Πέμπτη 11 Δεκέμβρη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Να προχωρήσουν άμεσα όλες οι μετεγγραφές

Είναι μέσα Δεκέμβρη, ωστόσο ακόμα δεν έχει προχωρήσει η διεκπεραίωση των μετεγγραφών σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ και, δικαιολογημένα, εντείνεται η αγωνία των πρωτοετών φοιτητών που δικαιούνται μετεγγραφή, καθώς κινδυνεύουν να χάσουν το πρώτο εξάμηνο.

Με αφορμή τις μετεγγραφές έχει ξεκινήσει μια συζήτηση στα πανεπιστήμια κυρίως της Αθήνας (ΕΚΠΑ) και της Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), που αφορά τις υποδομές και το προσωπικό τους. Με τους φοιτητές που θα έρθουν σε αυτά τα ιδρύματα με μετεγγραφή, ο αριθμός των πρωτοετών φοιτητών τους θα διπλασιαστεί. Η Φυσικομαθηματική Σχολή σηκώνει τα χέρια ψηλά, καθώς έχει πολλά εργαστηριακά μαθήματα και δεν μπορεί να ανταποκριθεί στη μεγάλη αύξηση φοιτητών. Στα Παιδαγωγικά της Αθήνας είδαμε αμφιθέατρα ασφυκτικά γεμάτα και φοιτητές να κάθονται στο πάτωμα για να παρακολουθήσουν κ.ο.κ. Η πρυτανεία του ΕΚΠΑ ζητά από το υπουργείο Παιδείας επιπλέον χρηματοδότηση, να επιστρέψουν οι διοικητικοί υπάλληλοι που είναι σε διαθεσιμότητα και να προκηρυχτούν θέσεις διδακτικού προσωπικού προκειμένου να δεχτεί τους φοιτητές από μετεγγραφή. Ομως, η άρνηση να δεχτεί τους φοιτητές δεν είναι λύση, αλλά ομηρία για τους φοιτητές των πιο αδύναμων οικονομικά οικογενειών.

Αντίστοιχα είναι τα πράγματα στο ΑΠΘ. Σύμφωνα με τα στοιχεία της πρυτανείας του, την τελευταία πενταετία η χρηματοδότηση του ιδρύματος έχει μειωθεί κατά 62,5%, το εκπαιδευτικό προσωπικό έχει μειωθεί κατά 8,4%, το εργαστηριακό και τεχνικό προσωπικό κατά 41,9% και το διοικητικό κατά 57,2%. Η διοίκηση του ΑΠΘ εξετάζει το ενδεχόμενο της μετακύλισης της εκπαίδευσης σε επόμενα εξάμηνα (δημιουργία πολλών τμημάτων ή έναρξη μαθημάτων στο επόμενο εξάμηνο). Κι αυτές οι «λύσεις» όμως ενδέχεται να έχουν συνέπειες, όπως μια ενδεχόμενη επιμήκυνση του χρόνου σπουδών για τους φοιτητές.

Οι διαμαρτυρίες για τις ελλείψεις στα ιδρύματα και τις τραγικές μειώσεις της χρηματοδότησης είναι απόλυτα δικαιολογημένες, ωστόσο οι διοικήσεις δεν είναι άμοιρες ευθυνών. Χρόνια τώρα προωθούν διαχειριστικές λύσεις αυτών των καταστάσεων, ενώ έχουν συναινέσει πλήρως στις αναδιαρθρώσεις, παραδίδουν υπηρεσίες σε εργολάβους, ανοίγουν τις πόρτες των ιδρυμάτων για συμπράξεις με επιχειρήσεις κ.ο.κ. Την ίδια ώρα δε, που καταρτίζουν αναπτυξιακά προγράμματα τετραετίας, δεν επιδεικνύουν καμιά ιδιαίτερη ευαισθησία για τη φοιτητική μέριμνα, για την αξιοποίηση κτιρίων και χώρων που έχουν στην κατοχή τους (ή άλλων που μπορούν να διεκδικήσουν) προκειμένου να κατασκευαστούν φοιτητικές εστίες.

Κομβικής σημασίας το ζήτημα της στέγασης

Η δωρεάν στέγαση των φοιτητών είναι κομβικό θέμα που συνδέεται άμεσα με τις μετεγγραφές. Αν υπήρχε επάρκεια δωρεάν φοιτητικών καταλυμάτων σε κάθε πόλη που λειτουργούν σχολές πανεπιστημίων ή ΤΕΙ, τότε δε θα υπήρχε τόσο οξυμένη ανάγκη για μετεγγραφές. Οι φοιτητικές εστίες, μαζί με δωρεάν σίτιση και μετακινήσεις, θα εξασφάλιζαν τη δυνατότητα στους φοιτητές να σπουδάσουν στην πόλη όπου πέτυχαν μέσω των εξετάσεων. Ομως την τελευταία δεκαετία, μετά από τη διεύρυνση της Ανώτατης Εκπαίδευσης που έσπειρε Τμήματα πανεπιστημίων και ΤΕΙ σε πόλεις και κωμοπόλεις, είναι ζήτημα να έχουν γίνει δυο - τρεις νέες εστίες, ενώ και πριν τη διεύρυνση η δωρεάν στέγαση κάλυπτε ένα ποσοστό μικρότερο του 10% των «μεταναστών φοιτητών».

Το Μέτωπο Αγώνα Σπουδαστών έχει κάνει προτάσεις για συγκεκριμένα κτίρια που μπορούν να γίνουν εστίες. Στην Αθήνα πρότεινε τη «Μαθητική Εστία Αγ. Αναργύρων», που βρίσκεται δίπλα στο πάρκο «Αντώνης Τρίτσης», το ξενοδοχείο «La Mirage», το κτίριο της οδού Πανεπιστημίου 53 και Σανταρόζα, που είναι ιδιοκτησίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, το αναξιοποίητο κτίριο πίσω από το εστιατόριο του Γεωπονικού Πανεπιστημίου κ.ά. Στην Πάτρα διεκδικεί το ξενοδοχείο «Μορέας» και ένα κλειστό κτίριο μέσα στο ΤΕΙ, στο Βόλο το ξενοδοχείο «Γαλαξίας», στα Χανιά ένα άλλο κτίριο κ.ο.κ.

Απέναντι σ' αυτά, κυβέρνηση και διοικήσεις των ιδρυμάτων σφυρίζουν αδιάφορα.

Βήματα προς έναν επικίνδυνο ελιτισμό

Ο υφυπουργός Παιδείας Αλ. Δερμεντζόπουλος χαρακτήρισε «λάθος» τις μετεγγραφές, ενώ ο υφυπουργός Γ. Γεωργαντάς είπε ότι χρειάζεται «ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για το σύνολο των μετεγγραφών», αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο νέου νόμου. Τις όποιες μελλοντικές ρυθμίσεις πάντως, η κυβέρνηση τις συνδέει με τον καθορισμό του αριθμού των εισακτέων από τα ίδια τα πανεπιστήμια και ΤΕΙ. Βέβαια η συζήτηση αυτή που άνοιξε το υπουργείο Παιδείας έχει και μια πλευρά υποκρισίας, αφού θα μπορούσε η κυβέρνηση να αποδέχεται κάθε χρόνο τις προτάσεις των ιδρυμάτων για τον αριθμό των εισακτέων. Ωστόσο ο υπουργός άφησε να εννοηθεί ότι κάτι τέτοιο θα είχε πολιτικό κόστος (αφού θα συνεπαγόταν μείωση του γενικού αριθμού εισακτέων).

Ο καθορισμός του αριθμού των εισακτέων από τα ιδρύματα, σε συνδυασμό και με την πρόβλεψη του νόμου του «νέου Λυκείου» ότι τα Τμήματα των ΑΕΙ θα καθορίζουν τους συντελεστές βαρύτητας των μαθημάτων στις πανελλαδικές εξετάσεις ανάλογα με το αντικείμενο σπουδών τους, αποτελούν ένα βήμα στην κατεύθυνση του να «επιλέγουν» τα ιδρύματα τους φοιτητές τους. Πρόκειται για αρνητικές εξελίξεις που μπορούν να οδηγήσουν σε έναν επικίνδυνο ελιτισμό (χωρίς να αποκλείεται βέβαια σε κάποια Τμήματα να εκφραστούν και αντίστροφες τάσεις, δηλαδή να κατεβαίνει χαμηλά ο πήχης των απαιτήσεων για το επίπεδο των φοιτητών).

Τέτοιες ελιτίστικες λογικές εξάλλου εκφράστηκαν έντονα με την πρόσφατη προσφυγή των Αρχιτεκτονικών Σχολών του Ε.Μ. Πολυτεχνείου και του ΑΠΘ κατά των φοιτητών που δικαιούνται μετεγγραφή. Οι δυο σχολές προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας ζητώντας να βγουν παράνομοι οι νόμοι και οι υπουργικές αποφάσεις για τις μετεγγραφές, δηλαδή να επιστρέψουν οι φοιτητές στις πόλεις που πέτυχαν αρχικά, και η εκδίκαση της προσφυγής τους αναμένεται το Φλεβάρη. Στο σκεπτικό της προσφυγής, αναφέρουν μεταξύ άλλων ότι δεν προβλέπονται ποιοτικά κριτήρια για επιλογή μεταξύ των δικαιούχων της μετεγγραφής και ότι τα κριτήρια με τα οποία αποφασίστηκε η μετεγγραφή του μεγαλύτερου όγκου των αιτούντων δεν είναι ακαδημαϊκά και αντικειμενικά, αλλά υποκειμενικά και αυθαίρετα, καθώς βασίζονται σε τυχαία γεγονότα, όπως είναι η οικογενειακή και η οικονομική κατάσταση των αιτούντων. Δηλαδή, βαφτίζουν το χαμηλό εισόδημα (οικογενειακό 9.000 ευρώ και κάτω) «υποκειμενικό» και «αυθαίρετο» κριτήριο και διαμαρτύρονται γιατί μέσω των μετεγγραφών θα δεχτούν φοιτητές που έγραψαν 200-300 μόρια χαμηλότερα στις πανελλαδικές και πέρασαν σε Αρχιτεκτονική σε άλλη πόλη!

Οσο κι αν λέει ο υπουργός ότι μέχρι να εκδικαστεί η προσφυγή οι Αρχιτεκτονικές οφείλουν να εγγράψουν κανονικά τους φοιτητές από μετεγγραφή, η αβεβαιότητα και η αγωνία για χιλιάδες πρωτοετείς παραμένουν. Κι αυτό δεν αφορά μόνο τις Αρχιτεκτονικές, αλλά την πλειοψηφία των σχολών, όπου δεν έχουν προχωρήσει ακόμα οι μετεγγραφές. Οι φοιτητές δεν μπορούν να πάρουν βιβλία, δεν μπορούν να βγάλουν κάρτες σίτισης, δεν έχουν πάσο για τις μετακινήσεις τους, ενώ η εξεταστική πλησιάζει και το πρώτο εξάμηνο κρέμεται γι' αυτούς από μια κλωστή.

Το αίτημα να προχωρήσουν άμεσα οι μετεγγραφές είναι δίκαιο και πρέπει να ικανοποιηθεί άμεσα.


Γ. Σ.

Να αναδειχτεί ο λαός σε πρωταγωνιστή των εξελίξεων

Τα πρωτοσέλιδα των αστικών εφημερίδων είναι ενδεικτικά για το πώς θα κινηθεί η πολιτική αντιπαράθεση στη διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλά και μετά από αυτήν, ανάλογα με το αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, όλα σχεδόν τα χτεσινά πρωτοσέλιδα ασχολούνταν με το αν η συγκυβέρνηση συγκεντρώνει τους 180 βουλευτές, ποιοι είναι οι σίγουροι στο «ναι» και ποιοι στο «όχι», ποιοι μετεωρίζονται στο «ίσως».

Παράλληλα, γίνεται προσπάθεια από τώρα να εμπεδωθούν στις λαϊκές συνειδήσεις τα εκλογικά διλήμματα των δύο πόλων που διεκδικούν τη διακυβέρνηση: «Οικονομική - πολιτική σταθερότητα ή αστάθεια και περιπέτειες» από τα κόμματα της συγκυβέρνησης, «κάλπικη ή πραγματική διαπραγμάτευση με την τρόικα» από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ. Παραλλαγές του ενός ή του άλλου διλήμματος προβάλλουν οι άλλες πολιτικές δυνάμεις και μεμονωμένα οι λεγόμενοι «ανεξάρτητοι» βουλευτές.

Αυτό που έντεχνα περνάει στο σκοτάδι είναι ότι το νέο κύμα της επίθεσης στο Ασφαλιστικό, στα εργασιακά, στο φορολογικό, δε θα ανακοπεί από τη διαδικασία της προεδρικής εκλογής και από το ενδεχόμενο νέων εκλογών. Αυτό επιβεβαιώνει και η απόφαση του Γιούρογκρουπ της Δευτέρας. Από αυτήν τη σκοπιά, η επίσπευση της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας και οι ενδεχόμενες εκλογές εντάσσονται στο σχεδιασμό για κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής, μιας και τα μέτρα που συζητιούνται είναι στρατηγικής σημασίας για το κεφάλαιο και αποτελούν κρίκους στη μακριά αλυσίδα της ανάπτυξης προς όφελος των μονοπωλίων, που ξεκινά πολύ πριν την κρίση και βεβαίως θα συνεχιστεί και στην ανάκαμψη. Δεν πρόκειται, λοιπόν, να ανακοπεί αυτή η πολιτική, παρά μόνο αν ο λαός παρέμβει καθοριστικά στις εξελίξεις.

Ορισμένα από τα χτεσινά πρωτοσέλιδα στον Τύπο
Ορισμένα από τα χτεσινά πρωτοσέλιδα στον Τύπο
Τους μήνες που πέρασαν, από τις αρχές του Σεπτέμβρη, τα ταξικά συνδικάτα, οι κομμουνιστές και άλλοι εργάτες που δρουν μέσα στα σωματεία, ανέπτυξαν έντονη δράση. Είχαμε διεργασίες στους χώρους δουλειάς και μαζικές κινητοποιήσεις, όπως το πανελλαδικό συλλαλητήριο την 1η Νοέμβρη, οι απεργιακές συγκεντρώσεις στις 27 Νοέμβρη, δεκάδες κλαδικές και τοπικές κινητοποιήσεις. Διευρύνθηκε η συσπείρωση γύρω από πρωτοβουλίες που πήρε το ΠΑΜΕ, φανερώθηκε καλύτερα ο υπονομευτικός ρόλος του εργοδοτικού κυβερνητικού συνδικαλισμού, παλιού και νέου.

Φάνηκε ότι υπάρχει εκείνη η κρίσιμη μάζα των εργαζομένων, που σε συμμαχία με τα λαϊκά στρώματα, μπορεί να σπρώξει τα πράγματα μπροστά, να συμβάλει καθοριστικά στην ανασύνταξη του κινήματος. Αυτές οι θετικές διεργασίες και η γενικευμένη κατακραυγή κυρίως για τα νέα μέτρα στο Ασφαλιστικό, αδυνατίζουν την προσπάθεια της συγκυβέρνησης να αποσπάσει την ενεργό συμμετοχή ή έστω την ανοχή του λαού στα νέα μέτρα. Αδυνατίζει, ταυτόχρονα, η προπαγάνδα ότι με αυτό το πακέτο μέτρων τελειώνουν τα μνημόνια και η τρομοκρατία ότι έρχεται χάος αν δεν ψηφιστούν τα μέτρα.

Φάνηκε, επίσης, ότι υπάρχει ένα υπολογίσιμο τμήμα των εργαζομένων που απορρίπτει τη λογική της ανάθεσης και των «νέων σωτήρων», όπως την πλασάρει στο κίνημα ένα κομμάτι του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού. Ολα αυτά μπορούν να αποτελέσουν παράγοντες που ασκούν πίεση και επιδρούν ως ένα βαθμό στις εξελίξεις. Είναι χαρακτηριστικοί οι προβληματισμοί που εκφράστηκαν για το αν θα περνούσαν με ευκολία τα νέα «προαπαιτούμενα» για την τελευταία δόση.

Από αυτήν τη σκοπιά, η συγκυβέρνηση, αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ, αξιοποιούν τη διαδικασία της προεδρικής εκλογής και τα διλήμματα που προβάλλουν. Η μεν κυβέρνηση για να στείλει μηνύματα τόσο στους δικούς της βουλευτές και των άλλων κομμάτων, ο δε ΣΥΡΙΖΑ για να διαμορφώσει τις κατάλληλες συμμαχίες που θα τον βοηθήσουν στην ανάδειξή του σε κυβέρνηση. Και οι δύο εκβιάζουν τη συναίνεση του λαού σε διαφορετικές εκδοχές του ίδιου αντιλαϊκού δρόμου, που δεν πρόκειται να αλλάξει η κυβερνητική εναλλαγή.


Τώρα, η εγρήγορση πρέπει να αυξηθεί. Τις μέρες που έρχονται θα φουντώσει η προεδρολογία και η εκλογολογία. Θα δυναμώσει η προσπάθεια να βάλουν το λαό στη γωνία, να τον περιορίσουν σε ρόλο θεατή, που, στην καλύτερη περίπτωση, θα περιμένει «λύση» από τις εκλογές. Οι αντιλαϊκές εξελίξεις, όμως, δεν μπορούν να αποτραπούν από κυβερνήσεις που αναγνωρίζουν το χρέος, αποδέχονται τα μνημόνια διαρκείας της ΕΕ και αγωνιούν για την ανάκαμψη της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου.

Αλλωστε, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δώσει δείγματα γραφής. Δεν είναι μόνο η υποχώρηση ακόμα και από αυτές τις φραστικές διακηρύξεις του ενάντια στα μνημόνια. Δεν είναι μόνο τα διαπιστευτήρια που δίνει με την οκά στα διάφορα επιτελεία των αστών, μέσα κι έξω από την Ελλάδα. Είναι και κάτι ακόμα: Το 26% που πήρε στις τελευταίες εκλογές, δε μεταφράστηκε ποτέ στην ενίσχυση του κινήματος προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων. Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ αξιοποίησε τις όποιες συνδικαλιστικές δυνάμεις του για να υπονομεύσει τους ταξικούς αγώνες, να μετατρέψει το κίνημα σε «ουρά» της προσπάθειας που κάνει για να γίνει κυβέρνηση.

Αυτό που έχει ανάγκη ο λαός, είναι ισχυρό ΚΚΕ παντού, και στις ερχόμενες εκλογές. Είναι όρος αναγκαίος, για να αναδειχτεί ο ίδιος σε πρωταγωνιστή των εξελίξεων, να γίνει το εργατικό - λαϊκό κίνημα ισχυρή λαϊκή αντιπολίτευση απέναντι στο κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις της μιας ή της άλλης διαχείρισης. Μόνο έτσι θα ανοίξει ο δρόμος για να μπουν εμπόδια στην αντιλαϊκή πολιτική, να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις ώστε να ξηλώσει ο λαός όλο το αντιλαϊκό - αντεργατικό πλαίσιο της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Για να έρθει πιο κοντά η μοναδική φιλολαϊκή διέξοδος, που είναι να απαλλαγεί οριστικά ο λαός, από τις αλυσίδες των μονοπωλίων, από τα δεσμά της ΕΕ, για να έρθει ο ίδιος ο λαός στην εξουσία.



Π.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ