Κυριακή 8 Αυγούστου 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Για τη σχέση του Κομμουνιστικού Κόμματος με τη διανόηση

Τρίτο μέρος

Στις μέρες μας είναι γεγονός η διαδικασία συρρίκνωσης των δημοσίων υπαλλήλων, η οποία έχει γίνει πραγματικότητα ιδιαίτερα σε εργασίες χαμηλής ειδίκευσης, αφού σειρά εργασιών καθαριότητας, επισκευών κλπ. σε κρατικά νοσοκομεία γίνονται μέσω εργολαβιών επιχειρήσεων ιδιωτικού κεφαλαίου που χρησιμοποιούν μισθωτή εργασία.

Είναι επίσης γεγονός ότι το κράτος χρησιμοποιεί ακόμα και για εργασίες επιστημονικής ειδίκευσης εργαζόμενους με σχέση όχι μόνιμης εργασίας, π.χ. stage, συμβασιούχους κλπ.

Η συρρίκνωση σχετίζεται αφενός με τις στρατηγικές επιλογές για ιδιωτικοποιήσεις και αφετέρου με ορισμένους αστικούς εκσυγχρονισμούς στη δημόσια διοίκηση. Ολα αυτά καταγράφονται στις κατευθύνσεις και στα εργαλεία ελέγχου που διαθέτει το διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, ΟΟΣΑ, ΕΕ κλπ.)

Αν και η τάση είναι να μειώνεται ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων, ωστόσο εξακολουθεί να είναι μεγάλος. Η αστική στατιστική συμπεριλαμβάνει τους κρατικούς μισθωτούς στο σύνολο των μισθωτών κι έτσι αφενός διογκώνεται ο αριθμός των μισθωτών, αφετέρου συρρικνώνεται το ποσοστό των μισθωτών στη μεταποίηση.

Στατιστικά διογκώνεται ο αριθμός των μισθωτών και επειδή καταχωρούνται σε αυτούς και τυπικά μισθωτοί αλλά ουσιαστικά μετέχοντες στη διεύθυνση - διοίκηση των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Ωστόσο, αυτά τα στατιστικά σφάλματα δεν τροποποιούν τις τάσεις στις οποίες αναφερθήκαμε.

Σημερινή τάση είναι να διογκώνεται το τμήμα των επιστημόνων που δεν απορροφάται από τον κρατικό μηχανισμό ως κρατική υπαλληλία, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του μετατρέπεται σε μισθωτό από το κεφάλαιο και συχνά χωρίς να συμμετέχει στη διεύθυνση - διοίκηση.

Ολα τα παραπάνω έχουν τη σημασία τους στη σχέση κοινωνικού προσδιορισμού - συνείδησης, επομένως και στις ιεραρχήσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος στο ζήτημα τόσο της δουλειάς για την ενότητα της εργατικής τάξης όσο και για τη συμμαχία της με τμήματα μεσαίων στρωμάτων. Εχει την ιδιαίτερη σημασία της για τη δουλειά του ΚΚ με τους επιστήμονες, που σε κάθε περίπτωση οφείλει με αντικειμενικότητα να εκτιμά τη δυνατότητα να ξεκολλήσουν τις υπηρεσίες τους από την εξυπηρέτηση της αστικής τάξης και να τις θέσουν στην υπηρεσία του εργατικού κινήματος.

Ιδιαίτερη αναφορά θα γίνει για τους εργαζόμενους στην εκπαίδευση, ανεξάρτητα από τις εργασιακές τους σχέσεις: Κρατικοί υπάλληλοι, μη μόνιμη μίσθωσή τους από το κράτος (ωρομίσθιοι - αναπληρωτές), μισθωτοί του κεφαλαίου. Για όλες τις περιπτώσεις ισχύει ότι συμμετέχουν άμεσα και ενεργά στον ισχυρότερο ιδεολογικό μηχανισμό της αστικής εξουσίας, μέσω του οποίου ασκείται η ιδεολογική χειραγώγηση, ξεκινώντας από τη νηπιακή ηλικία.

Η λειτουργία μετάδοσης γνώσεων είναι ενιαία με λειτουργίες κοινωνικοποίησης του ατόμου, που βεβαίως γίνεται στην κατεύθυνση αφομοίωσης των αστικών αξιών και της καπιταλιστικής αστικής νομιμότητας. Ο εκπαιδευτικός έχει άμεσο ενεργητικό ρόλο είτε είναι στο δημόσιο σχολείο είτε στο ιδιωτικό. Δηλαδή, ανεξάρτητα από την εργασιακή του σχέση, μετέχει σ' έναν αντιδραστικό ιδεολογικό μηχανισμό, ο οποίος περιλαμβάνει και αναγκαία προοδευτικά στοιχεία της γνωστικής διαδικασίας. Η στάση του εκπαιδευτικού απέναντι στο εργατικό και λαϊκό κίνημα, με αυτή την ιδιαίτερη σχέση με τις διαδικασίες παιδείας, καθορίζεται από τη συνειδητοποίηση και τη στάση του στις παραπάνω λειτουργίες, κατά πόσο συνειδητοποιεί το παραπάνω πρόβλημα, επιδιώκει μέτωπο διαχωρισμού της μετάδοσης γνώσεων από την άκριτη αφομοίωση των αστικών αξιών, παλεύει ώστε η όποια κοινωνικοποίηση συντελείται μέσω της εκπαιδευτικής λειτουργίας να εισάγει το στοιχείο ότι η κοινωνία δεν είναι ταξικά ενιαία.

Η διαλεκτική υλιστική αντίληψη αντανακλά θεωρητικές νομοτέλειες στη γνώση της κοινωνίας και της φύσης, επομένως είναι αντικειμενικά αναγκαία και στην εκπαιδευτική διαδικασία. Σε αυτό κρίνεται, πραγματώνεται ο ρόλος των κομμουνιστών και των κομμουνιστριών εκπαιδευτικών. Είναι το κύριο περιεχόμενο σύγκρουσης με την εργοδοσία, είτε στη μορφή της ως κράτους είτε ως ιδιώτη. Δε νοείται πλαίσιο διεκδίκησης, στόχοι πάλης, που να μην περιλαμβάνουν πρωτίστως διεκδικήσεις στο περιεχόμενο (ύλη, βιβλία κλπ.) της εκπαίδευσης.

Φυσικά, μεγάλο μέρος των εκπαιδευτικών, δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, συνθλίβεται από προβλήματα που συνθλίβουν και την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Ομως, το σύστημα δημιουργεί και υλικές συνθήκες για να τους αποκόψει από το λαϊκό κίνημα: Ευνοεί (ανεπίσημα) την ενίσχυση του εισοδήματός τους με το ιδιαίτερο μάθημα, την παράλληλη δουλειά στο δημόσιο σχολείο και στο ιδιωτικό φροντιστήριο. Σε αυτή την υλική βάση το κράτος εξασφαλίζει την υποταγή τους σ' ένα εκπαιδευτικό σύστημα που λειτουργεί με συμπληρωματικότητα του δημόσιου - ιδιωτικού σχολείου και με ταξικούς φραγμούς στη μόρφωση.

Μια παραλλαγμένη μορφή ενσωμάτωσης που επιφέρει το σύστημα σε άλλης επιστημονικής ειδίκευσης κρατικούς υπαλλήλους, όπως οι γιατροί του δημοσίου, είναι το «φακελάκι». Ανάλογο χαρακτήρα έχει και ο «νόμιμος» χρηματισμός με «δώρα» από μονοπώλια του φαρμάκου και από τη λειτουργία των απογευματινών ιατρείων μέσα στα δημόσια. Επίσης, σε ορισμένα τμήματά τους (π.χ. γιατροί ΙΚΑ και πανεπιστημιακών νοσοκομείων) δίνεται η δυνατότητα να διατηρούν ιδιωτικά ιατρεία. Κι εδώ η αναφορά μας γίνεται από την άποψη της λειτουργίας του δημόσιου συστήματος Υγείας κι όχι από την άποψη της δεύτερης δουλειάς, φαινόμενο που αφορά και τον εργάτη.

Αυτές οι στρεβλώσεις έχουν την αντανάκλασή τους και στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, στο αγροτικό κλπ., ως έμπρακτη αδυναμία να υιοθετούν διευρυμένο πλαίσιο και κυρίως ενέργειες πάλης για την Παιδεία και την Υγεία.

Παρόμοια φαινόμενα στη σχέση κοινωνικής ένταξης - συνείδησης, στον τρόπο ζωής, παρατηρούνται στους μισθωτούς επιστήμονες εργαζόμενους και σε μισθωτούς καλλιτέχνες, σε διάφορους σύγχρονους κλάδους παραγωγής «εμπορευματοποιημένων προϊόντων», όπως των μέσων μαζικής ενημέρωσης, του πολιτισμού, της φυσικής αγωγής, των επιχειρήσεων «παροχής νομικών, λογιστικών, τεχνικών υπηρεσιών» και διαφήμισης. Στο πρόσφατο παρελθόν χαρακτηρίζονταν από έντονη μεταβατικότητα ως προς τη μισθωτή εργασιακή σχέση και ταυτόχρονα την τάση ένα τμήμα τους, κατά τη μεσαία ηλικία, να μεταπηδά σε αυτοαπασχόληση με ή χωρίς μισθωτό προσωπικό. Αυτό το φαινόμενο αφορά γιατρούς, μηχανικούς, δικηγόρους, οικονομολόγους, λογιστές, δημοσιογράφους, καλλιτέχνες, γυμναστές, φυσικοθεραπευτές και άλλες ειδικότητες, κυρίως με υψηλή επιστημονική μόρφωση ή υψηλή επαγγελματική ειδίκευση. Η ιστορικότητα αυτής της μεταβατικότητας στην ταξική ένταξη, αν και περιορίζεται χρόνο με το χρόνο, όμως σε συνάρτηση και με το μακρόχρονο της σπουδαστικής θητείας, με την άμεση σχέση με μηχανισμούς στελεχωμένους από αστικές δυνάμεις (πανεπιστήμια, μέσα μαζικής ενημέρωσης, εφορίες-τελωνεία, δικαστικές υπηρεσίες), την άμεση σχέση του κράτους με φορείς ιδιωτικού κεφαλαίου για έργα υποδομών και άλλα, διαμορφώνουν υλικές συνθήκες για έναν τρόπο ζωής πιο κοντά στην αστική τάξη, ακόμα κι όταν ο μισθωτός επιστήμονας ή καλλιτέχνης πληροί τις προϋποθέσεις αντικειμενικής ένταξής του στην εργατική τάξη. Συχνά υπερισχύει η τάση να διαμορφώνεται συνείδηση μικροαστική κι όχι η τάση ανάπτυξης εργατικής συνείδησης.

Η υλική βάση της πολιτικής λαϊκής συμμαχίας

Στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία, όπως της Ελλάδας, τα τμήματα των μισθωτών επιστημόνων που βρίσκονται ανάμεσα στην εργατική και την αστική τάξη είναι πολυπληθή, ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα, ασκούν ιδεολογική - πολιτική επιρροή στην εργατική τάξη, πιέζουν στην κατεύθυνση διάσπασης του εργατικού κινήματος, στο ρεφορμιστικό προσανατολισμό του, στον πολιτικό οπορτουνισμό.

Βεβαίως, τέτοια πίεση ασκούν και πιο «καλοπληρωμένα» τμήματα της εργατικής τάξης, το φαινόμενο της «εργατικής αριστοκρατίας», το οποίο δεν ταυτίζεται με τις διαφορές στους μισθούς που προκύπτουν ανάμεσα σε κλάδους λόγω της ανισόμετρης ανάπτυξής τους.

Ως γνωστόν, ακόμη και τα «πριμ παρουσίας» που έχουν κατακτήσει στη βιομηχανία ανεβάζουν σημαντικά το εργατικό εισόδημα και «δυσκολεύουν» τη συμμετοχή στην απεργία.

Γενικά είναι αρκετά δύσκολος ο υπολογισμός του μέσου εργατικού εισοδήματος ή ο προσδιορισμός του εργατικού εισοδήματος που δεν επιτρέπει αποταμίευση. Η δυσκολία οφείλεται στο γεγονός ότι σημαντικό τμήμα της εργατικής τάξης στην Ελλάδα διατηρούσε ιδιοκτησία γης, που είχε ως αποτέλεσμα να εξασφαλίσει ιδιόκτητο διαμέρισμα ή κατοικία ή ακόμα διατηρεί ιδιοκτησία γης που δίνει συμπληρωματικό εισόδημα.

Υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες. Ετσι σήμερα παρατηρείται το φαινόμενο τμήματα της κρατικής υπαλληλίας ακόμα και με πανεπιστημιακή ειδίκευση να έχουν εισόδημα ανάλογο με το μέσο εργατικό, αλλά και αυτοαπασχολούμενοι επιστήμονες να έχουν εισόδημα ανάλογο είτε με το μέσο εργατικό είτε στα όρια εκείνου ανώτερων τμημάτων της εργατικής τάξης (π.χ. σύγκριση του εργασιακού εισοδήματος ενός μέσου αυτοαπασχολούμενου λογιστή με το εισόδημα ενός μισθωτού οδηγού στον κλάδο τροφίμων - ποτών).

Οπωσδήποτε η προσπάθεια για ενότητα της εργατικής τάξης και για λαϊκή συμμαχία απαιτεί σημαντική εξειδίκευση κατά κλάδο και χώρο, επιτελική δουλειά από την πρωτοπορία της εργατικής τάξης, το Κομμουνιστικό Κόμμα της, το ΚΚΕ στη χώρα μας.

Η θεωρητική και «στατιστική» δυσκολία να καταγραφούν - καταμετρηθούν με ακρίβεια ποιοι μισθωτοί ανήκουν στην εργατική τάξη ή σε μεσαία στρώματα δεν πρέπει να εμποδίσει να εκφραστούν στην πάλη οι δυνατότητες προσέλκυσης των «σύγχρονων ημιπρολετάριων» στο εργατικό κίνημα, στη λαϊκή συμμαχία ενάντια στην αστική εξουσία. Και αναμφισβήτητα εργαζόμενοι επιστήμονες και καλλιτέχνες περιλαμβάνονται στους «σύγχρονους ημιπρολετάριους».

Είναι επίσης βέβαιο ότι τμήματα μισθωτών κρατικών υπαλλήλων έχουν ίδιους όρους ζωής με τμήματα της εργατικής τάξης, π.χ. καθαρίστρια ή νυχτοφύλακας σε κρατική υπηρεσία, νοσηλεύτρια ή τραπεζοκόμος σε κρατικό νοσοκομείο. Και αντίστροφα, τμήματα των μισθωτών του ιδιωτικού κεφαλαίου, τα οποία τυπικά μπορούν να ενταχθούν στην εργατική τάξη, έχουν ίδιους όρους ζωής με τμήματα μεσαίων στρωμάτων, π.χ. ειδικευμένοι γιατροί ιδιωτικών νοσοκομείων.

Αυτές οι διαφοροποιήσεις πρέπει να υπολογίζονται στη δουλειά του ΚΚ τόσο για την ενότητα της εργατικής τάξης όσο και για τη διαμόρφωση της λαϊκής συμμαχίας. Πρώτ' απ' όλα υπάρχει αντικειμενική βάση να εμπνευστούν λαϊκά στρώματα από τον αγώνα της εργατικής τάξης για οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας με κίνητρο τη σχεδιασμένη και ολοένα διευρυνόμενη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών κι όχι την καπιταλιστική κερδοφορία. Με άλλα λόγια, εξίσου υποφέρει η νοσηλεύτρια και η τραπεζοκόμος στο κρατικό νοσοκομείο, η καθαρίστρια και ο νυχτοφύλακας στην κρατική υπηρεσία με τον εργάτη-την εργάτρια στην κλωστοϋφαντουργία, την εμποροϋπάλληλο, την καθαρίστρια του ξενοδοχείου κλπ. Ολοι μαζί υποφέρουν από το επίπεδο μισθών - συντάξεων, των τιμών στα είδη λαϊκής κατανάλωσης, των τιμολογίων στον ηλεκτρισμό - φυσικό αέριο, στις τηλεπικοινωνίες, στα μέσα μαζικής μεταφοράς, το βάρος από την έμμεση φορολογία (ΦΠΑ, ειδικοί φόροι κατανάλωσης, τέλη κλπ.), από τα τροφεία στους δημοτικούς παιδικούς σταθμούς, αλλά και από τις περιορισμένες από την υποβάθμιση και τις ουσιαστικές ελλείψεις στο δημόσιο σύστημα φροντίδας της Υγείας, στην πρόληψη και την περίθαλψη, τα ακριβά ενοίκια ή την αδυναμία συντήρησης με σύγχρονους όρους (αντισεισμικούς κλπ.) της κατοικίας αλλά και των δημόσιων κτιρίων, τους ταξικούς φραγμούς στην Παιδεία και όλα αυτά που συνιστούν τις κοινωνικές ανάγκες. Αλλά και ο μη εργάσιμος χρόνος είναι κοινό πρόβλημα μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων, ανεξάρτητα από το μορφωτικό επίπεδο, την κατοχή πτυχίου ΑΕΙ.

Αυτές οι κοινωνικές ανάγκες είναι κοινές και για άλλα τμήματα λαϊκών στρωμάτων, όπως είναι οι φτωχοί αγρότες, αυτοαπασχολούμενοι στο λιανικό εμπόριο, στη μεταποίηση ή και σε κάποιες υπηρεσίες (ενοικιαζόμενα δωμάτια, επισιτισμός). Ακόμα κι όταν κατορθώνουν να χρησιμοποιήσουν ξένη μισθωτή εργασία, να αποσπάσουν άμεσα ή έμμεσα υπεραξία, τελικά τη χάνουν, γιατί την απορροφά η τράπεζα, το μονοπώλιο από το οποίο αγοράζουν εφόδια, η φορολογία κλπ.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ


Της Ελένης ΜΠΕΛΛΟΥ
Μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ