Το παιχνίδι λέγεται «πέτα την μπάλα στην εξέδρα». Οπως με τους νεκρούς του ναυαγίου, που η κυβέρνηση επέλεξε να μιλά μόνο για τους Ελληνες ώστε να παρουσιάζει μικρότερο αριθμό, έτσι και στην κεντρική πολιτική σκηνή τόσα λέγονται για τα «μεγάλα» αλλά λέξη για τις αναπληρώσεις στο εισόδημα, λέξη για την επαναφορά δικαιωμάτων που καταργήθηκαν σε μια νύχτα. Ο διαγωνισμός των αστικών πολιτικών δυνάμεων γίνεται γύρω από την έννοια του μικρότερου κακού, με την προεκλογική καμπάνια τους να εστιάζεται, κατά κύριο λόγο, στα μεσαίου εισοδήματος κοινωνικά στρώματα, προς τα οποία υπόσχονται ένα «συν-πλην» στους φόρους τους, ανάλογα με την περίπτωση. Την ίδια ώρα σταθερή παραμένει η στόχευση: Να διατηρηθεί ακέραιο το οικοδόμημα των μέτρων που εξασφαλίζουν ανταγωνιστικότητα στο κεφάλαιο, δηλαδή τα μέτρα που κάνουν όλο και πιο φτηνή την εργατική δύναμη, αυξάνουν τα ποσοστά κέρδους του κεφαλαίου.
Απέναντι σ' αυτήν την πραγματικότητα τα δύσκολα είναι για την εργατική τάξη. Που επιβάλλεται και με την ψήφο της να ενισχύσει τη δύναμή της και για την άμυνα και για την αντεπίθεση.
Ηδη, αμέσως μετά την αναγγελία του χρόνου των εκλογών, ο πρωθυπουργός, Αντ. Σαμαράς, στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του, δήλωσε πολύ αισιόδοξος για το 2015 και βέβαιος ότι «η πατρίδα μας έχει μπει σε ανοδική πορεία, την οποία όλο και περισσότεροι, πολύ σύντομα, θα τη νιώθουν προσωπικά». Μόνο κάτι οικογένειες αγνοουμένων του ναυαγίου δε μετέχουν στο πανηγύρι που καλεί ο πρωθυπουργός και ίσως ο συνήθης γκρινιάρης Βρούτσης γιατί, λέει, δεν πρόλαβε να εφαρμόσει όλες τις αλλαγές που προωθούσε στα εργασιακά.
Κόντρα στην κάλπικη αισιοδοξία του πρωθυπουργού, αμείλικτη η πραγματικότητα βεβαιώνει πως, κάτω απ' αυτές τις συνθήκες, και το 2015 θα είναι μαύρο κι άραχνο για τα λαϊκά στρώματα, που έχουν πλέον συσσωρεύσει μπόλικη εμπειρία από λόγια πλάνα και πράξεις βαθιά αντιλαϊκές. Οι τσακισμένοι μισθοί, οι μειωμένες συντάξεις, η άγρια φορολογία, ο παράδεισος της ΕΕ που αποδείχτηκε κόλαση, όλα είναι κριτήρια και ψήφου.
Αυτή η συσσωρευμένη εμπειρία είναι και πλεονέκτημα που μπορεί να οδηγήσει σε απόφαση για να αλλάξουν τα πράγματα. Είναι μια ευκαιρία για τους εργαζόμενους να ζυγίσουν και μπροστά στις εκλογές όλα τα δεδομένα: Από τη μια, όλους εκείνους που στο όνομα του λαού εφάρμοσαν αντιλαϊκές πολιτικές. Από την άλλη, το ΚΚΕ, τη μόνη σταθερή δύναμη που αντιπάλεψε αυτές τις πολιτικές και εγγυάται την ισχυρή εργατική - λαϊκή αντιπολίτευση και την επόμενη μέρα.
Στον εκβιασμό ότι τώρα χρειάζεται να ψηφιστεί κυβέρνηση, ο αντίλογος είναι πως και όλες τις προηγούμενες φορές κυβέρνηση ψηφίστηκε, και μάλιστα στο όνομα του μικρότερου κακού, αλλά η επομένη των εκλογών έφερνε πάντα περισσότερα δεινά για το λαό. Το μόνο καινούργιο που μπορεί να προκύψει από την εκλογική διαδικασία είναι να ενισχυθεί η προοπτική να πάρει ο λαός τις εξελίξεις στα χέρια του απέναντι σ' όποια κυβέρνηση και αν προκύψει. Και αυτή η ενεργή συμμετοχή του ίδιου του λαού είναι προϋπόθεση για να υπάρξουν πράγματι ανατροπές.
Η αστική τάξη βλέπει ήδη την επόμενη μέρα, οργανώνει την πολιτική ζωή έτσι που να προκύπτουν οι αναγκαίες για τη δική της εξουσία συμμαχίες. Μένει να δουν και οι εργάτες τη δική τους επόμενη μέρα, να οργανώσουν από σήμερα τη δική τους Λαϊκή Συμμαχία.
Σ' αυτήν την κατεύθυνση το κάλεσμα του ΚΚΕ τονίζει ότι ο λαός πρέπει να σκεφτεί τι χρειάζεται την επόμενη μέρα. Οποια και αν είναι η κυβέρνηση, όποια και αν είναι η σχέση εποπτείας με τους δανειστές και την ΕΕ. Χρειάζεται κυβερνήσεις που, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, αποδέχονται ένα ασφυκτικό και βάρβαρο για το λαό πλαίσιο; Δηλαδή το πλαίσιο της ΕΕ, που περιέχει συγκεκριμένα δεδομένα, ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, μηχανισμούς μόνιμης εποπτείας, μνημόνια διαρκείας; `Η αντίθετα χρειάζεται μια δύναμη η οποία θα είναι εγγύηση στο πλευρό του, δίπλα του και για να βάλουμε φρένο στα όποια αντιλαϊκά μέτρα έρχονται αλλά, κυρίως, για να ανοίξουμε ένα διαφορετικό δρόμο προοπτικής έξω από αυτούς τους μονόδρομους;
Για την εργατική τάξη πρέπει να 'ναι καθαρό ότι και στις εκλογές εκφράζεται αυτούσια σε πολιτικό επίπεδο η ταξική αντιπαράθεση. Από τη μια, τα κόμματα που σε όλες τις παραλλαγές τους, παρόλες τις διαφορές, διαφωνίες και συγκρούσεις τους, ανταγωνίζονται για το ποιος είναι καλύτερος στην υλοποίηση των πολιτικών υπέρ του κεφαλαίου, των πολιτικών της ΕΕ, που διεκδικούν το χρίσμα απ' το κεφάλαιο ως επίδοξοι κυβερνήτες. Απ' την άλλη, το ΚΚΕ, που παλεύει ενάντια στη στρατηγική του κεφαλαίου και της ΕΕ, που καλεί τους εργαζόμενους να μη ματώσουν άλλο για τα μονοπώλια, που δίνει όλες του τις δυνάμεις για την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, τη συγκρότηση της Λαϊκής Συμμαχίας, που παλεύει για ανάκτηση των απωλειών των εργαζομένων από την κρίση, που ανοίγει το δρόμο για την προοπτική οι εργαζόμενοι να ζουν χωρίς αφεντικά.
Στη συστηματική προσπάθεια που κάνουν, μέσα από κοκορομαχίες, τα κόμματα του σύγχρονου αστικού διπολισμού να κρύψουν την ουσία της ταξικής αντιπαράθεσης ώστε να βγει ενισχυμένη η πολιτική της ανταγωνιστικότητας με όποιο μείγμα διαχείρισης, το λαϊκό κίνημα έχει καθήκον να αντιτάξει τις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων, να δείξει ότι αυτές δε χωράνε στο πλαίσιο μιας πολιτικής που, σε όποια παραλλαγή της, υπηρετεί αποκλειστικά και μόνο τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Στην εξελισσόμενη πολιτική αντιπαράθεση οι διεθνείς ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί παίρνουν ήδη μέρος: Οι μέχρι τώρα παρεμβάσεις τους επικεντρώνουν στο κυρίαρχο, στρατηγικού χαρακτήρα, ζήτημα, την κλιμάκωση των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων στην Ελλάδα, ανεξάρτητα από την όποια «νέα» κυβέρνηση. Παρά τις μεταξύ τους κόντρες γύρω από τη «διαχείριση» του ελληνικού κρατικού χρέους, συμπλέουν στη στρατηγική κατεύθυνση των «δεσμεύσεων» που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο της ίδιας της ΕΕ, των μνημονίων διαρκείας που θα ισχύουν και για την «επόμενη μέρα», ανεξάρτητα από τη μορφή της χρηματοδοτικής στήριξης και των δανειακών συμβάσεων. Χαρακτηριστική η δήλωση Σόιμπλε: «Οι νέες εκλογές δεν αλλάζουν τις συμφωνίες που έχουμε πετύχει με την ελληνική κυβέρνηση. Οποιαδήποτε νέα κυβέρνηση θα πρέπει να τηρήσει τις συμφωνίες που έχει συνάψει η προκάτοχός της».
Από την πλευρά τους, τα κόμματα που μετέχουν στο σημερινό κυβερνητικό σχήμα, τόσο η ΝΔ όσο και το ΠΑΣΟΚ, με εκβιαστικά και τρομοκρατικά διλήμματα, στο όνομα της δήθεν σταθερότητας και ομαλότητας, έχουν στόχο να αποσπάσουν τη λαϊκή συναίνεση για κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης. Η επόμενη μέρα που υπόσχονται δε θα είναι απαλλαγμένη από τη φτώχεια, την ανεργία για την πλειοψηφία της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων. Από κοντά και ο ΣΥΡΙΖΑ, συμμετέχοντας στο διπολικό παιχνίδι, εφησυχάζει και αποπροσανατολίζει το λαό ότι δήθεν με μια άλλη διαπραγμάτευση η επόμενη μέρα μπορεί να είναι διαφορετική για το λαό. Παρά τις διαφορές τους για το μείγμα διαχείρισης, όλοι αυτοί κινούνται μέσα στα δεσμά της ΕΕ, του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης που φέρνει κέρδη και προνόμια στους λίγους, φτώχεια και ανεργία στους πολλούς. Καλλιεργούν ψεύτικες προσδοκίες ότι με την επιστροφή στην όποια καπιταλιστική ανάκαμψη μπορεί να ανακάμψει και το λαϊκό εισόδημα, τα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα.
Απέναντί τους στέκεται σταθερά το ΚΚΕ, δίνοντας όλες του τις δυνάμεις για να ξεπεράσει ο λαός τις δυσκολίες, τα εκβιαστικά διλήμματα αλλά και τις αυταπάτες, ώστε να γίνει τη νέα χρονιά ένα σημαντικό βήμα αγωνιστικής παρουσίας, Λαϊκής Συμμαχίας, δυναμικής αντιπολίτευσης, ενίσχυσης της πάλης για συνολική ανατροπή. Να γίνει ο ίδιος ο λαός πρωταγωνιστής στις εξελίξεις, ώστε να ξημερώσει μια καλύτερη μέρα με πραγματική ευημερία για το λαό και τα παιδιά του.
Αυτό ακριβώς θα σημάνει ένα πιο ισχυρό ΚΚΕ για να μπορεί ο λαός να αντιτάξει τα δικά του όπλα. Και αυτά τα όπλα είναι ο αγώνας, η συμμαχία του για να διεκδικήσει τις σύγχρονες ανάγκες που θυσιάζονται στο βωμό της επιβίωσης ενός σάπιου συστήματος, είναι η μη αναγνώριση του χρέους, γιατί δεν το δημιούργησε ο ίδιος, είναι το αίτημα για ολοσχερή και μονομερή διαγραφή του, να το πληρώσουν αυτοί που το δημιούργησαν. Είναι ο στόχος για αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ενωση, για κοινωνικοποίηση του πλούτου, για να μπορεί να πάρει ο λαός στα χέρια του τις παραγωγικές και αναπτυξιακές δυνατότητες που έχει η χώρα. Αυτά είναι τα όπλα του λαού, αυτό το δρόμο προτείνει το ΚΚΕ και γι' αυτό και το δυνάμωμά του και στις εκλογές μπορεί να βάλει εμπόδια στη σημερινή πολιτική, να διεκδικήσει μέτρα ανακούφισης για τη λαϊκή οικογένεια που υποφέρει, πάνω απ' όλα να ανοίξει το δρόμο για μία ριζικά διαφορετική προοπτική. Σ' αυτόν τον αγώνα δρόμου πορευόμαστε, γι' αυτόν τον αγώνα ισχύει για όλους μας το «λάβετε θέσεις»...
Γιατί σ' αυτό το διάστημα, ώσπου στις εκλογές του '12, μπούκαρε πρώτη θέση πίστα και ο λόχος των ναζιστοφασιστών «ορκ», ο λαός αντιπροσωπεύτηκε αδιαμαρτύρητα από πρωθυπουργό - τραπεζίτη εκλεγέντα από εθνοπατερομητέρες. Αλλά και μετά, με αστική συνέπεια, «εκπροσωπήθηκε» από κόμματα, άτομα και ομάδες - αμοιβάδες που αποκόπηκαν κι έγιναν μάρκες στην τσόχα του καζίνο των σκοπιμοτήτων, με σήμα κατατεθέν την... «ανεξαρτησία». Προφανώς από τη βούληση, την όποια, των ψηφοφόρων τους που τους είχαν εκλογικά επιβιβάσει στο όχημα ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, ΑΝΕΛ, ΧΑ χωρίς κ.λπ. κ.λπ. Το ίδιο φαγητό μαγειρεύτηκε με συνταγές τηλεοπτικού ανοίγματος της όρεξης με περισπούδαστα πολιτικά «ντοκιμαντέρ» ευρέος ιδεολογικού φάσματος (από τον Μπαλτάκο στον Λαζόπουλο κι απ' τον Μιχελογιαννάκη στην Ξουλίδου) χάριν λόγου και εικόνας.
Σ' αυτήν την κουζίνα, με καρυκεύματα ποταμίσιας αφθονίας «συνεργασιών» και «ανοχής» και δόκιμα κουζινομάχαιρα με «οικόσημο», οδεύουμε προς τις κάλπες μεσούντος του χειμώνα. Σε συνθήκες απόλυτα εχθρικές για την έκφραση της λαϊκής βούλησης, που γλιστράει στο παγωμένο σάλιο του γλειψίματος καθώς περισσεύει στις προεκλογικές σωτηριολογικές μεγαλοστομίες. Η πόλωση. Η ταχύτατη κατασκευή και συνάμα απάντηση κάλπικων διλημμάτων. Η τρομοκρατική αποσιώπηση της πραγματικότητας μέσα στην Ευρώπη, όπου και γεννήθηκαν και άνθισαν κι εν πολλοίς κυριάρχησαν, ειδικά μετά το Μάαστριχτ, τα βασανιστήρια της εργατικής τάξης και ξεφύτρωσαν και γιγαντώθηκαν τα δηλητηριώδη ζιζάνια των αγκυλωτών σταυρών, κάνει τον αγώνα των κομμουνιστών και των συμμάχων τους προκλητικά πιο δύσκολο. Και γι' αυτό υποδειγματικά ξεκάθαρο, ευθύ, άφοβο και κατά μέτωπο.
Σταθερά στη ρότα της ίδιας αντιδραστικής εκπαιδευτικής πολιτικής
MotionTeam |
Δεν είναι πρώτη φορά που γίνεται κάτι τέτοιο. Μπορεί να μην έχει ψηφιστεί εδώ και χρόνια «νόμος - πλαίσιο» για το Νηπιαγωγείο και το Δημοτικό, ωστόσο μέσα από εγκυκλίους, αλλαγές στα αναλυτικά προγράμματα σπουδών, στα ωρολόγια προγράμματα, στα σχολικά βιβλία, η Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση - όπως και όλες οι βαθμίδες - βρίσκεται συνεχώς σε έλεγχο και τροποποιήσεις με ζητούμενο: Να επιταχυνθεί η τάση διαφοροποίησης στα σχολεία, να προσαρμοστεί η ΠΕ πιο αποτελεσματικά στις κεντρικές κατευθύνσεις που προκύπτουν από τα ντοκουμέντα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, του ΟΟΣΑ, κ.ά.
Ο υπουργός Παιδείας στην εισήγησή του στο ΕΣΥΠ στις 28/11/2014 ήταν εντελώς σαφής: «Εμείς σήμερα στρέφουμε το ενδιαφέρον μας στην πραγματική μαθητική ζωή, όπως αυτή ξεκινά από το Νηπιαγωγείο και συνεχίζεται στο Δημοτικό. Η ένταξη της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης στις προτεραιότητες της εκπαιδευτικής πολιτικής ανταποκρίνεται... στις προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ενωσης για έγκαιρες εκπαιδευτικές παρεμβάσεις»...
MotionTeam |
Εκείνες οι αλλαγές αφορούσαν και αφορούν το κεντρικό πρόβλημα της μεθόδου απόκτησης της γνώσης, της γενικότερης νοητικής συγκρότησης και υποδομής του παιδιού. Ηδη υπάρχει πλούσια πείρα από εκπαιδευτικούς και γονείς. Δραματική επιδείνωση του μορφωτικού επιπέδου των μαθητών, της δυνατότητας απόκτησης μιας ορθολογικής εικόνας του κόσμου, της φύσης και της κοινωνίας.
Το πρόβλημα δεν ήταν και δεν είναι οι πειραματισμοί στην Εκπαίδευση. Αυτοί είναι αναγκαίοι και καλοδεχούμενοι, όταν γίνονται με επιστημονικά και παιδαγωγικά κριτήρια. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι στόχος... είναι να δημιουργηθεί στο παιδί μια υποκειμενική εικόνα του κόσμου. Οπως επίσης στόχος είναι η έμφαση στην επικοινωνιακή χρήση της γλώσσας, γι' αυτό αφαίρεσαν - σε σχέση ακόμα και με το πρόσφατο παρελθόν - πλήθος γλωσσικών κειμένων με αισθητική αξία και διαπαιδαγωγητική δύναμη.
Γι' αυτό λέμε: Εκπαιδευτικοί, γονείς και μαθητές έχουν δίκιο να ανησυχούν. Η πείρα, αλλά και τα πρώτα δείγματα γραφής που έδωσε το υπουργείο Παιδείας, δείχνουν ότι δρομολογούνται βαθιές αλλαγές στο Νηπιαγωγείο και στο Δημοτικό, που καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τη μετέπειτα πορεία του παιδιού. Αλλωστε, οι αλλαγές αυτές συνδέονται και με την εφαρμογή του λεγόμενου «κοινωνικού σχολείου» και των δράσεών του, που βρίσκονται σε εξέλιξη (θέμα όμως που απαιτεί ξεχωριστή αρθρογραφία και θα επανέλθουμε).
Ηδη από το 2010, στο κείμενο του υπουργείου Παιδείας για το «νέο σχολείο», γινόταν κριτική στα προγράμματα σπουδών που είχαν μπει στα σχολεία 3 - 4 χρόνια πριν:
«Τα Προγράμματα Σπουδών που εφαρμόζονται σήμερα, παρά το γεγονός ότι περιγράφουν την υιοθέτηση σύγχρονων αρχών, δεν έχουν στην πράξη επιφέρει αλλαγές στο σχολείο».
Ηταν πρόβλημα για το αστικό κράτος, λοιπόν, ότι οι αναδιαρθρώσεις δεν είχαν επιταχυνθεί στο βαθμό που ήθελε το κεφάλαιο. Με βάση αυτή την εκτίμηση, δρομολογήθηκε το 2011 η εισαγωγή νέων πιλοτικών αναλυτικών προγραμμάτων σε Νηπιαγωγείο, Δημοτικό και Γυμνάσιο, προετοιμάζοντας το έδαφος για τη γενικευμένη εφαρμογή τους.
Σήμερα, με βάση τις εξαγγελίες του υπουργού Παιδείας, οι πιθανές αλλαγές σε Νηπιαγωγείο και Δημοτικό, τα νέα σχολικά βιβλία, θα έχουν ως βάση εκείνα τα πιλοτικά προγράμματα σπουδών.
Και για να μη θεωρηθεί ότι κάνουμε υποθέσεις, ας δούμε πώς, μέσα από την ίδια την εισήγηση του υπ. Παιδείας, μπαίνει το ζήτημα.
Ενα τέτοιο σχολείο, διευρυμένο με τέτοιους όρους, που γεμίζει το πρόγραμμά του με ό,τι ειδικότητα είναι διαθέσιμη, δεν μπορεί να δώσει θετική απάντηση στην ανάγκη για ένα σχολείο διευρυμένης λειτουργίας, που θα ολοκληρώνει τη μορφωτική και διαπαιδαγωγητική του αποστολή με ενιαίο πρόγραμμα. Και το λέμε αυτό γιατί η ίδια η πείρα δείχνει ότι στα σχολεία αυτά ενισχύεται η διάσπαση του ενιαίου χαρακτήρα της εκπαίδευσης, αφού πέρα από το βασικό κορμό των μαθημάτων, που γίνονται σκόρπια στο διάστημα 8.15 π.μ. έως 14.00, κάθε σχολείο έχει ήδη το δικό του πρόγραμμα ανάλογα με τις ειδικότητες που του παρέχονται! Ετσι, έχουμε τμήματα αυτών των σχολείων που το παιδί διδάσκεται Μαθηματικά την 5η ή και την 7η ώρα, που είναι κατάκοπο, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να κάνει δύο φορές τη μέρα το ίδιο μάθημα, τη στιγμή που το διπλανό σχολείο δεν το διδάσκεται καν!
Κανείς δεν φαίνεται να διαφωνεί με αυτό. Το ζήτημα είναι η κατεύθυνση της αλλαγής, δεν είναι απλά πόσες σελίδες ή πόσα κεφάλαια θα βγουν. Για παράδειγμα, οι αλλαγές στα αναλυτικά προγράμματα δικαιολογούνται και ως απάντηση στο φορτωμένο πρόγραμμα του μαθητή. Ποιος δε θυμάται, άραγε, το σύνθημα «η τσάντα στο σχολείο» της Διαμαντοπούλου, που κι αυτό ακόμα δεν έγινε;
Η μείωση της διδακτέας ύλης, όπως γίνεται σήμερα, στην πραγματικότητα εντάσσεται στη λογική της παροχής χρηστικών πληροφοριών και στην αφαίρεση κάθε διαχρονικού - δοκιμασμένου από την παιδαγωγική πράξη - επιστημονικού στοιχείου για την αλήθεια και την πραγματικότητα.
Η μείωση της ύλης δεν είναι προοδευτικό μέτρο από μόνη της. Για παράδειγμα, στο ζήτημα της Γλώσσας, σήμερα γίνεται μέσα από την αφαίρεση του δημιουργικού στοιχείου των γλωσσικών μαθημάτων, τη διδασκαλία της μητρικής με όρους επικοινωνίας (διδάσκεται ως ξένη γλώσσα), χωρίς κανόνες και Γραμματική, που είναι και το απαραίτητο σημείο αναφοράς για την εκμάθηση και την αφομοίωση του γλωσσικού πλούτου της ελληνικής γλώσσας.
Αν θέλουμε, λοιπόν, να γίνει αναδιάταξη της ύλης με κριτήριο τις σύγχρονες μορφωτικές απαιτήσεις και δυνατότητες, τότε χρειάζεται συνολική αλλαγή κατεύθυνσης.
Η προσοχή πρέπει λοιπόν να στραφεί αλλού. Πραγματικός εξορθολογισμός της ύλης πρέπει να γίνει λαμβάνοντας υπόψη τις ψυχικές και διανοητικές ικανότητες και ανάγκες των παιδιών κάθε ηλικίας. Χρειάζεται, επίσης, τα βιβλία και τα αναλυτικά προγράμματα να επικεντρωθούν στα πιο ουσιαστικά και ανθεκτικά στο χρόνο στοιχεία της γνώσης, στις αρχές και τους νόμους που διέπουν την εξέλιξη της φύσης και της κοινωνίας. Απαιτείται ενιαίο πρόγραμμα και ενιαίο σχολείο και όχι διαφοροποιημένο πρόγραμμα και σχολείο.
Αυτόν ακριβώς τον ενιαίο χαρακτήρα του σχολείου είναι που εχθρεύεται διαχρονικά κάθε παραλλαγή της αστικής εκπαιδευτικής πολιτικής, αλλά και οι διάφορες μικροαστικές θεωρίες (στο όνομα της ελευθερίας).
Ο υπουργός Παιδείας, όταν κάνει λόγο για μείωση, αναδιάταξη και προσαρμογή της ύλης, λέει ξεκάθαρα τι εννοεί: Κάθε σχολείο θα διαφοροποιεί το πρόγραμμά του (ωρολόγιο, αναλυτικό, κ.τ.λ.) ανάλογα με «τις ανάγκες (;), τις δυνατότητες, τις ιδιαίτερες συνθήκες του»!
«Και πού είναι το πρόβλημα;», μπορεί να ρωτήσει κάποιος καλοπροαίρετα. Οταν μιλάμε για διαφοροποίηση του προγράμματος ενός σχολείου, δεν εννοούμε την προσπάθεια του εκπαιδευτικού να σκύψει στις ιδιαίτερες ανάγκες κάθε μαθητή. Αυτό γίνεται σε γενικές γραμμές από τους δασκάλους (όσο τους επιτρέπουν οι συνθήκες μέσα στη σχολική τάξη) και σωστά γίνεται. Το πρόβλημα γεννιέται, όταν, στο όνομα της διαφοροποίησης, θέτεις διαφορετικούς μορφωτικούς στόχους, χαμηλώνεις τον πήχη για τα παιδιά που ξεκινούν από διαφορετικές, άνισες κοινωνικές, πολιτιστικές αφετηρίες και τελικά περιορίζεις το μέλλον του παιδιού στον ταξικό ορίζοντα που του προσδιόρισε η ταξική κοινωνία. Και δεν είναι μόνο η καπιταλιστική κρίση που φέρνει αυτό το πρόβλημα στην επιφάνεια, με τα χιλιάδες παιδιά που ζουν χωρίς φαΐ, χωρίς ρεύμα και θέρμανση και με ζητούμενο την καθημερινή επιβίωση. Το πρόβλημα είναι διαχρονικό, γιατί έχει ταξική βάση. Αρα, όταν προσαρμόζεις το πρόγραμμα στις ανάγκες του παιδιού (αλήθεια, ποιος προσδιορίζει αυτές τις ανάγκες, αν όχι ο ταξικός του ορίζοντας;) με μια λογική του στιλ «δεν πρέπει να πιέζουμε τα παιδιά και να τους θέτουμε αυξημένες απαιτήσεις», τελικά οδηγείς - και από αυτό το δρόμο - στην ταξική κατηγοριοποίηση σχολείων, εκπαιδευτικών και μαθητών, δηλαδή στα σχολεία πολλών ταχυτήτων.
Χωρίς να θέλουμε να ανοίξουμε παραπέρα αυτό το θέμα, χρειάζεται να κάνουμε μια υπενθύμιση. Πραγματικά καινοτόμοι παιδαγωγοί, που έμειναν στην Ιστορία αλλά και άφησαν ανεξίτηλα το στίγμα τους στις ψυχές των μαθητών, ήταν αυτοί που επιδίωξαν να ξεκολλήσουν τους «φτωχοδιάβολους» μαθητές τους από μια προδιαγεγραμμένη πορεία, να τους κάνουν μορφωμένους ανθρώπους με το άλφα κεφαλαίο.
Μέσα από την εισήγηση του υπ. Παιδείας:
Προωθούν ένα σχολείο προσανατολισμένο στις δεξιότητες, με λιγότερα επιστημονικά αντικείμενα (μαθήματα) και περισσότερα προγράμματα, που θα δίνουν στο παιδί σκόρπιες πληροφορίες και γνώσεις, αλλά δε θα το βοηθάνε να αποκτήσει κριτική σκέψη και στέρεη γνώση. Ενα σχολείο που θα κατεβάσει τον πήχη των απαιτήσεων στις λαϊκές αλλά και δυσπρόσιτες περιοχές (βλέπε εισήγηση υπ. Παιδείας στο ΕΣΥΠ 28.11.2014), ώστε το παιδί να μαθαίνει μόνο όσα είναι απαραίτητα για το συγκεκριμένο επίπεδο διαβίωσής του. Ενα σχολείο που ο εκπαιδευτικός - διαμεσολαβητής θα ωθείται να τρέχει από πρόγραμμα σε πρόγραμμα και να βάζει σε δεύτερη μοίρα τα βασικά μαθήματα (Γλώσσα, Μαθηματικά, Ιστορία, Φυσική, Γυμναστική, Αισθητική Αγωγή...). Αντικειμενικά, η διαδικασία αυτή θα οδηγήσει σε απολύσεις εκπαιδευτικών, όπως έγινε και στα ΕΠΑΛ, όταν κατάργησαν ειδικότητες. Ο φτωχός γονιός δε θα μπορεί να καλύψει τα μεγάλα κενά στην εκπαίδευση και επαγγελματική αποκατάσταση του παιδιού του.
Αρα προωθούν ένα σχολείο ακόμα πιο ταξικό, που θα χτυπήσει τα μορφωτικά δικαιώματα των παιδιών των λαϊκών οικογενειών, τα εργασιακά των εκπαιδευτικών, θα κάνει τους γονείς ακόμα καλύτερους πελάτες και τα παιδιά αυριανούς φτηνούς εργαζόμενους.
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι το «νέο» «κοινωνικό» και «αυτόνομο σε ό,τι αφορά τον προγραμματισμό και τη διαμόρφωση μέρους του ωρολογίου προγράμματος» σχολείο, θα είναι ένα σχολείο αντίστοιχο με τις οικονομικές και κοινωνικοταξικές συνθήκες της περιοχής του, άρα διαφορετικό από το διπλανό του, ένα σχολείο που θα αναπαράγει τις ταξικές ανισότητες και τελικά θα εξασφαλίζει φτηνό εργατικό δυναμικό στις επιχειρήσεις.
Ο εκπαιδευτικός - διαμεσολαβητής καλείται να συμβάλλει στην αναπαραγωγή ενός εργατικού δυναμικού, που θα εξασφαλίσει την κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, πολλές από τις οποίες θα μπαινοβγαίνουν και θα κερδοσκοπούν μέσα στο ίδιο το σχολείο και πολύ περισσότερο θα καθορίζουν τους όρους και τις προϋποθέσεις με βάση τις οποίες θα γίνεται αυτή η αναπαραγωγή.
Σχολείο και εκπαιδευτικός θα «αξιολογούνται» για το κατά πόσο προχώρησαν αυτές τις αναδιαρθρώσεις στο χώρο τους, γι' αυτό η αξιολόγηση έχει αντικειμενικά ταξικό πρόσημο, είναι αντιδραστικό εργαλείο και πρέπει να αποτραπεί.
Το «νέο» αυτό «κοινωνικό» σχολείο είναι το σχολείο που έχουν σήμερα ανάγκη ΕΕ και επιχειρήσεις, αλλά βρίσκεται στην αντίπερα όχθη από τις σύγχρονες μορφωτικές ανάγκες των παιδιών των λαϊκών οικογενειών.
Ο λαός σήμερα χρειάζεται για τα παιδιά του ενιαία αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν Εκπαίδευση με δίχρονη υποχρεωτική Προσχολική Αγωγή και 12χρονο σχολείο, που θα διαπαιδαγωγούν και θα μορφώνουν όλα τα παιδιά, θα τα ετοιμάζουν να διεκδικήσουν ζωή, μόρφωση και δουλειά με πλήρη δικαιώματα. Ο εκπαιδευτικός πρέπει να πάρει θέση σ' αυτήν την όχθη, για να ανυψώσει την παιδαγωγική και επιστημονική του υπόσταση και να υπηρετήσει με τον καλύτερο τρόπο τις μορφωτικές ανάγκες των παιδιών των λαϊκών οικογενειών.
Από τη μια πλευρά, εντείνονται οι έρευνες και μαζί τα «παζάρια» για την «αξιοποίηση» υδρογονανθράκων στην ευρύτερη περιοχή. Εδώ και πολύ καιρό η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ πηγαινοέρχεται σε επιχειρηματικά και άλλα «φόρουμ» για την Ενέργεια, λανσάροντας το φυσικό πλούτο του λαού μας για να τραβήξει κι άλλους επενδυτές. Η τριμερής συνεργασία Ελλάδας - Κύπρου - Αιγύπτου και τα «πανηγύρια» με τα οποία την υποδέχτηκε μεγάλη μερίδα της ντόπιας πλουτοκρατίας και του αστικού πολιτικού κόσμου είναι ενδεικτική των συνεργασιών που ξεδιπλώνονται στο φόντο όξυνσης αντιθέσεων στην περιοχή. Για παράδειγμα, το Κάιρο ενισχύει τις σχέσεις του με Αθήνα και Λευκωσία σε μια περίοδο που οι σχέσεις του με την Αγκυρα περνούν «κρίση», στο φόντο ευρύτερων διεργασιών για το ποια αστική τάξη θα έχει προβάδισμα στις μπίζνες, με την τουρκική να θέλει να έχει τον πρώτο λόγο στο λεγόμενο «μουσουλμανικό κόσμο» της περιοχής.
Η τουρκική προκλητικότητα οξύνεται, όπως αποτυπώνεται και με τις έρευνες του «Μπαρμπαρός» μέσα στη κυπριακή ΑΟΖ, διαψεύδοντας όσους έλεγαν ότι η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ θα δημιουργήσει «ασπίδα προστασίας». Οι πιέσεις για να «λυθεί» το Κυπριακό γρήγορα και να προχωρήσουν οι επενδύσεις εντείνονται, με το δρόμο για ένα νέο διχοτομικό «Σχέδιο Ανάν» να έχει ήδη χαραχτεί από το Φλεβάρη του 2014.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν οι παραινέσεις οικονομικών αλλά και επιστημονικών ιδρυμάτων (όπως αυτά που μελετούν τρόπους διεύρυνσης των μονοπωλιακών επενδύσεων και κερδών και οι αστοί ονομάζουν «δεξαμενές σκέψης») για περαιτέρω ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας στην περιοχή. Χαρακτηριστικές είναι οι προτάσεις αμερικανικών «δεξαμενών σκέψης» για να επαναγκαταστήσουν οι ΗΠΑ «μια ρωμαλέα ναυτική παρουσία» στην περιοχή, ώστε «να ενισχύσουν τη διπλωματική τους δύναμη στην περιφέρεια και να βοηθήσουν στην ασφάλεια της ενεργειακής αγοράς στην περιοχή». Αστικά ΜΜΕ, όπως το «Βήμα», ήδη έσπευσαν να δώσουν στα δημοσιεύματά τους τίτλος του τύπου «το αέριο φέρνει ξανά τον 6ο Στόλο στη Μεσόγειο». Προτάσεις γίνονται όμως και για χαλάρωση του εμπάργκο όπλων των ΗΠΑ προς την Κύπρο, για ένταξη της Κύπρου στο «Συνεταιρισμό για την Ειρήνη» αλλά και ενεργότερη εμπλοκή μελών του ΝΑΤΟ, όπως οι Γαλλία - Ιταλία, στην «αρχιτεκτονική» για την ασφάλεια στην περιοχή».
Ολα αυτά κατατίθενται στα τραπέζια των ιμπεριαλιστικών διαβουλεύσεων, παράλληλα με «σενάρια» για εγκατάσταση πολεμικών σκαφών τύπου LCS για ναρκοπόλεμο ή και ανθυποβρυχιακό πόλεμο στη Σούδα της Κρήτης, αναδεικνύοντας τους πολύ άμεσους κινδύνους που η συμμετοχή σε ιμπεριαλιστικές συμμαχίες κρύβει για το λαό μας. Ενώ, στα τέλη Οκτώβρη, πληροφορίες ήθελαν τις ΗΠΑ να μεγαλώνουν τις πιέσεις (και την ελληνική κυβέρνηση να το συζητά) για να παραχωρηθεί επιπλέον χώρος στη βάση τους στη Σούδα ή και χώρος στο αεροδρόμιο στο Καστέλι Ηρακλείου Κρήτης, ώστε να προσγειώνονται και να απογειώνονται από εκεί αμερικανικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη («drones»), που στην εποχή μας διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στις πολεμικές επιχειρήσεις.
Ολα αυτά συμβαίνουν ενώ ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, από τη μια, και ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, όπως και όλα τα υπόλοιπα κόμματα της διαχείρισης του καπιταλισμού, εκφράζουν αγωνίες και προτάσεις για τη διασφάλιση της «σταθερότητας» στην περιοχή. Μόνο που «σταθερότητα» σε συνθήκες κυριαρχίας των μονοπωλίων δε σημαίνει τίποτα άλλο από διασφάλιση εκείνων των συνθηκών που θα κρατήσουν τους εργάτες και τα άλλα εκμεταλλευόμενα λαϊκά στρώματα καθηλωμένα, εγκλωβισμένα στη συναίνεση και τις «κόντρες» των αστών και των διεθνών τους συμμάχων, ώστε να προχωρήσουν ανεμπόδιστα οι σχεδιασμοί των επιχειρηματικών ομίλων.
Ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εγκαταλείψει ακόμα και αυτήν την ψευτο-αντιιμπεριαλιστική ρητορική που είχε κάποτε. Οχι μόνο δεν αμφισβητεί τη συμμετοχή της Ελλάδας σε ΕΕ - ΝΑΤΟ αλλά και διεκδικεί μεγαλύτερη διαπραγματευτική δύναμη για αναβάθμιση της ελληνικής θέσης μέσα στις ιμπεριαλιστικές λυκοσυμμαχίες. Οι «εναλλακτικές» του προτάσεις αφορούν την ενίσχυση των σχέσεων και με άλλα «αναδυόμενα» ιμπεριαλιστικά κέντρα, όπως οι BRICS (Βραζιλια, Ρωσια, Ινδια, Κινα, Νότια Αφρική).
Τις λίγες βδομάδες που απομένουν μέχρι τις εκλογές θα δυναμώσει η προσπάθεια των αστικών επιτελείων να μεταδοθούν στο λαό ψευτοδιλήμματα, που για τον ίδιο δεν έχουν καμιά αξία. Θα δυναμώσει η συζήτηση γύρω από τους άξονες «γεωπολιτική σταθερότητα», «ενεργειακή ασφάλεια», «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας», τους οποίους ο Αντώνης Σαμαράς είχε παρουσιάσει ως βασικούς στόχους μετά την ολοκλήρωση της Συνόδου Κορυφής Ελλάδας - Κύπρου - Αιγύπτου και γενικά ως αυτά που διακυβεύονται σήμερα και θα έπρεπε να απασχολούν τον ελληνικό λαό.
Οταν, όμως, οι εκπρόσωποι των μονοπωλίων μιλούν για «γεωπολιτική σταθερότητα» εννοούν ένταση των προετοιμασιών για διαφύλαξη «ισορροπιών» και συνόρων που εκτιμούν ότι ωφελούν τα επιχειρηματικά συμφέροντα που εκπροσωπούν. Εννοούν και στρατιωτικές προετοιμασίες που διεξάγονται μάλιστα στο πλαίσιο προσπαθειών να αναβαθμιστεί η θέση της χώρας και σε αυτόν τον τομέα. Δεν είναι τυχαία η ανάδειξη του Ελληνα αρχηγού ΓΕΕΘΑ στη θέση του προέδρου της Στρατιωτικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ενωσης (EUMC), σημαίνει νέες ευθύνες που η ελληνική αστική τάξη θα κληθεί να αναλάβει στην προώθηση ευρύτερων αντιλαϊκών σχεδιασμών. Η «σταθερότητα» που επιδιώκουν όλα τα κόμματα της διαχείρισης (μαζί και ο ΣΥΡΙΖΑ, που εξελίσσεται γοργά σε άξιο υπερασπιστή των αστικών συμφερόντων) ανοίγει το δρόμο σε νέες συνεργασίες (ο ΣΥΡΙΖΑ υπερθεματίζει της ενίσχυσης της συνεργασίας με «χώρες της περιοχής», όπως το Ισραήλ), νέες δηλαδή επιχειρηματικές κολεγιές για τη λεηλασία του πλούτου των λαών και την εκμετάλλευση των εργατικών τάξεων της περιοχής. Η Ανατολική Μεσόγειος, ευρύτερα η Μέση Ανατολή, μοιάζει ήδη με μπαρουταποθήκη έτοιμη να εκραγεί, με τα σύνορα σε μια σειρά χώρες (Συρία, Ιράκ και όχι μόνο) να αμφισβητούνται, νέες δυνάμεις και συμμαχίες να αναδύονται, στρατιωτικά και οικονομικά επιτελεία έτοιμα να αναμετρηθούν για να μοιραστούν αγορές και δρόμοι μεταφοράς ενεργειακών και άλλων πόρων. Μέσα σε αυτήν την πραγματικότητα, οι όρκοι των αστών για «γεωπολιτική σταθερότητα» προδιαθέτουν μόνο νέες σφοδρές διαμάχες σε όλα τα επίπεδα.
Οταν οι εκπρόσωποι των μονοπωλίων μιλούν για «ενεργειακή ασφάλεια» σημαίνει ενίσχυση των σχεδιασμών και των συμμαχιών για το πώς το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και γενικά ο πλούτος των λαών θα ενισχύσει τα κέρδη και τη θέση του ενός ή του άλλου μονοπωλιακού ομίλου. Σ' αυτήν τη βάση, πολλαπλασιάζονται τα πήγαινε - έλα Ελλήνων αξιωματούχων σε Βρυξέλλες, Ουάσινγκτον, Τελ Αβιβ και αλλού, με ζητούμενο η Ελλάδα να εξελιχθεί σε «ενεργειακό κόμβο» όλης της περιοχής και εγγυητή της «ενεργειακής ασφάλειας» της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Κανείς λαός, όμως, δε βγήκε κερδισμένος από την ανάδειξη της πατρίδας του σε «κόμβο» υπέρ των μονοπωλιακών συμφερόντων. Είναι χαρακτηριστικό ήδη ότι οι σχεδιασμοί για το πώς θα αξιοποιηθούν τα κοιτάσματα αερίου σε Ελλάδα και Κύπρο (που πολλοί υποστηρίζουν ότι είναι πολύ μεγάλα) δεν ξεκινούν από το ποιες είναι οι ανάγκες των δύο λαών, πώς θα εξασφαλιστεί, για παράδειγμα, Ενέργεια για ισόμετρη ανάπτυξη των κλάδων της οικονομίας και της βιομηχανίας (που βέβαια είναι ούτως ή άλλως αδύνατη εξαιτίας της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής και της αναρχίας στην παραγωγή) αλλά το ποιος θα γίνει προμηθευτής άλλων αγορών, ποιος θα διασφαλίσει πιο προνομιακούς όρους συνεργασίας σε περισσότερες επιχειρήσεις.
Τέλος, όταν οι εκπρόσωποι των μονοπωλίων μιλούν για ανάγκη να δυναμώσει και «ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» κρύβουν πως οι «τρομοκράτες» που σήμερα καταγγέλλουν είναι δικά τους δημιουργήματα (όπως είναι και οι τζιχαντιστές του «Ισλαμικού Κράτους» (ΙΚ), τα εγκλήματα των οποίων ξαφνικά όλοι βρίσκουν φρικιαστικά). Η προθυμία των ΝΔ - ΠΑΣΟΚ να συνδράμουν σ' αυτόν τον «πόλεμο» με τη συμμετοχή της Ελλάδας και στο «διεθνή συνασπισμό κατά του "Ισλαμικού Κράτους"» (αντίστοιχα η αγωνία του ΣΥΡΙΖΑ για το αποτέλεσμα μαχών κατά του ΙΚ, π.χ., στο Κομπανί) δείχνουν πως το επόμενο διάστημα θα εμπλακούν πιο ενεργά στις ενδοϊμπεριαλιστικές αναμετρήσεις, με κάθε τρόπο. Ομως για τους εργαζόμενους και τα εκμεταλλευόμενα στρώματα της χώρας μας και των χωρών της περιοχής αυτή η προθυμία και η ευαισθησία σημαίνει νέα εμπλοκή στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς από τη στιγμή που δεν αμφισβητείται η κυρία αιτία των δεινών τους, που είναι η καπιταλιστική εκμετάλλευση. Χωρίς να δυναμώνει σε κάθε χώρα τον μέτωπο ενάντια στα μονοπώλια και τον καπιταλισμό δεν μπορεί οι παραγωγοί όλου του κοινωνικού πλούτου να ικανοποιήσουν τις σύγχρονες και διευρυμένες ανάγκες τους με βάση τις τεράστιες δυνατότητες της εποχής.