Σάββατο 6 Μάρτη 2021 - Κυριακή 7 Μάρτη 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Ορισμένες σκέψεις για τις προωθούμενες αλλαγές στο Οικογενειακό Δίκαιο

Η κυβέρνηση ετοιμάζεται να καταθέσει σχέδιο νόμου για την τροποποίηση άρθρων του Οικογενειακού Δικαίου. Ισχυρίζεται ότι με τις προωθούμενες αλλαγές απαντά στη συζήτηση που γίνεται και στον προβληματισμό που αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια για τα θέματα που αφορούν στην ανάθεση της επιμέλειας του ανήλικου παιδιού, μετά το διαζύγιο των γονιών του.

Πράγματι, η άσκηση της γονικής μέριμνας και επιμέλειας του ανήλικου παιδιού και από τους δύο γονείς - μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσής τους - φαίνεται και θα ήταν ο ιδανικός τρόπος που θα έπρεπε να ρυθμίζεται το θέμα αυτό. Ωστόσο, οι προτεινόμενες διατάξεις αντικειμενικά θα λειτουργήσουν μέσα στο υπάρχον σύμπλεγμα των κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων της σύγχρονης εκμεταλλευτικής κοινωνίας, που σίγουρα δεν έχει στο επίκεντρο τις κοινωνικές ανάγκες του παιδιού.

Ετσι, το θέμα δεν μπορεί να περιοριστεί στο δίλημμα άσκηση γονικής μέριμνας (συμπεριλαμβανομένης και της επιμέλειας) και από τους δύο γονείς ή όχι. Γιατί το ζήτημα καθορίζεται από τις κυρίαρχες οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις κι αντιλήψεις.

Η ευθύνη των γονιών απέναντι στο παιδί τους και η σχέση τους μαζί του είναι σύνθετο κοινωνικό ζήτημα, που συναρτάται με το επίπεδο και την ανάπτυξη της κοινωνικής συνείδησης. Στις σχέσεις του ζευγαριού και ειδικά στη «διαδρομή» προς το διαζύγιο, αλλά και για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά από αυτό, υπό την επίδραση των κυρίαρχων κοινωνικών αντιλήψεων, συμπεριφορών και αξιών, εκδηλώνονται ο ατομισμός, ο ανταγωνισμός, ο εγωκεντρισμός. Ταυτόχρονα, οι συνθήκες στις οποίες ζουν και εργάζονται οι γονείς - και ιδιαίτερα μέσα σε συνθήκες καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης (ανεργία, «ελαστικές» σχέσεις εργασίας, ανασφάλιστη εργασία, απλήρωτοι μισθοί, ωράρια - λάστιχο, τηλεργασία) - επιδρούν καθοριστικά και έχουν αρνητική αντανάκλαση στη σχέση του ζευγαριού, αλλά και στη σχέση γονιού - παιδιού.

Τη χρονική περίοδο της διακοπής της έγγαμης συμβίωσης και μετά απ' αυτήν, που συνήθως κορυφώνεται η ένταση ανάμεσα στο ζευγάρι - όχι σπάνια - ο ένας γονέας - κυρίως αυτός που διαμένει με το παιδί - «χρησιμοποιεί» την επικοινωνία του άλλου γονιού με το παιδί ως μοχλό πίεσης για την καταβολή διατροφής, μη αμφισβητούμενων βεβαίως των οικονομικών δυσκολιών που αντιμετωπίζει (ο γονιός που διαμένει με το παιδί) στην κάλυψη των εξόδων που απαιτούνται για την ανατροφή του. Από την άλλη, ο γονιός που διεκδικεί την από κοινού άσκηση της επιμέλειας θεωρεί - κάποιες φορές - ότι η ανάληψή της τον απαλλάσσει από την υποχρέωσή του για καταβολή από την πλευρά του χρηματικού ποσού (διατροφή) ως συμβολή του στις ανάγκες του παιδιού. Η όποια εκδηλούμενη εκδικητικότητα ανάμεσα στους γονείς, στις περισσότερες περιπτώσεις έχει άμεση αντανάκλαση και στο παιδί. Σε γενικές γραμμές και όχι με τη μορφή κανόνα, αυτή η ένταση και «σύγκρουση» μεταξύ των γονέων διαρκεί - με αυξομειώσεις (αυξάνεται π.χ. πριν από την κάθε δικαστική διαμάχη) - 2 με 3 χρόνια μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης. Αυτές οι πλευρές, ακριβώς επειδή διαπιστώνονται γενικευμένα, θα ήταν τουλάχιστον αφελές να αποδοθούν σε στοιχεία του χαρακτήρα του κάθε γονέα.

Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, φαντάζει ιδιαίτερα δύσκολη η ομαλή και προς όφελος του παιδιού κοινή απόφαση και προσπάθεια και των δύο γονιών, αποσπασμένων από τις μεταξύ τους διαφωνίες. Η εξασφάλιση ενός επιπέδου συμφωνίας των γονέων μεταξύ τους και η συναινετική στάση τους απέναντι στα ζητήματα που αφορούν στο παιδί τους, επηρεάζονται αρνητικά από τις δυσκολίες της ζωής, τις συνθήκες εργασιακού μεσαίωνα, την οικονομική ανασφάλεια. Ποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι η άσκηση της γονικής μέριμνας και πιθανόν η κατανομή της στους δύο γονείς (όπως προβλέπεται στις προτεινόμενες διατάξεις) μπορεί να ρυθμιστεί με τα ίδια δεδομένα στην περίπτωση των γονιών με υψηλά εισοδήματα και αυτών που παλεύουν - κυριολεκτικά ασθμαίνοντας - για το μεροκάματο και την επιβίωση;

Ακόμη όμως και στην υπάρχουσα βαρβαρότητα, θα μπορούσαν να προβλέπονται κάποια μέτρα προστασίας του συμφέροντος των παιδιών. Θα μπορούσαν - για παράδειγμα - να λειτουργούν κρατικές δομές, δηλαδή κρατικές υπηρεσίες με κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους, ψυχιάτρους κ.λπ., που θα παρακολουθούσαν στενά τη διαδικασία του διαζυγίου. Θα συμβούλευαν τους γονείς και θα αποφαίνονταν για τον τρόπο άσκησης της γονικής μέριμνας και ανάθεσης της επιμέλειας, με βάση το πραγματικό συμφέρον του παιδιού.

Οταν οι ανάγκες του παιδιού «τσαλακώνονται»

Αξίζει να σημειωθεί ότι «το συμφέρον του τέκνου» είναι διακηρυκτικά η προμετωπίδα του Οικογενειακού Δικαίου, αλλά στην πράξη εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι όχι μόνο δεν προστατεύεται, αλλά απεναντίας το παιδί και οι ανάγκες του «τσαλακώνονται» από την ανυπαρξία κρατικών δομών Πρόνοιας, φροντίδας και υποστήριξης. Ουσιαστικά, η έλλειψη κρατικών μέτρων στήριξης και φροντίδας για το παιδί και τους γονείς έρχεται να επιδεινώσει την αντικειμενικά άσχημη οικονομική, κοινωνική κατάσταση της οικογένειας που συνθλίβει και τους δύο γονείς, οι οποίοι μεταφέρουν άγχος και απόγνωση στο σπίτι και στη σχέση τους με το παιδί, κατάσταση που διογκώνεται και από τη διάσπαση της έγγαμης σχέσης, αφού πλέον τα έξοδα διογκώνονται.

Η παραπάνω αναφορά στην επιτακτική αναγκαιότητα ύπαρξης κρατικών δομών σίγουρα δεν αντιμετωπίζει ολόπλευρα το κοινωνικό φαινόμενο του διαζυγίου και των συνεπειών του στη ζωή του παιδιού. Η ανυπαρξία όμως τέτοιων δωρεάν κοινωνικών υπηρεσιών είναι πλέον κραυγαλέα.

Το ισχύον Δίκαιο θέλει σε περίπτωση διαφωνίας των γονέων, το θέμα της ανάθεσης της επιμέλειας του προσώπου του παιδιού, αλλά και της επικοινωνίας του με τον γονέα που δεν θα διαμένει μαζί, να οδηγείται μόνο στο δικαστήριο. Σήμερα, όταν οι γονείς διαφωνούν για την ανάθεση της επιμέλειας του παιδιού, εφόσον κριθεί απαραίτητο από τον δικαστή, ο τελευταίος συναντά το παιδί σε μια οποιαδήποτε αίθουσα των δικαστηρίων και συνομιλεί μαζί του για λίγη ώρα. Μετά από αυτήν τη συνομιλία και τα όσα βεβαίως περιλαμβάνονται στους φακέλους των δύο γονέων που οι ίδιοι κατέθεσαν στο δικαστήριο καθώς και τις καταθέσεις των μαρτύρων, ο δικαστής αποφαίνεται για το θέμα της ανάθεσης της επιμέλειας. Αν σκεφτεί κανείς ότι σ' όλη αυτήν τη διαδικασία δεν έχει παρέμβει πουθενά οποιαδήποτε μορφή κρατικής κοινωνικής υπηρεσίας, έστω γνωμοδοτικά, θα αντιληφθεί ότι η όλη διαδικασία δικαστικής ανάθεσης της επιμέλειας πάσχει! Ο δικαστής, για τον σχηματισμό της δικαστικής του κρίσης, διαθέτει επιστημονικά τη νομική επάρκεια, δεν διαθέτει όμως τα επιστημονικά εργαλεία των επιστημόνων ψυχικής υγείας, οι οποίοι, από την άποψη της κρατικής μέριμνας, στην όλη δικαστική διαδικασία είναι ανύπαρκτοι. Κι αυτό σίγουρα δεν μπορεί να θεραπευτεί με τα σεμινάρια στην Εθνική Σχολή Δικαστών, που προβλέπει το σχέδιο νόμου για τους δικαστές που θα δικάζουν τέτοιες υποθέσεις.

Δεν είναι σπάνιες οι φορές που κάποιοι γονείς - στο πλαίσιο της δικαστικής διένεξής τους με τον άλλο γονέα για θέματα επιμέλειας ή/και επικοινωνίας με το παιδί - απευθύνονται ιδιωτικά σε ψυχολόγους ή παιδοψυχιάτρους για να αποσπάσουν σχετικές γνωματεύσεις, υποστηρικτικές των ισχυρισμών τους, τις οποίες προσκομίζουν στο δικαστήριο. Δεν είναι δυνατόν όμως η δικανική κρίση να στηρίζεται σε γνωματεύσεις που είναι αποτέλεσμα ιδιωτικών συναλλαγών, με ό,τι αυτό σημαίνει.

Χαρακτηριστικό της κατάργησης έστω και των όποιων ελάχιστων προσχηματικών μορφών κοινωνικής παρέμβασης είναι ότι ενώ προβλεπόταν η υποχρέωση του γονέα που διεκδικεί δικαστικά την επιμέλεια του παιδιού του, να υποβάλει πριν από τη δικάσιμο τη σχετική αγωγή του στην Εταιρεία Προστασίας Ανηλίκων (η οποία στην πραγματικότητα ποτέ βεβαίως δεν παρενέβαινε), εν τέλει καταργήθηκε κι αυτό. Η συγκεκριμένη διάταξη καθιέρωνε στάδιο υποχρεωτικής προδικασίας που περιλάμβανε την έρευνα, από όργανα της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας, των συνθηκών διαβίωσης του ανηλίκου και ζητούσε αναλυτική έκθεση, συνοδευόμενη από ψυχιατρική έκθεση, εφόσον από το δικόγραφο της αγωγής προέκυπτε ότι ο ένας από τους γονείς ή το ανήλικο τέκνο παρουσίαζε ψυχικά προβλήματα.

Περαιτέρω, η δικαστική διαδικασία είναι ιδιαίτερα κοστοβόρα για μια λαϊκή οικογένεια και είναι σημαντικό ότι δεν εξαντλείται με ένα δικαστήριο, προστιθέμενης πλέον και της διαδικασίας της διαμεσολάβησης, που τελικά το μόνο που θα «προσφέρει» στον γονέα είναι ένα επιπλέον έξοδο. Αν συνυπολογίσει κανείς και τις εντάσεις που αντικειμενικά δημιουργούνται ανάμεσα στους δύο γονείς, για μεγάλο χρονικό διάστημα κατά την προετοιμασία του κάθε δικαστηρίου από τα διάδικα μέρη (γονείς), αλλά και μετά από αυτό, αφού στην αίθουσα του δικαστηρίου θα έχουν ακουστεί μέσω των μαρτύρων, των δικηγόρων και ενίοτε και από τους ίδιους τους διαδίκους σκληρές κατηγορίες του ενός γονέα προς τον άλλον, σε συνδυασμό με την οικονομική εξάντληση των γονέων, που πληρώνουν δυσβάσταχτα γι' αυτούς ποσά σε δικηγόρους και δικαστικά έξοδα, αντιλαμβανόμαστε ότι το πλαίσιο της δήθεν δικαστικής διευθέτησης των θεμάτων που αφορούν στο παιδί (επιμέλεια, επικοινωνία, διατροφή), λειτουργεί αντικειμενικά υπονομευτικά στη σχέση των γονέων μεταξύ τους, αλλά και του κάθε γονιού με το παιδί. Πολύ δε περισσότερο που με τις προτεινόμενες διατάξεις περί προσφυγής στα δικαστήρια για την κατανομή της άσκησης της γονικής μέριμνας, τα δικαστήρια και μαζί μ' αυτά τα έξοδα των γονιών θα πολλαπλασιάζονται.

Επίσης, ανησυχία γεννά η διαμόρφωση της κυβερνητικής πρότασης ως προς τον κίνδυνο να αφαιρεθούν τυχόν δικαιώματα (π.χ. επιδόματα) από τον γονέα που διαμένει με το παιδί. Ακόμη, ορατός κίνδυνος είναι και ο όρος της αμετάκλητης καταδίκης του γονέα για ενδοοικογενειακή βία ή για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, για να κριθεί ως κακή η από την πλευρά του άσκηση της γονικής μέριμνας. Δεδομένης της καθυστέρησης εκδίκασης των υποθέσεων, πρακτικά σημαίνει ότι μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη του, θα συνεχίσει να αποφασίζει για τη ζωή του παιδιού.

Η συζήτηση για την ανάθεση και άσκηση της γονικής μέριμνας και επιμέλειας του ανήλικου παιδιού είναι πραγματικά κενό γράμμα. Χωρίς την παραμικρή αυταπάτη περί ολοκληρωμένης αντιμετώπισης του θέματος στο πλαίσιο του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, είναι επιτακτική η ανάγκη συγκρότησης ειδικού κρατικού σώματος, στελεχωμένου με επαρκή αριθμό επιστημόνων ψυχικής υγείας, που θα ασχολείται ουσιαστικά και για όσο χρόνο κριθεί κάθε φορά, θα επιλαμβάνεται των θεμάτων, του τρόπου και των κριτηρίων άσκησης της γονικής μέριμνας (συμπεριλαμβανομένης και της επιμέλειας), του τρόπου επικοινωνίας του παιδιού με τον γονέα που δεν θα διαμένει και θα αποφαίνεται γνωμοδοτικά.

Για να «ανθίσουν» οι ισότιμες σχέσεις μεταξύ των γονιών και των παιδιών

Είναι γεγονός ότι τόσο η ισότιμη σχέση μεταξύ των γονέων όσο και η εν γένει δυνατότητά τους να ασχοληθούν ουσιαστικά και αποτελεσματικά με τις ανάγκες ομαλής ψυχοσωματικής ανάπτυξης κι ολόπλευρης κοινωνικοποίησης του παιδιού τους μπορούν να καλλιεργηθούν και να αναπτυχθούν μόνο στο έδαφος της διασφάλισης καθολικών σύγχρονων δικαιωμάτων ανδρών και γυναικών στη σταθερή εργασία, με σταθερό ωράριο εργασίας και εισόδημα που να καλύπτει τις εργατικές, λαϊκές ανάγκες, με μέτρα προστασίας της μητρότητας και ολόπλευρη κρατική στήριξη της οικογένειας, προστασία των παιδιών (μέσω ενός αποκλειστικά δημόσιου και δωρεάν συστήματος Υγείας - Πρόνοιας και Παιδείας, δωρεάν αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες).

Η ολόπλευρη αντιμετώπιση του ζητήματος προϋποθέτει την κατάργηση της εκμεταλλευτικής οικονομικής βάσης, τη διαμόρφωση κράτους θεμελίωσης της κοινωνικής ιδιοκτησίας στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής και στον επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό της κοινωνικής παραγωγής και των κοινωνικών υπηρεσιών, όπου θα διαμορφώνεται το υπόβαθρο για μεγαλύτερη συναντίληψη των γονέων σε θέματα αρχών κι αξιών, καθώς δεν θα υπάρχουν οι οικονομικοί και κοινωνικοί παράγοντες που επιδρούν αρνητικά στις σχέσεις των γονιών μεταξύ τους και του καθενός με το παιδί.


Χαρά ΜΑΡΟΥΛΗ
Μέλος του Γραφείου της ΤΕ Δικαιοσύνης της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ

Πόση μοναξιά κρύβεται πίσω από μια οθόνη;

Την τελευταία δεκαετία στη χώρα μας παρατηρείται έξαρση σε νέες μορφές εξάρτησης πλην αυτής από ναρκωτικές ουσίες, όπως είναι η εξάρτηση από το διαδίκτυο.

Το διαδίκτυο έχει προσφέρει απεριόριστες δυνατότητες εκπαίδευσης, ενημέρωσης και ψυχαγωγίας. Από το 2007, οπότε στην Ελλάδα είχαμε το πρώτο κλινικό περιστατικό εθισμού στο διαδίκτυο μέχρι σήμερα, ο τρόπος χρήσης του και η ποιότητα του μέσου έχουν διαφοροποιηθεί.

Οι μορφές εξάρτησης από το διαδίκτυο είναι πολλές, με πιο γνωστή την εξάρτηση από τα διαδικτυακά ηλεκτρονικά παιχνίδια ή αλλιώς διαδικτυακά παιχνίδια μαζικής συμμετοχής (ΜΜΟ), τα οποία συχνά συγχέονται με τα διαδικτυακά παιχνίδια ρόλων (MMORPGs), μια υποκατηγορία εξαιρετικά δημοφιλών διαδικτυακών παιχνιδιών.

Μέσα από τη δημιουργία ενός εικονικού χαρακτήρα σε αυτά, του avatar, ο χρήστης μπορεί να ενσαρκώσει διαφορετικούς ρόλους ή να υιοθετήσει διαφορετικές ταυτότητες, ανάλογα με την εκάστοτε διαδικτυακή εμπειρία, εξαιτίας της ανωνυμίας, που είναι κατεξοχήν χαρακτηριστικό του διαδικτύου.

Σύμφωνα με τον απολογισμό του ΚΕΘΕΑ, 8 στους 10 όσων ζήτησαν βοήθεια για το διαδίκτυο και το gaming το 2019, είναι νέοι, άρρενες, με μέση ηλικία τα 18,6 έτη. Η ενασχόλησή τους με το διαδίκτυο είναι καθημερινή και αφορά κυρίως παιχνίδια και εφαρμογές MMORPGs.

Το 30% αφιερώνει στο διαδίκτυο 2 - 3 ώρες καθημερινά, το 50% από 4 έως 10 ώρες, ενώ ένα 9% απασχολείται από 11 έως 20 ώρες. Το 2016, το Τμήμα Προβληματικής Χρήσης Διαδικτύου του 18 Ανω για τους ενήλικες κατέγραψε μέσο όρο ωρών χρήσης του διαδικτύου όσων εντάχθηκαν στο πρόγραμμα 56,85 ώρες τη βδομάδα και περίπου τα 8 έτη προβληματικής χρήσης μέχρι την ένταξη στο πρόγραμμα.

Τα στοιχεία στη χώρα μας για τους εφήβους συνολικά δείχνουν ότι το 24,3% (1 στους 4 εφήβους) ασχολείται για τουλάχιστον 3 ώρες καθημερινά με τον Η/Υ και το ίντερνετ, το 47,8% των εφήβων παίζουν από μισή έως 2 ώρες καθημερινά ηλεκτρονικά παιχνίδια, ποσοστό το οποίο διπλασιάζεται το Σαββατοκύριακο και 1 στους 6 παρουσιάζει συμπεριφορές εξάρτησης από το ίντερνετ.

Η συμπτωματολογία του εθισμού από το διαδίκτυο συνδέεται τόσο με τον χρόνο που αφιερώνεται στη χρήση του όσο και με την κατάσταση στην οποία περιέρχεται το άτομο από τη διακοπή της χρήσης αυτής. Το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ο εθισμός παίρνει σάρκα και οστά διαμορφώνει και καθορίζει όμως και τις κατάλληλες προϋποθέσεις.

Χτίζοντας το avatar

Ο εξαρτημένος χτίζει το avatar του (την ψηφιακή αναπαράσταση του εαυτού του) και το σώμα του γίνεται προέκταση του avatar. Αρχίζει να συμπεριφέρεται σαν αυτό και η ενέργειά του διοχετεύεται στο πώς θα εξελίξει το avatar του, τον ψευδή δηλαδή εαυτό του. Ετσι, η ταυτότητα που δεν μπόρεσε πιθανόν να ολοκληρώσει στην πραγματική του ζωή αναπληρώνεται από την ψηφιακή ιδεατή του ταυτότητα, τα στοιχεία δηλαδή που αυτός θέλει να προσδώσει στη νέα του «περσόνα».

Πιθανές αποτυχίες που έζησε, η κοινωνική του απομόνωση, οι ταξικές και εκπαιδευτικές ανισότητες, το κενό που βίωσε, η έλλειψη επιβράβευσης και νοήματος, η αδιάκοπη και επαναλαμβανόμενη ρουτίνα, ξεχνιούνται στο ατέρμονο gaming.

Εκεί γίνεται ο νικητής, ο θριαμβευτής, ο εξολοθρευτής ή απλά σημαντικός. Οσο πιο επιθετικός πολλές φορές, τόσο πιο δυνατός και ικανός. «Οταν εμφανίζεται το avatar μου οι υπόλοιποι φεύγουν» ή «Είμαι άχρηστος offline. Online είμαι κάποιος», είναι τα λόγια εθισμένων ατόμων στο παιχνίδι.

Η διαμόρφωση των σύγχρονων εθισμών, όπως η εξάρτηση από τα ηλεκτρονικά παιχνίδια και το διαδίκτυο, ή αλλιώς οι συστηματικά επαναλαμβανόμενες «πράξεις φυγής», γεννιούνται τις περισσότερες φορές εκεί που η ζωή αδειάζει από νόημα, στόχους, όνειρα, προοπτική. Εκεί που το «κοινωνικό υποκείμενο» δίνει τη θέση του στο «ατομικό υποκείμενο», στην αποθέωση του «εγώ» και της «ατομικής ελευθερίας».

Είναι ελεύθερος όμως σήμερα ο άνθρωπος; Εχει πληθώρα επιλογών θα έλεγε κανείς, αλλά την ίδια στιγμή η πλειοψηφία αυτών είναι προδιαγεγραμμένες. Οι περιορισμοί που του επιβάλλει το καπιταλιστικό σύστημα, το οποίο κινείται με κριτήριο το κέρδος και όχι τις ανάγκες του ανθρώπου και την ίδια στιγμή η ψευδαίσθηση της «ελευθερίας της επιλογής» γεννάνε έναν ακόμη εγκλωβισμό και μια ακόμη αποτυχία που προσλαμβάνεται ως ατομική αποτυχία.

Στο παιχνίδι αισθάνεται ελεύθερος γιατί εκεί δεν υπάρχουν όρια και κανόνες. Ο χρήστης έχει τη δυνατότητα να κάμψει το χώρο και το χρόνο όπως επιθυμεί, να καθοδηγήσει, να ελέγξει και να σκηνοθετήσει τον ονειρικό κόσμο που του παρουσιάζεται με τα γεμάτα χρώματα γραφικά και την καλοδουλεμένη μουσική και εκεί μπορεί να επιτύχει. Η βία και η εξόντωση γίνονται αυτοσκοπός και μετατρέπονται σε κάτι εύκολο και ανώδυνο.

Ο χρήστης συμμετέχει ενεργά σε αυτή, βάζει στόχους, εκφράζει καταπιεσμένες επιθυμίες και ανταμείβεται. Στο παιχνίδι οι ταξικές ανισότητες εξαλείφονται. Εκεί δεν υπάρχουν τάξεις ή κοινωνική κατάσταση. Ο παίχτης από τα φτωχά κοινωνικοοικονομικά στρώματα μπορεί να γίνει στον εικονικό κόσμο καθοδηγητής άλλων ή να χαίρει μεγάλου σεβασμού από παίχτες ανώτερου κοινωνικοοικονομικού status.

Τα σύγχρονα διαδικτυακά παιχνίδια διαμορφώνονται με κριτήριο την αύξηση της «τηλεπαρουσίας» (της υποκειμενικής αίσθησης του παίχτη ότι είναι πραγματικότητα αυτό που συμβαίνει χωρίς τη διαμεσολάβηση της τεχνολογίας) και της «ροής» (του ποσοστού απορρόφησης του παίχτη από το παιχνίδι έτσι ώστε να ξεχάσει τον κόσμο γύρω του).

Οι απαιτήσεις τους διαρκώς αυξάνονται με στόχο τη διατήρηση του level up, το να μην κουράζεται δηλαδή ο παίχτης και να συνεχίζει. Οταν ενώνονται η τηλεπαρουσία και η ροή παρατηρείται υψηλή εμπλοκή του χρήστη στο μέσο. Ετσι, το παιχνίδι γίνεται κάτι παραπάνω από αυτό που σχεδιάστηκε να είναι.

Ενώ οι χρήστες γνωρίζουν σε γνωστικό επίπεδο ότι δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα παιχνίδι, σε επίπεδο συναισθηματικό και συμπεριφορικό δεν υπάρχει καμιά αντιστοιχία. Τα βασικά χαρακτηριστικά των πιο δημοφιλών διαδικτυακών παιχνιδιών στηρίζονται στη διαδικτυακή κοινωνικοποίηση, στο στήσιμο avatars (χαρακτήρων) και στο σύστημα της ανταμοιβής. Ενας ενιαίος ψηφιακός κόσμος χτίζεται, ο οποίος συνεχίζει να υφίσταται ακόμα και όταν ο χρήστης δεν είναι παρών με απώτερο στόχο το κέρδος των εταιρειών παραγωγής παιχνιδιών.

Το κοινωνικό πλαίσιο της εξάρτησης

Στην εξάρτηση βέβαια του παίχτη ρόλο δεν παίζει μόνο το μέσο αλλά καταρχήν τι φέρει ο παίχτης από πριν. Πώς έχει χτίσει την προσωπικότητά του; Με τι ποιοτικά χαρακτηριστικά; Σε ποιες κοινωνικές σχέσεις;

Ξεκινώντας από τις σχέσεις παραγωγής, παρατηρούμε την αντανάκλαση αυτών στο περιεχόμενο του εποικοδομήματος. Στην ποιότητα της εργασίας, του εκπαιδευτικού συστήματος, του πολιτισμού, του ελεύθερου χρόνου, των οικογενειακών και άλλων σχέσεων. Μέσα σε αυτές πραγματώνει την προσωπικότητά του ο χρήστης ως κοινωνικό υποκείμενο.

Η οικονομική και κοινωνική κρίση του καπιταλισμού διαπερνά τον ψυχισμό του εξαρτημένου σε συνθήκες αποξένωσης, στρέβλωσης του πραγματικού περιεχομένου της κοινωνικοποίησης, ανεργίας, πολιτιστικής καθυστέρησης και παρακμής.

Η βασική αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας στον καπιταλισμό, η κοινωνική φύση της εργασίας, από τη μια, και η καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της, από την άλλη, αποτυπώνεται στον ψυχισμό του εξαρτημένου ως προσωπική αποτυχία. Η διαμόρφωση της ψυχοκοινωνικής ταυτότητας του νέου ανθρώπου αντανακλά μεταξύ άλλων τα βαθιά κοινωνικά ελλείμματα που καθιστούν περαιτέρω ελλειμματική τη διαδικασία κοινωνικοποίησης και οργάνωσης του ψυχισμού του.

Η μάθηση, ως σύνθετη διαδικασία αφομοίωσης της γνώσης, μετατρέπεται σε ένα σύνολο αποσπασματικών και ασύνδετων πληροφοριών. Η διά ζώσης επαφή σε ψηφιακή επικοινωνία. Η εργασία σε πεδίο ακόμη μεγαλύτερης αποξένωσης από τον εαυτό του. Η κοινωνικοποίησή του σε άθροισμα τυχαίων επαφών. Η υγεία του από ζήτημα κοινωνικής υπόθεσης, σε ατομική ευθύνη και επιλογή. Η οικογένεια, από αναγκαίο φροντιστή και κράτημα στη ζωή του νέου, σε ακατάλληλο πλαίσιο να επιτελέσει το ρόλο του.

Ειδικά την περίοδο της οικονομικής κρίσης παρατηρήθηκε πως η έλλειψη αντοχών της οικογένειας συνέβαλε στην έλλειψη επικοινωνίας, συναισθηματικών δεσμών, στην παραμέληση, απουσία ορίων και σταθερής συμπεριφοράς. Αναζητά έτσι ο εθισμένος στο παιχνίδι πιο εύκολα έναν ιδανικό εικονικό εαυτό ή υιοθετεί όποιο ρόλο θέλει στην προσπάθειά του να αποκτήσει κάποια ταυτότητα (ρευστή - πολλαπλή ταυτότητα). Στη θέση των πραγματικών του αναγκών μπαίνουν υποκατάστατα.

Επιπτώσεις της εξάρτησης

Η παρατεταμένη χρονικά χρήση οδηγεί σε κόπωση, έλλειψη συγκέντρωσης, εκνευρισμό, διαταραχή του ύπνου (ύπνος κατά τη μέρα και δραστηριότητα αποκλειστικά στο διαδίκτυο το βράδυ). Οταν διακόπτεται η χρήση εμφανίζονται άγχος, απότομη συμπεριφορά και ευερεθιστότητα, ενώ αναδύονται τα αρνητικά συναισθήματα και καταστάσεις που ενδεχομένως να τα περιόριζε η χρήση διαδικτύου, όπως η κατάθλιψη, φοβίες κ.ά.

Κοινός παρονομαστής στα παραπάνω είναι η έκπτωση της λειτουργικότητας του ατόμου, η αδιαφορία για τις υποχρεώσεις, η αναβλητικότητα, η απάθεια. Το άτομο συχνά συγκρούεται με την οικογένειά του (χαρακτηριστικό έντονο στους εφήβους), λέει ψέματα για το χρόνο που πέρασε στο διαδίκτυο, απομακρύνεται από άτομα που συνδέεται φιλικά ή συναισθηματικά, ενώ τελικά χάνει σημαντικές σχέσεις και παρουσιάζει μειωμένη απόδοση στην εργασία και στο σχολείο.

Η εξάρτηση από το διαδίκτυο δημιουργεί εκπτώσεις στις κοινωνικές δεξιότητες, σε γνωστικές λειτουργίες όπως η σκέψη και η προσοχή λόγω μειωμένης διέγερσης του μετωπιαίου λοβού από την παρατεταμένη χρήση, μεγαλύτερη ροπή σε επιθετικές συμπεριφορές. Η απόσυρση από τη ζωή και η έλλειψη πίστης στον εαυτό οδηγούν στη χαμηλή αυτοεκτίμηση, στη χαμηλή αυτοαποτελεσματικότητα και σε ανεπαρκή ικανότητα αντιμετώπισης δυσκολιών. Η αναμέτρηση με τις δυσκολίες κλείνεται, περιορίζεται στις πίστες του παιχνιδιού.

Στην εξάρτηση, το παιχνίδι ως διαδικασία απόλαυσης και ενδιάμεσος χώρος ανάμεσα στο φανταστικό και στο πραγματικό, χάνει τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά του. Η πολύωρη χρήση του, τα χαρακτηριστικά του μέσου αυτού καθεαυτού στον καπιταλισμό, σε αντίθεση με το παιχνίδι ως εργαλείο βοηθητικό στην ίδια τη ζωή, αλλά και τα ψυχικά - κοινωνικά κενά που καλείται να καλύψει ο παίχτης, δημιουργούν μια απόσυρση από την πραγματικότητα και μια ψευδαίσθηση της κοινωνικότητας και της επικοινωνίας.

Αλλά οι εικονικές κοινότητες δεν αποτελούν αληθινές κοινότητες, αφού μετά την απομάκρυνση από την οθόνη του Η/Υ ο χρήστης βρίσκεται και πάλι αντιμέτωπος με τον πραγματικό κόσμο της περιχαράκωσης, της εξατομίκευσης και της μοναξιάς. Εκεί που οι ανάγκες γίνονται πρόσκαιρες επιθυμίες και η ικανοποίησή τους πολυτέλεια...


Της
Ιλιάνας ΝΑΖΕΝΤΙΑΔΟΥ*
* Η Ιλιάνα Ναζεντιάδου είναι μέλος του Τμήματος Κατά των Ναρκωτικών της ΚΕ του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ