Οι φοιτητές και οι φοιτήτριες, πηγαίνοντας προς τις κάλπες των φοιτητικών εκλογών, πρέπει να τα σκεφτούν όλα αυτά. Οπως, επίσης, πρέπει να σκεφτούν και το τι εξυπηρετεί η στάση των ΕΑΑΚ - ΑΡΕΝ σε μια σειρά σχολές:
Οτι θα διπλασιάσει τις επενδύσεις στους τομείς της Υγείας και της Παιδείας και θα διπλασιάσει αυτές που αφορούν υποδομές που «μπορούν να μειώσουν τη φτώχεια» ανακοίνωσε η Αναπτυξιακή Τράπεζα της Ασίας, με αφορμή τη δημοσιοποίηση έκθεσης για τους Ασιάτες που ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας. Σύμφωνα με αυτήν, 1,6 δισεκατομμύρια άνθρωποι που ζουν στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού, κινδυνεύουν «να βρεθούν ξανά μέσα σε ακραία φτώχεια» αφού ζουν με λιγότερα από δυο δολάρια τη μέρα. 733 εκατομμύρια άνθρωποι παλεύουν να επιβιώσουν με 1,25 δολάρια τη μέρα, σε μια περιοχή όπου - σύμφωνα πάντα με τη συγκεκριμένη πηγή - συγκεντρώνεται το 60% των φτωχότερων ανθρώπων του κόσμου. Η έκθεση καθόρισε δέκα «στρατηγικές προτεραιότητες» που θα «οξύνουν και θα εξισορροπήσουν» τις επιχειρήσεις της (σ. σ. της Τράπεζας) και «θα δυναμώσουν την ανταπόκρισή της στο μεταρρυθμιζόμενο επιχειρηματικό περιβάλλον, όπως επίσης θα αυξήσουν την ικανότητα και την αποτελεσματικότητά του».
Τι λέει δηλαδή το συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα των καπιταλιστών της Ασίας; Οτι η συγκεντρωμένη μιζέρια που υπάρχει στην Ασία μπορεί να αξιοποιηθεί από τα αναδυόμενα μονοπώλια (και όχι μόνο) της περιοχής, για να προσελκύσουν και να διαθέσουν στη συνέχεια κρατικές επιδοτήσεις, αλλά και ιδιωτικά κεφάλαια σε τομείς όπως η Πρόνοια, η Παιδεία, η Υγεία, η Ασφάλιση, προσφέροντας έτσι διέξοδο σε συσσωρευμένα κεφάλαια.
Ετσι, ο εξαθλιωμένος εργάτης στην Ινδία, τις Φιλιππίνες, τη Μαλαισία ή την Ινδονησία, που στερείται στοιχειώδεις υπηρεσίες και παροχές, με τεράστιες απειλές για την επιβίωση των παιδιών του (π.χ. αποχετευτικό δίκτυο, εμβόλια, στέγη), θα πρέπει να ευγνωμονεί (και βέβαια να υποτάσσεται) όσους επενδύουν στους αντίστοιχους κλάδους.
Επίσης στην Κίνα, όπου δυναμώνουν οι καπιταλιστικές σχέσεις, η κυβέρνηση ανακοίνωσε προγράμματα προσέλκυσης επενδυτών σε τομείς της Κοινής Ωφέλειας, δηλαδή ανοίγει ακόμα πιο διάπλατα το δρόμο στην εμπορευματοποίηση ευαίσθητων τομέων. Στην Ινδία, «νέες» δυνάμεις που εμφανίζονται να «διαφοροποιούνται» από τα «κόμματα εξουσίας», όπως το «κόμμα του Απλού Ανθρώπου», ισχυρίζονται ότι θα εξασφαλίσουν στον «απλό άνθρωπο» την Υγεία που χρειάζεται, «υποχρεώνοντας τα ιδιωτικά νοσοκομεία να επιδεικνύουν και να παρατηρούν ένα χάρτη με τα δικαιώματα των ασθενών και να επιδεικνύουν τα ποσοστά και τις τιμές χρέωσης των διαφόρων υπηρεσιών», λες και το πρόβλημα για τον εργάτη δεν είναι το να έχει δωρεάν πρόσβαση στις υπηρεσίες Υγείας, αλλά το ότι δεν ξέρει τις τιμές για το φάρμακο, την επέμβαση, την εξέταση κλπ.
Με δεδομένο ότι η περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού συγκεντρώνει το ενδιαφέρον όλο και περισσότερων μονοπωλίων, μαζί με τις προτάσεις για την καπιταλιστική ανάπτυξη των αναδυόμενων οικονομιών θα αυξηθούν και οι προτάσεις για τη διαχείριση της φτώχειας και της λαϊκής δυσαρέσκειας.
Αυτή είναι η «πρόοδος» που τώρα απλώνεται ραγδαία και στην Ασία: Οι λαϊκές ανάγκες να γίνονται αφορμή για μπίζνες και πάρε - δώσε μεταξύ πολυεθνικών. Να «ικανοποιούνται» μόνο, όπως και μόνο εφόσον βολεύονται τα συμφέροντα των μονοπωλίων, δηλαδή μέσα από τη διαρκή ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, μέσα από τη σχετική και απόλυτη εξαθλίωσή τους.
Η κυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ συνεχίζει τις εξαγγελίες με άξονα το περίφημο «σχέδιο ανόρθωσης» της ελληνικής οικονομίας, προσπαθώντας να διαμορφώσει ψεύτικες ελπίδες στους εργαζομένους ότι τα χειρότερα πέρασαν και ότι μπροστά τους ανοίγονται προοπτικές βελτίωσης της ζωής τους. Ζητά κυβερνητική σταθερότητα έτσι ώστε οι θυσίες να πιάσουν τόπο. Το «κοινωνικό μέρισμα» βεβαίως δείχνει ακριβώς τι είδους βελτίωση είναι αυτή που επαγγέλλονται. Δηλαδή, ότι δεν έχει να κάνει με αποκατάσταση εισοδημάτων και δικαιωμάτων αλλά με ορισμένες παροχές με ημερομηνία λήξης, ψίχουλα στην πραγματικότητα για τη διαχείριση της «ακραίας φτώχειας».
Από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ επαναφέρει το δίλημμα «λιτότητα ή ανάπτυξη» προβάλλοντας ότι η δικιά του πρόταση είναι «φυγή προς τα εμπρός, προς την πρόοδο». Σε αντιπαράθεση με το κατά τα λεγόμενά του «νεοφιλελεύθερο» πρότυπο ο ΣΥΡΙΖΑ αντιπαραβάλλει το δικό του μείγμα στήριξης της καπιταλιστικής ανάκαμψης. Ο καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης που και ο ΣΥΡΙΖΑ στηρίζει έχει τους δικούς του κανόνες λειτουργίας, που δεν αλλάζουν και δεν τροποποιούνται. Τέτοιοι κανόνες είναι π.χ.: Ο στόχος για όλο και μεγαλύτερο καπιταλιστικό κέρδος, η τάση για μεγέθυνση των επιχειρήσεων και της συγκέντρωσης της παραγωγής σε λίγα χέρια, ο αδυσώπητος ανταγωνισμός για το ποιος θα κερδίσει περισσότερο, η προσπάθεια για όλο και μεγαλύτερο ξεζούμισμα των εργαζομένων κ.ά. Αυτούς τους κανόνες υπηρετούν η κάθε κυβερνητική πολιτική, οι αποφάσεις και οι κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αυτοί οι κανόνες υπηρετούνται είτε με ένα «νεοφιλελεύθερο» είτε με ένα «επεκτατικό» μείγμα διαχείρισης, που στην πραγματικότητα διαφέρουν μόνο στον τρόπο με τον οποίο οι εργαζόμενοι θα «πληρώσουν τη νύφη» της ανάκαμψης.
Η «αφήγηση», λοιπόν, του ΣΥΡΙΖΑ συνοδεύεται από πολλά παραμύθια: Υπόσχεται, για παράδειγμα, ότι μπορεί με μια κρατική πολιτική να στηριχθούν οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, να γίνουν ο κορμός της ανάκαμψης, την ίδια στιγμή που όμως θα είναι αδυσώπητος ο ανταγωνισμός με τα καπιταλιστικά μεγαθήρια και ενώ υπάρχει πείρα για το ποιος βγαίνει χαμένος από αυτή την αναμέτρηση (π.χ. εμπόριο κ.α.). Την ίδια στιγμή που ο ίδιος διαβεβαιώνει το Σύνδεσμο Ελλήνων Βιομηχάνων ότι θα στηρίξει τις μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις στο όνομα της «υγιούς επιχειρηματικότητας». Υπόσχεται, επίσης, ριζική μείωση της ανεργίας όταν σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο στην ΕΕ αλλά και στις ΗΠΑ, όπου εφαρμόστηκαν σχέδια από την κυβέρνηση Ομπάμα που «εμπνέουν» τον ΣΥΡΙΖΑ, η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα, όταν στην Ελλάδα με τις καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης προβλέπεται η ανεργία να παραμένει στο 20%. Την ίδια μάλιστα στιγμή που ο ίδιος υιοθετεί πολιτικές «ενεργού απασχόλησης», δηλαδή πολιτικές στήριξης των επιχειρηματιών και όχι των ανέργων με σκοπό τη διαχείριση της ανεργίας. Το δίλημμα «λιτότητα ή ανάπτυξη» που επαναφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι επίσης ένα μεγάλο παραμύθι. Γιατί στον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης η λιτότητα για τους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα είναι η μόνιμη επωδός. Και λιτότητα δεν σημαίνει μόνο φόροι ή νέες περικοπές μισθών, λιτότητα. Πάνω απ' όλα σημαίνει υποτίμηση των εργατικών - λαϊκών αναγκών, περιορισμός των εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων, ξεζούμισμα των εργαζομένων. Στις σημερινές συνθήκες δεν μπορεί να υπάρξει καπιταλιστική ανάπτυξη που να μη στηρίζεται στην ελαστική εργασία, στη δουλειά χωρίς δικαιώματα, να μη στηρίζεται σε μισθούς πολύ πίσω από τις σύγχρονες εργατικές - λαϊκές ανάγκες, στην παράταση της εργάσιμης ηλικίας κ.ά. Αλλωστε, ο ΣΥΡΙΖΑ μεταθέτει για ένα αφηρημένο άγνωστο μέλλον, για τη «δευτέρα παρουσία» οποιαδήποτε συζήτηση για αποκατάσταση εισοδημάτων, επαναφορά δικαιωμάτων. Ολα - λέει - θα κριθούν από την πορεία της καπιταλιστικής οικονομίας. Μέχρι τότε το μόνο που μπορεί να υποσχεθεί δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτό που υπόσχεται και η κυβέρνηση, μια πολιτική συντήρησης της ανεργίας και της ακραίας φτώχειας με ψίχουλα.
Οι εργαζόμενοι έχουν πείρα από την πορεία ανάπτυξης προ κρίσης, που τους έταζαν το μοίρασμα της «πίτας», τα «χρυσά κουτάλια» της ΕΕ, της ΟΝΕ, τους έταζαν αδιάκοπη ανάπτυξη. Εχουν επίσης πείρα από την ίδια την πορεία της κρίσης, τις δυσβάσταχτες θυσίες και το φόρτωμά της στο λαό. Πείρα που μπορεί να αξιοποιηθεί ανοίγοντας πλατιά στο λαό τη συζήτηση: «Ανάπτυξη για την εργατική τάξη και το λαό ή για το κεφάλαιο και τα μονοπώλια». Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, με τη στάση του συσκοτίζει αυτό το πραγματικό ερώτημα. Λέει στους εργαζόμενους: «Υπάρχει και φιλολαϊκός δρόμος μέσα στον καπιταλισμό», «μπορεί να αλλάξει, να γίνει φιλολαϊκή η ΕΕ». Αυτή η στάση κάθε άλλο παρά φυγή προς τα μπρος, προς την πρόοδο είναι...