Κυριακή 2 Φλεβάρη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΔΙΕΘΝΗΣ ΤΥΠΟΣ
ΔΙΕΘΝΗΣ ΤΥΠΟΣ
Ανταγωνισμός και στο εσωτερικό των καπιταλιστικών κρατών

Την ίδια ώρα που φουντώνει ο ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός και αυτό γίνεται εμφανές σε πολλές εστίες, όπως η Ουκρανία, η Μέση Ανατολή, η Αφρική, ο Ειρηνικός Ωκεανός, την ίδια ώρα δεν σταματάει και η διαπάλη μέσα στους κόλπους των εθνικών αστικών τάξεων. Τα παραδείγματα που δίνουμε παρακάτω, των ΗΠΑ και της Γερμανίας, είναι ενδεικτικά.

«Ελεύθερο εμπόριο» εναντίον προστατευτισμού στις ΗΠΑ

Αναφανδόν υπέρ της επίτευξης της Συμφωνίας Για τον Ειρηνικό (TPP) εμφανίστηκε την Παρασκευή με κεντρικό άρθρο γνώμης η αμερικανική εφημερίδα «Ουάσιγκτον Ποστ», με τίτλο: «Οι συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου, όπως η ΤΡΡ, βοηθούν τις ΗΠΑ» υποστηρίζοντας ότι θα ήταν ωφέλιμο το κλείσιμο αυτής της συμφωνίας από την κυβέρνηση Ομπάμα, ακόμη και με εκτελεστική προεδρική εντολή...

Χρησιμοποιώντας ως αφορμή τις αναφορές του Προέδρου Ομπάμα για τις μισθολογικές ανισότητες και την αναδιανομή εισοδήματος, στη διάρκεια του διαγγέλματος που έκανε την Τρίτη για την «Κατάσταση του Εθνους», η αμερικανική εφημερίδα θεωρεί πως αυτό το ζήτημα, συμπεριλαμβανομένου και του θέματος της ανεργίας, χρησιμοποιείται «κακώς» από τους πολέμιους της ΤΡΡ τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε άλλες 11 χώρες της Ασίας και του Ειρηνικού, για να υποστηρίξουν το επιχείρημα πως θα συμβάλουν στην καταστροφή αμερικανικών θέσεων εργασίας, θα οξύνουν την εισοδηματική ανισότητα στη χώρα, όπως έκαναν προηγούμενες συμφωνίες όπως η Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελευθέρου Εμπορίου (NAFTA).

Αν και ο αρθρογράφος της «Ουάσιγκτον Ποστ» αναγνωρίζει το εύλογο επιχείρημα, που χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν, πως δηλαδή τέτοιες συμφωνίες επιτρέπουν σε εταιρείες να κινούνται ελεύθερα όπου βρίσκουν το φθηνότερο εργατικό δυναμικό, εντούτοις προσπαθεί να αποδείξει πως το μεγαλύτερο, μετά το 1979, επίπεδο μισθολογικής ανισότητας που παρατηρείται σήμερα στις ΗΠΑ «δεν οφείλεται στις συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου με χώρες που διαθέτουν το φθηνότερο εργατικό δυναμικό (π.χ. Κίνα, Μεξικό), αλλά σε άλλους παράγοντες όπως η τεχνολογία ή η εκπαίδευση».

Σημειώνει χαρακτηριστικά: «Σε κάθε περίπτωση η πρόταση του προέδρου Ομπάμα για την ΤΡΡ δύσκολα θα αύξανε το εμπόριο με χώρες φθηνών εργατών. Αντίθετα, η συμφωνία αφορά στο μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο (των ΗΠΑ), την Ιαπωνία, που έχει ελαφρά υψηλότερο ωρομίσθιο στον τομέα της μεταποίησης σε σχέση με τις ΗΠΑ. Με δεδομένο το ιαπωνικό παρελθόν (εμπορικού) προστατευτισμού, η ΤΡΡ είναι πιο πιθανό να ανοίξει τις (ιαπωνικές) αγορές σε περισσότερα αμερικανικά αγαθά παρά να συμβεί το αντίστροφο. Αλλες χώρες που συμπεριλαμβάνονται στη διαπραγμάτευση με την ΤΡΡ, όπως ο Καναδάς, το Μεξικό, η Αυστραλία, η Χιλή, το Περού και η Σιγκαπούρη έχουν ήδη συνάψει συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου με τις ΗΠΑ, επομένως η ΤΡΡ θα οδηγήσει, κυρίως σε μία πιο λεπτομερή "χαρτογράφηση" του ήδη υπάρχοντος στάτους κβο. Αραιοκατοικημένες χώρες όπως το Μπρουνέι και η Νέα Ζηλανδία, δηλαδή μακρινές χώρες υψηλού εισοδήματος, δύσκολα θα γίνονταν προορισμοί για "υπεράκτια" αμερικανικά εργοστάσια».

Επιχειρώντας έτσι να αποδείξει ότι οι συμφωνίες «ελεύθερου εμπορίου» κάνουν καλό στην αμερικάνικη οικονομία και στους εργαζόμενους, καταλήγει: «Τα 35 χρόνια μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο αναπαριστούν μία χρυσή εποχή για την εισοδηματική ισότητα στις ΗΠΑ. Αλλά στο σημείο που αυτή η ισότητα δημιουργήθηκε εξαιτίας της "μόνωσης" των ΗΠΑ από τις εισαγωγές, επρόκειτο στη συνέχεια να αλλάξει με το που ανέκαμψαν η Γερμανία και η Ιαπωνία, με το που εκσυγχρονίστηκε το Μεξικό, με το που αναδύθηκε η Κίνα από τη μαοϊκή απομόνωση. Ολες οι παραπάνω ήταν τεραστίως θετικές εξελίξεις, και για αυτές τις χώρες, και για τις ΗΠΑ. Εκατοντάδες εκατομμύρια λαών βγήκαν από τη φτώχεια. Αυτή η χώρα έγινε πιο παραγωγική από τη διεύρυνση του διεθνούς ανταγωνισμού και πιο ασφαλής από την ευρύτερη διεθνή ευημερία. Ενισχυμένη από την παραγωγή φθηνής εγχώριας ενέργειας, εταιρείες με έδρα τις ΗΠΑ και οι εργαζόμενοί τους βρίσκονται τώρα σε θέση εκ νέου ευημερίας, εκπληρώνοντας τις ανάγκες μιας ραγδαία αναπτυσσόμενης μεσαίας τάξης. Εάν χάσουμε αυτή την ευκαιρία, θα το μετανιώσουν οι Αμερικανοί όλων των εισοδηματικών στρωμάτων».

Είναι φανερό ότι η εν λόγω εφημερίδα εκφράζει το τμήμα εκείνο του κεφαλαίου που προσβλέπει κυρίως στην εξαγωγική δραστηριότητα, ωστόσο και μέσα στις ίδιες τις ΗΠΑ υπάρχουν μερίδες της αστικής τάξης που δεν βλέπουν με καλό μάτι μια τέτοια εξέλιξη. Στην ίδια εφημερίδα, σε άλλο άρθρο αναφέρεται χαρακτηριστικά η θέση του επικεφαλής μάλιστα των Δημοκρατικών στον Κογκρέσο, Χάρι Ράιντ, που είναι ενάντια στο προχώρημα της συμφωνίας, λέγοντας ότι τέτοιες κινήσεις θα μειώσουν την απασχόληση μέσα στις ίδιες τις ΗΠΑ και θα θιγούν επιχειρήσεις που απευθύνονται στην εσωτερική αγορά. Αυτή η αντίφαση πηγάζει από την ίδια την άναρχη καπιταλιστική ανάπτυξη, που τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο ναι μεν οι καπιταλιστές τα βρίσκουν προκειμένου να κάνουν πιο φτηνή την εργατική δύναμη, αλλά σε ό,τι αφορά τη μοιρασιά του πλούτου που παράγουν οι εργάτες δεν θα σταματήσουν να τρώγονται.

Και στη Γερμανία κόντρες μεταξύ αστών για τη χειραγώγηση του λαού

Εκφραση αυτών των αντιθέσεων είναι και διαχείριση της κρίσης που επιχειρείται στη Γερμανία, την ατμομηχανή της ΕΕ, με τη συγκυβέρνηση χριστιανοδημοκρατών και σοσιαλδημοκρατών. Οι σκέψεις να προχωρήσουν σε λεγόμενη μείωση του ορίου συνταξιοδότησης σταδιακά από τα 67 χρόνια που είναι τώρα στα 63 προκαλεί αντιπαραθέσεις στην αστική τάξη, όπου μερίδα της θεωρεί ότι αυτό θα δημιουργήσει επιβάρυνση των κρατικών δαπανών από τις συντάξεις. Βέβαια, το μέτρο έχει μια βασική προϋπόθεση. Για να βγει στη σύνταξη πιο νωρίς ένας εργαζόμενος θα πρέπει να έχει καταβάλει 45 χρόνια εισφορές στο ασφαλιστικό σύστημα. Και από μόνο του αυτό, με τις δοσμένες σήμερα ελαστικές μορφές απασχόλησης, δείχνει ότι είναι περισσότερο εξαγγελία που αφορά λίγους. Η «Suddeutsche Zeitung», μετά τις εξαγγελίες, αναφέρεται στη σφοδρή αντίδραση του πρώην καγκελάριου, σοσιαλδημοκράτη Γκέρχαρντ Σρέντερ, που χαρακτήρισε την κίνηση «ένα απόλυτα λάθος σήμα, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τους εταίρους μας, τους οποίους δικαίως καλούμε να προχωρήσουν σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». Στο ίδιο ρεπορτάζ η εφημερίδα φιλοξενεί και τις δηλώσεις της υπουργού Εργασίας, επίσης σοσιαλδημοκράτισσας Αντρέα Νάλες, που ανταπαντά πως «αν το νομοσχέδιο το επικρίνει ο Σρέντερ, πάει να πει ότι δεν είναι τόσο λάθος», ως μια μπηχτή για τον αρχιτέκτονα της λεγόμενης Ατζέντας 2010, με τους νόμους που ξεχαρβάλωσαν τις εργασιακές σχέσεις και επέβαλαν αντιλαϊκά μέτρα που είχε ανάγκη τότε το κεφάλαιο.

Φυσικά, η σημερινή αντιπαράθεση ανάμεσα σε σοσιαλδημοκράτες δεν γίνεται γιατί τους πήρε ο πόνος για τα λαϊκά συμφέροντα, αλλά η διαφωνία τους σχετίζεται με το αν ψάχνουν τρόπους καλύτερης χειραγώγησης του λαού, ώστε να εξασφαλιστούν και πάλι τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Η φθορά που υπέστησαν οι σοσιαλδημοκράτες για την αντιλαϊκή πολιτική Σρέντερ, την πρώτη δεκαετία του 2000, δεν θέλουν να επαναληφθεί, αλλά αυτό δεν μπορεί να κρύψει τη στόχευσή τους.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ