Δεν είναι η πρώτη φορά που η εφημερίδα «Δημοκρατία» επιχειρεί, με ύπουλο τρόπο, να προβοκάρει το ΚΚΕ και το οργανωμένο λαϊκό κίνημα, αναπαράγοντας τη γραμμή της αστικής τάξης ότι κάθε «αντίδραση» στην κυρίαρχη πολιτική είναι διαχειρίσιμη, αρκεί να μην έχει ταξικό προσανατολισμό και στρατηγική εναντίωσης στον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης. Μ' αυτό το πνεύμα, σε σχόλιό της η εφημερίδα δίνει κάλυψη στα επεισόδια που έγιναν στη διάρκεια της παρέλασης της Ρόδου, σε μια προσπάθεια να πει ότι όλοι είναι σάπιοι και ίδιοι, για να νομιμοποιήσει σαν ενδεδειγμένες είτε την προβοκάτσια, είτε την εκτόνωση με κάθε τρόπο της λαϊκής δυσαρέσκειας. Σκόπιμα, μάλιστα, προσπαθεί να εμπλέξει το ΚΚΕ στις βρωμιές της, γράφοντας ότι «το ΚΚΕ έχει αποδείξει ότι δεν θέλει να αλλάξει τίποτα», δηλαδή είναι συντηρητικό, αφού ο σχολιογράφος της εφημερίδας ανακαλύπτει ότι «το μαγαζί της Μεταπολίτευσης έπνιξε την Ελλάδα στα ψέματα (...) Αρκούσε να αυτοπροσδιοριστείς δημοκράτης ή προοδευτικός τα πρώτα χρόνια της για να έχεις παντού ελευθέρας, σχεδόν σαν εισαγγελέας (...) Ακόμα και οι κλέφτες ή οι καταχραστές δημόσιου χρήματος, αν ήταν δημοκράτες και δικοί μας, είχαν άλλη μεταχείριση και συνήθως δεν πήγαιναν ποτέ φυλακή». Τσουβαλιάζει τους πάντες και τα πάντα κάτω από τον τίτλο της Μεταπολίτευσης, για να πει πως ό,τι προοδευτικό υπήρξε σ' αυτήν την περίοδο, ήταν από μέσα σάπιο και τώρα αποκαλύφθηκε. Και σ' αυτό το σάπιο έχει συμβάλει και το ΚΚΕ, γι' αυτό λέει ότι δε θέλει να αλλάξει τίποτα. Και ας ξέρει ότι το ΚΚΕ καλεί το λαό, άρα θέλει, να ανατραπεί το σάπιο σύστημα. Δίνοντας κάλυψη στην προβοκάτσια της παρέλασης στη Ρόδο, η οποία αξιοποιήθηκε για να συκοφαντηθεί το οργανωμένο λαϊκό κίνημα, η εφημερίδα ισχυρίζεται ακόμα ότι «την ίδια απέχθεια για τις εκδηλώσεις στη Ρόδο φανέρωσε και το σύνολο σχεδόν των ΜΜΕ, καθώς γνωρίζουν ότι κάτι ψήνεται που δεν μπορούν να ελέγξουν», ενώ πάει με ύπουλο τρόπο να αθωώσει τον ΛΑ.Ο.Σ. για τον άθλιο ρόλο του κατά του κινήματος, γράφοντας ότι σ' αυτούς που υπέστησαν τις συνέπειες των επεισοδίων στη Ρόδο ήταν και βουλευτής του. Υπουλος τρόπος για να συκοφαντήσεις τους εργατικούς αγώνες και την πρωτοπορία τους, βάζοντάς τους στο ίδιο τσουβάλι με τους πολιτικούς και συνδικαλιστικούς εκπροσώπους των κομμάτων που ευθύνονται για τη σημερινή κατάσταση, αφού υπηρέτησαν διαχρονικά και υπηρετούν με την πολιτική τους ένα σύστημα εκμεταλλευτικό, σάπιο μέχρι το μεδούλι.
Τώρα που πληθαίνουν οι επιθέσεις φιλίας από το ΠΑΣΟΚ στη ΔΗΜΑΡ και φουντώνουν ξανά τα σενάρια για «κεντροαριστερές» κυβερνήσεις, το κόμμα του Φ. Κουβέλη επαληθεύει το ρόλο του ως καραμπινάτου σοσιαλδημοκρατικού μορφώματος, με αποστολή να βάλει εμπόδια στη ριζοσπαστικοποίηση της λαϊκής δυσαρέσκειας κόντρα στην κυρίαρχη πολιτική και να εγκλωβίσει το λαό σε νέα διαχειριστικά σχήματα, υψώνοντας τείχος προστασίας στο αστικό σύστημα. Απαντώντας στις δηλώσεις Διαμαντοπούλου και Σκανδαλίδη, που καλούν τη ΔΗΜΑΡ να τοποθετηθεί στο ενδεχόμενο της μετεκλογικής κυβερνητικής συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, ο Φ. Κουβέλης έλεγε μεσοβδόμαδα ότι το κόμμα του δεν αδιαφορεί «για το πώς θα κυβερνηθεί ο τόπος» ούτε «για το ενδεχόμενο ακυβερνησίας» και ζήτησε απ' το λαό δύναμη ώστε «να επηρεάσουμε το περιεχόμενο της κυβερνητικής εξουσίας». Ο ίδιος είπε ότι η όποια συνεργασία μπορεί να προκύψει μόνο «στη βάση συγκεκριμένου προγράμματος με φερέγγυες πολιτικές πρακτικές που θα κινούνται σε τελείως διαφορετική πολιτική κατεύθυνση από αυτή η οποία σήμερα ασκείται». Πρόκειται για λόγια του αέρα, υποκριτικά, με έντονο άρωμα ψηφοθηρίας. Τρανή απόδειξη, οι πρόσφατες δηλώσεις του γραμματέα της ΔΗΜΑΡ, Σπ. Λυκούδη, στην «Αυγή», μέσω της οποίας κατέθεσε τα σέβη του κόμματός του στην κατάπτυστη δανειακή σύμβαση, δηλώνοντας: «Οι διεθνείς συμβάσεις που υπογράφει η χώρα είναι δεσμευτικές (...) Γιατί αυτό απαιτεί η διεθνής πραγματικότητα και λειτουργία στον πολιτικά πολιτισμένο κόσμο τα τελευταία 200 χρόνια τουλάχιστον. Προφανώς τα πάντα ανατρέπονται με "έκτακτες" επαναστατικές συμπεριφορές σε "έκτακτες" επαναστατικές συνθήκες. Οποιος αναζητεί όμως σήμερα και υπόσχεται τέτοιους προσανατολισμούς, κρίνεται για τη σοβαρότητά του». Με άλλα λόγια, η ΔΗΜΑΡ βάζει στα λόγια σαν προϋπόθεση για κυβερνητική συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ την αλλαγή πολιτικής και την ίδια ώρα διαβεβαιώνει σε όλους τους τόνους ότι, αν χρειαστεί να συγκυβερνήσει, θα σεβαστεί τα μνημόνια που συνυπέγραψαν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Ωμή κοροϊδία του λαού και αποκάλυψη του ρόλου που της έχει ανατεθεί για ενσωμάτωση και εκτόνωση της δίκαιης λαϊκής δυσαρέσκειας.
Το κύμα των μεταναστών άρχισε να δημιουργεί αρνητικά συναισθήματα στους ντόπιους για τους νεοφερμένους και στη συνέχεια να δημιουργεί ρατσιστικές συμπεριφορές. Ετσι Οι μετανάστες γράφτηκαν με αφορμή αυτά τα φαινόμενα.
Ο Γιάννης Βεργόπουλος, Ελληνας μετανάστης από την Πάτρα, μαζί με άλλους Ελληνες εγκαθίσταται στο Στόουν Σίτι προκειμένου να ξεχειμωνιάσει και να επιστρέψει την άνοιξη στην κύρια εργασία του που είναι η εγκατάσταση σιδηροδρομικών γραμμών. Στην πόλη αυτή όμως οι μετανάστες αντιμετωπίζουν την ξενοφοβία και το ρατσισμό αρκετών ντόπιων με επικεφαλής τον Κεν Χάντερ.
Το μυθιστόρημα του Τ. Αυγερινού μας δείχνει τη σύγκρουση ντόπιων και μεταναστών, όπως αυτή εξειδικεύεται ανάμεσα στον Βεργόπουλο και τον Χάντερ. Η τραγική κατάληξή της αναδεικνύει έντονα τα αδιέξοδα στα οποία ωθεί η καπιταλιστική κοινωνία τους εργαζόμενους, είτε αυτοί είναι ντόπιοι είτε μετανάστες.Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
Ωστόσο, στα μέσα της περασμένης βδομάδας, η κυβέρνηση Κιμπάκι έδειξε και πάλι τα «δόντια» της. Την ίδια στιγμή που τα νοσοκομεία έχουν τεράστιες ελλείψεις, η κυβέρνηση και η υπουργός Υγείας, αποφάσισαν την απόλυση 25.000 νοσηλευτών επειδή δεν έσπασαν την απεργία που ξεκίνησαν από την 1η του μήνα σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τους μισθούς πείνας και τις τραγικές ελλείψεις στα νοσοκομεία!
Η τιμωρία των απεργών δεν έκαμψε την αποφασιστικότητα των εργαζομένων στο χώρο της Υγείας. Οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν ως τα τέλη της βδομάδας με τους συνδικαλιστές να διαμηνύουν κλιμάκωση του αγώνα μέχρι την ικανοποίηση των αιτημάτων τους, όπως είχαν κάνει πέρσι χιλιάδες εκπαιδευτικοί...
Αν μη τι άλλο, οι Κενυάτες εργαζόμενοι σηκώνουν το ανάστημά τους και διεκδικούν αξιοπρεπή ζωή με δικαιώματα.