ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ διαγκωνίζονται για το ποιος από τους δύο με την πολιτική του εκφράζει τη «Νέα Ελλάδα». Αυτό το σύνθημα επικαλούνται τελευταία, προκειμένου να υφαρπάξουν τη λαϊκή ψήφο. Αλήθεια, για ποια «Νέα Ελλάδα» μπορούν να μιλάνε, όταν και οι δύο υπόσχονται συνέχιση του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης εντός της Ευρωζώνης και της ΕΕ; Οταν μιλάνε για συνέχιση του ίδιου δρόμου που έχουμε βαδίσει μέχρι σήμερα; Αυτός είναι ο δρόμος που εξασφάλισε μεγάλα κέρδη για τους μεγαλοεπιχειρηματίες και υποχώρηση δικαιωμάτων για τους εργαζόμενους πολύ πριν από την κρίση. Αυτός ο δρόμος έφερε την κρίση που την πλήρωσαν οι εργαζόμενοι. Η έξοδος από την κρίση στο πλαίσιο αυτού του δρόμου σημαίνει νέα κέρδη για το κεφάλαιο και ταυτόχρονα καμιά ελπίδα για τους εργαζόμενους να ανακάμψουν τα εισοδήματα και τα δικαιώματά τους.
Απ' όπου κι αν την πιάσεις τη «Νέα Ελλάδα», που προπαγανδίζουν, είναι η Ελλάδα των επιχειρηματικών ομίλων, της κρίσης και πολιτικής εξόδου σε όφελός τους. Η «Νέα Ελλάδα» τους αφορά τους καπιταλιστές. Δεν αφορά όλους τους Ελληνες, όπως διατείνονται. Η «νέα» Ελλάδα τους είναι τόσο καπιταλιστική όσο και η «παλιά».
Η «Νέα Ελλάδα» της ΝΔ, η «ανταγωνιστική και αναπτυξιακή» είναι η Ελλάδα των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, των τσακισμένων εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων, των υποβαθμισμένων εργατικών λαϊκών αναγκών. Παλιά και ξεπερασμένα θεωρούνται τα εργατικά λαϊκά δικαιώματα, η σταθερή δουλειά, η συνδικαλιστική δράση, οι απεργίες, οι κινητοποιήσεις κ.λπ.
Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ συνειδητά εξαπατά το λαό, καταφεύγοντας σε κενές περιεχομένου φιλολαϊκές φράσεις για να καλύψει το γεγονός ότι η πολιτική του έχει ένα το κρατούμενο την ενίσχυση των επιχειρηματικών ομίλων, άρα την εκμετάλλευση των εργατών. Μιλά για αλλαγή και εννοεί εναλλαγή, δηλαδή αντικατάσταση των ΝΔ - ΠΑΣΟΚ από την κυβέρνηση με νέα, αυτή με πυρήνα τον ΣΥΡΙΖΑ. Μιλά για φιλολαϊκή ανατροπή σε Ελλάδα και Ευρώπη, όταν θα συνεχίσουν να διατηρούνται τα μονοπώλια στην οικονομία και στην εξουσία. Η νέα Ελλάδα του θα είναι τόσο νέα που ούτε καν ουσιαστική ανακούφιση για τους εργαζόμενους δεν μπορεί να υποσχεθεί, ούτε κατάργηση των αντιλαϊκών νόμων. Η νέα του Ελλάδα θα υποκλίνεται στην ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου, στην ΕΕ, στην υγιή επιχειρηματικότητα.
Νέα Ελλάδα μπορεί να υπάρξει μόνο με το λαό αφέντη στον τόπο του, ιδιοκτήτη του πλούτου που παράγει. Νέα Ελλάδα σημαίνει ότι η νέα βάρδια της εργατικής τάξης θα μπορεί να βαδίζει σε δρόμους χωρίς εκμετάλλευση. Η Νέα Ελλάδα δεν μπορεί να είναι ένα σύνθημα για την αρπαγή ψήφων, αλλά ένα σχέδιο για την ανατροπή του σάπιου και την εγκατάσταση του μόνου νέου, του δρόμου μιας νέας κοινωνικής οργάνωσης χωρίς καπιταλιστές και μονοπώλια, με τους εργαζόμενους να έχουν την εξουσία, αποδεσμευμένη από την ΕΕ και κάθε ιμπεριαλιστική συμμαχία. Νέα Ελλάδα μπορεί να είναι μόνο η Ελλάδα του σοσιαλισμού. Για να έρθει αυτό το νέο, χρειάζεται σήμερα ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, ισχυρή λαϊκή συμμαχία, για να βάζει εμπόδια στην αντιλαϊκή πολιτική σήμερα, για να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις ώστε οι εργαζόμενοι να αποκτήσουν την αναγκαία αυτοπεποίθηση να κάνουν το αποφασιστικό βήμα προς αυτή την προοπτική. Γι' αυτό χρειάζεται σήμερα να ισχυροποιηθεί το ΚΚΕ παντού.
Επειδή, όμως, «λαϊκή εξουσία» με πομφόλυγες ...συμμετοχικής δημοκρατίας - παντού υπάρχει ένας Παπανδρέου στο δημόσιο λόγο του ΣΥΡΙΖΑ - δεν γίνεται, προσθέτει ο Τσίπρας: Ο ΣΥΡΙΖΑ συγκρούεται «με την εγχώρια διαπλοκή και τα συμφέροντα τα οποία στηρίζει», είναι «στο στόχαστρο της οικονομικής ολιγαρχίας» και σαν απόδειξη διατυπώνει τον ισχυρισμό «αν είχαμε καταθέσει τα διαπιστευτήριά μας στη διαπλοκή και τους δανειστές θα ήμασταν κυβέρνηση από τον Ιούνιο του 2012»!
Στο άρθρο τους χαρακτηρίζουν «ανοησία» τη διεκδίκηση αυξήσεων 5% στα μεροκάματα, για την υπογραφή επιχειρησιακών συμβάσεων το 2010, «όταν η Ν/Ζώνη είχε καταρρεύσει από το 2008 και οι άνεργοι συνάδελφοί μας βρίσκονταν στην εξαθλίωση με ό,τι αυτό συνεπάγεται». Καταγγέλλουν τον «Ριζοσπάστη» ότι λέει «συνειδητά ψέματα πως προτείναμε δραστική μείωση του μεροκάματου, ό,τι δηλαδή αξίωνε και η διοίκηση της εργοδοτικής ένωσης» και ισχυρίζονται ότι η πρότασή τους για τις επιχειρησιακές του 2010 ήταν να παραμείνουν τα μεροκάματα στο ύψος του 2009.
«Ο τυχοδιωκτισμός του ΠΑΜΕ και της εργοδοτικής ένωσης δεν επέτρεψαν τότε μια τέτοια συμφωνία και υπογραφή σύμβασης», γράφουν οι δυο συνδικαλιστές του ΣΥΡΙΖΑ και ισχυρίζονται ότι «το χοντροκομμένο ψέμα πως ο Καραγιαννάκης και ο Αλεβιζόπουλος στήριξαν οποιαδήποτε προσπάθεια οργανωτικής διάσπασης του συνδικάτου, καταντάει άθλια συκοφαντία (...) Αν κάποιοι εμπόδισαν τότε την οργανωτική διάσπαση, είμαστε εμείς και η Εργατική Ενότητα. Το αντίθετο, και τότε και τώρα, το ΠΑΜΕ συμβάλλει σε διασπαστικές τάσεις με τη διασπαστική και αντιδημοκρατική συμπεριφορά του».
Με πάθος υποστήριζαν τότε ότι υπεύθυνοι για την κατάσταση στη Ζώνη είναι αποκλειστικά το ΠΑΜΕ, οι παράλογες συνδικαλιστικές απαιτήσεις απέναντι στους εργολάβους τα προηγούμενα χρόνια (δηλαδή οι κατακτήσεις των εργαζομένων), οι «άσκοπες απεργίες» και η εξυπηρέτηση των «στείρων επιδιώξεων του Περισσού». Επανειλημμένως είχαν πει και είχαν γράψει συνειδητά ψέματα, ότι η διοίκηση προωθεί τους «δικούς» της για δουλειά με κομματικά κριτήρια.
Ανοιγαν έτσι το δρόμο στους εργοδότες να επισημοποιήσουν τις «μαύρες λίστες» για όσους σηκώνουν κεφάλι στο χώρο εργασίας και κυρίως για τους κομμουνιστές. Ελεγαν μάλιστα πως αν οι συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ πάνε στα αζήτητα, τότε θα ξαναλειτουργήσει η Ζώνη. Τίποτα διαφορετικό, δηλαδή, απ' όσα κράζει η συμμορία της Χρυσής Αυγής στα γνωστά απειλητικά βίντεο που έχουν δει το φως της δημοσιότητας.
Για το ζήτημα της σύμβασης, παραθέτουμε ορισμένα στοιχεία για την αποκατάσταση της αληθείας. Τον Οκτώβρη του 2006, επικεφαλής και οι δυο τότε της ΑΣΕΚ, «ακομμάτιστης» συνδικαλιστικής παράταξης του ΣΥΝ στο Συνδικάτο Μετάλλου Πειραιά, με ανακοινώσεις και αφίσες, που γέμισαν όλο τον Πειραιά, καλούσαν τους μεταλλεργάτες να μη συμμετάσχουν στις επικείμενες εκλογές του Συνδικάτου.
Σε συσκέψεις μάλιστα που διοργάνωναν εκείνη την εποχή, καλούσαν τους συναδέλφους να μη συμμετέχουν ούτε στις κινητοποιήσεις ούτε στις συνελεύσεις. Οι μεταλλεργάτες, βέβαια, τους έδωσαν την καλύτερη απάντηση, αφού και τα μπλοκ του Συνδικάτου πύκνωναν στις κινητοποιήσεις και στις συνελεύσεις προσέρχονταν μαζικά και στις εκλογές συμμετείχαν, στέλνοντας αυτές τις δυνάμεις στο περιθώριο για πολλά χρόνια.
Η Γενική Συνέλευση που αποφάσισε ομόφωνα τη διεκδίκηση αύξησης με 5%, έγινε όταν οι συγκεκριμένοι συνδικαλιστές δεν είχαν επανεμφανιστεί ακόμη και ως εκ τούτου δεν ήταν καν παρόντες. Το να χαρακτηρίζουν «ανοησία» την όποια διεκδίκηση έχουν αποφασίσει οι εργαζόμενοι και μάλιστα με μαζική συμμετοχή και ομόφωνη απόφαση στη ΓΣ, μπορεί να χαρακτηριστεί μόνο ως δαιμονοποίηση των αγώνων και ανοιχτή στήριξη στα συμφέροντα των εργοδοτών, που επιχειρούν τα τελευταία χρόνια να ισοπεδώσουν την τιμή της εργατικής δύναμης με κάθε τρόπο.
Λένε οι συγκεκριμένοι συνδικαλιστές, που κατά τα άλλα το παίζουν «αντιμνημονιακοί» και «αριστεροί», ότι μια συμφωνία το 2011 με τους εργολάβους θα επέτρεπε να επαναλειτουργήσει η Ζώνη. Ποια θα ήταν όμως αυτή η συμφωνία; Η ΣΣΕ του 2009, την οποία προσπαθούν να πουν ότι αυτοί την πρότειναν από τότε και ότι η πλειοψηφία του Συνδικάτου τη θυμηθήκαμε τώρα; Μα η ΣΣΕ του 2009 ίσχυε με τη μετενέργειά της μέχρι τις 14/5/2013.
Ξέρουν πολύ καλά οι συγκεκριμένοι συνδικαλιστές, επειδή ξημεροβραδιάζονταν στα γραφεία των εργολάβων, ότι οι εργοδότες ζητούσαν τεράστιες μειώσεις στα ημερομίσθια, αλλαγές στα ωράρια, κατάργηση ειδικών επιδομάτων κ.ά. Για μια τέτοια συμφωνία μίλαγαν και μιλάνε ακόμη και σήμερα, για να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων της Ζώνης.
Για τέτοιες συμφωνίες μιλάει και η κυβέρνηση και η ΕΕ και ο ΣΕΒ και η πλειοψηφία σε ΓΣΕΕ και ΠΟΕΜ. Για μια τέτοια συμφωνία με εφοπλιστές και εργολάβους μιλάνε και οι εγκληματίες της Χρυσής Αυγής. Είναι τουλάχιστον προκλητικό οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ να μιλούν για «τυχοδιωκτισμό του ΠΑΜΕ», επειδή αρνιόταν και αρνιέται μέχρι σήμερα να υπογράψει τέτοιου είδους συμφωνίες, που μετατρέπουν τους εργαζόμενους σε σκλάβους του 21ου αιώνα.
Οσο για την προσπάθεια αυτών των δυνάμεων να διασπάσουν τους εργαζόμενους στη Ζώνη και στο Συνδικάτο, πέρα από το ότι καλούσαν το 2006 τον κόσμο να μείνει μακριά από το Συνδικάτο, θυμίζουμε επίσης τα εξής:
Το ψέμα έχει κοντά ποδάρια κι ο καθείς εφ' ω ετάχθη. Οι συγκεκριμένοι συνδικαλιστές, μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ και με την υποψηφιότητά τους, δίνουν τη μάχη για να διασωθεί η «κοινωνική συνοχή», για το καλό της «υγιούς επιχειρηματικότητας», για να βελτιώσουν την ΕΕ και μέσω της αύξησης της ανταγωνιστικότητας εφοπλιστών και βιομηχάνων, να «σώσουν» τους μεταλλεργάτες, όπως έκαναν και οι άλλοι μέχρι σήμερα.
Μπορεί κάποια στιγμή, οι υπηρεσίες τους προς την αστική τάξη να επιβραβευτούν με κάποια «θεσούλα». Οι εργαζόμενοι, όμως, θα τους έχουν βάλει ήδη στη θέση που τους αρμόζει, θα τους έχουν στείλει στα αζήτητα.
Στον αντίποδα, οι ταξικές δυνάμεις στη Ζώνη, οι κομμουνιστές που δρουν μέσα από τις γραμμές των συνδικάτων, αταλάντευτα και αποφασιστικά θα συνεχίσουν να παλεύουν με όποιο κόστος για την ενότητα της εργατικής τάξης, στη βάση των γενικών και ενιαίων ταξικών συμφερόντων, που βρίσκονται σε διαρκή και ανειρήνευτη πάλη με τα συμφέροντα των εκμεταλλευτών τους.
Ακόμα κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ καταργήσει το νόμο (ΚΥΑ) που ορίζει κατώτερο μισθό 586 ευρώ, αυτός δεν θα επανέλθει στα 751 ευρώ, όπως προέβλεπε η προηγούμενη Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (2010 - 2012), που έχει λήξει. Ο καθορισμός του νέου κατώτερου μισθού θα γίνει με διαπραγμάτευση ανάμεσα στον ΣΕΒ και την πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, όπως άλλωστε προβλέπει και η νέα ΕΓΣΣΕ. Ομως, ποιος εργοδότης θα δώσει αύξηση 22% (32% αν μιλάμε για τους κάτω των 25 ετών) και ποια συμβιβασμένη πλειοψηφία (συμπεριλαμβανομένων και των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ) θα οργανώσει αγώνες για να τη διεκδικήσει;
Δεν μπαίνουμε στον πειρασμό να σχολιάσουμε ότι στη διάρκεια της κρίσης είναι ελάχιστοι αυτοί που βρήκαν δουλειά και πάντως συντριπτικά λιγότεροι από αυτούς που έχασαν την εργασία τους. Το ξαναλέμε: Να μην ανεχτεί ο λαός να τον παραμυθιάζει ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι μισθοί που τσάκισε η σημερινή κυβέρνηση για λογαριασμό του κεφαλαίου, θα παραμένουν τέτοιοι και με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, όσο ο λαός δεν αποφασίζει να τους κολλήσει στον τοίχο με τη δική του συμμαχία, τη δική του ισχυρή λαϊκή αντιπολίτευση, που προϋποθέτει δυνατό κίνημα και ενίσχυση του ΚΚΕ παντού.