Από τότε, ο δρόμος που έχουν διανύσει οι δυνάμεις πυρόσβεσης στρώνεται με πτώματα. Το 1998, οι πυροσβέστες Αλ. Διαβολής, Θεμ. Μαυραειδής και Δ. Μαλούκος και ο εθελοντής Δ. Καραμολέγκος, βρήκαν τραγικό θάνατο σε φωτιά στον Υμηττό. Το 1999, οι εποχικοί πυροσβέστες Γιάννα Τασσοπούλου, 29 χρόνων και Αγγελος Μπαρμπαγιάννης, 31 χρόνων, σκοτώθηκαν σε πυρκαγιά στη Χίο. Φέτος, την ...τιμητική τους είχαν οι πιλότοι των πυροσβεστικών αεροσκαφών. Τον Ιούλη, ήταν οι Γιάννης Μυλωνάς, 41 χρόνων και Γιάννης Καρασάββας, 25 χρόνων, που σκοτώθηκαν, όταν το αεροπλάνο τους, τύπου «Καναντέρ», έπεσε στην Αργαλαστή Μαγνησίας. Την ίδια τύχη, είχε και ο 29χρονος χειριστής της Πολεμικής Αεροπορίας Θανάσης Μπεσμελές, που σκοτώθηκε πριν λίγες μέρες, όταν το αεροπλάνο του έπεσε κατά τη διάρκεια επιχείρησης πυρόσβεσης στην Παλαιοκαστρίτσα της Κέρκυρας.
Ετσι, φέτος, τα επιχειρησιακά σχέδια που είχαν καταρτιστεί τινάχτηκαν «στον αέρα». Και παρά την πίεση που ασκείται στο προσωπικό της Πυροσβεστικής, με ανακλήσεις αδειών, καταστρατήγηση ωραρίων, επιφυλακές για «ψύλλου πήδημα», μη χορήγηση υπερωριών, τα αποτελέσματα είναι πενιχρά.
Ο αεροπορικός στόλος δασοπυρόσβεσης ενισχύθηκε σημαντικά, όμως και αυτός έχει παρουσιάσει προβλήματα. Συγκεκριμένα, τα «Καναντέρ» και τα «Πεζετέλ», στα οποία βασίζονται οι εναέριες δυνάμεις, σε δυο μήνες τείνουν να ξεπεράσουν τις ώρες πτήσης, που καταγράφηκαν σε ολόκληρη την περσινή αντιπυρική περίοδο. Πέρσι, παρέμειναν στον αέρα για 4.107 ώρες. Φέτος, από την 1η Ιούνη μέχρι την 1η Αυγούστου, έχουν ξεπεράσει τις 3.094 ώρες πτήσης.
Τα 20 «Πεζετέλ» έχουν συμπληρώσει 1.457 ώρες πτήσης σε 1.090 εξόδους, ενώ τα 14 «Καναντέρ» τύπου CL-215 έχουν συμπληρώσει 1.637 ώρες σε 697 εξόδους, ενώ τα CL-415 σε 191 εξόδους έχουν πραγματοποιήσει 339 ώρες.
Τα 14 «Καναντέρ» και τα 20 «Πεζετέλ» είναι αεροπλάνα παλιάς τεχνολογίας και έχουν συμπληρώσει ζωή 15 και πλέον χρόνων. Οι τεχνικοί τους εργάζονται νύχτα και μέρα, για να τα κρατούν αξιόμαχα, τη στιγμή που είναι ήδη καταπονημένα. Εξίσου καταπονημένοι είναι και οι χειριστές τους, οι οποίοι εκτίθενται σχεδόν καθημερινά σε επιχειρήσεις, που απαιτούν μεγάλη ικανότητα, αυξημένο βαθμό ετοιμότητας και συνεχή εγρήγορση. Οι συνεχείς επιφυλακές τούς έχουν οδηγήσει στα όρια της αντοχής τους.