Το βιβλίο του Παύλου Μεθενίτη «Η Μαμά» (εκδόσεις «Καστανιώτη») αρχίζει με πολλά ερωτήματα, αλλά η αποκάλυψη, η απάντηση σ' αυτά τα ερωτήματα δεν ολοκληρώνεται παρά στο τέλος του μυθιστορήματος.
Γιατί άραγε ο δημιουργός του πίνακα, ο περίφημος για το έργο του και επονομαζόμενος «πιανίστας» έχει αποσυρθεί και δεν εμφανίζεται ποτέ στον κόσμο;
Γιατί έχοντας απορρίψει κατά καιρούς όλες τις παρακλήσεις για μια συνέντευξη από δημοσιογράφους, φιλότεχνους, καθηγητές, φοιτητές, δέχεται μόνο ύστερα από χρόνια να μιλήσει με έναν άσημο νεαρό σπουδαστή της Σχολής Καλών Τεχνών;
Τι συνδέει τον ηλικιωμένο καλλιτέχνη με το νεαρό αυτό παιδί;
Ποια είναι η άγνωστη γυναίκα που ποζάρει στον πίνακα;
Η αφήγηση που ακολουθεί είναι η ιστορία ενός ασυνήθιστου έρωτα μιας «συνηθισμένης» γυναίκας: Υπάλληλος που δουλεύει αμισθί στο οικογενειακό μίνι-μάρκετ η Μαρίνα. Πρότυπο συζύγου, μητέρας και ήδη γιαγιά, υποταγμένη στο ρόλο για τον οποίο την προόριζε το κοινωνικό περιβάλλον όπου μεγάλωσε. Αφοσιωμένη στις ανάγκες των άλλων και ποτέ στις δικές της. Θύμα καθημερινής εκμετάλλευσης, θα συναντήσει στα πενήντα πέντε της χρόνια για πρώτη φορά τον έρωτα. Η ίδια η ζωή θα την παρωθήσει να επαναστατήσει ενάντια στην προδιαγεγραμμένη μοίρα της και να δραπετεύσει από το οικογενειακό περιβάλλον, όπου όλοι την αντιμετώπιζαν «σαν δούλα», όπως θα συνειδητοποιήσει - πολύ αργά πια - ο σύζυγός της.
Οι συνέπειες από την απόφασή της απρόβλεπτες - ενώ οι χαρακτήρες εξελίσσονται σε γκροτέσκ τόνους. Στις γεμάτες λυρισμό σελίδες του δεύτερου μέρους του βιβλίου ο νέος της σύντροφος, ταλαντούχος ζωγράφος, προσπαθεί να ολοκληρώσει τον πίνακα όπου απεικονίζεται με επιτυχία το σώμα και το πρόσωπό της, αλλά - φευ - τα μάτια της του «ξεφεύγουν»: Υπάρχει σ' αυτά πόθος, συστολή, αλλά και μια άλλη έκφραση που προσπαθεί μάταια να απαθανατίσει. Δε θα το κατορθώσει, παρά στο τέλος της κοινής ζωής τους - κι αυτή είναι η σημαντικότερη αποκάλυψη στο νεαρό συνομιλητή του, που έχει επίσης γοητευτεί από το παράξενο βλέμμα της ζωγραφισμένης γυναίκας.
Το τέλος - απροσδόκητο - φέρνει μαζί του την κάθαρση σ' αυτή την ερωτική ιστορία που έχει και στοιχεία αστυνομικού μυθιστορήματος. Μια ιστορία που μας θυμίζει καταστάσεις που έζησαν οι γυναίκες κυρίως στο παρελθόν; Κι όμως, όχι!
Η οικονομική κρίση του καπιταλισμού σ' αυτό το μεταβατικό στάδιο που ζούμε ίσως θα έχει και πάλι σαν πρώτα θύματά της τις γυναίκες...
«Η Μαμά» είναι το τρίτο μυθιστόρημα του συγγραφέα και δημοσιογράφου Παύλου Μεθενίτη. Τα δυο προηγούμενα (σε εκδόσεις επίσης Καστανιώτη) ήταν «Ο άλλος» και η «Αμανίτα Μουσκάρια».
Μια διεισδυτική ματιά για το περιεχόμενο του βιβλίου, μας δίνει ο Ιστορικός Πέτρος Πετράτος. Φύγαμε...
«Στο τελευταίο βιβλίο του ο Βαγγέλης Σακκάτος έχει συγκεντρώσει πλούσιο υλικό γύρω από τις πρόσφατες εξελίξεις για το θέμα της σφαγής της ιταλικής μεραρχίας Ακουι από τους Γερμανούς το Σεπτέμβρη του 1943 στην Κεφαλονιά. Η εν ψυχρώ εκτέλεση από τους Γερμανούς χιλιάδων Ιταλών, στρατιωτών και αξιωματικών, στο πλαίσιο της σύγκρουσης των δύο πρώην συμμάχων στην Κεφαλονιά λίγο μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας συνιστά ένα από τα πιο αποτρόπαια ναζιστικά εγκλήματα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Και το γεγονός αυτό το κάλυψαν για ένα μεγάλο διάστημα με βαριά σιωπή το γερμανικό, το ιταλικό και το ελληνικό κράτος. Η, τότε, Ομοσπονδιακή Δυτική Γερμανία προσπάθησε να εξαφανίσει τα τεκμήρια της σφαγής, αλλά και ανέχθηκε ή και προώθησε στον κρατικό και στρατιωτικό μηχανισμό της κάποιους από εκείνους τους δράστες. Ενα παράδειγμα: Ο στρατηγός Hebert Lanz, ενώ δικάστηκε σε 12 χρόνια φυλακή, εξέτισε μόνο τα 5 και στη συνέχεια σταδιοδρόμησε στο στρατό της χώρας του, φτάνοντας μάλιστα να γίνει σύμβουλος Πολιτικής Ασφάλειας του γερμανικού Φιλελεύθερου Κόμματος του Γκένσερ.
Το ελληνικό κράτος εξασφάλισε το κατάλληλο νομικό πλαίσιο για τη μη δίωξη των Γερμανών εγκληματιών πολέμου και την απεμπόληση των δίκαιων ελληνικών διεκδικήσεων. Το 1959, επί πρωθυπουργίας Κ. Καραμανλή, Γερμανός εγκληματίας καταδικάζεται σε φυλάκιση 25 χρόνων, αλλά μετά από 8 μήνες αποφυλακίζεται, ενώ άλλος υπόδικος φυγαδεύεται - στην πραγματικότητα απολύεται από την ελληνική κυβέρνηση. Και στις δυο περιπτώσεις - Ιταλία και Ελλάδα - δεν έπρεπε να ενοχληθεί η από το 1955 γερμανική παρουσία στη ΝΑΤΟική συμμαχία...
Και όταν, μετά από πιέσεις μαζικών φορέων και κυρίως συγγενών των νεκρών, θα ξεκινήσει το 1964 - 20 χρόνια μετά τη σφαγή - δικαστική έρευνα, θα κλείσει το 1968 χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Αλλά και μετά την πάροδο άλλων 40 περίπου χρόνων από τότε, το 2001, που θα ξεκινήσει νέα δικαστική έρευνα, θα κλείσει και αυτή, το 2007, χωρίς να τιμωρηθεί κανένας... Αυτή, λοιπόν, η πλευρά της σφαγής της ιταλικής μεραρχίας Ακουι αποτελεί μία από τις ενότητες του βιβλίου του Β. Σακκάτου Κεφαλονιά 1943. Περιλαμβάνει άρθρα του ίδιου αλλά και άλλων, κυρίως Γερμανών, για το θέμα αυτό, καθώς και επιστολή και συνέντευξη του Ανώτερου Εισαγγελέα Ulrich Maass, του Γερμανού δηλαδή δικαστικού λειτουργού που είχε τελευταία αναλάβει τη δικαστική έρευνα για τη σφαγή.
Ο συγγραφέας σε άλλη ενότητα του βιβλίου του παρουσιάζει ρεπορτάζ, δικές του εισηγήσεις κ.λπ. από δύο ιστορικά συνέδρια που πραγματοποιήθηκαν για το γεγονός της σύρραξης, το ένα στο Αργοστόλι (Σεπτέμβρης 2003) και το δεύτερο στην Πάρμα της Ιταλίας (Μάρτης 2007) με τη συμμετοχή Ελλήνων, Γερμανών και Ιταλών συνέδρων, ιστορικών και ερευνητών, καθώς και από την παρουσίαση της ιταλικής έκδοσης του βιβλίου του Μεραρχία Ακουι στην Ακουι του Πιεμόντε (Οκτώβρης 2004)».
«Αξιοπρόσεκτη είναι η ενότητα του βιβλίου που περιλαμβάνει κριτικά κείμενα του Β. Σακκάτου, τα οποία αναφέρονται τόσο στο γνωστό μυθιστόρημα του Αγγλου συγγραφέα Λουί ντε Μπερνιέρ Το μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι (1995) και στην ομώνυμη ταινία - το ιστορικό φόντο τους είναι η ιταλογερμανική σύρραξη με αναφορές και παρεκβάσεις στην Εθνική Αντίσταση - όσο και σ' ένα άλλο βιβλίο του ίδιου συγγραφέα, το Πουλιά χωρίς φτερά - κύρια αναφορά του στα γεγονότα της μικρασιατικής καταστροφής του 1922. Ο Σακκάτος θεωρεί την παραπάνω λογοτεχνική παραγωγή του Λουί ντε Μπερνιέρ στρατευμένη "στην παραποίηση και την ιστορική πλαστογραφία" και τον Αγγλο συγγραφέα "παραχαράκτη καθ' έξιν και σύστημα, που καλύπτει τη διακήρυξη των υπεραντιδραστικών πολιτικών και κοινωνικών απόψεών του και των ιστορικών πλαστογραφιών του και παραχαράξεων με τη μορφή μυθιστορημάτων στην υπηρεσία άνομων σκοπών".
Απόσπασμα από το γράμμα του Γ. Γαλάνου: «8 Σεπτεμβρίου. Υπογραφή ανακωχής μεταξύ Αγγλίας και Ιταλίας. Το βράδυ φθάνει τηλεγραφικώς η είδησις εις Αργοστόλιον. Οι Ιταλοί πανηγυρίζουν εις το λιθόστρωτον της πλατείας δι' αλλεπαλλήλων πυροβολισμών. Η Ιταλική περίπολος τους περιμαζεύει εις τους στρατώνας. Οι Γερμανοί ψυχροί παρακολουθούν κουνώντας το κεφάλι των.
Κατά τας επομένας ημέρας 9, 10 και 11 επακολουθεί σύσκεψη περί αφοπλισμού των Ιταλών και επιστροφήν εις Ιταλίαν. Την 12 οι Ιταλοί πολυβολούν 2 Γερμανικά πλοιάρια, ερχόμενα εκ Ληξουρίου με Γερμανούς στρατιώτας. Ο Γερμανός στρατηγός οργίζεται και αξιοί παράδοσιν των Ιταλικών στρατευμάτων άνευ όρων. Οι Ιταλοί εγκαταλείπουν την πόλιν του Αργοστολίου και οχυρούνται εις τα υψώματα της πόλεως.
Την 13 πολιορκείται η οικία Μελά εις Ρακαντζήν όπου ήσαν εγκατεστημένοι 8 Γερμανοί. Χιλιάδες χειροβομβίδες ερρίφθησαν εναντίον της οικίας, τέλος παραδίδονται ο δε αξιωματικός των αυτοκτονεί. Ηρξατο τότε παρά των αλητών η πρώτη διαρπαγή των τροφίμων και λοιπών πραγμάτων της οικίας. Το απόγευμα της ιδίας ημέρας και καθ' όλη την 14 και 15 μέχρι μεσημβρίαν ήρχισε η διαρπαγή 10 Ιταλικών αποθηκών ευρισκομένων εν Αργοστολίω. Χιλιάδες αγρότες, γυναικόπαιδα μετέφεραν εις τας οικίας των, βαρέλια άδεια, σπανίως δε και γεμάτα, είδη ιματισμού κουτιά τρόφιμα, αλεύρια, κεριά, κονσέρβες, πιοτά ή ό,τι άλλο υπήρχαν εις αυτάς. Εννοείται εις τας αποθήκας των τροφίμων έμεναν σκοποί και έρριπταν χειροβομβίδας εναντίον του πλήθους. Ετραυματίσθηκαν δε και τρεις πολίται. Χαρτιά, έγγραφα, σημαίες παληές και καινούργιες πεταμένες έξωθεν του κομάντου Μαρίνο. [...] Οι ίδιοι οι Ιταλοί δεν άφηναν να πάρουν από τας αποθήκας τροφίμων, γιατί τα έπαιρναν εκείνοι και τα πουλούσαν αντί χρυσαφιού ή χρήματος και κατόπιν άλλαι ληστοσυμμορίαι Ιταλών τα κατέσχον εις τους δρόμους, για να τα ξαναπουλήσουν και αυτοί. Φαύλος κύκλος δηλαδή. [...] Ηρχισε λοιπόν ο εξοντωτικός πόλεμος. Κανονιές ερίπτοντο από Φαραώ, Κραναία, Κάστρο και άλλα σημεία εις τους εν Ληξουρίω Γερμανούς, οπότε την 2.30 μ.μ. εφάνησαν 10 πουλάκια και ήρχισεν ο βομβαρδισμός κατά των στρατιωτικών στόχων κατ' αρχάς. Κατόπιν επεξετάθη και εις την οδόν Λάσης. Κύματα ανά ημισείαν ώραν από 8 ή 10 επαναλάμβαναν τον βομβαρδισμόν. Ολη η γειτονιά 32 πρόσωπα είμεθα εις το κατώγι του Βαλσαμίδη. Η μαμά σας έτρεμε και ήταν χωμένη στο βάθος. Κατά την 6 1/2 απογευματινήν έπαυσε ο βομβαρδισμός αλλ' εξακολούθησε ο συνεχής κανονιοβολισμός μέχρις τη 1 το μεσονύκτιον. Απολογισμός 1 βόμβα των 500 κιλών έπεσε εις το κατώγι οικίας Μελά εις οδόν Λάσης και έπεσε ολόκληρον το κτίριον και ετάφησαν υπό τα ερείπια 35 άτομα, άτινα είχον συγκεντρωθεί εκεί, δηλαδή ολόκληρος η γειτονιά, οι περισσότεροι ακόμα ευρίσκονται εκεί».
Ναζίμ Χικμέτ