Επίσης, μελετώντας την κατάσταση της εργατικής τάξης σε μια δοσμένη χώρα πρέπει να παίρνουμε υπ' όψιν τη δοσμένη φάση εξέλιξης του καπιταλισμού και το δεδομένο ότι αυτή δεν παραμένει στάσιμη, αλλά εξελίσσεται όπως εξελίσσεται και ο ίδιος ο καπιταλισμός. Δηλαδή, η εξέλιξη της κοινωνίας επιδρά στην εξέλιξη της κατάστασης της εργατικής τάξης.
Η μελέτη της κατάστασης της εργατικής τάξης δεν ενδιαφέρει μόνο από τη σκοπιά της διαπίστωσής της, αλλά από τη σκοπιά της πάλης για το επαναστατικό πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό. Και η εργατική τάξη αντικειμενικά είναι ηγέτιδα κοινωνική δύναμη στην επανάσταση, η μόνη πραγματικά επαναστατική τάξη, γιατί σε διάκριση απ' όλες τις υπόλοιπες τάξεις και στρώματα της κοινωνίας δεν έχει καμιά ιδιοκτησία σε μέσα παραγωγής, για να θέλει τη διατήρησή της, αναπτύσσεται μαζί με την ανάπτυξη του καπιταλισμού, όταν άλλες τάξεις και κοινωνικά στρώματα μειώνονται, ενώ είναι φορέας των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής.
«Η επιστημονική έρευνα και μελέτη της κατάστασης της εργατικής τάξης, είναι αναγκαία, για να γίνει κατανοητό σε ποιες συνθήκες ζει, εργάζεται, αναπτύσσεται από τάξη «στον εαυτό της» σε τάξη «για τον εαυτό της», να είναι δυνατή η παρακολούθηση των αλλαγών στη διάρθρωση, τις μορφές οργάνωσης και πάλης της για την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής - κομμουνιστικής κοινωνίας». (Από τη μελέτη του Κέντρου Μαρξιστικών Ερευνών, (ΚΜΕ), «Προσεγγίσεις στην κατάσταση της εργατικής τάξης στην Ελλάδα», έκδοση «Σύγχρονη Εποχή», σελ.16).
Η απάντηση σ' αυτά τα προβλήματα προϋποθέτει τον ακριβή προσδιορισμό του περιεχομένου της έννοιας «κατάσταση της εργατικής τάξης». Και αντικειμενικά το θεμελιακό στοιχείο για τον προσδιορισμό του περιεχόμενου της είναι οι ταξικές σχέσεις ανάμεσα στην αστική τάξη και την εργατική τάξη, τις δυο βασικές τάξεις της καπιταλιστικής κοινωνίας.
Στο κέντρο των επιστημονικών μελετών των κλασικών του μαρξισμού - λενινισμού ήταν οι σχέσεις ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία, ανάμεσα στην αστική τάξη και την εργατική τάξη. Αυτό δεν ήταν τυχαίο, αφού μελετούσαν τον καπιταλισμό ως κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό, στον οποίο η αστική τάξη και η εργατική τάξη συνδέονται μεταξύ τους διαλεκτικά. Η ύπαρξη της μιας προϋποθέτει την ύπαρξη της άλλης. «Το κεφάλαιο - γράφει ο Κ. Μαρξ - προϋποθέτει τη μισθωτή εργασία, η μισθωτή εργασία προϋποθέτει το κεφάλαιο. Το ένα προϋποθέτει το άλλο». (Κ. Μαρξ, «Μισθωτή Εργασία και Κεφάλαιο»).
Στο «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» επίσης αναφέρεται: «Ολόκληρη η κοινωνία όλο και περισσότερο χωρίζεται σε δύο μεγάλα αντίπαλα στρατόπεδα, σε δύο μεγάλες τάξεις, που βρίσκονται άμεσα αντιμέτωπες η μια με την άλλη: στην αστική τάξη και το προλεταριάτο».
Η εργατική τάξη επισήμαιναν οι κλασικοί του μαρξισμού - λενινισμού, είναι το πιο χαρακτηριστικό προϊόν της μεγάλης βιομηχανίας. Είναι εκείνη η τάξη, που υφίσταται την καπιταλιστική εκμετάλλευση και την κοινωνική καταπίεση. Είναι οι σύγχρονοι μισθωτοί εργάτες, που πωλούν την εργατική τους δύναμη, για να μπορούν να ζήσουν και «ζουν μονάχα τόσο όσο βρίσκουν δουλιά και που βρίσκουν τόσο δουλιά όσο η δουλιά τους αυξάνει το κεφάλαιο». (Κ. Μαρξ, Φ. Ενγκελς, «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος»).
Πηγή: Μελέτη του Κέντρου Μαρξιστικών Ερευνών, (ΚΜΕ), «Προσεγγίσεις στην κατάσταση της εργατικής τάξης στην Ελλάδα», έκδοση «Σύγχρονη Εποχή».