Κυριακή 28 Νοέμβρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Πρόοδοι στην αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης

Πριν από εκατομμύρια χρόνια, οι πρόγονοί μας ξεπρόβαλαν από τη θάλασσα και εξελίχτηκαν (στην πορεία) στα θηλαστικά της ξηράς, διαδικασία που τους έφερε αντιμέτωπους με ένα σοβαρό πρόβλημα: πώς να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους σε ασβέστιο, τώρα που η απορρόφηση ασβεστίου από το θαλασσινό νερό δεν ήταν πια εφικτή.

Σαν λύση στο πρόβλημα, η φυσική επιλογή πρόκρινε τη χρήση του ίδιου του σκελετού μας σαν αποθήκη ασβεστίου (εκεί βρίσκεται το 99% του ασβεστίου του σώματος). Κατά τη διαδικασία, που είναι γνωστή σαν ομοιόσταση του ασβεστίου, το επίμαχο στοιχείο εναποτίθεται ή αποσύρεται από το σκελετό, έτσι που η συγκέντρωσή του στο αίμα να παραμένει στα στενά όρια που είναι απαραίτητα για την αγωγιμότητα των νεύρων, την πήξη του αίματος, τη σύσπαση των μυών και μια σειρά άλλες κρίσιμες βιολογικές λειτουργίες. Δυστυχώς, αυτή η διαδικασία βρίσκεται και στη βάση της οστεοπόρωσης, επειδή προβλέπει τη θυσία του σκελετού, αν αυτό απαιτείται για να διατηρηθεί το απαραίτητο επίπεδο ασβεστίου στο αίμα.

Στην καρδιά του ρυθμιστικού συστήματος της διαδικασίας της ομοιόστασης του ασβεστίου είναι η παραθυρεοειδής ορμόνη (PTH), η βιταμίνη D και το προσλαμβανόμενο από τις τροφές ασβέστιο. Οταν ο παραθυρεοειδής αδένας (που βρίσκεται κοντά στον θυρεοειδή στο λαιμό) ανιχνεύσει μείωση του ασβεστίου στην κυκλοφορία, εκκρίνει PTH, μια ορμόνη που επενεργεί με διάφορους τρόπους για να αυξήσει τη συγκέντρωση ασβεστίου. Συγκεκριμένα παρακινεί τους οστεοκλάστες (τα κύτταρα που διαλύουν τα οστά) να αυξήσουν τη δραστηριότητά τους (για να απελευθερωθεί ασβέστιο στο αίμα) και τα νεφρά να επιστρέψουν περισσότερο ασβέστιο αντί να το απορρίψουν με τα ούρα. Επιπλέον, αυξάνει την ικανότητα του λεπτού εντέρου να απορροφά ασβέστιο από τις τροφές, επίδραση που πετυχαίνει μέσω της αύξησης της παραγωγής βιταμίνης D.

Τρόφιμα πλούσια σε ασβέστιο και βιταμίνη D, μαζί με συχνή άσκηση, βοηθούν να διατηρηθούν τα οστά γερά και υγιή
Τρόφιμα πλούσια σε ασβέστιο και βιταμίνη D, μαζί με συχνή άσκηση, βοηθούν να διατηρηθούν τα οστά γερά και υγιή
Περίπου το 90% της βιταμίνης D ενός μέσου ενήλικα παράγεται στο δέρμα, χρησιμοποιώντας την ενέργεια των υπεριωδών ακτίνων του ήλιου, ενώ το υπόλοιπο προσλαμβάνεται κυρίως από τροφές όπως τα ιχθυέλαια και ενισχυμένα σε βιταμίνη D γαλακτοκομικά. Με μια αλυσίδα χημικών αντιδράσεων που ξεκινούν από το δέρμα και φτάνουν ως το συκώτι και τους νεφρούς, η PTH βοηθά στη μετατροπή της προβιταμίνης D που παρασκευάστηκε με τη βοήθεια των ηλιακών ακτίνων, σε βιταμίνη D. Η μείωση της συγκέντρωσης της βιταμίνης D στο αίμα ελαττώνει την απορρόφηση ασβεστίου κάνοντας τον παραθυρεοειδή να παράγει περισσότερη PTH. Οι άνθρωποι με αβιταμίνωση D έχουν χρόνια υψηλά επίπεδα PTH στον ορό (δευτερογενής παραθυρεοειδισμός). Η αύξηση της PTH οδηγεί στο ανέβασμα της συγκέντρωσης της βιταμίνης D και του ασβεστίου στο αίμα, αλλά επιταχύνει και την καταστροφή των οστών, οδηγώντας τελικά στην οστεοπόρωση.

Πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D είναι συνήθη ανάμεσα στους βόρειους λαούς, όπου η έκθεση στον ήλιο είναι περιορισμένη. Σε μελέτες με ηλικιωμένες γυναίκες, συμπληρώματα βιταμίνης D αποδείχτηκαν αποτελεσματικά στην αποφυγή της απώλειας οστικής μάζας. Η κατανάλωση ικανής ποσότητας ασβεστίου (1.000 - 1.500 χιλιοστά του γραμμαρίου ημερησίως) είναι εξίσου σημαντική. Μελέτες έδειξαν ότι η καλύτερη περίοδος για πρόσληψη ασβεστίου δεν είναι σε μεγάλη ηλικία, αλλά στην παιδική και στην εφηβεία. Το ίδιο και η άσκηση, που συνίσταται για τη διατήρηση της υγείας των οστών. Οταν συνδυαστεί με αρκετή κατανάλωση ασβεστίου, η άσκηση (τρέξιμο, άρση βαρών) βοηθά στη μείωση της απώλειας ασβεστίου και μπορεί μέχρι και να αυξήσει την πυκνότητα των οστών στους ηλικιωμένους. Οπως αποδείχτηκε, όμως, τα καλύτερα αποτελέσματα έχει αυτός ο συνδυασμός κατά τη νεότητα. Οσο περισσότερο ασβέστιο αποκτήσει ένας άνθρωπος σαν νέος, τόσο μικρότερο κίνδυνο διατρέχει να πάθει οστεοπόρωση σε μεγάλη ηλικία.

Η οστεοπόρωση πλήττει σχεδόν μία στις δύο γυναίκες που έχουν περάσει στην εμμηνόπαυση. Οι άνδρες την εμφανίζουν σε πολύ μικρότερα ποσοστά, γιατί προστατεύονται από την τεστοστερόνη, που μειώνεται πιο σταδιακά απ' ό,τι τα οιστρογόνα στις γυναίκες. Συνηθισμένο αποτέλεσμα αυτής της οστεοπόρωσης είναι η θραύση των αδυνατισμένων οστών, συχνά σε δύσκολα σημεία, όπως το ισχίο, η λεκάνη, ο καρπός. Ενας στους πέντε ηλικιωμένους που θα πάθει τέτοιο κάταγμα θα πεθάνει μέσα σε ένα έτος από τις παρενέργειες. Ωστόσο, ποτέ οι προοπτικές για την αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης δεν ήταν καλύτερες από σήμερα.

Τα τελευταία χρόνια και ιδίως μετά τις μελέτες που επισήμαναν τις επικίνδυνες παρενέργειες των υποκατάστατων οιστρογόνων που δίνονταν στις γυναίκες για να περιορίσουν και επιβραδύνουν την οστεοπόρωση, εμφανίστηκαν φάρμακα που αποκαθιστούν ένα μέρος από τη χαμένη οστική μάζα, μειώνοντας κατά 50% έως και 70% την πιθανότητα κατάγματος εξαιτίας της. Τα φάρμακα αυτά συνήθως οδηγούν στη συντόμευση της ζωής των οστεοκλαστών, δίνοντας τη δυνατότητα στους οστεοβλάστες να καλύψουν τα κενά με νέο οστό (κυρίως κρύσταλλοι υδροξυαπατίτη και κολλαγόνο). Αν και τα οστά των ενηλίκων φαίνονται ακίνητα και νεκρά, στην πραγματικότητα ολόκληρος ο σκελετός ενός ανθρώπου ανανεώνεται κάθε 10 χρόνια μέσω αυτής της συνέργειας οστεοκλαστών και οστεοβλαστών, που καταστρέφει και δημιουργεί συνεχώς τα οστά.

Ανάλογες σημαντικές βελτιώσεις έχουν γίνει στον τομέα της πρόγνωσης. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια ένα κάταγμα ήταν η μόνη ένδειξη ότι κάποιος ηλικιωμένος πάσχει από οστεοπόρωση. Τώρα οι γιατροί έχουν στη διάθεσή τους μια συσκευή που λέγεται απορροφησιόμετρο ακτίνων Χ διπλής ενέργειας, γνωστότερο ως DEXA. Το DEXA επιτρέπει την πρόγνωση της οστεοπόρωσης αρκετά έγκαιρα, ώστε να χορηγηθούν τα φάρμακα που θα δυναμώσουν τα κόκαλα και θα μειώσουν τον κίνδυνο κατάγματος, ενώ επιτρέπει ταυτόχρονα τον εντοπισμό των σημείων όπου τα οστά του ασθενούς είναι πιο ευπαθή.

Πρόσφατη έρευνα αποκάλυψε και το ρόλο που παίζει η κληρονομικότητα στην εμφάνιση οστεοπόρωσης. Παλιότερα, η πάθηση αυτή θεωρούνταν τραυματική κατάσταση, όπου δεκαετίες φθοράς του σκελετού οδηγούν τελικά σε κατάγματα και πόνους. Αποκαλύφθηκε, όμως, ότι τα γονίδια επηρεάζουν την πυκνότητα των οστών και ευθύνονται για διαφορές μέχρι και 70% στην οστική μάζα των ανθρώπων, αν και παράγοντες όπως η διατροφή και η άσκηση παίζουν σημαντικό ρόλο επίσης. Καθώς ανακαλύπτονται όλο και νέες παραλλαγές γονιδίων που προάγουν την οστεοπόρωση, δημιουργείται η βάση για την ανάπτυξη φαρμάκων που θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις αυτών των γενετικών παραγόντων.


Επιμέλεια:
Σταύρος ΞΕΝΙΚΟΥΔΑΚΗΣ
Πηγή: «Scientific American»



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ