Κυριακή 17 Αυγούστου 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Το γέλιο και οι βιολογικές και κοινωνικές του ρίζες

Το ριζοσπαστικό θέατρο σύμφωνα με τον Μπέρτολτ Μπρεχτ πρέπει να μας απομακρύνει από τις τόσο οικείες κοινωνικές δομές, να μας κάνει να τις βλέπουμε με ένα νέο μάτι. Στη μελέτη του γέλιου που κάνει εδώ και μια δεκαετία ο Ρόμπερτ Προβάιν, καθηγητής ψυχολογίας και νευροφυσιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ, ακολουθεί μια τεχνική εξίσου διαφωτιστική, που βοηθά να κατανοήσουμε τις διάφορες πλευρές μιας από τις πιο γνωστές σε όλους συναισθηματικές καταστάσεις.

Το γαργαλητό και το κολλητικό γέλιο είναι δύο από τα χαρακτηριστικά της παιδικής ηλικίας. Αλλά, όταν τα δει κανείς από κάποια απόσταση, φαίνονται ανεξήγητα φαινόμενα. Μπορούμε να καταλάβουμε εύκολα πώς η φυσική επιλογή δημιούργησε την ενστικτώδη αντίδραση στο φόβο, ή τις σεξουαλικές ορμές. Αλλά η τάση να γελάμε όταν οι άλλοι γελάνε ή να γελάμε όταν κάποιος γαργαλάει την κοιλιά μας με ένα φτερό δε φαίνεται να παρέχει κανένα όφελος εξελικτικά. Κι όμως, το γέλιο είναι μια από τις καταστάσεις που αναζητούν περισσότερο οι άνθρωποι, γιατί είναι μια από τις καταστάσεις που τους προσφέρει τη μεγαλύτερη ικανοποίηση.

Οι περισσότερες μελέτες για το χιούμορ καταλήγουν ότι στηρίζεται στην ελεγχόμενη δυσαρμονία. Ακούμε το ανέκδοτο και ενώ περιμένουμε το άλφα, μας προκύπτει το βήτα. Για να λειτουργήσει το ανέκδοτο πρέπει να «στέκει» και με τις δύο εκδοχές. Αν η δυσαρμονία δε «βγάζει νόημα» ή είναι τελείως ανόητη, το ανέκδοτο δε «βγάζει γέλιο». Είναι, όμως, σωστή μια προσπάθεια ερμηνείας του γέλιου με βάση το μηχανισμό του χιούμορ, ή μήπως είναι σωστότερο το αντίστροφο; Ο Προβάιν άρχισε με βάση την πρώτη επιλογή. Σύντομα όμως διαπίστωσε πως οι μετρήσεις του άλλα υπέδειχναν. Πρόσεξε ότι, κατά παράδοξο τρόπο, αυτοί που έλεγαν το ανέκδοτο γελούσαν 46% περισσότερο από αυτούς που το άκουγαν και μάλιστα γελούσαν λέγοντας φράσεις που δεν είχαν τίποτα το αστείο, αν τις ακούσει κανείς απομονωμένα. Με την ίδια έννοια, μόνο το 15% των φράσεων που προκαλούσαν γέλιο στο ακροατήριο ήταν πραγματικά αστείες.

Οι λιγοστές μελέτες που έχουν γίνει για το γέλιο μέχρι σήμερα υπέθεταν ότι το γέλιο και το χιούμορ είναι αξεδιάλυτα συνδεδεμένα, αλλά η έρευνα του Προβάιν έδειξε ότι αντίθετα η σύνδεση των δύο είναι μόνο περιστασιακή. Καθώς προχωρούσε η έρευνά του άρχισε να υποπτεύεται ότι το γέλιο δεν έχει να κάνει τόσο με το χιούμορ, τα χονδροειδή χωρατά ή τη δυσαρμονία αναμενόμενου και λαμβανόμενου, όσο έχει να κάνει με την κοινωνική αλληλεπίδραση. Βρήκε στήριγμα σ' αυτή του την υπόθεση και σε μια παλιότερη μελέτη σύμφωνα με την οποία είναι 30 φορές πιο πιθανό να γελάσεις όταν είσαι με άλλους ανθρώπους, παρά όταν είσαι μόνος σου. Το γέλιο δεν είναι μια ενστικτώδης φυσική αντίδραση στο χιούμορ, όπως το απότομο τράβηγμα στην αίσθηση του πόνου ή το τρεμούλιασμα από το κρύο. Είναι μια μορφή ενστικτώδους κοινωνικού δεσίματος, την οποία εκμεταλλεύεται το χιούμορ.

Κατά τον Προβάιν, ο συνειδητός έλεγχος του γέλιου από τον άνθρωπο είναι κάτι που έχει υπερτιμηθεί κατά πολύ. Ανθρωποι που έχουν παράλυση των μυών του προσώπου, μην μπορώντας να κινήσουν τους μύες της δεξιάς ή της αριστερής πλευράς του προσώπου, όταν προσπαθήσουν να γελάσουν μετά από παράκλησή μας μπορούν να κάνουν μόνο ένα μορφασμό, όπου η μια πλευρά του προσώπου αντιδρά, αλλά η άλλη μένει ατάραχη. Οταν όμως ακούσουν ένα ανέκδοτο, ή κάποιος τους γαργαλήσει, τότε το πρόσωπό τους γελάει ολόκληρο. Υπάρχουν αποδείξεις ότι ο φυσικός μηχανισμός του γέλιου πηγάζει από το στέλεχος του εγκεφάλου, το αρχαιότερο τμήμα του νευρικού συστήματος, που είναι επίσης υπεύθυνο για βασικές λειτουργίες, όπως η αναπνοή. Ανθρωποι που πάσχουν από την ασθένεια του Λου Γκέρινγκ, που πλήττει κυρίως το στέλεχος του εγκεφάλου, παρουσιάζουν κρίσεις ανεξέλεγκτου γέλιου (αλλά και κλάματος). Το στέλεχος αποκαλείται και εγκέφαλος των ερπετών, γιατί η εμφάνιση της δομής αυτής χρονολογείται από τα ερπετά - προγόνους μας. Αν και το στέλεχος είναι απομονωμένο από τις σύνθετες ανώτερες εγκεφαλικές λειτουργίες, ωστόσο είναι η έδρα του γέλιου.

Είμαστε το μόνο βιολογικό είδος στον πλανήτη που γελάει από κοινού σε μεγάλες ομάδες, αλλά δε νιώθουμε μόνο εμείς την ανάγκη για γέλιο. Οι χιμπατζήδες, οι κοντινότεροι συγγενείς μας, αρέσκονται επίσης πολύ στο γέλιο, αν και οι διαφορές στα φωνητικά τους όργανα κάνουν το γέλιο τους να ακούγεται περισσότερο σαν ξεφύσημα ή λαχάνιασμα.

Οπως και το γέλιο, το γαργαλητό είναι σχεδόν εξ ορισμού μια κοινωνική δραστηριότητα. Οπως η θεωρία της δυσαρμονίας και του απρόσμενου στο χιούμορ, το γαργαλητό βασίζεται επίσης στο στοιχείο της έκπληξης και γι' αυτό είναι αδύνατο να γαργαλήσει κανείς τον εαυτό του. Το άγγιγμα που αναμένεται δεν προκαλεί γέλιο και κουλούριασμα του σώματος. Είναι το απρόβλεπτο άγγιγμα που παράγει το αποτέλεσμα αυτό. Μια σειρά από μελέτες έχουν δείξει με βεβαιότητα ότι το γαργαλητό εκμεταλλεύεται την ικανότητα του αισθησιοκινητικού συστήματος να καταλαβαίνει τη διαφορά ανάμεσα στον εαυτό και στον άλλο.

Πρόσφατες έρευνες προτείνουν μια εξήγηση σύμφωνη με την εξελικτική θεωρία σχετικά με τη χαρά που προσφέρει το γαργάλημα: Μας ενθαρρύνει να παίξουμε καλά με τους άλλους. Τα παιδιά είναι τόσο δεκτικά στο γαργάλημα που ακόμα και αν υποκριθούμε ότι τα γαργαλάμε ξεσπούν σε ηχηρά γέλια. Μάλιστα, διαπιστώθηκε ότι η απειλή γαργαλητού έχει τα ίδια αποτελέσματα και στους χιμπατζήδες. Μαζί με τα ένστικτα του θηλασμού και του χαμόγελου, το γέλιο από το γαργαλητό εξελίχτηκε σε έναν τρόπο για να ισχυροποιείται ο δεσμός ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά, βάζοντας παράλληλα τα θεμέλια μιας συμπεριφοράς που φτάνει και στους ενήλικες. Εκεί που σαν μικρά παιδιά γελούσαμε με το απρόβλεπτο άγγιγμα του γονιού ή του αδερφού, τώρα γελάμε με την απρόβλεπτη στροφή της ατάκας του ανέκδοτου.

«Το γαργαλητό είναι ένα σημαντικό κομμάτι της κληρονομιάς μας ως πρωτευόντων θηλαστικών. Το να αγγίζεις και το να σ' αγγίζουν είναι ένα σημαντικό κομμάτι του να είσαι θηλαστικό», λέει ο Γιάακ Πάνκσεπ, καθηγητής του Πανεπιστημίου Μπόουλινγκ Γκριν. Και ο Προβάιν συμπληρώνει: «Οι σαύρες δεν παίζουν και δε συναναστρέφονται η μια την άλλη όπως εμείς. Οταν αρχίζεις να βλέπεις παιχνίδι, αρχίζεις να βλέπεις θηλαστικά».

Γιατί η φυσική επιλογή να κάνει το ανοσοποιητικό μας σύστημα να αντιδρά θετικά στα ανέκδοτα; Η προσέγγιση του Προβάιν μάς βοηθάει να λύσουμε το μυστήριο. Τα σώματά μας δεν αντιδρούν στα ευφυολογήματα και στις ατάκες. Αντιδρούν στην κοινωνική σύνδεση. Θεωρούμε τα συναισθήματα σαν προσωπική υπόθεση, αλλά τα συναισθήματα είναι ταυτόχρονα και κοινωνικές πράξεις, το γέλιο ίσως περισσότερο απ' όλα.


Επιμέλεια:
Σταύρος ΞΕΝΙΚΟΥΔΑΚΗΣ
Πηγή: «Discover»



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ