3ο Μέρος
Από το Λοκ εμπνεύστηκε ο Ζαν Ζακ Ρουσό. Κατά την άποψή του ο φυσικός άνθρωπος ήταν τελείως ελεύθερος, η κοινωνία είναι αποτέλεσμα ενός «κοινωνικού συμβολαίου», μιας ελεύθερης ένωσης, ενσωμάτωσης των ατόμων, που παραχωρούν τα δικαιώματα και τις ελευθερίες τους σε μία γενική βούληση, παραμένοντας όμως το ίδιο ελεύθερα όπως και στην πρωταρχική φυσική τους κατάσταση. Ετσι, κάθε άτομο υποκαθιστά τη φυσική του ελευθερία με μία πολιτική, με την οποία όμως ανυψώνεται ηθικά. Κατά το Ρουσό στην κοινωνία κανένας δεν μπορεί να έχει φυσική εξουσία πάνω στο συνάνθρωπό του. Η κυβέρνηση είναι μία εξουσία, υποταγμένη στην κυρίαρχη βούληση του λαού.
Ο τρίτος Πρόεδρος των ΗΠΑ και ο κύριος συντάκτης της «Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας», ο Τ. Τζέφερσον, δήλωνε ότι «η καλύτερη κυβέρνηση είναι εκείνη που κυβερνά ελάχιστα».
Ο Α. Σμιθ αντιτάχθηκε στην εμποροκρατική θεωρία, υποστήριξε ότι ο ελεύθερος ανταγωνισμός και το ελεύθερο εμπόριο θα προωθήσουν, με τον καλύτερο τρόπο, την «οικονομική μεγέθυνση» ενός έθνος (= τον πλούτο του). Κατά την άποψή του στην ελεύθερη οικονομία τα άτομα παράγουν αγαθά τα οποία οι άλλοι επιθυμούν να τα αγοράσουν και έτσι παράγουν κέρδος από το οποίο ωφελείται όλη η κοινωνία.
Για τον Ανταμ Σμιθ ο πλούτος μιας χώρας δε συνίσταται στο χρήμα, αλλά στο σύνολο των εμπορευμάτων που παράγει, η πηγή του βρίσκεται στην ωφέλιμη εργασία, που δημιουργεί ανταλλακτική αξία. Τον πλούτο το δημιουργεί όχι μόνο η αγροτική εργασία αλλά και η βιομηχανική.
Ο Σμιθ θεωρεί επικίνδυνο κάθε κρατικό παρεμβατισμό, πως οι δασμοί π.χ. δεν έχουν καμιά θέση στη ρύθμιση του εμπορίου. Ο Σμιθ καθορίζει στην πολίτη εξουσία, στην κυβέρνηση, τρεις αρμοδιότητες:
α) Την κατασκευή και συντήρηση δημοσίων έργων και ιδρυμάτων, τις δαπάνες των οποίων δεν μπορεί να αναλάβει κανένα άτομο, ούτε μια μικρή ομάδα ατόμων. Συνιστά π.χ. το κράτος να αναλάβει τη λαϊκή εκπαίδευση, αλλά να το πράξει με προσοχή.
β) Την προστασία των πολιτών από την αδικία και καταπίεση που μπορεί να διαπράξουν σε βάρος τους άλλοι συμπολίτες τους.
γ) Την προστασία της κοινωνίας από την εξωτερική βία.
Οι οικονομικές αντιλήψεις του Σμιθ και της Σχολής του σχετικά με την εργασία, το κεφάλαιο, το μισθό, το κέρδος, την υπεραξία και πολλά άλλα, αποτέλεσαν μία από τις θεωρητικές πηγές του μαρξισμού. Ο Μαρξ έκανε βαθιά ανάλυση και κριτική αποτίμηση του έργου και των αντιλήψεων, του ρόλου του Α. Σμιθ. Θεωρεί πως ο Σμιθ δεν έμεινε στην εξωτερική περιγραφή των οικονομικών φαινομένων, αλλά ερεύνησε την εσωτερική σύνδεσή τους, τις νομοτέλειές τους. Ο Μαρξ ονόμασε τον Α. Σμιθ «οικονομολόγο της μανουφακτουριακής περιόδου του καπιταλισμού».
Ολοι οι εκπρόσωποι του φιλελευθερισμού θεωρούν πως για την κάθε κυβέρνηση υπάρχει μόνο μία απειλή, η καταψήφισή της από το εκλογικό σώμα, το λαό. Γι' αυτό φοβούνταν τη λαϊκή κυριαρχία και περιόριζαν το δικαίωμα της ψήφου, το χορηγούσαν μόνο σ' όσους κατείχαν περιουσία. Μ' αυτό γίνονταν υποστηρικτές της αστικής τάξης. Την περιουσία - ιδιοκτησία - τη θεωρούσαν ως βασικό, φυσικό και αναγκαίο δικαίωμα. Αυτό το δικαίωμα και τα άλλα δικαιώματα και δημοκρατικές ελευθερίες του ανθρώπου και του πολίτη καταγράφηκαν σε γνωστά ιστορικά ντοκουμέντα - διακηρύξεις.
Το δόγμα λεσέ-φερ, λεσέ-πασέ γίνεται ανεπαρκές, υποβάλλεται σε έντονη κριτική. Κατά την τρίτη δεκαετία του 20ού αιώνα εμφανίζεται η κεϊνσιανή άποψη του κρατικού προγραμματισμού, η θεωρία του κρατικού - μονοπωλιακού καπιταλισμού. Ο φιλελευθερισμός καταρρέει χωρίς να εξαφανιστεί όμως. Αναβίωσε στα τέλη του 20ού αιώνα υπό τη μορφή του νεοφιλελευθερισμού.
Στο σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο συνυπάρχει η ελεύθερη αγορά με ένα αναπτυγμένο σύστημα οικονομικής προστασίας, πολιτικής και στρατιωτικής κυριαρχίας. Ο νεοφιλελευθερισμός γίνεται το άλφα και το ωμέγα της πολιτικής των ΗΠΑ, της ΕΕ, όλων των καπιταλιστικών κυβερνήσεων των μεγάλων δυνάμεων.
Πυρήνας αυτής της πολιτικής είναι οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, (ιδιωτικοποιήσεις των δημόσιων επιχειρήσεων και των τομέων του δημοσίου, που παρέχουν κοινωνικές υπηρεσίες, όπως υγεία, πρόνοια, εκπαίδευση κλπ, οι ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις και την κοινωνική ασφάλιση), η κυριαρχία της ατομικής πρωτοβουλίας, η αφαίρεση γενικότερα των κατακτήσεων και δικαιωμάτων των λαών.
Η ιστορία του καπιταλισμού επιβεβαιώνει ότι το αστικό κράτος, ως το κύριο στοιχείο του καπιταλιστικού εποικοδομήματος, στα πλαίσια της ελεύθερης καπιταλιστικής οικονομίας, πάντα επέμβαινε προς όφελος των συμφερόντων της αστικής τάξης, του κεφαλαίου. Το ίδιο κάνει και σήμερα.