Μια λαθεμένη αντίληψη, κυρίαρχη ως πριν λίγο καιρό μεταξύ των παλαιοντολόγων, ήταν ότι τα σαυρόποδα ευημερούσαν την περίοδο πριν από 200 και μέχρι πριν από 145 εκατομμύρια χρόνια, όταν εμφανίστηκαν καλύτερα προσαρμοσμένοι και με μεγαλύτερο εγκέφαλο χορτοφάγοι δεινόσαυροι, κατά την Κρητιδική περίοδο, που έζησαν μέχρι την εξαφάνιση όλων των δεινοσαύρων, πριν από 65,5 εκατομμύρια χρόνια. Δεινόσαυροι όπως οι αδρόσαυροι με ράμφος, οι κερατοψιανοί κ.ά. που υποτίθεται ότι ανταγωνίστηκαν τα σαυρόποδα βγάζοντάς τα από το βιολογικό χάρτη.
Ο διπλοδόκους, ο καμαράσαυρος και ο απατόσαυρος (βροντόσαυρος) ανακαλύφθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα και τα απολιθωμένα οστά τους από την Ιουρασική περίοδο γέμισαν τα μουσεία ανά τον κόσμο. Το έδαφος για την κυριαρχία των δεινοσαύρων στρώθηκε από μια μεγάλη εξαφάνιση άλλων ερπετών, στο τέλος της Τριασσικής περιόδου, πριν από 210 εκατομμύρια χρόνια. Τα παλιότερα απολιθώματα δεινοσαύρων χρονολογούνται πριν από 230 εκατ. χρόνια, προέρχονται από το νότιο ημισφαίριο και αφορούν μικρόσωμα δίποδα ζώα. Αυτά εξελίχτηκαν, ώστε να σχηματίσουν αργότερα τα σαυρόποδα και τα θηριόποδα (π.χ. Τυραννόσαυρος). Τα παλιότερα χνάρια σαυρόποδων, με το χαρακτηριστικό βάδισμα στα τέσσερα και τα πόδια σαν του ελέφαντα είναι ηλικίας 225 εκατ. ετών. Ηδη από τότε, τα σαυρόποδα διαθέτουν και το άλλο σήμα κατατεθέν τους, αυτό που τα κάνει να φαίνονται σαν σπονδυλικές στήλες που περπατούν, αφού από το λαιμό ως την ουρά διαθέτουν 100 και πλέον σπονδύλους! Η εξέλιξή τους δεν σταμάτησε στην Ιουρασική περίοδο. Συνεχίστηκε και στην Κρητιδική, με ιδιαίτερα ογκώδη είδη, όπως ο τιτανόσαυρος και ο αργεντινόσαυρος.
Γι' αυτή την τόσο πετυχημένη παρουσία τους στη Γη, τα σαυρόποδα διέθεταν ανάμεικτα χαρακτηριστικά των ερπετών και των θηλαστικών. Αναπαράγονταν με αυγά, όπως όλοι οι δεινόσαυροι και τα περισσότερα ερπετά. Οι τιτανόσαυροι π.χ. γεννούσαν 20-40 σφαιρικά αυγά διαμέτρου 13-15 εκατοστών, μέσα σε βαθουλώματα που έσκαβαν στο έδαφος. Οι φωλιές με τα αυγά μιας αγέλης ήταν κοντά η μια στην άλλη, αλλά δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι τα κλωσούσαν. Σε αντίθεση με τους γίγαντες της σημερινής εποχής, τους ελέφαντες και τις φάλαινες, που γεννούν έναν απόγονο κάθε φορά και τον φροντίζουν μέχρι να ενηλικιωθεί, τα σαυρόποδα χρησιμοποιούσαν την τακτική των ερπετών, που αυξάνει τις πιθανότητες επιβίωσης του είδους γεννώντας πολλούς απογόνους, αφημένους να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους.
Τα νεογέννητα είχαν να διανύσουν τη μεγαλύτερη απόσταση ανάπτυξης από οποιοδήποτε άλλο ζώο έζησε ποτέ. Ξεκινούσαν με μήκος λιγότερο από 50 εκατοστά και βάρος μικρότερο των 10 κιλών, για να φτάσουν τα 30 μέτρα και τους 25 έως 40 τόνους! Συγκριτικά ο αφρικανικός ελέφαντας ζυγίζει 120 κιλά στη γέννησή του και φτάνει τους 3-6 τόνους.
Αν τα σαυρόποδα αναπτύσσονταν με το ρυθμό των ερπετών, τότε θα χρειάζονταν 60 χρόνια για να φτάσουν το τελικό τους μέγεθος, χρονικό διάστημα στο οποίο θα ήταν εκτεθειμένα σε μεγάλους κινδύνους. Οπως αποδείχτηκε από τη μελέτη της σύνθεσης και της δομής των οστών τους, που διαφυλάσσεται όταν αυτά πάρουν τη μορφή απολιθώματος, τα σαυρόποδα είχαν ρυθμό ανάπτυξης ανάλογο με των μεγάλων θηλαστικών, που ολοκληρώνουν την ανάπτυξή τους μέσα σε δυο - τρεις δεκαετίες.
Η θεωρία για τη χρήση γαστρόλιθων, για την πέψη των τεράστιων ποσοτήτων φυτικής τροφής που κατανάλωναν, δεν επιβεβαιώθηκε από την προσεκτική μελέτη των ευρημάτων και πιθανότερη θεωρείται η αξιοποίηση βακτηρίων για τη διάσπαση της τροφής στο πολύ μακρύ πεπτικό σύστημα που διέθεταν. Η εμφάνιση των ανθοφόρων φυτών στην Κρητιδική περίοδο συνοδεύτηκε από την εμφάνιση νέων δεινοσαύρων, αλλά και τη διαφοροποίηση των σαυροπόδων, ώστε να προσαρμοστούν στη νέα πηγή τροφής. Πολλά είδη τους κατανάλωναν τα πάντα αδιακρίτως, από τα βλαστάρια στην κορυφή των δέντρων μέχρι τη χαμηλή βλάστηση.
Για να έχουν καλύτερη οξυγόνωση του αίματος και υψηλό μεταβολισμό, απαραίτητο για τη γρήγορη ανάπτυξή τους, διέθεταν κοιλότητες αέρα, μέσα στους σπονδύλους τους, που συνδέονταν με τους πνεύμονες, όπως τα σημερινά πουλιά. Οι σπόνδυλοι του τεράστιου σαυροποσειδώνα ήταν κατά 75% αέρας! Επιπλέον όφελος για τα σαυρόποδα ήταν ότι έτσι μειωνόταν το βάρος της τεράστιας σπονδυλικής τους στήλης.