Παρασκευή 13 Ιούνη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
«Αποκατάσταση αδικιών»

Η φράση «τώρα μπορούμε να αποκαταστήσουμε αδικίες ...θα γίνουν αλλαγές», που αποδίδεται στον πρωθυπουργό Αντ. Σαμαρά, και ειπώθηκε κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του νέου Υπουργικού Συμβουλίου, παραπέμπει στο γνωστό «να σε κάψω Γιάννη, να σ' αλείψω λάδι». Ενα προς ένα τα μέτρα, που προβάλλονται ως «αποκατάσταση αδικιών», αφορούν την διαχείριση της ακραίας φτώχειας, ενώ ορισμένα απ' αυτά, που παρουσιάζονται ως μέτρα που ωφελούν τον εργαζόμενο, στην πράξη είναι πρόσθετες παροχές στο μεγάλο κεφάλαιο. Παράδειγμα: Οι μειωμένες ασφαλιστικές εισφορές για τους νόμιμους μετανάστες, που απασχολούνται σε γεωργικές εργασίες. Μια καραμπινάτη προσφορά φτηνών εργατών, που προαναγγέλλει επέκταση του μέτρου και σε άλλους τομείς της καπιταλιστικής δραστηριότητας. Αλλο παράδειγμα: Εμφανίζουν τις μειώσεις στις κρατήσεις για ασφαλιστικές εισφορές ως αύξηση κατά 1% στο εισόδημα. Την ώρα που ήδη ο εργαζόμενος έχει χάσει κοντά το 40% του εισοδήματός του από τα μέχρι τώρα μέτρα, ενώ το συγκεκριμένο μέτρο προκαλεί πρόσθετο πρόβλημα στα ασφαλιστικά ταμεία, άρα και στις συντάξεις που θα συνεχίζουν μειούμενες.

Το αισχρό της υπόθεσης «αποκατάσταση αδικιών» βρίσκεται στο περίβλημα του όλου επιχειρήματος. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η «αποκατάσταση αδικιών» θα γίνει για να εξασφαλιστεί η περίφημη «κοινωνική συνοχή». Στην ουσία, αυτό που προωθεί είναι η μείωση των παροχών για όλους κι αυτό το παρουσιάζει ως εξίσωση.

Είναι ένα κάλεσμα να μάθουν όλοι να ζουν με μειωμένες απαιτήσεις και κατά διαστήματα να βολεύονται με τα ψίχουλα που θα πέφτουν απ' το τραπέζι. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα με το σχέδιο για τη φαρμακευτική και νοσηλευτική κάλυψη των ανασφάλιστων. Ενα ελάχιστο επίπεδο παροχών στο οποίο τείνει ήδη να πέσει το σύνολο των παροχών του συστήματος.

Καμία αποκατάσταση αδικιών δεν πρόκειται να υπάρξει. Ηδη, με τη συμπίεση του κατώτερου μισθού στα 500 ευρώ, που στην πράξη γίνεται 400 και 300 ευρώ, προσφέρονται στους καπιταλιστές μεγάλα περιθώρια κερδοφορίας. Με τις εισφοροαπαλλαγές και τις απανωτές μειώσεις στις ασφαλιστικές εισφορές που πρέπει να πληρώνουν οι εργοδότες (ενώ πολλοί δεν πληρώνουν), η κατάσταση στα ασφαλιστικά ταμεία είναι ήδη ασφυκτική κι αυτό πληρώνεται ήδη ακριβά από εργαζόμενους και συνταξιούχους. Οι περικοπές που αγγίζουν τα όρια της ασφυξίας στο χώρο της Υγείας πληρώνονται, επίσης, ήδη πολύ ακριβά από τους ασφαλισμένους. Η προβαλλόμενη ως υπό κατάργηση από το 2015 «εισφορά αλληλεγγύης» παραπέμπει στην ιστορία του Χότζα, που αφού στρίμωξε όλα τα ζώα στην καλύβα του φτωχού, έβγαλε έξω μια κότα κι ανάσανε ο άνθρωπος. Στο μεταξύ, όμως, τεράστια ποσά που συγκεντρώθηκαν από αυτό το χαράτσι έχουν γίνει ήδη «ρευστότητα», δηλαδή παροχές στο μεγάλο κεφάλαιο.

Κανείς να μην ξεγελαστεί. Η κυβερνητική επιχείρηση για τη διαχείριση της ακραίας φτώχειας με λογικές πτωχοκομείου και φιλανθρωπίας δεν μπορεί να κρύψει το γεγονός ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων σήμερα επιτρέπει στην εργατική τάξη να ζήσει ανθρώπινα κι όχι σαν ζήτουλας κάτω απ' το τραπέζι των καπιταλιστών. Κι απ' αυτήν την άποψη, σιγοντάρουν αυτή τη λογική όσοι υπόσχονται τα ίδια ψίχουλα, αλλά με άλλο μείγμα διαχείρισης, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, συμβάλλοντας ουσιαστικά στις μειωμένες απαιτήσεις και προσδοκίες.

Και στη μια και στην άλλη περίπτωση, η εργατική τάξη είναι χαμένη, ενώ υπάρχουν όλες οι δυνατότητες να καρπωθεί τον τεράστιο πλούτο που παράγει.

Μαθήματα χειραγώγησης

Ο προβληματισμός που το εκλογικό αποτέλεσμα πυροδότησε στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ επιμένει να απασχολεί κορυφαία του στελέχη. Τέτοιο προβληματισμό αντανακλά το άρθρο που συνυπογράφει με τον Σπ. Λαπατσιώρα ο Γ. Μηλιός, εκ των διαμορφωτών της οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Το άρθρο κάνει μια αναδρομή στην προπαγανδιστική τακτική του ΣΥΡΙΖΑ από το 2012 έως σήμερα, αναδεικνύοντας σύμφωνα με τους αρθρογράφους λάθη τα οποία δυσκόλεψαν τη διεύρυνση της εκλογικής δύναμης του ΣΥΡΙΖΑ, υποδεικνύοντας κατά τη γνώμη τους και τις απαραίτητες προσαρμογές που πρέπει να κάνει στο λόγο του και την προπαγάνδα του, προκειμένου να ενισχυθεί εκλογικά. Ορισμένες παραδοχές και επισημάνσεις του έχει αξία να καταγραφούν.

Ο υπεύθυνος οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι η στροφή προς το διεμβολισμό «πολιτικά κεντρώων στρωμάτων» που έγινε μετά τις εκλογές του 2012, δε συνέβαλλε στην αύξηση της εκλογικής του επιρροής, όπως λέει, εκτιμώντας ότι «το χαρακτηριστικό της αντισυστημικής δύναμης μειώθηκε σιγά - σιγά». Για το λόγο αυτό, υποστηρίζει, στις εκλογές του 2014 «τμήματα του εκλογικού σώματος ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ, "παρόλο που είναι μία από τα ίδια", επειδή του δίνουν μία ευκαιρία εφόσον δεν έχει δοκιμαστεί, ενώ άλλα τμήματα του εκλογικού σώματος δεν τον ψηφίζουν, "αφού είναι μία από τα ίδια και οι άλλοι το ξέρουν το παιχνίδι, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ δεν το κατέχει"».

Ο Γ. Μηλιός σημειώνει ότι στο μεσοδιάστημα απ' τις εκλογές του 2012, υποχώρησε το αίτημα για «αναδιανομή» υπέρ του αιτήματος για «παραγωγική ανασυγκρότηση», μετατόπιση που, όπως γράφει, «αντανακλά την προσπάθεια διεύρυνσης των κοινωνικών συμμαχιών προς τμήματα του επιχειρηματικού κόσμου που έχουν πληγεί από την κρίση και τη διαχείρισή της».

Βεβαίως, οι αρθρογράφοι κρύβουν ότι η περίφημη «αναδιανομή» -που υποστηρίζουν- όποτε εξαγγέλθηκε προϋπέθετε το μεγάλωμα της πίτας, δηλαδή της κερδοφορίας των επιχειρήσεων που κάνουν κουμάντο στην οικονομία. Γι' αυτό άλλωστε αποδείχθηκε και σύνθημα κενό γράμμα, γιατί δεν μπορεί να υπάρξει αναδιανομή του πλούτου υπέρ των εργαζομένων, όσο τα εργοστάσια, τα πλοία κλπ δεν είναι λαϊκή περιουσία.

«Η γενικότερη εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ -συνεχίζουν οι αρθρογράφοι- είναι η εικόνα ενός πολιτικού σχηματισμού, ο οποίος αποδέχεται τους "κανόνες του παιχνιδιού" και περιμένει να πάρει τις εκλογές».

Σιγά το νέο, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποδέχεται τους «κανόνες του παιχνιδιού» του αστικού πολιτικού συστήματος.

Τι προτείνουν για να εξασφαλιστεί η αυτοδυναμία; «Σε συνθήκες πόλωσης σε εθνικές εκλογές, με όλα τα άλλα σταθερά, μπορεί κανείς να φανταστεί μία άνοδο που δεν εξασφαλίζει αυτοδυναμία (...) η πολιτική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2012 οργανώθηκε στη βάση ότι έχει δεδομένο το "αντισυστημικό ακροατήριο" και πρέπει να διεμβολίσει "μεσαία πολιτικά στρώματα" για να διευρύνει το ποσοστό του. Αυτή η πολιτική στρατηγική σε αυτές τις εκλογές συνάντησε τα όριά της (...) δεν μπόρεσε να εμπνεύσει τη νεολαία. Συγχρόνως ο ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει αδύναμος στο να διεμβολίζει εκείνα τα στρώματα τα οποία θα σταθεροποιούνται, καθώς η οικονομία θα εξέρχεται από τη βαριά ύφεση. Αλλά ούτε αποτελεί την προφανή "λύση" για τα στρώματα που περιθωριοποιούνται. Ο ΣΥΡΙΖΑ για να διεκδικήσει την αυτοδυναμία πρέπει να στραφεί, με όρους ριζοσπαστικής μετατόπισης της τρέχουσας πολιτικής οπτικής του, στην οργάνωση αυτού του αντισυστημικού δυναμικού (...) Απαιτείται το κόμμα να "κάνει μια πορεία στο λαό", όχι για να του χαϊδέψει τα αυτιά με τον πατριωτισμό, με ένα λόγο δηλαδή που μετασχηματίζει τις υπαρκτές κοινωνικές συγκρούσεις σε φαντασιακές εθνικές διαμάχες (η "γερμανική κατοχή", τα "φερέφωνα της Μέρκελ" κλπ) και ο οποίος συσκοτίζει αυτό που πραγματικά διακυβεύεται στην ιστορική συγκυρία (...) να οργανώνεται ως αντιπολίτευση στο κράτος, ήδη από τώρα».

Ουσιαστικά, ο Γ. Μηλιός θεωρεί ότι εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ στρατηγικά πορεύεται εντός της ΕΕ και της Ευρωζώνης, η αντι-Μέρκελ γραμμή δε συμβάλλει στη συσπείρωση δυνάμεων, γιατί δε δείχνει τον πραγματικό αντίπαλο. Που κατά τον Γ. Μηλιό είναι το κράτος. Γι' αυτό αναφέρει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να «οργανώνεται ως αντιπολίτευση στο κράτος». Ο ίδιος ο Μηλιός σε παλιότερο άρθρο του έγραφε: «Η αντίληψη που επικρατεί στην πλειοψηφία της κοινωνίας είναι ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς, καθώς θα έχει αναλάβει την κρατική εξουσία, θα σταματήσει τον κατήφορο και θα ψηφίσει νόμους υπέρ των συμφερόντων των πολλών. Γνωρίζουμε όμως ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι. Η ανάληψη της κυβέρνησης δεν ισοδυναμεί με τον άμεσο έλεγχο όλων των μηχανισμών του κράτους» (Γ. Μηλιός, στην «Εφημερίδα των Συντακτών», 31/3/2014).

Τι λέει λοιπόν; Οτι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να ενισχύσει την «αντισυστημική» ρητορική του, ως αντίπαλος του κράτους, το οποίο θα μεταρρυθμίσει φιλολαϊκά όταν γίνει κυβέρνηση. Εξαπάτηση δηλαδή του λαού, αφού πουθενά δεν αναφέρονται σε εναντίωση στους μεγαλοεπιχειρηματίες.

Ο Γ. Μηλιός και ο συναρθρογράφος του διαφωνούν με τον τρόπο που συνδιαλέγεται ο ΣΥΡΙΖΑ με επιχειρηματίες, φέρνει μάλιστα ως παράδειγμα τη συνάντηση στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ με τον Μελισσανίδη, την οποία χαρακτηρίζει «έξοχο αντιπαράδειγμα, το οποίο πρέπει να συζητηθεί παντού ως αυτό που ο ΣΥΡΙΖΑ δε θέλει να κάνει, επειδή τότε δε θα διαφέρει σε τίποτα από το σημερινό σύστημα διαχείρισης (...) Η συνάντηση εν κρυπτώ με έναν επιχειρηματία για να κανονιστούν δουλειές (ή δουλείες)...».

Αντίθετα, οι αρθρογράφοι προτάσσουν πιο θεσμικές διαδικασίες.

«Το πιο απλό αναφορικά με το παράδειγμα που συζητάμε, που θα οργάνωνε ένα διαφορετικό πολιτικό ορίζοντα, θα ήταν να απευθυνθεί ο κατά νόμο επιχειρηματίας στο δήμαρχο ή και στους όμορους δημάρχους (ή υποψήφιους δημάρχους) και τον περιφερειάρχη, σε μία δημόσια ανακοινωμένη συνάντηση, και αυτοί, αφού διαβουλευθούν κατάλληλα με την τοπική κοινωνία, τους θεσμούς της, περιλαμβανομένων των λαϊκών συνελεύσεών της και αφού πάρουν τη συμβουλευτική γνωμοδοτική υποστήριξη των τμημάτων πολιτικής χωροταξικού σχεδιασμού, ανάπτυξης των πόλεων και περιβάλλοντος, να μεταφέρουν τη σύστασή τους στα όργανα του κόμματος για το τι πρόταση θα πρέπει να υποστηρίξει η ΚΟ» γράφουν ο Μηλιός με τον Λαπατσιώρα...


Β.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ