Σάββατο 17 Φλεβάρη 2018 - Κυριακή 18 Φλεβάρη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Παραπομπές:

1. Θ. Βερέμης, «Γνωρίζοντας την ιστορία μας: Ολοκληρωτισμός», «ΣΚΑΪ», 21/01/2018.

2. Χ. Παπασωτηρίου, «ΣΚΑΪ», 07/01/2018.

3. Θ. Διαμαντόπουλος, «ΣΚΑΪ», 21/01/2018.

4. Ε. Χατζηβασιλείου, «ΣΚΑΪ», 28/01/2018.

5. Θ. Διαμαντόπουλος, «ΣΚΑΪ», 28/01/2018.

6. «ΣΚΑΪ», 21/01/2018.

7. Ν. Μαραντζίδης, «ΣΚΑΪ», 14/01/2018.

8. Θ. Διαμαντόπουλος, «ΣΚΑΪ», 14/01/2018.

9. Θ. Βερέμης, «ΣΚΑΪ», 14/01/2018.

10. http://www.europarl.europa.eu/sides/get.Doc.do?type=TA&language=En&=reference=P6-TA-2009-0213.

11. Γιώργος Αντωνίου - Στάθης Καλύβας (επιμ.), «Οι πολιτικοί πρόσφυγες του Εμφυλίου Πολέμου», έκδοση του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 2015. Στράτος Ν. Δορδανάς - Βάιος Καλογριάς, «Οι Ελληνες της Στάζι», έκδοση του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 2015.

12. Α. Πορτοσάλτε, «ΣΚΑΪ», 07/01/2018.

13. Ε. Χατζηβασιλείου, «ΣΚΑΪ», 07/01/2018.

14. Ν. Μαραντζίδης, «ΣΚΑΪ», 07/01/2018.

15. Θ. Διαμαντόπουλος, «ΣΚΑΪ», 07/01/2018.

16. James Petras, «The CIA and the Cultural Cold War Revisited», «Monthly Review», vol. 51, November 1999.

17. Zbigniew Brzezinski, «The Permanent Purge: Politics in Soviet Totalitarianism», «Harvard University Press», Cambridge Mass., 1955.

18. Carl Friedrich- Zbigniew Brzezinski, «Totalitarian Dictatorship and Autocracy», «Praeger» Editions, New York 1956, p. 88.

19. Καρλ Πόππερ, «Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της», Εκδόσεις «Δωδώνη», Αθήνα - Γιάννενα, 1982, τόμ. Α', σελ. 26.

20. Ο.π., σελ. 37.

21. «Γουίνστον Τσώρτσιλ 1874-1965: Ο πατέρας της νίκης», «Το Βήμα της Κυριακής», 25/04/2004.

Αντικομμουνισμός και ολοκληρωτική διαστρέβλωση της Ιστορίας

Σχολιασμός σε ορισμένες από τις ανιστόρητες προσεγγίσεις ραδιοφωνικού αφιερώματος του «ΣΚΑΪ»

Ο αντικομμουνισμός είναι επίσημη ιδεολογία της ΕΕ. Αφίσες όπως αυτή εκτίθενται στο Μουσείο της ΕΕ στις Βρυξέλλες

Aris Oikonomou

Ο αντικομμουνισμός είναι επίσημη ιδεολογία της ΕΕ. Αφίσες όπως αυτή εκτίθενται στο Μουσείο της ΕΕ στις Βρυξέλλες
Οι συζητήσεις με τίτλο «Γνωρίζοντας την ιστορία μας: Ολοκληρωτισμός», που μεταδίδει ο ραδιοφωνικός «ΣΚΑΪ», θα μπορούσαν να είναι πρόζα μαρξιστή θεατρικού συγγραφέα, σχετικά με το τι συζητούν οι αστοί ιστορικοί για τον κομμουνισμό, αλλά σε αυτή την περίπτωση θα είχαν μεγαλύτερη αισθητική και σίγουρα μικρότερη φαντασία. Θα μπορούσαν να είναι συζητήσεις καφενείου, αλλά εκεί γίνονται και σοβαρότερες συζητήσεις.

Είναι η «μοντέρνα» εκδοχή του αντικομμουνισμού, που βρίθει γελοίων και άλλοτε επιφανειακών αναλύσεων, ιστορικών ανακριβειών και δανείων από τη νεοναζιστική προπαγάνδα. Αντιγράφουμε ορισμένα ενδεικτικά:

«...Αν δούμε την αλληλογραφία του Μαρξ, την κλαψιάρικη προς τον Ενγκελς, που συνεχώς του ζητούσε οικονομικές παροχές, φαίνεται ότι ο Μαρξ πολύ καλά απολάμβανε τα αγαθά της κεφαλαιοκρατίας».1

«Ο Στάλιν στη Σιβηρία. Ο Λένιν και ο Τρότσκι εξόριστοι εκτός Ρωσίας. Είναι ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος που ανέδειξε αυτά τα άτομα. Ατομα εντελώς του περιθωρίου».2

«Οι Γερμανοί έστειλαν τον Λένιν στη Ρωσία».3

«Το σοβιετικό καθεστώς γεννάται από ένα ιστορικό ατύχημα. (...) Εχει φύγει το παλιό, το προηγούμενο καθεστώς (τσαρισμός), το οποίο με όλη του την απολυταρχία, την ανικανότητα, είχε μια νομιμοποίηση (!). Δεν έχουν μεγάλο αντίπαλο. Παίρνουν την εξουσία».4

«(Για τις διαπραγματεύσεις στο Μπρεστ - Λιτόφσκ)...το αστείο είναι ότι πήγε και ο Ρίκοφ (...) ο οποίος τι έκανε; Οι μπολσεβίκοι (...) αισθάνονταν ότι δεν πα' να λένε αυτοί οι Γερμανοί, είναι βάρβαροι, μπορεί να 'ναι καλοί στον πόλεμο και στην εκβιομηχάνιση, αλλά εμείς έχουμε την αλήθεια της Ιστορίας μπροστά μας. Και τους φύσαγε καπνό με την πίπα του στα μούτρα και τσαντίστηκαν οι Γερμανοί και είπαν: Ετσι είσαστε; Φέρτε όλη την Ουκρανία...».5

Θ. Διαμαντόπουλος: «...ο Στάλιν δε δεχόταν τη γυναίκα του Μολότοφ».

Θ. Βερέμης: «Γιατί ήταν Εβραία».6

«Ο πιο σφοδρός πολέμιος της ΕΟΝ (σ.σ. Εθνική Οργάνωση Νεολαίας, του Μεταξά) υπήρξε η Ελληνική Ορθόδοξος Εκκλησία, (...) γιατί η ΕΟΝ έμαθε στους νέους τα πάρτι, το συγχρωτισμό μεταξύ αγοριών και κοριτσιών. Εκεί έβλεπε φαινόμενα ενός φασιστικού ριζοσπαστισμού (...) που απομάκρυνε τους νέους από την Εκκλησία».7

«Μπορεί να σας πει ο αντίπαλος ιστορικός ότι ο Χίτλερ εμπόδισε τους Βουλγάρους να προσαρτήσουν την Ανατολική Μακεδονία (...) στα πρότυπα της Αλσατίας και της Λωραίνης. (...) Και όταν παραδόθηκε το οχυρό Ρούπελ έβαλε το συνταγματάρχη να κάνει "παρουσιάστε" στους μαχητές».8

«Αν ο Χίτλερ είχε πεθάνει το '39, πριν κάνει τον πόλεμο με την Πολωνία, θα είχε μείνει στην Ιστορία ως επιτυχημένος πρωθυπουργός και Πρόεδρος πλέον, γιατί είχε λύσει πολλά οικονομικά προβλήματα».9

Οι πολιτικές στοχεύσεις του ιδεολογήματος

Ολα αυτά θα μπορούσαν να ήταν καλαμπούρι ή γραφικά, ή έστω ανιστόρητα υποθετικά, όπως το τελευταίο με τον Χίτλερ. Ομως, είναι επικίνδυνα, στο βαθμό που επαναλαμβάνονται όλο και πιο συστηματικά, ντυμένα με την αίγλη της ακαδημαϊκής «αυθεντίας», προκειμένου να προωθήσουν μια κατεύθυνση της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το ιδεολόγημα των δύο ολοκληρωτισμών. Μέσω αυτού επιχειρείται η αθώωση του ευρωπαϊκού καπιταλισμού για την ανάδυση του φασισμού και η παράλληλη απαξίωση του κομμουνισμού ως ταυτόσημου με το φασισμό. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται σε ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου:

«Η Ευρώπη δεν θα είναι ενωμένη, εκτός εάν μπορεί να διαμορφώσει μια κοινή γνώμη για την ιστορία της, αναγνωρίζοντας το ναζισμό, το σταλινισμό και τα φασιστικά και κομμουνιστικά καθεστώτα ως κοινή κληρονομιά και ανοίγοντας έναν τίμιο και επιμελή διάλογο για τα εγκλήματά τους...».10

Προφανώς οι εκπομπές του «ΣΚΑΪ» εντάσσονται στον «τίμιο» διάλογο. Εξάλλου, ο Ν. Μαραντζίδης είναι επιστημονικός υπεύθυνος των εκπομπών και παράλληλα επιστημονικός υπεύθυνος στο χρηματοδοτούμενο από την ΕΕ Πρόγραμμα «Θαλής» (Η Ελλάδα από τον Β' Παγκόσμιο στον Ψυχρό Πόλεμο), στο πλαίσιο του οποίου έχουν δημοσιευτεί βιβλία αντίστοιχης στόχευσης11. Επίσης, ο Α. Πορτοσάλτε του «ΣΚΑΪ» επισήμανε εξαρχής τις αντιδράσεις που συναντά στην ελληνική κοινή γνώμη η προσπάθεια ταύτισης φασισμού - κομμουνισμού:

«Στην Ελλάδα συζήτηση για τον ολοκληρωτισμό είναι αδύνατον να γίνει, από τη στιγμή που θα υποστηρίξει κάποιος ότι όπως ο ζόφος του ναζισμού και του φασισμού, αντιστοίχως το σκότος και ο τρόμος των κομμουνιστικών καθεστώτων, που αφάνισαν ανθρώπους...».12

Οι μετέπειτα τοποθετήσεις διάκρισης φασισμού - κομμουνισμού στην καλύτερη περίπτωση ενίσχυαν την ταύτιση και στη χειρότερη την αρνούνταν, στο βαθμό που θεωρούσαν χειρότερο τον κομμουνισμό:

«Στην ευρωπαϊκή πολιτική κουλτούρα δεν υπάρχει τέτοια εξομοίωση. (...) Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι ολοκληρωτικά και τα δύο».13

«Οποιος αρνείται αυτά τα εγκλήματα (του κομμουνισμού) είναι σαν να αρνείται το Ολοκαύτωμα».14

«Διότι στο ναζιστικό ή στο φασιστικό ολοκληρωτισμό (...) αν δεν ήσουνα Εβραίος, αν δεν ήσουνα τσιγγάνος, αν δεν ήσουνα ομοφυλόφιλος και αν δεν επέλεγες να είσαι δημόσια αντιφρονών, δεν κινδύνευες πάρα πολύ. Στον κομμουνισμό, και ειδικά στη σταλινική περίοδο, δεν υπήρχε όριο. Οσο κοντά και αν ήσουν στο καθεστώς».15

Οι «επιστημονικές» αναφορές

Φυσικά, η συγκεκριμένη πολεμική δεν είναι καινούργια. Αντίθετα, τα περισσότερα ιστορικά παραδείγματα που προσκομίζουν οι μετέχοντες καθηγητές Πανεπιστημίου είναι χιλιοειπωμένα, από τον καιρό της καπιταλιστικής ψυχροπολεμικής προπαγάνδας.

Γι' αυτό ο Μαραντζίδης, προσπαθώντας να προσδώσει επιστημονικό υπόβαθρο στο ιδεολόγημα, αναφέρεται στο έργο της Hannah Arendt. Ομως, όπως είναι πλέον γνωστό, η Arendt χρηματοδοτούνταν από τη CIA , όπως εξάλλου και ο λογοτέχνης Τζ. Οργουελ (τον οποίο θυμήθηκε ο Πορτοσάλτε)16. Και ο κατάλογος των «επιστημόνων» δεν έχει τελειωμό. Ο Μαραντζίδης αναφέρεται και στον «Αμερικανό πολιτικό επιστήμονα Μπρεζίνσκι»! Πρόκειται φυσικά για τον γνωστό Αμερικανό διπλωμάτη και σύμβουλο των Αμερικανών Προέδρων Τζόνσον και Κάρτερ, που υπήρξε απολογητής του ιδεολογήματος στα μέσα της δεκαετίας του 195017. Τότε, ανάμεσα σε άλλα υποστήριζε:

«Το καθοριστικό χαρακτηρισμό του ολοκληρωτισμού, η χρησιμοποίηση ή ακόμα και ο δοξασμός της βίας για την πραγματοποίηση των στόχων που θέτει η ιδεολογία...».18

Επρόκειτο για την εποχή που οι ΗΠΑ προωθούσαν το προφίλ του «ελεύθερου κόσμου». Ετσι, χαρακτηριστικό ολοκληρωτισμού και βίας δεν θεώρησε τις φυλετικές διακρίσεις στις ΗΠΑ ή τη συμβολή των ΗΠΑ σε δικτατορίες και πολεμικές επεμβάσεις στη Λατινική Αμερική και την Ασία. Αντίθετα, όπως αναφέρθηκε στην εκπομπή, βασικό στοιχείο θεωρήθηκε η απαγόρευση της ελεύθερης οπλοφορίας!

Σημειώνουμε ότι όταν ο Μπρεζίνσκι ανέλυε τον «ολοκληρωτισμό», στρατιωτικές δικτατορίες με στήριξη των ΗΠΑ κυριαρχούσαν στο Περού, στην Αϊτή, στην Κολομβία, στη Βενεζουέλα, στον Αγιο Δομίνικο, στη Γουατεμάλα, στη Νικαράγουα, στην Κούβα και στην Παραγουάη. Την περίοδο που ήταν σύμβουλος των Προέδρων: Στο Εκουαδόρ, στη Βολιβία, στη Βραζιλία, στον Παναμά, στη Χιλή και στην Αργεντινή. Παράλληλα διεξαγόταν ο πόλεμος στο Βιετνάμ.

Τον κατάλογο κλείνει ο Καρλ Πόππερ. Στον δεύτερο πρόλογο του βιβλίου του, ο Πόππερ ομολογεί ότι, αν και το βιβλίο συγγράφτηκε στη διάρκεια του πολέμου, έδωσε κύριο βάρος στην καταπολέμηση του μαρξισμού, που εκτίμησε ως μείζον πρόβλημα του μεταπολεμικού κόσμου19. Υπό αυτό το πρίσμα, ο Πόππερ ταυτίζει τον συλλογικό σχεδιασμό της οικονομίας με τον ολοκληρωτισμό20, ενώ παραμένει παγερά αδιάφορος στα εγκλήματα της αγγλικής αποικιοκρατίας της εποχής του (ζούσε στη Μ. Βρετανία). Ετσι κι αλλιώς, η πρώτη έκδοση του βιβλίου ταυτίζεται σχεδόν, χρονικά, με τις δηλώσεις Τσόρτσιλ περί «σιδηρού παραπετάσματος»21.

Φυσικά, ο χώρος δεν επιτρέπει να επεκταθούμε στο σύνολο των ψευδών και των ιστορικών ανακριβειών (παλιών και καινούργιων), αλλά θα αναδείξουμε τις βασικές διαστρεβλώσεις του ιδεολογήματος.


Κώστας ΣΚΟΛΑΡΙΚΟΣ
Μέλος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ

ΑΝΤΙΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΡΕΒΛΩΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
Το κύριο ζήτημα

«Παρουσιάζουν μεταφυσικά τον πόλεμο ως
«Παρουσιάζουν μεταφυσικά τον πόλεμο ως "ζιζάνιο" στα ανθοφόρα λιβάδια του καπιταλισμού...»
Φυσικά, οι αναφορές στον ολοκληρωτισμό κυρίως στοχεύουν στον κομμουνισμό. Ο Θ. Διαμαντόπουλος, χωρίς αντίρρηση των συνομιλητών του, ανέφερε χαρακτηριστικά:

«...οι απολυταρχίες στην ιστορία πήρανε δύο κατευθύνσεις. (...) σε γενικές γραμμές, εάν θέλετε και ιδεοτυπικά, θα μιλούσαμε για τη διάκριση μεταξύ αυταρχισμών και ολοκληρωτισμών. Ο αυταρχισμός (...) είναι αυτό που οριοθετείται στο πολιτικό και απαιτεί αποχή, δηλαδή το αυταρχικό καθεστώς δεν θέλει, δεν επιτρέπει, δεν ανέχεται την αντιπολίτευση. (...) Αντιθέτως, ο ολοκληρωτισμός δεν οριοθετείται στο πολιτικό, έχει μια καθολικότητα, μια ολικότητα, εξ ου και ο όρος. Καταλαμβάνει τις απόψεις των ανθρώπων για την τέχνη, για τον ευρύτερο πολιτισμό, για τον αθλητισμό, ακόμα και για τη γενετική. (...) Κατά δεύτερον ενώ ο αυταρχισμός αρκείται και ικανοποιείται από την μη τοποθέτηση, από την αποχή, από την απολιτικοποίηση των ανθρώπων, ο ολοκληρωτισμός θέλει την ενεργό στράτευση. (...) Στον αυταρχισμό υπάρχει όριο στο φόβο. Αν δεν αντιπολιτεύεσαι νιώθεις σχετικά ασφαλής. Στον ολοκληρωτισμό δεν υπάρχει όριο. Κανείς δεν ξέρει από ποιο σημείο και πέρα θα θεωρηθείς ότι ενδιαφέρεις το καθεστώς. (...) τα μη ολοκληρωτικού χαρακτήρα απολυταρχικά καθεστώτα και αυτά είναι δύο ειδών. Ηταν οι απόλυτες μοναρχίες (...), οι οποίες είχαν μια κοινωνική νομιμοποίηση. Η κοινωνία αυτούς αποδεχόταν ως φυσικούς ηγέτες. Και είναι και τα καθεστώτα εκτροπές, όπως η δική μας δικτατορία των συνταγματαρχών που δεν είχε ολοκληρωτικό χαρακτήρα, δεν επεκτεινόταν στον ιδιωτικό βίο των ανθρώπων, αλλά δεν είχε κοινωνική νομιμοποίηση, με την έννοια της περίπου ομόφωνης αποδοχής της θεωρητικής και ιδεολογικής βάσης του καθεστώτος»43.

«Διερωτώμαι αν ο σοβιετικός ολοκληρωτισμός θα είχε με τόση ένταση και τόση επιτυχία διαχυθεί στην Κεντρική Ευρώπη, με τόσα κομμουνιστικά καθεστώτα δορυφόρους, εάν μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο είχε διατηρηθεί ως μεγάλο ανάχωμα η Αυστροουγγαρία»44.

Τι μάθαμε από τον κ. καθηγητή; Οι απόλυτες μοναρχίες είχαν σχετική νομιμοποίηση! Φαντάζομαι από το θεό. Η ελληνική χούντα δεν ήταν ολοκληρωτική, γιατί δεν επενέβαινε στον ιδιωτικό βίο των ανθρώπων! Η αυστροουγγρική μοναρχία θα αποτελούσε αντίσταση στο σοβιετικό ολοκληρωτισμό! (Πραγματικά θρηνεί που δε διατηρήθηκε).

Ολη η σήψη της σύγχρονης αστικής ιδεολογίας στην επιφάνεια. Μπροστά στην υπεράσπιση της καπιταλιστικής εξουσίας, οι αστοί ιστορικοί είναι έτοιμοι να καταδικάσουν κάθε επαναστατικό άλμα της ανθρωπότητας και να δικαιολογήσουν κάθε έγκλημα των εκμεταλλευτών ανά τους αιώνες. Μάλιστα, όλοι αυτοί οι σύγχρονοι ιεροεξεταστές, που θεωρούν τον καπιταλισμό ως το βέβαιο τέλος της ιστορίας της ανθρωπότητας, καταγγέλλουν τον κομμουνισμό για μεσσιανισμό:

«Μήπως [η Οκτωβριανή Επανάσταση] επιβιώνει επειδή υπάρχει ένας λαός, ο οποίος πιστεύει στη δευτέρα παρουσία πολύ έντονα με το θρησκευτικό στοιχείο (...);»45.

«[Ο κομμουνισμός] Δεν είναι ψέμα είναι θρησκεία»46.

«Θα ήθελα να τονίσω τον ολοκληρωτικό χαρακτήρα των μεσσιανικών καθεστώτων, τα οποία επιδιώκουν μια ουτοπία και χάριν της ουτοπίας δικαιολογούν τρομερές θυσίες»47.

«Ο μαρξισμός έχει το επίφοβο, εσχατολογικό στοιχείο ότι έχει υποτίθεται προδιαγράψει το τέλος της ιστορίας»48.

«Ο σοσιαλισμός ως ρεύμα είναι ένα μείγμα από μεσσιανικές αντιλήψεις για το τέλος του κόσμου σε μια αταξική κοινωνία, αλλά και από πολύ κρίσιμες κοινωνιολογικές αναλύσεις, που πηγάζουν απ' τις ανισότητες της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας»49.

Η κριτική του «κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού» και η διαστρέβλωση του κομμουνισμού

Η αστική ιστοριογραφία, αδυνατώντας να αρθρώσει θετικό λόγο για την προάσπιση της καπιταλιστικής εξουσίας και επιστημονικά μεθοδολογικά εργαλεία προσέγγισης της Ιστορίας, καταφεύγει στο τελευταίο όπλο της, τη συκοφάντηση του ταξικού της αντιπάλου.

Φυσικά, επειδή δεν μπορούν να αμφισβητήσουν τις αδικίες και τις κοινωνικές ανισότητες στον καπιταλισμό, ούτε να κλονίσουν το επιστημονικό έργο του Καρλ Μαρξ, προχωρούν σε μια προσπάθεια διαχωρισμού των ιδρυτών του επιστημονικού σοσιαλισμού από τις προλεταριακές επαναστάσεις του 20ού αιώνα50, μιας και κατά τους ίδιους ο Μαρξ πρόκρινε την επανάσταση, ελλείψει καθολικής ψήφου:

«Στο 19ο αιώνα ο σοσιαλισμός αντιλαμβάνεται τη μετάβαση από τη μια κοινωνία στην άλλη, ακριβώς επειδή δεν έχουμε καθολικό εκλογικό δικαίωμα, αλλά σε αρκετές χώρες πάρα πολύ περιορισμένο, συμπεριλαμβανομένης της Μ. Βρετανίας»51.

Πρόκειται φυσικά για αναμάσημα όσων έλεγε ο ρεφορμιστής σοσιαλδημοκράτης Μπερνστάιν πριν από 120 χρόνια52 και τα οποία καταρρίπτονται από μαρξιστικό απόφθεγμα: «Αν οι εκλογές άλλαζαν τον κόσμο θα ήταν παράνομες». Ομως, ο ισχυρισμός χρησιμοποιείται προκειμένου να διαχωρίσει τους νομιμόφρονες στην αστική δημοκρατία σοσιαλιστές και τους ολοκληρωτικούς μπολσεβίκους που «παραβίασαν τα λόγια του Μαρξ»!:

«Ο Μαρξ μιλούσε για εγγενή ρωσικό ολοκληρωτισμό. Θεωρούσε ότι αυτός ο πρωτόγονος σλαβικός λαός, ό,τι κι αν κάνει, θα οδηγήσει στον ολοκληρωτισμό»53.

Φυσικά, πρόκειται για σκέψεις του καθηγητή που δε νιώθει την ανάγκη να τις στοιχειοθετήσει. Ενώ, ο Μαραντζίδης συμπληρώνει:

«Ο Λένιν έχει να αντιπαρέλθει μια θεωρία που έλεγε ότι η επανάσταση (...) θα γίνει στην Αγγλία, γιατί η επιστήμη του διαλεκτικού και του ιστορικού υλισμού που οι μαρξιστές πρεσβεύουνε, έλεγε ότι ο σοσιαλισμός είναι ένα ανώτερο στάδιο ανάπτυξης των κοινωνιών από τον καπιταλισμό (...) Και τότε κατασκευάζει τη θεωρία του ιμπεριαλισμού που επιτρέπει στον Λένιν να πει ότι τώρα ζούμε σε μια διαφορετική φάση του καπιταλισμού που λέγεται ιμπεριαλισμός και στον ιμπεριαλισμό υπάρχει ταξική πάλη μεταξύ των κρατών. Και η Ρωσία είναι ένα καταπιεσμένο κράτος, είναι σαν προλετάριος στη διεθνή σκηνή. Ο προλετάριος μπορεί να εξεγερθεί κατά των καπιταλιστών»54.

Εδώ ο καθηγητής κατόρθωσε να ξεπεράσει τον εαυτό του. Την έννοια του ιμπεριαλισμού εισήγαγε αρχικά ο Αυστριακός μαρξιστής Ρούντολφ Χίλφερντιγκ στο έργο του «Χρηματιστικό Κεφάλαιο: Μια μελέτη της τελευταίας φάσης του καπιταλισμού» (1910)55. Μια σειρά επαναστάτες, όπως η Ρόζα Λούξεμπουργκ, χρησιμοποίησαν τον όρο, πολύ πριν ο Λένιν συγγράψει το έργο του «Ιμπεριαλισμός: Το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού» (1916). Σε αυτό ο Λένιν υποστήριζε, εν συντομία, ότι ο καπιταλισμός είχε εισέλθει από τις αρχές του 20ού αιώνα σε ένα νέο στάδιο, βασικότερα χαρακτηριστικά του οποίου ήταν: Η συγκέντρωση του κεφαλαίου, με αποτέλεσμα τη δημιουργία μονοπωλίων, η συγχώνευση του βιομηχανικού - τραπεζικού κεφαλαίου και η δημιουργία μιας χρηματιστικής ολιγαρχίας, η μεγάλη σημασία της εξαγωγής των κεφαλαίων, οι διεθνείς μονοπωλιακές ενώσεις των καπιταλιστών που μοιράζουν τον κόσμο, το τελείωμα του μοιράσματος του κόσμου από τις μεγάλες δυνάμεις και το διαρκές μοίρασμα και ξαναμοίρασμα του κόσμου με πολεμικές συγκρούσεις56.

Σύμφωνα με τον Λένιν, οι πολεμικές συγκρούσεις αποτελούσαν αναπόσπαστο τμήμα της ταυτότητας του σύγχρονου καπιταλισμού και επομένως δεν είχε νόημα η διάκριση των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών ανάμεσα σε προοδευτικές και μη57, ή η δικαιολόγηση του πολέμου στο όνομα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα58. Αντίθετα, εκτιμούσε ως ουσιαστική απάντηση τη μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε σοσιαλιστική επανάσταση59. Από αυτήν τη σκοπιά, τόνισε ότι η σταθερότητα της παγκόσμιας αλυσίδας του ιμπεριαλισμού κρίνεται από τη σταθερότητα του πιο αδύναμου κρίκου της. Αργότερα, έπειτα από την αστικοδημοκρατική επανάσταση του Φλεβάρη του 1917, θεώρησε εφικτή την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας στη Ρωσία, όχι επειδή αποτελούσε κράτος - προλετάριο, αλλά ακριβώς επειδή στην επανάσταση του Φλεβάρη είχε νικήσει η αστική εξουσία κόντρα στους προλετάριους.

Ολα αυτά, βέβαια, είναι ψιλά γράμματα για τους καθηγητές μας. Τους αρκεί μέσα από λαθροχειρίες να διαμορφώσουν τον καμβά που θα τους επιτρέπει να δυσφημήσουν την Οκτωβριανή Επανάσταση:

«Πορτοσάλτε: Πώς οι κομμουνιστές παίρνουν την εξουσία.

Μαραντζίδης: Η λέξη είναι με ένα γρήγορο πραξικόπημα.

Διαμαντόπουλος: Στην Πετρούπολη υπάρχει ακόμα το θωρηκτό "Αβρόρα" που έριξε την πρώτη [βολή] και αποδεικνύει τον πραξικοπηματικό χαρακτήρα»60.

Πραγματικά, πρόκειται για μια μεταμοντέρνα εκδοχή πραξικοπήματος, μιας και ανάμεσα στην απόφαση της ΚΕ του Κόμματος των Μπολσεβίκων για επαναστατική εξέγερση (10 Οκτώβρη) και την πραγμάτωσή της (25 Οκτώβρη) μεσολάβησαν μια σειρά από γεγονότα που έκαναν γνωστή την επανάσταση όχι μόνο στις εργατικές και στρατιωτικές μάζες των μεγάλων πόλεων, αλλά και στην αστική κυβέρνηση. Από την επόμενη κιόλας μέρα της συνεδρίασης της ΚΕ, οι Κάμενεφ και Ζηνόβιεφ (που ο Διαμαντόπουλος ανέφερε ως πρωτοστατήσαντες της επανάστασης) δημοσιοποίησαν τη διαφωνία τους, ενώ όλες τις υπόλοιπες μέρες οι μπολσεβίκοι προπαγάνδιζαν ανοιχτά στα σοβιέτ και στις εργατικές μάζες και στους εξεγερμένους στρατιώτες τις αποφάσεις τους61. Η δε παρουσίαση των εξεγερμένων ναυτών του «Αβρόρα» στην Επανάσταση ως απόδειξη πραξικοπήματος είναι τουλάχιστον σουρεαλιστική.

Η αποσύνδεση καπιταλισμού - φασισμού

Ο Χίτλερ με στελέχη της τότε IBM

Associated Press

Ο Χίτλερ με στελέχη της τότε IBM
Η αποσύνδεση καπιταλισμού - φασισμού ξεκινά από τον παραμερισμό της σημασίας της οικονομίας στην κατανόηση της ιστορίας. Οι λίγες αναφορές στα οικονομικά δεδομένα είναι από παραπλανητικές έως διαστρεβλωτικές:

«Υπάρχει και ένας μύθος ότι η μεγάλη επιχείρηση στη Γερμανία ήταν υπέρ του Χίτλερ. Αυτό δεν είναι αλήθεια (...) Κάποιοι πράγματι μεγάλοι γερμανικοί οίκοι επιχειρηματικοί τον στήριξαν. Δεν είναι όμως ακριβές ότι η ελεύθερη επιχειρηματικότητα ήταν υπέρ του Χίτλερ κ.λπ. Για τον Μουσολίνι τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. (...) Η πολιτική θεωρία και η πρακτική του φασιστικού καθεστώτος, είτε στη γερμανική είτε στην ιταλική εκδοχή, μιλά για διευθυνόμενη οικονομία. Μπορεί να υπάρχουν μαγαζιά, ξέρω γω ψιλικατζίδικα, αλλά η οικονομία είναι διευθυνόμενη (...) Η οικονομία των φασιστικών καθεστώτων δεν είναι ελεύθερη οικονομία»22.

Πράγματι, κάποια «ψιλικατζίδικα» όπως η «Krupp», η «Τhyssen», η «I. G. Farben», η «United Steels Works», η «Volkswagen», η «Heinkel», η «Bayer», η «Basf», η «Agfa», η «Hoerst» (σημερινή «Aventis») κ.λπ. στήριξαν τον Χίτλερ και κλιμάκωσαν τα κέρδη τους. Ηταν τόσο ελεύθερα, όσο όλα τα μονοπώλια στο σύγχρονο καπιταλισμό. Στα εργοστάσιά τους δούλευαν αμισθί κρατούμενοι στρατοπέδων εργασίας23.

Ο Χίτλερ συνήθιζε να αναφωνεί: «Με ακολουθούν εκατομμύρια». Εδώ μια αντιφασιστική φωτογελοιογραφία του 1935, που σατιρίζει το σύνθημα του Χίτλερ και αναφέρεται στις σχέσεις του ναζιστικού κόμματος με το μεγάλο κεφάλαιο
Ο Χίτλερ συνήθιζε να αναφωνεί: «Με ακολουθούν εκατομμύρια». Εδώ μια αντιφασιστική φωτογελοιογραφία του 1935, που σατιρίζει το σύνθημα του Χίτλερ και αναφέρεται στις σχέσεις του ναζιστικού κόμματος με το μεγάλο κεφάλαιο
Στην Ιταλία τα πράγματα είναι όντως διαφορετικά, αφού την άνοδο του Μουσολίνι στήριξαν οι Ιταλοί βιομήχανοι. Ισως αυτό ερμηνεύει το γιατί «το πολιτικό σύστημα παραδίνεται σε έναν κίνδυνο φανφαρόνικο, αστείο»24.

Συνολικότερα, παρακάμπτοντας το ζήτημα της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, οι συζητητές αποκρύπτουν ότι η φασιστική Ιταλία και η ναζιστική Γερμανία ήταν καπιταλιστικά κράτη, που, «αδικημένα» από τη μοιρασιά του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αντιμετώπισαν το φασισμό ως το απαραίτητο πολιτικό εργαλείο συντριβής του εσωτερικού εχθρού και προετοιμασίας της πολεμικής αναμέτρησης με τον εξωτερικό εχθρό. Η τελευταία βέβαια απαιτούσε ενίσχυση της παρέμβασης του καπιταλιστικού κράτους στην οικονομία, χωρίς να θίγει την καπιταλιστική ιδιοκτησία. Επίσης, η χιτλερική έννοια του ζωτικού χώρου δεν απορρέει απλά από τις συνθήκες που βίωσαν οι Γερμανοί από το βρετανικό αποκλεισμό στη διάρκεια του πολέμου25, ούτε από την πεποίθησή τους για την κατωτερότητα των σλαβικών φυλών26, αλλά είναι η προπαγανδιστική απόδοση της πρόθεσης της γερμανικής αστικής τάξης να διεκδικήσει περισσότερες αγορές και σφαίρες επιρροής.

Ταυτόχρονα, οι συζητητές, εισάγοντας τον όρο προγραμματισμένη οικονομία27 προσπαθούν να ταυτίσουν το φασισμό με τον κομμουνισμό, μπερδεύοντας τις οικονομικές λειτουργίες του αστικού κράτους προς όφελος των καπιταλιστικών κερδών, με τον κεντρικό σχεδιασμό της σοσιαλιστικής οικονομίας, ο οποίος είναι αναπόσπαστος από την κοινωνική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και την εργατική εξουσία.

Ας σημειώσουμε ότι καπιταλιστικά οικονομικά πλάνα εφαρμόστηκαν προπολεμικά στις ΗΠΑ (Νιου Ντιλ) και μεταπολεμικά στην Ιταλία και τη Γαλλία, τη δεκαετία του 1960. Εξάλλου, το μεγαλύτερο τέτοιο σχέδιο ήταν το σχέδιο Μάρσαλ, που αποσκοπούσε στην οικονομική ανασυγκρότηση της καπιταλιστικής Ευρώπης και στην αποτροπή της οικονομικής κρίσης στις ΗΠΑ, μέσω της εξαγωγής κεφαλαίων.

Σε δεύτερο επίπεδο, η αποσύνδεση φασισμού - καπιταλισμού προσπαθεί να αποκρύψει τις πολιτικές - διπλωματικές σχέσεις των καπιταλιστικών κρατών με τα φασιστικά καθεστώτα. Ο Ε. Χατζηβασιλείου ισχυρίζεται ότι «η Δύση ποτέ δε συμμάχησε με το φασισμό»28.

Ομως, ο Τσόρτσιλ έλεγε σε ομιλία του στη Ρώμη (20.01.1927):

«Αν ήμουν Ιταλός, είμαι σίγουρος ότι θα ήμουν ολόψυχα μαζί σας από την έναρξη της θριαμβευτικής σας πάλης ενάντια στις κτηνώδεις ορέξεις και πάθη του λενινισμού (...) Εξωτερικά, το κίνημά σας προσέφερε υπηρεσία σε ολόκληρο τον κόσμο (...) Η Ιταλία έδειξε πως υπάρχει τρόπος καταπολέμησης των ανατρεπτικών δυνάμεων (...) Προσέφερε το αναγκαίο αντίδοτο στο ρωσικό δηλητήριο»29.

Με άλλα λόγια, οι δυτικές αστικές δημοκρατίες δεν είχαν πρόβλημα με την καταστολή του εσωτερικού εχθρού από τα φασιστικά καθεστώτα, αλλά διαφωνούσαν με τις επεκτατικές τους αξιώσεις, που αρχικά επιχείρησαν να στρέψουν εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης. Ετσι, το γαλλικό Κοινοβούλιο δεν επικύρωσε το γαλλοσοβιετικό σύμφωνο αμοιβαίας αλληλοβοήθειας (Μάης 1935) σε περίπτωση πολέμου30, επικαλούμενο το φόβο της πρόκλησης της Γερμανίας31. Την ίδια χρονιά, η Σοβιετική Ενωση μόνη καταδίκασε την ιταλική εισβολή στην Αιθιοπία32. Το 1936 και πάλι μόνη βρέθηκε στο πλευρό της ισπανικής κυβέρνησης ενάντια στον πραξικοπηματία Φράνκο, που στηριζόταν από την Ιταλία και τη Γερμανία, ενώ η Γαλλία και η Μ. Βρετανία υποκριτικά αρνήθηκαν στήριξη προς οποιαδήποτε πλευρά, χρησιμοποιώντας το πρόσχημα της μη επέμβασης33. Το 1938, ΗΠΑ, Γαλλία και Μ. Βρετανία απλά «καταδίκασαν» την προσάρτηση της Αυστρίας στη Γερμανία, χωρίς να προβούν σε συγκεκριμένα μέτρα34. Το 1939, κατά τη διάρκεια του σοβιετοφινλανδικού πολέμου οι φιλοφασιστικές φινλανδικές δυνάμεις ενισχύθηκαν τόσο από τη Μ. Βρετανία και τη Γαλλία με στρατιωτικά αεροπλάνα, όσο και από τη φασιστική Ιταλία, με όπλα και εθελοντές35.

Ανάλογη ήταν η στάση των «δημοκρατικών εκδοχών του σοσιαλισμού», που τόσο αγαπάνε οι μετέχοντες στις εκπομπές. Οι σοσιαλδημοκράτες, ως αναπόσπαστο κομμάτι του αστικού πολιτικού συστήματος, ταυτίστηκαν με τις επιδιώξεις των αστικών τους τάξεων, με αποτέλεσμα σε μια σειρά από χώρες (Σουηδία, Φινλανδία, Βέλγιο κ.λπ.) να μην έχουν κανένα πρόβλημα να συνεργαστούν με τους «ολοκληρωτικούς» φασίστες36.

Η σύνδεση φασισμού - καπιταλισμού φανερώθηκε και μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα καπιταλιστικά κράτη στρατολόγησαν πρώην φασιστικά στελέχη, στον αγώνα του «ελεύθερου» κόσμου ενάντια στον κομμουνισμό. Για παράδειγμα, ο Ράινχαρντ Φον Γκέλεν, πρώην επικεφαλής των ναζιστικών μυστικών υπηρεσιών στην Ανατολική Ευρώπη, στρατολογήθηκε από τη CIA και στη συνέχεια αποτέλεσε τον πρώτο αρχηγό των μυστικών υπηρεσιών της ΟΔ Γερμανίας, BND37. Αξίζει να αναφερθεί ότι την ίδια περίοδο που ο Γκέλεν αναλάμβανε την ηγεσία της BND, στη Γερμανία απαγορευόταν η δράση του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Φυσικά, υπάρχει και το ελληνικό ιστορικό παράδειγμα των Ταγμάτων Ασφαλείας, που το Δεκέμβρη του 1944 εξοπλίστηκαν από το βρετανικό ιμπεριαλισμό και την κυβέρνηση Παπανδρέου για να χτυπήσουν το ΕΑΜ.

Από την άλλη πλευρά, η Σοβιετική Ενωση, έπειτα από την άρνηση των συνεχών εκκλήσεών της προς τα καπιταλιστικά κράτη της Δύσης για τη σύμπηξη ενός μετώπου ενάντια στο φασισμό, υπέγραψε σύμφωνο μη επίθεσης με τη ναζιστική Γερμανία, προκειμένου να κερδίσει χρόνο προετοιμασίας για τον πόλεμο. Δεν επρόκειτο για συμμαχία, όπως αναφέρθηκε38. Επρόκειτο για μια αναγκαστική προσωρινή συμφωνία που σωστά έγινε, αφού οι δύο καπιταλιστικές πλευρές όχι μόνο είχαν προκαλέσει τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο για το μοίρασμα του κόσμου, αλλά και με ικανοποίηση θα έβλεπαν τη συντριβή της εργατικής εξουσίας στη Σοβιετική Ενωση. Εξάλλου, γι' αυτό πάσχιζαν με κάθε τρόπο.

Η αιτιολόγηση του φασισμού

Αρνούμενοι τις σχέσεις φασισμού - καπιταλισμού και τις συγκρούσεις των καπιταλιστικών κρατών για τη διανομή των σφαιρών επιρροής και των αγορών, οι συμμετέχοντες αναζητούν αλλού την πηγή του «ολοκληρωτισμού». Κάνοντας μια ιστορική αναδρομή, παρουσιάζουν τον «ολοκληρωτισμό» ως κεραυνό στον ανέφελο καπιταλισμό του 19ου αιώνα:

«Το 19ο αιώνα στην Ευρώπη επικρατεί ένα κλίμα συνεχούς προόδου. Η ανθρωπότητα προοδεύει, βιομηχανική επανάσταση, επιστήμες (...) Επικρατεί στο τέλος ο φιλελευθερισμός, αλλά μετά ακολουθεί μια τρομακτική κρίση του ευρωπαϊκού πολιτισμού που είναι ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος»39.

«Οπως ελέχθη σωστά, ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος είναι αυτός που απελευθερώνει [τον ολοκληρωτισμό], διότι εθίζει πολλούς, νέους κυρίως ανθρώπους, στη βία»40.

«Ο 19ος αιώνας είναι ο αιώνας των ελευθεριών του ανθρώπου, έτσι χαρακτηρίζεται και σε πολύ μεγάλο βαθμό είναι (...) Αλλά δεν είναι εύκολη η ελευθερία (...) Γι' αυτό οι άνθρωποι συχνά καταλήγουν στο πλήθος, στον ηγέτη, γιατί είναι ευκολότερο»41.

Φυσικά, οι συζητητές δεν ασχολούνται καθόλου με την αποικιοκρατία, με το επαναστατικό κύμα του 1848, με το Γαλλοπρωσικό Πόλεμο, με την Παρισινή Κομμούνα και την καταστολή της. Τίποτα δεν μπορεί να ταράξει τις απόψεις τους για την belle epoque (ωραία εποχή) του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, η οποία στην πραγματικότητα εκτείνεται από την καταστολή της Κομμούνας έως και την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου ιμπεριαλιστικού Πολέμου. Τι τους νοιάζουν τα εγκλήματα στις αποικίες και η σφαγή των προλετάριων στις καπιταλιστικές μητροπόλεις, αφού στην Ευρώπη επικρατούσε ο «πολιτικός φιλελευθερισμός»;

Πολύ περισσότερο, δε θέλουν να ασχοληθούν με τις αιτίες γέννησης του πολέμου, με τα αντικρουόμενα συμφέροντα για το χωρισμό του κόσμου ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικές συμμαχίες. Δεν ασχολήθηκαν με τα προεόρτια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως ο αμερικανοϊσπανικός πόλεμος (1898 - 1902), ο πόλεμος των Μπόερς (1899 - 1902), οι κρίσεις στο Μαρόκο (1904 - 1905, 1911) και στη Βοσνία (1908 - 1909) και εν τέλει, οι Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912 - 1913). Ετσι, παρουσιάζουν μεταφυσικά τον πόλεμο ως ζιζάνιο στα ανθοφόρα λιβάδια του καπιταλισμού και ως σύγχρονοι κληρικοί καταφεύγουν στην αδύναμη φύση του ανθρώπου που αδυνατεί να ζει ελεύθερος!...

Στη συνέχεια, πατώντας στα βήματα των εισηγητών του ιδεολογήματος, προσπαθούν να ερμηνεύσουν ιδεαλιστικά το φασισμό:

«Ο (...) φασισμός βασίζεται στο ρομαντισμό του 19ου αιώνα εν μέρει και εν μέρει σε άλλα κινήματα Γκομπινό και Τσάμπερλεν που πίστευαν στις ανώτερες και τις κατώτερες φυλές»42.

Παραπομπές:

22. Ε. Χατζηβασιλείου, ΣΚΑΪ, 14.01.2018.

23. Για περισσότερα στοιχεία αναφορικά με τα γερμανικά και άλλα μονοπώλια που στήριξαν την άνοδο του ναζισμού και επωφελήθηκαν από αυτή βλ. Αναστάσης Γκίκας, «Μονοπώλια και φασισμός: Δεσμοί αίματος που δεν παραγράφονται», «Ριζοσπάστης», 23.08.2009.

24. Ε. Χατζηβασιλείου, ΣΚΑΪ, 07.01.2018.

25. Χ. Παπασωτηρίου, ΣΚΑΪ, 21.01.2018.

26. Θ. Διαμαντόπουλος - Ε. Χατζηβασιλείου, ΣΚΑΪ, 21.01.2018.

27. Α. Πορτοσάλτε - Ν. Μαραντζίδης - Ε. Χατζηβασιλείου - Θ. Διαμαντόπουλος, ΣΚΑΪ, 14.01.2018.

28. Ε. Χατζηβασιλείου, «Γνωρίζοντας την ιστορία μας: Ολοκληρωτισμός», ΣΚΑΪ, 07.01.2018.

29. L Picknett - C. Prince - S. Prior, «War of the Windsors: A Century of Unconstitutional Monarchy», Mainstream Publishing, Edinburgh, 2002, p.78.

30. Το κείμενο του συμφώνου στο http://untreaty.org/unts/60001_120000/18/34/00035684.pdf.

31. Anthony Adamthwate, «France and the Coming of the Second World War 1936-1939», Frank Cass Editions, London, 1977, p.75.

32. Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ, «Παγκόσμια ιστορία», Εκδόσεις «Μέλισσα», Αθήνα, 1962, τόμ. Θ1-Θ2, σελ. 456.

33. Αρετή Τούντα-Φρεγάδη, «Η Εξωτερική Πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων στο Μεσοπόλεμο», Εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», Αθήνα, 2000, σελ. 182.

34. Χένρι Κίσσιντζερ, «Διπλωματία», Εκδόσεις «Νέα Σύνορα», Αθήνα, 1995, σελ. 347.

35. Henrik O. Lunde, «Finland's War of Choice (The troubled German-Finnish Coalition in World War II)», Casemate Publishers, Philadelphia & Newbury, 2011, p. 16 και D. Glantz, Preface στο Alexander O. Chubaryan - Harold Shukman, «Stalin and the Soviet-Finnish War», Routledge Editions, London & New York, 2002, p. xxii.

36. Ντόναλντ Σασούν, «Εκατό χρόνια σοσιαλισμού», Εκδόσεις «Καστανιώτης», Αθήνα, 2001, τόμ. Α', σελ. 179-184.

37. Kevin Ruffner (ed.), Forging an Intelligence Partnership: CIA and the Origins of the BND 1945-1949 στο δικτυακό τόπο http://www2.gwu.edu/~nsarchiv/NSAEBB.NSAEBB146/INDEX.htm.

38. Ε. Χατζηβασιλείου, ΣΚΑΪ, 21.01.2018.

39. Χ. Παπασωτηρίου, ΣΚΑΪ, 07.01.2018.

40. Ε. Χατζηβασιλείου, ΣΚΑΪ, 07.01.2018.

41. Θ. Βερέμης, ΣΚΑΪ, 07.01.2018.

42. Θ. Βερέμης, ΣΚΑΪ, 14.01.2018.

43. Θ. Διαμαντόπουλος, ΣΚΑΪ, 07.01.2018.

44. Θ. Διαμαντόπουλος, ΣΚΑΪ, 28.01.2018.

45. Α. Πορτοσάλτε, ΣΚΑΪ, 28.01.2018.

46. Θ. Βερέμης, ΣΚΑΪ, 21.01.2018.

47. Χ. Παπασωτηρίου, ΣΚΑΪ, 07.01.2018.

48. Θ. Διαμαντόπουλος, ΣΚΑΪ, 07.01.2018.

49. Ν. Μαραντζίδης, ΣΚΑΪ, 21.01.2018.

50. Μια παρόμοια γραμμή υποστήριξε ο Πόππερ πριν από 70 χρόνια (Καρλ Πόππερ, «Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της», Εκδόσεις «Δωδώνη», Αθήνα - Γιάννενα, 1982, τόμ. Β', σελ. 305).

51. Ν. Μαραντζίδης, ΣΚΑΪ, 28.01.2018

52. Εντουαρντ Μπερνστάιν, «Οι προϋποθέσεις του σοσιαλισμού και τα καθήκοντα της σοσιαλδημοκρατίας», Εκδόσεις «Παπαζήσης», Αθήνα, 1996, σελ. 230.

53. Θ. Διαμαντόπουλος, ΣΚΑΪ, 21.01.2018.

54. Ν. Μαραντζίδης, ΣΚΑΪ, 21.01.2018.

55. Rudolf Hilferding, «Το χρηματιστικό κεφάλαιο», Εκδόσεις «Γκοβόστης», Αθήνα, 1970.

56. Β. Ι. Λένιν, «Ο ιμπεριαλισμός: Ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2005, σελ. 103-104.

57. Β. Ι. Λένιν, «Η χρεοκοπία της Δεύτερης Διεθνούς», Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1995, σελ. 25-26.

58. Β. Ι. Λένιν, «Σοσιαλισμός και πόλεμος» στο Β. Ι. Λένιν, Απαντα, Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1980, τόμ. 26, σελ. 323-324.

59. Β. Ι. Λένιν, «Η χρεοκοπία της Δεύτερης Διεθνούς», Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1995, σελ. 89.

60. ΣΚΑΪ, 21.01.2018.

61. Γιώργος Μαργαρίτης, «Η Ρωσική Επανάσταση. Μια σύντομη ιστορία», Εκδόσεις ΚΨΜ, Αθήνα, 2017, σελ. 247-282.

Η «δικτατορία του Κόμματος» και η δικτατορία του κεφαλαίου

Τα προηγούμενα, αν και παράλογα, είναι απαραίτητα προκειμένου να οικοδομηθεί η εικόνα της δικτατορικής κομμουνιστικής εξουσίας, όπως υποστηρίζουν περισπούδαστα οι συνομιλούντες, η οποία στηρίζεται στην τρομοκρατία. Φυσικά, ως μέγιστη τρομοκρατία οι αστοί αντιλαμβάνονται την άρνηση του ατομικού συμφέροντος ιδιοποίησης των προϊόντων ξένης εργασίας. Πάνω σε αυτό διαμορφώνουν μια αντίληψη για το άτομο σε αντιπαράθεση με τον κοινωνικό ρόλο του:

«Το βασικό σημείο σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς είναι ότι δεν αναγνωρίζει το άτομο, ως δρώντα της Ιστορίας (...) το άτομο υποτάσσεται σε μια συλλογικότητα (...) το προλεταριάτο στην περίπτωση των κομμουνιστικών καθεστώτων».62

Μάλιστα, ακολουθώντας τα διεθνή πρότυπα63, ο Θ. Διαμαντόπουλος πρόσθεσε:

«Τα προπλάσματα, ως απόπειρα ολοκληρωτισμού, είναι πολύ πιο παλιά. Δηλαδή, ήταν στη Γαλλική Επανάσταση ο Γράκχος Μπαμπέφ. Μιλάει για πλήρη κατάργηση κάθε ιδιοκτησιακής σχέσης. Χωρίς τη δυνατότητα του ανθρώπου να συσχετίζεται με το προϊόν της εργασίας του, υπάρχει ένα στοιχείο ολοκληρωτισμού».64

Δεν θέλουν καν να σκεφτούν ότι την κατάργηση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας την επιτάσσει ο κοινωνικός χαρακτήρας της εργασίας. Επίσης, ότι την κατάργηση της δυνατότητας του ανθρώπου να συσχετίζεται με το προϊόν της εργασίας του την επέφερε ο καπιταλισμός, δηλαδή η καπιταλιστική βιομηχανική υπεροχή επί της ατομικής, οικοτεχνικής, βιοτεχνικής εργασίας. Αλλωστε, η μετοχική καπιταλιστική ιδιοκτησία είναι εν μέρει η άρνηση της καθαρά ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, αν και διατηρεί βέβαια τη δυνατότητα ιδιοποίησης ξένης εργασίας και μάλιστα συγκεντρωμένης σε μεγάλο βαθμό.

Φυσικά, ο καθηγητής θεωρεί συνώνυμη του ολοκληρωτισμού την αναγκαία για την εργατική τάξη και τα μεσαία λαϊκά στρώματα απαλλοτρίωση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας:

«Το σοβιετικό καθεστώς δεν μπορεί να αποδεχθεί τη διαδικασία από τα κάτω. Ποια είναι η σημαντικότερη διαδικασία από κάτω; Ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης».65

Εδώ κι αν γίνεται λαθροχειρία, αφού σε μια οικονομική λειτουργία ο ανθρώπινος παράγοντας μπορεί να παρέμβει μόνο αλλάζοντας τους αντικειμενικούς όρους πραγματοποίησής της. Αλλωστε, ο ίδιος ο καπιταλισμός, διαθέτοντας ισχυρότερα εργαλεία από το νόμο προσφοράς - ζήτησης (π.χ. μονοπωλιακές τιμές, συμφωνίες κ.ά.), συχνά τον αναιρεί.

Παρ' όλα αυτά, αντιμετωπίζουν το νόμο προσφοράς - ζήτησης ως διαχρονικά φυσική λειτουργία, προκειμένου να κηρύξουν ως ουτοπική όχι μόνο την υπεροχή του κεντρικού σχεδιασμού των κοινωνικοποιημένων μέσων παραγωγής, αλλά και τη δυνατότητά του να ικανοποιεί τις αυξανόμενες λαϊκές ανάγκες, σε αντιπαράθεση με το κυνήγι του κέρδους. Γι' αυτό και παρουσιάζουν την υιοθέτηση της οικονομίας της αγοράς από τα σοσιαλιστικά κράτη ως αναπότρεπτη «δημοκρατική» απάντηση στα αδιέξοδα που δήθεν υπήρχαν στη σοσιαλιστική οικοδόμηση και όχι ως παρέκκλιση από την τελευταία, όπως και ήταν. Είπαν:

«Το ζήτημα που θέτει ο Χρουστσόφ είναι ένα ζήτημα, ένα ερώτημα που θα απασχολήσει πολύ τη δεκαετία του '50 και του '60 όλη την ευρύτερη περιοχή του κομμουνιστικού χώρου (και αφορά το) αν μεταρρυθμίζεται ο κομμουνισμός. (...) Αυτό θα είναι και το ερώτημα του Γκορμπατσόφ, και της Πράγας, και της Ουγγαρίας του '56 (...). Το ερώτημα αυτό οι Σοβιετικοί θα επιχειρήσουν να το απαντήσουν θετικά. (...) Η ανοιχτή αγορά και η ελεύθερη οικονομία με το μυαλό των Σοβιετικών συμβαδίζει με τον εκδημοκρατισμό».66

Είναι παλιά υπόθεση η αναγνώριση των Αποφάσεων του 20ού Συνεδρίου (1956) και γενικότερα της περιόδου Χρουστσόφ από όλους τους υποστηρικτές του ιδεολογήματος των δύο ολοκληρωτισμών και η χρησιμοποίησή τους για μεγαλύτερη επίθεση στο κομμουνιστικό κίνημα.67

Επειδή όμως οι καθηγητές αντιλαμβάνονται ότι τα επιχειρήματά τους για την «ελεύθερη οικονομία» είναι διάτρητα και στέκονται σε τεντωμένο σχοινί, προσπαθούν να θωρακίσουν τις αντιεπιστημονικές θεωρήσεις τους με (τι άλλο;) τα «εγκλήματα του κομμουνισμού». Και εδώ ξεκινά η γνωστή παράθεση των θυμάτων του λιμού της Ουκρανίας68, του Κατίν69, οι δίκες της Μόσχας κ.λπ.

Ομως, ούτε και με αυτά μπορούν να απαντήσουν: Γιατί η Σοβιετική Ενωση μπόρεσε μέσα σε λίγα χρόνια να ανυψωθεί σε μία από τις πιο ισχυρές βιομηχανικές χώρες στον κόσμο, ενώ βρισκόταν πολύ κάτω από τα πιο ανεπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη; Γιατί εκατοντάδες εκατομμύρια σε όλο τον κόσμο συναρπάστηκαν από τα επιτεύγματα του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους και επιχείρησαν να ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο; Γι' αυτό καταφεύγουν σε γελοιότητες. Ετσι, αναδεικνύουν ως κύριο χαρακτηριστικό του «κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού» την επιδεξιότητα στο ψέμα! Για παράδειγμα, ο Μαραντζίδης εξηγεί τη στήριξη των Δυτικών διανοούμενων στη Σοβιετική Ενωση ως αποτέλεσμα του... χρηματισμού τους και της φιλοξενίας τους σε μια πλαστή πόλη70! Και προσθέτει:

«Ολοι έλεγαν ψέματα σε όλους. Αυτό μπορεί να το δει κανείς στον τρόπο που οι διάφορες υπηρεσίες του σοβιετικού κράτους καταγράφουν τα διάφορα στατιστικά αποτελέσματα, τους στόχους....».71

«Στις αρχές της δεκαετίας του '80, ο καθηγητής μου στη Γαλλία (...) μου είχε πει το εξής: Το ψέμα θα οδηγήσει στην κατάρρευση του σοβιετικού καθεστώτος, διότι δεν επιτρέπει να χρησιμοποιηθούν οι υπολογιστές, που είναι η νέα τεχνολογία. (...) Οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, τροφοδοτούμενοι με ψευδή στοιχεία, είχαν αποδιοργανώσει πλήρως και τη στρατιωτική και τη βιομηχανική δύναμη της Σοβιετικής Ενωσης».72

Κανείς δεν μπορεί να καταλάβει γιατί το ψέμα που δεν καταγραφόταν στους υπολογιστές ήταν περισσότερο ακίνδυνο. Μάλλον, η ουσία κρύβεται στην παρέμβαση του Ε. Χατζηβασιλείου:

«Αν ελέγξω όλα τα μέσα, θα μπορώ να σας λέω ψέματα (...) και εσείς δε θα μπορείτε να τα διαψεύσετε».73

Εξ ιδίων κρίνουν τα αλλότρια. Αυτή είναι η πρακτική των σύγχρονων αντικομμουνιστών, υποστηρικτών της αστικής εξουσίας. Αραδιάζουν ψέματα και ανακρίβειες, ευελπιστώντας ότι η συνεχής επανάληψη ανιστόρητων ακροβασιών θα μπορέσει να πείσει την εργατική τάξη και το φτωχό λαό ότι έξω από τα τείχη του επίπεδου αστικού ορθολογισμού και του καπιταλισμού υπάρχουν μόνο τέρατα και ποτάμια λάβας.

Το παραμύθι, παρά τους δράκους, εξακολουθεί να είναι κακό.

Αντί επιλόγου

Οι συνεχείς διαστρεβλωτικές επιθέσεις εναντίον της Ιστορίας και των ιδεολογικών πολιτικών αρχών του κομμουνιστικού κινήματος προσφέρονται για την άντληση χρήσιμων συμπερασμάτων. Καταρχάς, η κατάντια των επιχειρημάτων και η αντιεπιστημονική προσέγγιση των ιστορικών γεγονότων φανερώνουν το τέλμα της αστικής ιδεολογίας και τη συνολική σήψη της καπιταλιστικής εξουσίας, αποτελούν απόδειξη ότι έχει προ πολλού παρέλθει ανεπιστρεπτί η περίοδος προσφοράς της στην ανθρωπότητα. Ομως, το σημαντικότερο είναι ότι για τους αστούς ιστοριογράφους, παρά τις θεωρητικές τους διαβεβαιώσεις, η πάλη εναντίον του κομμουνισμού δεν είναι ένα ιστορικό ζήτημα ακαδημαϊκού ενδιαφέροντος, αλλά αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης προπαγάνδας τους. Τα αδιέξοδα του σύγχρονου καπιταλισμού (η διεθνής καπιταλιστική οικονομική κρίση, η ένταση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και η εκδήλωση ενδοϊμπεριαλιστικών συγκρούσεων) διαμορφώνουν το αντικειμενικό υπόστρωμα για νέα ανάταση του κομμουνιστικού κινήματος. Αυτό φοβίζει και τους ταγούς της καπιταλιστικής εξουσίας. Και με αυτήν την έννοια, η πάλη για την προάσπιση της Ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος και η εξαγωγή συμπερασμάτων που θωρακίζουν την ταξική πάλη σήμερα, δεν έρχονται από το παρελθόν. Αποτελούν χρέος απέναντι στο μέλλον, απαραίτητη προϋπόθεση για την ανασύνταξη του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος.

ΑΝΤΙΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΡΕΒΛΩΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Παραπομπές:

62. Ε. Χατζηβασιλείου, ΣΚΑΪ, 07.01.2018.

63. Βλ. ενδεικτικά J.L. Talmon, «The Origins of Totalitarian Democracy», Mercury Books, London 1961. Σε αυτό το βιβλίο προπάτορες του ολοκληρωτισμού θεωρούνται οι Γιακωβίνοι, ο Ρουσό, ο Γράκχος Μπαμπέφ.

64. Θ. Διαμαντόπουλος, ΣΚΑΪ, 07.01.2018.

65. Ε. Χατζηβασιλείου, ΣΚΑΪ, 28.01.2018.

66. Ν. Μαραντζίδης, ΣΚΑΪ, 28.01.2018.

67. Ζαν-Φρανσουά Ρεβέλ, «Ο πειρασμός του ολοκληρωτισμού», Εκδόσεις «Ράππα», Αθήνα, 1976, σελ. 10.

68. Για μια αποκάλυψη των πραγματικών στοιχείων αναφορικά με το λιμό της Ουκρανίας βλ. Αναστάσης Γκίκας, «"Κατασκευή εγκλημάτων" και η φαυλότητα της "σταλινολογίας"», «Ριζοσπάστης», 30 Νοέμβρη 2008.

69. Αναφορικά με τα διαχρονικά ψέματα σχετικά με το Κατίν βλ. Αναστάσης Γκίκας, «Το Κατίν, η προπαγάνδα και οι πρόθυμοι απολογητές των ναζί».

70. Ν. Μαραντζίδης, ΣΚΑΪ, 28.01.2018.

71. Ν. Μαραντζίδης, ΣΚΑΪ, 14.01.2018.

72. Θ. Διαμαντόπουλος, 14.01.2018.

73. Ε. Χατζηβασιλείου, ΣΚΑΪ, 28.01.2018.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ