Κυριακή 26 Ιούλη 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΔΙΗΓΗΜΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Βιογραφικό του Κώστα Δ. Πεντεδέκα

Γεννήθηκε στο Δαδί (Αμφίκλεια) το 1917. Τελείωσε το Γυμνάσιο του Δαδιού και σπούδασε στη Γυμναστική Ακαδημία Αθήνας όπου πήρε το πτυχίο το 1938. Συμμετείχε στον πόλεμο του 1940, στο Αλβανικό Μέτωπο και στα χρόνια της Κατοχής, 1941-'44, συμμετείχε στην ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση. Από το 1946 μέχρι το Νοέμβρη του 1949 αγωνίστηκε στο ΔΣΕ. Από το Νοέμβρη του 1949 μέχρι το Δεκέμβρη του 1963 υπήρξε πολιτικός κρατούμενος σε διάφορες φυλακές (Λαμίας, Μακρονήσου, Βούρλων, Κεφαλληνίας, Θήβας, Αβέρωφ, Αμφισσας), καταδικασμένος στην ποινή της «ισοβίου καθείρξεως».

Αποφυλακίστηκε «υπό τον περιοριστικόν όρον της μη παραμονής επί πενταετίαν εις τας περιφερείας Λοκρίδος, Φθιώτιδος και... της τέως Δ/σεως Πρωτευούσης και Πειραιώς».

Βιβλία του: «Σωτήρης Α. Τσιτσιπής, ο ηρωικός Λοκρός», «Η Αμφίκλεια (το Δαδί) στην Εθνική Αντίσταση, 1940-1944», «Κριτικά σημειώματα, για τους "Διαμαντή", "Ν. Χρ. Τριανταφύλλου", "Λοκρό", "Πάτερ Ανυπόμονο"» κ.ά. «88 Μονάδα Χώρου, Διλοχία Γκούρα». Το σημερινό διήγημα είναι από το τελευταίο του βιβλίο «Η δύναμη της αγάπης» (εκδ. «ΕΝΤΟΣ»).

Το κλάμα των παιδιών...

Γρηγοριάδης Κώστας

Ο Πόλεμος στο Αλβανικό μέτωπο κράτησε, όπως είναι γνωστό, έξι μήνες. Από τον Απρίλη του 1941, οι φασίστες Γερμανοί κατακτητές κατέλαβαν την Ελλάδα. Εφτασαν ως το Μάη και στην Κρήτη. Μαζί με τους Ιταλούς και τους Βούλγαρους φασίστες καθόρισαν τα μέρη που θα κατείχε ο καθένας. Κι άρχισε το δράμα του Λαού μας που κράτησε τριάμισι χρόνια.

Από τη Βούλα πήραν βιαστικά σε μια μέρα όλους τους άρρωστους στρατιώτες κι όλα τα υλικά. Το ίδιο βράδυ εγκαταστάθηκαν Γερμανοί. Χρησιμοποίησαν τα κτίρια για τους δικούς τους αρρώστους στρατιώτες. Εγιναν όλα τόσο βια­στικά, που το ΠΙΚΠΑ ξέχασε εκεί την Κική με τα 15 ορφα­νά παιδιά.

Οταν το αντιλήφθηκαν είχε νυχτώσει κι ήταν αδύνατο να τα πάρουν. Οι Γερμανοί είχαν τοποθετήσει απαγορευτικές «μπάρες». Χρειαζόταν διαταγή από την Κεντρική Διοίκηση. Εμειναν όλη τη νύχτα εκεί. Πέρασαν στιγμές αγωνίας. Μαζεμένα όλα γύρω από την Κική, έκλαιγαν μαζί της. Η ίδια σκεφτόταν το βιασμό κι έλεγε στα παιδιά πως θα πέσει στη θάλασσα για να αποφύγει την ατίμωση. Κι όλα μαζί κλαί­γοντας να της λένε πως δε θα το επιτρέψουν. Και για μια στιγμή που φάνηκε στην πόρτα ένας γερμαναράς, ηλιοκα­μένος, Βαυαρός, κι έδειξε άγριες διαθέσεις, δυνάμωσαν το κλάμα τους κι ήταν έτοιμα ν' αντιδράσουν. Τον ακολούθησε δεύτερος Γερμανός, με ένα χτυπητό σήμα στο καπέλο του. Ο τρόμος κορυφώνεται. Τους κοιτούσαν με αγωνία. Ακου­σαν να λέει κάτι ο δεύτερος στον πρώτο. Κάτι σαν διατα­γή. Και βλέπουν να φεύγει αμέσως ο πρώτος με δυσφορία. Τι να είπαν άραγε; Τα δευτερόλεπτα περνούν με αγωνία. Το κλάμα συνεχίζεται. Μα ξαφνικά κάτι πάει ν' αλλάξει. Ο Γερ­μανός που έμεινε, κάτι τους είπε με μαλακό ύφος. Είδε πως δεν τον κατάλαβαν και συνέχισαν το κλάμα. Τους λέει στα Γαλλικά πως είναι Αυστριακός. Με χειρονομίες και τα γαλ­λικά του προσπαθεί να τους πει πως έχει κάνει αιμοπτύσεις με τ' αεροπλάνα Στούκας όπου υπηρετεί. Κατάφερε να τους πείσει πως δε θα τους κάνει κακό. Οτι θα μείνει μαζί τους να τους προστατεύσει. Οτι, μόλις αντιλήφθηκε τις διαθέσεις του άλλου, ανέφερε στον Διοικητή και του έδωσε διαταγή να τον διώξει κι ότι ο ίδιος δε θα τον αφήσει να ξανάρθει και τους καθησύχασε να κοιμηθούν ήσυχα.

Αυτά κατάλαβε η Κική απ' τις κινήσεις και τα γαλλικά του, όσα θυμόταν κι εκείνη από το Σχολείο της Σύρου όπου είχαν καθολικό καθηγητή Γαλλικών.

Σταμάτησαν τότε το κλάμα τα παιδιά χωρίς όμως και να μπορούν να ησυχάσουν, παρά το ότι έβλεπαν τον Αυστρια­κό να κάθεται άυπνος και αποφασισμένος να αντιδράσει σε κάθε ενδεχόμενο. Δεν πήγαιναν στα κρεβάτια τους. Εμειναν μαζεμένα ένα κουβάρι, άγρυπνα όλη τη νύχτα και με το βλέμμα τους προς την είσοδο, έτοιμα να μιλήσουν στον Αυ­στριακό, που τον έπαιρνε καμιά φορά ο ύπνος.

Η νύχτα τ' Απρίλη τους φάνηκε πολύ μεγάλη, ατελείω­τη. Εφεξε και δεν ήξεραν τι τους περίμενε! Μια ανασφάλεια και μια νευρικότητα για το άγνωστο μέλλον κράτησε ως τη στιγμή που είδαν μια ηλικιωμένη υπάλληλο του ΠΙΚΠΑ κι ένα σοφέρ που είχαν σταλεί από τα κεντρικά να τους πάρουν. Η αγωνία τους κράτησε και στ' αυτοκίνητο που ανέ­βηκαν και ώσπου βγήκαν στον παραλιακό δρόμο. Τότε μόνο πίστεψαν ότι η εφιαλτική νύχτα έγινε παρελθόν κι έμεινε μόνο για πάντα στη μνήμη τους.

Παρά τα βάσανα της κατοχής, τα ίχνη της έμειναν βαθιά! Μια νέα ζωή άρχισε τότε για τους Ελληνες. Οτι είχαν αφήσει πίσω τους οι άρπαγες κυβερνήτες, που ακολουθούσαν το βασιλιά και όλη τη βασιλική οικογένεια στη φυγή τους στο εξωτερικό, τ' άρπαξαν όλα οι φασίστες κατακτητές.

Αδειασαν αποθήκες κρατικές κι ιδιωτικές. Λεηλάτησαν τα πάντα, Τράπεζες, Ταμεία, και όσο συνάλλαγμα βρήκαν. Κι άρχισε το δράμα του Ελληνικού Λαού από την πρώτη κιόλας μέρα.

Στην Κική γίνεται υποδοχή στα Κεντρικά του ΠΙΚΠΑ. Της ζήτησαν συγνώμη για την αδικαιολόγητη ενέργειά τους. Της έδωσαν συγχαρητήρια για την όλη στάση της και την τοποθέτησαν σ' ένα γραφείο για δουλειά.

Στο μυαλό της, πέρασαν αμέσως πολλές σκέψεις. Αλλη στη θέση της θα χαιρόταν. Μα η Κική έβλεπε δύσκολα τα πράγματα για κείνη και την οικογένειά της. Μαθημένη στα συσσίτια των παιδικών εξοχών, έστελνε όλο το μικρό μισθό της στην οικογένεια της. Τώρα τι θα γίνονταν;

Σκέφθηκε να μιλήσει στον Προσωπάρχη του Ιδρύματος. Ηταν αδερφός συμμαθήτριάς της. Ενας άνθρωπος έξυπνος, δραστήριος, προσιτός στους υπαλλήλους, Σμυρνιός στην καταγωγή. Μ' όλο το θάρρος που της έδινε το καλό όνομα που είχε στη δουλειά της, του ζήτησε να τη στείλει να δουλέψει κάπου που θα είχε και συσσίτια. Του είπε και για τις υποχρεώσεις της προς τους γονείς της και τα μικρότερα αδέρφια της. Κι εκείνος σκέφθηκε να τη στείλει Νηπιαγω­γό, αν βέβαια συμφωνούσε κι η Κική. Εκεί μόνο θα 'βρισκε ό,τι ζητούσε.

Στο νηπιαγωγείο του ΠΙΚΠΑ Βύρωνα

Ετσι από Γυμνάστρια σε παιδικές εξοχές, βρέθηκε Νηπιαγωγός στο Κέντρο για παιδιά του ΠΙΚΠΑ στο Βύρωνα. Η τοποθέτηση αυτή ήταν σωτήρια για την Κική και την οικο­γένειά της. Της εξασφάλισε υπηρεσία μόνιμη στην Αθήνα και κοντά σχετικά στο σπίτι της. Κουραζόταν λίγο, πηγαί­νοντας πεζή - Υμηττό-Βύρωνα - αλλά απέφευγε τις συγκοι­νωνίες που ήσαν δύσκολες στην Κατοχή. Εκεί, αγαπήθηκε, εκτιμήθηκε και βοηθήθηκε πάρα πολύ από τις Διευθύντριες που βρήκε. Στην αρχή ήταν η υπεύθυνη όλων των ομάδων της Βούλας, αυτή που την είχε διαλέξει να μείνει με την ομά­δα των παιδιών στη διάρκεια του Πολέμου, η κ. Κουρέτη. Τη διαδέχτηκε η κ. Λύδη, και οι δύο τους εξαιρετικές γυναίκες, την πρόσεξαν σα να ήταν κόρη τους όταν τους είπε την οι­κογενειακή της κατάσταση, της επέτρεψαν να έχει κάθε μέ­ρα μαζί της το μικρό αδελφό της. Της έδιναν περισσότερο μεσημεριανό συσσίτιο και λίγο για το σπίτι της. Η κ. Λύδη της έδινε πορτοκάλια που έφερνε από τη Μάνη που καταγόταν και της έλεγε να πίνει μουρουνέλαιο, με το «στανιό» για να κρατηθεί στη ζωή! Κι όλα αυτά τα έκανε και γιατί ήταν πολύ καλός άνθρωπος, αλλά και γιατί είχε βελτιωθεί η ζωή του Παιδικού Σταθμού με την παρουσία και τη φιλότιμη πολύωρη δουλειά της Κικής. Τα παιδάκια περνούσαν την ημέρα χαρούμενα, μάθαιναν αμέσως τα τραγουδάκια, τα μικρά σκετς και ποιηματάκια, που έγραφε η Κική, σαν υπεύθυνη ψυχαγωγίας, καλλίφωνη και με καλό μεταδοτικό, χαίρο­νταν να την ακούνε πάντα κι ιδιαίτερα στην εφαρμογή του προγράμματος των γιορτών. Χάρη στην καλή δουλειά της Κικής και την καλή διοίκηση της Δ/ντριας, το Κέντρο είχε γίνει πρότυπο για το ΠΙΚΠΑ. Πήγαινε εκεί τους ξένους επι­σκέπτες, τους δωρητές και κάθε επίσημο.

Τα καλοκαίρια, της έδινε άδεια να πηγαίνει στις παιδικές εξοχές σε διάφορες κατασκηνώσεις χωρίς να της κρατάει τις αποδοχές της. Την παρουσίαζε σα να δουλεύει και διεκπε­ραίωνε η ίδια τη δουλειά της Κικής. Ηταν τόση η αγάπη της κι η εκτίμησή της στην Κική που, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, της πρότεινε να γίνει νύφη της, να παντρευτεί το μονάκριβο γιο της, δικηγόρος το επάγγελμα, τον οποίο υπε­ραγαπούσε τόσο η ίδια που είχε μείνει χήρα, όσο κι η αδελ­φή της κι ο αδελφός της, που δεν είχαν παντρευτεί.

Η Κική βρέθηκε σε δύσκολη θέση. Της είπε αμέσως ότι τη συγκινεί πολύ η τιμητική της πρόταση, για την οποία λυπά­ται, γιατί δεν μπορεί ν' αποδεχτεί επειδή αγαπάει ένα συνά­δελφό της και θα τον περιμένει. Κι εκείνη έδειξε και σ' αυτή την περίπτωση μια ανωτερότητα. Είδε με πολλή κατανόηση την απόφαση της Κικής. Την εκτίμησε πιο πολύ και της συμπαραστάθηκε σε κάθε ατομική ή οικογενειακή δυσάρεστη κατάσταση, που της παρουσιάστηκε από τον πρώτο χρόνο της Κατοχής.

Οπως γινόταν όλο και πιο τραγική η ζωή όλων των Ελλήνων ­κι ιδιαίτερα των φτωχών στρωμάτων του Λαού Αθήνας - Πειραιά, με τις στερήσεις των τροφίμων, φαρμάκων κλπ., η οικογένεια της κ. Ευθαλίας άρχισε να υποφέρει. Το λίγο συσσίτιο δεν επαρκούσε. Με το μισθό δεν έβρισκαν τίποτα να αγοράσουν το χειμώνα 1941-1942. Οι προδοτικές κατο­χικές Κυβερνήσεις Τσολάκογλου - Λογοθετόπουλου δεν χο­ρηγούσαν τίποτα. Ηρθε περίοδος που δεν έδιναν ούτε τα 30 γραμμάρια σόγια. Οι Αθηναίοι και Πειραιώτες πέθαιναν κατά χιλιάδες κάθε μέρα...



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ