Κυριακή 30 Νοέμβρη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Διδασκόμαστε, ενισχύουμε τα επαναστατικά μας χαρακτηριστικά

Το 18ο Συνέδριο του Κόμματός μας δίνει τη δυνατότητα στην ΚΝΕ να δώσει παραπέρα ώθηση στην προσπάθειά της για ενίσχυση των επαναστατικών της χαρακτηριστικών. Κάθε μέλος της ΚΝΕ πρέπει να μελετήσει και να αφομοιώσει τις απαντήσεις που δίνει το Κόμμα μας για τις αιτίες νίκης της αντεπανάστασης και την επεξεργασία της αντίληψής του για το σοσιαλισμό. Αφομοιώνοντας κάθε ΚΝίτης τη δικιά μας αντίληψη για το σοσιαλισμό, στην ουσία μαθαίνει καλύτερα ποιος είναι ο σκοπός της πάλης του. Αυτό δεν μπορεί να αποκτηθεί απλά με τη συμμετοχή στους αγώνες.

Η ανάγκη αυτή μεγαλώνει ιδιαίτερα για τους νέους σε μια περίοδο που η κολακεία της νεολαίας πάει χέρι χέρι με την πολύμορφη πίεση για συνθηκολόγηση. Σε μία περίοδο που δυναμώνει η αντικομμουνιστική εκστρατεία κατασυκοφάντησης του σοσιαλισμού, μάλιστα η ΕΕ παίζει ξεχωριστό ρόλο σε αυτήν. Ιδιαίτερος στόχος της επίθεσης ενάντια στο σοσιαλισμό είναι η περίοδος που στην ηγεσία του κόμματος ήταν ο Στάλιν, περίοδος όπου, ανεξάρτητα από αδυναμίες, με επιτυχία οικοδομήθηκαν οι βάσεις του σοσιαλισμού, πραγματοποιήθηκε η εκβιομηχάνιση της χώρας και η κολεκτιβοποίηση, αντιπαλεύτηκαν οπορτουνιστικές ομάδες (Μπουχάριν, Ζινόβιεφ, Τρότσκι, κλπ.), οι οποίες βεβαίως εξέφραζαν συγκεκριμένα συμφέροντα που θίγονταν από την επέκταση και το βάθεμα των νέων σχέσεων παραγωγής. Αλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ουσία (όχι το γράμμα) των απόψεων του ρεύματος που εξέφρασε ο Στάλιν με το βιβλίο του «Οικονομικά προβλήματα σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ» απορρίφθηκε από το 20ό Συνέδριο.

Με την αντικομμουνιστική εκστρατεία στοχεύουν να απομακρύνουν τη νεολαία από το κόμμα της εργατικής τάξης, το ΚΚΕ, να την εγκλωβίσουν σε δήθεν ανώδυνες λύσεις, να σπείρουν αυταπάτες ότι υπάρχουν λύσεις ...χωρίς να ανοίξει ρουθούνι.

Η σημασία που έχει για κάθε ΚΝίτη η αφομοίωση της δικιάς μας αντίληψης για το σοσιαλισμό φαίνεται από το αξιοσημείωτο γεγονός ότι στη μεγάλη πλειοψηφία των ...αφιερωμάτων της αστικής τάξης ενάντια στο σοσιαλισμό, δεν προβάλλεται έτσι απλά η υπεροχή του καπιταλισμού αλλά μια σειρά από οπορτουνιστικές, αναθεωρητικές αντιλήψεις για το σοσιαλισμό, οι υποτιθέμενες «ανανεωτικές» αντιλήψεις, του «σοσιαλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο», με «ελευθερία και δημοκρατία», του «σοσιαλισμού με πλουραλισμό», του «σοσιαλισμού με αγορά»... Αλλωστε, και στη Σοβιετική Ενωση η διαπάλη εκφράστηκε γύρω από το ποια είναι η σωστή αντίληψη για το σοσιαλισμό. Ολοι στο όνομα του σοσιαλισμού μιλάγανε. Γι' αυτό σήμερα είναι κρίσιμο ζήτημα τα μέλη της ΚΝΕ να αφομοιώσουν την αντίληψη του Κόμματός μας για το σοσιαλισμό.

Από τη συζήτηση που έχει γίνει μέχρι τώρα στις Οργανώσεις της ΚΝΕ θεωρώ ότι πρέπει να επιμείνουμε στα εξής ζητήματα:

Α) Στην αντίληψή μας για τον κεντρικό σχεδιασμό ως κοινωνική σχέση και όχι ως τεχνικο-οικονομικό εργαλείο. Είναι κρίσιμο ζήτημα καθώς διαχωρίζεται από τις «ανανεωτικές» θεωρίες της «σοσιαλιστικής εμπορευματικής παραγωγής» ή του «σοσιαλισμού με αγορά» ή την αποδοχή του νόμου της αξίας ως νόμου του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής.

Ο Μπουχάριν στις πολύ συγκεκριμένες συνθήκες στα τέλη της δεκαετίας του 1920 όταν σαν καθήκον της σοβιετικής κοινωνίας έμπαινε η κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων στο χωριό, μέσω της πολιτικής της κολεκτιβοποίησης, διατύπωσε τη γνωστή θέση ότι «οι κουλάκοι μπορούν να ενσωματωθούν αρμονικά στο σοσιαλισμό». Οι κουλάκοι, ως γνωστόν, ήταν καπιταλιστές της υπαίθρου, εκμεταλλεύονταν ξένη μισθωτή εργατική δύναμη, κλπ.

Σε άλλες συνθήκες, μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν το καθήκον έπρεπε να είναι παραπέρα επέκταση και κυριαρχία των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής σε εκείνα τα πεδία της κοινωνικής παραγωγής όπου προηγούμενα δεν ήταν δυνατόν (από την άποψη της υλικής τους ωριμότητας), σταδιακά επικράτησε η άποψη ότι η σοσιαλιστική παραγωγή είναι εμπορευματική παραγωγή, ότι η «αγορά ενσωματώνεται αρμονικά στο σοσιαλισμό», ότι η αγορά μπαίνει στην υπηρεσία του σοσιαλισμού.

Κατά τη γνώμη μου οι δύο παραπάνω θέσεις που διατυπώθηκαν σε διαφορετικές συνθήκες και εποχές δεν είναι αποτέλεσμα απλά γνωσιολογικών λαθών (υπάρχουν και τέτοια στοιχεία). Στην ουσία ο Μπουχάριν εξέφρασε τους κουλάκους που αντιστέκονταν σθεναρά στη σοσιαλιστική οικοδόμηση, ενώ οι «αγοραίες απόψεις» που επικράτησαν σταδιακά μετά το 20ό Συνέδριο εξέφρασαν την κοινωνική αντίσταση δυνάμεων (κολχόζνικοι αγρότες, διευθυντικά στελέχη) που δεν ήθελαν την παραπέρα επέκταση και εμβάθυνση των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής.

B) Να επιμείνουμε να κατανοηθεί ότι η αντίληψη του κειμένου διαχωρίζεται τόσο από μια βουλησιαρχική αντίληψη κοινωνικοποίησης υλικά ανώριμων παραγωγικών δυνάμεων, όσο όμως και από τη μη κοινωνικοποίηση υλικά ώριμων παραγωγικών δυνάμεων.

Από βουλησιαρχία διακατέχεται αυτός που προσπαθεί να υπερπηδήσει ή να παραγνωρίσει τους αντικειμενικούς νόμους της κοινωνικής εξέλιξης. Το Κόμμα μας βλέποντας κριτικά τις επιλογές του υποκειμενικού παράγοντα, δεν ασκεί κριτική γιατί δεν υπερπήδησε δήθεν ο υποκειμενικός παράγοντας τις νομοτέλειες της κοινωνικής εξέλιξης. Αντίθετα, η κριτική εστιάζεται ακριβώς στο ότι παραγνωρίστηκαν οι νομοτέλειες του σοσιαλισμού, ως ανώριμης βαθμίδας του κομμουνισμού. Ακριβώς γιατί θεωρήθηκε, λαθεμένα, ως νόμος του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής ο νόμος της αξίας και όχι αυτός της σχεδιασμένης ικανοποίησης των ολοένα και διευρυνόμενων κοινωνικών αναγκών.

Εδώ να θυμηθούμε ότι η κατηγορία για βουλησιαρχία ή βολονταρισμό ήταν αγαπημένο θέμα των μενσεβίκων απέναντι στους μπολσεβίκους. Σύμφωνα με τους μενσεβίκους δεν υπήρχαν στη Ρωσία υλικές προϋποθέσεις για τη σοσιαλιστική επανάσταση και γι' αυτό οι μπολσεβίκοι στην ουσία ...επιχειρούσαν να παραβιάσουν τους νόμους της κοινωνικής εξέλιξης. Την ίδια κατηγορία για βολονταρισμό εξαπόλυσε και ο μπολσεβίκος Κάμενεφ τον Απρίλη του 1917, ο οποίος κατηγορούσε τον Λένιν ότι επιδίωκε ετσιθελικά να «εισαγάγει το σοσιαλισμό». Δηλαδή, η κατηγορία για βολονταρισμό έχει συνήθως ένα συγκεκριμένο ιστορικο-φιλοσοφικό περιεχόμενο. Την απευθύνουν αυτοί που προσπαθούν να εναντιωθούν ...βουλησιαρχικά σε ένα βασικό νόμο της αντικειμενικής πραγματικότητας: Το νόμο της κίνησής της από το κατώτερο στο ανώτερο.

Γ) Να ενισχύσουμε την ταξική αντίληψη σχετικά με τη φυσιογνωμία της σοσιαλιστικής εξουσίας και τη βαθύτερη κατανόηση της θέσης ότι η ταξική πάλη συνεχίζεται στο σοσιαλισμό.

Μια σειρά από οπορτουνιστικές θεωρίες αρνούνται την ουσία της δικτατορίας του προλεταριάτου, ενώ την αποδέχονται στα λόγια. Παρουσιάζουν μία ονειρική εικόνα για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, που υπάρχει μόνο στη φαντασία των οπορτουνιστών που είναι πλήρως διεφθαρμένη με κοινοβουλευτικές αυταπάτες. Αλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Κάουτσκι, επιφανής ηγέτης της Β΄ Διεθνούς, αποδεχόταν τη δικτατορία του προλεταριάτου στα λόγια, αλλά απλώς την ερμήνευε ως μια «κατάσταση κυριαρχίας», στην οποία η μειοψηφία υποτασσόταν ειρηνικά στην πλειοψηφία. Γι' αυτό κατηγορούσε τους μπολσεβίκους για «πραξικοπηματίες» που επιβάλλουν το δεσποτισμό, που κατάργησαν τη συντακτική συνέλευση, κλπ. Ετσι και πολλοί οπορτουνιστές σε άλλες περιόδους δεν αρνούνται τη δικτατορία, απλώς ...το δικαίωμα της εργατικής τάξης να χρησιμοποιεί το κράτος της ενάντια σε αντεπαναστατικές απόπειρες(Τσεχοσλοβακία '68, Ουγγαρία '56, Αφγανιστάν), το δικαίωμά της να έχει επαναστατικά δικαστήρια, κλπ., στην ουσία αρνούνται το δικαίωμα της εργατικής τάξης να χρησιμοποιεί το κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου, ως όργανο στην ταξική της πάλη, η οποία στο σοσιαλισμό συνεχίζεται και ανάλογα με τις συνθήκες μπορεί ενίοτε και να οξύνεται.

Δ) Να επιμείνουμε στον αναντικατάστατο ρόλο του κόμματος, ως πρωτοπορίας της εργατικής τάξης στη σοσιαλιστική οικοδόμηση.

Στο πώς το κόμμα μέσα από τη θεωρητική επάρκεια, την ταξική ματιά, τη διασφάλιση κατάλληλης κοινωνικής σύνθεσης θα αντέχει στην οπορτουνιστική πίεση για προσαρμογή, η οποία μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να φαίνεται σαν πίεση μαζών.

Η εργατική τάξη συγκροτείται, ως ηγετική δύναμη της νέας εξουσίας, πάνω από όλα με το κόμμα της. Αυτό που αποδείχτηκε είναι ότι χωρίς την καθοδήγηση του ΚΚ σε επαναστατική γραμμή η εργατική τάξη δεν μπορεί ούτε να πάρει την εξουσία αλλά ούτε και να τη διατηρήσει ή να την ασκήσει. Αλλωστε, η κομμουνιστική ιδεολογία και πράξη δε διαμορφώνεται αυθόρμητα στην εργατική τάξη ούτε στον καπιταλισμό, αλλά ούτε και στο σοσιαλισμό. Ασφαλώς το κόμμα πρέπει να συνδέεται με την τάξη, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να ταυτίζεται με την τάξη, πόσο μάλλον γενικώς με τις μάζες. Αυτό ισχύει και στον καπιταλισμό και στο σοσιαλισμό. Το κόμμα και στον καπιταλισμό και στο σοσιαλισμό παραμένει τμήμα της τάξης, οργανωμένο και πρωτοπόρο. Το γεγονός ότι η αντεπανάσταση πραγματοποιήθηκε από τα πάνω ως αποτέλεσμα του οπορτουνιστικού εκφυλισμού του κόμματος αποδεικνύει με αρνητικό τρόπο τον αναντικατάστατο, καθοριστικό ρόλο του ΚΚ στη σοσιαλιστική οικοδόμηση.

Η αίσθηση υπεροχής που μας δίνουν οι Θέσεις του Κόμματος για το σοσιαλισμό μας επιτρέπει να σαλπίσουμε αντεπίθεση στο λαϊκό κίνημα και στους εαυτούς μας για να ανέβουμε σε ακόμα μεγαλύτερο σκαλοπάτι ωρίμανσης, αλλά επιτρέπει να σαλπίσουμε αντεπίθεση και ενάντια στα ψηλά κύματα του οπορτουνισμού που σηκώθηκαν μετά τις αντεπαναστατικές ανατροπές.


Tάσος Τραβασάρος
ΚΣ της ΚΝΕ

Σοβιετισμός ή σταλινισμός;

Στην αρχή ήταν η καταδίκη της προσωπολατρίας. Ακολούθησαν τα λάθη του Στάλιν. Συνεχίστηκε με τα εγκλήματα του Στάλιν και του σταλινισμού. Προχώρησαν πρόσφατα στην εξίσωση Στάλιν με Χίτλερ και τη συστηματική συκοφάντηση του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε. Στόχος είναι φυσικά η κομμουνιστική ιδεολογία. Η θωράκιση του ιμπεριαλισμού απέναντι στον πάντα υπαρκτό κίνδυνο ανατροπής του και επικράτησης της μόνης ανθρωπιστικής ιδεολογίας, που ανέδειξε η ανθρώπινη κοινωνία.

Ας επιχειρήσουμε όμως μία ακόμη προσέγγιση εκείνης της εποχής.

Θα πρέπει εκ των προτέρων να διευκρινίσουμε ότι είναι καθαρά αντιεπιστημονική η προσέγγιση ενός ιστορικού γεγονότος ξεκομμένου από τον τόπο, το χρόνο και το περιβάλλον στο οποίο συντελέστηκε.

Ο Μπέρναρντ Σω, ο γνωστός Ιρλανδός λογοτέχνης και φιλόσοφος, ο οποίος έζησε τα γεγονότα, την εποχή και τον περίγυρό τους και επισκέφθηκε τη Σοβιετική Ενωση στα 1931, γράφει στα 1937 ότι η εκτέλεση της τσαρικής οικογένειας με τον τρόπο που έγινε, ήταν η πιο ανθρωπιστική βασιλοκτονία που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Γιατί το λέει αυτό;

Γιατί γνωρίζει τα ήθη και τα έθιμα της εποχής, γνωρίζει τι συμβαίνει μέσα στην τότε Ρωσία και στον υπόλοιπο κόσμο. Γνωρίζει ότι στην Ευρώπη επικρατεί ο φασισμός και διώκεται κάθε τι το προοδευτικό και ριζοσπαστικό. Εκατοντάδες χιλιάδες είναι οι δολοφονημένοι προοδευτικοί άνθρωποι, οι διωκόμενοι, οι φυλακισμένοι και οι εξόριστοι. Ακόμα και στα προπύργια της αστικής δημοκρατίας, τη Γαλλία και την Αγγλία. Γνωρίζει ότι μέσα στη Ρωσία ο αντίπαλος παίρνει κεφάλια και δεν έχει καμία διάθεση να παραδοθεί.

Αν τώρα απομονώσουμε το γεγονός και το φέρουμε στη σημερινή εποχή, πολύ εύκολα μπορεί να παρασυρθούμε σε μια ψευτοανθρωπιστική καταδίκη του.

Προκύπτει αβίαστα λοιπόν το συμπέρασμα ότι χρειάζεται μεγάλη προσοχή στο ποιες, πώς και γιατί χρησιμοποιούμε τις πηγές.

Τι άλλο λέει όμως ο Μπέρναρντ Σω στο βιβλίο του «Κοινωνικά Συστήματα» στο κεφάλαιο περί σοβιετισμού, το οποίο έγραψε στα 1937; Τονίζει ότι στα χρόνια που ακολούθησαν τη Ρωσική επανάσταση μέχρι τις μέρες του, παρά τις αδυναμίες, τα λάθη, τις παραλείψεις, τις εξωτερικές και εσωτερικές επεμβάσεις, το διεθνή αποκλεισμό, ένα δίκαιο κοινωνικό σύστημα οικοδομείται, το οποίο ονομάζει σοβιετισμό. Συνεχίζοντας λέει ότι σ' αυτή τη φτωχότερη χώρα της Ευρώπης, ήδη τη δεκαετία του '30 κανένα παιδί δεν πεινάει, σε αντίθεση με τη δική του χώρα, την Αγγλία, την πιο αναπτυγμένη τότε καπιταλιστική χώρα, όπου τα παιδιά της εργατικής τάξης ζουν κάτω από άθλιες συνθήκες.

Τέλος, τονίζει ότι στη διαμάχη του Στάλιν με τον Τρότσκι, μία επιπλέον ενδιαφέρουσα για τη σημερινή εποχή συζήτηση, η θέση του Στάλιν για οικοδόμηση σοσιαλισμού σε μία μόνο χώρα είναι ο θρίαμβος της λογικής.

Ο Βασίλης Ραφαηλίδης, ο γνωστός δημοσιογράφος, ο οποίος δεν είχε τις καλύτερες των σχέσεων με τον Στάλιν, ασπάζεται, στο βιβλίο του «Η περιπέτεια του Μαρξισμού», την ακραία προπαγανδιστική μορφή του όρου, ταυτίζοντας το σταλινισμό με το έγκλημα. Κι όμως, στο βιβλίο του αυτό αποδέχεται ότι μέχρι περίπου το 1935 ο Στάλιν παρά τις μικρές παρασπονδίες του είναι δημοκράτης και ότι ο σταλινισμός αρχίζει με τις δίκες του 1936 - '37 και τελειώνει με το θάνατό του στα 1953. Επειδή όμως κανείς δεν μπορεί στα σοβαρά να ισχυριστεί ότι στην περίοδο από το 1940 μέχρι το 1953 υπήρξαν σοβαρές παραβιάσεις των δημοκρατικών αρχών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ουσιαστικά η σταλινική περίοδος ταυτίζεται με τις διαβόητες δίκες της Μόσχας, κατά τη διάρκεια των οποίων ο Στάλιν «προσωπικά καταδίκαζε και εκτελούσε αθώους ανθρώπους». Εχει προχωρήσει μάλιστα τόσο πολύ η μαύρη προπαγάνδα, θύματα της οποίας άθελά μας γινόμαστε κι εμείς αρκετές φορές, που έφθασαν να μιλούν για 70 - 80 εκατομμύρια νεκρούς από τη «σταλινική θηριωδία». Αν σ' αυτά προσθέσουμε τα 20 εκατομμύρια νεκρούς κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και βέβαια τους νεκρούς από φυσικά αίτια, τότε αυτή η χώρα θα έπρεπε να έχει εξαφανιστεί από τον παγκόσμιο χάρτη.

Τι λέει όμως γι' αυτές τις περιβόητες δίκες ένας άνθρωπος που τις έζησε και συνελήφθη στα 1939, για αντισοβιετική δραστηριότητα; «Είναι αλήθεια», λέει, «ότι συνωμοτούσαμε σε βάρος του σοβιετικού καθεστώτος και εγώ προσωπικά πήρα μέρος σ' αυτή τη συνωμοσία. Τι έπρεπε να κάνουν, να μας δώσουν παράσημο;» είχε απαντήσει σε ερώτηση το 2005.

Αυτά λέει ο διαβόητος Σοβιετικός αντιφρονών Αλεξάντρ Ζινόβιεφ, ο οποίος είχε εγκαταλείψει στα 1978 τη Σοβιετική Ενωση και στα τελευταία χρόνια της ζωής του έκανε την αυτοκριτική του («Ριζοσπάστης», 16-5-06) και μεταβλήθηκε σε υπερασπιστή του σοβιετικού συστήματος, έφθασε μάλιστα στο σημείο να ζητήσει συγνώμη από το ρωσικό λαό.

Κατά συνέπεια, μέσα στο γενικότερο κλίμα αντιπαλότητας, οι δίκες δεν ήταν αδικαιολόγητες και αν υπήρξαν κάποιες άδικες καταδίκες, πράγμα πολύ πιθανό, αυτό δεν μπορεί να καταλογιστεί κατά κανέναν τρόπο στην «εγκληματική φυσιογνωμία του Στάλιν».

Σύντροφοι και συντρόφισσες,

Το κόμμα μας πολύ καλά κάνει και υπερασπίζεται το σοβιετισμό, δηλαδή το σοσιαλισμό που οικοδομήθηκε από το 1917 και μετά στη Σοβιετική Ενωση.

Μία χώρα φτωχή, καταστραμμένη πρώτη φορά από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεύτερη φορά από τις εξωτερικές και εσωτερικές επεμβάσεις μετά την επικράτηση της επανάστασης, τρίτη και χειρότερη φορά από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, διεθνώς αποκλεισμένη, κατάφερε όχι μόνο να επιβιώσει αλλά να δώσει σ' όλο το λαό της τα μέσα για μία αξιοπρεπή ζωή. Συνέβαλε, επίσης, ακόμα και στον καπιταλιστικό κόσμο η εργατική τάξη και τα άλλα χαμηλά λαϊκά στρώματα να βελτιώσουν τη ζωή τους. Εφθασε να αναδειχτεί σε παγκόσμια υπερδύναμη. Και όλα αυτά τα πέτυχε εξαιτίας και λόγω του κοινωνικού συστήματος που είχε υιοθετήσει.

Μπορούσε να πετύχει περισσότερα; Αναμφίβολα. Μπορούσε το σύστημα να μην έχει ανατραπεί; Σίγουρα. Θα δυσκολευτεί το λαϊκό κίνημα να ξανακατακτήσει την εξουσία; Κανείς μας δεν αμφιβάλλει γι' αυτό.

Ας βγάλουμε όμως τα συμπεράσματά μας απ' όλη αυτή την ιστορία για να μην υπάρξουν άλλα πισωγυρίσματα, τόσο στην οικοδόμηση του κόμματος, όσο και του σοσιαλισμού πριν και μετά την κατάκτηση της εξουσίας. Εκεί πρέπει να επικεντρώσουμε την προσοχή μας και νομίζω ότι η συζήτηση που ανοίξαμε με βάση τις Θέσεις του Κόμματος για το 18ο Συνέδριό μας και το σοσιαλισμό, μας δίνουν μία θαυμάσια ευκαιρία να το πετύχουμε.


Γιάννης Νομικός
ΚΟΒ Γιάννη Χαλκίδη, Αμπελόκηποι Θεσ/νικης

Η ταξική πάλη στην ΕΣΣΔ και ο ψευτο-ανθρωπισμός κάποιων οπορτουνιστών

Ο σκληρός χαρακτήρας της ταξικής πάλης πριν και μετά τη σοσιαλιστική επανάσταση προκαλούσε πάντοτε τον τρόμο στις ευαίσθητες ψυχές της μικροαστικής διανόησης. Οταν κάποιοι εκπρόσωποί της δεν επέλεγαν να ασχοληθούν με την ακαδημαϊκή τους καριέρα, αλλά παρασυρμένοι από την επαναστατική πλημμύρα τύχαινε να βρεθούν στο πλάι του εργατικού κινήματος, σύντομα άρχιζαν τις διαφωνίες, στο όνομα κάποιων αφηρημένων «ανθρωπιστικών» αξιών της επανάστασης και συχνά κατέληγαν στην αγκαλιά της αντεπανάστασης. Οι Θέσεις της ΚΕ για το σοσιαλισμό έδωσαν φαίνεται την αφορμή σε κάποιους τέτοιους διανοούμενους (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο κύριος Γ. Ρούσης) να ξανασηκώσουν το λάβαρο της αντισταλινικής - αντισοβιετικής πτωματολογίας, λάβαρο που έχουν υφάνει επί δεκαετίες τα επιτελεία της αστικής τάξης και που το βοήθησε να κυματίζει ψηλά και η έκθεση Χρουστσόφ στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ.

Η διαδικασία της κολεκτιβοποίησης στην ΕΣΣΔ από το 1929 και η όξυνση της ταξικής πάλης τη δεκαετία που ακολούθησε αποτέλεσαν πάντα ένα καρφί στο μάτι της αστικής τάξης και της προπαγάνδας της, ακριβώς γιατί σηματοδότησαν την αναγκαιότητα, αλλά και την απόφαση του Μπολσεβίκικου Κόμματος, να βαδίζει η χώρα προς τα μπρος στο δρόμο της εμβάθυνσης της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Απόφαση που ήταν απόλυτα σύμφωνη με την επιταγή του Λένιν προς το προλεταριάτο (ήδη από το 1915), που το καλούσε «απαλλοτριώνοντας τους καπιταλιστές και οργανώνοντας στη χώρα του τη σοσιαλιστική παραγωγή» να ορθωθεί ενάντια στον υπόλοιπο κόσμο («Απαντα», τόμος 26, σελ. 363). Η δυνατότητα οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια χώρα αποτελεί θεμελιώδη θέση του λενινισμού και υποστηρίχτηκε σθεναρά από τον Στάλιν και το Μπολσεβίκικο Κόμμα, σε αντιπαράθεση με τον Τρότσκι που υποστήριζε ότι «μια πραγματική άνοδος της σοσιαλιστικής οικονομίας στη Ρωσία θα γίνει δυνατή μονάχα ύστερα από τη νίκη του προλεταριάτου στις σπουδαιότερες χώρες της Ευρώπης» (1922, πρόλογος στην επανέκδοση της μπροσούρας «Πρόγραμμα Ειρήνης»).

Η ΝΕΠ (1921) είχε βάλει προσωρινά ένα φρένο στους ρυθμούς της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Αποτελούσε μια προσωρινή υποχώρηση, που επιβλήθηκε από τις αντικειμενικές συνθήκες στην οικονομία της Σοβιετικής Ρωσίας και το σχετικό κλονισμό της σχέσης της εργατικής τάξης με τη μικρομεσαία αγροτιά. Σήμαινε τη μερική ισχυροποίηση εμπορευματο-χρηματικών σχέσεων και (στο έδαφός τους) το δυνάμωμα μιας αστικής τάξης στην ύπαιθρο (κουλάκοι). Βέβαια, από τη σκοπιά της εργατικής τάξης και του κόμματός της, η ΝΕΠ δεν μπορούσε να ιδωθεί μοιρολατρικά ως ένα δήθεν αυτόνομο, νομοτελειακό «στάδιο» της επαναστατικής διαδικασίας. Θα κρινόταν από την ικανότητα της προλεταριακής εξουσίας να πείσει τη μικρομεσαία αγροτιά ότι η παλινόρθωση της ατομικής ιδιοκτησίας και του ελεύθερου εμπορίου θα σήμαινε προοπτικά κατρακύλισμα στην τσιφλικάδικη και καπιταλιστική εξουσία. Θα αποφασιζόταν από τη δυνατότητα το κράτος να δώσει στην αγροτιά την υλικοτεχνική βάση (τρακτέρ, εξηλεκτρισμός, κτλ.) για τη ριζική αναμόρφωση της μικρο-αγροτικής παραγωγής σε κοινωνική βάση και, επόμενα, και της μικροαστικής συνείδησης του αγρότη. Οι αντιφάσεις της ΝΕΠ δεν μπορούσαν σε τελική ανάλυση να λυθούν παρά μέσω της ταξικής πολιτικής του κράτους, μέσω της πορείας της ταξικής πάλης.

Στο πεδίο της αγροτικής παραγωγής, οι μπολσεβίκοι βρίσκονται πολύ γρήγορα αντιμέτωποι με τις αντιφάσεις της ΝΕΠ. Τον Οκτώβρη 1927, η κρατική συλλογή σιτηρών βρίσκεται στα 2/3 αυτής του προηγούμενου Οκτώβρη, ενώ το Νοέμβρη - Δεκέμβρη πέφτει κάτω από το μισό του προηγούμενου χρόνου, με αποτέλεσμα σοβαρές δυσκολίες στο να καλυφθούν οι διατροφικές ανάγκες στις πόλεις. Το Μάη του 1928, ο Στάλιν στο λόγο του «Στο μέτωπο των σιτηρών» («Απαντα», τόμος 11, σελ. 95) τονίζει: «Η βασική αιτία των δυσκολιών μας στα σιτηρά είναι ότι στη χώρα μας η αύξηση της εμπορεύσιμης παραγωγής σιτηρών προχωρεί πιο αργά από την αύξηση των αναγκών σε σιτηρά». Παρά το γεγονός ότι η ΕΣΣΔ έχει φτάσει το προπολεμικό επίπεδο παραγωγής σιτηρών, παράγει 2 φορές λιγότερα εμπορεύσιμα σιτηρά και εξάγει 20 φορές λιγότερα από ό,τι προπολεμικά. Πώς εξηγείται το φαινόμενο αυτό; Εξηγείται πρώτα και κύρια από το γεγονός ότι με την επανάσταση περνάμε από το μεγάλο τσιφλικάδικο και κουλάκικο νοικοκυριό στο μικρό και μεσαίο νοικοκυριό (που δίνει ένα μικρότερο ποσοστό της συνολικής παραγωγής του στο εμπόριο). Αρα, το πρόβλημα της αγροτικής παραγωγής εντοπίζεται στις διαστάσεις του αγροτικού νοικοκυριού και τις δυνατότητες που δίνει το μεγάλο νοικοκυριό για ανέβασμα της παραγωγικότητας της εργασίας, με τη χρήση μηχανών, επιστήμης, λιπασμάτων, κτλ. Πρόκειται για πρόβλημα φρεναρίσματος των παραγωγικών δυνάμεων από τις υπάρχουσες σχέσεις παραγωγής.

Τις δυσκολίες στο μέτωπο των σιτηρών «τις εκμεταλλεύτηκαν τα καπιταλιστικά στοιχεία του χωριού και πρώτα απ' όλα οι κουλάκοι για να υπονομεύσουν τη σοβιετική οικονομική πολιτική». Ποια ήταν η διέξοδος από αυτήν την κατάσταση; Προφανώς όχι η ανάπτυξη και η επέκταση του κουλάκικου νοικοκυριού. Στη μεγάλη κουλάκικη παραγωγή του χωριού, το σοβιετικό κράτος δεν μπορούσε να αντιπαρατάξει ακόμα (όπως στη βιομηχανία) ένα ισχυρό μεγάλο κοινωνικό νοικοκυριό. Αρα, δε χωρούσε εφησυχασμός και παραγνώριση του ειδικού βάρους των κουλάκων στο χωριό («εκατό φορές πιο μεγάλο από το ειδικό βάρος των μικρών καπιταλιστών στη βιομηχανία της πόλης»), της δυνατότητάς τους να τραβούν σε συμμαχία και μεσαία αγροτικά στρώματα.

Ηδη, από το 1927, η Εργατο-Αγροτική Επιθεώρηση είχε προειδοποιήσει την ηγεσία ότι σε πολλές περιοχές η τοπική, βασισμένη στις κοινότητες, διοίκηση (όπου οι κουλάκοι είχαν ισχυρή επιρροή) είχε υποκαταστήσει τη σοβιετική διοίκηση, ότι οι κουλάκοι αρχίζουν να συγκροτούνται ως ένα διακριτό ταξικό στρώμα και δύναμη, με τα δικά τους συμφέροντα και καθήκοντα. Για τους μπολσεβίκους, η μόνη πραγματική διέξοδος «βρίσκεται στο πέρασμα από το ατομικό αγροτικό νοικοκυριό στο συλλογικό, στο κοινωνικό νοικοκυριό στη γεωργία». Πέρασμα, που απαιτούσε τη συμμαχία με τις εργαζόμενες μάζες της αγροτιάς, σε αντιπαράθεση με τα καπιταλιστικά στοιχεία της αγροτιάς.

Τι προτείνει στη φάση αυτή η ήδη ηττημένη μέσα στο Κόμμα δεξιά αντιπολίτευση; Αποδίδουν την κρίση των σιτηρών σε δευτερεύουσες αιτίες: Την έλλειψη κρατικής ετοιμότητας, το φτωχό σχεδιασμό, την ανελαστική πολιτική τιμών και την αμέλεια τοπικών αξιωματούχων. Φαίνεται ότι προτείνουν μια επανέναρξη των εισαγωγών σιτηρών - ακόμα και με τη χρήση ξένων πιστώσεων - και μια μείωση στις νόρμες κατανάλωσης σιτηρών. Ο Μπουχάριν στην Ολομέλεια της ΚΕ τον Απρίλη 1929 και στη 16η Συνδιάσκεψη που ακολουθεί, υποστηρίζει ότι υπήρχε μια «καθαρή υπερεκτίμηση της δυνατότητας επίδρασης πάνω στη βασική μάζα των αγροτών», πράγμα, που, κατά τη γνώμη του, ήταν εφικτό μόνο διαμέσου των «σχέσεων αγοράς». (Οι παραπομπές είναι από τα στενογραφημένα πρακτικά της Συνδιάσκεψης).

Αντιμέτωπη με ένα οξύτατο πρόβλημα εφοδιασμού του πληθυσμού και με την πιθανότητα διάρρηξης της εμπιστοσύνης της εργατικής τάξης, η σοβιετική ηγεσία προχωρεί με εξαιρετικά μετρημένα βήματα σε όλη τη διάρκεια του 1928-29. Υιοθετεί μεθόδους όχι «συρρίκνωσης της σοσιαλιστικής δημοκρατίας» (όπως υποστηρίζει ο Γ. Ρούσης), αλλά ραγδαίας επέκτασής της με την ανάθεση της ευθύνης καθορισμού των πλάνων παράδοσης στις συνελεύσεις των χωριών που συνέρχονται χωρίς την παρουσία των κουλάκων. Είναι αυτές οι μέθοδοι που βοηθούν στο στερέωμα της συμμαχίας με τη μικρομεσαία αγροτιά και προετοιμάζουν το έδαφος για το γρήγορο πέρασμά της στη μαζική κολεκτιβοποίηση από το χειμώνα του 1929-30.

Η κολεκτιβοποίηση της αγροτικής παραγωγής δεν αποτελεί επομένως μια βολονταριστική επιλογή του Στάλιν, αλλά μια αδήριτη αναγκαιότητα της οξυμένης ταξικής πάλης. Οδηγεί στην εξάλειψη της τάξης των κουλάκων και στο ραγδαίο περιορισμό της μικρής αγροτικής παραγωγής. Φέρνει αυτό, άραγε, το τέλος της ταξικής πάλης στην ΕΣΣΔ; Ο Στάλιν είναι ξεκάθαρος στην Ολομέλεια του Μάρτη του 1937: «...όσο περισσότερες επιτυχίες θα έχουμε τόσο περισσότερο θα εξαγριώνονται τα κατάλοιπα των συντριμμένων εκμεταλλευτριών τάξεων... αν η μια άκρη της ταξικής πάλης δρα στα πλαίσια της ΕΣΣΔ, η άλλη άκρη εκτείνεται στα όρια των αστικών κρατών που μας περιβάλλουν» (Για τις ελλείψεις της κομματικής δουλειάς, «Απαντα», τόμος 14, σελ. 253).

Η εκτίμηση αυτή και η ανάγκη συνεχούς ενίσχυσης και βαθέματος των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής αποτέλεσαν τον μπούσουλα για την επαναστατική γραμμή του Κόμματος πριν τον πόλεμο και στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια (συχνά μέσα από έντονη εσωκομματική διαπάλη), γραμμή που αναιρείται από τη δεξιά οπορτουνιστική στροφή του 20ού Συνεδρίου.


Βασίλης Οψιμος
Ιδεολογική Επιτροπή της ΚΕ του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ