Ο «σιδηρούς θόλος» του Τραμπ στην πραγματικότητα δεν θα έχει καμιά σχέση με τον ισραηλινό. Αν πραγματοποιηθεί, θα αποτελεί μια πολυδάπανη - πολλών εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων - παραβίαση των συμφωνιών για μη στρατιωτικοποίηση του Διαστήματος, που ενδέχεται να οδηγήσει σε νέα κούρσα πυρηνικών εξοπλισμών, ακόμη πιο έντονη από αυτή που διεξάγεται τώρα, καθώς ΗΠΑ και Ρωσία χωρίς πολλές φανφάρες εκσυγχρονίζουν το πυρηνικό τους οπλοστάσιο και τους φορείς του, ενώ η Κίνα αυξάνει σταθερά τον αριθμό των πυρηνικών κεφαλών που διαθέτει. Παράλληλα, θα προκαλέσει ανησυχία στους αντιπάλους, που μαζί με τυχόν λάθη και αβλεψίες στο ίδιο το σύστημα του «σιδηρού θόλου για την Αμερική» θα αυξήσουν τον κίνδυνο κατά λάθος έναρξης πυρηνικού πολέμου.
Σήμερα οι ΗΠΑ διαθέτουν 44 επίγειους πυραύλους αναχαίτισης, εγκατεστημένους στη δυτική ακτή τους, με διακηρυγμένο στόχο την αντιμετώπιση τυχόν βαλλιστικών πυραύλων, που θα προέρχονταν από τη Βόρεια Κορέα. Από το 1985 που άρχισε η εγκατάστασή τους κόστισαν 250 δισεκατομμύρια δολάρια και λειτούργησαν αποτελεσματικά μόνο στις 12 από τις 21 δοκιμές που έγιναν. Η καταστροφή ακόμη και ψεύτικων διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων αποδείχτηκε δύσκολη υπόθεση.
Ως δικαιολογία για την κατασκευή του νέου «Πολέμου των Αστρων», ο Τραμπ έφερε τους υπερηχητικούς πυραύλους, που έχουν αναπτύξει η Ρωσία και η Κίνα και μπορούν να φτάσουν σε ταχύτητες πενταπλάσιες του ήχου, δηλαδή περίπου 1,6 χλμ. ανά δευτερόλεπτο. Σε αντίθεση με τους βαλλιστικούς πυραύλους, που ακολουθούν μια τοξοειδή διαδρομή προς το Διάστημα πριν επιστρέψουν πίσω στη Γη, οι υπερηχητικοί πύραυλοι μπορούν να κάνουν ελιγμούς και να πετούν σε μια κατά βάση επίπεδη διαδρομή, κάνοντας δύσκολη την αναχαίτισή τους από επίγειους πυραύλους. Το προεδρικό διάταγμα Τραμπ, επιδιώκοντας υποτίθεται την «ειρήνη μέσω της ισχύος», θέλει να εξασφαλίσει την ικανότητα δεύτερου χτυπήματος, δηλαδή ανταποδοτικού χτυπήματος μετά από μια πυρηνική επίθεση στις ΗΠΑ με υπερηχητικούς πυραύλους. Αυτό υποτίθεται ότι θα το πετύχει με δορυφόρους ικανούς να ανιχνεύσουν υπερηχητικούς πυραύλους και δορυφόρους, που θα μεταδίδουν αυτές τις πληροφορίες στους επίγειους πυραύλους αναχαίτισης, αλλά και με την «ανάπτυξη πολλαπλάσιων διαστημικών πυραύλων αναχαίτισης». Το σκεπτικό είναι ότι οι αναχαιτιστικοί πύραυλοι σε τροχιά θα έχουν χρονικό προβάδισμα συγκριτικά με τους επίγειους. Στο σχέδιο περιλαμβάνονται και τροχιακά λέιζερ.
Η πραγματικότητα είναι πως οι ΗΠΑ έχουν εξασφαλισμένη ικανότητα δεύτερου χτυπήματος, χάρη στους 900 πυρηνικούς πυραύλους που φέρουν τα υποβρύχιά τους, τα οποία βρίσκονται εν πλω στους ωκεανούς. Ο αριθμός αυτός είναι μεγαλύτερος από το σύνολο των μέχρι πρόσφατα δηλωμένων πυρηνικών κεφαλών που διαθέτει η Κίνα. Τόσο η Ρωσία, όσο και η Κίνα γνωρίζουν ότι οποιαδήποτε εκτόξευση πυραύλων, υπερηχητικών ή μη, με κατεύθυνση τις ΗΠΑ, θα είχε ως αποτέλεσμα έναν καταστροφικό παγκόσμιο πυρηνικό πόλεμο, που θα σκότωνε τουλάχιστον 5 δισεκατομμύρια ανθρώπους, με αβέβαιο το μέλλον για τους επιζήσαντες.
Αλλά, σύμφωνα με επιστήμονες, και η ίδια η ειδική απειλή των υπερηχητικών όπλων είναι υπερβολές του υπουργείου Αμυνας και των εταιρειών κατασκευής όπλων των ΗΠΑ, καθώς η εκτόξευσή τους δεν διαφέρει πολύ από εκείνη των διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων. Τα κεφάλαια που θα πρέπει να δοθούν σε αυτούς τους ομίλους για την κατασκευή του «θόλου» της κυβέρνησης Τραμπ, ώστε να καλυφθούν ολόκληρες οι ηπειρωτικές ΗΠΑ (μαζί και η Αλάσκα) είναι εντελώς διαφορετικής κλίμακας, σε σχέση με το κόστος του ισραηλινού «θόλου». Με κόστος 100 εκατομμυρίων ανά συστοιχία πυραύλων, το σύνολο φτάνει τα 2,5 τρισεκατομμύρια κρατικού (λαϊκού) χρήματος. Κι αυτό μόνο για την προσπάθεια αναχαίτισης των βαλλιστικών πυραύλων και όχι των υπερηχητικών, που είναι ικανοί να κάνουν ελιγμούς. Αλλη εκτίμηση ανεβάζει το πιθανό κόστος έως τα 5,3 τρισ. δολάρια, καθώς τα πυραυλικά συστήματα αναχαίτισης κοστίζουν από 8 έως 70 φορές περισσότερο από τους διηπειρωτικούς πυραύλους, που στοχεύουν να αναχαιτίσουν.
Ενα επιχείρημα για το διαστημικό τμήμα του «σιδηρού θόλου για την Αμερική» είναι ότι οι υπερηχητικοί πύραυλοι καθώς πετούν κατά βάση μέσα στην ατμόσφαιρα, θερμαίνονται και εκπέμπουν ισχυρή υπέρυθρη ένδειξη, που πολύ εύκολα καταγράφεται από έναν κατάλληλο δορυφόρο. Το πρόβλημα είναι πως το ίδιο ξεκάθαρο ίχνος θα δίνουν και τυχόν πρόσθετοι υπερηχητικοί πύραυλοι, που δεν φέρουν πυρηνική κεφαλή και θα εκτοξεύονταν για να ξεγελάσουν το αντιπυραυλικό σύστημα, καταναλώνοντας τους πόρους του και κάνοντάς το αναξιόπιστο.
Μετά το τέλος του λεγόμενου «ψυχρού πολέμου», οι ΗΠΑ δήλωσαν ότι οι αντιπυραυλικές τους άμυνες δεν προορίζονταν να αναχαιτίσουν επιθέσεις από την Κίνα ή τη Ρωσία, αλλά μόνο από τη Βόρεια Κορέα. Οταν σταδιακά οι ΗΠΑ αποχώρησαν από όλες τις συμφωνίες για τον περιορισμό των πυρηνικών όπλων, τον ίδιο δρόμο ακολούθησε, όπως ήταν αναμενόμενο, και η Ρωσία. Η ύπαρξη σε τροχιά αμερικανικών πυραύλων και λέιζερ μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα πάνω από τη Μόσχα και το Πεκίνο θα αύξαινε την ένταση και τον κίνδυνο κατά λάθος πυρηνικού πολέμου. Αν και τόσο η Ρωσία όσο και η Κίνα έχουν δηλωμένα αναπτύξει τρόπους για την αντιμετώπιση στρατιωτικών μέσων του αντιπάλου σε τροχιά, δεν αποκλείεται ο «σιδηρούς θόλος για την Αμερική» να οδηγούσε σε κούρσα διαστημικών εξοπλισμών, επιδεινώνοντας ακόμη περισσότερο την κατάσταση και αυξάνοντας τον κίνδυνο λάθους.
Με αφορμή το πρόγραμμα εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων για την ανανέωση των πυρηνικών όπλων των ΗΠΑ, που ήδη «τρέχει» με απόφαση της προηγούμενης κυβέρνησης Μπάιντεν, ο ίδιος ο Τραμπ είχε δηλώσει στο πρόσφατο παρελθόν: «Μπορεί να καταστραφεί ο κόσμος 50 και 100 φορές. Και όμως, βρισκόμαστε να φτιάχνουμε νέα πυρηνικά όπλα και οι άλλοι κάνουν το ίδιο (...) Ολοι ξοδεύουμε πολλά χρήματα που θα μπορούσαμε να ξοδεύουμε για άλλα πράγματα, που είναι πραγματικά, κατ' ελπίδα πολύ πιο παραγωγικά». Ναι, θα μπορούσαμε και θα έπρεπε να ξοδεύουμε χρήματα για πράγματα που βελτιώνουν τη ζωή των ανθρώπων και όχι για όπλα θανάτου, μαζικής εξόντωσης ή μη. Αλλά για να γίνει αυτό δεν θα έπρεπε να έχουμε καπιταλισμό, καθώς αυτός έχει ανάγκη και γεννά τον πόλεμο. Η διαφορά τελικά είναι ότι η τραμπική πολεμική οικονομία μιλάει για την ειρήνη και φέρνει τον πόλεμο προκρίνοντας την κατασκευή αντιπυραυλικών συστημάτων έναντι των νέων πυρηνικών όπλων (χωρίς ωστόσο να έχει σταματήσει ακόμη το σε εξέλιξη πρόγραμμα ανανέωσης του πυρηνικού οπλοστασίου των ΗΠΑ).