Κυριακή 2 Φλεβάρη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Επισημάνσεις πάνω στις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις

«H εξήγηση της μετριοπάθειας ενός κυρίαρχου στην εσωτερική πολιτική σκηνή Oμπάμα είναι προφανής, είναι η αβεβαιότητα για τις εξελίξεις τόσο στις αναδυόμενες αγορές όσο και την Eυρωζώνη που μπορεί ανά πάσα στιγμή να επιφέρουν καίριο αποσταθεροποιητικό πλήγμα στην εύθραυστη ανάκαμψη των HΠA.

Oπως επισημαίνει ο σχολιαστής των FT (Φαϊνάσιαλ Τάιμς) Martin Wolf, οι HΠA έχουν σήμερα όλες τις εναποθέσεις να αναβαθμίσουν την αναιμική τους ανάπτυξη σε απογείωση: Χαμηλό ενεργειακό κόστος λόγω της αξιοποίησης των εγχώριων σχιστολιθικών αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, χαλάρωση της δημοσιονομικής λιτότητας, σχετική τακτοποίηση του τραπεζικού τομέα, μείωση του χρέους των νοικοκυριών και άνοδος της τιμής των ακινήτων.

Δυστυχώς, όμως, για τον Oμπάμα το αυθεντικό αμερικανικό success story παγιώνεται και ξεκαθαρίζει ως εικόνα τη στιγμή που γενικεύεται η απαισιοδοξία στις αναδυόμενες αγορές, με χαρακτηριστικά παραδείγματα την Κίνα, τη Βραζιλία και την Τουρκία, καθώς περιορίζεται η ρευστότητα και λόγω αύξησης των επιτοκίων αλλά και ως παράπλευρη συνέπεια του περιορισμού της αύξησης της ρευστότητας από τη Fed στις HΠA, που μειώνει τη ροή χρήματος που επενδύεται στις χώρες αυτές, μειώνεται η ζήτηση και αρχίζει να αποσαθρώνεται η εμπιστοσύνη - εσωτερική και εξωτερική - για τη μελλοντική δυναμική της Oμάδας BRICS.

Την ίδια στιγμή, η Ευρωζώνη, πέραν της εικονικής ανάπτυξης κάποιων χωρών στα όρια του στατιστικού λάθους, βυθίζεται πλέον σε μια απαισιοδοξία - δυσπιστία μακράς διάρκειας. Οι Σοσιαλδημοκράτες συνδιαχειρίζονται τη γραμμή Mέρκελ, Σόιμπλε, ο Oλάντ συνθηκολογεί και αυτός με τη σειρά του στο Βερολίνο. Από τη μεριά του ο Nτράγκι έχει αρχίσει προσεκτικά το μάζεμα της δέσμευσής του, ότι αν χρειασθεί θα παρέμβει με μαζικές αγορές δημόσιου χρέους από την πρωτογενή αγορά. Σχεδόν ταυτόχρονα ο επικεφαλής της Mπούντεσμπανκ Bάιντεμαν αντεπιτίθεται, με την Κεντρική Τράπεζα της Γερμανίας να εισηγείται νέα φόρμουλα δημοσιονομικής διάσωσης μέσω φορολογίας 10% επί του πλούτου αντί της χορήγησης δανείου από τον Μηχανισμό ESM».

Αυτή η εκτίμηση για την «ομιλία του Μπ. Ομπάμα στο Εθνος» (Γ. Καπόπουλος, «Ημερησία») εμφανίζεται και στο διεθνή Τύπο.

Οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Πρόσφατα το ΔΝΤ, στην έκθεσή του με τις προβλέψεις για την παγκόσμια ανάπτυξη, έδινε την εξής εικόνα: Ανάπτυξη στο 3,7% φέτος μετά το 3% του 2013, ενώ το 2015 κάνει λόγο για 3,9% συνολικά. Αλλά οι κίνδυνοι συνεχίζουν να υπάρχουν, όπως ο αποπληθωρισμός, η στασιμότητα στην Ευρωζώνη και η πιο περιορισμένη εγχώρια ζήτηση στις αναδυόμενες οικονομίες.

Στις ΗΠΑ η οικονομία θα αναπτυχθεί 2,8% σε σχέση με το 1,9% του 2013, αλλά οι περισσότερες περικοπές θα παραμείνουν και το 2015, που σημαίνει ότι η ανάπτυξη αναμένεται ελάχιστα υψηλότερη από αυτή του 2014.

Το ΔΝΤ εκτιμά ότι στην Ευρωζώνη η οικονομία πηγαίνει για ανάκαμψη. Το 2014 θα υπάρξει ανάπτυξη στο 1% και το 2015 στο 1,4%. Εκτιμά επίσης ότι όσες χώρες έχουν ταυτόχρονα να αντιμετωπίσουν προβλήματα δημοσιονομικά και χρέους, όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία, μπαίνουν σε τροχιά σταδιακής σταθεροποίησης.

Τέλος, το ΔΝΤ συνιστά στις ανεπτυγμένες οικονομίες να μη βιαστούν να ανακόψουν την πολιτική νομισματικής χαλάρωσης (αυτό γίνεται τώρα σταδιακά στις ΗΠΑ), ενώ για την ΕΕ και την Ευρωζώνη εκτιμά την αναγκαιότητα για ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, την οποία η Γερμανία θέλει χαλαρή.

Στη συνέχεια ήρθαν οι εξελίξεις από τις λεγόμενες αναδυόμενες οικονομίες με κατρακύλα των νομισμάτων τους (Ινδία, Τουρκία, Αργεντινή, Ρωσία), ενώ στην Κίνα το τελευταίο τρίμηνο του 2013 εμφανίστηκε πτώση στη μεταποίηση.

Αστοί οικονομολόγοι αναλυτές, ως αιτίες των προβλημάτων των καπιταλιστικών οικονομιών στις λεγόμενες αναδυόμενες, εμφανίζουν τη φυγή κεφαλαίων προς τις αναπτυγμένες και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ λόγω της μείωσης τυπώματος δολαρίου αλλά και αγοράς ομολόγων. Είναι ένας παράγοντας που επιδρά, στο πλαίσιο άσκησης νομισματικής πολιτικής, ιδιαίτερα σε καπιταλιστικές οικονομίες που στηρίζουν μέρος της ανάπτυξής τους σε ξένο χρηματικό κεφάλαιο. Γι' αυτό το ΔΝΤ κάνει την επισήμανση να μη βιαστούν να ανακόψουν την πολιτική νομισματικής χαλάρωσης (βασικά το λέει για τις ΗΠΑ).

Αλλά υπάρχουν ορισμένες επισημάνσεις του ΔΝΤ που δείχνουν και άλλα προβλήματα. Για παράδειγμα, η μείωση της ζήτησης στις εγχώριες αγορές. Αυτό αντικειμενικά φανερώνει προβλήματα στη διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου, μείωση επενδύσεων, άρα και μείωση των ρυθμών αύξησης του ΑΕΠ. Ας μην ξεχνάμε ότι, με εξαίρεση την Κίνα, στις καπιταλιστικές οικονομίες όλων των υπόλοιπων κρατών, μαζί και της Βραζιλίας, εκδηλώθηκε οικονομική κρίση την περίοδο 1998 - 2001. Την ξεπέρασαν, έφτασαν σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, μέχρι και πάνω από 8% του ΑΕΠ, με διαβαθμίσεις από οικονομία σε οικονομία, αλλά στη συνέχεια υπάρχει συνεχής πτώση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ, που κυμαίνεται γύρω στο 2%.

Τάσεις και κίνδυνοι

Ουσιαστικά οι εκτιμήσεις που αποδίδονται στον Ομπάμα, συμπίπτουν με αυτές του ΔΝΤ. Και λένε το εξής: Οι καπιταλιστικές οικονομίες που πέρασαν κρίση βρίσκονται σε πορεία εξόδου απ' αυτήν, παρόλο που γενικά η ανάκαμψη είναι αναιμική. Αυτό συντελείται με διαβαθμίσεις: Μεγαλύτερη ανάπτυξη στις ΗΠΑ, μικρότερη στην Ευρωζώνη. Την ώρα λοιπόν που εμφανίζεται αυτή η τάση, στις υπόλοιπες καπιταλιστικές οικονομίες εμφανίζεται αντίστροφη τάση. Αλλά επειδή η αλληλεξάρτηση των καπιταλιστικών οικονομιών γίνεται ολοένα και πιο στενή, υπάρχουν φόβοι, μέσω της αλληλεπίδρασης, η όποια ανάκαμψη να επιδεινωθεί από την αρνητική τάση των λεγόμενων αναδυόμενων οικονομιών. Ζήτημα που οξύνει τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.

Το πρόβλημα στις οικονομίες που εξέρχονται από την κρίση εστιάζεται στις επενδύσεις, στην ανάγκη διάθεσης κεφαλαίων. Το λεγόμενο «πρόβλημα ρευστότητας».

Αυτό έγινε προσπάθεια να αντιμετωπιστεί στις ΗΠΑ κυρίως με το τύπωμα δολαρίων και τη χαλαρή νομισματική πολιτική. Στην Ευρωζώνη και την ΕΕ ακολούθησαν αυστηρή δημοσιονομική πολιτική και εσωτερική υποτίμηση, στο όνομα εξασφάλισης πρωτογενών πλεονασμάτων και βεβαίως διαχείρισης του χρέους. Πολιτική στην οποία πρωτοστάτησε η Γερμανία. Ουσιαστικά ήταν μια μορφή ελεγχόμενης καταστροφής κεφαλαίου και εργατικής δύναμης. Το ίδιο επιτεύχθηκε στις ΗΠΑ με το τύπωμα χρήματος που έφερε υποτίμηση του δολαρίου.

Στην Ευρωζώνη παρουσιάζεται έλλειψη ρευστότητας, δηλαδή έλλειψη κεφαλαίων για επενδύσεις. Εδώ εστιάζονται οι αντιθέσεις για το μείγμα πολιτικής που εκφράζονται και στο εσωτερικό των κρατών - μελών, ανάμεσα σε τμήματα του κεφαλαίου, και στην Ευρωζώνη και την ΕΕ. Η αντιπαράθεση ξεκίνησε με αφορμή τα «υπερβολικά», όπως λένε, πλεονάσματα της Γερμανίας, μέχρι που και η Κομισιόν έβαλε ζήτημα ελέγχου. Εκφράστηκε με την άποψη ότι η αυστηρή δημοσιονομική πολιτική εμποδίζει την ανάκαμψη στις οικονομίες του Νότου, και συνεχίζεται με τους ελέγχους του Ευρωκοινοβουλίου στην τρόικα. Μέχρι και η Κομισιόν (η οποία συμμετέχει στην τρόικα) την θεώρησε υπεύθυνη για την πολιτική που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις των κρατών με τα μεγάλα ελλείμματα και τα μεγάλα χρέη. Η πολιτική, λέει, αυτή έφερε ανεργία, φτώχεια και εξαθλίωση. Ετσι, αφού πήραν όλα τα μέτρα δραστικής μείωσης της τιμής της εργατικής δύναμης, ως μέσο διαχείρισης της κρίσης σε όφελος του κεφαλαίου με μοχλό την τρόικα, τώρα μιλούν και για αρνητικές συνέπειες, τις οποίες προβάλλουν έχοντας στο επίκεντρο την αναγκαιότητα αλλαγής στο μείγμα διαχείρισης. Αυτό το ζήτημα είναι στο κέντρο της αντιπαράθεσης, γι' αυτό οξύνεται η διαπάλη μέσα στην Ευρωζώνη, ενώ ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα των καπιταλιστών απαιτούν χαλάρωση στην αυστηρή δημοσιονομική πολιτική ώστε να βρεθούν κεφάλαια για να χρηματοδοτήσουν καπιταλιστικές επενδύσεις για ανάκαμψη και όχι βεβαίως για τις λαϊκές ανάγκες. Η συζήτηση επεκτείνεται και σε θέματα που αφορούν συνολικά την πορεία της Ευρωζώνης και της ΕΕ, αν πρέπει να αλλάξει, πώς να αλλάξει κ.λπ.

Εδώ παρεμβαίνουν και οι ΗΠΑ, ανταγωνιζόμενες τη Γερμανία, πασχίζοντας να ενισχύσουν τις δικές τους συμμαχίες με κράτη - μέλη στην Ευρωζώνη με φόντο το μείγμα διαχείρισης, στηρίζοντας το Νότο. Βεβαίως, πίσω από την κόντρα ΗΠΑ - Γερμανίας είναι η κόντρα ανάμεσα σε δολάριο - ευρώ ως διεθνή νομίσματα και αποθεματικά, οι ενδομονοπωλιακοί ανταγωνισμοί για τα μερίδια στη διεθνή αγορά μετά την κρίση κ.λπ.

Περιγράψαμε ορισμένες τάσεις που διαφαίνονται. Πώς θα εξελιχτούν; Αυτό μένει να το δούμε. Αλλά ό,τι και αν γίνει είναι πορεία βαθιά αντιλαϊκή και αντιδραστική. Που κάνει ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη οργάνωσης αντιμονοπωλιακής - αντικαπιταλιστικής πάλης από το κίνημα, τη λαϊκή συμμαχία, σε ρότα ανατροπής.


Ι.

Οι «κραδασμοί» των αναδυόμενων οικονομιών εντείνουν φόβους και ανταγωνισμούς

Associated Press

«Πολιτική αστάθεια», «καθυστέρηση των μεταρρυθμίσεων», «παρωχημένα μέτρα κρατικού προστατευτισμού» αναδεικνύονται στις αναλύσεις του δυτικού Τύπου των τελευταίων ημερών ως οι βασικές αιτίες της φυγής κεφαλαίων από τις αναδυόμενες αγορές, που επιφέρει αντίστοιχες πτωτικές πιέσεις στα εθνικά τους νομίσματα. Αρχικά, οι εκτιμήσεις δυτικών μέσων ενημέρωσης εστίαζαν στη σταδιακή αλλαγή νομισματικής πολιτικής από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (FED) και σε ενδείξεις επιβράδυνσης που παρουσιάζουν οι οικονομικοί δείκτες της Κίνας, όμως τις τελευταίες μέρες το κέντρο «βάρους» φαίνεται ότι πέφτει στις «συστάσεις» προς τις κυβερνήσεις των αναδυόμενων χωρών, να προβούν σε «αναγκαίες» εσωτερικές μεταρρυθμίσεις.

Τηλεγράφημα του «Ρόιτερς», επικαλούμενο στοιχεία του αμερικανικού ιδρύματος «EPFR Global», που ειδικεύεται στις κινήσεις κεφαλαίων των λεγόμενων «επενδυτικών funds» ανά τον κόσμο, αναφέρει ότι χρηματικά κεφάλαια συνολικού ύψους 9 δισ. δολαρίων αποσύρθηκαν από μετοχές και ομόλογα των αναδυόμενων αγορών μέσα σε μία μόλις βδομάδα. Από τις αρχές του χρόνου το ύψος των επενδυτικών κεφαλαίων που έχουν αποσυρθεί από τις «αναδυόμενες» φτάνει τα 12,2 δισ. δολάρια, όταν το σύνολο των εκροών από τις αναπτυσσόμενες οικονομίες καθ' όλη τη διάρκεια του 2013 υπολογίζεται στα 15 δισ. δολάρια.

Κατάρρευση νομισμάτων

Σοβαρό αντίκτυπο είχε η παραπάνω κατάσταση και στις ισοτιμίες των περιφερειακών νομισμάτων έναντι του ευρώ και του δολαρίου, με τις μεγαλύτερες απώλειες σε σχέση με το ευρώ να καταγράφει το πέσο Αργεντινής, με πτώση μεγαλύτερη του 36%, η τουρκική λίρα πάνω από 22%, το νοτιοαφρικανικό ραντ επίσης πάνω από 21%, σχεδόν 20% το ρεάλ Βραζιλίας και ανάλογες διψήφιες μειώσεις και πολύ κοντά στο 15% τα νομίσματα της Ρωσίας, της Χιλής και της Ινδίας. Οι Κεντρικές Τράπεζες της Ινδίας, της Τουρκίας, της Αργεντινής και της Ν. Αφρικής προσπάθησαν με παρεμβάσεις τους να ανακόψουν την πτώση των εθνικών νομισμάτων - με την «εντυπωσιακότερη» ενέργεια να προέρχεται από την τουρκική Κεντρική Τράπεζα, που αύξησε το επιτόκιο δανεισμού στο 12% από 7,75% - δίχως ωστόσο σημαντικά αποτελέσματα, καθώς οι προβλέψεις αναφέρουν ότι η φυγή κεφαλαίων και οι πιέσεις στις χρηματιστηριακές αξίες και συναλλαγματικές ισοτιμίες θα συνεχιστούν.

Ενώ οι αναλύσεις που προέρχονται από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα της Δύσης εστιάζουν στις «ενδογενείς αδυναμίες» των αναπτυσσόμενων οικονομιών, άλλες τοποθετήσεις αποδίδουν την «αναταραχή» σε επιθετικές κινήσεις στις οποίες προβαίνουν οι ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες - όπως η μείωση του προγράμματος παροχής ρευστότητας από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ - ώστε να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα των δικών τους οικονομιών και συνακόλουθα την εσωτερική ανάπτυξη, έστω και σε χαμηλούς ρυθμούς, την οποία προσδοκούν.

Ενδεικτική της έντασης που εκφράζεται το τελευταίο διάστημα μεταξύ αναπτυγμένων καπιταλιστικών κρατών και των λεγόμενων αναδυόμενων είναι η συνέντευξη που παραχώρησε ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ινδίας - και πρώην στέλεχος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου - Ρ. Ράτζαν, στην τηλεόραση του «Bloomberg», στην οποία υποστηρίζει ότι η «νομισματική συνεργασία σε διεθνές επίπεδο έχει διαλυθεί». Επισήμανε ταυτόχρονα ότι οι αναδυόμενες οικονομίες ήταν αυτές που ενίσχυσαν την παγκόσμια ανάπτυξη μετά το ξέσπασμα της κρίσης το 2008 και σήμερα είναι η σειρά των ανεπτυγμένων οικονομιών «να παίξουν το δικό τους ρόλο».

Μία μέρα νωρίτερα ο ίδιος υποστήριξε ότι οι βιομηχανικές χώρες δεν μπορούν να λαμβάνουν μέτρα ενίσχυσης των δικών τους οικονομιών, δίχως να υπολογίζουν τις συνέπειες που προκαλούνται στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές. Πρόσθεσε ότι η προτροπή των ανεπτυγμένων χωρών προς τις αναπτυσσόμενες να «προσαρμοστούν» στα νέα δεδομένα, ενδεχομένως να οδηγήσει σε μέτρα «προσαρμογής» που δεν θα τους αρέσουν. «Σε ένα εξωτερικό περιβάλλον υπό αναταραχή, οφείλουμε να βάλουμε σε τάξη τα του οίκου μας», είπε χαρακτηριστικά, δίχως να προχωρήσει σε περαιτέρω διευκρινίσεις, ενώ την Παρασκευή επανήλθε με νέες δηλώσεις, καλώντας τις ΗΠΑ να είναι πιο «προσεχτικές» σε ό,τι αφορά τον αντίκτυπο που ασκούν οι αποφάσεις της στον υπόλοιπο κόσμο...

Κάντε μεταρρυθμίσεις...

Δημοσίευμα της «Ντόιτσε Βέλε» απορρίπτει κατηγορηματικά το ενδεχόμενο εκδήλωσης νέας κρίσης σε παγκόσμιο επίπεδο, υποστηρίζοντας ότι οι αναδυόμενες οικονομίες οφείλουν να εισέλθουν σε μία περίοδο «αποτοξίνωσης» από το «εύκολο» χρήμα και να προχωρήσουν σε «μεταρρυθμίσεις» των εσωτερικών τους αγορών. Καταγράφει επίσης την αποτυχία που σημείωσαν οι παρεμβάσεις των Κεντρικών Τραπεζών σε Τουρκία, Βραζιλία και Ινδία να ανακόψουν την πτώση των νομισμάτων τους, καθώς τα «εργαλεία» που χρησιμοποιούν, όπως η αύξηση των επιτοκίων, θεωρούνται «παρωχημένα» υπό τις σημερινές συνθήκες διεθνοποίησης του κεφαλαίου.

Επιπλέον, παρουσιάζει τοποθετήσεις οικονομικών αναλυτών, οι οποίοι προβλέπουν με βεβαιότητα ότι τα όσα συμβαίνουν τις τελευταίες μέρες στις αναδυόμενες οικονομίες δεν μπορούν να αγγίξουν τον δυτικό κόσμο. Στο ίδιο άρθρο απορρίπτεται επίσης ο ισχυρισμός που καθιστά υπεύθυνες τις ΗΠΑ για τη φυγή κεφαλαίων από τον αναπτυσσόμενο κόσμο, και επιρρίπτει τις ευθύνες σε «ορισμένες αναδυόμενες οικονομίες που αφέθηκαν στο αγαπημένο φτηνό χρήμα των Αμερικανών»... Το δημοσίευμα υπογραμμίζει την «εσωτερική αστάθεια» που επικρατεί στο σύνολο των χωρών αυτών τόσο από πολιτική όσο και οικονομική σκοπιά, εξηγώντας ότι οι «επενδυτές» προτιμούν την «ασφάλεια» που προσφέρει πλέον η οικονομία των ΗΠΑ και σε δεύτερο βαθμό και της Ευρωζώνης, που φαίνεται να «ξεπερνά τα χειρότερα»...

Πάντως, να σημειώσουμε ότι κατά τη διάρκεια των «κραδασμών» που δέχθηκαν χρηματιστήρια και συναλλαγματικές ισοτιμίες από την Αργεντινή μέχρι την Ινδία την περασμένη βδομάδα, υπήρξαν «παράπλευρες απώλειες» και για τις πιο ευάλωτες οικονομίες της Ευρωζώνης, την Πορτογαλία και την Ελλάδα, όπου τα επιτόκια δανεισμού τους πήραν και πάλι την ανιούσα. Την ίδια στιγμή, δημοσίευμα του «Ρόιτερς» το απόγευμα της περασμένης Παρασκευής, εξέφραζε έντονες ανησυχίες για το ενδεχόμενο μετάδοσης των «πιέσεων» και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αναφέροντας χαρακτηριστικά την Ουγγαρία και την Πολωνία, όπου η μεν πρώτη ακύρωσε προγραμματισμένη πώληση κρατικών ομολόγων, η δε δεύτερη μετέθεσε για την ερχόμενη βδομάδα τις ανακοινώσεις για το μηνιαίο δανειοδοτικό της πρόγραμμα, εν αναμονή των εξελίξεων.

Διαφορετικές οπτικές και εντός του ΔΝΤ

Διαφορετικές προσεγγίσεις για τις αιτίες του προβλήματος προβάλλονται και εντός του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου: Την περασμένη βδομάδα η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κρ. Λαγκάρντ, είπε ότι η πολιτική μείωσης της ρευστότητας στις ανεπτυγμένες οικονομίες θα προκαλέσει αστάθεια στις διεθνείς αγορές με ανάλογο αντίκτυπο σε ορισμένες αναδυόμενες οικονομίες, διαχωρίζοντας ωστόσο τις «σταθερά αναπτυσσόμενες που έχουν περιθώριο για ελιγμούς» και εκείνες που υπολείπονται στη λήψη «μεταρρυθμιστικών» μέτρων. Αλλο στέλεχος του ΔΝΤ, ο J. Vinals, επικεφαλής του τμήματος νομισματικών και κεφαλαιακών αγορών, σε δηλώσεις του στο «Russia Today» εξέφρασε την άποψη ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αναδυόμενες οικονομίες έχουν σχέση με τις δικές τους αδυναμίες και δεν συνδέονται με την απόφαση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ να περικόψει το πρόγραμμα νομισματικής ενίσχυσης της οικονομίας.

Το φαινόμενο βρίσκεται σε εξέλιξη και αυτή τη στιγμή, παρά τις «διαβεβαιώσεις» των ισχυρών ιμπεριαλιστικών κέντρων ότι δεν συντρέχουν λόγοι ανησυχίας για τη Δύση, κανείς δεν μπορεί να προχωρήσει σε ασφαλή «προγνωστικά» με δεδομένο ότι, παρά τα όσα ισχυρίζονται, η καπιταλιστική κρίση δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση παρελθόν. Η αναιμική ανάκαμψη των καπιταλιστικών οικονομιών της Δύσης γίνεται ακόμη πιο εύθραυστη λόγω των προβλημάτων στις λεγόμενες αναδυόμενες καπιταλιστικές οικονομίες και της αλληλεξάρτησής τους. Είναι και αυτός ένας παράγοντας που επιδρά στους οξύτατους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς. Υπ' αυτές τις συνθήκες - κι επειδή όπως είναι γνωστό οι ενδοαστικές συγκρούσεις μόνο δεινά προμηνύουν για τους εργαζόμενους - ας ευχηθούμε οι λαοί να βάλουν το χέρι τους και τη «σφραγίδα» τους στις εξελίξεις...


Φ. Κ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ