Με αφορμή τις κινητοποιήσεις ενάντια στην επικείμενη πώληση λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, δεν περνάει απαρατήρητο ότι συμμετέχουν σ' αυτές και ορισμένοι τοπικοί βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι ταυτόχρονα υπερασπίζονται με νύχια και με δόντια το σύνολο της αντιλαϊκής πολιτικής της κυβέρνησης και δηλώνουν ότι θα υπερψηφίσουν όλα τα προαπαιτούμενα της τρίτης «αξιολόγησης», επομένως και τα νομοσχέδια για την παραπέρα ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ! Αυτό βέβαια σε τίποτα δεν τους εμποδίζει να δηλώνουν στις κάμερες και στα μικρόφωνα ότι στέκονται τάχα αλληλέγγυοι στους εργαζόμενους και στο λαό που αντιδρά και ότι αν το κίνημα ανατρέψει τις αποφάσεις κυβέρνησης - «θεσμών», αυτό θα είναι για καλό! Το θράσος και η ξετσιπωσιά τους δεν έχουν όρια. Αλλοι πάλι, με το μανδύα της «εσωκομματικής αντιπολίτευσης» στον ΣΥΡΙΖΑ και στην κυβέρνηση, δηλώνουν δυσαρεστημένοι με την πολιτική της κυβέρνησης στο Μεταναστευτικό και κάποιοι άλλοι προτρέπουν σε «μονομερή» ρύθμιση του θέματος της προστασίας της λαϊκής κατοικίας από τις τράπεζες και τα funds. Βέβαια, με όλους αυτούς τους «παρεκκλίνοντες» καθόλου δεν πρωτοτυπεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα και σε αυτό έχει αντιγράψει τα τερτίπια της παλιάς σοσιαλδημοκρατίας, που αμολούσε δυο - τρεις επιφανείς «διαφωνούντες» για να «μαζεύουν» τη λαϊκή δυσαρέσκεια και να ανανεώνουν τις αυταπάτες ότι μπορεί το καράβι να στρίψει προς άλλη μεριά, όταν οι ίδιοι έπαιζαν το ρόλο της καλύτερης προπέλας, για να μην παρεκκλίνει ούτε εκατοστό από τη ρότα που χαράσσουν τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
«Από την πλευρά των Ευρωπαίων έχει διατυπωθεί παλαιότερα η απορία του γιατί δεν υπήρξε συνασπισμός ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Το ερώτημα όμως δεν στρέφεται προς την κ. Γεννηματά, αλλά προς τον πρωθυπουργό, ο οποίος προτίμησε μια ιδιότυπη συμμαχία με ένα κόμμα που βρίσκεται πιο δεξιά στον πολιτικό άξονα από τη ΝΔ, το κόμμα του Πάνου Καμμένου. Είναι ένα ερώτημα που έχει μείνει αναπάντητο». Αυτά έλεγε στα «Νέα» του περασμένου Σαββατοκύριακου η Σ. Ράπτη, που εκπροσώπησε το «κίνημα αλλαγής» στο πρόσφατο συνέδριο των Ευρωπαίων σοσιαλδημοκρατών, όπου συμμετείχε και ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας, ενόψει της επερχόμενης Συνόδου Κορυφής. Κι αν μη τι άλλο είναι ενδεικτικό ότι οι «υψηλοί τόνοι» ανάμεσα σε παλιές και νέες δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας στη χώρα μας κάθε άλλο παρά κλείνουν τους μεταξύ τους «διαύλους» επικοινωνίας, αξιοποιώντας και τις αντίστοιχες διεργασίες σε επίπεδο ΕΕ. Ετσι κι αλλιώς το βασικό ερώτημα για όλες τις αστικές πολιτικές δυνάμεις είναι το πώς, από ποια θέση και από ποιο ρόλο θα συμβάλουν στην «επόμενη μέρα» του κεφαλαίου, εγκλωβίζοντας και λαϊκά στρώματα στους στόχους των καπιταλιστών. Εκεί βρίσκεται και το κοινό έδαφος για τους κάθε λογής «μπαλαντέρ» και τα «φλερτ».