Σάββατο 10 Απρίλη 2021 - Κυριακή 11 Απρίλη 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Αδύναμες πλευρές της δουλειάς μας στα Τομεακά Οργανα

Το πρώτο κείμενο των Θέσεων της ΚΕ για το 21ο Συνέδριο αναλύει πώς μπορούμε να μετρήσουμε βήματα στο βασικό καθήκον, αυτό της θεωρητικής - ιδεολογικοπολιτικής θωράκισης όλου του Κόμματος, ώστε να επιβεβαιωθεί καλύτερα στην πράξη ο χαρακτήρας του ως επαναστατικής εργατικής πρωτοπορίας.

Το κείμενο φωτίζει το κεντρικό ζήτημα με συγκεκριμένο τρόπο, από πολλές πλευρές και σε αρκετά επίπεδα. Αυτό δείχνει ότι η δυνατότητα να ανταποκριθούμε φαίνεται καθαρά μπροστά μας, δεν είναι μακρινή. Επομένως επιβάλλεται να την πραγματοποιήσουμε, δεν χωράνε γενικές συμφωνίες στα λόγια.

Η κομματική οικοδόμηση σε περιοχές όπου συγκεντρώνονται βιομηχανικές ζώνες με χώρους στρατηγικής σημασίας έχει απόλυτη αξία για εμάς. Μια τέτοια περίπτωση είναι ο άξονας Οινοφύτων - Θήβας, σε μια περιοχή (τη Στερεά) που έχει κι άλλες παραγωγικές μονάδες αυτού του μεγέθους.

Εχουμε δει στην πράξη ότι το ζήτημα δεν είναι να αποκτήσεις γενικά μέλη και επαφές, αλλά να αποκτήσεις μία μέθοδο καθοδήγησης ώστε οι ΚΟΒ και κάθε μέλος να δουλεύουν με σχέδιο που να υπηρετεί τους σκοπούς μας.

Δηλαδή εξειδικεύοντας τη στρατηγική μας στη βάση της συγκεκριμένης πραγματικότητας κάθε χώρου, στοχεύοντας την αντιπαράθεση στα ιδεολογήματα με τα οποία πείθει ο αντίπαλος, πρωτοστατώντας στην πάλη για τα προβλήματα και κερδίζοντας τους πρωτοπόρους με το Κόμμα.

Στον βαθμό που δουλεύουμε έτσι, ακόμη και μονάδες γίνονται πόλοι συσπείρωσης και οικοδόμησης σε μεγάλους και σύνθετους χώρους. Αντίθετα, όταν πάμε «χύμα», ξαναπέφτουμε στο γνωστό πρόβλημα της απόσπασης της καθημερινής δράσης από τη στρατηγική μας.

Μερικές πλευρές που μας δυσκολεύουν, ειδικά στον κρίσιμο κρίκο των Τομεακών Οργάνων, είναι οι εξής:

Αν και καθοδηγητικά εντοπίζουμε συχνά σε δυνάμεις μας φαινόμενα όπως η αντίληψη «Ο κόσμος δεν καταλαβαίνει», η λειψή προσφορά, μία τάση εμπειρισμού και διεκπεραίωσης καθηκόντων, δεν αντιλαμβανόμαστε ότι σε αυτά αντανακλάται κυρίως ο δικός μας τρόπος καθοδήγησης.

Σκαλίζοντας περισσότερο το πώς καθοδηγητικά προετοιμάζουμε και οργανώνουμε τη δράση των δυνάμεών μας, θα δούμε ότι ακολουθούμε μια τακτική που θυμίζει το εκκρεμές. Τη μία συζητάμε κεντρικές αποφάσεις ή ακόμη και ιδεολογικά μαθήματα σε ένα γενικό θεωρητικό επίπεδο, την άλλη επιμέρους πρακτικά καθήκοντα, συνήθως με αφορμή ένα τρέχον πρόβλημα ή μία κεντρική πρωτοβουλία. Ετσι όμως όχι μόνο δεν βοηθάμε, αλλά αντίθετα δυσκολεύουμε τις ΚΟΒ.

Ενώ υπάρχουν θετικά παραδείγματα από έναν τρόπο δουλειάς σε συγκεκριμένους χώρους, με σημαντικά αποτελέσματα, συνήθως περιμένουμε να μας έρθουν έτοιμες οδηγίες χρήσης, ή να αντιγράψουμε μηχανικά στον δικό μας χώρο ευθύνης ακριβώς ό,τι έγινε σε έναν άλλο.

Αντικειμενικά όμως αυτό είναι αδύνατο. Π.χ. δεν είναι δυνατό να μεταφέρεις αυτούσια τη θετική δουλειά που γίνεται στη ΛΑΡΚΟ (δηλαδή μία εταιρεία του Δημοσίου που παράγει σιδηρονικέλιο και αποφασίστηκε η ιδιωτικοποίησή της, με μαζικά συνδικάτα) σε έναν μεγάλο ιδιωτικό όμιλο, με εντελώς άλλα χαρακτηριστικά (όπου π.χ. δεν υπάρχουν καν συνδικάτα, έχει διαφορετικό αντικείμενο παραγωγής κ.ο.κ.), ή ακόμη και στην ΕΑΒ, η οποία μπορεί να ανήκει στο Δημόσιο αλλά είναι πολεμική βιομηχανία με δεσμούς αίματος με αμερικανικά μονοπώλια.

Πολύ περισσότερο, δεν νοείται τα Τομεακά Οργανα να θεωρούν ότι η διαμόρφωση σχεδίου παρέμβασης σε χώρους ευθύνης τους αποτελεί υπόθεση είτε παραπάνω Οργάνων, είτε κάποιων ειδικών. Φυσικά, τα παραπάνω Οργανα οφείλουν να προσανατολίσουν ή ακόμα και να ανοίξουν τον δρόμο για χώρους πρωταρχικής σημασίας. Αντίστοιχα, οι βοηθητικές Επιτροπές οφείλουν να συμβάλουν σε πιο εξειδικευμένες πλευρές.

Ομως, ακριβώς η καταγραφή του χώρου και των εργαζομένων του, η μελέτη των εργασιακών σχέσεων, η εξειδίκευση της στρατηγικής μας, η ιεράρχηση των βασικών ιδεολογημάτων που αντιμετωπίζουμε και του πώς τα ανασκευάζουμε, η διαμόρφωση πλαισίου πάλης και η αξιοποίηση των δυνάμεών μας, είναι το βασικό καθήκον των Τομεακών. Δηλαδή η μέθοδος με την οποία η καθημερινότητα και η επικαιρότητα που βιώνουν το μέλος, ο οπαδός μας, συνολικά οι εργαζόμενοι, δένονται - υποτάσσονται στον σχεδιασμό και τη στρατηγική μας.

Οσο αυτό το κενό παραμένει, είναι επόμενο να μας παρασέρνουν τα λεγόμενα τρέχοντα ζητήματα, σε βάρος της ισχυροποίησης των δυνάμεών μας.

Η συστηματική παρακολούθηση της δράσης των άλλων δυνάμεων και η συλλογική συζήτηση του τι ανοίγουν, με τι επιχειρήματα και πώς εμείς απαντάμε, βοηθούν τα Τομεακά Οργανα να «βλέπουν γήπεδο», να βελτιώνουν το κριτήριό τους και να αντιλαμβάνονται ότι δεν δρούμε σε κενό αέρος.

Μια πολύ σημαντική πλευρά είναι η παρακολούθηση της ίδιας της εργοδοσίας, ειδικά του μηχανισμού των προϊσταμένων, των εξειδικευμένων τμημάτων ανθρώπινου δυναμικού που διαθέτει. Οπως φαίνεται, δεν στέκονται μόνο στο μαστίγιο και στον φόβο, αλλά δουλεύουν και με επιχειρήματα απέναντι σε δυνάμεις μας, τα οποία μάλιστα δεν στοχεύουν μόνο στη λογική αλλά και στο θυμικό, στην ψυχολογία των εργαζομένων.

Ο πιο μελετημένος και μεθοδικός καταμερισμός των στελεχών στα Οργανα μπορεί να ξεκλειδώσει δυνατότητες, τόσο στα ίδια και την εξέλιξή τους όσο και σε τομείς δουλειάς που μπορεί να βαλτώνουν. Η αξιοποίηση κλίσεων ή και χαρακτηριστικών, ειδικά σε συντρόφους που αναδεικνύονται για πρώτη φορά, ή σε άλλους που έχουν μια σχετική στασιμότητα στη δράση τους, μπορεί να τους βοηθήσει σημαντικά, ώστε να αποδώσουν ουσιαστικά. Χρειάζεται συνολικά περισσότερη σκέψη και συλλογική συζήτηση για την απόδοση των στελεχών.

Τέλος, για να αναβαθμιστεί η δουλειά των Τομεακών, στις Επιτροπές Περιοχής και στα μέλη τους αναλογούν μεγαλύτερες και πιο απαιτητικές ευθύνες.

Μία πλευρά ουσιαστικής βελτίωσης της λειτουργίας των ΕΠ είναι η καλή συγκρότηση και λειτουργία των βοηθητικών Επιτροπών τους. Η συγκρότηση Ομάδας Οικονομίας στη Στερεά το προηγούμενο διάστημα έδειξε τις σοβαρές δυνατότητες που υπάρχουν. Αποδείχθηκε στην πράξη ότι τουλάχιστον σε επίπεδο Περιφερειών, τα αστικά επιτελεία μελετούν τις τάσεις της οικονομίας, εντοπίζουν δυνατότητες και σχεδιάζουν κατευθύνοντας σημαντικά κονδύλια με πολύ συγκεκριμένο τρόπο.

Προέκυψε ότι αρκετές εξελίξεις που βρίσκαμε μπροστά μας είχαν συνοχή με βάση τον αστικό σχεδιασμό, η μελέτη του οποίου μας επιτρέπει να προβλέψουμε εξελίξεις, να προετοιμαστούμε πιο έγκαιρα και να ιεραρχήσουμε τομείς.

Η πιο ολοκληρωμένη εικόνα της οικονομικής εξέλιξης στην περιοχή μας επιτρέπει επίσης να απαντάμε καλύτερα στα αφηγήματα του αντίπαλου. Π.χ. την ώρα που η «πράσινη ανάπτυξη» μετατρέπει τη Στερεά σε ενεργειακό κέντρο, στα Οινόφυτα έκλεισε το μοναδικό εργοστάσιο κατασκευής μετασχηματιστών στην Ελλάδα.

Ωστόσο, η καλή παρακολούθηση των εξελίξεων και η συμβολή στην ιδεολογική αντιπαράθεση αποτελούν απλώς πλευρές του ρόλου μιας βοηθητικής Επιτροπής. Βασικό ζητούμενο είναι η στοχευμένη, καλά γειωμένη και εμπεριστατωμένη ανάδειξη της στρατηγικής μας.


Αντώνης Τουλουμάκος
Μέλος της Επιτροπής Περιοχής Ανατολικής Στερεάς - Εύβοιας του ΚΚΕ

Για τη βελτίωση της καθημερινής μας παρέμβασης

Οδεύουμε προς το 21ο Συνέδριο του Κόμματος έχοντας διανύσει μία τετραετία έντονης πολιτικής δράσης, μία τετραετία με σύνθετες πολιτικές εξελίξεις, τόσο στο εσωτερικό της χώρας, όσο και σε διεθνές επίπεδο. Αναπτύξαμε πλούσια συζήτηση εσωκομματικά, αλλά και πιο πλατιά, με αφορμή τα 100 χρόνια από την Οκτωβριανή Επανάσταση, τα 100χρονα του Κόμματος, αλλά και τις εκλογικές διαδικασίες.

Στο 20ό Συνέδριο εξειδικεύτηκε καλύτερα η στρατηγική του Κόμματος, το Πρόγραμμά του, όπως αυτό είχε προκύψει μετά το 19ο Συνέδριο. Εμπαινε αναλυτικά το πώς χρειάζεται και πρέπει να δουλέψουμε για να κατακτήσουμε να είμαστε «Κόμμα παντός καιρού». Στο σύνθημα του 21ου Συνεδρίου «ΔΥΝΑΤΟ ΚΚΕ, ΝΟΥΣ - ΚΑΡΔΙΑ - ΟΡΓΑΝΩΤΗΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ - ΛΑϊΚΗΣ ΠΑΛΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ» συμπυκνώνεται το περιεχόμενο των θέσεών του, που θέτουν ως κεντρικό ζήτημα το Κόμμα και την ανάγκη να γίνεται ακόμα πιο διακριτός ο ρόλος του ΚΚΕ ως ισχυρής οργανωμένης ιδεολογικοπολιτικής - εργατικής - λαϊκής πρωτοπορίας σε πλατιές εργατικές - λαϊκές δυνάμεις.

Διαβάζοντας το κείμενο μέσα στις σελίδες του «συνάντησα» τον εαυτό μου, την Οργάνωσή μου, την Τομεακή μας Οργάνωση, αναγνώρισα αδυναμίες, είδα σε κάποια σημεία τον τρόπο δουλειάς μου, τον τρόπο δουλειάς μας. Αντιλήφθηκα ότι αυτό που αρκετές φορές θεωρούσα σημαντικό και ήταν σημαντικό δεν είχε τη συνέχεια που θα έπρεπε να έχει, όπως η επιτυχία που είχε η εκδήλωση που κάναμε στο Ελληνικό για τα 100χρονα του Κόμματος. Τι κάναμε μετά; Σε πόσο κόσμο από αυτόν που ήρθε πήγαμε να συζητήσουμε για την Ιστορία του Κόμματος, για τα συμπεράσματα που βγαίνουν από αυτή.

Χρειάζεται να μας απασχολήσει περισσότερο ο τρόπος απεύθυνσής μας σε κάποια θέματα, για παράδειγμα στα ζητήματα διαπάλης με τις άλλες δυνάμεις με επίκεντρο τη μορφή και το περιεχόμενο της κρίσης, όπου αρκετές φορές δεν συνδέουμε την καθημερινή πάλη και τα ζητήματα που ανοίγουμε με τα αίτια της κρίσης. Ενώ προβάλλουμε όλα τα αντεργατικά μέτρα που παίρνονται, τα μέτρα καταστολής που στόχο έχουν το εργατικό - λαϊκό κίνημα, αναδεικνύουμε ότι τα μέτρα ήρθαν και θα μείνουν, δεν τα δένουμε με το ζήτημα της κρίσης και τελικά με τη διέξοδο. Ενα άλλο θέμα που έχουμε εντοπίσει είναι η σχετικά περιορισμένη εικόνα που συγκεντρώνουμε σχετικά με την παρέμβαση των άλλων πολιτικών δυνάμεων και ειδικότερα του ΣΥΡΙΖΑ. Χρειάζεται να επιμείνουμε, καθώς ήδη φαίνεται η πίεση στη λογική του μικρότερου κακού, αφού υπάρχουν φωνές που λένε «δεν συμφωνώ με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά σίγουρα θα είχε διαχειριστεί καλύτερα την κατάσταση και ότι θα ήμασταν τώρα καλύτερα σε όλα τα επίπεδα».

Απαιτείται να σχεδιάζουμε και να προγραμματίζουμε εξετάζοντας όλες τις παραμέτρους κάθε στόχου, με ουσιαστικό και όχι τυπικό έλεγχο των καθηκόντων, με γενίκευση της πείρας και εκτίμηση κάθε αποτελέσματος. Οι γενικόλογες εκκλήσεις και κατευθύνσεις που δεν «πατάνε» στην πραγματικότητα της ΚΟΒ, στη σύνθεση και στις δυνατότητές της, οι μειωμένες απαιτήσεις λόγω των προβλημάτων που μπορεί να υπάρχουν και πιέζουν, οδηγούν σε μειωμένη συμμετοχή, σε μη αξιοποίηση όλων των δυνάμεών μας, σε ανακύκλωση προβλημάτων. Η σύγχυση γύρω από το τι είναι αντικειμενική και τι υποκειμενική δυσκολία, μας αποθαρρύνει από την αντιμετώπιση και λύση του προβλήματος. Στον σχεδιασμό μας χρειάζεται να λαμβάνουμε υπόψιν τις δυσκολίες που υπάρχουν, όχι όμως να λειτουργούν ως τροχοπέδη στη δράση μας. Να στοχεύουμε στο καλύτερο δυνατό, κάθε φορά, αποτέλεσμα και να μην «βολευόμαστε» στο ένα βήμα όταν θα μπορούσαμε να έχουμε κάνει δύο. Υπαρκτά προβλήματα όπως η υποχώρηση του κινήματος, οι αυταπάτες, ο αντικομμουνισμός, οι διάφορες θεωρίες και ιδεολογήματα που κυριαρχούν, χρειάζεται να τα μετράμε στο σχεδιασμό μας, να τα επεξεργαζόμαστε για την παρέμβασή μας, για να είμαστε αποτελεσματικότεροι. Δεν μπορεί να θεωρούνται αμετάβλητες πραγματικότητες, κι έτσι να λειτουργούν σαν ανασταλτικοί παράγοντες δράσης και παρέμβασης, οδηγώντας στην αδυναμία συζήτησης των δικών μας αδυναμιών.

Στο κείμενο των Θέσεων βλέπουμε την ΚΕ να στέκεται αυτοκριτικά, προβάλλοντας αδυναμίες που απορρέουν από τον τρόπο που και η ίδια στάθηκε σε κάποια ζητήματα. Η αυτοκριτική είναι συστατικό στοιχείο ενός Κομμουνιστικού - Μαρξιστικού - Λενινιστικού Κόμματος, ενός Κόμματος όπως το ΚΚΕ, δεν είναι ισοπέδωση, δεν είναι μηδενισμός. Δεν χωράει στο «κουστούμι» του ΚΚΕ η ηττοπάθεια και η μοιρολατρία, γι' αυτό δεν πρέπει να παρεξηγηθεί το πνεύμα της αυτοκριτικής. Οι αδυναμίες είναι υπαρκτές, καθήκον μας να τις παλεύουμε, να τις ξεπερνάμε και να διδασκόμαστε από αυτές.

Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η δράση μας έχει δοκιμαστεί μέσα σε δύσκολες, σύνθετες συνθήκες και όμως βγάλαμε σε πέρας πλήθος πρωτοβουλιών, δώσαμε μάχες στα κρίσιμα μέτωπα, κόντρα στην πολιτική κυβέρνησης - κεφαλαίου. Μέσα, λοιπόν, στη μάχη χρειάζεται να ανέβει η ικανότητα και της γενίκευσης της πείρας, και της ιδεολογικής ανύψωσης, και της συλλογικής σκέψης. Μια τέτοια επιδίωξη τελικά θα έχει πολλαπλά οφέλη, θα είναι ένα αποφασιστικό βήμα μπροστά. Εχουμε μετρήσει βήματα, τα οποία αποκρυσταλλώθηκαν σε ένα βαθμό στην επιτυχία των τριών συνεχόμενων πανεξορμήσεων του «Ριζοσπάστη» με τα κείμενα των Θέσεων του 21ου Συνεδρίου. Αυτό που χρειάζεται να εξετάσουμε είναι η πείρα που προκύπτει από αυτή τη δουλειά, τα θετικά και αρνητικά συμπεράσματα. Τον τρόπο που σχεδιάστηκαν, τη συμμετοχή των συντρόφων, τις δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε, τις συζητήσεις που έγιναν και σε τι βάθος έφτασαν. Σημαντική ήταν η συμμετοχή των οπαδών στη μάχη της διακίνησης, αναδείχτηκε στην πράξη αυτό που συχνά λέμε «πώς οι οπαδοί θα είναι μία δεύτερη Οργάνωση δίπλα σε κάθε ΚΟΒ». Καθήκον μας είναι να δούμε πώς θα διατηρήσουμε «ζεστή» αυτή την επαφή, να τους στηρίξουμε στη μελέτη, για να συμβάλουν με γνώμες, ερωτήσεις, παρατηρήσεις, κυρίως να σταθούμε σε όσους ξεχώρισαν μέσα από αυτή τη διαδικασία.

Να εξετάσουμε ατομικά και συλλογικά πώς μπορούμε να ξεπεράσουμε τις αδυναμίες μας, τι μέτρα πρέπει να παρθούν για να γίνουμε πιο διεισδυτικοί, να διευρύνουμε την επιρροή του Κόμματος. Μπορούμε να κάνουμε σημαντικά βήματα, να ατσαλωθεί καλύτερα το κομματικό δυναμικό, να οργανώσουμε καλύτερα τη δουλειά μας. Σε πείσμα των καιρών που καλούν σε αποστράτευση, μοιρολατρία και σε ανοχή του «μικρότερου κακού», το ΚΚΕ, εξοπλισμένο με τη σύγχρονη επαναστατική του στρατηγική, με συσσωρευμένη πείρα από δυσκολίες και καμπές της πάλης, με κριτήριο και τις δυνατότητες που γεννά η διαρκής ταξική αναμέτρηση και η σύγκρουση των δύο κόσμων, των εργατών και των αστών, δείχνει τον δύσβατο αλλά σίγουρο δρόμο που πρέπει να προχωρήσει η εργατική τάξη.


Αρτεμις Παπαδοπούλου
Μέλος της Τομεακής Επιτροπής Νοτίων Συνοικιών Αττικής του ΚΚΕ

Με τόλμη αλλά και με λογική γύρω από τα ζητήματα διάταξης

Η διάταξη των δυνάμεών μας αποτελεί πολύ σοβαρή και νευραλγική πλευρά για την ανάπτυξη της πολιτικής μας δράσης. Αν και ραχοκοκαλιά όλων και κρίσιμο ζήτημα σε κάθε συνθήκη είναι η γραμμή μας, μια εύστοχη διάταξη των δυνάμεών μας μπορεί να μετατρέψει τα μειονεκτήματα σε πλεονεκτήματα και κυρίως να αποτελέσει ουσιαστικό εργαλείο για την οργάνωση της τάξης μας, την ενίσχυση της κομματικής οικοδόμησης.

Η συζήτηση γύρω από την οργανωτική διάταξη είτε των κομματικών δυνάμεων είτε οργανωτικών μορφών στο εργατικό - συνδικαλιστικό κίνημα είναι δύσκολο ζήτημα, σύνθετο και δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με απολυτότητες ή με τις ιδιότητες «ειδίκευσης» που μπορεί να προσθέτει μια χρέωση σε έναν τομέα κομματικής δουλειάς.

Με την απόφαση που παίρνουμε κάθε φορά για την αναδιάταξη των δυνάμεών μας, θα πρέπει να ελέγχουμε παράλληλα και την υλοποίηση προηγούμενων οργανωτικών μέτρων τα οποία δεν πέρασαν απνευστί. Αν δεν κάνουμε μία ειλικρινή εκτίμηση των δυσκολιών που συναντήσαμε, κάθε προσπάθεια που μπορεί να εξετάζει και να προσεγγίζει το ζήτημα της διάταξης των δυνάμεών μας με βάση νέες συνθήκες θα συναντά πάντα σκοπέλους.

Απαράβατος όρος για κάθε οργανωτική μεταβολή στη διάταξη είναι να παραμένει σταθερός ο προσανατολισμός στην εργατική τάξη. Ο προσανατολισμός αυτός δεν μπορεί να είναι αποτελεσματικός και γερός αν δεν πατάει σε κλαδικές Οργανώσεις, αν δεν υπάρχουν εργατικές/επιχειρησιακές ΚΟΒ. Αρα σταθερός στόχος πρέπει να είναι η ενδυνάμωση των κλαδικών Οργανώσεων, οι οποίες αντικειμενικά λόγω του χώρου ευθύνης τους έχουν τη συνολική εικόνα του κλάδου και των διεργασιών μέσα σε αυτόν, την τακτική των επιχειρηματικών ομίλων, δουλεύουν πιο ολοκληρωμένα πλευρές της αντιπαράθεσης που αναπτύσσεται, έχουν ζωντανή εικόνα για τη διαπάλη στα σωματεία και τον συνδικαλιστικό συσχετισμό.

Από την άλλη, οι εδαφικές Οργανώσεις δεν είναι βοηθητικές, δεν έχουν το ρόλο της εφεδρείας. Το καθήκον του προσανατολισμού στην εργατική τάξη της περιοχής είναι αναπόσπαστο στοιχείο της δράσης και της λειτουργίας τους. Αρα ο συντονισμός της κλαδικής Οργάνωσης με την εδαφική είναι ένας από τους όρους για να δυναμώσει συνολικά η οργάνωση της τάξης, η κομματική οικοδόμηση, η δουλειά μας στο εργατικό - συνδικαλιστικό κίνημα.

Αφορμή για το άρθρο αποτελεί ο χώρος των super market, που κατά τη γνώμη μου αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση, χωρίς φυσικά να θεωρώ δευτερευούσης σημασίας τα εμπορικά κέντρα ή άλλους υποκλάδους του εμπορίου. Την τελευταία δεκαετία ο χώρος των s/m παρουσιάζει ραγδαίες εξελίξεις στη συγκέντρωση, με συνεχείς απορροφήσεις και εξαγορές, η οποία και συνεχίζεται. Μόνο στις 10 μεγαλύτερες επιχειρήσεις των s/m εργάζονται πάνω από 80.000 εργαζόμενοι, δηλαδή περίπου το 1/6 της μισθωτής απασχόλησης στον κλάδο του λιανικού εμπορίου.

Η πανελλαδική εμπειρία που ήρθε μέσα στην πανδημία από τις μέρες δράσης για τα s/m, με το συντονισμό των δυνάμεων σε κλάδο και έδαφος, επιβεβαίωσε σκέψεις και προβληματισμούς που υπήρχαν όσον αφορά την πανελλαδική παρέμβασή μας στο εμπόριο, με καθυστερήσεις που εξακολουθούν να υπάρχουν λόγω δισταγμών, έλλειψης πρωτοβουλίας, αλλά και φοβίας μπροστά σε νέες οργανωτικές μορφές που βγάζουν μάτι ότι πρέπει να παρθούν.

Η ιδιαιτερότητα του χώρου έγκειται στο εξής: Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις που μονοπωλούν τον κλάδο δεν περιορίζονται σε 1-2 εργοστάσια ή χώρους δουλειάς, μια αποθήκη και γραφεία όπως σε άλλους κλάδους, αλλά έχουν πολύ μεγάλη διασπορά στο έδαφος.

Χωρίς να μπαίνω σε πιο συγκεκριμένα στοιχεία, η Ελλάδα διαθέτει ένα από τα πυκνότερα δίκτυα s/m στον κόσμο. Μόνο στην Αττική υπάρχουν πάνω από 1.000 καταστήματα, ενώ στην Κεντρική Μακεδονία πάνω από 500. Σχεδόν σε κάθε δήμο των μεγάλων αστικών κέντρων υπάρχουν από 4 έως 10-15 s/m μεγάλων αλυσίδων.

Σε ένα ενδιάμεσο κατάστημα s/m κατά μέσο όρο εργάζονται περίπου 40-60 εργαζόμενοι όλων των πόστων και με δείκτες που ιεραρχούμε και μας ενδιαφέρουν (χαμηλόμισθοι, ευελιξία, νέοι, γυναίκες). Τα μεγάλα s/m και υπερμάρκετ «απασχολούν» τριψήφιο αριθμό εργαζομένων. H δυνατότητα να «πιάνονται» σταθερά οι συγκεκριμένοι μαζικοί χώροι δουλειάς αποκλειστικά από τις κλαδικές Οργανώσεις είναι ανέφικτη. Από την άλλη, η γενική και καμπανιακή παρέμβαση των εδαφικών Οργανώσεων δεν αρκεί. Απαιτείται άλλου είδους συντονισμός, διάταξη, ενδεχομένως και οργανωτικά σχήματα.

Με βάση αυτό το ιδιαίτερο παράδειγμα, που δεν αφορά τον κάθε κλάδο, θεωρώ ότι χρειάζεται μεγαλύτερη τόλμη και αποφασιστικότητα σε πρωτοβουλίες οργάνωσης των εργαζομένων, με παραρτήματα, ακόμα και με νέα σωματεία, ακόμα και σε εδαφοπαραγωγική κλίμακα, όχι όμως χωρίς βασάνισμα, όχι χωρίς συλλογική γνώμη, όχι με ισοπεδωτισμούς που δεν θα παίρνουν υπόψη το σύνολο των παραμέτρων.

Η σκέψη μου συγκλίνει στη δημιουργία κλαδικών σωματείων εμποροϋπαλλήλων/ιδιωτικών υπαλλήλων ή άλλων σχημάτων που θα διεισδύσουν στις γειτονιές και μέσα σε αυτά θα είναι και οι εργαζόμενοι των super market. Αναφέρομαι για ίδρυση σωματείων εκεί που υπάρχουν πραγματικές ανάγκες και δυνατότητες, χωρίς να αλληλεπικαλύπτονται χώροι ή να αδυνατίζει η παρέμβαση υπαρχόντων σωματείων που έχουν αναγνωρισμένη δράση.

Ποιες είναι οι πραγματικές ανάγκες; Ενδεικτικά, η δημιουργία νέων εμπορικών κόμβων στα φτερά της Αττικής, με τάσεις επιπλέον απλώματος, δεν απαντάται πρακτικά πλέον με σωματεία που ιδρύθηκαν πριν 120 χρόνια και κάλυπταν κυρίως το κέντρο της Αθήνας. Η αντίστοιχα δήμοι/συστοιχίες περιοχών με πολυάριθμο εργατικό δυναμικό στο εμπόριο και στα s/m απαιτεί πλέον ειδικό σχεδιασμό.

Σε κάθε γειτονιά υπάρχει μία απεραντοσύνη ανοργάνωτης μάζας εργαζομένων που καθήκον μας είναι να τη διευκολύνουμε να οργανωθεί, έχοντας όμως πλήρη συνείδηση ότι δεν είναι η διάταξη το εμπόδιο στο οποίο σκοντάφτει η οργάνωση των εργαζομένων. Θέλει προσοχή αυτό, ώστε πάνω σε έναν σωστό προβληματισμό να μην κατακάθονται λαθεμένες αντιλήψεις.

Συμβόλαιο με την «επιτυχία» δεν μπορούμε να υπογράψουμε προκαταβολικά, γι' αυτό και οποιαδήποτε ενέργειά μας πρέπει να είναι καλά μελετημένη, ώστε να μειώνουμε τις πιθανότητες να πάμε πιο πίσω από εκεί που ήμασταν, να κάνουμε άθελά μας περισσότερη ζημιά απ' όσα πάμε να λύσουμε. Είναι καθοδηγητική ευθύνη, οργάνων και κομματικών ομάδων, να δυναμώσει η ικανότητα πρόβλεψης καταστάσεων που δεν θα φαίνονται με την πρώτη ματιά αλλά και άμεσα να διορθώνουμε αδυναμίες που θα προκύπτουν σε σχέση με την ποιότητα καθοδήγησης που απαιτείται σε μία εδαφική Οργάνωση για την παρέμβασή μας σε έναν εργασιακό χώρο ή ένα σωματείο. Από την άλλη, το βασάνισμα δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση αέναη συζήτηση χωρίς να φτάνουμε ποτέ σε κάτι συγκεκριμένο.

Οδηγός μας πρέπει να είναι τα λιγοστά δυστυχώς έως σήμερα παραδείγματα που υπάρχουν πανελλαδικά και οι πιο πρόσφατες θετικές πρωτοβουλίες που μορφοποιούνται σε Δυτική και Ανατολική Αττική αλλά και σε επιμέρους περιοχές του Λεκανοπεδίου. Αυτά τα παραδείγματα είναι ανάγκη να πυκνώσουν με ευθύνη των καθοδηγητικών οργάνων. Σε κάθε περίπτωση, το συγκεκριμένο ζήτημα δεν εξαντλείται σε μία συνεδριακή απόφαση, αλλά πρέπει να είναι διαρκές θέμα που να απασχολεί συνεχώς τα καθοδηγητικά όργανα.


Θανάσης Γκώγκος
Μέλος του Τμήματος της ΚΕ του ΚΚΕ για την Εργατική - Συνδικαλιστική Δουλειά

Για τη βελτίωση της καθοδήγησης με όχημα την ιδεολογική δουλειά

Με αφορμή το 1ο κείμενο, θα προσπαθήσω να συμβάλω σε ζητήματα καθοδήγησης και λειτουργίας, στην προσπάθεια να γίνουμε καλύτεροι στο να διεξάγουμε τη λεγόμενη πάλη των ιδεών.

Βασικός κρίκος, οι Τομεακές Επιτροπές και η καθοδήγηση των ΚΟΒ να καλλιεργούν στα Οργανα ότι πρώτα απ' όλα διεξάγουμε ιδεολογική - πολιτική αντιπαράθεση, ότι δουλεύουμε με τα ντοκουμέντα και τη στρατηγική. Είναι θετικό ότι σε πολλές περιπτώσεις γίνεται προσπάθεια να μη μένουμε μόνο σε καθηκοντολόγιο, παράθεση προγραμματισμού και αναμετάδοση πολιτικών εξελίξεων. Εχουμε γίνει καλύτεροι στο να εντοπίζουμε την αντιπαράθεση, την παρέμβαση των άλλων δυνάμεων, τι επηρεάζει τη συνείδηση. Πρέπει όμως αποφασιστικά να κάνουμε ένα βήμα μπροστά στο πώς θα δράσουμε αποτελεσματικά για να αλλάξουμε συνειδήσεις. Δηλαδή τα Οργανα να επιμένουν περισσότερο στο τι θα αναδείξουμε, ποια επιχειρήματα θα αξιοποιήσουμε, ποιες θέσεις είναι διεισδυτικές, πού χρειάζεται ανατροφοδότηση της επιχειρηματολογίας και εξοπλισμός. Να επιμένουμε να αξιοποιούνται οι νέες επεξεργασίες του Κόμματος, όχι απλά μελετώντας τα υλικά, αλλά αναπτύσσοντας δημιουργικά τη θέση μας μέσα από την καθημερινή πάλη, δεμένη με το μέτωπο που βρίσκεται στην ευθύνη κάθε Οργάνωσης. Σε τελική ανάλυση, να συνεισφέρουμε στην εξειδικευμένη και επεξεργασμένη παρέμβαση, ώστε να διεξάγεται διαπάλη όσο το δυνατόν πιο προσαρμοσμένη στην υλική πραγματικότητα κάθε χώρου, εξυπηρετώντας την επιθετική προβολή του Προγράμματός μας. Η εξειδίκευση να κατανοείται ως η δουλειά που κάνουν τα Οργανα ώστε ο εκάστοτε σχεδιασμός να δένεται αναπόσπαστα με τα ιδεολογήματα που αντιμετωπίζουμε.

Θα επιχειρήσω να δώσω ένα παράδειγμα από την παρέμβασή μας στην Ερευνα. Καταρχάς θα πρέπει να ξεχωρίσουμε τα ιδεολογήματα που συμβάλλουν στο να προβάλλεται η προγραμματική μας αντίληψη. Ενα τέτοιο θεμελιακό ζήτημα είναι ότι «δεν υπάρχει ουδέτερη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και άρα της ίδιας της επιστήμης και έρευνας ως στοιχείο της. Οι σχέσεις παραγωγής καθορίζουν τα κίνητρα, τον σκοπό, τις ιεραρχήσεις, τον ρυθμό ανάπτυξης, την οργάνωση». Πάνω σε αυτό το ζήτημα, λοιπόν, το Οργανο καλείται να αναπτύξει μια πολύμορφη παρέμβαση. Η εσωκομματική συζήτηση να ασχολείται περισσότερο με το πώς θα επικοινωνήσει το συγκεκριμένο θέμα. Με ποια επιχειρήματα θα το κάνει στις κοινωνικές επιστήμες, με ποια στις φυσικές. Πώς θα αναδείξει την ανωτερότητα των σοσιαλιστικών σχέσεων, την ώθηση που θα δώσουν στην Ερευνα, αξιοποιώντας παραδείγματα της οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ. Πώς θα «σηκώσει» την αντιπαράθεση με τον προσανατολισμό της Ερευνας, με την κατεύθυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού και της «πράσινης» οικονομίας ως μέρος της αστικής στρατηγικής για την επιχειρηματικότητα και καινοτομία, με τη διασύνδεση ερευνητικών κέντρων - ΑΕΙ - επιχειρήσεων. Να σχεδιάζει τη μελέτη συγκεκριμένης βιβλιογραφίας. Η σύσκεψη - εκδήλωση ως κομμουνιστικός τρόπος δουλειάς να εξυπηρετήσει την παραπάνω προσπάθεια και όχι το αντίστροφο. Με απλά λόγια, να μετράμε περισσότερο ως δείκτες τι κάναμε στο ιδεολογικό μέτωπο και όχι πόσα κάνουμε. Αυτή η πλευρά αγγίζει την παρέμβαση και σε συνδικαλιστικό επίπεδο, ώστε να προωθείται η αντικαπιταλιστική πάλη. Για παράδειγμα, η πολυδιάσπαση των σχέσεων εργασίας στα Ιδρύματα δεν γεννά απλά το αίτημα για Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, αλλά διαμορφώνει το έδαφος της αντιπαράθεσης με τον άναρχο τρόπο οργάνωσης της Ερευνας και το κριτήριο του κέρδους.

Για να προχωρήσουν τα παραπάνω, καλούμαστε να λύσουμε και τη διαπαιδαγώγηση κομμουνιστών σε τέτοια κατεύθυνση. Στις Θέσεις εντοπίζεται ως βασικό ζήτημα η ανάπτυξη του ιδεολογικού - μορφωτικού επιπέδου κάθε κομματικού μέλους, η διαμόρφωση ενός βασικού επιπέδου διαλεκτικής υλιστικής σκέψης. Και εδώ χρειάζεται ακόμα προσπάθεια με καθοδηγητική ενίσχυση και πρωτοβουλία, αλλιώς δεν θα σημειωθεί πρόοδος, όσες φορές κι αν επαναλάβουμε το κομματικό καθήκον κάθε συντρόφου να διαβάζει τον «Ριζοσπάστη», την ΚΟΜΕΠ, το πολιτικό βιβλίο.

Μία πλευρά σχετίζεται με την ίδια την εσωκομματική λειτουργία - δηλαδή, στον βαθμό που η ΚΟΒ μετατοπίζει το κέντρο βάρους στην προβολή του Προγράμματος, θα γίνεται πιο κατανοητή η ανάγκη μελέτης. Οπωσδήποτε συμβάλλουν η υλοποίηση μαθημάτων, η συζήτηση άρθρων, η βελτίωση της δουλειάς σε επίπεδο συστημάτων εσωκομματικής μόρφωσης. Συνολικά όμως, επειδή δεν υπάρχουν έτοιμες συνταγές, πρέπει να καλλιεργηθεί σταδιακά πνεύμα πρωτοβουλίας με κατεύθυνση να μπολιαστούν απαραίτητοι ιδεολογικοπολιτικοί στόχοι:

Κάθε κομμουνιστής να νιώσει την ανάγκη να γνωρίσει τον κόσμο, ως αναγκαία προϋπόθεση για να τον αλλάξει

Να κατανοείται ότι η συνειδητή δράση των μαζών παίζει καθοριστικό ρόλο στην κίνηση της κοινωνίας προς τα μπρος.

Οτι η επαναστατική δράση προϋποθέτει την προετοιμασία του υποκειμενικού παράγοντα σε συνθήκες μη επαναστατικές.

Οτι όλα θα τα βρίσκουμε μπροστά μας με νέες μορφές, και κατ' επέκταση ότι χωρίς ισχυρό μαρξιστικό κριτήριο δεν είναι δεδομένη η αντοχή μπροστά σε καμπές της ταξικής πάλης.

Παράλληλα, δεν πρέπει να διαφύγει την προσοχή μας ότι υπάρχει ένας αριθμός κομματικών μελών που διατηρούν παθητική στάση, έρχονται στις ΚΟΒ για να ενημερωθούν και όχι για να δράσουν, εκφράζουν τη λογική «τόσο μπορώ, τόσο κάνω». Αν και μιλάμε για ένα υποκειμενικό ζήτημα, υπάρχει βάση, που αναπτύσσεται στις Θέσεις. Η οπισθοχώρηση του κινήματος, ο πολύ αρνητικός συσχετισμός, σε συνδυασμό με μια ορισμένη ρουτίνα και κούραση που προκύπτει από τις δυσκολίες να δρούμε επαναστατικά σε μη επαναστατικές / αντεπαναστατικές συνθήκες, αλλά και οι σύγχρονοι όροι ζωής, διαμορφώνουν τέτοια φαινόμενα. Οσο περνάει από το χέρι μας θα πρέπει να μάθουμε να καθοδηγούμε με βάση τις συνθήκες ζωής, και όχι με έναν τρόπο πανομοιότυπο για όλους. Να αντιμετωπίσουμε την ανυπομονησία να βγει ο σχεδιασμός και να «επενδύσουμε» περισσότερο χρόνο σε πλευρές που στην πραγματικότητα μακροπρόθεσμα πολλαπλασιάζουν τις δυνάμεις μας. Ανάμεσα σε αυτές είναι και η αυτομόρφωση.

Θα παραθέσω επιγραμματικά ορισμένες πλευρές, στην κατεύθυνση να μάθουμε να είμαστε κομμουνιστές στην καθημερινότητά μας:

Ο νέος ερευνητής κομμουνιστής πρέπει να εμποτίζεται με την ανάγκη να συνδέει τη μαρξιστική - λενινιστική κοσμοθεωρία με την εξειδικευμένη επιστημονική έρευνα που διεξάγει. Θα πρέπει έτσι να ιεραρχείται η μελέτη για να συμβάλλει στην ανάπτυξη της κοσμοθεωρίας μας, στην ιδεολογική αντιπαράθεση με την αστική ιδεολογία, τον υποκειμενισμό και την αντιεπιστημονική αντιδιαλεκτική προσέγγιση.

Για συντρόφους μας που κάνουν τα πρώτα βήματα στη δημιουργία οικογένειας, περισσότερο να μας απασχολεί το πώς θα γίνουν σωστοί γονείς, πώς θα διαπαιδαγωγήσουν τα παιδιά τους με τις κομμουνιστικές αξίες.

Να γίνουμε καλύτεροι στη στήριξη της κλίσης της καλλιτεχνικής δημιουργίας, της άθλησης, στη μάχη για τη διαμόρφωση ολοκληρωμένων ανθρώπων.

Θεωρώ ότι όσο επικίνδυνο είναι πλευρές της καθημερινότητας να γίνονται εμπόδιο στην επαναστατική δράση και να κάνουμε έκπτωση στο τι μπορεί να συνεισφέρουν οι δυνάμεις μας, άλλο τόσο επικίνδυνο είναι οι δυσκολίες να μη λαμβάνονται υπόψη. Καλή συνέχεια στις εργασίες μας.


Πάρης Ζάμπας
Μέλος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ

Μια πείρα από τη δουλειά μας για την οργάνωση της πάλης των εργατών

Το τρίτο κείμενο, πέρα από τη σημαντική ανάλυση που κάνει για την κοινωνικοταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας, συγκεντρώνει σωστά αυτά που κυριαρχούν στα μυαλά, στην καθημερινή δουλειά και τον προβληματισμό μας τα τελευταία χρόνια.

Είναι γεγονός ότι το να πάρεις τον εργάτη από το χέρι, με αυτά που έχει στο μυαλό του και με αυτά που τον επηρεάζουν (υλικοί όροι ζωής, ιδεολογήματα), και να του δείξεις ότι ο δρόμος για την επίλυση των προβλημάτων του βρίσκεται στη σύγκρουση όχι μόνο με την εργοδοσία αλλά συνολικά με τον καπιταλισμό, στην πάλη για την κοινωνία που παλεύει το ΚΚΕ, είναι ένα πολυσύνθετο καθήκον που σκοντάφτει σε μια σειρά εμπόδια που τα τρία κείμενα των Θέσεων αναδεικνύουν.

Η καθοδήγηση των δυνάμεών μας, η επεξεργασία γραμμής συσπείρωσης, αιτημάτων και συνολικά πλαισίου πάλης είναι ζήτημα - «κλειδί» όπου πρέπει να γίνουν σημαντικά βήματα, είναι ταυτόχρονα ένα από τα πιο δύσκολα προβλήματα.

Σε ένα εργοστάσιο της περιοχής μας - τμήμα πολυεθνικής - πήραμε την απόφαση πριν τρία χρόνια να στηρίξουμε κάθε προσπάθεια ίδρυσης συνδικαλιστικής οργάνωσης, κάτω από την όξυνση των προβλημάτων των εργαζομένων (εντατικοποίηση, εργατικά ατυχήματα, μειώσεις μισθών κατά την προηγούμενη καπιταλιστική κρίση). Αυτά τα προβλήματα δυνάμωναν την αγανάκτηση. Οι δυνάμεις του Κόμματος είχαν αντικειμενική εκτίμηση της κατάστασης, των διαθέσεων των εργατών που έλεγαν «κάτι πρέπει να γίνει», ήταν μέσα στις συζητήσεις για τα προβλήματα, έβαζαν σταθερά το «μικρόβιο».

Το ΤΓ μελέτησε την πολυεθνική, το ρόλο που παίζει το συγκεκριμένο εργοστάσιο στη δομή της, επεξεργάστηκε επιχειρήματα για να πειστούν οι εργαζόμενοι, σενάρια για την αντίδραση της εργοδοσίας. «Επεσε πάνω» τόσο στις δυνάμεις του Κόμματος όσο και - πρωτογενώς - στον πυρήνα των εργαζομένων που φάνηκε ότι θα τραβήξουν μπροστά.

Το γεγονός ότι το Σωματείο στήθηκε πρακτικά μέσα στις τρεις μέρες της αργίας των Χριστουγέννων με την αποφασιστικότητα που έδειξε ο πρωτοπόρος πυρήνας (είναι χαρακτηριστικό ότι ένας εργαζόμενος έφυγε ανήμερα τα Χριστούγεννα από το σπίτι του στη Χαλκίδα για να βρει συνάδελφο στην Αθήνα και να του πάρει την υπογραφή), δείχνει ότι αν η δουλειά σχεδιάζεται με τέτοιους όρους μπορεί να κινητοποιήσει δυνάμεις. Στο Σωματείο οργανώθηκε ένα σημαντικό τμήμα των εργαζομένων.

Η αντίδραση της εργοδοσίας ήταν αναμενόμενη. Ομως, ένα από τα πρώτα προβλήματα που αντιμετωπίσαμε και δεν το είχαμε υπολογίσει ήταν το εξής: Στη συζήτηση στο ΔΣ και τις ΓΣ για τις πρώτες ανακοινώσεις και τα ζητήματα που θα ανοίξει το Σωματείο, υπήρχαν διαφωνίες στη χρησιμοποίηση λέξεων όπως «εργοδοσία», «συσπείρωση» κ.λπ, γιατί ήταν λέξεις «πολιτικές», κάποιοι τις θεωρούσαν και «κομμουνιστικές». Η προσπάθεια να πείσουμε και να ξεπεραστούν οι δυσκολίες μάς έκανε ικανότερους.

Το Σωματείο ανέπτυξε τη δράση του, λειτούργησε καλά με τακτικά ΔΣ και ΓΣ, δημιουργήθηκε το έδαφος ώστε να σφυρηλατηθεί σε αρχικό στάδιο ένας κόσμος, να έχει ορισμένες πετυχημένες απεργιακές μάχες στις οποίες συμμετέχουν και ανοργάνωτοι εργάτες, να έχει πετύχει την ικανοποίηση κάποιων αιτημάτων κυρίως σε θέματα υγιεινής - ασφάλειας. Το κύρος του είναι μεγαλύτερο από την οργανωμένη του δύναμη, ενώ σημαντικό στοιχείο αποτελεί η συμμετοχή σχεδόν του συνόλου των οργανωμένων εργαζομένων στις αρχαιρεσίες του κλαδικού Συνδικάτου.

Σε αυτό το έδαφος αναπτύχθηκαν νέες δυνατότητες. Οταν πρόσφατα έγινε ΓΣ για ζητήματα υγιεινής - ασφάλειας, κάποιοι εργάτες είπαν «φτάνει με αυτά, το θέμα είναι να πάρουμε παραπάνω χρήματα γιατί δεν τη βγάζουμε». Αντιληφθήκαμε ότι ωριμάζει το έδαφος για διεκδίκηση ΣΣΕ και, όταν αναλύσαμε την ανάγκη και το τι πρέπει να διεκδικήσουμε, υπήρξε ενθουσιασμός. Εγινε η επεξεργασία της ΣΣΕ, τυπώθηκε το σχέδιο και μοιράστηκε σε όλους τους εργαζόμενους για να δοθούν παρατηρήσεις. Κι εκεί που αναμέναμε ότι ο ενθουσιασμός που υπήρξε σε τμήμα των οργανωμένων εργατών θα επεκταθεί και στο υπόλοιπο εργοστάσιο, πέσαμε πάνω σε νέα προβλήματα: Πρώτον, ένα σημαντικότατο τμήμα των εργατών είναι κάτω των 30 ετών και δεν ξέρει τι είναι η ΣΣΕ. Δεύτερον, η συνολικότερη μείωση των απαιτήσεων οδηγεί αρκετούς να θεωρούν τα αιτήματα «υπερβολικά». Είναι το επόμενο μέτωπο που πρέπει να δώσουμε τη μάχη αυτό το διάστημα...

Μέχρι σήμερα, μέλημα του Οργάνου είναι η συστηματική και προσεκτική επεξεργασία του κάθε βήματος, ανάλογα με τον τρόπο και την οξύτητα που εκφράζονται τα προβλήματα. Ορισμένα που μας απασχολούν στη ζύμωση:

Το θέμα της ανάδειξης των «αναγκών», με μια προσοχή να μη θεωρείται ότι η ικανοποίηση κάποιων αιτημάτων είναι εκπλήρωσή τους αλλά «ένα βήμα πιο κοντά στις ανάγκες μας».

Ο τονισμός του τι μπαίνει εμπόδιο, δηλαδή η βασική αντίθεση, η εκμετάλλευση, μέσα από την εισαγωγή στην επιχειρηματολογία εννοιών όπως το «κόστος», το «κέρδος» κ.λπ.

Οτι η εργατική τάξη έχει κοινά προβλήματα - αντίπαλο. Είναι σημαντικό πεδίο διαπάλης για να ξεπερνιούνται οι υπαρκτοί κίνδυνοι για ένα επιχειρησιακό Σωματείο να κλειστεί στη «γυάλα» του. Μια πλευρά είναι η σύνδεση με το κλαδικό Συνδικάτο, ο συντονισμός δράσης με άλλα σωματεία και φορείς της περιοχής και η αλληλεγγύη που επιχειρούμε να εκφράζεται με κάθε αφορμή από και προς το Σωματείο. Βοήθησε καθοριστικά όταν σε κινητοποιήσεις του Σωματείου ενάντια σε απολύσεις εκφράστηκε αλληλεγγύη από δεκάδες Συνδικάτα της Ελλάδας και άλλων χωρών. Ειδικά για τα τελευταία άνοιξε μεγάλη συζήτηση, εν μέσω μάλιστα όξυνσης των ανταγωνισμών των αστικών τάξεων. Αλλη πλευρά είναι ο «εμπλουτισμός» της θεματολογίας και της δράσης είτε με θέματα που πατάνε πάνω σε ανάγκες, όπως π.χ. έγινε με τα «Λαϊκά Φροντιστήρια», είτε με συνολικότερα θέματα, όπως είναι ο πόλεμος. Ηταν πολύ σημαντική η συζήτηση και η καταδίκη μέσα από ΓΣ των βομβαρδισμών μιας χώρας από μια άλλη, παίρνοντας υπόψη ότι η πολυεθνική ήταν συμφερόντων της χώρας που βομβάρδιζε.

Η πείρα δείχνει ότι η ανάπτυξη δεν είναι ευθύγραμμη, ανοδική, ακόμα και εκεί που καταβάλλουμε πιο συγκροτημένη προσπάθεια. Απαιτείται ουσιαστικό ζύγισμα των κριτηρίων με τα οποία εκτιμούμε κάθε φορά την ανασύνταξη, που δεν μπορεί να είναι στεγνά αριθμητικά, με βάση π.χ. τη συμμετοχή σε μια απεργία, συγκέντρωση ή στις αρχαιρεσίες ενός Συνδικάτου, αλλά να συνδυάζουν πολλούς ακόμα παράγοντες, όπως η κομματική οικοδόμηση, η αύξηση της πολιτικής επιρροής του Κόμματος, στα οποία μετράμε ορισμένα βήματα. Σε κάθε περίπτωση, η επεξεργασία του περιεχομένου και των μορφών της παρέμβασής μας στο κίνημα δεν πρέπει να ορίζεται από την «κεκτημένη ταχύτητα» που ορισμένες φορές έχουμε στη δράση μας ούτε να αδιαφορεί για την «κεκτημένη πείρα» των εργαζομένων και μάλιστα στις δοσμένες αντικειμενικές συνθήκες.

Μπορούμε να αξιοποιήσουμε το όπλο που μας δίνει η ΚΕ, να μπούμε πιο αποφασιστικά σε φάση υλοποίησης των καθηκόντων. Να αντιστοιχίσουμε τη δράση μας για το στρατηγικής σημασίας καθήκον της ανασύνταξης, που προϋποθέτει την εξασφάλιση αυτού του προσανατολισμού από τα Οργανα, απ' όλο το κομματικό δυναμικό, όχι μόνο από τους χρεωμένους στο εργατικό - συνδικαλιστικό κίνημα συντρόφους.


Αντώνης Κούκουρας
Μέλος του Γραφείου της Επιτροπής Περιοχής Ανατολικής Στερεάς - Εύβοιας του ΚΚΕ

Πλευρές της στρατηγικής του κεφαλαίου στην Υγεία

Ο τομέας της Υγείας, ως στοιχείο της οικονομικής πολιτικής, ιεραρχείται ψηλά από τα αστικά επιτελεία, που αποτυπώνεται στα ντοκουμέντα της ΕΕ ως «μοχλός για την ανάπτυξη».

Ο κλάδος απορροφά το 5% του ΑΕΠ ως «δημόσια δαπάνη», όπου προφανώς αθροίζονται και οι εισφορές των εργαζομένων στα ασφαλιστικά ταμεία, που κάθε άλλο παρά δημόσια δαπάνη συνιστούν.

Στο Πρόγραμμα «Υγεία 2014 - 2020», ήπιαν και πίνουν νερό τόσο η «νεοφιλελεύθερη» ΝΔ, το «προοδευτικό» ΚΙΝΑΛ, όσο και ο «αριστερός» ΣΥΡΙΖΑ, εξειδικεύονται οι στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου για την Ελλάδα:

1. «Εξασφάλιση βιώσιμων και αποδοτικών συστημάτων Υγείας», το οποίο μεταφράζεται: α) Με μείωση της κρατικής χρηματοδότησης και β) με προσανατολισμό της λειτουργίας των δομών Υγείας με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια (κόστος - όφελος).

Οσον αφορά την κρατική χρηματοδότηση, τόσο η ΝΔ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ, αφού μηδένισαν ουσιαστικά την κρατική χρηματοδότηση στον ΕΟΠΥΥ, συνεχίζουν στις ράγες της μείωσης των κρατικών δαπανών στις δομές Υγείας (σχεδόν 600 εκατ. για το 2021 και μάλιστα εν μέσω πανδημίας).

Στο δεύτερο σκέλος, νομοθετήθηκαν από τη ΝΔ τα νοσοκομεία ΝΠΙΔ και οι ΣΔΙΤ, ως συνέχεια στη λειτουργία του Νοσοκομείου ΑΕ της Σαντορίνης από τον ΣΥΡΙΖΑ. Βέβαια, η μορφή του ΝΠΙΔ προϋπήρχε ως εξαίρεση («Παπαγεωργίου», «Ωνάσειο») που τώρα πάει να γίνει κανόνας.

Η κατά ΣΥΡΙΖΑ «επάρατη» ΕΣΑΝ (Εταιρεία Συστήματος Αμοιβών Νοσοκομείων) μετονομάστηκε επί των ημερών του σε ΚΕΤΕΚΝΥ (Κέντρο Τεκμηρίωσης & Κοστολόγησης Νοσοκομειακών Υπηρεσιών), συνεχίζοντας απρόσκοπτα το έργο της κοστολόγησης των ιατρικών πράξεων.

Οσο για την ΠΦΥ, πρακτικά ανύπαρκτη και εν μέσω πανδημίας - παρά τις τυμπανοκρουσίες του ΣΥΡΙΖΑ για 250 περίπου ΤΟΜΥ που θα κάλυπταν το 30% του πληθυσμού. Τελικά αφού λειτούργησαν οι μισές περίπου, παρέμειναν και επί ΝΔ, αφού εξυπηρετούν προς στιγμή καλύτερα τους σχεδιασμούς του κεφαλαίου ως «κόφτες» για παραπέρα εξετάσεις, όντας δέσμευση του 3ου μνημονίου που ψήφισαν από κοινού.

Οσο για τους γιατρούς που θα στελέχωναν τις ΤΟΜΥ, διετείς συμβάσεις με προοπτική άλλα δύο χρόνια, οπότε λήγει το πρόγραμμα χρηματοδότησης της ΕΕ. Ενδεικτικό της «κοσμογονίας» που προπαγανδίζουν, οι 1.000 και κάτι οικογενειακοί γιατροί, τη στιγμή που στην Κούβα - χώρα με τον ίδιο περίπου πληθυσμό - υπάρχουν πάνω από 10.000...

2. «Εξωστρέφεια του συστήματος Υγείας», που αφορά: α) Την επί πληρωμή προσέλκυση νέων πελατών - ασθενών από τις «δημόσιες» δομές Υγείας (απογευματινά ιατρεία, χειρουργεία, διαγνωστικές εξετάσεις κ.λπ.) και β) τον ιατρικό τουρισμό.

Ως προς το πρώτο σκέλος υπάρχει ήδη σχετική νομοθεσία από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 επί διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, η οποία συμπληρώνεται όποτε οι ανάγκες του κεφαλαίου το απαιτούν. Τα απογευματινά χειρουργεία αφορούν πολύ μεγαλύτερο «τζίρο» από τα αντίστοιχα ιατρεία, σκοντάφτουν προς το παρόν στην κοστολόγηση από το ΚΕΤΕΚΝΥ.

Στο Νοσοκομείο «Παπαγεωργίου» μπορούμε να δούμε το νοσοκομείο του μέλλοντος όσον αφορά τη μορφή (ΝΠΙΔ), αλλά και το περιεχόμενο (τρόπος λειτουργίας με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια). Είναι ήδη έτοιμο για τα απογευματινά χειρουργεία, η πανδημία όμως επέδρασε ανασταλτικά στο άνοιγμά τους, αφού το ήδη ελλιπές προσωπικό καλείται να επανδρώσει τις κλινικές Covid. Οι νομοθετικές ρυθμίσεις που εκκρεμούν από τη μεριά της κυβέρνησης, δεν φαίνεται να αποτελούν εμπόδιο σε μια συνεργασία στην αρχή με ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, όπως αποτυπώνεται στο άρθρο 3 του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας του νοσοκομείου από το 1998.

Οσον αφορά το β΄ σκέλος, υπάρχουν σχεδιασμοί για την περιοχή της Θεσσαλονίκης, όπου η νοσηλεία των ασθενών από πλουσιότερες χώρες θα συνδυάζεται με τον τουρισμό. Γιατί να μην έρθει ένας ασθενής π.χ. από τη Γερμανία - όπου υπάρχει σχετική νομοθεσία - στην Ελλάδα για μια επέμβαση που θα στοίχιζε λιγότερα στο ασφαλιστικό του ταμείο και παράλληλα να χαρεί και μερικές μέρες τον ελληνικό ήλιο;

3. «Επένδυση στην υγεία των πολιτών και άμβλυνση των ανισοτήτων στον τομέα της Υγείας». Οσο καλά κι αν ακούγεται στ' αυτιά του κόσμου, δεν αφορά τίποτα άλλο παρά ένα ελάχιστο επίπεδο παροχών και κάποια ψευτοεπιδόματα για τη διαχείριση της ακραίας φτώχειας, όσο για να μην πεθαίνει ο κόσμος στο δρόμο (υγειονομική κάλυψη ανασφάλιστων, κατώτατο εγγυημένο εισόδημα κ.λπ.).

Επιβεβαιώνονται οι θέσεις του Κόμματος για προσαρμογή και στην Υγεία του μείγματος της αστικής διαχείρισης της κρίσης - πάντα με το ανάλογο ιδεολογικό περιτύλιγμα - ώστε να απενοχοποιηθεί το κέρδος στη συνείδηση των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων.

Για παράδειγμα, μέχρι την εκδήλωση της προηγούμενης καπιταλιστικής κρίσης, η κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων σε φάρμακο και υγειονομικό υλικό βασιζόταν στην «ελευθερία» της διαμόρφωσης των τιμών από μέρους τους. Η εκδήλωση όμως της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης του 2008 - 2009 που επέφερε την εκτίναξη του δημόσιου χρέους, ανάγκασε το αστικό κράτος να βρει νέους τρόπους ώστε να διαφυλάξει την κερδοφορία τους σε υψηλά επίπεδα. Ετσι αυξήθηκε η συμμετοχή των ασφαλισμένων στα φάρμακα, θεσμοθετήθηκε η αρνητική λίστα, όπου το 100% της τιμής καταβάλλεται από τον πελάτη - ασθενή. Παράλληλα αξιοποιήθηκαν ευρωενωσιακά προγράμματα για έρευνα στα πανεπιστήμια, τα αποτελέσματα των οποίων αποκομίζουν οι φαρμακοβιομηχανίες.

Δόθηκε η δυνατότητα στην Τοπική Διοίκηση να χρηματοδοτεί τη δημιουργία δομών Υγείας, με τα κοινοτικά κονδύλια ως τυρί στη φάκα. Μετά τη λήξη αυτών των προγραμμάτων έπεται άγρια φοροληστεία μέσω αύξησης των δημοτικών τελών.

Το «δημόσιο» σύστημα Υγείας, που ευαγγελίζονται τόσο η «νεοφιλελεύθερη» ΝΔ όσο και ο «αριστερός» ΣΥΡΙΖΑ, ρίχνει στάχτη στα μάτια των εργαζομένων, αφού συνειδητά αποκρύπτει με ποιο κριτήριο θα λειτουργούν οι δημόσιες δομές Υγείας. Γιατί, είτε ΝΠΔΔ, είτε ΝΠΙΔ, μια δημόσια δομή Υγείας που λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, όχι μόνο δεν εξυπηρετεί τις λαϊκές ανάγκες, αλλά επιπλέον διαιωνίζει την εκμετάλλευση.

Οι δυνάμεις μας πρέπει να είναι «διαβασμένες», ώστε με εκλαϊκευμένη επιχειρηματολογία να αναδεικνύουν τη στρατηγική σύμπλευση των αστικών κομμάτων στις επιταγές του κεφαλαίου. Για παράδειγμα, οι πρόσφατες εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ για αύξηση των δημόσιων δαπανών Υγείας στο 7% του ΑΕΠ, για προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, εύκολα μπορούν να αποδομηθούν, αφού η χρηματοδότησή τους θα αφορά περιορισμένης χρονικής διάρκειας προγράμματα, τα οποία δεν δημιούργησαν ούτε μία μόνιμη θέση εργασίας από τότε που υπάρχουν.

Συμφωνώ με τις Θέσεις του Κόμματος.


Σταύρος Χαλβατζής
Μέλος της Τομεακής Επιτροπής Υγείας Κεντρικής Μακεδονίας του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ