Ποιος όμως ήταν ο Πέτρος Κόκκαλης, ποια η συνεισφορά του και ποιο το παράδειγμα που μας άφησε κληρονομιά δρώντας σαν στέλεχος του ΚΚΕ, του ΔΣΕ και υπουργός της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης; Ποια η συμβολή του στην ανάπτυξη της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Δημοκρατικού Στρατού, αλλά και της Ελεύθερης Ελλάδας;
Επιπλέον, σε αυτό το κείμενο, θα προσπαθήσουμε να εξετάσουμε - χωρίς σε καμιά περίπτωση να μπορούμε να εξαντλήσουμε - το ζήτημα πώς ξεκίνησε το Υγειονομικό του ΔΣΕ, πώς εξελίχθηκε και κάτω από ποιες συνθήκες, τις δυσκολίες και τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι γιατροί του αντάρτικου στρατού, την αυταπάρνηση νοσοκόμων, γιατρών και τραυματιών που, με λιγοστά εφόδια, αντιμετώπιζαν τις τεράστιες αντιξοότητες και κινδύνους.
Η παρακαταθήκη που άφησε πίσω του ο ΔΣΕ είναι τεράστια και σε αυτό το επίπεδο, ενώ ένας απ' τους πρωτοπόρους αγωνιστές του ήταν ο Πέτρος Κόκκαλης. Υπηρέτησε το Δημοκρατικό Στρατό και ως γιατρός, λειτουργώντας το νοσοκομείο στο Γράμμο, αλλά και ως πολιτικό στέλεχος, εφόσον υπήρξε υπουργός Υγείας, Πρόνοιας και Παιδείας στην Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση.
Ας δούμε, όμως, αναλυτικότερα την εξέλιξη της Υγειονομικής Υπηρεσίας, απ' τις πρώτες στιγμές δράσης του ΔΣΕ, μέχρι και την πλήρη ανάπτυξη του αγώνα.
Τον πρώτο καιρό του αντάρτικου κινήματος, όταν αυτό εκφραζόταν μέσα απ' τις ανταρτοομάδες, η υγειονομική περίθαλψη ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Γιατροί στο βουνό δεν υπήρχαν και όσοι είχαν κάποιες γνώσεις νοσοκόμου μοιράζονταν στα τμήματα και αποτελούσαν μέρος της μάχιμης δύναμής τους. Με τα νοσοκομειακά τους καθήκοντα ασχολούνταν μετά το τέλος των μαχών. Ανύπαρκτο ήταν επίσης το φαρμακευτικό υλικό, αν και σε κάποιες περιπτώσεις γινόταν δυνατή η στοιχειώδης προμήθειά του μέσα από συνδέσμους με την Εθνική Αλληλεγγύη.
Η υγειονομική περίθαλψη των μαχητών και μαχητριών του ΔΣΕ ήταν ένα απ' τα πιο δύσκολα καθήκοντα που έπρεπε να φέρει σε πέρας ο λαϊκός στρατός και, μάλιστα, δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι ήταν ένα απ' τα δυσκολότερα προβλήματα που κλήθηκε να αντιμετωπίσει, όπως θα δούμε και στη συνέχεια.
Οι πρώτοι αντάρτες περιποιούνταν μόνοι τους τις ελαφρές πληγές τους, πλένοντάς τες με νερό, με ξίδι ή με λάδι και για επιδέσμους χρησιμοποιούσαν κομμάτια από ρούχα ή πανιά. Οι ελαφρά τραυματίες ακολουθούσαν τα τμήματα. Ομως όσοι δεν μπορούσαν να μετακινηθούν, κρύβονταν σε μαντριά, σε σπηλιές ή στα δάση, με κίνδυνο να πέσουν στα χέρια του εχθρού. Μαζί με αυτούς τον ίδιο κίνδυνο διέτρεχαν και οι αντάρτες της υποτυπώδους Υγειονομικής Υπηρεσίας που τους φύλαγαν και τους παρείχαν στοιχειώδη βοήθεια.
Αναμφίβολα, η εμφάνιση των γιατρών στο βουνό βελτίωσε τις συνθήκες υγειονομικής περίθαλψης των ανταρτών, ανάλογα με τις συνθήκες διεξαγωγής του πολέμου και τις κατά τόπους δυνατότητες. Βεβαίως, πουθενά δεν υπήρξαν και δε θα μπορούσαν να υπάρξουν συνθήκες που θεωρούνται ιδανικές για να προσφέρει ο κάθε γιατρός τις υπηρεσίες που είναι αναγκαίες και απαραίτητες. Οι συνθήκες ήταν οι πιο αντίξοες προκειμένου να μπορεί να οργανωθεί στοιχειώδης περίθαλψη.
Χαρακτηριστικά είναι και τα όσα αναφέρει ο γιατρός Γ. Τζαμαλούκας, όταν στα τέλη του 1947 έφτασε στο βουνό και παρέλαβε ένα αντάρτικο νοσοκομείο. «Ρώτησα το συνάδελφο Σακελλαρίου για τη θεραπεία των τραυματιών και των αρρώστων - δηλαδή τι μέσα και τι φάρμακα χρησιμοποιούν. Μου απάντησε με φανερή λύπη ότι για την ώρα τα φάρμακα, που είχαμε στη διάθεσή μας, ήταν ελάχιστα. Με δυσκολία βγάζαμε πότε - πότε από τις πόλεις. Κύριος εφοδιαστής μας και στα φάρμακα, όπως και στα όπλα και στα πυρομαχικά, ήταν ο αντίπαλος, που στις διάφορες συγκρούσεις και μάχες μαζί του τα άφηνε όλα και το 'βαζε στα πόδια.
Θυμάμαι ότι σαν θεραπευτικό μέσο για διάφορους πόνους χρησιμοποιούσα μια πέτρα ζεστή. Την έβαζα στη φωτιά, θερμαινόταν αρκετά, την τύλιγα σε ένα πανί και την τοποθετούσα στο μέρος που πονούσε. Η ζέστη ανακούφιζε τον πόνο. Η "θεραπεία" αυτή έγινε πασίγνωστη και οι αντάρτες συχνά αστειεύονταν για τη "σύγχρονη" Ιατρική».
Η έλλειψη, ωστόσο, των μέσων και των κατάλληλων ειδικοτήτων σε ιατρικό προσωπικό, η ανεπάρκεια υγειονομικών και γιατρών όλων των κατηγοριών και ο πόλεμος αντιμετωπίζονταν με την ανθρωπιά και τον ηρωισμό των ανθρώπων που στελέχωναν τις Υγειονομικές Υπηρεσίες του ΔΣΕ. Και δεν είναι λίγες, όπως είδαμε, οι περιπτώσεις εκείνες που οι γιατροί χειρούργησαν τραυματίες με πρωτόγονα μέσα και, σε άλλες περιπτώσεις, χωρίς να έχουν σχετική ειδίκευση.
Οπου ήταν δυνατό, δημιούργησαν μέσα στα δάση ή σε σπηλιές αναρρωτήρια και νοσοκομεία, εκπαίδευσαν νοσηλευτικό προσωπικό, δημιούργησαν κινητές ιατρικές μονάδες με τα πρόχειρα, απαρχαιωμένα μέσα που διέθεταν και ήταν μαζί αντάρτες κι επιστήμονες, οι οποίοι κι αυτοί συμμετείχαν - με το δικό τους τρόπο - στις μάχες, ακολουθώντας τα τμήματα στις πολεμικές επιχειρήσεις.
Μάλιστα, μετά από τις μάχες οι γιατροί προχωρούσαν στην εξαγωγή δικών τους συμπερασμάτων για τη βελτίωση των υπηρεσιών που πρόσφεραν. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα γράφει ο Νώντας Σακελλαρίου, για τη μάχη του Γράμμου: «Η μάχη του Γράμμου πολλά μας δίδαξε. Εμπαιναν άμεσα προβλήματα, τα οποία έπρεπε να αντιμετωπιστούν. Χρειαζόταν δηλαδή να δημιουργήσουμε σχολές υγειονομικών στελεχών, που να είναι σε θέση να πλαισιώνουν τις ταξιαρχίες και τα τάγματα, εφόσον δεν ήταν εύκολο να εξασφαλίσουμε γιατρούς, να οργανώσουμε σχολές νοσοκόμων σε ευρεία κλίμακα και να εξασφαλίσουμε τους υγειονομικούς σχηματισμούς, τα νοσοκομεία, τις χειρουργικές μονάδες, τα αναρρωτήρια, το τάγμα τραυματιοφορέων, τους σταθμούς επίδεσης και προώθησης και άλλα, από τον κίνδυνο αεροπορικού βομβαρδισμού. Ολα αυτά έπρεπε γρήγορα να βρουν τη λύση τους και ακόμα να προσαρμόσουμε την οργάνωσή μας, με βάση και το οδικό δίκτυο του χώρου».
Σε όλη τη διάρκεια του άνισου αγώνα που διεξήγαγε ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας, ο Πέτρος Κόκκαλης ήταν ο πρωτοπόρος στην οργάνωση της υγειονομικής περίθαλψης στο ΔΣΕ, και ως ένα απ' τα σημαντικότερα πολιτικά στελέχη, όντας υπουργός Υγείας, Πρόνοιας και Παιδείας της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης, σε όλη τη διάρκεια της ύπαρξής της, αλλά και ως επιστήμονας και γιατρός, που κάτω απ' τις πλέον αντίξοες και δύσκολες συνθήκες επιτελούσε το έργο του με συνέπεια.
Ποια όμως ήταν η ζωή του Π. Κόκκαλη, πότε ήρθε σε επαφή με το Κόμμα που υπηρέτησε πιστά στις πιο μεγάλες δυσκολίες και ποια η παρακαταθήκη που άφησε σε μας τους νεότερους; Ολα αυτά, θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στη συνέχεια.
Ο Π. Κόκκαλης γεννήθηκε στις 18 Σεπτέμβρη του 1896 στη Λιβαδειά. Το δημοτικό και το γυμνάσιο το τέλειωσε στη γενέτειρά του και κατόπιν ήρθε στην Αθήνα, όπου φοίτησε στην Ιατρική στα 1911-1913. Τις ιατρικές του σπουδές τις συνέχισε στο Βερολίνο (1913-1914), στη Ζυρίχη (1915-1916) και στη Βιέννη (1916-1917). Το 1918-1919, εργάστηκε ως βοηθός του καθηγητή Σερβέν στη χειρουργική κλινική του Πανεπιστημίου της Βέρνης. Από εκεί πήρε το δίπλωμά του και το Γενάρη του 1919 ανακηρύχτηκε δόκτορας της Ιατρικής. Το διάστημα 1919 έως το 1928 ήταν βοηθός του καθηγητή Σάουμπερμπουχ στη χειρουργική κλινική του Πανεπιστημίου του Μονάχου. Στο διάστημα αυτό άρχισε να δημοσιεύει τα πρώτα αποτελέσματα των ερευνών του πάνω στα ζητήματα της χειρουργικής. Οταν επέστρεψε στην Ελλάδα, το 1929, δημοσίευσε το σύγγραμμά του, τη «Χειρουργική», η οποία αποτελούσε μια σπουδαία εργασία για την εποχή της έκδοσής της.
Στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, πήρε μέρος από τη θέση του συμβούλου χειρούργου στο Σώμα Στρατού στην Ηπειρο. Στη συνέχεια, συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση και από τον Απρίλη έως τον Οκτώβρη του 1944 διατέλεσε γραμματέας (σ.σ.: υπουργός) Υγείας και Πρόνοιας της ΠΕΕΑ, δηλαδή της Κυβέρνησης του Βουνού.
Ο Πέτρος Κόκκαλης έγινε μέλος του ΚΚΕ, το 1944. Σαν κομμουνιστής, που πάντα πάλευε για το συμφέρον του λαού από την ώρα που εντάχθηκε στις γραμμές της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, δε δίσταζε να κάνει και δημόσια την αυτοκριτική του, για το διάστημα εκείνο της ζωής του, που έμεινε μακριά από τους λαϊκούς αγώνες.
Υπήρξε εποχή, που εμείς, από έλλειψη σωστού ιδεολογικού προσανατολισμού, για να μη δώσουμε αφορμές στη διαστρεβλωμένη εκείνη κοινωνία, σωπάσαμε, και με την παθητική μας στάση ανεχτήκαμε, όταν εξόριζαν, βασάνιζαν, θανάτωναν τους λαϊκούς αγωνιστές. Και δεν ήταν μονάχα η έλλειψη της βαθύτερης κατανόησης της μαρξιστικής κοσμοθεωρίας, που μας έκανε έρμαια συναισθηματικών ταλαντεύσεων, αλλά και η έλλειψη θάρρους. Και είναι έλλειψη θάρρους, όταν δε σηκώνει τη φωνή του ο κάθε διανοούμενος, όταν σέρνονται στις φυλακές, τυραννιούνται, εξευτελίζονται άνθρωποι, για μόνο το λόγο ότι αγωνίζονται για τα δικαιώματα του εργαζόμενου λαού. Πιστεύουμε ότι η ωμή αυτή εξομολόγηση, όχι μόνο επιβάλλεται σαν ζήτημα ηθικής τάξης για μας τους ίδιους, αλλά επιβάλλεται και σαν μήνυμα για τους άλλους, την ανήσυχη και κρίσιμη αυτή εποχή. Γιατί, άσχετα αν ήρθε η στιγμή που είδαμε το σωστό δρόμο και κάναμε ολοκληρωτικά το καθήκον μας απέναντι στο λαό και στο έθνος, εμένα τουλάχιστον με σκιάζει σ' όλη μου τη ζωή η ανάμνηση ότι υπήρξε εποχή, που ώριμος επιστήμονας σώπασα και ανέχτηκα έτσι τη διαστρέβλωση της αλήθειας και την καταπάτηση της λευτεριάς. Και αυτήν την έννοια έχει το μήνυμα που απευθύνουμε σε κάθε τίμιο διανοούμενο, που τυχόν σωπαίνει, και μάλιστα σήμερα, όταν πίσω από τα σίδερα βρίσκονται χιλιάδες λαϊκοί αγωνιστές».
Μετά το Δεκέμβρη και τη Βάρκιζα, ο Πέτρος Κόκκαλης αγωνίστηκε, μαζί με άλλους επιστήμονες, για τη συνένωση των κομμουνιστών, ΕΑΜιτών, αριστερών και προοδευτικών επιστημόνων. Σε αυτή την προσπάθεια, στόχος ήταν η μελέτη των προβλημάτων που εγείρονταν στη σύγχρονη μεταπολεμική Ελλάδα και στην παραγωγή εκείνου του επιστημονικού έργου, που θα δίνει λύσεις και απαντήσεις στα πραγματικά προβλήματα και στις αληθινές ανάγκες της χώρας και του λαού της.
Υπήρξε, λοιπόν, ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης Νεοελληνικών Προβλημάτων «Επιστήμη - Ανοικοδόμηση», της γνωστής ΕΠ - ΑΝ. Στην ιδρυτική σύσκεψη της εταιρείας, στις 3 Σεπτέμβρη 1945, ο Π. Κόκκαλης, ως πρώτος εισηγητής, μεταξύ άλλων (καταγράφηκαν στο περιοδικό «ΑΝΤΑΙΟΣ» Χρόνος Α', τεύχος 8/20-9-1945, σ. 182), είπε: «Στη σύγκρουση των προοδευτικών ανθρώπων με τις σκοτεινές δυνάμεις των καθυστερημένων, που σαν μοναδικό κίνητρο έχουν την αγωνιώδη προσπάθεια για περιφρούρηση προνομίων και ατομικών συμφερόντων, η θέση του επιστημονικού κόσμου είναι φανερή. Πάντοτε οι επιστήμονες ένιωθαν σαν κύριο προορισμό τους να δουλεύουν για να συμβάλλουν στην πρόοδο και την προκοπή του κοινωνικού συνόλου. Ωστόσο, οι οικονομικοκοινωνικές συνθήκες, αλλού πιο λίγο, αλλού πιο πολύ, όπως στον τόπο μας, ματαίωναν τη σύνδεση της θεωρίας με την πράξη με συγκεκριμένες πραγματοποιήσιμες μελέτες. Ενας από τους κυριότερους σκοπούς της Εταιρείας πρέπει να είναι να σπάσει την αντινομία αυτή και να συγκεντρώσει την προσπάθεια όλων των επιστημόνων στη μελέτη των ζωντανών νεοελληνικών προβλημάτων. Στο σημερινό μεταπολεμικό χάος, η ανάγκη αυτή παρουσιάζεται περισσότερο παρά ποτέ επιτακτική».
Ο Πέτρος Κόκκαλης παρέμεινε στην πρωτοπορία του αγώνα, σε όλη τη διάρκεια της μετέπειτα ζωής του. Συνέχισε το επιστημονικό του έργου, με νέες δυνάμεις, που απέρρεαν από τη βαθιά του γνώση της πραγματικότητας και του κόσμου.
Μετά τον Εμφύλιο θα ακολουθήσει την τύχη των υπόλοιπων μαχητών του ΔΣΕ στην Πολιτική Προσφυγιά. Στο διάστημα 1950 - 1955, θα αναπτύξει μεγάλη δράση από τη θέση του υπευθύνου της ΕΒΟΠ (Επιτροπή Βοήθειας στο Παιδί), προσφέροντας όλες του τις δυνάμεις στην υπηρεσία των αναγκών των παιδιών των πολιτικών προσφύγων. Δίπλα του, θα έχει άξιους συνεργάτες εκπαιδευτικούς, όπως την Ελλη Αλεξίου, τον Γ. Αθανασιάδη κ.ά.
Το 1950 ήρθε μια ακόμη αναγνώριση για τον Πέτρο Κόκκαλη. Πήρε μέρος στο συνέδριο που ίδρυσε το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ειρήνης, του οποίου και αναδείχτηκε μέλος, δίπλα στον Πάμπλο Πικάσο, στον Λουί Αραγκόν, στον Ζολιό και την Μαρί Κιουρί, στον Τζον Μπερνάλ Ντέσμοντ, στον Ιβ Μοντάν κ.ά.
Το 1954, του έγινε πρόταση από τον υπουργό Επιστημών της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας να εργαστεί μόνιμα στο Βερολίνο. Ο Π. Κόκκαλης ενημέρωσε σχετικά την ηγεσία του ΚΚΕ, η οποία και ενέκρινε την εγκατάστασή του στη γερμανική πρωτεύουσα. Από το Μάη του 1955, εργάστηκε ως διευθυντής του Ινστιτούτου Πειραματικής Χειρουργικής της Καρδιάς και των Αγγείων στην Ακαδημία Επιστημών του Βερολίνου, η οποία τον εξέλεξε παμψηφεί μέλος της, το 1959. Το 1957 έγινε καθηγητής στην έδρα της Χειρουργικής του Πανεπιστημίου «Χούμπολντ». Ταυτόχρονα, από το 1957 έως το 1962, διατέλεσε πρόεδρος της Κεντρικής Επιτροπής Πολιτικών Προσφύγων Ελλάδος (ΚΕΠΠΕ).
Την 1η Δεκέμβρη του 1961, ενάμιση μήνα πριν από το θάνατό του, ο Πέτρος Κόκκαλης τιμήθηκε με το ανώτατο παράσημο «Εργασίας» από την κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, παρουσία του ηγέτη της, Β. Ούλμπριχτ. Ο αρμόδιος υπουργός, που τον προσφώνησε, είπε μεταξύ άλλων: «Σαν επιστήμων, ιατρός και αγωνιστής κατά του φασισμού, σαν διευθυντής πανεπιστημιακού ινστιτούτου Πειραματικής Χειρουργικής της Καρδιάς, ο καθηγητής Πέτρος Κόκκαλης ενώνει όλες τις υψηλές ιδιότητες που απαιτούνται από έναν επιστήμονα, δάσκαλο και παιδαγωγό και αποτελεί πρότυπο και παράδειγμα για τους νέους επιστήμονες».
Για το γεγονός της απονομής του παρασήμου, η ΚΕ του ΚΚΕ είχε απευθύνει δημόσιο χαιρετιστήριο στον Π. Κόκκαλη, όπου, μεταξύ άλλων, του έλεγε: «Η υψηλή αναγνώριση του επιστημονικού και κοινωνικού σας έργου αποτελεί πολύτιμη συμβολή στον αγώνα του λαού μας για την εθνική ανεξαρτησία και τη δημοκρατία, για τη στερέωση της ειρήνης και της φιλίας ανάμεσα στους λαούς».
Την Τρίτη 16 Γενάρη του 1962, από το ραδιοσταθμό του ΚΚΕ «Φωνή της Αλήθειας», που έδρευε στη Ρουμανία, οι Ελληνες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό πληροφορούνταν μιαν άκρως δυσάρεστη είδηση: «Η Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδας αναγγέλλει με βαθύτατη θλίψη το θάνατο του εξέχοντα επιστήμονα και αγωνιστή της ειρήνης και της δημοκρατίας καθηγητή σ. Πέτρου Κόκκαλη. Ο καθηγητής Πέτρος Κόκκαλης πέθανε από καρδιακή προσβολή στη διάρκεια της εργασίας του στο "Ινστιτούτο Πειραματικής Χειρουργικής της Καρδιάς και των Αιμοφόρων Αγγείων", της Γερμανικής Ακαδημίας Επιστημών, που διηύθυνε. Πέθανε πάνω στο καθήκον» («Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 9, σ. 137).
Την επομένη, 17 του μηνός, η είδηση πέρασε στον αθηναϊκό Τύπο. Η «Αυγή» εκείνης της περιόδου, στην πρώτη της σελίδα, έγραφε: «Τη νύκτα της Δευτέρας πέθανε αιφνιδίως στο Βερολίνο ο καθηγητής Κόκκαλης». Στο σύντομο ρεπορτάζ αναφερόταν: «Τηλεγράφημα από το Ανατολικό Βερολίνο προς την εφημερίδα μας ανήγγειλε χθες το θάνατο του διαπρεπούς Ελληνος επιστήμονος Πέτρου Κόκκαλη. Το τηλεγράφημα έχει ως εξής: Ο καθηγητής δρ. Πέτρος Κόκκαλης απεβίωσε αιφνιδίως τη νύκτα της Δευτέρας προς την Τρίτη. Η κηδεία του Κόκκαλη, ο οποίος ήταν συνεργάτης στα ζητήματα κυκλοφορίας του αίματος της Γερμανικής Ακαδημίας του Βερολίνου, θα γίνει το πρωί της προσεχούς Κυριακής στο κρεματόριο του Ανατ. Βερολίνου».
«Στο πρόσωπο του συζύγου σας - έλεγε σε συλλυπητήριο μήνυμα προς τη γυναίκα του εκλιπόντος ο ηγέτης της ΓΛΔ Β. Ούλμπριχτ - χάνουμε ένα σύντροφο, που σαν άνθρωπος και σαν ερευνητής κατέκτησε έξω από τα σύνορα της πατρίδας του και της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας το σεβασμό, την αναγνώριση και το διεθνές κύρος». Στο ίδιο πνεύμα, ο ραδιοσταθμός της Μόσχας χαρακτήρισε το θάνατο του Π. Κόκκαλη «απώλεια για το φιλελεύθερο ελληνικό λαό και το παγκόσμιο κίνημα ειρήνης».
Οι Ελληνες κομμουνιστές, οι αριστεροί, οι προοδευτικοί άνθρωποι γνώριζαν πολύ καλά το μέγεθος της απώλειας. «Ο θάνατος του καθηγητή σ. Πέτρου Κόκκαλη είναι μεγάλη απώλεια για το προοδευτικό κίνημα της Ελλάδας και την Επιστήμη», τόνιζε, στην ανακοίνωσή της, η ΚΕ του ΚΚΕ («Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 9, σ. 137).
Η οικογένεια του Πέτρου Κόκκαλη, γνωρίζοντας την επιθυμία του να ταφεί στα πάτρια εδάφη αμέσως μετά το θάνατό του, ζήτησε από την τότε κυβέρνηση του Κ. Καραμανλή να επιτραπεί η μεταφορά της σορού του στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση, παρά τις συνθήκες της αντικομμουνιστικής μετεμφυλιακής ψύχωσης που επικρατούσαν τότε, έδωσε την έγκριση.
Η κηδεία του Πέτρου Κόκκαλη έγινε την Κυριακή 28 Γενάρη 1962 στο Α' Νεκροταφείο. Το νεκρό αποχαιρέτησαν διακεκριμένοι επιστήμονες, λογοτέχνες, πολιτικοί, η πολιτική ηγεσία της ΕΔΑ, χιλιάδες επωνύμων και ανωνύμων. Το βράδυ εκείνης της μέρας, ο Γ. Ρίτσος έγραψε ένα Επιτύμβιο στο νεκρό που τελείωνε με τη φράση: «Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ».
«Να γυρίσουν ζωντανοί», είχε φωνάξει τη μέρα της κηδείας ο λαός της Αθήνας, απαιτώντας τον άμεσο επαναπατρισμό των πολιτικών προσφύγων κι εκφράζοντας την αγανάκτησή του, που ένας τόσο σπουδαίος άνθρωπος σαν τον εκλιπόντα υποχρεώθηκε να ζήσει και να πεθάνει στην εξορία της πολιτικής προσφυγιάς.
Ο σπουδαίος αυτός άνθρωπος, που παρέμεινε πιστός μέχρι την τελευταία στιγμή στο Κόμμα και την ιδεολογία του, στην υπόθεση του σοσιαλισμού, ο λαμπρός επιστήμονας, ένας απ' τους κορυφαίους της χώρας, ο ακούραστος εργάτης για τα δίκια του λαού μας, δίκαια τιμάται σήμερα από την Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ, στο πλαίσιο των γιορτασμών των 90 χρόνων από την ίδρυση του Κόμματος.
Σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, αγωνίστηκε με συνέπεια και με πάθος για την υπόθεση της εργατιάς. Για μας, τους νεότερους, το παράδειγμά του, η αυταπάρνηση και η αυτοθυσία του, το έργο και η ζωή του, είναι μια λαμπρή παρακαταθήκη, που δείχνει και σήμερα το δρόμο στους επιστήμονες, ιδιαίτερα στους νέους. Πως η επιστήμη στην υπηρεσία του λαού και οι επιστήμονες που την υπηρετούν αποτελεί τεράστια κοινωνική αξία. Και δείχνει το δρόμο με το παράδειγμα της πραγματικής προσφοράς του επιστήμονα στην ανθρωπότητα ολόκληρη, για ένα καλύτερο αύριο...
ΠΗΓΕΣ:
1. «Η τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας 1946 - 1949», εκδ. «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ» - «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ», σ. 301 - 310 (Κεφ.: «Τα νοσοκομεία και τα αναρρωτήρια του Δημοκρατικού Στρατού»).
2. «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ», 12/1/2003, Ενθετη Εκδοση «7 Μέρες Μαζί», «Πέτρος Κόκκαλης - Ενας λαμπρός επιστήμονας, στην πρωτοπορία του λαϊκού κινήματος».
3. «Διαθέσαμε τη ζωή μας», Επαμεινώνδας Σακκελαρίου, Θεσσαλονίκη 1991.
4. «18 μήνες στην υγειονομική υπηρεσία του ΔΣΕ στο Βίτσι», Καίτη Νικολέττου - Γκιζελή, (επίμετρο στο βιβλίο «Διαθέσαμε τη ζωή μας»).