Κυριακή 3 Μάρτη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΑΓΡΟΤΙΚΑ
Ξεκινούν νέοι αγροτικοί αγώνες!
  • Σήμερα η Πανελλαδική Αγροτική Σύσκεψη στη Λάρισα
  • Την Τετάρτη, 6 του Μάρτη, παναγροτικό συλλαλητήριο, με τρακτέρ, στην Καρδίτσα
  • Προετοιμασίες για τον αγωνιστικό γιορτασμό της επετείου του Κιλελέρ

Πανελλαδική αγροτική σύσκεψη πραγματοποιείται σήμερα, στις 12 το μεσημέρι, στο «Χατζηγιάννειο» Πνευματικό Κέντρο της Λάρισας. Στη σύσκεψη, στην οποία έχουν προσκληθεί να συμμετάσχουν εκπρόσωποι των Ομοσπονδιών Αγροτικών Συλλόγων και των Συντονιστικών Επιτροπών Αγώνα από όλη την Ελλάδα, θα γίνει συζήτηση και θα ληφθούν αποφάσεις για τη συνέχιση των αγροτικών κινητοποιήσεων που ξεκίνησαν το Φθινόπωρο του 2001, καθώς και για τον αγωνιστικό γιορτασμό της φετινής επετείου του Κιλελέρ. Στα πλαίσια της εκφρασμένης θέλησης των αγροτών για συνέχιση των αγώνων, η Ενωτική Ομοσπονδία Αγροτικών Συλλόγων Καρδίτσας, έχει αποφασίσει την πραγματοποίηση παναγροτικού συλλαλητηρίου, με τρακτέρ, στις 6 του Μάρτη, στην πόλη της Καρδίτσας.

Οσον αφορά για το γιορτασμό του Κιλελέρ, η Ενωτική Ομοσπονδία Αγροτικών Συλλόγων Λάρισας, έχει προτείνει να γίνει την Κυριακή, 31 του Μάρτη, με παναγροτικό συλλαλητήριο στην κεντρική πλατεία της Λάρισας.

Οι μικρομεσαίοι αγρότες έχουν διακηρύξει την αποφασιστικότητά τους να συνεχίσουν και να εντείνουν την πάλη τους για την ανατροπή της αντιαγροτικής πολιτικής της κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, έτσι όπως εκφράζεται και υλοποιείται μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και των κατευθύνσεων της «Ατζέντας 2000». Διότι έχουν συνειδητοποιήσει ότι είναι αυτή η πολιτική που δημιουργεί, πολλαπλασιάζει και οξύνει τα προβλήματα του αγροτικού κόσμου, οδηγώντας χιλιάδες μικρομεσαία νοικοκυριά στο «ξεκλήρισμα». Κι έχουν ξεκαθαρίσει προς κάθε κατεύθυνση ότι δεν πρόκειται να παρεκκλίνουν «ρούπι» από ένα διεκδικητικό πλαίσιο, το οποίο θα προβάλλει και θα ιεραρχεί σωστά αγωνιστικά αιτήματα που διασφαλίζουν το εισόδημα και την απασχόληση της μικρομεσαίας αγροτιάς.

Μάχονται οι φτωχοί και μεσαίοι αγρότες για να κρατήσουν τη γη τους και να παραμείνουν στα χωριά τους. Και ξέρουν καλά πως για να πετύχουν το στόχο τους πρέπει να συγκρουστούν σκληρά με την πολιτική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που η κυβέρνηση προωθεί στον αγροτικό τομέα, επιχειρώντας ν' αφαιρέσει τη γη από εκείνους που την κατέχουν και την καλλιεργούν και να την παραδώσει σε μεγαλοεπιχειρηματίες - νεοτσιφλικάδες.

Γνωρίζουν, επίσης, ότι για να έχει αποτελέσματα ο αγώνας τους, πρέπει ν' αξιοποιήσουν και τη θετική και την αρνητική εμπειρία που αποκόμισαν στην αγωνιστική πορεία των τελευταίων δέκα χρόνων και, ταυτόχρονα, να εξασφαλίσουν την, όσο το δυνατόν, πλατύτερη και ενεργότερη αλληλεγγύη και συμπαράταξη των άλλων λαϊκών στρωμάτων της πόλης και του χωριού, που υποφέρουν το ίδιο με τους μικρομεσαίους αγρότες κι έχουν τα ίδια συμφέροντα και κοινούς στόχους.

Αλυτα τα προβλήματα

Οταν, στην τελευταία αγροτική κινητοποίηση, τα τρακτέρ έφευγαν - όπως έφευγαν - από τα μπλόκα, ήταν πολλοί εκείνοι που αναρωτιούνταν: «Μα, γιατί οι αγρότες φεύγουν από τους δρόμους, ενώ η κυβέρνηση δεν ικανοποίησε τα αιτήματά τους;».

Αυτό το «γιατί» το αναλύσαμε, πολλές φορές, από τούτη την εφημερίδα και δε νομίζουμε ότι χρειάζεται να επανέλθουμε. Αλλωστε, αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι ότι οι αγρότες συνεχίζουν τον αγώνα τους, παίρνοντας υπόψη κι αξιοποιώντας και τη θετική και την αρνητική πείρα, που απέκτησαν στη διάρκεια των αγωνιστικών κινητοποιήσεων της τελευταίας δεκαετίας.

Οι αγρότες συνεχίζουν τον αγώνα τους, αφού κανένα από τα πολλά και οξυμένα προβλήματά τους δε λύθηκε. Αντιθέτως, προστίθενται συνεχώς και νέα προβλήματα, καθώς η Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης συνεχίζεται, όπως, επίσης, συνεχίζεται η λήψη πρόσθετων αντιαγροτικών μέτρων από την κυβέρνηση.

Ας δούμε, λοιπόν, μερικά από τα βασικά προβλήματα που προκαλεί η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τα οποία παραμένουν άλυτα.

Χαμηλές τιμές

Με τις τιμές των προϊόντων που πληρώνονται οι παραγωγοί δεν εξασφαλίζουν ένα εισόδημα, με το οποίο θα μπορούσαν να ζήσουν αξιοπρεπώς τις οικογένειές τους. Ν' αναφέρουμε μόνο μερικά παραδείγματα:

  • Το στάρι πουλιέται στον παραγωγό 45-50 δραχμές το κιλό, όταν ένα κιλό ψωμί κοστίζει 350-400 δραχμές.
  • Το βαμβάκι πουλιέται 220-270 δραχμές, όταν το κόστος παραγωγής ενός κιλού βαμβακιού υπολογίζεται σε 250 δραχμές.
  • Τα ροδάκινα πουλιούνται από τα δέντρα 80-90 δραχμές το κιλό και από τα μανάβικα και τις λαϊκές αγορές από 250-300 δραχμές το κιλό.
  • Το γάλα το πουλάει ο παραγωγός 100-120 δραχμές το κιλό και η γαλακτοβιομηχανία 350-400 δραχμές το λίτρο.

Η τιμή αρκετών από τα αγροτικά προϊόντα της χώρας μας συνδιαμορφώνεται από την εμπορική τιμή και από την επιδότηση, η οποία δίνεται είτε ως στρεμματική, είτε επί της παραγωγής. Ομως, το πόση επιδότηση θα πάρει, τελικά, ο παραγωγός δεν εξαρτάται από το πόσο καλός και αποδοτικός είναι στην εργασία του, αλλά από τους κανονισμούς που ψηφίζονται στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Είναι, δε,... αξιοπερίεργο το γεγονός ότι όσο μεγαλύτερη είναι η παραγωγή των προϊόντων, τόσο μειώνεται η τιμή τους. Και τούτο διότι η ΕΕ, που θέτει ποσοστώσεις στην παραγωγή, τιμωρεί με τσουχτερά πρόστιμα στους παραγωγούς, για την υπέρβαση της ποσόστωσης, είτε σε προσωπικό, είτε σε περιφερειακό, είτε σε πανελλαδικό επίπεδο.

Υψηλό κόστος

Η μεγάλη ακρίβεια και οι συνεχείς ανατιμήσεις στα αγροτικά μέσα και εφόδια - σπόροι, λιπάσματα, φυτοφάρμακα, καύσιμα, ηλεκτρικό ρεύμα, μηχανήματα κ.ά. - που επιβάλλει η ασύδοτη και κερδοσκοπική «ελεύθερη» αγορά, η έλλειψη έργων υποδομής και τεχνολογικού εξοπλισμού στη γεωργία - αρδευτικά και εγγειοβελτιωτικά έργα, σύγχρονα συστήματα άρδευσης κ.ά. - και το υψηλό κόστος δανεισμού στέλνουν στα ύψη τα καλλιεργητικά έξοδα. Η κυβέρνηση δε λαμβάνει κανένα μέτρο για να περιοριστεί η κερδοσκοπική ασυδοσία των μεγαλοβιομηχάνων και των πολυεθνικών, ούτε για τον περιορισμό της «τοκογλυφικής» πολιτικής της Αγροτικής Τράπεζας, ενώ, από κοινού με την Ευρωπαϊκή Ενωση, απαγορεύουν ουσιαστικά την κατασκευή έργων υποδομής που θα μειώσουν το κόστος παραγωγής και θ' αυξήσουν την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών αγροτικών προϊόντων.

Αποζημιώσεις «ψίχουλα»

Τα δύο τελευταία χρόνια οι ζημιές που έχουν προκληθεί από την κακοκαιρία στη γεωργία και στην κτηνοτροφία είναι τεράστιες. Μάλιστα, σε αρκετές περιπτώσεις η καταστροφή είναι ολοκληρωτική, με αποτέλεσμα οι παραγωγοί να μένουν χωρίς το παραμικρό εισόδημα, ενώ από τον πρόσφατο παγετό έχουν προκληθεί ζημιές όχι μόνο στην παραγωγή, αλλά και στο φυτικό κεφάλαιο.

Κι ενώ η κυβέρνηση υποσχέθηκε, στη διάρκεια των αγροτικών κινητοποιήσεων, ότι «θα δοθούν έγκαιρα, δίκαιες αποζημιώσεις», αποδεικνύεται τώρα, «πριν αλέκτορα φωνήσαι τρις», πως επιχειρεί να κοροϊοδέψει τον αγροτικό κόσμο.

Είναι χαρακτηριστικό ότι σε συνάντηση που είχαν, πριν λίγες μέρες, εκπρόσωποι των αγροτών του Τυρνάβου με την ηγεσία του υπουργείου Γεωργίας έγινε καθαρό ότι η κυβέρνηση αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τη διαδικασία των ΠΣΕΑ για την καταβολή αποζημιώσεων, πράγμα που σημαίνει ότι υπαναχωρεί από τη θέση για κάλυψη 100% των ζημιών στο φυτικό και ζωικό κεφάλαιο. Επιπλέον, δε, δεν αποδέχεται τα αιτήματα για πάγωμα των χρεών των πληγέντων και για άτοκη δανειοδότησή τους για αποκατάσταση των ζημιών.

Αλλά κι αν υπήρχαν ακόμα κάποιες ελπίδες σε μερικούς, ήρθαν οι «αποζημιώσεις» του... ενός ευρώ που δόθηκαν σε πληγέντες από τη χαλαζόπτωση του καλοκαιριού του 2001 που προκάλεσε μεγάλες καταστροφές, για να δείξουν τι εννοεί η κυβέρνηση όταν αναφέρεται σε ...«δίκαιες αποζημιώσεις».

Χρέη «βουνό»

Η «τοκογλυφική» πολιτική της Αγροτικής Τράπεζας έναντι των αγροτών έχει «φουσκώσει» τις καρτέλες αγροτικών χρεών. Και δεν είναι μόνο τα υψηλά επιτόκια δανεισμού - είναι πολλαπλάσια του πληθωρισμού - είναι και τα πανωτόκια, με τα οποία η ΑΤΕ επιχειρεί να «γδάρει» τους αγρότες. Η συντριπτική πλειοψηφία των μικρομεσαίων αγροτών είναι καταχρεωμένοι, πολλοί δεν μπορούν πλέον να ξοφλήσουν τα χρέη τους και κινδυνεύουν άμεσα να χάσουν όχι μόνο τα χωράφια, αλλά και τα σπίτια τους, καθώς η ΑΤΕ δε διστάζει να προχωρεί σε πλειστηριασμούς.

Κι ενώ τα χρέη έχουν γίνει ο «μόνιμος βραχνάς» του αγρότη, η κυβέρνηση αρνείται την ουσιαστική ρύθμισή τους και η ΑΤΕ συνεχίζει την... αντιαγροτική πολιτική της, οδηγούμενη προς την ιδιωτικοποίησή της, παρά τις αντιδράσεις του αγροτικού κόσμου, που ζητά να παραμείνει η Αγροτική Τράπεζα στο δημόσιο και να λειτουργήσει με αναπτυξιακά, παραγωγικά και κοινωνικά κριτήρια, στηρίζοντας τους συνεταιρισμούς και τους μικρομεσαίους αγρότες.

«Συντάξεις» ξεφτίλας

Εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχοι αγρότες παίρνουν ως μηνιαίο βοήθημα γύρω στις 50.000 δραχμές! Οσοι πλήρωσαν υψηλές εισφορές για πρόσθετη ασφάλιση, παίρνουν από 60.000-70.000 δραχμές το μήνα κι ανάλογη είναι η σύνταξη με το νέο νόμο για τον ΟΓΑ που ψηφίστηκε το 1997.

Είναι, δε, χαρακτηριστικό ότι, παρά τη σχετική πρόβλεψη του νόμου, δεν ισχύει η διαδοχική ασφάλιση, επειδή δεν ψηφίστηκε ακόμα το απαιτούμενο θεσμικό καθεστώς!

Το αγροτικό κίνημα διεκδικεί να εξισωθούν οι αγροτικές συντάξεις με τις κατώτερες συντάξεις του ΙΚΑ και ν' αναβαθμιστεί η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στην ύπαιθρο, αλλά η κυβέρνηση «αγρόν ηγόραζεν».


ΚΕΙΜΕΝΑ:
Παύλος ΡΙΖΑΡΓΙΩΤΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ