Για την εξειδικευμένη δουλειά στις γυναίκες της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, χρειάζεται να μελετήσουμε πώς εκφράζονται σήμερα οι διακρίσεις όχι για να τις περιγράψουμε, αλλά για να ενσωματώνουμε στο πλαίσιο πάλης μας τις αιτίες δημιουργίας τους. Δηλαδή, ποιος ωφελείται και ποιος χάνει απ' αυτές τις διακρίσεις. Να δείχνουμε κάτω από ποιες συνθήκες, με ποιον τρόπο και ποια είναι η λύση για την άρση της ανισοτιμίας των γυναικών, ενταγμένη στη γενικότερη πολιτική πάλη για ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος.
1. Η ανεργία, η μακροχρόνια ανεργία, ιδιαίτερα στις μεγαλύτερης ηλικίας γυναίκες και η υποαπασχόληση ή οι ελαστικές μορφές εργασίας είναι αυξημένες στις γυναίκες και στους νέους με σταδιακή τάση γενίκευσης. Αυτή η τάση είναι αντικειμενική αφού αυξάνεται γενικά ο τομέας των υπηρεσιών και μειώνεται η μεταποιητική βιομηχανία (λόγω της τεχνικής και τεχνολογικής εξέλιξης και της ανόδου της παραγωγικότητας). Ετσι οι γυναίκες και οι νέοι που εργάζονται σε μεγαλύτερο ποσοστό στον τομέα των υπηρεσιών («απασχόληση στην παροχή προσωπικών υπηρεσιών», οικιακές βοηθητικές υπηρεσίες, εμπόριο, διοικητικές υπηρεσίες, καθαριότητα, επισιτισμός, υγεία, παιδεία, τουρισμός, χρηματοπιστωτικό σύστημα) θα αντιμετωπίσουν τα επόμενα χρόνια πιο έντονα από σήμερα το πρόβλημα της μερικής απασχόλησης ή της υποαπασχόλησης. Για τις γυναίκες εργαζόμενες η εργασία μ' αυτές τις εργασιακές σχέσεις είναι μια αναγκαστική επιλογή λόγω μεγάλης ανεπάρκειας κρατικών δωρεάν δομών και υπηρεσιών για τη στήριξη της οικογένειας, η χαμηλή ποιότητα όσων υπάρχουν ή το αυξημένο κόστος των εμπορευματοποιημένων κοινωνικών υπηρεσιών, αλλά και η μεγάλη διάρκεια του χρόνου εργασίας του συζύγου κ.ά.
2. Η άνιση αμοιβή μεταξύ ανδρών και γυναικών ανεξάρτητα από την τυπική εξίσωση στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων. Η απόκλιση ή η αναλογία υπολογίζεται πάντα με αφετηρία τα ωρομίσθια μεταξύ γυναικείου και ανδρικού εργατικού δυναμικού και σε διεθνές επίπεδο (ΟΟΣΑ) και στην ΕΕ.
Η ανισότητα αυτή παρουσιάζεται αφ' ενός γιατί στις θέσεις μερικής απασχόλησης και εν γένει ελαστικών μορφών εργασίας εργάζονται μαζικά γυναίκες και αφ' ετέρου ακόμα και στις θέσεις πλήρους απασχόλησης, οι γυναίκες εργάζονται με ωράρια μικρότερης διάρκειας κατά μέσο όρο από τους άντρες. Επίσης στα επαγγέλματα στα οποία συγκεντρώνονται περισσότερες γυναίκες οι μισθοί και τα μεροκάματα είναι χαμηλότερα από κλάδους και επαγγέλματα που υποαντιπροσωπεύονται οι γυναίκες.
Αλλος ένας παράγοντας είναι η σχετικά χαμηλότερη επαγγελματική εμπειρία των γυναικών, μιας και έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ασυνεχούς σταδιοδρομίας, κυρίως εξαιτίας των παιδιών.
Ολοι αυτοί οι παράγοντες επηρεάζουν και την ανέλιξη της επαγγελματικής σταδιοδρομίας που σχετίζεται και με την πολιτική μισθών.
Οι γυναίκες όταν έχουν χαμηλότερη επαγγελματική ειδίκευση, κυρίως στις ηλικίες από 35 χρονών και πάνω, αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο σε σύγκριση με τους άνδρες να καταλάβουν μια χαμηλόμισθη θέση, ενώ ακόμα και όταν διαθέτουν υψηλό επίπεδο προσόντων, έχουν σπανιότερα πρόσβαση στις πιο καλοπληρωμένες θέσεις και λόγω του φόβου του εργοδότη ότι οι γυναίκες μετά τη γέννηση του παιδιού τους είτε θα εγκαταλείψουν την εργασία τους είτε θα δουλεύουν λιγότερες ώρες και με πτώση της παραγωγικότητάς τους, όπως ισχυρίζονται.
Επομένως, οι γυναίκες όχι μόνο αμείβονται συχνότερα από τους άνδρες με χαμηλούς μισθούς, αλλά επιπλέον για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Αυτό γίνεται πιο φανερό στις μονογονεϊκές οικογένειες (χήρες, διαζευγμένες, άγαμες μητέρες) και γι' αυτό είναι οι πρώτες στον κατάλογο του κινδύνου της φτώχειας.
Οι χαμηλοί μισθοί των γυναικών καθώς συγχωνεύονται στο οικογενειακό εισόδημα γίνονται λιγότερο ορατοί, γι' αυτό χρειάζεται να μπαίνουν συνδυασμένοι στόχοι πάλης στο πλαίσιο δράσης μας και γι' αυτή τη μορφή ανισότητας.
Με αυτές λοιπόν τις εργασιακές σχέσεις, τις γενικότερες επιβαρυντικές συνθήκες δουλειάς, τους μειωμένους μισθούς και συντάξεις, τα συνεχή χτυπήματα στα συνταξιοδοτικά της δικαιώματα, τη διπλή βάρδια στο σπίτι, την ιδιαίτερη ιδεολογική, πολιτική και προπαγανδιστική δουλειά που κάνει η αστική τάξη, οι εργαζόμενες γυναίκες έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από πολιτική και ιδεολογική διαφώτιση και ιδιαίτερη προσπάθεια ένταξης στην κοινωνική και πολιτική δράση. Αυτή ακριβώς είναι η δική μας ευθύνη πρώτα και κύρια ως Κόμμα.
Ιδιαίτερη είναι η συμβολή του εργατικού κινήματος με ταξικό προσανατολισμό, του ΠΑΜΕ, σ' αυτόν τον αγώνα των εργαζόμενων γυναικών. Οταν λέμε ότι τίποτα το καθημερινό, αυτό που βιώνει η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, για μας τους κομμουνιστές και κομμουνίστριες δεν είναι ξένο, ότι το εντάσσουμε στην ταξική πάλη, δεν μπορούμε, δε μας επιτρέπεται από τη θεωρία μας, την πολιτική μας, από την πρακτική μας, αλλά και από την ιστορία μας να αφήνουμε έξω από τη δράση μας τα προβλήματα των εργαζόμενων γυναικών, αλλά και των αυτοαπασχολούμενων, των αγροτισσών, των νέων γυναικών και ζευγαριών, των γυναικών της τρίτης ηλικίας. Η προσπάθεια για υπερνίκηση των αδυναμιών μας και σ' αυτό το ζήτημα θα είναι ιδιαίτερη συμβολή για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος. Είμαστε σήμερα πιο ώριμοι. Εχουμε εμπειρία. Εχουμε στρατηγική και πολιτική που απαντάει στο σήμερα και ανοίγει το δρόμο της προοπτικής, της δημιουργίας του ΑΑΔΜ που παλεύει για την εργατική - λαϊκή εξουσία και οικονομία, το σοσιαλισμό.