Κυριακή 22 Ιούνη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Τα όρια της αστικής πολιτικής

Με το σημερινό άρθρο κλείνουμε μια σειρά άρθρων σχετικά με την κίνηση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Στο «Κεφάλαιο», ο Μαρξ απέδειξε ότι αντικειμενικά ο καπιταλισμός θα αντικατασταθεί από τον ανώτερο κομμουνιστικό τρόπο παραγωγής. Η κίνηση του καπιταλισμού υπακούει σε αντικειμενικούς νόμους. Η γνώση αυτών των νόμων υπαγορεύεται από τις απαιτήσεις πειστικής προβολής του Προγράμματος του Κόμματος. Επίσης, επιτρέπει να κατανοούμε και την όποιας μορφής πολιτική διαχείρισής του που εφαρμόζεται ανάλογα με τη φάση του κύκλου της αναπαραγωγής του κεφαλαίου στην οποία βρίσκεται μια καπιταλιστική οικονομία, και που υπηρετεί τα συμφέροντα των κεφαλαιοκρατών. Η πολιτική που υπηρετεί τα πραγματικά συμφέροντα της εργατικής τάξης είναι αυτή που στηριζόμενη στο νομοτελειακό ξεπέρασμα του καπιταλισμού, συνενώνει την εργατική τάξη στον ταξικό αγώνα για την ανατροπή του, συνδέοντας την πάλη για τη διεκδίκηση λύσεων στα προβλήματα με την προοπτική του σοσιαλισμού.

Τα όρια του καπιταλισμού δεν είναι απεριόριστα, όπως η αστική προπαγάνδα διαδίδει. Οι καπιταλιστές αυξάνουν την παραγωγικότητα, αυξάνοντας τη μάζα των κερδών τους, αλλά αυτή η τάση οδηγεί στην πτώση του ποσοστού του κέρδους, που σημαίνει ότι αντικειμενικά δυσκολεύεται η αναπαραγωγή του κεφαλαίου. Εδώ βρίσκεται και η στενότητα των ορίων του, το αναπόφευκτο της ανατροπής του. Επίσης, οι καπιταλιστές παράγοντας για το κέρδος, είναι υποχρεωμένοι να αυξάνουν την παραγωγικότητα, αλλά δεν μπορούν να ξεφύγουν από την αναρχία στην παραγωγή, αφού δεν παράγουν για την κάλυψη των αναγκών της κοινωνίας, των ανθρώπων. Ενώ λοιπόν η παραγωγή είναι κοινωνική, η ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της είναι ατομική - καπιταλιστική. Ετσι παράγουν αλλά δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν την παραγωγή, να πουλήσουν τα εμπορεύματα, επέρχεται κρίση.

«

Η εξαθλίωση δεν πρέπει να γίνεται αντιληπτή μόνο με τον απόλυτο τρόπο της απώλειας αυτού που έχει εξασφαλίσει η εργατική τάξη ή μόνο σαν πείνα, "λουμπενοποίηση" ή συνέπειες πολέμου. Μια τέτοια αντίληψη μπορεί να οδηγεί σε αστήριχτη και διαψευδόμενη από τη ζωή καταστροφολογία ή αντίστροφα σε υπερτίμηση των δυνατοτήτων του καπιταλισμού. Πρέπει να αντιλαμβανόμαστε και τη σχετική πλευρά, π.χ. σαν ΤΑΣΗ μείωσης του μεριδίου της εργατικής τάξης στο συνολικό κοινωνικό προϊόν αλλά και σαν αμορφωσιά, ανορθολογισμό και μυστικισμό σε σχέση με την ανάπτυξη της επιστήμης, χαμηλό καλλιτεχνικό γούστο σε σχέση με τα αριστουργήματα της τέχνης, αυξανόμενη αβεβαιότητα για το μέλλον, ανεργία έστω και αν το επίδομα γι' αυτήν είναι ικανοποιητικό κλπ». 1

Ολ' αυτά σημαίνουν ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων μπορεί να ικανοποιήσει όλες τις σύγχρονες ανάγκες της εργατικής τάξης, αλλά δεν ικανοποιούνται, όσο και αν συγκριτικά με προηγούμενες περιόδους η εργατική τάξη είναι σε καλύτερη κατάσταση.

«Επομένως, αναφερόμενοι στις παραγωγικές δυνάμεις και στην ανάπτυξή τους, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η κυριότερη παραγωγική δύναμη είναι ο άνθρωπος και πως η τάση για εξαθλίωση του άμεσου παραγωγού είναι o απόλυτος, γενικός νόμος της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης που, όπως όλοι οι άλλοι νόμοι έτσι και αυτός, τροποποιείται μέσα στην πραγματική ζωή χωρίς να παύει να ισχύει ως τάση». 2

Είναι αυτό που παραστατικά βλέπουμε, ως αύξηση της ψαλίδας ανάμεσα στον παραγόμενο σε μια χώρα πλούτο και τη συμμετοχή σ' αυτόν της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων που συνεχώς μειώνεται.

«

Συνήθως γίνεται η σύγκριση για το επίπεδο μισθών, γενικά εισοδημάτων ή και κοινωνικών παροχών, ανάμεσα στις χώρες - μέλη της ΕΕ και κριτική εκεί που υπάρχει υστέρηση, όπως στη χώρα μας.

Ο Μαρξ στο "Κεφάλαιο" αναφέρεται στις εθνικές διαφορές στην τιμή της εργατικής δύναμης, υπογραμμίζοντας ότι σε κάθε χώρα υπάρχει μια μέση εντατικότητα. Σε παγκόσμιο επίπεδο η μέση εντατικότητα διαφέρει από χώρα σε χώρα. Στον αναπτυγμένο καπιταλισμό είναι μικρότερη η σχετική αξία του χρήματος απ' ό,τι στο λιγότερο αναπτυγμένο. Ο ονομαστικός μισθός είναι μεγαλύτερος απ' ό,τι στο λιγότερο αναπτυγμένο, πράγμα όμως που δεν ισχύει στον ίδιο βαθμό για τον πραγματικό».3

Αντικειμενικά δεν μπορεί να υπάρξει τέτοια βελτίωση της θέσης γενικά της εργατικής τάξης μιας λιγότερο αναπτυγμένης καπιταλιστικής χώρας ώστε να φθάσει στο επίπεδο μιας αναπτυγμένης. Δεν μπορεί να υπάρξει «σύγκλιση».

«Η ταξική πάλη μπορεί να μετριάζει τις απώλειες αλλά δεν μπορεί να αναστρέψει τις τάσεις. Μπορεί μόνο να τις καταργήσει, καταργώντας το σύστημα. Επομένως και η πάλη μέσα στο σύστημα, σε όποια φάση του, δεν μπορεί να επιβάλλει στην αστική πολιτική, η οποία υπηρετεί τη διευρυμένη αναπαραγωγή του στα πλαίσια των συγκεκριμένων νόμων που τη διέπουν, επιλογές ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ. Το κυνήγι του κέρδους είναι απόλυτος νόμος. Συσσώρευση κεφαλαίου γίνεται και με μειωμένο κέρδος. Οταν το κεφάλαιο δυσκολεύεται, ξαναρίχνει την τιμή της εργατικής δύναμης. Η άνοδος της τιμής της εργατικής δύναμης κρατιέται σε εκείνο το σημείο που επιτρέπει να μένει άθικτη η βάση του συστήματος, η ικανότητα πραγματοποίησης της καπιταλιστικής αναπαραγωγής».4

Η ικανότητα διαχείρισης από μια κυβέρνηση είναι διαφορετικό ζήτημα, αλλά δε σημαίνει καθόλου ότι εδώ είναι η αιτία των προβλημάτων για τα λαϊκά στρώματα.

Για παράδειγμα, η μεταπολεμική σοσιαλδημοκρατική διαχείριση σε ευρωπαϊκές χώρες με εκτεταμένο συγκριτικά με σήμερα παραγωγικό κρατικό τομέα και κοινωνικές παροχές δεν επιβλήθηκε στην αστική τάξη μόνο από το συσχετισμό δυνάμεων. Ο κύκλος αναπαραγωγής του κεφαλαίου ήταν σε φάση που έδινε τη δυνατότητα για κοινωνικές παροχές. Οσο για τον εκτεταμένο κρατικό παραγωγικό τομέα, τον επέβαλλαν τα συμφέροντα του κεφαλαίου σε τομείς που απαιτούσαν μεγάλα κεφάλαια, με χαμηλό ποσοστό κέρδους. Τομείς όμως απαραίτητοι για τη διευρυμένη αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου,(π.χ. ηλεκτρική ενέργεια, τηλεπικοινωνίες).

Παραγωγικοί τομείς κρατικής ιδιοκτησίας υπήρχαν από το τέλος του 19ου αιώνα. Εκείνη την εποχή, στην Ιαπωνία π.χ. το κράτος δημιουργούσε επιχειρήσεις και μετά τις πωλούσε σε χαμηλές τιμές στους καπιταλιστές.

«

Η βολονταριστική αντίληψη σε σχέση με τις απεριόριστες δυνατότητες του αγώνα της εργατικής τάξης στα πλαίσια του συστήματος δεν είναι παρά μια "ριζοσπαστική" μορφή του ρεφορμισμού, στο βαθμό που δεν αντιμετωπίζεται ιδεολογικά επικίνδυνη, γιατί ουσιαστικά αποδυναμώνει την πάλη για την ανατροπή του, εμποδίζει τη συσπείρωση σε αντιμονοπωλιακή αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση.

Γι' αυτό έχει μεγάλη σημασία να αφομοιωθεί ότι η κίνηση του καπιταλισμού υπακούει σε αντικειμενικούς ΝΟΜΟΥΣ, που καμία πολιτική βούληση δεν μπορεί να καταργήσει. Για παράδειγμα, σχετικά με τη συσσώρευση ο Κ. Μαρξ αναφέρεται σε ΝΟΜΟ, που θέτει κατώτατο όριο εκμετάλλευσης και ανώτατο μισθού. Εξάλλου, οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις είναι το πιο αδιάψευστο τεκμήριο ότι η αστική πολιτική είναι υποχρεωμένη να δρα σύμφωνα με τους νόμους της καπιταλιστικής συσσώρευσης, όποιο προσωπείο κι αν φορά. Π.χ. στην ΕΟΚ/ΕΕ πετάχτηκε το κοινωνικό προσωπείο μόλις έγινε αντιληπτό ότι η πτώση του ποσοστού κέρδους, μετά τη λεγόμενη «πετρελαϊκή κρίση» στις αρχές της δεκαετίας του '70, είχε πιο μόνιμα χαρακτηριστικά και η συσσώρευση άρχισε να χωλαίνει. Αποτέλεσμα στους μισθούς, που επιτεύχτηκε και με πολιτικά μέτρα: ενώ οι πραγματικοί μισθοί στην ΕΟΚ/ΕΕ αυξάνονταν την περίοδο 1961 - '73 με ρυθμό 5% το χρόνο (το ΑΕΠ 4,7% το χρόνο), το 1974 - '85 ο ρυθμός πέφτει σε 1,5% το χρόνο (ΑΕΠ 2%), το 1986 - '90 σε 1,9% (ΑΕΠ 3,2%) και το 1991 - '96 σε 0,8% (ΑΕΠ 1,5%).5

Αυτό που μπορεί να κάνει ο αγώνας είναι να ωθήσει προς το ανώτατο όριο μισθού και να το διαπιστώσει. Μια ριζοσπαστική φιλολαϊκή κυβέρνηση στο καπιταλιστικό έδαφος αν πάρει μέτρα που ξεπερνούν το όριο αυτό, θα αντιμετωπίσει μια τέτοια πολιτικοοικονομική και κοινωνική κατάσταση που θα υπάρχουν μόνο δύο επιλογές: αναδίπλωση ή κατάργηση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας (που προϋποθέτει επαναστατική εξουσία). Σε αυτήν την κατεύθυνση αντιμετωπίζει το ζήτημα το Πρόγραμμα του Κόμματος στο 15ο Συνέδριο και στις επεξεργασίες του 16ου»6.

1,2,3,4,5,6. Από τη διάλεξη του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, «ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ», ΚΟΜΕΠ, τεύχος 2/2002 σελ. 111-114).


Σ.Λ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ