδες της χώρας δήλωναν με ένα στόμα ότι δεν είχε σημασία αν ο Πάρσονς, ο Σπάις και ο Φίλντεν είχαν βάλει τη βόμβα ή όχι. Επρεπε να κρεμαστούν για τις πολιτικές απόψεις τους, για τα λόγια τους και τη γενική δραστηριότητά τους. Οσο περισσότεροι ταραχοποιοί παραδίνονταν στο δήμιο, τόσο το καλύτερο. «Το αίσθημα δικαιοσύνης του λαού», έλεγε η «Σικάγκο Τρίμπιουν», «απαιτεί οι ευρωπαίοι δολοφόνοι Ογκαστ Σπάις, Μάικλ Σβαμπ (ένα άλλο μέλος του Διεθνούς Συνδέσμου Εργαζομένων) και Σάμιουελ Φίλντεν να συλληφθούν, να δικαστούν και να απαγχονιστούν για φόνο... Απαιτεί ακόμα να συλληφθεί ο εγκληματίας Α. Ρ. Πάρσονς, που ντρόπιασε τη χώρα με τη γέννησή του σ' αυτήν, να δικαστεί και να απαγχονιστεί για φόνο»...

Υπερασπίστηκαν την εργατική τάξη με επιβλητικό και θαυμαστό τρόπο

Η διαδικασία της δίκης άρχισε στις 21 του Ιούνη με δικαστή τον Τζόζεφ Ε. Γκάρι...

...οι μάρτυρες, όλοι τρομοκρατημένοι και μερικοί πληρωμένοι, κατέθεσαν ότι οι κατηγορούμενοι συνωμοτούσαν να ανατρέψουν βίαια την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών και ότι η βόμβα στη Χεϊμάρκετ και ο φόνος του Ντίγκαν ήταν το πρώτο χτύπημα μιας γενικότερης επίθεσης ενάντια στην έννομη τάξη. Ομως οι καταθέσεις τους είχαν τόσα αντικρουόμενα στοιχεία, ώστε ανάγκασαν την πολιτική αγωγή να αλλάξει την κατηγορία στη μέση της δίκης. Τώρα ισχυριζόταν ότι ο άγνωστος βομβιστής εμπνεύστηκε την ιδέα να ρίξει τη βόμβα από τα λόγια και τις ιδέες των κατηγορουμένων.

Ετσι, δε δικάζονταν πια οι άνθρωποι, αλλά τα βιβλία και οι γραπτές ιδέες. Το φαινόμενο αυτό επρόκειτο να επαναληφθεί πολλές φορές αργότερα στις ΗΠΑ. Διαβάστηκαν αμέτρητα άρθρα του Πάρσονς και του Σπάις. Εκτέθηκαν στο δικαστήριο όλοι σχεδόν οι λόγοι των κατηγορουμένων. Χρησιμοποιήθηκαν αποσπάσματα βιβλίων πάνω στο χαρακτήρα και τη φιλοσοφία της πολιτικής, σαν ενοχοποιητικά στοιχεία. Το πολιτικό πρόγραμμα του Συνδέσμου Εργαζομένων, οι αποφάσεις και οι δηλώσεις του θεωρήθηκαν αποδείξεις που ενέπλεκαν τους κατηγορουμένους στο φόνο του Ντίγκαν.

Η ετυμηγορία ήταν δεδομένη. Η μεγάλη μέρα της δίκης έφτασε. Οι κατηγορούμενοι απευθύνθηκαν στο δικαστήριο και κατηγόρησαν τους κατηγόρους τους. Εξήγησαν γιατί δεν έπρεπε να καταδικαστούν σε θάνατο και γιατί οι ένοχοι δεν ήταν αυτοί, αλλά η κοινωνία. Η φωνή τους κυριάρχησε μέσα στην αίθουσα και ακούστηκε το ίδιο δυνατά σε όλη τη χώρα. Καμιά εφημερίδα, όσο συντηρητική κι αν ήταν, δεν αρνήθηκε το γεγονός ότι οι κατηγορούμενοι αψήφησαν το θάνατο και υπερασπίστηκαν την εργατική τάξη με επιβλητικό και θαυμαστό τρόπο...


Το αφιέρωμα επιμελήθηκε ομάδα συντακτών του «Ρ»



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ