Κυριακή 2 Οχτώβρη 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Δυσχέρειες στις γερμανικές τράπεζες

Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Β. Σόιμπλε, με την καγκελάριο, Α. Μέρκελ

Associated Press

Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Β. Σόιμπλε, με την καγκελάριο, Α. Μέρκελ
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Β. Σόιμπλε, μιλώντας στη Βουλή για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2017, είπε: «Ο κρατικός προϋπολογισμός έχει πλεόνασμα 278 δισ. ευρώ, η οικονομία αναπτύσσεται σταθερά δυναμικά και οι συνθήκες ζωής για τους πολίτες έχουν βελτιωθεί όσο ποτέ άλλοτε, με αυξήσεις συντάξεων και μισθών». Δεν πρόλαβε να το πει και η στατιστική υπηρεσία της Γερμανίας σημείωσε μείωση της ζήτησης γερμανικών προϊόντων στις εκτός ΕΕ χώρες, όπως Κίνα, Ρωσία, Ιαπωνία, ΗΠΑ, κατά 13,8% τον Ιούλη του 2016 σε ετήσια βάση. Επίσης, οι εξαγωγές της στις χώρες της ΕΕ που είναι εκτός Ευρωζώνης (συμπεριλαμβανομένης της Βρετανίας) έπεσαν κατά 8,8% την ίδια περίοδο.

Οι ρυθμοί του ΑΕΠ της Γερμανίας δίνονται ως εξής: Κομισιόν: Για το 2016 ανάπτυξη 1,8% από 1,9% στην προηγούμενη πρόβλεψη. ΔΝΤ πριν από το δημοψήφισμα στη Βρετανία: Ανάπτυξη 1,7%, με προηγούμενη πρόβλεψη 1,8%. Το ΔΝΤ έχει μιλήσει για νέα πτώση από το 1,7%, λόγω Brexit. Γερμανική κυβέρνηση: Για το 2016 1,7% από 1,8%.

Χαρακτηριστικά στοιχεία των δυσκολιών της γερμανικής οικονομίας.

Μια παρέμβαση του Γ. Βάιντμαν

Σε πρόσφατες δηλώσεις στη γερμανική εφημερίδα «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ», ο Γενς Βάιντμαν, επικεφαλής της Γερμανικής Κεντρικής Τράπεζας και μέλος του ΔΣ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), έλεγε ότι στην ΕΚΤ υπάρχει μια σύγκρουση συμφερόντων επειδή έχει διπλή αρμοδιότητα, από τη μια, αυτήν της διαμόρφωσης της νομισματικής πολιτικής στην Ευρωζώνη και, από την άλλη, ως εποπτικός μηχανισμός ελέγχου των τραπεζών. Πιο συγκεκριμένα είπε: «Ως εποπτική αρχή των τραπεζών της Ευρωζώνης η τράπεζα ενδέχεται να αντιμετωπίσει δυσκολίες στο να επιδείξει την απαιτούμενη αυστηρότητα ή να αποφασίσει την εκκαθάριση και διάλυση μιας προβληματικής τράπεζας, δεδομένου ότι τα μέτρα νομισματικής πολιτικής που εφαρμόζει την καθιστούν τον κυριότερο πιστωτή αυτής της τράπεζας». Σύμφωνα με τη «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ», ο Γ. Βάιντμαν είναι υπέρ του διαχωρισμού των δύο αρμοδιοτήτων και πρότεινε στην ΕΚΤ να εγκαταλείψει την αρμοδιότητα της τραπεζικής εποπτείας.

Σχετικά με τη νομισματική πολιτική, ο Γ. Βάιντμαν δήλωσε ότι η ΕΚΤ «δεν μπορεί να επιλύσει όλα τα προβλήματα», συμπληρώνοντας ότι τα επιτόκια δανεισμού με τίποτα δεν θα πρέπει να παραμείνουν σε τόσο χαμηλά επίπεδα περισσότερο από όσο χρειάζεται για να διασφαλισθεί η σταθερότητα των τιμών.

Ο Γ. Βάιντμαν έχει κατά καιρούς δηλώσει την αντίθεσή του, όπως άλλωστε και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Β. Σόιμπλε, στην πολιτική ελαχίστων ή και αρνητικών επιτοκίων της ΕΚΤ και την αγορά ομολόγων από μέρους της για τόνωση της ρευστότητας των τραπεζών. Και αυτό γιατί τα χαμηλά επιτόκια μειώνουν δραστικά τα κέρδη των τραπεζών, δεν είναι ελκυστικά για την προσέλκυση κεφαλαίων (αυτό έχει φέρει εκνευρισμό στα οικονομικά επιτελεία της Γερμανίας), ενώ σχετικά με τα ομόλογα προβάλλουν τους κινδύνους που υπάρχουν σε ενδεχόμενο μη αποπληρωμής τους. Οσο για την άποψή τους να εγκαταλείψει η ΕΚΤ τον εποπτικό της ρόλο για τις τράπεζες και τον έλεγχό τους, αυτό είναι μια παλιά απαίτηση, αφού η Γερμανία θέλει η ίδια να ελέγχει τις δικές της τράπεζες. Η παρέμβαση Βάιντμαν εκφράζει και τους οξύτατους ανταγωνισμούς στο πλαίσιο Ευρωζώνης - ΕΕ, σχετικά με την πολιτική διαχείρισης της αδύναμης ανάκαμψης, σε συνδυασμό και με τα διαφορετικά συμφέροντα των μονοπωλίων των κρατών - μελών, ιδιαίτερα των ισχυρών, που έχουν σχέση και με τις εκτός ΕΕ συμμαχίες τους.

Ομως, η τωρινή παρέμβαση του Γ. Βάιντμαν έχει σχέση και με προβλήματα στο τραπεζικό σύστημα της Γερμανίας. Δεν είναι τυχαίο που ο Ιταλός πρωθυπουργός, Ματέο Ρέντσι, απαντώντας στον Γ. Βάιντμαν που είπε ότι «έχει ήδη γίνει κατάχρηση της ευελιξίας του Συμφώνου Σταθερότητας» και «αυτό που χρειάζεται είναι να συνεχίσει η Ιταλία τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», είπε ειρωνικά: «Ο διοικητής έχει ήδη μια δύσκολη αποστολή, του εκφράζω όλη μου την αλληλεγγύη, διότι πρέπει να αντιμετωπίσει το μεγάλο θέμα των γερμανικών τραπεζών. Ελπίζουμε να τα καταφέρει».

Το παράδειγμα της Ντόιτσε Μπανκ

Ενα χαρακτηριστικό στοιχείο είναι η κατάσταση της μεγαλύτερης γερμανικής τράπεζας και μιας από τις μεγαλύτερες στον κόσμο, της Ντόιτσε Μπανκ. Το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ απαιτεί 14 δισ. δολάρια από τη Ντόιτσε Μπανκ για διακανονισμό, από τις έρευνες που γίνονται σε βάρος της για τίτλους ενυπόθηκων δανείων από την περίοδο έναρξης της κρίσης, σύμφωνα με την αμερικανική εφημερίδα «Wall Street Journal». Η Ντόιτσε Μπανκ το επιβεβαίωσε.

Η μετοχή της στο Χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης, όταν έγινε γνωστή η απόφαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ, έφτασε να υποχωρεί μέχρι και 8,2%, ενώ η κεφαλαιοποίησή της έπεσε στα 18 δισ. ευρώ. Στα μέσα του καλοκαιριού, υπήρξαν εκτιμήσεις ότι η συνολική αξία της στο χρηματιστήριο ήταν μόλις 17 δισ. ευρώ. Στις 26/9/2016, η μετοχή της Ντόιτσε Μπανκ υποχώρησε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, χάνοντας σε σχέση με πριν 7% ενώ έχει χάσει πάνω από 50% της αξίας της μέσα στο τελευταίο 12μήνο. Η τράπεζα δημοσιοποίησε ετήσιες απώλειες το 2015 για πρώτη φορά μετά το 2008 και το 2016 εκτιμάται ότι θα έχει επίσης απώλειες.Εκφράζονται ανησυχίες και για την κεφαλαιακή της θέση λόγω αύξησης του νομικού κόστους μετά το πρόστιμο των ΗΠΑ. Η τράπεζα έχει επίσης 17,5 δισ. δολ. περιουσιακά στοιχεία με ρίσκο και τεράστιες υποχρεώσεις πάνω από 40 τρις δολ. σε παράγωγα. Σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, για την Ντόιτσε Μπανκ υπήρξαν σκέψεις, το γερμανικό κράτος να πάρει τις μετοχές και να αναλάβει την ευθύνη της λειτουργίας ελέγχου που είναι συνδεδεμένη με αυτές τις μετοχές.Σκέψεις που επανήλθαν μετά τη νέα βουτιά της μετοχής της.

Επίσης, στα stress tests των ΗΠΑ, η θυγατρική Ντόιτσε Μπανκ κόπηκε για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Η αιτιολογία: «Οι αδυναμίες που εμφανίζει σε ό,τι αφορά τον προγραμματισμό των κεφαλαίων είναι εκτεταμένες και διαρκείς» και «τα ήδη αδύναμα κεφαλαιακά διαθέσιμά της την καθιστούν πιο ευάλωτη σε μια οικονομική αναταραχή».

Το ΔΝΤ στην ετήσια έκθεσή του για το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα αναφέρει ότι η Ντόιτσε Μπανκ «είναι η τράπεζα η οποία συμβάλλει περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη τράπεζα στην αύξηση του συστημικού ρίσκου του παγκόσμιου τραπεζικού κλάδου».

Η Ντόιτσε Μπανκ πούλησε τη βρετανική ασφαλιστική εταιρεία της Abbey Life στην Phoenix Group Holdings με τίμημα 935 εκατ. στερλίνες (1,22 δισ. δολάρια), στην προσπάθεια να ανακάμψει.

Εκτεθειμένο σε κινδύνους

Το παράδειγμα της Ντόιτσε Μπανκ φαίνεται ότι δεν είναι το μοναδικό. Το τραπεζικό σύστημα της Γερμανίας έχει τεράστια έκθεση σε κινδύνους. Κινδυνεύει, για παράδειγμα, από τη δύσκολη κατάσταση του τραπεζικού συστήματος στην Ιταλία, το οποίο έχει τεράστια «κόκκινα» δάνεια, ύψους 360 δισ. ευρώ, τα περισσότερα απ' όλες τις τράπεζες, ενώ οι τράπεζες της Γερμανίας κατέχουν ιταλικά ομόλογα αξίας 83,2 δισ. ευρώ. Μόνο η Ντόιτσε Μπανκ έχει πάνω από 11,76 δισ. ευρώ έκθεση στα ιταλικά ομόλογα.

Στην «Καθημερινή» της 17.09.2016 υπήρχε το εξής ρεπορτάζ από το «Ρόιτερς»: «Αλυσιδωτές αντιδράσεις στον γερμανικό τραπεζικό κλάδο προκαλεί η πτώση της δραστηριότητας σε ορισμένους τομείς της ναυτιλίας. Οι γερμανικές τράπεζες αποτελούν μία από τις βασικές πηγές χρηματοδότησης του ναυτιλιακού κλάδου (...) Οι γερμανικές τράπεζες έχουν παραχωρήσει δάνεια 100 δισ. δολαρίων από συνολικές πιστώσεις 400 δισ. δολαρίων που έχουν δοθεί στον ναυτιλιακό κλάδο από όλες τις τράπεζες του κόσμου. Αυτό σημαίνει πως οι τράπεζες καμιάς άλλης χώρας δεν είναι τόσο εκτεθειμένες στον πιστωτικό κίνδυνο της ναυτιλίας όσο είναι οι γερμανικές. Αναμένεται δε να αποφανθεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τη διαχείριση αυτού του προβλήματος (...) Η έκθεση των γερμανικών τραπεζών ποικίλλει και αφορά από κολοσσούς όπως η Deutsche Bank και η Commerzbank μέχρι την κρατική NordLB. Μέρος του πιστωτικού κινδύνου πηγάζει από "κλειστά επενδυτικά κεφάλαια" (closed investment funds) που αγόρασαν πλοία και ύστερα τα μίσθωσαν σε ναυτιλιακές εταιρείες (...) Η NordLB ανακοίνωσε τον Αύγουστο πως θα πουλήσει χαρτοφυλάκιο ναυτιλιακών δανείων 1,5 δισ. δολαρίων στην KKR Credit, η οποία είναι μονάδα της εταιρείας ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων KKR, και σε ένα κρατικό επενδυτικό κεφάλαιο. Δεν φαίνεται να υπάρχουν, εν τούτοις, πολλοί αγοραστές (...)

Τραπεζικοί παράγοντες επισημαίνουν πως πολλά εξαρτώνται από τον τρόπο που θα επιλέξει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να διαχειριστεί το πρόβλημα (...) Σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στην ΕΚΤ, τον Ιούνιο έγινε επανεξέταση των ναυτιλιακών δανείων. Οι τραπεζίτες φοβούνται τώρα μήπως τους ζητηθεί να συγκεντρώσουν περισσότερα κεφάλαια για να καλύψουν ενδεχόμενες απώλειες. Η άντληση πρόσθετων κεφαλαίων από τις αγορές μετοχών ή ομολόγων, παραδείγματος χάριν, είναι δύσκολο εγχείρημα διότι υπάρχει ένα διάχυτο κλίμα αβεβαιότητας στην Ευρώπη».

Η μετοχή της Commerzbank μετά από πτώση 4,4% στις 26/9/2016, έχασε ακόμη 0,7% στις 27/9/2016, φτάνοντας στα 6 ευρώ, μετά από δημοσίευμα ότι σχεδιάζει να περικόψει 9.000 θέσεις εργασίας και να αναστείλει την πληρωμή μερίσματος, σύμφωνα με τη «Handelsblatt».

Ποιος «πληρώνει τη νύφη»;

Από όλα τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι υπάρχουν δυσκολίες στο τραπεζικό σύστημα της Γερμανίας. Ιδιαίτερα δε από την ανάγκη διαχείρισης των δυσχερειών της Ντόιτσε Μπανκ, αλλά και το τελευταίο ρεπορτάζ με τα ναυτιλιακά δάνεια και τους ελέγχους της ΕΚΤ, γίνεται φανερό το γιατί ο Γ. Βάιντμαν ξαναβγήκε κόντρα στην ΕΚΤ και μάλιστα αναδεικνύοντας συγκρουόμενες αρμοδιότητες, προβάλλοντας την άποψη να εγκαταλείψει η ΕΚΤ αυτήν του εποπτικού ελέγχου.

Αλλά η συνολική εικόνα αποκαλύπτει δυσκολίες και στη γερμανική οικονομία. Δυσκολίες που επιδρούν συνολικά στην Ευρωζώνη, επομένως και στην εύθραυστη ανάκαμψή της. Στο πλαίσιο της οποίας πασχίζει και η ελληνική κυβέρνηση, συνολικά το αστικό πολιτικό σύστημα, μαζί με τους φορείς του κεφαλαίου, να δημιουργήσει προϋποθέσεις ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας σε συνθήκες αβεβαιότητας. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας για την πορεία του εξωτερικού ισοζυγίου τον Ιούλη, οι τουριστικές εισπράξεις μειώθηκαν κατά 4,8% το 7μηνο και κατά 3,5% τον Ιούλη, οι εξαγωγές, χωρίς καύσιμα και πλοία, μειώθηκαν κατά 1,8% το 7μηνο και κατά 0,5% τον Ιούλη, ενώ οι μεταφορικές εισπράξεις στο διάστημα Γενάρη - Ιούλη παραμένουν μειωμένες κατά 38% παρά την αύξηση κατά 45,1% τον Ιούλη. Επίσης, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, έχουμε πτώση βιομηχανικής παραγωγής κατά 5,9% τον Ιούλη, και -0,9% ρυθμούς του ΑΕΠ σε ετήσια βάση.

Η εργατική τάξη και τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα όμως «πληρώνουν τη νύφη» σε κρίση και σε ανάκαμψη. Γι' αυτό να οργανώσουν την πάλη τους, τη συμμαχία τους, προκαλώντας ακόμη μεγαλύτερες δυσκολίες στους αστούς γιατί έτσι συμβάλλουν στην αποδυνάμωσή τους, διεκδικώντας κάλυψη όλων των απωλειών τους, κατάργηση όλων των αντεργατικών - αντιλαϊκών νόμων, ικανοποίηση όλων των σύγχρονων αναγκών τους. Πάλη που απαιτεί αντιμονοπωλιακή - αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, μέχρι την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου.


Λ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ