Κυριακή 9 Μάη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΑΓΡΟΤΙΚΑ
ΒΑΜΒΑΚΙ - ΚΑΠΝΟΣ - ΛΑΔΙ
«Σπάνε» τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής γεωργίας

Οδυνηρή προσαρμογή της ελληνικής γεωργίας στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις της ΕΕ και τις απαιτήσεις του ΠΟΕ, αποτελούν οι αποφάσεις που πάρθηκαν στις 22/4 στο Λουξεμβούργο, για βαμβάκι, καπνό και λάδι, με την ψήφο της κυβέρνησης της ΝΔ. Και οι αγρότες δεν πρέπει να ξεχνούν ότι οι συγκεκριμένες αποφάσεις αποτελούν τη συνέχεια της υλοποίησης των αποφάσεων του περσινού Ιούνη, για τη λεγόμενη ενδιάμεση αναθεώρηση της ΚΑΠ, που ψήφισε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.

Εκτιμάται ότι τα όσα αποφασίστηκαν για τα τρία αυτά βασικά ελληνικά προϊόντα, υπηρετούν με συνέπεια τους βασικούς στόχους της ενδιάμεσης αναθεώρησης της ΚΑΠ, που είναι: Η επιτάχυνση της συγκέντρωσης της γης και της παραγωγής σε λίγους μεγαλοαγρότες - επιχειρηματίες και η αύξηση των κερδών των εμποροβιομηχάνων - πολυεθνικών. Επιπλέον με τους κανονισμούς αυτούς, που αφορούν βασικά μεσογειακά προϊόντα, προσαρμόζεται περισσότερο η ελληνική γεωργία στον κοινοτικό καταμερισμό εργασίας, που σημαίνει στασιμότητα και συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής.

Μια καλλιέργεια που θα γίνει «καπνός»

Eurokinissi

Στον καπνό τα όσα αποφασίστηκαν είναι ακόμα πιο αρνητικά και καταστροφικά. Είναι φανερό πως από τα μέτρα που θα ισχύσουν από το 2006 σε πρώτη φάση και από το 2010 και μετά σε δεύτερη φάση, ούτε οι καπνοπαραγωγοί ούτε η καπνοκαλλιέργεια θα ωφεληθούν. Οι μόνοι που δείχνουν ικανοποιημένοι είναι οι καπνέμποροι.

Από την καλλιέργεια του 2006 οι όποιες επιδοτήσεις θα βγαίνουν με βάση το μέσο όρο της τριετίας 2000 - 2002 κι έτσι θα πάει το πράγμα μέχρι και την καλλιέργεια του 2009. Οι νέες επιδοτήσεις θα υπολογιστούν με βάση τα επιδοτούμενα κιλά που θα ορίζει η ΕΕ και θα μετατραπούν σε επιδότηση ανά εκτάριο, δηλαδή στην πράξη ανά στρέμμα. Για αυτή την περίοδο, τα κράτη μέλη θα μπορούν να ανεβάζουν τη συνδεδεμένη ενίσχυση μέχρι και 60% του νέου πριμ στις ποικιλίες και τις περιοχές που επιθυμούν. Από την άλλη, η αποσυνδεδεμένη ενίσχυση θα είναι από 40% και πάνω επί του νέου πριμ. Εδώ, όπως λέγεται, δεν αποκλείεται να τεθούν μια σειρά όροι που θα σχετίζονται με τη στρεμματική απόδοση σε κιλά και ποιος ξέρει τι άλλο ακόμα μπορεί να προκύψει μέσα από τον επικείμενο εφαρμοστικό κανονισμό.

Το σίγουρο είναι πως για να δίνεται το νέο συνδεδεμένο πριμ θα πρέπει να υπογράφονται πάλι συμβόλαια με τους καπνεμπόρους - μεταποιητές και να τηρούνται οι ποιοτικοί όροι που έχει θέσει προ ετών η ΕΕ. Το τι σημαίνουν τα δύο παραπάνω, τα γνωρίζουν πολύ καλά οι καπνοπαραγωγοί. Από κοντά θα υπάρχουν κι ακόμα μεγαλύτερες κρατήσεις της επιδότησης υπέρ του λεγόμενου Ταμείου Καπνού, που θα είναι 4% το 2006 και 5% το 2007. Να σημειωθεί ότι το ποσό που θα παρακρατηθεί υπέρ του Ταμείου Καπνού στο διάστημα 2006 - 2009 θα μπορεί να φτάσει για την Ελλάδα τα 227,331 εκατ. ευρώ. Επιπλέον, από το 2006 ισχύει η λεγόμενη «διαφοροποίηση», δηλαδή μια μείωση της επιδότησης 4% για ποσό άνω από 5.000 ευρώ (π.χ. για πάνω από 1.800 κιλά Βιρτζίνια και 1.300 κιλά Μπασμά) κι από το 2007 5%.

Η λυπητερή όμως, θα πέσει το 2010. Από την καλλιέργεια του 2010 και μετά η ενίσχυση θα κοπεί στο μισό σε όλους τους καπνοπαραγωγούς και το υπόλοιπο 50% θα πάει στο Β' Πυλώνα, για τη λεγόμενη ανάπτυξη της υπαίθρου. Αυτό σε λεφτά σημαίνει ότι θα κοπούν τουλάχιστον 185 εκατ. ευρώ. Τα λεφτά αυτά δε θα πηγαίνουν απαραίτητα στους καπνοπαραγωγούς, αφού κάτι τέτοιο δε διασφαλίζεται από τις σχετικές αποφάσεις. Κι όπως πάει το πράγμα, δε χρειάζεται πλέον και καμία άλλη έκθεση της Κομισιόν το 2009 για τον καπνό... Το θέμα τελείωσε προκαταβολικώς.

Αν συγκρίνουμε το νέο κανονισμό με το καθεστώς που υπήρχε, διαπιστώνουμε ότι είναι αρνητική η αποσύνδεση κατά 60% της επιδότησης από την παραγωγή στην τριετή μεταβατική περίοδο, επειδή το ποσό αυτό θα προσμετράει στα 5.000 ευρώ. Είναι αρνητικότατη μετά το 2009 η μείωση κατά 50% της επιδότησης που θα παίρνουν οι καπνοπαραγωγοί και η αποσύνδεσή της από την παραγωγή. Η αλλαγή αυτή θα οδηγήσει στην ολοκλήρωση της κατάργησης της καπνοκαλλιέργειας. Είναι, τέλος, αρνητικό και για τη μεταβατική περίοδο και για την περίοδο μετά το 2009, το πάγωμα των ονομαστικών επιδοτήσεων στο μέσο όρο της τριετίας 2000-2002, επειδή κάθε χρόνο οι πραγματικές επιδοτήσεις και το πραγματικό εισόδημα του καπνοπαραγωγού θα μειώνεται όσο ο πληθωρισμός, δηλαδή σε ποσοστό μεγαλύτερο του 3,5% του χρόνου.

Οπως όλα δείχνουν, μετά το 2009 δε θα υπάρχει καπνοκαλλιέργεια στη χώρα μας και οι καπνοπαραγωγοί θα παίρνουν ονομαστικές επιδοτήσεις ίσες με το 50% περίπου αυτών που έπαιρναν στην τριετία 2000-2002 και πολύ μικρότερες πραγματικές επιδοτήσεις, επειδή θα αποδεκατίζονται από τον πληθωρισμό και από την υπέρβαση του ορίου των 5.000 ευρώ/αγροτική εκμετάλλευση. Δηλαδή, το 2013 οι καπνοπαραγωγοί θα παίρνουν γύρω στο 25% των πραγματικών επιδοτήσεων του μέσου όρου της τριετίας 2000-2002!

Θα μείνουν κάτι... «κλάδοι ελαίας»

ICON

Στην ελαιοκαλλιέργεια γίνεται επίσης φανερό πως η ΕΕ δε θέλει μικρούς ελαιοπαραγωγούς και μικρούς κλήρους. Συμπεραίνεται με τη μια πως οι σχετικές αποφάσεις που πάρθηκαν στον τομέα του ελαιολάδου θα οδηγήσουν σε φαινόμενα εγκατάλειψης της ελαιοκαλλιέργειας στην Ελλάδα.

Στο λάδι δεν έγιναν σημαντικές αλλαγές σε σύγκριση με την πρόταση κανονισμό της Κομισιόν. Οι αποφάσεις όμως που πάρθηκαν επιφέρουν τη ριζική ανατροπή του υφιστάμενου καθεστώτος. Το νέο καθεστώς που θα ξεκινήσει το 2006, στην πράξη από 1/11/2005, προβλέπει να είναι η «αποσύνδεση» της ενίσχυσης από την παραγωγή το λιγότερο 60%, ενώ αν θέλει το κράτος - μέλος μπορεί να αποσυνδέσει την ενίσχυση μέχρι και το 100%. Το μέρος της συνδεδεμένης ενίσχυσης θα μπορεί να είναι μέχρι 40% και θα περνάει μέσα από εθνικούς φακέλους, ορθές γεωργικές πρακτικές, κατηγορίες επιδοτούμενων περιοχών και θα δίνεται ανά εκτάριο - στρέμμα με βάση μια πυκνότητα δέντρων. Θα οριστούν πέντε κατηγορίες ελαιοπαραγωγικών περιοχών στην Ελληνική Επικράτεια, στις οποίες δε θα δίνεται το ίδιο ύψος συνδεμένης ενίσχυσης, στο όνομα της ποιότητας. Τα κράτη - μέλη θα μπορούν να κόβουν ένα ποσοστό μέχρι 10% από τη νέα επιδότηση για μέτρα που αφορούν υποτίθεται τη βελτίωση της ποιότητας και την προώθηση του προϊόντος. Δηλαδή, να «ενισχύουν» τους λαδέμπορους - λαδοβιομηχάνους, την ΠΑΣΕΓΕΣ και την «Ελαιουργική» κι άλλους τέτοιους «φίλους» των ελαιοπαραγωγών...

Αποφασίστηκε επίσης ότι μέχρι τρία στρέμματα καλλιεργήσιμων ελαιώνων να δίνεται μόνο μια ενιαία εισοδηματική ενίσχυση, ενώ για ποσά κάτω των 50 ευρώ ανά αίτηση επιδότησης δε θα δίνεται τίποτα. Να σημειωθεί εδώ ότι το ελαιοκομικό στρέμμα δε θα ισούται με το πραγματικό στρέμμα, αλλά θα βγαίνει από ένα συνδυασμό της έκτασης και του αριθμού των δέντρων. Κι όπως λέγεται, ένα στρέμμα μπορεί να σημαίνει και 20 ελαιόδεντρα.

Ο υπολογισμός της αποσυνδεδεμένης ενίσχυσης θα βγαίνει με βάση το προαποφασισμένο κοινοτικό κονδύλι που προκύπτει από τον μέσο όρο της τριετίας 2000 - 2002, αλλά η μοιρασιά σε εθνικό επίπεδο θα γίνει με βάση την τετραετία 1999 - 2002. Βέβαια, μη νομίσουν οι ελαιοπαραγωγοί ότι θα πάρουν μεγαλύτερες επιδοτήσεις. Οταν έρθουν αυτά τα λεφτά στα χέρια τους θα δουν ότι θα είναι πολύ λιγότερα και απ' όσα έπαιρναν μέχρι τώρα. Και φυσικά όσοι έχουν να λαμβάνουν επιδότηση πάνω από 5.000 ευρώ, θα υπόκεινται, όπως όλοι οι αγρότες, σε μείωση 4% το 2006 και 5% από το 2007. Δικαίωμα επιδότησης θα έχουν οι ελιές ή τα στρέμματα με ελιές που υπήρχαν πριν την 1/5/1998 συν 35.000 νέα στρέμματα. Δηλαδή μπαίνει «πλαφόν» στα επιδοτούμενα δέντρα. Κι δεν αποκλείεται οι περισσότεροι ελαιοπαραγωγοί να τρέχουν να αποδείξουν ότι το ελαιοκομικό μητρώο εκτός από τον αριθμό, δεν ξέρει να μετράει και την ηλικία των δέντρων τους... Εδώ φαίνεται ακόμα πως η ΕΕ δε θέλει καθόλου να στηρίξει την ανάπτυξη της ελαιοκαλλιέργειας, παρότι η Ελλάδα παράγει και μπορεί να παράγει αποδεδειγμένα πολύ καλής ποιότητας λάδι. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως με τον τρόπο που θα υπολογιστεί η αποσυνδεδεμένη επιδότηση, οι ελαιοπαραγωγοί, θα βρεθούν δύο φορές χαμένοι.


ΚΕΙΜΕΝΑ:
Κώστας ΔΕΤΣΙΚΑΣ

Ο κύκλος των χαμένων ... βαμβακιών

Καθόλου καλό δεν προδιαγράφεται το μέλλον της βαμβακοκαλλιέργειας, μετά τις σχετικές αποφάσεις στο Λουξεμβούργο. Αναμένεται συρρίκνωση της παραγωγής και του εισοδήματος των βαμβακοπαραγωγών. Οι παραπάνω επισημάνσεις, εκτός των άλλων, συνοδεύονται κι από ένα διπλό ερώτημα: Ενας μικρομεσαίος βαμβακοπαραγωγός που νοικιάζει χωράφια τι κίνητρο έχει πλέον, για να καλλιεργήσει και να βγάλει πολύ και καλό βαμβάκι; Το καθαρό κέρδος του θα είναι πάνω από 96,6 ευρώ/στρέμμα;

Πάντως, με βάση τα όσα αποφασίστηκαν, οι επιδοτήσεις που θα δίνονται στους βαμβακοπαραγωγούς της Ελλάδας από το 2006 μέχρι την επόμενη αναθεώρηση του κανονισμού, θα υπολογίζονται με το μέσο όρο της τριετίας 2000-2002 και είναι ίσες με 588 εκατ. ευρώ το χρόνο. Οι επιδοτήσεις αυτές χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Οι αποσυνδεδεμένες από την παραγωγή που είναι το 65% και θα ανέρχονται στα 96,6 ευρώ/στρέμμα ή 32.916 δρχ/στρέμμα. Οι συνδεδεμένες με την παραγωγή που είναι το 35% και θα δίνονται σε 3.700.000 στρέμματα, τα οποία χωρίζονται κι αυτά σε δύο κατηγορίες: Για τα 3.000.000 στρέμματα, επιδότηση 59,41 ευρώ/στρέμμα ή 20.243 δρχ./στρέμμα και για τα επόμενα 700.000 στρέμματα 34,285 ευρώ /στρέμμα ή 11.670 δρχ./στρέμμα. Αν καλλιεργηθούν περισσότερα από 3.700.000 στρέμματα, τότε το πρόστιμο συνυπευθυνότητας επιβαρύνει μόνο την επιδότηση των 700.000 στρεμμάτων που αποδεκατίζεται. Για επιδοτήσεις πάνω των 5.000 ευρώ δηλαδή για όσους καλλιεργούν πάνω από 50 - 60 στρέμματα, θα υπάρχει μείωση της επιδότησης κατά 4% το 2006 και 5% από το 2007.

Οι αλλαγές που έγιναν σε σχέση με το σχέδιο του κανονισμού και για τις οποίες πανηγυρίζει η ΝΔ, είναι οι παρακάτω:

  • Αυξήθηκαν οι αποσυνδεδεμένες επιδοτήσεις ποσοστιαία από 60% σε 65% και επιπλέον ποσοτικά κατά 1,7 ευρώ/στρέμμα, επειδή από το δεύτερο λεγόμενο πυλώνα δε μεταφέρθηκαν 82 περίπου εκατ. που προέβλεπε η αρχική πρόταση, αλλά 16 εκατ. ευρώ περίπου.
  • Οι συνδεδεμένες επιδοτήσεις χωρίστηκαν σε δύο κατηγορίες, έτσι ώστε το τελικό αποτέλεσμα να είναι το ίδιο. Το σχέδιο κανονισμού προέβλεπε 3.400.000 στρέμματα Χ 59,41 ευρώ/στρέμμα = 202 εκατ. ευρώ. Ο κανονισμός που ψηφίστηκε προβλέπει: 3.000.000 στρέμματα Χ 59,41 ευρώ/στρέμμα = 178 εκατ. ευρώ. Και 700.000 στρέμματα Χ 34,285 ευρώ/στρέμμα = 24 εκατ. ευρώ. Δηλαδή, το σύνολο κάνει πάλι 202 εκατ. ευρώ.
Αρνητικές αλλαγές

Αν συγκρίνουμε, όμως, τις αλλαγές που αποφασίστηκαν, σε σχέση με το απαράδεκτο καθεστώς που υπήρχε και το αντιπάλευαν οι βαμβακοπαραγωγοί, είναι όλες πολύ χειρότερες. Υπάρχει μια σειρά αρνητικών επισημάνσεων που μπορεί να κάνει κανείς. Οπως:

  • Η αύξηση του ποσοστού της αποσυνδεδεμένης επιδότησης από 60% σε 65%
  • Η αποσύνδεση των επιδοτήσεων από την παραγωγή και θα έχει ως συνέπεια τη δραστική μείωση της παραγωγής, την υποβάθμιση της ποιότητας με αρνητικές συνέπειες στη μεταποίηση, στην απασχόληση, στα ελλείμματα του αγροτικού εμπορικού ισοζυγίου κ.ά.
  • Η μεταφορά, έστω και των 16 εκατ. ευρώ στο δεύτερο λεγόμενο πυλώνα και στη διεπαγγελματική οργάνωση, επειδή μειώνεται ισόποσα το εισόδημα των βαμβακοπαραγωγών.
  • Το πάγωμα των ονομαστικών επιδοτήσεων στο μέσο όρο της τριετίας 2000-2002, γιατί το πραγματικό εισόδημα των βαμβακοπαραγωγών θα μειώνεται κάθε χρόνο σε ποσοστό ίσο με τον πληθωρισμό (εκτιμάται πάνω από 3,5% το χρόνο).
  • Η ποσόστωση των 3.700.000 στρεμμάτων, επειδή εδραιώνει σε πρώτη φάση τη δραστική μείωση της βαμβακοκαλλιέργειας από 4.300.000 στρέμματα σε 3.700.000 που επέφερε ο προηγούμενος κανονισμός. Σε δεύτερη φάση και στην πράξη τα καλλιεργούμενα στρέμματα θα περιοριστούν στα 3.000.000 στρέμματα επειδή η συνδεδεμένη επιδότηση διαφοροποιείται σε δύο κατηγορίες που προαναφέρθηκαν.
  • Η συσχέτιση του κανονισμού για το βαμβάκι με τη βαμβακοπαραγωγή των χωρών της Ν. Αφρικής, επειδή προδικάζει το 2009 δραστική περικοπή των επιδοτήσεων, πράγμα που συζητήθηκε έντονα και στη συνδιάσκεψη του ΠΟΕ στο Μεξικό το φθινόπωρο του 2003.

Συμπερασματικά με το νέο καθεστώς ο βαμβακοπαραγωγός θα παίρνει συνολική επιδότηση (συνδεδεμένη και αποσυνδεδεμένη) 151,25 ευρώ/στρέμμα ή 51.540 δρχ./στρέμμα αν καλλιεργούνται μέχρι 3.700.000 στρέμματα και ό,τι πιάσει από την εμπορική τιμή, της οποίας ο μέσος όρος της τελευταίας οκταετίας ήταν 90 δρχ./κιλό (0,26 ευρώ). Με βάση τα παραπάνω και με μέση απόδοση 310 κιλά/στρέμμα, η τιμή που επιτυγχάνεται με το νέο κανονισμό είναι 256 δρχ./κιλό (0.75 ευρώ). (166 δρχ./κιλό ή 0,48 ευρώ από τις επιδοτήσεις και 90 δρχ./κιλό ή 0,26 ευρώ από την εμπορική τιμή). Δηλαδή θα παίρνει το 2013 την ίδια ονομαστική τιμή που έπαιρνε το 1991!



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ