Κυριακή 3 Μάρτη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Για την οικονομική κρίση του καπιταλισμού

Το τελευταίο χρονικό διάστημα, ιδιαίτερα μετά τις 11 Σεπτέμβρη του 2001, με το χτύπημα στους δίδυμους πύργους της Νέας Υόρκης, αποκαλύφθηκε και από αστούς οικονομολόγους και αναλυτές, γιατί πλέον δεν μπορούσε να συγκαλύπτεται, το γεγονός ότι στις καπιταλιστικές οικονομίες διαφόρων κρατών υπάρχει κρίση ή υποβόσκει κρίση. Πολλά στοιχεία της αστικής στατιστικής, με τα οποία υπολογίζονται ή εκτιμούνται οι εξελίξεις και οι τάσεις των καπιταλιστικών οικονομιών, προβλήθηκαν, προκειμένου να στοιχειοθετήσουν την πορεία αυτών των οικονομιών, για να καταλήξουν στο συμπέρασμα της κρίσης ή της υποβόσκουσας κρίσης, αλλά και με την επιδίωξη ταυτόχρονα υπολογισμού του χρονικού διαστήματος για το ξεπέρασμά της. Ενώ δεν έλειπαν και εκτιμήσεις για τη μια ή την άλλη μορφή κρατικομονοπωλιακής παρέμβασης, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες από την κρίση για το κεφάλαιο. `Η ακόμη και αναλύσεις και προτάσεις για την αναγκαιότητα τέτοιων ή αλλιώτικων παρεμβάσεων από τα κράτη. Οι συγκεκριμένες συζητήσεις και εκτιμήσεις έγιναν και από διεθνείς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και μάλιστα για χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία, η Γερμανία και η Βρετανία κλπ.

Τι είναι όμως οικονομική κρίση; Αν και οι ορισμοί δεν μπορούν πάντα να δώσουν με σαφήνεια τόσο την περιγραφή όσο και την ουσία ενός φαινομένου, μπορούμε να πούμε το εξής: Κρίση είναι η διακοπή της διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου. Η διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου δεν είναι μόνιμη, αδιάκοπη, αλλά διακόπτεται περιοδικά και η άνοδος εναλλάσσεται με την πτώση. Αυτό το φαινόμενο ονομάζεται «κυκλική οικονομική κρίση».

Διευρυμένη καπιταλιστική αναπαραγωγή σημαίνει ότι οι καπιταλιστές την υπεραξία, άρα και τα κέρδη που καρπώνονται, δεν την καταναλώνουν ολόκληρη, ως εισόδημα, αλλά το μεγαλύτερο μέρος το ξαναρίχνουν στην παραγωγή, κάνουν δηλαδή επενδύσεις, διευρύνοντας τις διαστάσεις του κεφαλαίου τους προκειμένου να αυξάνουν την υπεραξία, άρα και τα κέρδη που αντλούν. Αυτή η συνεχής διαδικασία, που αυξάνει το κεφάλαιο, διακόπτεται περιοδικά.

Κατά τη διάρκεια της κρίσης περιορίζεται η εμπορική πίστωση, αυξάνει η ζήτηση του χρήματος για δανεισμό, ενώ μειώνεται η προσφορά χρηματικού κεφαλαίου για δανεισμό. Περιορίζεται η πώληση εμπορευμάτων και αυξάνονται τα αποθέματά τους, τα απούλητα εμπορεύματα, ενώ πέφτουν οι τιμές. Παρουσιάζεται αδυναμία πληρωμής δανείων σε τράπεζες από επιχειρήσεις που έχουν δανειστεί. Ο όγκος της παραγωγής μειώνεται και διάφορες επιχειρήσεις χρεοκοπούν και κλείνουν, η ανεργία αυξάνεται. Εχουμε δηλαδή καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, με πρώτη απ' όλες την εργατική δύναμη.

Δίνουμε ορισμένα στοιχεία που τεκμηριώνουν τις εκτιμήσεις για την κρίση ή την υποβόσκουσα κρίση σε χώρες με ισχυρή καπιταλιστική οικονομία.

Στις ΗΠΑ, οι απολύσεις έφτασαν στο 1.000.000 εργαζομένους μέσα στο 2001. Χαρακτηρίζεται ως η μεγαλύτερη μείωση της απασχόλησης στα τελευταία 12 χρόνια. Οι κλάδοι με τις περισσότερες απολύσεις είναι αυτοί της πληροφορικής, των τηλεπικοινωνιών, των αερομεταφορών και του τουρισμού. Το Νοέμβρη η ανεργία έφτασε στο 5,7% έναντι του 4% τον αντίστοιχο μήνα του 2000, ενώ το Δεκέμβρη, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Εργασίας των ΗΠΑ, το σύνολο των ανέργων ήταν 8.300.000.

Η «Lucent Technologies», αμερικανική εταιρία, η μεγαλύτερη στον κόσμο, που κατασκευάζει εξοπλισμό για τον κλάδο των τηλεπικοινωνιών και του διαδικτύου, είχε απώλειες 1,6 δισ. δολαρίων και προχώρησε στην απόλυση 16.000 εργαζομένων.

Η «Μπόινγκ», ο μεγαλύτερος όμιλος κατασκευής αεροσκαφών στον κόσμο, ανακοίνωσε το Σεπτέμβρη του 2001 πρόγραμμα 30.000 απολύσεων εργαζομένων μέχρι τα τέλη του 2002, ενώ οι αμερικανικές αεροπορικές εταιρίες «United Airlines» και «US Airlines» ανακοίνωσαν το Σεπτέμβρη την απόλυση τουλάχιστον 20.000 εργαζομένων η πρώτη, ή ποσοστό 20% του εργατικού της δυναμικού, ενώ η δεύτερη 11.000 εργαζομένων.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της κατάστασης της αμερικανικής οικονομίας είναι η χρεοκοπία του ενεργειακού κολοσσού «Enron», από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις στον κόσμο, στο συγκεκριμένο τομέα.

Στην Ιαπωνία, το ΑΕΠ ήταν αρνητικό τόσο στο β` όσο και στο γ` τρίμηνο του 2001. Εκτιμάται ότι η Ιαπωνία περνά τη χειρότερη κρίση μετά το Β` Παγκόσμιο Πόλεμο. Στο 5% ήταν το ποσοστό ανεργίας το καλοκαίρι, το μεγαλύτερο ποσοστό από το 1953, που ξεκίνησαν οι μετρήσεις της ανεργίας. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της ιαπωνικής κυβέρνησης, οι άνεργοι τον Ιούλη ανέρχονταν σε 3,3 εκατομμύρια, με αυξητική τάση, ενώ σε εκατοντάδες ανέρχονται οι επιχειρήσεις που χρεοκόπησαν.

Η κατάσταση δεν είναι καλύτερη στην Ευρωπαϊκή Ενωση και κυρίως στην ευρωζώνη. Η οικονομία της ευρωζώνης παρέμεινε στάσιμη στο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα του 2001.

Η βιομηχανική παραγωγή στην ευρωζώνη σύμφωνα με στοιχεία του Οκτώβρη του 2001 μειώθηκε με ταχύτερο ρυθμό τους μήνες Ιούλη, Αύγουστο και Σεπτέμβρη. Σύμφωνα με τη Eurostat, η συνολική βιομηχανική παραγωγή συρρικνώθηκε κατά 1,4% σε μηνιαία βάση και 2,7% σε ετήσια. Ειδικότερα για τη Γερμανία, το υπουργείο Οικονομικών, στη μηνιαία έκθεσή του, για το Δεκέμβρη του 2001 εκτιμά μεγαλύτερη ακόμη πτώση της οικονομίας (το ΑΕΠ στο γ` τρίμηνο του 2001 ήταν -0,1%), γεγονός το οποίο αποδίδεται στη συνεχιζόμενη πτώση της κατανάλωσης. Οι άνεργοι στη Γερμανία ήταν 4 εκατομμύρια τον περασμένο Δεκέμβρη, ενώ επίσημες πηγές, με δεδομένη την αυξητική τάση σε σχέση με τον περασμένο Νοέμβρη (από 9,2% αυξήθηκε στο 9,6%), ανησυχούσαν για ακόμη μεγαλύτερη αύξηση.

Αλλά στη Γερμανία εμφανίζονται και φαινόμενα δυσκολιών πληρωμής δανείων. Ετσι δραματική υποχώρηση, σε ποσοστό 90,5%, παρουσίασαν τα προ φόρων κέρδη της τράπεζας Dresdner Bank την περσινή χρονιά, εξαιτίας επισφαλών δανείων, σε συνδυασμό με την αύξηση των λειτουργικών εξόδων. Τα προ φόρων κέρδη της γερμανικής τράπεζας - η οποία εξαγοράστηκε από τον ασφαλιστικό όμιλο «Allianz» έναντι τιμήματος 24 δισ. ευρώ - μειώθηκαν στα 153 εκατ. ευρώ το 2001, με τις προβλέψεις για επισφαλή δάνεια να αυξάνονται κατά 19,4%, στο 1,893 δισ. ευρώ, έναντι προβλέψεων ύψους 1,585 δισ. ευρώ του 2000.

Η εικόνα όμως δε σταματά εδώ. Η «Ericsson», η τρίτη μεγαλύτερη εταιρία κατασκευής τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού, είχε ανακοινώσει το Γενάρη του 2001 ότι τα προ φόρων κέρδη της για το τέταρτο τρίμηνο του 2000 έπεσαν κατά 46%. Προκειμένου να περιορίσει τις απώλειες, η εταιρία ανακοίνωσε ότι πουλά τον τομέα της κατασκευής κινητών τηλεφώνων (με εργοστάσια σε Βραζιλία, Μαλαισία, Σουηδία, Βρετανία και ΗΠΑ) σε εταιρία αμερικανικών συμφερόντων. Ετσι ανακοίνωσε και τη μείωση των εργαζομένων της από 16.800 σε 7.000.

Η «Deutsche Telecom» είχε ζημιές ενός δισ. ευρώ το τελευταίο τρίμηνο 2000.

Στην ευρωζώνη, ο δείκτης PMI (μεταποιητικός δείκτης) έπεσε το Σεπτέμβρη στο χαμηλότερο σημείο της τετραετούς ζωής του, δείχνοντας σημαντική πτώση στην παραγωγή, στις νέες παραγγελίες και στη συνολική δραστηριότητα. Ηταν ο έκτος συνεχής μήνας που ο μεταποιητικός τομέας σημείωνε πτώση στην ευρωζώνη. Το πλήγμα οφείλεται στην επιβράδυνση των επιχειρηματικών επενδύσεων και ιδίως στην πτώση των εξαγωγών.

Σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης υπάρχουν επιχειρήσεις που βρέθηκαν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας όπως π.χ. η γαλλική εταιρία οικιακών συσκευών «Moulinex SA», που υπό το βάρος του ανταγωνισμού και των ύψους 818 εκατ. ευρώ χρεών της, προχωρά στο κλείσιμο έξι εργοστασίων της στην Ευρώπη, με απολύσεις 4.000 ατόμων, δηλαδή το 19% του εργατικού της δυναμικού.

Στην Αγγλία και στην Ουαλία, ο αριθμός χρεοκοπιών εταιριών αυξήθηκε κατά 9,3% στο β` τρίμηνο του 2001, με αυξητική τάση.

Σε περικοπή 5.800 επιπλέον θέσεων εργασίας προχώρησε η βρετανική αεροπορική εταιρία «British Airways», μετά τους 7.200 υπαλλήλους της που είχε απολύσει το φθινόπωρο. Η μεγάλη ευρωπαϊκή εταιρία προχώρησε στην κίνηση αυτή, μετά την ανακοίνωση της δραματικής πτώσης των κερδών της το 2001, ευελπιστώντας, έτσι, να μειώσει μεγάλο μέρος των λειτουργικών της εξόδων.

Σύμφωνα με στοιχεία του ΔΝΤ σχετικά με τους ρυθμούς αύξησης της παραγωγής εμφανίζεται η εξής εικόνα: Για μεν τις ΗΠΑ, το 1999 οι ρυθμοί αύξησης ήταν 4,1%, το 2000 ήταν 4,1%, ενώ για το 2001 προβλέπεται 1,3%. Αντίστοιχα για την Ιαπωνία, το 1999 οι ρυθμοί ήταν 0,8%, το 2000 1,5%, το 2001 -0,5%. Στην Ευρωζώνη το 1999 ήταν 2,7%, το 2000 3,5%, το 2001 1,8%.

Απ' όλα τα παραπάνω στοιχεία παρατηρούμε ότι: Εμφανίζεται μείωση των ρυθμών παραγωγής, αύξηση της ανεργίας, μείωση της πώλησης εμπορευμάτων, κυρίως καταναλωτικών αγαθών, κλείσιμο επιχειρήσεων αφού χρεοκόπησαν, αδυναμία πληρωμής δανείων κλπ. Δηλαδή όλα τα φαινόμενα που δείχνουν δυσκολίες στη διευρυμένη καπιταλιστική αναπαραγωγή (μείωση των ρυθμών αύξησης του ΑΕΠ), ακόμη και διακοπή της (π.χ. στην Ιαπωνία εμφανίζεται στάσιμο ή και μειούμενο το ΑΕΠ).

Πού οφείλεται όμως η κρίση, ποιες οι αιτίες που ξεσπά; Γι' αυτά θα μιλήσουμε στο επόμενο.


Σ. Κ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ