Κυριακή 30 Μάρτη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ «ΡΙΖΟΧΑΡΤΟ»
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "ΡΙΖΟχαρτο"
Για το ιστοριογραφικό έργο του Δημήτρη Φωτιάδη (1898 - 1988)

Ο λόγιος Δημήτρης Φωτιάδης (θεατρικός συγγραφέας, μεταφραστής αρχαίων κλασικών, ιστοριογράφος) υπήρξε τυπική περίπτωση διανοούμενου που γαλουχήθηκε με τις αρχές του ΚΚΕ και συνέδεσε τη ζωή και το έργο του με το λαϊκό κίνημα. Η σύνδεση αυτή αποτυπώνεται στο υλικό από το οποίο αντλεί την έμπνευσή του, στους πολιτικούς και ιστορικούς του προβληματισμούς, στη λαϊκότητα του ύφους και της γλώσσας του, στην προσπάθειά του να εκλαϊκεύσει σημαντικά ζητήματα της νέας ελληνικής ιστορίας, κυρίως πλευρές της Μεγάλης Επανάστασης του 1821.

Γόνος εύπορης και καλλιεργημένης οικογένειας της Σμύρνης, θα περάσει, από την εθελοντική κατάταξη στο μικρασιατικό πόλεμο, στη γνωριμία με τα σοσιαλιστικά ιδανικά, τη συμμετοχή στην Εθνική Αντίσταση και, με το εμφυλιακό και μετεμφυλιακό καθεστώς, στο δρόμο της εξορίας, στην Ικαρία, στη Μακρόνησο, στον Αϊ - Στράτη. Μετά την απελευθέρωσή του, θα διατελέσει μέλος της Διοικούσας Επιτροπής της ΕΔΑ. Εφυγε πλήρης ημερών, το 1988.

Στο παρόν σημείωμα, θα ασχοληθούμε με το ιστοριογραφικό έργο του Δημήτρη Φωτιάδη. Οι μορφές των ηρώων της ελληνικής επανάστασης τον απασχολούν από πολύ νωρίς: Το 1946, το θεατρικό του «Μακρυγιάννης» ανεβαίνει από το «Θίασο Ενωμένων Καλλιτεχνών», ενώ το 1957, το θεατρικό «Καραϊσκάκης» (που έγραψε σε συνεργασία με τον Γεράσιμο Σταύρου) ανεβαίνει από το «Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο» του Μάνου Κατράκη. Τα αμιγώς ιστοριογραφικά του πεζογραφήματα είναι τα ακόλουθα: «Μεσολόγγι» (1953), «Καραϊσκάκης» (1956), «Κανάρης» (1960), «Η δίκη του Κολοκοτρώνη» (1962), «Οθωνας - Η μοναρχία» (1963), «Οθωνας - Η έξωση» (1964), «Η Επανάσταση του '21» (4 τόμοι, 1971 - 72), «Σαγγάριος», «Εποποιία και καταστροφή στη Μικρά Ασία» (1974), «Η 3η Σεπτεμβρίου 1843» (1974).

Ο Δημήτρης Φωτιάδης εξόριστος στο Αι Στράτη το 1951
Ο Δημήτρης Φωτιάδης εξόριστος στο Αι Στράτη το 1951
Το ενδιαφέρον του Δημήτρη Φωτιάδη για την Επανάσταση του 1821, δεν είναι αποσπασμένο από τη συνολική στροφή του ενδιαφέροντος του πολιτικού υποκειμένου της εργατικής τάξης, του ΚΚΕ, για το ίδιο ζήτημα, μετά την ΕΑΜική εμπειρία και τον αγώνα του ΔΣΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι, από την εποχή που ο Κώστας Βάρναλης, στους «Σκλάβους Πολιορκημένους» παρουσιάζει να μιλά η σκιά ενός κλέφτη του '21 με εντελώς αντιηρωικό και απομυθοποιητικό τρόπο, περνάμε στο «Θέατρο του Βουνού», όπου, με το λόγο του Βασίλη Ρώτα και του Γιώργου Κοτζιούλα, ο Κολοκοτρώνης και ο Καραϊσκάκης απευθύνονται στους σύγχρονους, αγωνιζόμενους Ελληνες, συνδέοντας τις δύο εθνικοαπελευθερωτικές διαδικασίες. Επί πλέον, η Επανάσταση του '21 έχει αποτελέσει - και εξακολουθεί να αποτελεί - προνομιακό πεδίο διερεύνησης των προϋποθέσεων συγκρότησης του έθνους - κράτους Ελλάδα, των σχέσεών του με τις ξένες, ισχυρές δυνάμεις.

Αυτές είναι και οι πλευρές της ιστοριογραφίας που απασχολούν το Δημήτρη Φωτιάδη. Ο ίδιος δεν είναι ιστορικός, με την αυστηρή επιστημονική έννοια του όρου, ούτε πρωτότυπος ερευνητής. Υπηρετεί ένα μεικτό, αλλά καθ' όλα νόμιμο είδος, ανάμεσα στην ιστοριογραφία και τη λογοτεχνία, με έκτυπα τα εκλαϊκευτικά χαρακτηριστικά και τον έντονο πολιτικό προβληματισμό. Από τις «τεχνικές» της ιστοριογραφίας, κρατά την επιστημονική οργάνωση των έργων του, με την παράθεση πλούσιας βιβλιογραφίας (εκδομένης πάντως και όχι προερχόμενης από ανέκδοτες πηγές), τις υποσημειώσεις, το γλωσσάρι, τα παροράματα. Δεν αυθαιρετεί, όσον αφορά την έκθεση των γεγονότων, αλλά ο λόγος του είναι πάντα τεκμηριωμένος, με βάση τις παρατιθέμενες πηγές. Από τη λογοτεχνία, κρατά τον πλούσιο αφηγηματικό λόγο και τη δομή του μυθιστορήματος. Το προσωπικό του γλωσσικό ιδίωμα ακροβατεί, με ενδιαφέροντα αισθητικά αποτελέσματα, ανάμεσα στη λαϊκή, αλλά καλλιεργημένη γλώσσα των προοδευτικών λογίων της εποχής του, εμπλουτισμένη κάποτε με στοιχεία ντοπιολαλιάς και στις μακρινές απηχήσεις της ευρωπαϊκής (κυρίως γαλλόφωνης) παιδείας του πεπαιδευμένου Σμυρνιού. Στη μονογραφία του «Καραϊσκάκης» (το καλύτερο ίσως ιστορικό έργο του), γράφει, μιλώντας για τη γέννηση και τη θλιβερή παιδική ηλικία του ήρωα:

«(...) Κι όταν τ` ανίδεο παιδί άρχισε να μπουσουλάει κι ύστερα να στρατουλίζει, ρώταγαν τους σαρακατσαναίους τσελιγκάδες που το είχαν:

-- Ποιανού είναι τούτο το μούλικο;

Κι έπαιρναν την απόκριση:

-- Ο γιος της καλογριάς.

Αυτό στάθηκε το πρώτο όνομά του. Και δε λησμονήθηκε ποτέ. Τον ακολούθησε ίσαμε το θάνατο. Κι έπειτα πέρασε στην ιστορία».

Η γλώσσα, ο ρυθμός και το ύφος του μικρού αυτού αποσπάσματος, παραπέμπει στην εξαιρετική μετάφραση των «Αθλίων», του Β. Ουγκώ, από τον Γιώργο Κοτζιούλα! Πίσω από το δημώδες γλωσσικό ιδίωμα που ο ίδιος υιοθετεί, υπάρχει ένα αχνό, αλλά πάντως φανερό, υπόστρωμα γαλλικής σύνταξης!

Καθώς, όπως είπαμε, ο Φωτιάδης δεν είναι ιστορικός με την επιστημονική έννοια του όρου, δε διερευνά σε βάθος τις κοινωνικοοικονομικές δομές. Τον ενδιαφέρει περισσότερο το πεδίο της πολιτικής ιστορίας. Ωστόσο, η ιδεολογική του τοποθέτηση τον προσανατολίζει στην καταγραφή των κοινωνικών αντιθέσεων που εκδηλώθηκαν μέσα στο ίδιο το μπλοκ των επαναστατικών δυνάμεων, καθώς και στην ανάδειξη της λαϊκότητας των μορφών του '21 τις οποίες βιογραφεί. Θεωρεί ότι ο μεγάλος ήρωας είναι ο λαός. Γράφει, στον επίλογο του έργου του «Καραϊσκάκης»:

«(...) Ενας και μόνος είναι ο μεγάλος ήρωας του Εικοσιένα, ο λαός. Το πότισε με το αίμα του και το 'θρεψε με τις θυσίες του. Δίχως τ' ανώνυμα παληκάρια που σβάρνιζαν τα βουνά και τους λόγγους μην έχοντας μήτε παλιοτσάρουχα να βάλουνε στα πόδια τους, λευτεριά δε βλέπαμε. Αυτοί, οι ταπεινοί και ξεχασμένοι μας τη χάρισαν. Αυτούς λοιπόν ας στολίσουμε με το χρυσό στεφάνι της δόξας. Στη μνήμη αυτού, του άγνωστου ήρωα - που είναι και άντρας, και γυναίκα, και παιδί - ας στήσουμε το πιο λαμπρό άγαλμα της ευγνωμοσύνης μας».

Ενα άλλο ζήτημα που διαπερνά σαν κόκκινη κλωστή το έργο του Δημήτρη Φωτιάδη είναι η σχέση της επαναστατικής διαδικασίας του '21 με τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής, κυρίως με τη Μεγάλη Βρετανία, καθώς και τα προβλήματα που δημιούργησε η στενή πρόσδεση των καθοδηγητικών πολιτικών δυνάμεων της Επανάστασης με το βρετανικό κεφάλαιο στο ελληνικό κράτος που προέκυψε από αυτήν. Η έννοια της «ξενοκρατίας» τον απασχολεί και στη «Δίκη του Κολοκοτρώνη», αλλά και στις δύο του μονογραφίες για τον Οθωνα, όπου καταπιάνεται με την εποχή της Βαυαροκρατίας. Πρόκειται για μια θεματική απόλυτα αιτιολογημένη, καθώς ο Φωτιάδης γράφει τα ιστορικά του αφηγήματα σε μια ιστορική περίοδο, κατά την οποία το αστικό κράτος στην Ελλάδα - έχοντας επικρατήσει στον εμφύλιο πόλεμο με την ισχυρή βοήθεια των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων - επανοικοδομείται και ολοκληρώνει την ενσωμάτωσή του στους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς και οργανισμούς. Ο λόγος του, σε αυτήν την περίπτωση, εκτός από εκλαϊκευτικός, καθίσταται άμεσα πολιτικός και πάντα και οπωσδήποτε χρήσιμος. Το «Ριζόχαρτο», επιθυμώντας να αποδώσει ένα μικρό φόρο τιμής στο σεμνό συγγραφέα, αλλά και στην επέτειο της Μεγάλης Επανάστασης των Ελλήνων, παραθέτει ένα απόσπασμα (πάλι από το έργο «Καραϊσκάκης») που αναφέρεται ακριβώς στη σχέση της Μεγάλης Βρετανίας με την ελληνική Επανάσταση. Υπενθυμίζουμε ότι, λίγο πριν σκοτωθεί στο Φάληρο, ο ρηξικέλευθος καπετάνιος είχε έρθει σε ισχυρή ρήξη με τους Αγγλους στρατιωτικούς Τσωρτς και Κόχραν, «οργανωτές» του στρατού και του στόλου των επαναστατημένων Ελλήνων:

«Ναι, η Αγγλία επέμενε να γίνει η Ελλάδα μια αδύνατη και ημιανεξάρτητη ναυτική επικράτεια, συγκροτημένη από το Μοριά και τις Κυκλάδες, για να την έχει έτσι κάτω από τον απόλυτο έλεγχό της. Πολέμησε με φανατισμό την ιδέα μιας Ελλάδας, που θα είταν όχι μονάχα Μεσογειακή, μα και Βαλκανική χώρα. Κι έκανε πάντα ό,τι μπόρεσε να πνίξει την επανάσταση στη Στερεά. Γι' αυτό, μ' όργανο το αγγλόφιλο κόμμα του Μαυροκορδάτου, έσπρωξε τον ήρωα της Ανατολικής Ελλάδας, τον Οδυσσέα Αντρούτσο, στην προδοσία, και τέλος τον εδολοφόνησε, γι' αυτό άφησε εξεπίτηδες αβοήθητο το Μεσολόγγι, γι' αυτό, με τον Τσωρτς και τον Κόχραν, ξεπάστρεψε τον Καραϊσκάκη κι έριξε τους Ελληνες στην καταστροφή του Ανάλατου.

Αυτή στέκεται η αλήθεια.

Κι ο συγγραφέας του βιβλίου λογαριάζει πως, αν κάτι πρόσφερε είναι, πως έκανε την αλήθεια αυτή φανερή στο λαό μας».

Και, πράγματι, αυτή είναι η σημαντικότερη συμβολή του Δημήτρη Φωτιάδη στην εκλαΐκευση της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.


Δώρα Μόσχου

«Η μοίρα ενός ανθρώπου»

Του Μιχαήλ Σολόχοφ

Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»

Το έργο του Μιχαήλ Σολόχοφ «Η μοίρα ενός ανθρώπου» είναι ένα από τα σημαντικότερα της σοβιετικής, αλλά και της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Η μοίρα ενός ανθρώπου γράφτηκε στα 1957 και αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα «κατηγορώ» ενάντια στο ναζισμό και την καταπίεση των αιχμάλωτων λαών από τα χιτλερικά κτήνη.

Ο Μ. Σολόχοφ έχει βραβευτεί με το βραβείο Στάλιν (1928), το βραβείο Λένιν (1955) και το βραβείο Νόμπελ (1965), ενώ έχει μεταφραστεί σε πάνω από εβδομήντα γλώσσες.

Με το ξέσπασμα του πολέμου τον Ιούλη του 1941, ο συγγραφέας εντάσσεται στις γραμμές του Κόκκινου Στρατού με το βαθμό του κομισαρίου συντάγματος για να λάβει μέρος στις φονικότερες μάχες. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο μέτωπο, η μητέρα του σκοτώνεται από μια βόμβα που γκρέμισε συθέμελα το σπίτι του στη Βεσένσκαγια του Ντον.

Τούτες οι ατέλειωτες και πικρές εμπειρίες αποτελούν το υλικό του βιβλίου, το οποίο παρουσιάζει με αδρές γραμμές την ακατάβλητη ηθική δύναμη ενός απλού Σοβιετικού ανθρώπου, που σήκωσε στις πλάτες του το βάρος του πολέμου, και της πάλης για την ανόρθωση του κόσμου που γλίτωσε από το φασισμό.

Ο Αντρέι Σοκόλοφ, κεντρικός ήρωας του έργου, διηγείται την ιστορία του σε έναν άλλο Σοβιετικό πολίτη που συναντά τυχαία μετά το τέλος του πολέμου.

Οι εμπειρίες του φρικτές, η ζωή του ρημαγμένη οριστικά. Μέσα από την απλή, αλλά τόσο ζωντανή κι ανθρώπινη διήγηση, ο αναγνώστης γίνεται μάρτυρας της φρικτής πορείας. Μια διήγηση, που δεν είναι καθόλου μίζερη ή μελοδραματική, όπως ίσως θα περίμενε κάποιος εξαιτίας του θέματός της. Απεναντίας, η αμεσότητα και η ζεστασιά του τραγικού αφηγητή μάς δίνει την εντύπωση ότι ακούμε έναν παλιό φίλο που ξέρει να μιλά για τα βάσανά του περήφανα χωρίς να ζητιανεύει οίκτο και παρηγοριά...

Η οικογένεια του ήρωα σκοτώνεται από μια βόμβα που χτυπά το σπίτι του - όπως ακριβώς και του ίδιου του συγγραφέα - ο ίδιος αιχμαλωτίζεται και βασανίζεται στα χιτλερικά κολαστήρια επί χρόνια, ενώ στο τέλος του πολέμου, αφού επιτέλους έχει απελευθερωθεί, μαθαίνει πως το μοναδικό μέλος της οικογένειάς του που είχε γλιτώσει, η μοναδική του ίσως αφορμή για να συνεχίσει να ζει, είναι επίσης νεκρό. Ο γιος του, που συνυπηρετούσε μαζί του στο μέτωπο, σκοτώνεται κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Βερολίνου, όταν ο πόλεμος πια έφτανε στο τέλος του.

Πόσο φρικτά είναι πράγματι όλα αυτά, αλλά αλίμονο, σε πόσα εκατομμύρια ανθρώπους έχουν συμβεί και - ακόμα πιο σοβαρό - πόσο ατάραχα τα αντιμετωπίζει η πλειονότητα των ανθρώπων, όταν τα ακούει από την τηλεόραση μεταξύ ποδοσφαίρου και σίριαλ...

Το σημαντικότερο όμως μήνυμα του έργου δεν είναι η επίθεση στις χιτλερικές φρικαλεότητες, ούτε η αποστροφή για τον πόλεμο, αλλά το φανέρωμα της αστείρευτης δύναμης του αγωνιζόμενου ανθρώπου, μιας δύναμης που ίσως ούτε καν την υποψιάζεται μέχρι οι περιστάσεις να τον καλέσουν να υπερασπιστεί τις κατακτήσεις και τα ιδανικά του...

Μετά το τέλος του πολέμου, ο ήρωάς μας γυρίζει ολομόναχος στα μέρη του. Τίποτα δεν υπάρχει γι' αυτόν. Η οικογένεια του διαλυμένη, η υγεία του κατεστραμμένη, η πατρίδα του στο χείλος της διάλυσης από τα δεινά του πολέμου.

Ωστόσο η ζωή πάντα βρίσκει από κάπου να πιαστεί...

Τυχαία ο Αντρέι συναντά ένα μικρό αγόρι στο χώρο της δουλειάς του. Ορφανό κι αυτό χωρίς κανέναν στον κόσμο, περιπλανιέται τυχαία όπου βρει και τα βήματά του το φέρνουν στον καινούριο του πατέρα...

Ο ήρωας μόλις μαθαίνει την ιστορία του μικρού αποφασίζει να τον πάρει κοντά του. Εβρισκε λοιπόν ξανά δύναμη, τη δύναμη να εργαστεί για ν' αναστήσει ένα ορφανό παιδί και να χτίσει την πατρίδα του από την αρχή. Την ίδια αξιοθαύμαστη δύναμη και αυτοθυσία που έδειξε ολόκληρος ο σοβιετικός λαός κατά τη διάρκεια του πολέμου και μετά από αυτόν...

Αυτό είναι το πιο σημαντικό και συνάμα το πιο επίκαιρο μήνυμα του έργου...

Ο μόνος σοβαρός εχθρός είναι ο φόβος, η αδράνεια, η παραίτηση...

Η μόνη ρεαλιστική ελπίδα είναι η απίστευτη δύναμη του απλού καθημερινού ανθρώπου που δεν ξέρει να υποχωρεί ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες, ακόμα κι όταν έχει απομείνει ολότελα μόνος.

Δύο ορφανοί, δύο κόκκοι άμμου που τους σκόρπισε η καταιγίδα του πολέμου...

Τι τους ετοίμαζε, άραγε, το μέλλον...


Μάρκος Ηλιάδης

«Live Wire» Η ευαγής επανόρθωση

Των Ρέννου Οιχαλιώτη και Πέτρου Στεφανέα

Εκδόσεις «Γαβριηλίδης»

Τεχνολογία και ηθική

Η τεχνολογία δεν είναι κάτι που λειτουργεί ξεκομμένη από την κοινωνία. Επομένως, η ηθική της τεχνολογικής εξέλιξης δεν είναι κάτι το απρόσωπο. Στο κάτω κάτω της γραφής υπάρχουν ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής, άρα και του παραχθέντος αποτελέσματος. Η κατηγορούμενη δεν πρέπει να είναι η επιστήμη - η τεχνολογική εξέλιξη σ' αυτή την περίπτωση - αλλά αυτοί που την κάνουν κατάχρηση. Δηλαδή, το μέσο δεν πρέπει να μπερδεύεται με το σύστημα των σχέσεων. Η τεχνολογική εξέλιξη δεν αλλάζει στην ουσία τις εργασιακές σχέσεις, όπως υποστηρίζεται από τις πολιτικές δυνάμεις, που συμφέρον τους είναι να κρύβουν την ταξική ουσία του ζητήματος. Μπορεί να τις επηρεάσει, αλλά ριζική αλλαγή τους συντελείται μόνο με την αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος. Και αυτό αποδείχνεται σήμερα καθημερινά. Οι ανήθικες επιπτώσεις της ραγδαίας σύγχρονης τεχνολογικής ανάπτυξης, δηλαδή οι παρακολουθήσεις, η «ανεπιθύμητη αλληλογραφία», που ο καθένας μας μπορεί να βρει στο ηλεκτρονικό του ταχυδρομείο, τα πνευματικά δικαιώματα, η τεχνητή νοημοσύνη και άλλα πολλά δεν είναι η αυθόρμητη συνέπεια μιας απρόσωπης τεχνολογίας, αλλά η συνειδητή χρησιμοποίηση των νέων τεχνολογικών δυνατοτήτων από την πολιτική αντίδραση, για να ελέγχει, να εγκλωβίζει, να καταστέλλει κάθε φωνή αντίστασης, ιδίως των εργαζομένων, θυμάτων της νέου τύπου εκμετάλλευσης.

Το βιβλίο αυτό των Ρέννου Οιχαλιώτη και Πέτρου Στεφανέα «Live Wire» (Σβούρας, ένας όρος που γίνεται σαφής όσο εκτυλίσσεται η υπόθεση του βιβλίου) είναι μια πρωτότυπη προσπάθεια να θέσει τέτοια ζητήματα μέσα από μια αστυνομική πλοκή, που εμπεριέχει τη βαθύτερη κοινωνική ουσία ενός ευρύτατου φάσματος σύγχρονων καταστάσεων: Η «παγκοσμιοποίηση» σύγχρονου στιλ, ο φιλανθρωπικός ακτιβισμός μέσα από τα φόρουμ, πώς εμπλέκεται σ' αυτά η ψηφιακή τεχνολογία, η τεχνητή νοημοσύνη και η μαθηματική σκέψη.

Τα πλοκάμια του μυθιστορηματικού ιστού εκτείνονται στη σημερινή Ρωσία με τη νέα ολιγαρχία της, σε βρετανικά πανεπιστήμια, στη δράση των μη κυβερνητικών οργανώσεων και στα μεγάλα δημοσιογραφικά δίκτυα. Μια ομάδα ανθρώπων θέλει να βοηθήσει τους φτωχούς, υπεξαιρώντας τεράστια χρηματικά ποσά μέσω του Διαδικτύου από πλούσιους καταθέτες τραπεζών. Μ' αυτό τον τρόπο φιλοδοξεί να δώσει πίσω κάτι τουλάχιστον απ' αυτά που έχουν κλαπεί από τους φτωχούς. Κινείται, δηλαδή, με ηθικά κοινωνικά κριτήρια. Σκοπός της να διορθώσει μέρος τουλάχιστον της ανισότητας στον κόσμο. Τη «συμμορία» αυτή την εξαρθρώνει μια επίλεκτη Ομάδα Ειδικών Υποθέσεων της Ιντερπόλ, η οποία ασχολείται με το ηλεκτρονικό έγκλημα. Μέσα από τις απόψεις διαφόρων προσώπων - πρωταγωνιστών και μη - εκτυλίσσεται μια συζήτηση γύρω από το ηθικό ή μη της πράξης αυτής. Πολλές και διάφορες γνώμες περπατούν στις σελίδες του βιβλίου, από τις οποίες οι λιγότερες είναι προσγειωμένες στη βάση των προβλημάτων. Η τεχνολογία μοιάζει επί το πλείστον να έχει μια δική της ζωή. Για παράδειγμα: «Η διάδοση των τεχνολογικών μέσων δε γίνεται με δίκαιο τρόπο και ούτε μπορεί να γίνει, αφού αυτοί που την ελέγχουν και διαθέτουν τα μέσα είναι οι ίδιοι που θα υπαγορεύσουν τη νέα εξέλιξη για την αναπαραγωγή της επικυριαρχίας τους» (σελ. 320).

Σ' αυτές τις απόψεις υπάρχει και αυτή που λέει ότι μόνο το μαζικό κίνημα μπορεί να ανατρέψει τις ανισότητες, αν και πρέπει να ψάξει ο αναγνώστης λίγο να τη βρει.

Το βιβλίο, παρόλο που - και αυτό - δεν μπαίνει στην πεμπτουσία στο βαθμό που θα το ζητούσε η εποχή μας, αξίζει τον κόπο να διαβαστεί είτε λόγω του θέματος που δικαίως βάζει, είτε για την επεξεργασία της πλοκής του.


Αννεκε Ιωαννάτου

Από τα «Απομνημονεύματα» του στρατηγού Μακρυγιάννη

Καταδίκη της βαυαροκρατίας και μύηση στην επανάσταση του 1843

(...) Διά τους αγωνιστάς και χήρες κι' αρφανά και διά 'κείνους οπού θυσιάσαν το εδικό τους εις τον αγώνα της πατρίδος, και ήτον νοικοκυραίοι και τώρα είναι διακονιαραίοι, δεν έχει ψωμί η πατρίδα δι' αυτούς όλους είναι φτωχή, και διά τον Αρμπασπέρη έχει οπού 'ρθε ψωργιασμένος κόντης κι' έφυγε μ' ένα μιλλιούνι τάλλαρα κι' αγόρασε εις την πατρίδα του έναν τόπο και τον έβγαλε Ελλάς και μουτζώνει εμάς τους ανόητους Ελληνες αυτός και οι άλλοι οι Μπαυαρέζοι και οι φίλοι τους οι εδικοί μας;» (...) «Ποιους θα επιστηρίξης εδώ οπού 'ρθες και ποιους θα προδώσεις; Που το τζάκισες αυτό το χέρι; - Σ' το Μισολόγγι, μου λέγει. - Πού το τζάκισα εγώ αυτό; Σ' τους Μύλους του Αναπλιού. - Διατί τα τζακίσαμεν; Διά την λευτεριά της πατρίδος. Που 'ναι η λευτεριά και η δικαιοσύνη; Σήκου απάνου!» Τον παίρνω και πάμεν και τον ορκίζω. Του παρουσιάζω και τον όρκον και τον διάβασε και τον υπόγραψε ο αγαθός και γενναίος πατριώτης.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ