Κυριακή 21 Μάρτη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Πολιτική συνείδηση και εκλογική συμπεριφορά

Στις εκτιμήσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το εκλογικό αποτέλεσμα («Ρ», 9/3/2004), αναφέρεται ότι:

«Η εκλογική αναμέτρηση κατέγραψε τη λαϊκή δυσαρέσκεια και αγανάκτηση απέναντι στην πολιτική του ΠΑΣΟΚ, την οποία όμως καρπώθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της το κόμμα της ΝΔ... Το ζητούμενο, να εκφραστεί σε μεγαλύτερο βαθμό η ριζοσπαστικοποίηση με τη μείωση του δικομματισμού σ' αυτές τις εκλογές, δεν επιτεύχθηκε. Παραμένει η αντίφαση, από τη μια να δυναμώνει η λαϊκή αγανάκτηση, η πεποίθηση ότι ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ δεν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές, και από την άλλη να μην εκφράζεται αυτή στην κάλπη. Ο δικομματισμός παρέμεινε κραταιός με πολύ υψηλά ποσοστά στη χώρα μας».

Και τίθεται το ερώτημα, γιατί να υπάρχει αυτή η αντίφαση; Στην ίδια απόφασή της, η ΚΕ απαντά: «Οι μακροχρόνιοι εσωτερικοί και διεθνείς παράγοντες που οδηγούν στον εγκλωβισμό στη στρατηγική του δικομματισμού παραμένουν ισχυροί και εμφανίζονται ανθεκτικοί προς το παρόν».

Αλλά δεν αρκείται μόνο σ' αυτήν την απάντηση. Εκτιμά ταυτόχρονα ότι, αργά, αλλά σταθερά, «διαμορφώνεται ένας ριζοσπαστικός πυρήνας στην ελληνική κοινωνία από την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα και τη νεολαία, ο οποίος μπορεί να αποτελέσει μια καλή μαγιά για την ανάπτυξη της ταξικής πάλης και της πολιτικής συσπείρωσης και συνεργασίας των αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων». Και θέτει το ζήτημα ότι το Κόμμα πρέπει «να συνεχίσει και κυρίως να κάνει πιο ποιοτική ιδεολογική, πολιτική και μαζική δράση, να συνεχίσει και να επαυξήσει τις πρωτοβουλίες του, ώστε ο πυρήνας αυτός να σταθεροποιηθεί, να διευρυνθεί και προπαντός να συσπειρωθεί και να οργανωθεί σε όλα τα μέτωπα πάλης».

Ενώ ταυτόχρονα εκτιμά ότι: «Κεντρικό ζήτημα, για μια ακόμη φορά, αναδεικνύεται η ανάγκη να ξεπεραστούν τα προβλήματα κρίσης και υποχώρησης, που εδώ και πολλά χρόνια χαρακτηρίζουν το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, πράγμα το οποίο ασκεί την επίδρασή του ευρύτερα. Το ίδιο ισχύει για τα προβλήματα που εμφανίζονται στο κίνημα της μικρομεσαίας αγροτιάς, στους ΕΒΕ. Πρόκειται για σοβαρό παράγοντα, που δυσκολεύει την ωρίμανση της πολιτικής συνείδησης και ασκεί ευρύτερη επίδραση στο γενικότερο μαζικό κίνημα».

Η παραπάνω εκτίμηση σχετικά με την «ωρίμανση της πολιτικής συνείδησης» της εργατικής τάξης, των άλλων λαϊκών στρωμάτων και τους παράγοντες που επιδρούν σ' αυτήν είναι βασικό ζήτημα για να κατανοήσουμε την εκλογική συμπεριφορά των λαϊκών στρωμάτων, αλλά και την εκτίμηση της ΚΕ του ΚΚΕ για τη λαϊκή δυσαρέσκεια από την ασκούμενη πολιτική και την αντίφαση να την καρπώνεται το άλλο κόμμα της πλουτοκρατίας.

Η πολιτική συνείδηση καθορίζει και την έκφραση της πολιτικής τους τοποθέτησης και της ψήφου. «Η καθολική ψηφοφορία είναι ένας δείκτης του βαθμού ωριμότητας της εργατικής τάξης. Περισσότερο δεν μπορεί να είναι και δε θα είναι ποτέ μέσα στο σημερινό κράτος» (Ενγκελς, στο έργο του για το κράτος).

Επομένως, η πολιτική τοποθέτηση, άρα και η εκλογική, εκφράζει και το βαθμό συνειδητοποίησης των πραγματικών συμφερόντων των λαϊκών μαζών ή τμημάτων τους, από τις ίδιες, αλλά και την αντίληψη που έχουν σχετικά με το ποια πολιτική μπορεί να τα πραγματοποιεί και κάτω από ποιες προϋποθέσεις μπορεί να εφαρμόζεται αυτή η πολιτική.

Εχει μεγάλη σημασία, λοιπόν, η εκτίμηση της ΚΕ ότι: «Στο έδαφος της ανάπτυξης της ταξικής πάλης, της πολιτικοποίησης των αγώνων και της συσπείρωσης των δυνάμεων, με στόχο τη συγκρότηση της κοινωνικοπολιτικής Λαϊκής Συμμαχίας, θα αντιμετωπίζονται τα προβλήματα μοιρολατρίας, αυταπατών, εγκλωβισμού ευρύτερων λαϊκών μαζών στη λογική του μονόδρομου, που υπηρετεί αποκλειστικά και μόνο τα συμφέροντα του κεφαλαίου, τις επιλογές της ΕΕ και του ΝΑΤΟ».

Τα κριτήρια που διαμορφώνουν, ώστε να εκφραστούν πολιτικά οι λαϊκοί άνθρωποι, αντικειμενικά, δεν μπορούν να είναι ομοιόμορφα. Εχουν άμεση σχέση με το πώς αντιλαμβάνονται την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα που ζουν, μέσα από ποιες διαδικασίες την προσλαμβάνουν, πώς γενικεύουν την εμπειρία τους για τα προβλήματά τους, τις αιτίες ύπαρξης και αναπαραγωγής τους, καθώς και την επίδραση της ασκούμενης πολιτικής ή της αντιπολιτευτικής δράσης στην αντιμετώπισή τους. Η διαδικασία συνειδητοποίησής τους, για το ποια είναι τα πραγματικά τους συμφέροντα, αλλά και ποια πολιτική είναι αυτή που αντικειμενικά μπορεί να τα πραγματοποιεί, δεν είναι απλή. Αλλωστε, η εργατική τάξη, αντικειμενικά, δεν είναι ενιαία και ομοιόμορφη και αυτό οφείλεται στον καταμερισμό της εργασίας. Αυτή είναι η βάση και των συντεχνιακών αντιλήψεων και των παραγόντων που μπορούν να αξιοποιούνται από την αστική τάξη για τη διάσπασή της. Ετσι, όλα τα τμήματα της εργατικής τάξης δεν μπορούν να έχουν τις ίδιες εμπειρίες, ούτε το ίδιο επίπεδο συνειδητοποίησης. Υπάρχουν αντικειμενικά προβλήματα αλληλοκατανόησης των διαφορετικών τμημάτων της εργατικής τάξης, των διαφοροποιήσεων στο εσωτερικό της από τον καταμερισμό εργασίας. Διαφορετικό αντικείμενο απασχόλησης, εργασιακές σχέσεις, μορφωτικό επίπεδο, αλλά και προέλευση, κοινωνική καταγωγή. Επίσης, δε φτάνει απλά η διαπίστωση των προβλημάτων της εργατικής τάξης από την ίδια, για να κατανοήσει και ποιο είναι το συμφέρον της, δηλαδή πώς μπορούν να λυθούν, ούτε αρκεί η παρακολούθηση της πολιτικής αντιπαράθεσης των κομμάτων, προκειμένου να διαμορφωθεί ολοκληρωμένη αντίληψη, για το ποιο κόμμα, ποια πολιτική μπορεί να τα αντιμετωπίσει.

Ετσι η πολιτική κάθε κόμματος προσλαμβάνεται, ανάλογα με τα κριτήρια που καθένας διαμορφώνει και τον τρόπο που τα διαμορφώνει. Και σ' αυτό το ζήτημα, η απλή εμπειρία από την παρακολούθηση των εξελίξεων ή και τα βιώματα της κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας, χωρίς την ενεργητική συμμετοχή στις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις, στην ταξική πάλη, εμποδίζει πραγματικά τις διεργασίες που θα επιδρούν στην πολιτική συνείδηση της εργατικής τάξης, των άλλων λαϊκών στρωμάτων, ώστε να κατανοούν ότι τα πραγματικά τους συμφέροντα πραγματοποιούνται με την πολιτική διεξόδου που προτείνει και παλεύει το ΚΚΕ.

Αυτή η υπόθεση σημαίνει ότι οι λαϊκές μάζες συμμετέχουν ενεργά στους κοινωνικοπολιτικούς αγώνες μέσα από τα διάφορα μέτωπα πάλης. Αυτή η συμμετοχή, σε συνδυασμό με την ιδεολογικοπολιτική δουλιά των κομμουνιστών, που αναδεικνύει τη βασική αιτία των προβλημάτων (εκμετάλλευση) και συνδέει τη λύση τους με την ανάγκη της πολιτικής του Μετώπου, μπορεί να συμβάλει σε διεργασίες διαμόρφωσης της ταξικής πολιτικής συνείδησης. Σ' αυτούς τους αγώνες κρίνονται οι διαφορετικές πολιτικές και μπορεί να γίνεται το ξεκαθάρισμα στη συνείδηση των απλών ανθρώπων του μόχθου, τόσο για την ορθότητα της πολιτικής του ΚΚΕ, όσο και για την ανάγκη να συγκρουστεί και να 'ρθει σε ρήξη ο λαός με την πολιτική της πλουτοκρατίας. Αλλωστε, τη σύγκρουση την επιβάλλει η πλουτοκρατία με την πολιτική που εφαρμόζει ενάντια στα λαϊκά συμφέροντα.

Βεβαίως, αγώνες έγιναν τα προηγούμενα χρόνια. Αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι συσπείρωναν την πλειοψηφία των λαϊκών τμημάτων που αντιμετώπιζαν προβλήματα, δεν είχαν την απαιτούμενη έκφραση κοινής δράσης διαφορετικών κοινωνικών στρωμάτων, δεν έγιναν παλλαϊκή υπόθεση οι στόχοι τους, ούτε ο βαθμός πολιτικοποίησής τους ήταν τέτοιος που θα μπορούσε να συμβάλει στην ωρίμανση της πολιτικής συνείδησης μεγαλύτερων τμημάτων από την εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα, πολύ περισσότερο να αλλάξει ριζικά το συσχετισμό δυνάμεων, απεγκλωβίζοντας μεγάλα τμήματα του λαού από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ και να τα στρέψει προς το ΚΚΕ και το λαϊκό μέτωπο. Γι' αυτό και η ΚΕ εκτιμά ότι μαζί με την πιο ποιοτική ιδεολογική, πολιτική και μαζική δράση, αναδεικνύεται ως κεντρικό ζήτημα, η ανάγκη να ξεπεραστούν τα προβλήματα κρίσης και υποχώρησης, που εδώ και πολλά χρόνια χαρακτηρίζουν το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, πράγμα το οποίο ασκεί την επίδρασή του ευρύτερα, όπως και στο κίνημα της μικρομεσαίας αγροτιάς, στους ΕΒΕ. Είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη της ταξικής πάλης.


Λ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ