Η υποδοχή της δημοσίευσης των τριών επιστημόνων από την κοινότητα των συναδέλφων τους ήταν εξαρχής απορριπτική. Σχεδόν κανείς δεν έκρινε αναγκαίο ούτε καν να αντιπαραθέσει επιχειρήματα που να εδραιώνουν την απόρριψη. Ηδη το 1993, η θεωρία της «Μεγάλης Εκρηξης» είχε κυριαρχήσει απόλυτα, όχι επειδή δεν έχει κενά στην εξήγηση των φαινομένων, ούτε επειδή κάνει πολλές προβλέψεις που επιβεβαιώνονται μετά από παρατηρήσεις, αλλά σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας της δυνατότητας που δίνει για ιδεαλιστική - θεολογική ερμηνεία του κόσμου. Στο σκηνικό της προσωρινής ήττας, σε πολιτικό επίπεδο, των δυνάμεων του σοσιαλισμού, η ιδεολογική πλάστιγγα ανάμεσα και στους επιστήμονες έγειρε προς τη θεωρία που πλησίαζε περισσότερο στη μυθολογία της «Δημιουργίας».
«Κάθε ομάδα γαλαξιών, κάθε άστρο, κάθε άτομο είχε μια αρχή, αλλά το σύμπαν το ίδιο δεν έχει αρχή», έλεγε ο Χόιλ. Απόψεις επικίνδυνες για κάθε ερευνητή που κυνηγάει κρατικά ή ιδιωτικά κονδύλια. Πόσο επικίνδυνες ήταν οι απόψεις αυτές, το έζησαν στο πετσί τους οι φορείς τους. Ο Χόιλ αντιμετωπιζόταν σε μεγάλο βαθμό σαν λεπρός κι όποιος τον συναναστρεφόταν και συμμεριζόταν ιδέες ανάλογες με τις δικές του, όπως το ζεύγος Μπέρμπιτζ, είχε ανάλογη τύχη. Με δυσκολία η Μ. Μπέρμπιτζ έπαιρνε χρόνο στη χρήση μεγάλων τηλεσκοπίων, αφού εκείνο που αναζητούσε ήταν αποδείξεις ότι ένα βασικό δεδομένο της θεωρίας της «Μεγάλης Εκρηξης», η τεράστια απόσταση των πούλσαρς (αστρικά σώματα προερχόμενα από τους αστέρες νετρονίων) είναι λάθος κι ότι πολλά πούλσαρς βρίσκονται κοντά, αλλά κινούνται γρήγορα γιατί είναι ύλη που γεννήθηκε σε κοντινούς σ' αυτά γαλαξίες. Ετσι εξηγείται και η μετατόπιση του φωτός που εκπέμπουν προς το ερυθρό.
Οι συνάδελφοι των Μπέρμπιτζ φαίνεται να αποδέχονται με ευκολία τη γέννηση «ολόκληρου» του σύμπαντος από μια απροσδιόριστη μοναδικότητα (singularity), αλλά δυσκολεύονται να συζητήσουν ότι είναι δυνατόν να δημιουργείται πεπερασμένη ποσότητα νέας ύλης μέσα από άγνωστες διεργασίες στον πυρήνα των καθ' όλα υπαρκτών και γνωστών γαλαξιών.
Η θεωρία της «ημι-σταθερής κατάστασης» δεν είναι η μόνη θεωρία που αντιπαρατίθεται στη θεωρία της «Μεγάλης Εκρηξης». Ούτε η «Μεγάλη Εκρηξη» από την άλλη μεριά - αν αποδειχτεί σωστή στην τρέχουσα ή μελλοντική παραλλαγή της - δίνει αυτομάτως δίκιο στον ιδεαλισμό και τις θεολογικές ερμηνείες για την προέλευση του κόσμου. Ετσι κι αλλιώς στηρίζεται σε παρατηρήσεις μόνο για το ορατό τμήμα του σύμπαντος και προϋποθέτει την ύπαρξη της ύλης, έστω με την παράξενη μορφή της μοναδικότητας.
Το ζήτημα που τίθεται τελικά, είναι προς τα πού κατευθύνεται και από ποιους η σημερινή επιστημονική αναζήτηση. Πόσο ελεύθερη είναι και ποιες κοινωνικές δυνάμεις μπορούν να την απελευθερώσουν πραγματικά, έτσι ώστε να κάνει άλματα σε όφελος της ανθρωπότητας.
«Η σημερινή κατάσταση στην κοσμολογία», παρατηρεί ο Τζ. Μπέρμπιτζ, «είναι ότι οι περισσότεροι αρέσκονται να πιστεύουν ότι γνωρίζουν πώς είναι ο σκελετός και βάζουν σάρκα πάνω στα κόκαλα», αλλά στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε πώς είναι ο σκελετός και στο μέλλον μπορεί να αποδειχτούν γελοίες οι σημερινές θεωρίες, τόσο της «Μεγάλης Εκρηξης», όσο και της «Ημι-σταθερής κατάστασης». Πράγματι, τις τελευταίες δεκαετίες για να βουλώσουν «τρύπες» οι φυσικοί έχουν αναγκαστεί να εισάγουν τις έννοιες της λεγόμενης «σκοτεινής ύλης» και της λεγόμενης «σκοτεινής ενέργειας», οδηγώντας ορισμένους απ' αυτούς να ανακράξουν: «Χρειαζόμαστε μια καινούρια Φυσική». Τόσο «τελειωμένα» είναι τα πράγματα στη σύγχρονη επιστήμη.
Η κοσμολογία θα καθυστερεί, θα προχωρά βασανιστικά, όσο καταδυναστεύεται από την ιδεολογία και την κυριαρχία της τάξης που δε θέλει να χάσει τη βασισμένη στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο εξουσία της και γι' αυτό θέλει έναν κόσμο αμετάβλητο, έναν κόσμο «καλά καμωμένο», χωρίς ανατροπές και αποκαλύψεις που μπορεί να τον συγκλονίσουν συθέμελα. Αρέσκεται σε ένα σύμπαν που θα εξελίσσεται σταθερά και ομαλά, μέχρι ένα υποτιθέμενο «θερμικό θάνατο» στο απώτερο μέλλον, και απωθείται από ένα σύμπαν ριζικών και συχνά βίαιων διεργασιών, που γεννά νέους κόσμους. Εχθρεύεται τους εικονοκλάστες και τις θεωρίες τους και προσπαθεί να τους συντρίψει. Ομως, όποιος γνωρίζει ιστορία, γνωρίζει και το ιστορικά μάταιο αυτής της προσπάθειας της άρχουσας τάξης.