Σάββατο 11 Γενάρη 2025 - Κυριακή 12 Γενάρη 2025
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΜΕ ΤΗΝ ΜΠΕΤΥ ΒΑΛΑΣΗ ΣΤΟ «ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΑΓΩΝΙΣΤΗ»
«Είμαι καλά εδώ κι ευχαριστώ το Κόμμα μου»

Οι συναντήσεις μου με την Μπέτυ Βαλάση, σχεδόν 40 χρόνια τώρα, είχαν πάντα το στοιχείο της πολυλογίας. Ατέλειωτες συζητήσεις για τα πάντα, για το θέατρο, το σινεμά, τον Τίτο, το Κόμμα, την τηλεόραση, τον Νικόλα της, την Αμερική, την Μελίνα, τον Κουν, την Αλέκα, τον Χαρίλαο, τα γλυκά, τον Κούνδουρο, τον Μητροπάνο...

Από την πρώτη στιγμή που συναντηθήκαμε σ' ένα τηλεοπτικό στούντιο, ανακαλύψαμε κάποιο είδος «συγγένειας» που δεν σταμάτησε ποτέ να μας τροφοδοτεί με τρυφερότητα, νοιάξιμο, αλλά και έντονη ανάγκη επικοινωνίας. Ο σπουδαίος Τίτος Βανδής (που τον αγάπησα - και μάλιστα κεραυνοβόλα - πριν από εκείνη και μ' έναν... ύπουλο τρόπο, που μόνο εκείνη ξέρει, συνέβαλα στην πολύτιμη σχέση τους) μας έδεσε ακόμη περισσότερο. Τεράστιο κι ανεκτίμητο δώρο η φιλία μαζί τους. Με δυο εμβληματικούς ηθοποιούς, αλλά και δυο αγωνιστές που δεν έσκυψαν ποτέ το κεφάλι.

Ιδιαίτερα ο διεθνής Τίτος, που έζησε μια γεμάτη και περήφανη ζωή, χωρίς πισωγυρίσματα και ουδετερότητες, γεμάτη αλήθεια κι αγώνες, με επιλογές που τίμησε και τον τίμησαν και κυρίως χωρίς να υποδυθεί ρόλους... εκτός δουλειάς.

Μας περιγελούσε, κάθε φορά που βρισκόμασταν και ξεχνούσαμε τις τελείες. «Γαλιάντρες» μας έλεγε και «γλωσσοκοπάνες».

Αν μας έβλεπε την περασμένη Τρίτη, που συναντηθήκαμε με την Μπέτυ, στο «Σπίτι του Αγωνιστή», θα έμενε να μας κοιτάζει απορημένος. Τα λόγια, αυτή τη φορά, ήταν λιγότερα από τις αγκαλιές, τα φιλιά, τα βλέμματα, το κράτημα των χεριών.

Εκείνη πιο όμορφη από ποτέ, με κατάλευκα τα ξανθά μαλλιά της, με μια μαύρη εσάρπα στους ώμους, ήταν πάλι σαν να είχε απέναντί της έναν προβολέα. Ηταν πάλι, όπως πάντα, ολόφωτη και τρυφερή, μέσα σ' ένα πολύχρωμο γιορταστικό πλάνο.


RIZOSPASTIS

Η πρώτη της κουβέντα ήταν αν έφαγα βασιλόπιτα, αλλιώς να μου έδινε τη δική της. Και πριν προλάβω να απαντήσω, είχε ήδη τυλίξει σε χαρτοπετσέτα το κομμάτι της και μου το έδινε.

-- Πώς περνάς; με ρώτησε. Τι κάνεις;

-- Ολα καλά, της είπα, εσύ πώς είσαι εδώ; Κοντεύεις τρία χρόνια τώρα, σωστά;

-- Ναι, ναι. Καλά είμαι, πολύ καλά. Εχω φίλους εδώ, μ' αγαπάνε. Κι εγώ τους αγαπάω.

***

Ενα 88χρονο γελαστό κορίτσι

«Δεν γίνεται να μην αγαπάς την Μπέτυ», μου λέει ο νοσηλευτής της ο Γιάννης. «Είναι πάντα ένας γλυκός και χαμογελαστός άνθρωπος, φιλική κι ευγενική με όλους εμάς και με όλους τους φιλοξενούμενους εδώ».

-- Συγγνώμη, αλλά δεν μπορώ να φανταστώ την Μπέτυ να μην κάνει κάποια αταξία... του λέω.

-- Η αλήθεια είναι πως κάτι κάνει κάποιες φορές. Επειδή αγαπάει πολύ τα λουλούδια, κατεβαίνει κάτω στον κήπο και παίρνει κρυφά κάποιες μικρές γλάστρες και τις στολίζει στο δωμάτιό της.

Στο δωμάτιό της στον 3ο όροφο του «Σπιτιού του Αγωνιστή», δεσπόζει - πάνω από το μαξιλάρι της - η φωτογραφία του Τίτου Βανδή και στη βιβλιοθήκη απέναντι, σε κάποιες μικρές κορνίζες, οι αγκαλιές της με τον Χαρίλαο Φλωράκη και τον Δημήτρη Κουτσούμπα.

Δίπλα στο κρεβάτι της και οι τρεις λούτρινοι «συγκάτοικοί» της, ένα σκυλάκι, ένα πάντα κι ένας λαγός. Ο,τι δηλαδή συναντάει κανείς στα κρεβάτια των μικρών κοριτσιών.


Χτες, Παρασκευή 10 Γενάρη, η Μπέτυ είχε τα γενέθλιά της. Το κορίτσι που το φώναζαν Δέσπω, γεννήθηκε το 1937 στη Θεσσαλονίκη από γονείς πρόσφυγες της Μικράς Ασίας. Τέλειωσε το 5ο Γυμνάσιο Εξαρχείων. Δάσκαλοί της στο θέατρο ήταν ο Αιμίλιος Χουρμούζιος, η Κατίνα Παξινού, ο Αγγελος Τερζάκης και ο Σωκράτης Καραντινός.

Το 1961 έπαιξε πρώτη φορά στο θέατρο Καλουτά, δίπλα στον Κάρολο Κουν και την Μαίρη Αρώνη. Ηταν η Παλλάδα Αθηνά στην τριλογία «Οδύσσεια» του Μανώλη Σκουλούδη.

Από το 1960 έως το 2004 έπαιξε σε τουλάχιστον 14 ελληνικές ταινίες σημαντικών σκηνοθετών.

Το κοινό τη λάτρεψε στην τηλεοπτική σειρά «Λωξάντρα», της ΕΡΤ, το 1980. Ερμήνευσε τον ομώνυμο ρόλο και σύμφωνα με τους κριτικούς ήταν ο καλύτερος της καριέρας της.

Επαιξε σε ταινίες των Θόδωρου Αγγελόπουλου, Νίκου Κούνδουρου, Γιάννη Δαλιανίδη, Ζυλ Ντασσέν, Γιώργου Σταμπουλόπουλου, Ντίνου Κατσουρίδη, Αλέκου Σακελλάριου, Σταύρου Τσιώλη, Μιχάλη Κακογιάννη κ.ά. Φίλοι της αγαπημένοι, ο Θανάσης Βέγγος, η Μελίνα Μερκούρη, ο Μάνος Κατράκης, η Ρένα Βλαχοπούλου και ο Κώστας Μουσούρης. Τον λάτρευε και τον σεβόταν. Ο μόνος που αποδιοργάνωνε την «εκκλησία» του θεάτρου Μουσούρη ήταν ο γιος της, που κυνηγιόταν κι έπαιζε με τον αυστηρό και απόμακρο - για τους άλλους - θεατράνθρωπο.

Από τις θεατρικές παραστάσεις που έπαιξε, ξέρω πως αγάπησε πιο πολύ το «Τάνγκο» του Μrozek στο «Αλάμπρα» με τον Κούρκουλο και το «Τζιν γκέιμ» του Κόμπερν, με τον Βανδή, στην οποία έπαιζαν δυο ηλικιωμένους, σε ένα άθλιο γηροκομείο, αποκομμένοι από όλους, απολαμβάνοντας τη συντροφιά ο ένας του άλλου.

Και, φυσικά, το κύκνειο άσμα της στο Βασιλάκου, το «Η θεία κι εγώ», του Πάνιτς. Επαιξε σ' αυτό, μετά την περιπέτεια της υγείας της.

-- Είχα πολύ άγχος τότε, φοβόμουν μη χάσω τα λόγια. Ετρεμα μη γίνω ρεζίλι στον κόσμο, μου λέει.

Θυμάμαι, είχα δει αυτήν την παράσταση δύο φορές. Στην πρεμιέρα ήταν κι ο εγγονός της ο Τίτος, μαζί με την Τζέσυ Παπουτσή, που την παρακολουθούσαν συνεχώς δακρυσμένοι. Εγώ παρακολουθούσα και τον τρόπο που της φερόταν ο συμπρωταγωνιστής της ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης. Τη ρώτησα αν το θυμόταν αυτό.

-- Ο Χρήστος με πρόσεχε συνέχεια. Με φρόντιζε και με είχε όλο στο νου του. Και στα καμαρίνια και πάνω στη σκηνή. Σαν να ήμουν μάνα του.

Κάποια στιγμή, η Μπέτυ σκηνοθέτησε τον Τίτο στο «Κλάρενς Ντάροου» του Ιρβινγκ Στόουν, στο θέατρο «Βίλκα» της Θεσσαλονίκης.

Αν και αγωνιούσε τότε πολύ γι' αυτήν την παράσταση, μας έλεγε ότι ήταν τόσο σίγουρη πως «όταν σβήσουν τα φώτα της πλατείας και ανάψουν τα φώτα της σκηνής, και ο Βανδής βρεθεί στο δικό του χώρο και αρχίσει η παράσταση, κανένας δεν θα σκεφτεί τη σκηνοθετική παρέμβαση της Βαλάση. Η ικανότητα, η δεξιοτεχνία του Τίτου Βανδή είναι αυτό που θα κυριαρχήσει».

***

Οι φάρσες του Φλωράκη και το ύπουλο «προξενιό»

-- Μπέτυ, θυμάσαι την πλάκα που σου έκαναν ο Φλωράκης με τον Βανδή, μ' εκείνη την «Ελενίτσα»;

-- Αχ μη μου το θυμίζεις...

-- Μα είναι δυνατόν, τόσο έξυπνη γυναίκα να μην καταλαβαίνεις τη «σκευωρία» με τη φανταστική «Ελενίτσα», που ήθελε να σου κλέψει τον Τίτο;

-- Αφού έπαιζαν καλά τους ρόλους τους...

Οση ώρα μιλάμε κρατάει το χέρι μου και τα μεγάλα μάτια της ψάχνουν συνεχώς, μήπως τυχόν θέλω κάτι να πιω ή να φάω. Με ρωτάει για τα παιδιά μου, για τη Βουλή, αν πάω θέατρο, αν μου λείπει κάτι.

Προσπαθώ να της θυμίσω στιγμές από τις εκπομπές που κάναμε μαζί, με τον Τίτο, τον Στέλιο Βαμβακάρη, τον Μητροπάνο, την Παπαρήγα, τα ξενύχτια στη «Στοά των Αθανάτων» και τα ζεϊμπέκικά της, τις βραδιές τυρόπιτας και κόκκινου κρασιού, στο σπίτι του Φλωράκη στο Χαλάνδρι. Ενα βράδυ τον πιέζει πολύ, να την αφήσει επιτέλους να οδηγήσει τον «Κίτσο» (το Lada Niva που ήταν παρκαρισμένο έξω) κι εκείνος απηυδισμένος από το πρεσάρισμα, την αποπαίρνει καρδιτσιώτικα. Τότε εκείνη γυρίζει με ύφος και του λέει: «Μπα, τι έγινε σύντροφε; Μικροϊδιοκτησίες;». Τα υπόλοιπα είναι ιστορία, με τον Μητσιά να τραγουδάει κι εκείνη να τον σιγοντάρει αγκαλιά με τον Γραμματέα. Δεν τα θυμόταν όλα. Γελούσε, όμως, με το παρασκήνιο κάποιων συναντήσεων.

Θυμόταν ωστόσο μια χαρά το «προξενιό» που επιχείρησα το μοιραίο 1982, τότε που ο Βανδής μόλις είχε επιστρέψει στην Ελλάδα από την Αμερική. Τον είχα καλεσμένο σε εκπομπή μου στην ΕΡΤ κι από την πρώτη στιγμή, υπήρξε μια εντυπωσιακή οικειότητα και ζεστασιά, σαν να γνωριζόμασταν χρόνια. Μου έλεγε «εμείς είμαστε συγγενείς και δεν το ξέρουμε». Λίγο καιρό μετά (και μετά από κάποιες παρασκηνιακές μου διαδικασίες) οι εφημερίδες αναφέρονται στον μεγάλο του έρωτα με την Μπέτυ Βαλάση. Του στέλνω συγχαρητήρια, λέγοντας πως η Μπέτυ είναι ό,τι καλύτερο μπορούσε να συμβεί στη ζωή του. Υστερα με εκείνη αποφασίζουμε πως κάθε φορά που θα αναφερόμαστε σ' εκείνον, θα λέμε «ο άντρας μας».

Απέναντί μου σήμερα, αυτή η μαγική γυναίκα εκπέμπει την ίδια λάμψη όπως πάντα. Εχει ακριβώς το ίδιο χαμόγελο. Βλέποντας μάλιστα, πώς φέρεται στους άλλους φιλοξενούμενους, ένιωσα ότι χάριζε ακριβώς την ίδια αγάπη και το ίδιο ενδιαφέρον για τους γύρω της, την ίδια χαρά της ζωής, όπως παλιά. Ηρεμη, ήσυχη, γαλήνια, χωρίς άγχη, σαν να μη χρειάζεται τίποτα παραπάνω, με τόση αγάπη γύρω της.

Αλλωστε, διατηρεί το πολυτιμότερο περιουσιακό της στοιχείο, που είναι ο γιος της από τον πρώτο της γάμο, ο Νικόλας Χάρι Μινίσαλι, ο οποίος σπούδασε σκηνοθεσία στο εξωτερικό και σήμερα ζει σ' ένα χωριό της Φθιώτιδας. Εκανε ό,τι μπορούσε για να τη φροντίσει στο ξεκίνημα των προβλημάτων της, όμως όταν άρχισε να επιδεινώνεται η κατάστασή της τα πράγματα έγιναν πολύ δύσκολα έως αξεπέραστα.

-- Μίλησα το πρωί με τον γιο σου και μου είπε πως από τον καιρό που είχες την περιπέτεια με την υγεία σου, εξαφανίστηκαν όλοι οι «φίλοι» σου. Ετσι είναι;

-- Ετσι είναι, αφού το ξέρεις, αλλά δεν με νοιάζει.

-- Ο γιος σου μου ζήτησε ν' αναφέρω, σ' αυτό το κείμενο, πως ευχαριστεί πολύ τον Δημήτρη Κουτσούμπα που ήταν δική του ιδέα να σε φροντίσουν εδώ, που έχει και ιατρικό προσωπικό, αλλά και τους ανθρώπους του ΚΚΕ που ήταν οι μόνοι που σε ενδιαφέρθηκαν με πράξεις κι όχι με λόγια.

-- Καλά έκανε. Κι εγώ τους ευχαριστώ. Είναι οι μόνοι που νοιάστηκαν για μένα. Δεν ξέρω αν θα ζούσα χωρίς τη βοήθειά τους. Ευχαριστώ το Κόμμα μου.

Να ενισχυθεί το σπουδαίο έργο του «Σπιτιού»

Το Ιδρυμα Περίθαλψης Ηλικιωμένων Αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης «Σπίτι του Αγωνιστή» δημιουργήθηκε πριν από 18 χρόνια με πρωτοβουλία και απόφαση του ΚΚΕ και αποτελεί κοινωφελές ίδρυμα, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που λειτουργεί από το 2008 στις εγκαταστάσεις του στον Αγιο Δημήτριο.

Αποτελεί μια κατάκτηση, συνεχίζοντας σε πνεύμα υψηλής κοινωνικής προσφοράς να φιλοξενεί ανθρώπους που αποτελούν κομμάτι της ζωντανής Ιστορίας της Αντίστασης, ανθρώπους που αφιέρωσαν τη ζωή τους στο εργατικό - λαϊκό κίνημα, γι' αυτό και χρειάζεται να γίνει υπόθεση όλων μας όχι απλά η συνέχιση της λειτουργίας του αλλά και η αναβάθμισή του, επειδή τα εισοδήματα του Ιδρύματος, με τη συμβολική συμμετοχή των φιλοξενουμένων, σταθερά υπολείπονται των πάγιων εξόδων του, η κάλυψή τους είναι ένας διαρκής αγώνας..

Οπως έλεγε κι ο Βανδής σε κάποιο απ' τα τελευταία του κείμενα, «όλα τα κεκτημένα έχουν κερδηθεί με αίμα εργατών και είναι μια νίκη ιερή. Ετρεξε πολύ αίμα για το οκτάωρο, τη σύνταξη, το επίδομα ανεργίας, τα δώρα εορτών... Τίποτα δεν δώσανε κυβερνήσεις και εργοδότες από την καλή τους καρδιά. Και δεν υπήρξε στιγμή που να μην προσπάθησαν σε κάθε ευκαιρία που τους δόθηκε να καταστρατηγήσουν και να αρνηθούν την υπογραφή τους»...


Της
Σεμίνας ΔΙΓΕΝΗ

Ο κινηματογράφος του '24 σε μια σελίδα

Παλαιστίνη! Free Palestine! Cease fire! Αυτές ήταν οι λέξεις που αναζητούσαμε σε όλες τις γλώσσες τη χρονιά που μας πέρασε σε κάθε ταινία, σε κάθε φεστιβάλ, σε κάθε βράβευση, σε κάθε συνέντευξη ή δήλωση ηθοποιού και σκηνοθέτη ανά τον κόσμο. Palestine /Cease fire ή μια παλαιστινιακή μαντήλα ή μια κονκάρδα με το μισό καρπούζι, ένα πλακάτ ή ένα φόρεμα που έδενε με το κόκκινο χαλί και σχημάτιζε τη σημαία της Παλαιστίνης... Ψάχναμε μια ανάσα από τη λογοκρισία και το εκκωφαντικό σιωπητήριο που επέβαλλαν τα μεγάλα φεστιβάλ και βραβεία που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ αλλά και τους άλλους συμμάχους του Ισραήλ, ψάχναμε μια ανάσα για τη σωστή πλευρά της Ιστορίας. Κατά τη διάρκεια της χρονιάς στις σελίδες μας καταγράψαμε όσα περισσότερα μπορέσαμε και είμαστε πολύ περήφανοι για τη συνέντευξη με τους σκηνοθέτες της ταινίας «Καμία Αλλη Γη». Με την ευχή για Λευτεριά στην Παλαιστίνη, ξεκινάμε την αναδρομή μας, ελπίζοντας για περισσότερες καλές ταινίες, καλύτερους όρους χρηματοδότησης των ελληνικών ταινιών μικρού και μεγάλου μήκους, καλύτερους όρους επιβίωσης για τα εναπομείναντα σινεμά στις πόλεις μας και επιτέλους να κριθούν διατηρητέες με αποκλειστική κινηματογραφική χρήση οι μονές ανεξάρτητες αίθουσες, πριν να είναι αργά.

Πάμε να δούμε τι ξεχωρίσαμε από όσες ταινίες πήραν διανομή στις κινηματογραφικές αίθουσες το 2024.

Καμία Αλλη Γη / No Other Land των Μπάζελ Αντρα, Χαμντάν Μπαλάλ, Γιούβαλ Αμπραχαμ και Ρέιτσελ Ζορ


Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι κινηματογραφούν μαζί τον διωγμό και τη μεγαλύτερη επιχείρηση εκτοπισμού στην κατεχόμενη Δυτική Οχθη για περισσότερα από 5 χρόνια.

«Αν φωνάξεις δεν θα πεθάνεις» ουρλιάζουν με όλη τη δύναμη της φωνής τους δεκάδες Παλαιστίνιοι που διαδηλώνουν στη Μασαφέρ Γιάτα για τη ζωή τους. Μια συγκλονιστική ταινία, μια φλέβα που χτυπά και μας ενώνει με τις σπηλιές της Μασαφέρ Γιάτα στη Δυτική Οχθη. Μια ταινία για το «δεν παραδίνομαι», το «αντέχω», το «αγωνίζομαι μέχρι την τελευταία μου πνοή».

Μικρά πράγματα σαν κι αυτά / Small Things Like These του Τιμ Μίλαντς

Η ταινία αναφέρεται στα «πλυντήρια» της Μαγδαληνής στην Καθολική Ιρλανδία.

«Αν θες να πας μπροστά στη ζωή, υπάρχουν πράγματα που πρέπει να αγνοήσεις», σε αυτή την πρόταση, αλλά και την αντίθεσή της, συνοψίζεται ολόκληρη η ταινία, μια κοινωνική ταινία σπάνιας ομορφιάς και ισορροπίας μεταξύ του προσωπικού και του συλλογικού. Ενα μικρό διαμάντι.

Ρισελιέ / Richelieu του Πιέρ - Φιλίπ Σεβινί

Η Αριάν εργάζεται ως διερμηνέας για τους εποχικούς εργάτες σε ένα εργοστάσιο και προσπαθεί να γίνει ο μεσάζοντας μεταξύ των ευάλωτων εργατών και του διευθυντή.

Σάρκα από τη σάρκα μας. Η αλληλεγγύη μεταξύ ντόπιων και ξένων εργατών είναι το κλειδί. Ενωμένοι διεκδικούμε τη ζωή και την αξιοπρέπειά μας.

Πλάνο 75 / Plan 75 της Τσι Χαγιακάουα

Σε μια δυστοπική Ιαπωνία το κυβερνητικό πρόγραμμα Σχέδιο 75 «παροτρύνει» τους ηλικιωμένους πολίτες να επιλέξουν την ευθανασία, ως λύση στο πρόβλημα μιας γερασμένης κοινωνίας...

«Στην ταινία θέλησα να δείξω μια κοινωνία που βάζει σε προτεραιότητα την οικονομία και την παραγωγικότητα έναντι της ανθρώπινης αξιοπρέπειας...». Ενα πραγματικό κομψοτέχνημα φτιαγμένο με χειρουργικό νυστέρι ακριβείας.

Ο Δάσκαλος που Υποσχέθηκε τη Θάλασσα / El maestro Que Prometio el Mar της Πατρίσια Φον

Ισπανία 1936. Η ταινία είναι βασισμένη στην πραγματική ιστορία του Αντόνιο Μπενάγιες, ενός από τους 40 κόκκινους δασκάλους που δολοφονήθηκαν από τους φαλαγγίτες του Φράνκο.

Η Ιστορία μας, οι αγώνες μας, οι διώξεις μας σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης, με τις μικρές ενστάσεις μας αλλά περίσσια συγκίνηση. Θα θέλαμε πιο πολλές ταινίες σαν κι αυτή.

Εγώ, Καπετάνιος / Io Capitano του Ματέο Γκαρόνε

Ο 16χρονος Σεϊντού και ο ξάδερφός του, ο Μούσα, ζουν φτωχικά σε ένα χωριό στη Σενεγάλη. Ονειρεύονται μια λαμπερή ζωή σε μια εξιδανικευμένη Ευρώπη...

Μια σπαρακτική κραυγή για το Προσφυγικό μέσα από τις ιστορίες που διηγήθηκαν οι ίδιοι οι πρόσφυγες στον σκηνοθέτη. Ο Γολγοθάς τους μέχρι να μπουν σε κάποιο σαπιοκάραβο, που ίσως τους βγάλει σε μια άγνωστη στεριά.

Black Dog του Γκουάν Χου

Επειτα από 10 χρόνια στη φυλακή, ένας άντρας επιστρέφει στον τόπο του. Προσπαθώντας να επανενταχθεί, συμμετέχει στην εκκαθάριση της πόλης από τα αδέσποτα σκυλιά ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων. Τότε δημιουργεί έναν ιδιαίτερο δεσμό με έναν μαύρο σκύλο...

Απόκληρος κι ο άνθρωπος, απόκληρος κι ο σκύλος. Μήπως τελικά άνθρωποι και σκύλοι πρέπει να αναποδογυρίσουν αυτόν τον κόσμο, όπως το λεωφορείο στη μέση της ερήμου; Από τις πιο σκληρά τρυφερές ταινίες των τελευταίων χρόνων.

Οι Αποικοι / The Settlers του Φελίπε Γκάλβες

Στη Χιλή του τέλους του 19ου αιώνα, τρεις ιππείς προσλαμβάνονται από έναν πλούσιο γαιοκτήμονα για να σημειώσουν την περίμετρο της εκτεταμένης περιουσίας του.

Η σφαγή των αυτοχθόνων της Γης του Πυρός είναι ένα κομμάτι της «κρυμμένης» Ιστορίας της ματωμένης Λατινικής Αμερικής που δεν συναντάμε εύκολα στη μεγάλη οθόνη, ειδικά σε τέτοιο σπουδαίο εικαστικό περίβλημα.

Τα Παιδιά του Χειμώνα / The Holdovers του Αλεξάντερ Πέιν

Η ταινία ακολουθεί έναν στριμμένο καθηγητή σε ένα αμερικανικό κολέγιο υψηλού κύρους, ο οποίος υποχρεώνεται να παραμείνει στην πανεπιστημιούπολη κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων, για να προσέχει τους λίγους σπουδαστές του οι οποίοι δεν έχουν πουθενά αλλού να πάνε.

Τούτη η ταινία ανήκει στην κατηγορία «βάλσαμο στην ψυχή», μια απλή αλλά τόσο πλούσια σε νοήματα και συναισθήματα ιστορία που εκπλήσσει. Μια ταινία που θα μείνει κλασική.

Συνάδελφοι ηρωικοί οικοδόμοι του Γιάννη Ξύδα

Η συγκρότηση ενός συλλογικού αγώνα την περίοδο 1960 - '67. Οικοδόμοι, εργάτες σε κατασκευαστικούς τομείς και τεχνίτες παίρνουν στις πλάτες τους ένα συνδικαλιστικό κίνημα - πυξίδα για το μέλλον.

Ενα σπουδαίο μάθημα για το παρόν και το μέλλον και μια μεγάλη ανάσα για να πάμε παρακάτω. Και μια συνειδητοποίηση από πού λύνεται εκείνη η κόκκινη κλωστή που είναι σειρά μας να την κρατήσουμε γερά και να την παραδώσουμε στις μελλοντικές γενιές άφθαρτη.

Ξεχωρίσαμε ακόμα...

Βεβαίως δεν είναι μόνο αυτές οι ταινίες που αγαπήσαμε, υπήρξαν και κάποιες μέσα στη χρονιά που για διαφορετικούς λόγους η καθεμία μας κίνησαν το ενδιαφέρον. Πολύ επιγραμματικά θα αναφέρουμε το «The Apprentice» του Αλί Αμπάσι όχι γιατί δεν γνωρίζαμε την ιστορία του Τραμπ, αλλά γιατί διαφωτιστήκαμε για τον ρόλο που έπαιξε ο μακαρθικός Ρόι Κον στην άνοδό του. Την υπέροχη ταινία «Αδάμ» (Adam) της Μαριάμ Τουζανί, που μιλά για την αλληλεγγύη και τη θέση της γυναίκας στο σύγχρονο Μαρόκο και όχι μόνο. Την ξεχωριστή ταινία «Οι Χωρικοί» (The Peasants) των Ντορότα Κομπιέλα και Χιου Βέλχμαν, γιατί είναι στηριγμένο σε σπουδαία λογοτεχνία και υπέροχα ζωγραφισμένο στο χέρι καρέ καρέ με χιλιάδες ελαιογραφίες. Την «Υπόθεση Γκολντμάν» (Le proces Goldman) του Σεντρίκ Καν γιατί μας δείχνει τις αντιφάσεις της γαλλικής αριστεράς τη δεκαετία του '70. Τη «Lee» της Ελεν Κούρας που αφηγείται τη ζωή της Λι Μίλερ, μιας απ' τις σημαντικότερες ανταποκρίτριες και φωτογράφους του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Το σπαραχτικό «Bird» της Αντρεα Αρνολντ γιατί μιλάει για τα παιδιά που μεγαλώνουν μόνα τους, εγκαταλειμμένα σε άθλιες συνθήκες. Τους «Τρεις Σωματοφύλακες: Μιλαίδη» (Les Τrois Μousquetaires: Μilady) του Μαρτάν Μπουρμπουλόν που αποτελεί το δεύτερο μέρος της τριλογίας που βασίζεται στο διάσημο ομώνυμο έργο του Αλέξανδρου Δουμά, μια υπέροχη ταινία εποχής που πρέπει να κρατήσουμε στο νου μας γιατί φέτος έρχεται και η τρίτη ταινία. Το «Αλάνι» (Scrapper) της Σάρλοτ Ρέγκαν γιατί είναι ένα ρεαλιστικό παραμύθι στις εργατογειτονιές της Αγγλίας. Θα δείτε τις δομές Πρόνοιας, το σχολείο, τον περίγυρό της μέσα από ένα χιουμοριστικό και «ανάλαφρο» πρίσμα. Το «Αγόρι του Θεού» (Rapito) του Μάρκο Μπελόκιο για το στιβαρό του σενάριο, στηριγμένο σε ιστορική έρευνα για τις συνθήκες της περιόδου στην κοινωνία και στην Εκκλησία. «Τα μαθήματα της Μπλάγκα» (Blaga's Lessons) του Στέφαν Κομαντάρεφ για τον σκληρό ρεαλισμό της σύγχρονης, καπιταλιστικής Βουλγαρίας. Τους «Βασιλιάδες του Κόσμου» (Kings of the World) της Λάουρα Μόρα, ένα πικρό ντοκουμέντο για το τι σημαίνει να είσαι απόκληρο παιδί στην Κολομβία. Την ταινία «Πάντα Υπάρχει το Αύριο» (C'e ancora domani) της Πάολα Κορτελέζι για την οπτική της σχετικά με τη γυναίκα εκείνης της περιόδου και το ρητορικό ερώτημα εάν μια τυπική ισότητα απέναντι στον νόμο αποτελεί πραγματική ισοτιμία και στη ζωή. Το «Dune: Μέρος Δεύτερο» (Dune: Part 2) του Ντενί Βιλνέβ γιατί πρόκειται για μια επικών διαστάσεων λογοτεχνική μεταφορά, που όμως δεν μπορεί να κριθεί συνολικά αλλά μόνο σαν μέρος της τριλογίας. Το «Χρέος του Εκτελεστή» (Knox Goes Away) του Μάικλ Κίτον για το καλοδουλεμένο νουάρ σενάριό του. Το «Κόκκινο Νησί» (L' ile Rouge) του Ρομπίν Καμπιγιό για την αποικιοκρατία μέσα από τα μάτια ενός παιδιού. «Ο Σπόρος της Ιερής Συκιάς» (The Seed of the Sacred Fig) του Μοχάμαντ Ρασούλοφ, για όσα τράβηξε να τη γυρίσει, χωρίς να τη βλέπουμε ξεκομμένα από τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς. «Maria» του Πάμπλο Λαραίν γιατί η Κάλλας είναι παντοτινή.

Από τις ελληνικές ταινίες της χρονιάς επιλέξαμε...

«Με Αξιοπρέπεια» του Δημήτρη Κατσιμίρη για το καλοδουλεμένο σενάριό της και τις εξαιρετικές ερμηνείες της, «Νυχτερινός Εκφωνητής» του Ρένου Χαραλαμπίδη για τη νοσταλγία της και την εκπληκτική μουσική της, «Animal» της Σοφίας Εξάρχου γιατί θρυμματίζει τη βιτρίνα του τουριστικού θαύματος, δείχνοντας το σαθρό παρασκήνιό της και το «Υπάρχω» του Γιώργου Τσεμπερόπουλου για τον Στέλιο Καζαντζίδη.

Από ντοκιμαντέρ ξεχωρίσαμε τα ακόλουθα... «Tack» της Βάνιας Τέρνερ, «Γιάννης Σπανός: Πίσω απ' τη Μαρκίζα» του Αρη Δόριζα, «Dourgouti Town» του Δημήτρη Μπαβέλλα, «Searching for Rodakis» του Κερέμ Σογιουλμάζ.

Ειρήνη, Αγάπη, Αγώνες, Σινεμά για το 2025 και σας αφήνουμε με μουσική, την άρια «Je crois entendre encore» από την όπερα του Georges Bizet, Les Pecheurs de perles, που ακούσαμε στον «Νυχτερινό Εκφωνητή».


Π. Α.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ