Κυριακή 25 Φλεβάρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΓΥΝΑΙΚΑ
Οι ΕΠΟΝίτισσες έγραψαν τη δική τους ιστορία

Αλλη μια χρονιά γιορτάζουμε την ίδρυση της ΕΠΟΝ, αυτής της θρυλικής οργάνωσης νεολαίας που υπήρξε η κινητήρια δύναμη της Αντίστασης στη χώρα μας. Κι όμως «ούτε μνημεία για την ΕΠΟΝ, ούτε ένα μνημείο για τις ΕΠΟΝίτισσες Κούλα Λίλη και Παναγιώτα Σταθοπούλου που σκοτώθηκαν από τα πυρά των κατακτητών». Το θύμισε πριν λίγες μέρες στην εκδήλωση των αντιστασιακών δημοσιογράφων ο αντιπρόεδρος της ΕΣΗΕΑ Νίκος Καραντηνός.

Και βέβαια είναι χρήσιμο για το σύστημα να αγνοούν σήμερα οι νέοι την ύπαρξη και την ιστορία αυτής της καταπληκτικής οργάνωσης των εξακοσίων χιλιάδων, που τα μισά μέλη της ήταν κορίτσια. Κοπέλες που αγωνίστηκαν είτε με το όπλο στο χέρι, είτε με το «χωνί», είτε γράφοντας στους τοίχους συνθήματα, είτε παίρνοντας μέρος σε κινητοποιήσεις όπου έπαιζαν κορόνα - γράμματα τη ζωή τους. Σε διαδηλώσεις αλλά και στις συνοικίες, σε βουνά και σε κάμπους, σε σχολεία και πολιτιστικές λέσχες, σε θεατρικούς ομίλους, «πολεμώντας και τραγουδώντας», γιατί ο αγώνας συμβάδιζε με την έξαρση και την απαντοχή μιας πιο δίκαιης κοινωνίας. Οπου οι γυναίκες θα ήταν ισότιμες με τους συντρόφους τους...

«Με το σπαθί τους»

Πριν από την ΕΠΟΝ υπήρξε η «Λεύτερη Νέα» οργάνωση για κορίτσια, όπου για ένα διάστημα γραμματέας ήταν η Ηλέκτρα Αποστόλου. Που διακήρυσσε ότι ένας από τους σκοπούς της ΛΝ ήταν η ισοτιμία της γυναίκας και υποστήριζε ότι οι γυναίκες θα κερδίσουν τη λευτεριά όχι με λόγια και διακηρύξεις, αλλά συμμετέχοντας στους κοινωνικούς αγώνες. Προέτρεπε τις κοπέλες να δείξουν με πράξεις πως είναι ικανές να τα βγάλουν πέρα σ' όλες τις μορφές του αγώνα, τις προέτρεπε να παίρνουν το λόγο στις συνεδριάσεις, τις παρακινούσε ν' αποκτήσουν αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους.

Το Φλεβάρη του 1943 οι «Λεύτερες Νέες» γίνονται ΕΠΟΝίτισσες. Η ΕΠΟΝ στην ιδρυτική της διακήρυξη θα καλέσει «τα κορίτσια της Ελλάδας» να αγωνιστούν «ακόμα πιο μαχητικά στο πλευρό των νέων για τη ζωή, την τιμή και τη λευτεριά». «Φανείτε αντάξιες στις ηρωίδες του '21. Επαθλο του αγώνα σας θα είναι μια Ελλάδα λεύτερη που θ' αποκαταστήσει τη γυναίκα ισότιμα στη θέση που της ανήκει».

Το έπαθλο

Οι ΕΠΟΝίτισσες «πήραν το δικαίωμα να εξισωθούν μπροστά στο θάνατο», όπως επισήμανε η Μαρία Σβώλου, μια από τις πέντε γυναίκες που εκλέχτηκαν μέλη του Εθνικού Συμβουλίου της ΠΕΕΑ. Ομως οι ελπίδες τους δεν έγιναν πραγματικότητα. Στα χρόνια μετά την Αντίσταση έπαθλό τους στάθηκε ο διωγμός, οι φυλακές, οι εξορίες, τα βασανιστήρια, οι διαπομπεύσεις. Το άνθος της ΕΠΟΝ, αγόρια και κορίτσια κόπηκε, χιλιάδες εκτελέστηκαν ή αφέθηκαν να μαραθούν στα κολαστήρια...

Κι όμως... τίποτα δεν πάει χαμένο. Η αντίσταση θα είναι πάντα επίκαιρη, όσο ο σπόρος της θα βλασταίνει σε σημερινούς αγώνες. Τα παρακάτω κείμενα ζωντανεύουν την ατμόσφαιρα της εποχής μετά τον πόλεμο, τότε που οι ΕΠΟΝίτισσες έδιναν ένα δεύτερο, πιο δύσκολο αγώνα. Συγκλονιστικές οι μαρτυρίες της αγωνίστριας Βίργως Βασιλείου:

Λαέ της Αθήνας...

«Θυμάμαι την πρώτη βραδιά που πήγαμε στη φυλακή. Νυχτερινά φώτα, δηλαδή ούτε ημίφως, ακριβώς όπως είναι το μούχρωμα πριν ξημερώσει. Γυναίκες - κρατούμενες στα παράθυρα, κρεμασμένες στις σιδεριές και με τα δυο τους χέρια, να φωνάζουν όλες μαζί: "Λαέ της Αθήνας, αυτή τη στιγμή παίρνουν για εκτέλεση δυο γυναίκες, τη Βαΐτσα και την Αννούλα".

Συγκλονισμένες, μαρμαρωμένες δε γινότανε να κάνουμε την παραμικρή κίνηση. Μόλις είχαμε φτάσει απ' το τμήμα μεταγωγών της Πλάκας, στην οδό Υπερείδου θαρρώ, όπου μας είχανε μεταφέρει μετά τη θητεία μας στην Ασφάλεια. Είναι πέρα από κάθε περιγραφή αυτό το αίσθημα της τέλειας ανημπόριας να βοηθήσεις σε κάτι, έστω και ν' αρπαχτείς κι εσύ απ' τα κάγκελα, να φωνάξεις μαζί με τις άλλες.

Δεν υπάρχουν λέξεις, σου κόβεται η μιλιά και τα πόδια. Ηταν νομίζω η ώρα του συσσιτίου του βραδινού. Τα τσίγκινα πιάτα αφημένα, ανέγγιχτα. Κανείς δε σκεφτότανε το φαγητό. Κι αυτό επαναλήφθηκε, Θεέ μου, πολλές φορές. Μετά απ' αυτή την πρώτη μέρα, 17 γυναίκες φύγανε για πάντα, άλλες πρόλαβαν να μας χαιρετήσουν, άλλες φύγανε μες στη νύχτα μ' ένα "Γεια σας, γυναίκες".

Ακόμα συνοδεύουν τις νύχτες μου αυτές οι φωνές, μπερδεύονται με τους εφιάλτες μου, μ' όλο που είχα την τύχη να επιζήσω και μάλιστα να ζήσω ευτυχισμένα...».

...» Ηταν ν' απορείς με το πλήθος των νεαρών κοριτσιών που ζώστηκαν τα φυσίγγια και κράτησαν στα χέρια τους όπλο. Ανάμεσά τους μια δεκαεξάχρονη κοπελίτσα, καλοφτιαγμένη και αθώα, με ξανθά σα στάχυα μαλλιά, που τη βγάλαμε "Ταρζανάκι". Πηδούσε κι έπαιζε και γελούσε σαν 'ταν στα βουνά και στα λαγκάδια του χωριού της. Το αληθινό της όνομα ήταν Ελενίτσα, μα δε θυμάμαι το επίθετό της. Τη συνάντησα χρόνια μετά, σε κάποιο μνημόσυνο στην οδό Αναπαύσεως. Είχε δική της οικογένεια και πολλά βάσανα. Ομως όταν μ' αγκάλιασε, είχε το ίδιο παλιό παιδικό βλέμμα, τα ίδια μελένια ολάνοιχτα μάτια, γιομάτα αγάπη και τρυφερότητα.

Χάθηκε το ξημέρωμα...

Ηταν και μια άλλη κοπέλα που δεν προλάβαμε να τη δούμε ανάμεσά μας στο προαύλιο, παρά μια μονάχα μέρα. Τριγύριζε αμίλητη, με τα χέρια σταυρωμένα πίσω από την πλάτη, στο ύψος της μέσης της. Το επώνυμό της ήταν Νίκα. Γιατί δικάστηκε και ποια κατηγορία βάρυνε τόσο τη θέση της ώστε να καταδικαστεί σε θάνατο, κανείς μας δεν το 'μαθε. Μονάχα η λεπτή, κομψή φιγούρα της και το σκεφτικό, συγκεντρωμένο ύφος της, τα χαμηλωμένα μάτια, η σιωπή και το μυστήριο που την τύλιγε έμειναν ανεξίτηλα γραμμένα στη μνήμη. Χάθηκε σα να 'ταν εξωπραγματική και δεν την ξαναείδαμε ζωντανή. Η βιαστική σκιά με το γρήγορο βήμα και τα χαμηλωμένα βλέφαρα έπαψε να κυκλοφορεί ανάμεσά μας σα να 'ταν φάντασμα και χάθηκε το ξημέρωμα, με το πρώτο φως της αυγής...».

(Από το βιβλίο της Βίργως Βασιλείου «Ενα κλωνάρι ανθισμένο ρείκι». Εκδόσεις «Θεμέλιο»)

Αγαπημένοι μας σύντροφοι...

Τρία χρόνια πολιτική κρατούμενη στις φυλακές Αβέρωφ και η Ολυμπία Παπαδούκα, τα ματωμένα χρόνια 1948-1951 των ομαδικών εκτελέσεων, εξέδωσε πρόσφατα ένα βιβλίο με πολύτιμες μαρτυρίες «Το θέατρο της Αθήνας - κατοχή, αντίσταση, διωγμοί» (εκδόσεις Σμπίλιας). Ανάμεσα στις μαρτυρίες και η πολύτιμη συμβολή των νέων γυναικών στην Αντίσταση, η χορωδία, οι ομιλίες, οι απαγγελίες, η ψυχαγωγία στις φυλακές Αβέρωφ - κρυφά από το προσωπικό βέβαια.

Και τώρα να πω για ένα άλλο, πολύ δυνατό χειροκρότημα που όμως ήτανε μουγκό. Ναι! πολύ δυνατό και μουγκό. Πώς γίνεται να είναι και δυνατό και μουγκό, το λέω αμέσως πιο κάτω.

«Με είχανε μεταφέρει σε άλλη πτέρυγα, που τα παραθυράκια της τα εξωτερικά, βλέπανε - σε απόσταση πενήντα περίπου μέτρων, τον απέναντι εξωτερικό τοίχο των αντρικών φυλακών, που ήτανε ένας τεράστιος τοίχος, γεμάτος παραθυράκια σε πολύ κοντινή απόσταση το ένα από το άλλο, σε δυο οριζόντιες σειρές σε μήκος 80-100 περίπου μέτρα. Κάθε παραθυράκι και κελί, κάθε κελί με δυο κρατούμενους. Τα κελιά δεν επικοινωνούσαν.

Ενα βράδυ, ανεβασμένη στο τρίκλινο κρεβάτι μου την ώρα της κατάκλισης, προσπάθησα να βγάλω ένα μέρος του προσώπου μου ανάμεσα από τα σίδερα του μικρού παραθύρου μου. Ετσι που να βλέπουν τα μάτια μου «ελεύθερα» έξω από τα σίδερα προς ελεύθερο αέρα. Και κάποια στιγμή, μέσα στην ησυχία της νύχτας και στο σκοτάδι, άρχισα να σιγοτραγουδάω...

Δε θα το ξεχάσω ποτέ όσο ζω, πως τελευταίο τραγούδι - τελευταίο γιατί δεν πρόλαβα να πω άλλο - ήτανε η ανεμώνη που ανθεί από το βράχο βλαστημένη και σκυφτή για να δει, το τραγούδι από το ρυάκι που κυλάει τι σημαίνει.

Ενώ τραγουδούσα αυτό το τραγούδι, μέσα στο σκοτάδι της νύχτας βλέπω στον απέναντι τοίχο των αντρικών φυλακών, να τρεμοσβήνει ένα φωτάκι από ένα παραθυράκι. Κι ενώ συνέχιζα να τραγουδάω, το ένα φωτάκι, γίνανε δυο, τρία, πέντε, δέκα και το ένα μετά το άλλο, σε όλα τα παραθυράκια αναβοσβήνανε φωτάκια. Από αναπτήρες, από σπίρτα. Ολος ο τοίχος σπίθιζε μέσα στο σκοτάδι. Αυτό, το ένιωσα σαν ένα θερμό, εγκάρδιο, δυνατό χειροκρότημα και ας ήτανε βουβό. Αυτό ήτανε για μένα το ωραιότερο χειροκρότημα που άκουσα και που πήρα σαν καλλιτέχνης στο θέατρο κι ας ήτανε βουβό. Πως εκφράσανε με τον ίδιο τρόπο τα χειροκροτήματά τους, ενώ δεν είχε καμιά επαφή το ένα κελί με το άλλο...


Αλίκη ΞΕΝΟΥ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ