Παρακάλεσα για μια βόλτα με το αυτοκίνητο, να δω καλύτερα τον οικισμό.
Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα βλέποντάς τον, ήταν πως θα ήταν ιδανικό σκηνικό ταινίας του Ακι Καουρισμάκι, ίσως μιας ακόμη προσθήκης στην Τριλογία του Προλεταριάτου. Αν βρισκόταν εδώ κι έβλεπε αυτό το περιβάλλον, τα μεταλλεία με το νικέλιο και το κοβάλτιο, κι αν μάθαινε την ιστορία των ανθρώπων, ίσως ο Φινλανδός ποιητής των κατατρεγμένων να εμπνεόταν πολλά.
Ενώ, λοιπόν, η μέρα ήταν ηλιόλουστη, η αίσθηση της σκοτεινιάς ήταν έντονη. Παρατηρούσα τους εργάτες - λίγα μέτρα μακριά - στο Σωματείο και στο εργοστάσιο, άυπνους και ταλαιπωρημένους, να επιμένουν να αντιστέκονται στην κυβερνητική επίθεση, υπερασπίζοντας - όπως ακριβώς το έκαναν οι πρόγονοί τους - με όλη τους τη δύναμη τον τόπο τους, τις ζωές τους, ακόμα κι αυτό το ελάχιστο μεροκάματο του τρόμου. Τους έβλεπα πεισμωμένους κι αποφασισμένους να νικήσουν, αυτούς που μια ζωή απολύονται ή τίθενται σε διαθεσιμότητα ή τους περικόπτονται δικαιώματα.
Αυτούς για τους οποίους η τρομοκρατία είναι μόνιμος βραχνάς, από τη στιγμή που περνάνε την πύλη του εργοστασίου.
Αυτούς που έμαθαν να ζουν αναπνέοντας - μαζί με τις οικογένειές τους - τα δηλητηριώδη καπναέρια του εργοστασίου.
Περπατούσα μέσα σ' ένα περιβάλλον κατεστραμμένο, ανάμεσα σε σχεδόν εφιαλτικές εργατικές πολυκατοικίες (χτισμένες το 1966), κάποια ρημαγμένα σπίτια, το σχολείο, τις εγκαταστάσεις και τα σκόρπια ερείπια.
Η ΛΑΡΚΟ ιδρύθηκε το 1963 από τον μεγαλοβιομήχανο Πρόδρομο Αθανασιάδη Μποδοσάκη, ενώ το 1966 άνοιξε το εργοστάσιο στη Λάρυμνα και ξεκίνησε η πρώτη παραγωγή σιδηρονικελίου. Μαζί του στήθηκε κι όλο αυτό το σκηνικό των Συμπληγάδων, που παγίδευσε, καταπίεσε, βασάνισε, ξεζούμισε και τελικά δολοφόνησε κόσμο.
Παρασυρμένη στο ταξίδι στον χρόνο, ζωντανεύουν ξανά εικόνες, πρόσωπα και γεγονότα, που σημάδεψαν την περιοχή. Σαν να γέμισε ξαφνικά ο χώρος γύρω μου με εκατοντάδες απεργούς, μαυροφορεμένες γυναίκες, αστυνομικούς, απεργοσπάστες, κρανοφόρους, χωροφύλακες, προβοκάτορες, μικρά παιδιά.
Ολοζώντανο εκείνο το αιματοβαμμένο 1977. Τότε που εξερράγησαν δύο φιάλες ασετιλίνης, με αποτέλεσμα να προκληθεί το μεγαλύτερο εργατικό «ατύχημα» στο εργοστάσιο έως σήμερα. 6 νεκροί, δεκάδες τραυματίες. Η σφοδρότητα της έκρηξης ήταν τέτοια, που ένα από τα πτώματα εξαερώθηκε, τρεις διαμελίστηκαν, η περισυλλογή των πτωμάτων πραγματοποιήθηκε με τσιμπίδες από τους συναδέλφους τους, καθώς είχαν διαμελιστεί σε πολλά μικρά κομμάτια. Οι υπόλοιποι τραυματίες λουσμένοι στο αίμα μεταφέρθηκαν στα νοσοκομεία της περιοχής και στο ΚΑΤ με ιδιωτικά ΙΧ και αγροτικά οχήματα, καθώς δεν υπήρχαν ασθενοφόρα.
Οι «αρμόδιοι» βρήκαν τον τρόπο, με συνοπτικές διαδικασίες, ώστε «η εργατική τάξη να πάει στον Παράδεισο».
Οχι όρθια και αρτιμελής, αλλά κομματιασμένη, διαμελισμένη, εξαερωμένη. Οπως τότε το 85 π.Χ., που οι κάτοικοι σφαγιάστηκαν από τον Ρωμαίο Σύλλα, γιατί συμμετείχαν στην επανάσταση ενάντια στους Ρωμαίους. Οι άνθρωποι εδώ φαίνεται να έχουν τη γενναιότητα και την αντίσταση στο DNA τους.
Είμαι σίγουρη πως άκουσα τους εργάτες, εκεί ανάμεσα στα δέντρα που περπατούσα, να λένε ξανά και ξανά τα ίδια που έλεγαν και τότε:
Οι εργάτες εδώ απαιτείται να δουλεύουν με 24ωρες βάρδιες, δεν γνωρίζουν αργίες, δεν ξεκουράζονται τις Κυριακές.
Στην ταφόπλακα ενός εργάτη υπάρχει ένα απόσπασμα από ποίημα του Ρίτσου: «Ηρθα κι αγάπησα, τραγούδησα, αγωνίστηκα, έφυγα ένα πρωινό του Μάη. Πολλά δεν πρόφτασα... πρόφτασα κι είδα τα δάκρυά σας».
Ρώτησα έναν πρωτεργάτη στους αγώνες, να μου πει τι είναι η ΛΑΡΚΟ για τον λαό της περιοχής. Είπε:
«Ενα φουγάρο που κάπνιζε 365 ημέρες τον χρόνο, 24 ώρες την ημέρα, για 60 χρόνια.
Ενα φουγάρο που γύρω από αυτό έχει στηθεί μια ολόκληρη κοινωνική και οικονομική ζωή.
Ενα φουγάρο, ένα εργοστάσιο, που η μουτζούρα του, ο θόρυβός του τρομοκρατούσε τους επισκέπτες, αλλά για αυτούς που ζουν κάτω από τον ίσκιο του, είναι ο ήλιος, το φεγγάρι, το φως, το οξυγόνο, η ζωή.
Είναι ο κρίκος που έφτιαξε φιλίες ζωής, έσμιξε ανθρώπους από διαφορετικά μέρη, με διαφορετικά έθιμα».
Ετσι ακριβώς. Κάτω από αυτήν την τσιμινιέρα γεννήθηκαν σχέσεις φιλικές, αδελφικές, κοινωνικές, ερωτικές. Οι ξένοι μεταξύ τους έγιναν συγγενείς.
Τις προηγούμενες δεκαετίες ο οικισμός της ΛΑΡΚΟ είχε παιδικό σταθμό, νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο. Τα παιδιά δεν χωρούσαν στις κτιριακές εγκαταστάσεις, έκαναν μάθημα σε τροχόσπιτα.
Οι χώροι άθλησης, οι παιδικές χαρές, ο κινηματογράφος, το θέατρο, οι καθημερινές δραστηριότητες νέων ήταν η ελπίδα και η ερμηνεία της ζωής.
Αυτήν τη ζωή προσπαθούν να σώσουν οι εργαζόμενοι της ΛΑΡΚΟ, να μην την αφήσουν να χαθεί, να την βάλουν σε επανεκκίνηση και να την αναπτύξουν.
Δεν ξεχνούν πως την ώρα που οι εργάτες δούλευαν με άθλιους, με μεσαιωνικούς όρους εργασίας και πλήρωναν με το αίμα τους το ελάχιστο μεροκάματό τους, η εργοδοσία απολάμβανε μια σειρά προνόμια, όπως:
Εδώ σ' αυτόν τον τόπο, συντελείται καιρό τώρα ένα έγκλημα.
«Εξω από τη ΛΑΡΚΟ θα μας πάρουν νεκρούς. Δεν φεύγουμε από εδώ» έλεγε πριν λίγο καιρό ο Παναγιώτης Πολίτης, σε μια συγκλονιστική ομιλία του.
Ο ξεσηκωμός είναι δεδομένος και συνειδητός. Το απέδειξε και η μεγάλη απεργιακή συγκέντρωση στις 17 Απρίλη.
Εργαζόμενοι και κάτοικοι είναι «στα όπλα» και με ηθικό ακμαιότατο, γιατί ξέρουν ότι ενωμένοι, συσπειρωμένοι στο Σωματείο θα κερδίσουν κι αυτήν τη μάχη!
Η ΛΑΡΚΟ είναι ιστορική κληρονομιά της περιοχής που έχει μέλλον μπροστά της και για αυτόν τον λόγο δεν θα επιτρέψουν να θαφτεί το μέλλον της.
Οπως και το '77 η Νέα Δημοκρατία με τον Μποδοσάκη δεν κατάφεραν να τους νικήσουν και γύρισαν στο εργοστάσιο με ψηλά το κεφάλι, έτσι και τώρα δεν θα τα καταφέρουν να τους λυγίσουν. Τι και αν λέει η κυβέρνηση ότι έκλεισε το εργοστάσιο, εκείνοι είναι ορκισμένοι και θα παραμείνουν σε αυτό μέχρι να το ξανανοίξουν. Αλλωστε, δεν έχουν τι άλλο να χάσουν. Τους τα έχουν πάρει όλα.
Συναντήθηκα με έναν σπουδαίο άνθρωπο, τον Μητροπολίτη Φθιώτιδας Συμεών, που στηρίζει από την πρώτη στιγμή τον αγώνα τους, με εκπαιδευτικούς, μαθητές, γονείς, μέλη της διοίκησης του Σωματείου και τους εργαζόμενους της ΛΑΡΚΟ που βρίσκονταν συγκεντρωμένοι στην είσοδο του διοικητηρίου, περιφρουρώντας την κατάληψή τους. Ηξεραν πως έχουν μαζί τους όλους μας, από την πρώτη στιγμή του αγώνα τους. Πως έχουν δίπλα τους τη δύναμη και των άλλων εργατών, των βιοπαλαιστών αγροτών, των επαγγελματιών, των γυναικών, της νεολαίας, των συνταξιούχων, των επιστημόνων, όλων. Εχουν στο πλευρό τους όλη την εργατική τάξη της Ελλάδας, γιατί η νίκη των μεταλλωρύχων και μεταλλεργατών της ΛΑΡΚΟ θα είναι νίκη όλων των εργαζομένων.
Η ΛΑΡΚΟ, αυτό το 60χρονο θηρίο της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας εξορυκτικής και μεταλλουργικής βιομηχανίας, με τις τεράστιες παραγωγικές δυνατότητες, τις οποίες απαξιώνουν κράτος και επενδυτές, επειδή κριτήριο είναι τα μεγαλύτερα κέρδη, ανήκει στους έμπειρους και εξειδικευμένους εργάτες της, που μόνο αυτοί ξέρουν και μπορούν να τη λειτουργήσουν. Γνωρίζουμε καλά τι εννοούν κυβέρνηση και επενδυτής, λέγοντας πως δεν συμφέρει να συνεχίσει να λειτουργεί.
Αυτοί που μεθοδεύουν την «τελευταία πράξη» της ΛΑΡΚΟ, αποβλέπουν στο μεγαλύτερο δυνατό κέρδος, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι όλος ο νομός θα χάσει την οικονομική αρτηρία του και η χώρα μια πολύτιμη παραγωγική μονάδα ικανή να προσφέρει ουσιαστικά στην ευημερία του λαού της περιοχής.
Ολα αυτά τα χρόνια, το Κόμμα μας πάλεψε με όλους τους τρόπους, με όλα τα μέσα, ενάντια στην απαξίωση, στην ιδιωτικοποίηση της ΛΑΡΚΟ.
Σταθήκαμε απέναντι στα εγκληματικά σχέδια, απαιτώντας τη χρηματοδότηση και τον εκσυγχρονισμό της επιχείρησης με ευθύνη, σχεδιασμό και έλεγχο του κράτους, αλλά και την παραπέρα ανάπτυξή της.
Με όλες μας τις δυνάμεις συνεχίζουμε να απαιτούμε τη διασφάλιση της συνέχισης της λειτουργίας της και τη διατήρηση όλων των θέσεων εργασίας.
Το ΚΚΕ θα βρίσκεται συνεχώς μαζί με τους εργάτες της ΛΑΡΚΟ και τις οικογένειές τους, τις γυναίκες, τα παιδιά τους. Θα βρίσκεται πάντα μαζί με τους κατοίκους όλων των χωριών της Φθιώτιδας, της Εύβοιας, της Βοιωτίας, των άλλων περιοχών που υπάρχουν και ζουν δεκαετίες από τον πλούτο που παράγουν οι εργάτες της ΛΑΡΚΟ.
Θα χαιρετίζει το αγωνιστικό φρόνημα αυτών που αντιστέκονται.
Συνεχίζουμε μαζί τον αγώνα.
Το έγκλημα δεν θα περάσει.
Ολοι μαζί θα τα καταφέρουμε.